Ο κύριος Χριστόπουλος, καθηγητής Αγγλικών, μιλά για τη σύνδεση τέχνης και παιδείας
Segment 1
Παιδική ηλικία και πρώτη επαφή με τη διδασκαλία
00:00:00 - 00:06:51
Partial Transcript
Ονομάζομαι Βουρλούμη Βιργινία, έχουμε 1/12 του 2022 βρισκόμαστε στο Ίλιον και έχουμε μαζί μας τον; Γιώργος Χριστόπουλος λέγομαι εγώ. … αν είχε υπάρξει η μέρα προηγουμένως. Είχα την τύχη, λοιπόν, να κάνω αυτό. Και πώς πέρασαν τα 50 χρόνια αυτά που είπα δεν τα πήρα χαμπάρι.
Lead to transcriptSegment 2
Οι πολιτισμικές δράσεις και η σχέση του αφηγητή με την τέχνη
00:06:51 - 00:18:55
Partial Transcript
Τα πέρασα ωραία, ένιωθα πολύ ωραία με τα παιδιά. Και στις πάσης φύσεως εκδηλώσεις που σε παλιότερες εποχές, που είχε σημασία πριν το σχολείο…ω αυτά που ήθελα. Να συναντήσω αυτούς που ήθελα. Και πιστεύω ότι έχει να κάνει με τις… με τα πράγματα αυτά με τα οποία έζησα την ζωή μου.
Lead to transcriptSegment 3
Οι σπουδές του αφηγητή, η δημιουργία και λειτουργία του φροντιστηρίου
00:18:55 - 00:29:01
Partial Transcript
Για ποιον λόγο επιλέξατε να ανοίξετε το κέντρο αυτό σε αυτή τη γειτονιά; Ναι. Και στην εκάστοτε γειτονιά, γιατί είχατε και δεύτερο. Κατ… και όχι ο καθένας ό,τι του κατέβει στο κεφάλι, για να εκδικηθεί τον κακό εργοδότη. Και είναι επίσης χαρακτηριστικές οι σχέσεις με όλους.
Lead to transcriptSegment 4
Οι σχέσεις του αφηγητή με τους συνεργάτες του
00:29:01 - 00:42:15
Partial Transcript
Και επειδή το μνημόνευσα και από την ώρα που υποχρεωτικά αυτά που λέω είναι απολογιστικά και περιγράφουνε μια εμπειρία, πριν, λίγο πριν το κ…υτού, γιατί η κυρία Αναστασία ήταν γραμματέας επί χρόνια, άρα με έζησε κι απ’ την καλή κι απ’ την ανάποδη, και ο κύριος Μαργαρίτης επίσης.
Lead to transcriptSegment 5
Διδάσκοντας στην περίοδο της χούντας – Η συναυλία με τον Νίκο Ξυλούρη κατά τη διάρκεια της δικτατορίας
00:42:15 - 00:50:14
Partial Transcript
Να σας ρωτήσω, την περίοδο της χούντας συγκεκριμένα και έπειτα εντάξει δεν ήταν τόσο δύσκολα πολιτικά το σκηνικό, όντας ένας τέτοιος άνθρωπο…δούμε πώς θα φερθούμε. Και με λίγα λόγια η όλη διαδικασία αυτή από άποψη εκπαιδευτική ήτανε πολύ ωραία και πολύ αποτελεσματική και ωραία.
Lead to transcriptSegment 6
Η πολιτισμική δράση του αφηγητή – Η σχέση του με την οικογένεια
00:50:14 - 00:59:12
Partial Transcript
Δυσκολευτήκατε στις θεατρικές παραστάσεις να σκηνοθετήσετε τα παιδιά; Όχι, όχι και απλώς δυστυχώς ο χρόνος – Θα είχαν προκύψει παραστάσει…ης ζωής μας δόθηκε η ευκαιρία πολλές φορές να ανταποδώσω, η σχέση μας ήταν εξαιρετική. Και ήταν απώλεια στην ζωή μου σίγουρα ο θάνατος της.
Lead to transcriptSegment 7
Αναμνήσεις από την πρώτη περίοδο διδασκαλίας
00:59:12 - 01:07:40
Partial Transcript
Όταν κάποιος αναφέρει το κέντρο ξένων γλωσσών, ποια είναι η πρώτη σας ανάμνηση που έρχεται στο μυαλό σας. Με ποια ανάμνηση το 'χετε συνδέσει…ε. Νομίζω δεν έχω μιλήσει στην ζωή μου ποτέ για τον εαυτό μου όσο απόψε με 'σένα Βιργινία. Είσαι υπεύθυνη λοιπόν για αυτό που συνέβη απόψε.
Lead to transcript[00:00:00]Ονομάζομαι Βουρλούμη Βιργινία, έχουμε 1/12 του 2022 βρισκόμαστε στο Ίλιον και έχουμε μαζί μας τον;
Γιώργος Χριστόπουλος λέγομαι εγώ.
Και είμαστε εδώ για το Istorima. Και ξεκινάμε. Θέλετε να μας πείτε λίγα πράγματα για 'σας;
Τι, ποιας, τι ακριβώς πράγματα;
Πού γεννηθήκατε;
Μάλιστα. Γεννήθηκα στον Πειραιά και μεγάλωσα στον Πειραιά και εξακολουθώ να μένω στον Πειραιά. Τέλειωσα ένα σχολείο το οποίο δεν υπάρχει πια, το λύκειο Αυγέρη, ένα ιδιωτικό σχολείο καλό, παλιάς εποχής και είμαι πτυχιούχος του Πανεπιστημίου Αθηνών απ' τη Φιλοσοφική σχολή, και για πολλά χρόνια εκπαιδευτικός στη συνέχεια. Μέχρι που αποσύρθηκα βγαίνοντας στην σύνταξη. Περιληπτικά.
Πώς ήτανε η παιδική σας ηλικία στον Πειραιά; Σε ποια γειτονιά μένατε;
Στην Αγιά Σοφιά, γεννήθηκα, του Πειραιά. Σε εποχές που τα πράγματα ήταν δύσκολα. Μετά τον πόλεμο και τον εμφύλιο, η κατάσταση στην χώρα ήτανε δύσκολη γενικά. Αρκεί, ας πούμε σαν χαρακτηριστικό, να μνημονεύσουμε ότι ας πούμε το 1950 το κατά κεφαλήν εισόδημα σε αυτή τη χώρα ήταν 2900 δολάρια, περίπου. Το 2010, πριν ξεκινήσει η κρίση ήταν 29.000 τόσο. Αυτό σημαίνει όχι άνεση, αν και βέβαια η οικογένειά μου γενικά ήταν μια μεσοαστική οικογένεια, δεν μπορώ να πω ότι υποφέραμε. Αλλά, βέβαια, όταν γενικά ο πήχης είναι χαμηλά, είναι χαμηλά για όλους. Βέβαια, από την άλλη μεριά, τα παιδικά χρόνια ήταν ωραία, είχανε ξεγνοιασιά πολλή, ανεμελιά, συνθήκες που τα σημερινά παιδιά δεν απολαμβάνουν. Η γειτονιά ήταν ασφαλής για παιχνίδια όπως το… αυτό που κινδύνευες ήταν να φας τα γόνατα σου απλώς, πέφτοντας. Δεν κινδύνευες από τίποτα άλλο. Κοιμόμασταν με ξεκλείδωτες τις πόρτες, και ανοιχτά τα παράθυρα το καλοκαίρι, στο ισόγειο, χωρίς να διατρέχει κανείς κανένα κίνδυνο. Και γενικά σε συνθήκες τέτοιες που τα παιδιά μπορούσαν να επιθυμήσουν πράγματα, να τα ονειρευτούν , να τα θέσουν ως στόχο, να τα επιδιώξουν και στην συνέχεια μεθοδεύοντας τις ενέργειές τους να πετυχαίνουν τους στόχους που έχουν θέσει, και να κερδίζουν τις μικρές μάχες που είναι και εν τέλει η διαδικασία που ακολουθεί κανείς, για να έχει μια ισορροπημένη ζωή. Γενικά, παρά το γεγονός ότι το κρέας ήτανε το πολύ για μία φορά την εβδομάδα, την Κυριακή, στο ψητό με τις πατάτες συνήθως, ομολογώ ότι θυμάμαι πάντα με νοσταλγία και θα ήθελα να ξαναγύρναγα εκεί. Να είμαι 10 χρονών, τότε που ήμουνα τότε, όχι τώρα. Εκεί, γιατί μπορώ να πω ότι γενικά στην φάση αυτή της ζωής μου, που είμαι τώρα πια, των απολογισμών, πέρασα ωραία. Είχα επίσης την τύχη να κάνω μια δουλειά που αγαπούσα. Γιατί το δασκαλίκι το είχα από παιδί μέσα μου. Ένα χαρακτηριστικό είναι ότι, όπως ανακάλυψα σχετικά πρόσφατα, δηλαδή πριν 5-6 χρόνια, στην εποχή που ήμουνα εγώ παιδί, στα μεσοαστικά σπίτια ήταν σύνηθες να υπάρχουν κοπέλες από την επαρχία ως οικιακοί βοηθοί, υπηρέτριες εν πάση περιπτώσει και μέχρι που έμεναν μέσα μαζί με την οικογένεια. Τα χρήματα τους τα μάζευε η κυρία ο κύριος εκεί, μέχρι να ‘ρθει κάποια στιγμή, τους παντρεύανε, τους δίναν τα χρήματα τους πηγαίναν στο καλό, παίρναν κάποιον άλλο και τα λοιπά. Λοιπόν, πριν μερικά χρόνια στην Κρήτη από την οποία καταγόταν η μητέρα μου πηγαίνοντας η αδερφή μου, μου είχε πει ότι μία από τις κοπέλες που είχαμε στο σπίτι και τα λοιπά ήταν κι εκείνη εκεί, στη Σητεία συγκεκριμένα και είχα πει: «Πω, θέλω οπωσδήποτε να δω και τον Γιώργο όταν έρθει» και τα λοιπά και τα λοιπά και της λέω: «Ναι, ευχαρίστως». Μπαίνοντας λοιπόν στο σπίτι της μου 'κανε εντύπωση στο χολ μια βιβλιοθήκη που, ρίχνοντας μια ματιά στα βιβλία, είδα βιβλία πολύ ενδιαφέροντα, ψαγμένους τίτλους, όχι τυχαίους. Την ρώτησα της λέω: «Βρε Ελένη μου, ποιανού είναι αυτά;». Μου λέει: «Δικά μου, είναι το χόμπι μου το διάβασμα». «Ναι μπράβο χαίρομαι που το ακούω» και τα λοιπά και μου λέει: «Ξέρεις ποιος με έμαθε να – πώς το λένε; – γράμματα;». «Ποιος σε έμαθε;» Μου λέει: «Εσύ». «Εγώ; Πότε και πώς;». Λέει: «Όταν ήσουν στην πρώτη δημοτικού, την πρώτη μέρα που γύρισες στο σπίτι μου είπες: "Θες να σου μάθω τι μου μάθανε;"». Και εν τέλει κάτι το οποίο δεν μου είχε φανεί, εγώ το είχα πει προφανώς πολύ φυσιολογικά και δεν το είχα συγκρατήσει, δεν το θυμόμουνα καν, για να μην τα πολυλογώ, παράλληλα κάθε μέρα που γύριζα στο σχολείο της έκανα μάθημα. Ήτανε το δασκαλίκι το οποίο εκδηλώθηκε, εκδηλωνόταν σε κάθε ευκαιρία που είχε, από το… με το ζόρι που μάζευα τα παιδιά της γειτονιάς και τους κάθιζα κάτω, και δεν τόλμαγε κανείς να φύγει, αν δεν αν δεν τέλειωνε το μάθημα, αλλά η περίπτωση αυτή, ας πούμε, γιατί με εξέπληξε και 'μένα, γιατί δεν το είχα συγκρατήσει καθόλου. Και με λίγα λόγια η Ελένη – καλή της ώρα – έμαθε να διαβάζει από μένα με δάσκαλο της πρώτης δημοτικού σπουδές. Αυτό σημαίνει ότι ξεκίνησα από πολύ νωρίς, από 17 χρονών πρωτοδίδαξα, γιατί είχα νωρίς το πτυχίο το Michigan των αγγλικών, είχα βγάλει την πρώτη άδεια. Μόλις είχα μπει στο πανεπιστήμιο, δηλαδή, που ξεκίνησα και συμπλήρωσα 50 χρόνια τότε που σταμάτησα, όχι γιατί ήθελα να σταματήσω, αλλά απλώς, γιατί λόγω της κρίσης δεν ήθελα να κρατάω ώρες, γιατί τις στερούσα από άλλους που τις είχαν ανάγκη και σταμάτησα για τον λόγο αυτό. Αλλιώς, πιθανότατα να συνέχιζα ακόμη, γιατί δεν ένιωθα να με κουράζει καθόλου και, επειδή οι κύριες ώρες λειτουργίας στο κέντρο εδώ των ξένων γλωσσών που είχα δημιουργήσει, είναι απογευματινές βραδινές κυρίως. Ένα χαρακτηριστικό είναι ότι στις 10 η ώρα που τελειώναμε το βράδυ ήμουν στο τσακίρ κέφι πάντα και δεν ένιωθα καμία κούραση όσο κουραστική κι αν είχε υπάρξει η μέρα προηγουμένως. Είχα την τύχη, λοιπόν, να κάνω αυτό. Και πώς πέρασαν τα 50 χρόνια αυτά που είπα δεν τα πήρα χαμπάρι.
Τα πέρασα ωραία, ένιωθα πολύ ωραία με τα παιδιά. Και στις πάσης φύσεως εκδηλώσεις που σε παλιότερες εποχές, που είχε σημασία πριν το σχολείο να αποκτήσει ή μάλλον να ασχοληθεί με τα πολιτισμικά και αναφέρομαι στις δεκαετίες του ‘60 και του ‘70 ακόμη. Οι ευκαιρίες για τα παιδιά ήταν ελάχιστες. Επειδή συνέβαινε από παιδί να αγαπώ πολύ την μουσική, να αγαπώ πολύ το θέατρο τον κινηματογράφο και τα λοιπά, από την αρχή το 1968 δημιούργησα το σχολείο, το κέντρο των ξένων γλωσσών, έδωσα βάρος στις εκδηλώσεις τις πολιτισμικές με στόχο την μουσική, το θέατρο που είπα προηγουμένως, την ζωγραφική και τα λοιπά. Πράγμα το οποίο έγινε αποδεκτό από τα παιδιά με πολύ έτσι καλή διάθεση και θέρμη. Πάρα πολλά παιδιά, έμαθαν να βλέπουν θέατρο από την εποχή εκείνη, γιατί να πούμε ότι ό,τι γινόταν ήταν πολύ αυστηρά επιλεγμένο και μελετημένο. Βλέπαμε θέατρο που ήταν κατάλληλο και αφού, εννοείται, πάντα προηγουμένως είχα δει την παράσταση εγώ, για να είμαι σίγουρος ότι είναι αυτό που έχω στο μυαλό μου και αυτό που θα ήθελα, για να έχει και αποτέλεσμα. Με μουσικές εκδηλώσεις, με φίλους καλλιτέχνες, επειδή συνέβη να έχω σχέσεις με καλλιτέχνες. Σπουδαίες εκδηλώσεις τις οποίες είχανε γίνει στο σχολείο οι περισσότερες, κάποιες και έξω. Με μεγάλα ονόματα όπως ο μακαρίτης ο Μάνος ο Λοΐζος, ο Γιάννης Σπανός, ο Μανώλης Μητσιάς, η Αρλέτα. Με… Ο Νίκος Ξυλούρης, μια αξέχαστη εκδήλωση. Την πιο πρόσφατη… από τις μουσικές εκδηλώσεις ήταν με την Ελεονώρα την Ζουγανέλη που ήταν κι εκείνη μαθήτρια παλιά, μαθήτρια μας εδώ. Και με λίγα λόγια είναι χαρακτηριστικό ότι αυτή την στιγμή τα 4/5 του κύκλου μου, οι άνθρωποι με τους οποίους κάνω παρέα, πηγαίνω στο θέατρο ακόμη, πηγαίνω σε συναυλίες και τα λοιπά, είναι παλιοί μαθητές. Με τους οποίους από τότε έχει δημιουργηθεί μια πολύ καλή σχέση, υγιής, σε ωραία βάση, γιατί ο πολιτισμός ενώνει τους ανθρώπους, μας κάνει καλύτερους ανθρώπους και μας ενώνει, γιατί βοηθάει να συνειδητοποιούμε περισσότερο την κοινωνικότητα μας. Αυτό που από την φύση μας, όταν το ξεχνάμε, η ζωή μας γίνεται πιο άσχημη. Και η κοινωνία μας στη συνέχεια κι εκείνη χειρότερη. Με λίγα λόγια τα χρόνια ακόμα και τα παιδικά τα δύσκολα, οπού για να εξασφαλισθούν τα τσιγάρα τότε τα παράνομα πήγαινα με τα πόδια, πηγαίναμε με τα πόδια με την παρέα από το την Αγία Σοφία στο κέντρο του Πειραιά, που πήγαινα, ας πούμε, σε ένα ινστιτούτο που υπήρχε τότε και μάθαινα αγγλικά, πηγαίναμε με τα πόδια, για να γλιτώσουμε το εισιτήριο και να [00:10:00]πάρουμε – πώς το λένε; – τα παράνομα τσιγάρα, που ως παιδιά κακώς μεν αλλά τα παιδιά είναι παιδιά. Από τα χρόνια αυτά τα δύσκολα, αλλά ωραία, με τους ατελείωτους ποδαρόδρομους για λόγους οικονομίας, και μέχρι τώρα όλες τις περιόδους της ζωής μου τις θυμάμαι έτσι, με νοσταλγία ή μάλλον τις θυμάμαι ωραία. Ωραία με ωραίες αναμνήσεις. Έχω.. διαγράφω… από ένα σημείο και πέρα έκανα την επιλογή να… γενικά, από οτιδήποτε άσχημο να μην ασχολούμαι, με οτιδήποτε άσχημο να μην ασχολούμαι. Να γυρίζω την πλάτη μου να φεύγω και να το διαγράφω. Και γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο δεν έχω εχθρούς. Ήτανε επιλογή που εδώ και πολλά χρόνια έχω κάνει και που αν ξαναγινόμουνα 20 χρονών θα την ξεκινούσα από 20 χρονών, γιατί χρειάστηκε να περάσει κάποιος χρόνος να την ανακαλύψω και να μην ξοδεύω περιττά το πολύτιμο κεφάλαιο και το πολύτιμο δώρο που έχει ο καθένας από εμάς που είναι η ζωή του. Και που, αν λίγο διαβάσουμε Επίκουρο ο οποίος δίνει πολύ, εκφράζει έναν πολύ ωραίο τρόπο που, αν τον υιοθετήσουμε μπορεί η ποιότητα της ζωής μας να είναι καλή. Υψηλή και απολαυστική. Επέλεξα να ασχολούμαι με τα θετικά, να αγνοώ τα αρνητικά και να προσπαθώ να δείχνω κατανόηση ακόμα και στα πράγματα εκείνα τα οποία με ενοχλούν ή με ενόχλησαν, προσπαθώντας να βρω, ας πούμε, να προσεγγίσω την αντίθετη αλήθεια. Μια διαδικασία η οποία είχε πάντα ως αποτέλεσμα να νιώθω καλύτερα. Αυτά σαν μια γενική έτσι τοποθέτηση, όσον αφορά την φιλοσοφία μου και τον τρόπο που έζησα την ζωή μου. Και ζω συνεχίζω να ζω.
Να σας κάνω μία ερώτηση. Τι σπουδάσατε; Σπουδάσατε το αντικείμενο που συνεχίσατε και έπειτα;
Αγγλική και Ελληνική Φιλολογία.
Και είπατε επίσης ότι έχετε έτσι πολύ καλή σχέση με την τέχνη, γιατί ασχολείστε με την τέχνη.
Ναι.
Αυτό πως ξεκίνησε;
Ωραία ερώτηση. Σε ένα μεγάλο βαθμό ήταν έμφυτο. Βέβαια, στο διάβασμα στην εξοικείωση με το βιβλίο, γενικά, έχει παίξει ένα καθοριστικό ρόλο ο μακαρίτης ο πατέρας μου, ο οποίος ήτανε ένα άνθρωπος σκεπτόμενος με πολύ ευρεία παιδεία, πολύ μεγάλη παιδεία και ο οποίος με έμπασε σε κάποιους τομείς της γνώσης με τρόπο πολύ αποτελεσματικό, πολύ έξυπνο. Ας πούμε ένα χαρακτηριστικό: Η ιδιαίτερη αγάπη μου είναι η γλώσσα μας, τα ελληνικά. Έζησα τη ζωή μου πολύ, άντε και πολύ καλά με τα αγγλικά κυρίως, αλλά στην ουσία ο έρωτάς μου είναι τα ελληνικά. Αυτός ξεκίνησε από πολύ μικρή ηλικία, ήμουν τρίτη; Τετάρτη Δημοτικού; Και ο μακαρίτης ο πατέρας μου ο οποίος ήτανε… ο οποίος ήτανε γνώστης της κλασικής παιδείας εντυπωσιακός – απήγγειλε ραψωδίες ολόκληρες από τον Όμηρο από μνήμης – κάποια στιγμή υπήρχε κάποιο αναγνωστικό, που εσύ μάλλον δεν το πρόλαβες, λεγότανε… ένα αναγνωστικό με κείμενα αρχαία ενός φιλολόγου Γεωργίου Ζούκη ονόματι. Υπήρχε στο σπίτι, γιατί είχε προηγηθεί η αδερφή μου στο σχολείο, και κάποια στιγμή ο πατέρας μου, σε μια έτσι σαββατιάτικη επικοινωνία μας εκεί, πήρε το βιβλίο και μου λέει: «Έλα να σου πω εδώ. Για διάβασε εδώ το πρώτο κείμενο». Και άρχισα να διαβάζω, δεν καταλάβαινα και πολλά διάβασα μία παράγραφο, μου λέει: «Για πες μου ποιες λέξεις αναγνώρισες;» Ήταν μία δυο που τις είχα αναγνωρίσει «αυτή, αυτή». «Τι λες ότι σημαίνει αυτό;». «Αυτό». «Μάλιστα, αυτό;». «Αυτό». Λοιπόν, ξεκίνησε ένα τέτοιο παιχνίδι το οποίο συνεχιζόταν και μου άρεσε, γιατί μου άρεσε να ανακαλύπτω κι εκείνος με ενθάρρυνε, ας πούμε όταν αναγνώριζα αυτό έλεγε: «Μπράβο!», ας πούμε, εξέφραζε αυτό και τα λοιπά. Αυτό μου άρεσε, ο έπαινος. Το έβλεπα, ας πούμε, και όταν πήγα στην πρώτη γυμνασίου που ξεκινήσαμε επίσημα αρχαία στο σχολείο, ήδη είχα αποκτήσει μία εξοικείωση, τα περισσότερα κείμενα του βιβλίου του συγκεκριμένου, γιατί αυτό χρησιμοποιούσαμε, μου ήταν οικεία. Αυτή η εξοικείωση συνεχίστηκε με αποτέλεσμα στο πανεπιστήμιο, αν και δεν διάβασα ποτέ τα κείμενα τα οποία επίσημα κάναμε και στα 4 έτη των σπουδών, τα αρχαία τα πέρναγα πάντα από τον Ιούνιο με την αποκτημένη γενική ικανότητα και γνώση από ό,τι είχε προηγηθεί. Αυτό αυτόματα δημιουργεί μια τάση, μια κλίση. Από την άλλη, υπήρχε έμφυτη η αυτή με την μουσική κυρίως, αλλά και με τις… δηλαδή με το θέατρο, με τον κινηματογράφο και τα λοιπά. Ένα χαρακτηριστικό… υπάρχει ένας, υπήρχε ένας σπουδαίος θεατράνθρωπος που το όνομα του μάλλον δεν θα σου λέει τίποτα, γιατί δεν είναι γνωστός πολύ, αλλά υπήρξε σπουδαίος. Ο ιστορικός του ελληνικού θεάτρου Γιάννης Σιδέρης. Έχει πεθάνει χρόνια. Ιδρυτής μαζί με κάποιους άλλους του θεατρικού μουσείου, και θα ήμουνα δεν θα ‘μουνα 13-14 χρονών σε μια εκδήλωση που ήταν και ο Σιδέρης ο μακαρίτης, που ήτανε κι εκείνος παρών, έτυχε μετά σε ένα τραπέζι που είχε ακολουθήσει που είχα πάει κι εγώ με την οικογένεια μου μαζί, να κάθομαι δίπλα του. Λοιπόν, με ρώταγε διάφορα πράγματα, δεν θυμάμαι τι με ρώταγε. Και κάποια στιγμή αφού του είπα εγώ, του έλεγα τα δικά μου εν πάση περιπτώσει, ό,τι μου… ανάλογα με το τι με ρωτούσε εκεί. Κάποια στιγμή μου λέει λοιπόν: «Θα σου πω κάτι. Έχω την εντύπωση ότι εσύ θα έκανες καλό δάσκαλο, σκηνοθέτη και μαέστρο. Μου φάνηκε περίεργο ξέρω 'γω, εντάξει το άκουσα αυτό, μου έμεινε. Το ‘χω θυμηθεί πάρα πολλές φορές. Το κοινό και στις 3 ιδιότητες είναι ότι και οι 3 έχουνε διδακτικό χαρακτήρα, διότι και ο σκηνοθέτης διδάσκει και ο μαέστρος επίσης. Φαίνεται, λοιπόν, ότι ήτανε… ότι οι τάσεις αυτές με διάλεξαν περισσότερο κι εγώ τις διάλεξα λιγότερο. Βοήθησε και το περιβάλλον, ας πούμε, να… γιατί, αν, ας πούμε, προφανώς είχα μεγαλώσει σε ένα χωριό, ας πούμε ξέρω ‘γω, με, δεν πήγαινα καν σχολείο, με αγράμματους γονείς, πιθανότατα η εξέλιξη να ήταν διαφορετική. Αλλά με δεδομένη την τάση και την κλίση, η οποία εξακολουθεί να είναι ισχυρή, και τώρα, ας πούμε, εξακολουθώ να βλέπω καμιά 25ρια παραστάσεις στην σεζόν παράδειγμα. Και διαβάζω πολύ βέβαια. Ασχολούμαι με τα χόμπι μου πολύ συστηματικά. Η βιβλιοθήκη μου έχει γύρω στις 4.000 βιβλία. Η δισκοθήκη μου από την άλλη επίσης γύρω στις 3.500 δίσκους έχω. Που απλώς με μελαγχολεί η ιδέα ότι δεν, είναι σίγουρο ότι δεν θα προλάβω να τους ξανακούσω όλους. Και εν πάση περιπτώσει εξακολουθητικά, με τα πολύτιμα στοιχεία αυτά, γιατί η τέχνη και ο πολιτισμός είναι, όπως είπα και προηγουμένως κατά την άποψή μου, σπουδαίοι σύντροφοι, ανεκτίμητοι σύντροφοι μας. Είναι τα στοιχεία τα άλλα, εκτός από την βασική επαγγελματική επιλογή, που με έκαναν, όπως είπα και προηγουμένως, να έχω την αίσθηση ότι έχω περάσει πολύ ωραία την ζωή μου και κάτι το οποίο συχνά, όταν το συνειδητοποιώ, μάλλον νιώθω τυχερός και ευλογημένος γι’ αυτό, που έφτασα στην ηλικία που έφτασα και δεν έχω καταφέρει να βαρεθώ μία στιγμή για δείγμα. Δηλαδή, μου είναι άγνωστο το «αμάν δεν περνάει η ώρα. Πφου! Ακόμα» Αντίθετα, σε μόνιμη βάση έχω την αίσθηση ότι κάθε μέρα, όταν τελειώνει, ότι πάλι δεν πρόλαβα να ακούσω αυτά που ήθελα, να δω αυτά που ήθελα, να διαβάσω αυτά που ήθελα. Να συναντήσω αυτούς που ήθελα. Και πιστεύω ότι έχει να κάνει με τις… με τα πράγματα αυτά με τα οποία έζησα την ζωή μου.
Για ποιον λόγο επιλέξατε να ανοίξετε το κέντρο αυτό σε αυτή τη γειτονιά;
Ναι.
Και στην εκάστοτε γειτονιά, γιατί είχατε και δεύτερο.
Καταρχήν, καταρχάς μάλλον η επιλογή έγινε του είδους, του αντικειμένου. Όταν έδωσα εγώ εξετάσεις εισαγωγικές, ακόμη δεν υπήρχαν οι πανελλήνιες εξετάσεις και τα λοιπά, ο κάθε ενδιαφερόμενος έδινε στην σχολή που ήθελε. Επειδή, λοιπόν, ήμουνα καλός σε όλα τα φιλολογικά μαθήματα και ήτανε τα ίδια και στις 3 σχολές, είχα δώσει Ελληνική Φιλολογία, Νομική, Αγγλική Φιλολογία. Με στην Αγγλική Φιλολογία επιπλέον και τα Αγγλικά. Και είχανε και στις 3 σχολές. Σύμφωνα με το σύστημα τότε η εγγραφή έπρεπε να γίνει μέχρι 31 Δεκεμβρίου του ακαδημαϊκού έτους που ξεκινούσε αρχές Οκτωβρίου. Για να καταλήξω, λοιπόν, τι θα αποφασίσω, γιατί μου αρέσαν και τα 3, δηλαδή και η ιδέα του να υπερασπίζομαι υποθέσεις και να προσπαθώ να τις[00:20:00] κερδίζω και τα λοιπά μ' άρεσε. Η Φιλολογία μου άρεσε αυτονοήτως, τα Αγγλικά μ’ αρέσαν επίσης και η Αγγλική Φιλολογία από την άλλη μεριά. Πήγαινα λοιπόν εναλλάξ μία στην μία σχολή μία στην άλλη μία στην άλλη και παρακολουθούσα μαθήματα, για να δω τι έχω την αίσθηση ότι μ’ αρέσει πιο πολύ, για να καταλήξω. Στην Αγγλική Φιλολογία τα μεγέθη ήταν μικρότερα, ενώ στην Ελληνική και στην Νομική δεν θυμάμαι πόσοι ήταν οι εισακτέοι. Μπορεί και 600, ένα μεγάλο νούμερο. Στην Ελληνική Φιλολογία ήταν 300 θυμάμαι τότε και στην Αγγλική 100. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα στην Αγγλική πιο γρήγορα να γνωριστώ, επειδή ήταν πιο λίγοι, μοιραία με κάποιους που έμειναν, μείναμε φίλοι μετά από κει και πέρα και ήταν μαζί και ένας από τους, συμφοιτητής κι εκείνος στο πρώτο έτος της αγγλικής φιλολογίας, ο Πέτρος ο Πανδής, ένας από τους τραγουδιστές του μεγάλου Μίκη Θεοδωράκη. Με τον οποίο υπήρξαμε τραγουδιστικοί σύντροφοι στα χρόνια τα φοιτητικά. Και το γεγονός ότι γνωρίστηκα αφενός και το ότι έκανα παρέα. Το αντικείμενο ήταν εξίσου… μου άρεσε, όπως είπα, και στις 3 σχολές εν πάση περιπτώσει και υπήρχε και ένα άλλο στοιχείο επίσης, το οποίο ήταν πολύ σοβαρό κίνητρο: Στην Αγγλική Φιλολογία είχα μπει με πολύ καλή σειρά. Δεύτερος από τα αγόρια και έπαιρνα 8.500 δραχμές που ήτανε τότε, οι οποίες ήτανε πολλά λεφτά. Η εφημερίδα είχε 1,5 δραχμή άρα 8.500 σαν να λέμε τουλάχιστον 8.500 ευρώ, πάνω από 10.000 ευρώ. Που για τα χρόνια εκείνα ήταν μεγάλο ποσό και κίνητρο σοβαρό, γιατί δεν περισσεύανε, ας πούμε, σίγουρα. Και κατέληξα στην Αγγλική Φιλολογία. Από την άλλη μεριά στα χρόνια εκείνα και πολύ φοβάμαι και στα επόμενα στα περισσότερα σχολεία οι καθηγητές των ξένων γλωσσών των γαλλικών των αγγλικών ήταν της πλάκας. Και ο ρόλος του καθηγητή της πλάκας δεν μου ταίριαζε καθόλου. Αφού έμεινα στην σχολή αυτή είχα σκεφτεί να ασχοληθώ με την Ελληνική Φιλολογία και ξέρω ‘γω και να πάω από εκεί αλλά μ' άρεσε και η.. Γιατί μου είχε δημιουργηθεί μία ιδέα στο μυαλό να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου, να κάνω το δικό μου σε χώρο παρθένο. Που ήτανε ο χώρος αυτός. Έτσι ξεκίνησα κι έκανα το κέντρο των ξένων γλωσσών, με ξεκαθαρισμένο στο μυαλό μου από την αρχή ότι ή θα γίνει αυτό που θέλω, έτσι όπως το θέλω, με αυστηρές προδιαγραφές, ή θα αλλάξω δουλειά μετά. Θα κάνω κάτι άλλο θα πάω στην Ελληνική Φιλολογία να ασχοληθώ ως φιλόλογος από κει και πέρα και τα λοιπά. Και στην περιοχή την συγκεκριμένη βρέθηκα, γιατί εδώ η περιοχή έχει πολλούς κατοίκους που κατάγονται από την Λυσσαρέα της Αρκαδίας. Από εκεί ήταν ο πατέρας μου και εδώ είχε ο ίδιος σχέση με πολλούς έχω και συγγενείς στην περιοχή. Και όταν ήμουνα φαντάρος η αδερφή μου, γιατί κι κείνη ήταν καθηγήτρια, είχε βγάλει άδεια, την πρώτη άδεια, και γι’ αυτό και όλα τα χρόνια στην ουσία το εδώ σχολείο λειτουργούσε στην άδεια της αδερφής μου. Δεν φαινόταν βέβαια, γιατί ήταν κέντρα Χριστοπούλου ήταν κι εκείνη το κοινό όνομα μπέρδευε το... Επί της ουσίας δεν έλεγε τίποτα, το κεντρικό στο Αιγάλεω ήταν στο δικό μου δίπλωμα και το εδώ ήταν στης αδερφής μου. Και έτσι όταν απολύθηκα, γιατί ήταν περίοδος δικτατορίας υπήρχε μία προϊστορία βεβαρημένη. Ήταν ο μακαρίτης ο πατέρας μου είχε δράση ως αριστερός και τα λοιπά. Και κατόπιν αυτού, εγώ δεν μπορούσα να βγάλω άδεια. Αλλά, λόγω κακή λειτουργίας των υπηρεσιών της χούντας, η αδερφή μου τους είχε ξεφύγει κι εκείνη κατάφερε και έβγαλε άδεια. Και κατόπιν αυτού, τον πρώτο χρόνο δηλαδή ήρθα εδώ, η αδερφή μου είχε αποσυρθεί και δεν είχε σκοπό να ασχοληθεί και πολύ και έτσι βρέθηκα στην περιοχή εδώ. Και ταυτόχρονα είχε ξεκινήσει μαζί με την απόλυσή μου από τον στρατό δηλαδή και στο Αιγάλεω, η άλλη απόπειρα στην οποία είχα πρωτοπάει ως καθηγητής πριν πάω στρατιώτης και όταν απολύθηκα από τον στρατό τα παλιά αφεντικά οι ιδιοκτήτες με είχαν, μου έκαναν την πρόταση να πάρω το σχολείο. Μου άρεσε η ιδέα, γιατί είχα δημιουργήσει σχέσεις πολύ καλές με τα παιδιά. Ήμασταν με τους περισσότερους πολύ κοντά και ηλικιακά και είναι και από εκείνη την εποχή που είναι και οι πολύ φίλοι μου, οι τωρινοί που είπα προηγουμένως. Με παιδιά, δηλαδή, τα οποία μετά φέρνανε τα παιδιά τους, στην συνέχεια κάποιοι προλάβανε και τα εγγόνια τους. Και έβαλα τις προδιαγραφές. Ένα χαρακτηριστικό για το ποιες ήταν αυτές οι προδιαγραφές. Όταν πήρα το σχολείο στο Αιγάλεω είχε όλα κι όλα 85 παιδιά. Βρισκότανε σε παρακμή. Tον πρώτο χρόνο, λοιπόν, ήταν και ένα δυο άλλοι καθηγητές που είχανε κάποιες τάξεις. Όταν το πήρα λοιπόν τους ενημέρωσα ότι «παιδιά τις εξετάσεις θα τις κάνω εγώ. Σε όλα τα τμήματα». Aπό τους 85 πέρασαν οι 40. Οι υπόλοιποι ήταν τόσο αδύνατοι, ώστε το να πήγαινα σε οποιαδήποτε παραπάνω τάξη, πράγμα το οποίο ακολούθησα πια και σαν τακτική σε όλα τα χρόνια μετά, θα ήταν απλή κοροϊδία. Γιατί η κοινή λογική λέει ότι δεν μπορείς να χτίσεις τρίτο πάτωμα, αν το δεύτερο είναι σαράβαλο. Ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο λοιπόν, επειδή έβαλα ένα στοίχημα με τον εαυτό μου, ότι δεν θα υπάρξει ένα παιδί ο οποίος όταν λογικευτεί να πει ο Χριστόπουλος με κορόιδεψε. Παρά το γεγονός ότι στους περισσότερους γονείς δεν άρεσε καθόλου αυτό, τώρα φροντιστήριο – πώς λεγόντουσαν τότε τα κέντρα ξένων γλωσσών – και δεν, και τι πάει να πει, πώς και από πού και τι. Η συντριπτική πλειοψηφία από τους 45 που κόπηκαν έφυγαν, ζήτημα αν 5-6 έμειναν. Δεν με ένοιαζε. Ξεκίνησε κι εδώ το ίδιο και στην περιοχή το σχολείο είχε αποκτήσει πολύ καλό όνομα, ήταν γνωστό ότι ήταν αυστηρό. Με την καλή έννοια. Δεν ήμουν παλαβός να διώχνω τον κόσμο τσάμπα και βερεσέ. Προφανώς ήτανε καθαρά εκπαιδευτικά τα κριτήριά μου και με τον εαυτό μου είναι από εκείνα που νιώθω την ικανοποίηση ότι δεν κορόιδεψα κανένα παιδί. Δεν υπήρξε ένα παιδί που να μην έπρεπε να περάσει και να του είπα ότι «δεν πειράζει πήγες μια χαρά, άντε στο καλό». Χάθηκαν πάρα πολλοί, αλλά δεν νομίζω ότι μακροπρόθεσμα ήτανε μου ‘κανε κακό αυτό, αν λάβεις υπόψιν σου ότι στην ακμή του το σχολείο και τα 2 σχολεία μαζί, και στις δύο περιοχές επί σειράν ετών ο αριθμός των μαθητών κυμαινόταν από 900 ως 950 παιδιά. Έχω την εντύπωση ότι μπορεί να χάθηκαν πάρα πολλοί εξαιτίας του ότι η πλειοψηφία αυτών που απορρίπτονταν δεν συνέχιζαν. Κάποιοι συνέχιζαν, οι πιο λογικοί και οι γονείς εκείνων που καταλάβαιναν ότι είναι προς το συμφέρον, αν είναι ποτέ να αξιοποιήσει την όποια γνώση θα έχει αποκτήσει, πρέπει να την αποκτήσει πρώτα. Γιατί δεν μπορείς να αξιοποιήσεις μια ξένη γλώσσα δείχνοντας απλώς ένα χαρτί, αν έχεις καταφέρει με οποιοδήποτε τρόπο να αποκτήσεις ένα χαρτί. Πρέπει να είσαι σε θέση να μιλήσεις, να γράψεις να διαβάσεις, έτσι; Αυτό λέει η κοινή λογική. Ακολουθώντας την τακτική αυτή έκανα πρόσκαιρους εχθρούς , έχω την εντύπωση ότι στην συνέχεια και κρίνοντας από το γεγονός ότι πολλοί από αυτούς που απορρίφθηκαν αργότερα φέραν τα παιδιά τους. Έχω την εντύπωση ότι όταν καταστάλαζε το πράγμα γινότανε συνειδητό ότι ήτανε πράξη στην ουσία φιλική για τον μαθητή, γιατί προφανώς δεν με συνέφερε να χάνω – ιδιωτικό ήταν το σχολείο, με τεράστια έξοδα λειτουργίας – γιατί από την άλλη μεριά ήθελα να έχω την αίσθηση πάντα ότι όλοι οι συνεργάτες είναι πολύ ικανοποιημένοι και νιώθουν τυχεροί που είναι στον χώρο τον συγκεκριμένο. Ούτως ώστε να ξέρω ότι και όταν κλείνει η πόρτα και εγώ δεν είμαι μέσα στην αίθουσα, εκείνοι κάνουν αυτά που πρέπει, αυτά που έχουμε συμφωνήσει. Αυτά που προβλέπει το πρόγραμμα μας και το σύστημα μας και όχι ο καθένας ό,τι του κατέβει στο κεφάλι, για να εκδικηθεί τον κακό εργοδότη. Και είναι επίσης χαρακτηριστικές οι σχέσεις με όλους.
Και επειδή το μνημόνευσα και από την ώρα που υποχρεωτικά αυτά που λέω είναι απολογιστικά και περιγράφουνε μια εμπειρία, πριν, λίγο πριν το καλοκαίρι εκεί, Απρίλιος ήταν Μάιος κάπου εκεί, συνέβη το εξής πολύ ενδιαφέρον. Στο διαδίκτυο στο messenger μου ήρθε ένα μήνυμα από κάποιο, ένα όνομα το οποίο δεν μου 'λεγε τίποτα. Το οποίο πρωτοείχα δει στο Facebook εκεί στην αυτή κάποια στιγμή, ο οποίος έκανε μνεία εμένα, του ονόματός μου και του σχολείου. Προσπαθούσα να θυμηθώ το όνομα, δεν μου 'λεγε τίποτα ρώτησα και κάνα δυο δικούς, τις γραμματείς, ας πούμε, που αυτά και τα λοιπά: «Σας λέει τίποτα αυτό το όνομα;», «Όχι». «Ε εντάξει – λέω – κάποιος τρέχα [00:30:00]γύρευε από κάποιες χιλιάδες που περάσαν στα χρόνια αυτά». Και από τα δύο σχολεία πέρασε μια πόλη. Και παίρνω στην συνέχεια ένα μήνυμα, το οποίο περιέργως στο, μέσα, από το Facebook μου ήρθε και το οποίο μου έλεγε εν τέλει: «Είμαι ο τάδε», το όνομά του, ενός παλιού, αυτού δεν ήταν το πραγματικό του όνομα αυτό. Και περνάει μια πολύ μεγάλη περιπέτεια, ένας παλιός συνεργάτης, αγαπημένος, καλός. Περνά μια μεγάλη περιπέτεια, ένα πρόβλημα υγείας πολύ σοβαρό, σε κατάσταση δύσκολη με πολύ, με άθλια οικονομικά, ήταν εκτός εργασίας, είχαν πεθάνει και οι δικοί του και τα λοιπά, ήταν περίπτωση όντως σοκαριστική, γιατί μου ήταν και πολύ αγαπητός. Και στην ουσία ήθελε βοήθεια και μνημόνευε και ένα ποσό που θα ήθελε, διευκρινίζοντας έντιμα ότι δεν θα μπορεί να το επιστρέψει, γιατί η οικονομική του κατάσταση είναι άθλια, αλλά αύτη τη στιγμή πνίγεται στην κυριολεξία με κίνδυνο ακόμα και της ζωής του. Ο ευλογημένος, αντί ας πούμε να είναι με κάποιο τρόπο το μήνυμα ιδιωτικό, τότε όπως το δημοσίευσε συνέβη το εξής καταπληκτικό. Γύρω στους καμιά δεκαριά καθηγητές παλιοί, συνεργάτες παλιοί με τους οποίους είχαμε χρόνια να επικοινωνήσουμε – με τους περισσότερους τουλάχιστον, ένα - δυο είχαμε και πιο σχετική πρόσφατη αυτή – το διάβασαν. Έτσι όπως το όνομα ήταν έτσι ψευδώνυμο του άλλου, θεώρησαν ότι είναι το πιο πιθανό ότι είναι μία απάτη διαδικτυακή, που ως γνωστόν το διαδίκτυο βρίθει απατεώνων. Και οι οποίοι ήρθαν σε επαφή μαζί μου να μου επιστήσουν την προσοχή «προσοχή μη την πάθετε μην αυτό». Δεν ξέρεις πόσο με συγκίνησε. Γιατί κάποιους, ειδικά μία κυρία στην οποία είχα υπάρξει αυστηρός για το καλό της και η οποία είχα την εντύπωση ότι θα έχει διατηρήσει εχθρική αυτή απέναντί μου, αντίθετα, αφού ένιωσε την ανάγκη, ας πούμε, να με προστατέψει μου έκανε φοβερή εντύπωση. Και το λέω αυτό, γιατί πιστεύω ότι από τα, αν με ρωτήσει, αν ένα από τα ερωτήματα ήτανε: «Ποιο θεωρείς ότι είναι το μεγάλο σου το επίτευγμα σου στη ζωή, το σημαντικότερο;» θα απαντούσα χωρίς περιστροφές ότι δεν υπάρχει ένας άνθρωπος που όταν τον δω αλλάζω δρόμο. Ενώ υπάρχουν αρκετοί που όταν με δούνε το κάνουν. Γιατί δεν κορόιδεψα κανένα, υπήρξα αυστηρός, ποτέ παράλογος, δίκαιος, γιατί ήμουνα αυστηρός με τον εαυτό μου. Δεν επέτρεπα στον εαυτό μου. Ίσχυε ο κανονισμός που ξέρεις εδώ, ότι οι καθυστερημένοι – και σε παλιότερες εποχές αυτά ίσχυαν πολύ αυστηρά – έμενε απ' έξω, ο αδικαιολόγητα καθυστερημένος, γιατί δεν έπρεπε να τρώγεται μάθημα. Με 2-3 καθυστερημένους τρωγόντουσαν 5-10 λεπτά από τα πολύτιμα 45 καθαρά. Για να γίνεται αυτό, οι καθηγητές όλοι έπρεπε να είναι στην θέση τους στην ώρα τους, από την πρώτη ώρα. Για να είναι οι καθηγητές όλοι έπρεπε εγώ πρώτος να είμαι. Να δίνω το παράδειγμα και να μην τολμάει να διανοηθεί κανείς, γιατί ήξερε ότι εγώ είμαι εδώ και παρακολουθώ. Υπήρξα με τον εαυτό μου λοιπόν, δεν μου επέτρεψα και υπάρχει κι ένα άλλο. Το επίτευγμα είναι αυτό που είπα προηγουμένως ως κοινωνικό, με κοινωνική σημασία. Το προσωπικό μικρό επίτευγμα το οποίο επίσης είχε να κάνει με το γεγονός ότι ήθελα να δίνω το παράδειγμα, για να απαιτώ και τα ανάλογα, επί 50 χρόνια δεν έλειψα από το σχολείο ποτέ. Οι χιλιάδες μαθητών που πέρασαν από το σχολείο ξέρουν ότι δεν υπήρξε ούτε ένας μαθητής να έρθει και να πληροφορηθεί ότι ο κύριος Χριστόπουλος σήμερα είναι άρρωστος. Και άρρωστος όταν ήμουνα ευτυχώς είχα καλή υγεία – ναι, εννοείται – το πέρναγα στο πόδι, γιατί ήθελα να δίνω το παράδειγμα. Κι αυτό ήταν ένα πολύ ωραίο στοίχημα. 50 χρόνια δεν χάθηκε μία ώρα εξαιτίας μου ποτέ. Και επειδή υποληπτόμουνα και σεβόμουνα πολύ την δουλειά που έκανα, σε εμάς εδώ δεν χανόταν ποτέ ώρα και, αν για οποιοδήποτε λόγο, γιατί άνθρωποι είμαστε, αρρώσταινε ο καθηγητής κλπ. τα μαθήματα αναπληρωνόντουσαν Οπωσδήποτε. Γιατί υπήρχε ένας αυστηρός προγραμματισμός που έλεγε ότι η ύλη αυτή έπρεπε να βγει. Και όχι πασαλείμματα. Κανονικά. Αυτό που είπα προηγουμένως ότι θεωρώ το μεγάλο επίτευγμα, το να μην υπάρχει ένας άνθρωπος που με το να τον δω αλλάζει, αλλάζω δρόμο θεωρώ ότι αποκτά αυξημένη σημασία, γιατί έτσι εξαιρετικές ήταν οι σχέσεις μου και είναι, παραμένουν με όλους όσους εργάστηκαν. Μια από τις πιο δύσκολες σχέσεις είναι η σχέση εργοδότη εργαζομένου. Επειδή με τον εαυτό μου ήμουν πάρα πολύ αυστηρός, για να είμαι αυστηρός και με τους συνεργάτες αυτό εκτιμήθηκε και γι’ αυτό ακριβώς η ποιότητα των σχέσεων μας ήταν άριστη. Και θα αναφέρω ένα χαρακτηριστικό, ας πούμε. Στις πιο πολλές περιπτώσεις, οι εργοδότες προσπαθούν να βρουν έναν τρόπο να παρακολουθούν τι γίνεται στην πλάτη τους, πίσω από την πλάτη τους. Εγώ έχοντας ακολουθήσει τις πρακτικές αυτές που είπα και έχοντας πάντα – θα σου πω ένα χαρακτηριστικό, ας πούμε –επί… από το 1972 μέχρι το '96, επί 24-25 χρόνια το προσωπικό, το δικό μου εδώ, δούλευε τον χειμώνα το σχολικό έτος και πληρωνόταν για όλο τον χρόνο. 14 μισθούς. Ήθελα πάντα το προσωπικό το δικό μου να νιώθει προνομιούχο, για να κάνει με απαιτήσεις υψηλές την δουλειά του. Και σε όλα τα χρόνια που ακολούθησαν – η κρίση μας τα χάλασε σε έναν βαθμό στην συνέχεια – σε όλα τα χρόνια που ακολούθησαν η διαφορά από τα προβλεπόμενα από τον νόμο και από εκείνα που έπαιρναν οι συνεργάτες με τους οποίους οι σχέσεις λειτουργούσε όπως έπρεπε, με βάση αρχές, όχι σήμερα με το «σήμερα ότι μου ήρθε σήμερα, αύριο το αντίθετο», ήταν πάντα σε απόσταση τέτοια που να κάνει τους συνεργάτες αυτό που είπα προηγουμένως, να νιώθουν ότι υπολείπονται πολύ την θέση τους εδώ και να μην ψάχνουν να βρουν με πρώτη ευκαιρία να φύγουνε. Η επιλογή αυτή είχε τα αποτελέσματά της. Είχαμε πάντα σε όλα τα χρόνια που είχα το σχολείο μηνιαίες συνεδριάσεις με τους καθηγητές, πολύωρες, στις οποίες επεξεργαζόμασταν στην τελευταία λεπτομέρεια όλα τα θέματα τα εκπαιδευτικά. Καταλήγαμε σε αποφάσεις οι οποίες δέσμευαν πρώτο εμένα και μετά όλους τους υπόλοιπους. Αυτό είχε πολύ θετικά αποτελέσματα στον τρόπο λειτουργίας, γιατί γινόταν αυτό που έπρεπε να γίνει, το επίπεδο του σχολείου ήταν υψηλό, οι, δηλαδή οι μαθητές οι δικοί μας συγκριτικά, οι επιτυχίες στα πτυχία των απαιτήσεων – επί χρόνια και χρόνια και χρόνια οι μαθητές οι δικοί μας έδιναν μόνο για Cambridge, ούτε καν για Michigan. Που είναι, ήτανε το πιο απαιτητικό, ελπίζω να εξακολουθεί, δεν έχω άμεση επαφή αυτή την στιγμή, αλλά για να έχεις Proficiency του Cambridge δεκαετία ‘60, ’70,’ 80 τα αγγλικά σου ήταν εξαιρετικά. Με την τακτική αυτή οι σχέσεις με το προσωπικό ήτανε εξαιρετικές πάντα. Πολύ καλές, έκαναν τον καλύτερο τους εαυτό. Συνέβη σε κάποια στιγμή το εξής, έτσι, ενδιαφέρον. Είχε έρθει ένας καινούριος καθηγητής ο οποίος δεν ήτανε, μετά από ένα ορισμένο σημείο βέβαια και η πλειοψηφία ήταν παλιοί μαθητές. Ένας καθηγητής – ο οποίος δεν ήτανε από παλιούς μαθητές, καλός καθηγητής – ο οποίος είχε προληφθεί και λοιπά, κάποια στιγμή από, κάτι πήρε το αυτί μου, ότι είχε εκφράσει δυσφορία, ας πούμε, για το κλίμα, για τις συνθήκες, για τις αυτές και δεν ξέρω τι και λοιπά. Το γραφείο των καθηγητών ήταν πάντα αλλού από το δικό μου, χώρια. Χωρίς δεύτερη αυτή τον κάλεσα. Και του λέω: «Έλα να σου πω, κάτι έφτασε στα αυτιά μου, ότι κάτι δεν σου αρέσει κάτι δεν ξέρω τι. Για πες μου, γιατί μ' αρέσει να τα ακούω ο ίδιος τα πράγματα που αφορούνε την δουλειά μας εδώ, όπως σου είχα πει στην αρχή-αρχή». Ε και μου είπε ότι, εν πάση περιπτώσει, «μου φαίνεται περίεργο, γιατί μπαίνω στο γραφείο εκεί που καθόμαστε και λέει η χ ας πούμε “Αμάν! Ξέχασα το αυτό, πωπω!” και διαπιστώνω έναν πανικό μια τρομοκρατία και τα λοιπά». Λέω: «Aυτό – λέει – απ' όλους και εξέφρασα την αντίρρηση μου για αυτό». Του λέω: «Δεν μου λες, όσο καιρό, όσους μήνες είσαι εδώ αντελήφθης ποτέ να βρίσω κάποιο καθηγητή; Να τον επιπλήξω αυστηρά; Ας πούμε να δημιουργηθεί πρόβλημα και τα λοιπά;» Μου λέει: «;Oχι». «Άκουσες στο γραφείο να συζητιέται από κανέναν, ας πούμε, ότι τον κάλεσα και, ας πούμε, με τα καπρίτσια μου ή με τις αυτές μου δεν ξέρω τι και τα λοιπά τον έκανα να βλασφημήσει;». [00:40:00]«Όχι, δεν αυτό». «Δηλαδή, δεν ξέρω αν το κατάλαβες – του λέω – αλλά μου έκανες το πιο μεγάλο κομπλιμάν που ως εργοδότη μου έχει κάνει άνθρωπος μέχρι τώρα. Περιέγραψες ένα περίπου πανικό από τους συναδέλφους, που δεν θέλουνε να έχουν παραλείψει ή να έχουν ξεχάσει να έχουνε… όχι, διότι ακριβώς ποιος με ακούει στην συνέχεια. Πιθανότατα εγώ να μην το πάρω καν είδηση. Άρα νιώθουν ότι τόσο πολύ έχουν πεισθεί ότι έτσι πρέπει να 'ναι, ώστε νιώθουν πολύ άσχημα όταν… Δεν ξέρω αν το συνειδητοποιείς, ότι μου έκανες το μεγαλύτερο κομπλιμάν που μου έχει κάνεις ως εργοδότη». Και πραγματικά το θυμάμαι, γιατί μου είχε κάνει εντύπωση. Γιατί εγώ δεν ήμουν στο γραφείο, ας πούμε, και δεν μπορούσα να ξέρω τις αντιδρα– αυτές που είχε ένας καθηγητής «ωχ αμάν, ξέχασα αυτό που έπρεπε να είχα θυμηθεί να κάνω» και τα λοιπά. Και με λίγα λόγια για να το κλείσω η καλή ποιότητα με όλους τους τέως εργαζόμενους και ακόμη και κάποιος τον οποίο μπορώ να θυμηθώ με τον οποίο η συνεργασία δεν τέλειωσε όπως έπρεπε. Και όχι με δική μου ευθύνη, όχι γιατί το λέω εγώ, αλλά διότι καταφαίνεται από το γεγονός ότι 2-3 χρόνια μετά, έφερε την κόρη του. Και μέχρι που το αντελήφθη, δεν ανέβαινε απάνω. Στο Αιγάλεω ήταν αυτό, στο άλλο σχολείο, δεν ανέβαινε απάνω. Καθόταν κάτω στην είσοδο μέχρι που το αντελήφθην και βγήκα και τον φώναξα και του έδειξα ότι έχω ξεχάσει αυτό το απρεπές που είχε συμβεί από πλευράς του, κατά την πάγια τακτική μου να διαγράφω όπως είπαμε τα.. Και εξακολουθεί με όλους τους τέως συνεργάτες η σχέση μας να είναι αρμονική και εξαιρετική και με πολλούς από αυτούς να κάνουμε ακόμη παρέα, και αυτό που είπα προηγουμένως, ας πούμε, είναι στα πλαίσια αυτού, γιατί η κυρία Αναστασία ήταν γραμματέας επί χρόνια, άρα με έζησε κι απ’ την καλή κι απ’ την ανάποδη, και ο κύριος Μαργαρίτης επίσης.
Segment 5
Διδάσκοντας στην περίοδο της χούντας – Η συναυλία με τον Νίκο Ξυλούρη κατά τη διάρκεια της δικτατορίας
00:42:15 - 00:50:14
Να σας ρωτήσω, την περίοδο της χούντας συγκεκριμένα και έπειτα εντάξει δεν ήταν τόσο δύσκολα πολιτικά το σκηνικό, όντας ένας τέτοιος άνθρωπος με τέτοια σχέση με την τέχνη, με ένα πιο ελεύθερο πνεύμα, αντιμετωπίσατε δυσκολίες, στη θέση σας; Όχι στην θέση σας –
Ναι. Οι επιλογές μου τότε υπαγορεύονταν από την διάθεση μου να κάνω κάτι, γιατί το κλίμα το γενικό ήταν αποβλακωτικό τελείως. Το σχολείο εφαρμόζοντας στην τελευταία λεπτομέρεια τις επιταγές της δικτατορίας ήταν χώρος γκρίζος. Ένιωθα την ανάγκη, λοιπόν, να ανοίξω παράθυρα στα παιδιά. Δεν ήμουνα καθόλου, δεν ήταν από ηρωική διάθεση. Ένιωθα χρέος ως δάσκαλος, ως εκπαιδευτικός, το αυξημένο χρέος να κάνω επιλογές τέτοιες για τις οποίες τα παιδιά, θα με… δηλαδή στην ζωή τους, στη συνέχεια μάλλον θα με θυμούνται με θετική διάθεση και όχι αρνητική. Οι εκδηλώσεις οι περισσότερες ήτανε προκλητικές. Ας πούμε, ένα χαρακτηριστικό μνημόνευσα με τον μακαρίτη τον Νίκο Ξυλούρη, με τον οποίο είχε γίνει μια καταπληκτική εκδήλωση την τον Μάιο του ‘74. Έναν δυο μήνες πριν την κατάρρευση της δικτατορίας. Μόλις ο αστυνομικός διευθυντής Αθηνών, ο περιώνυμος Λάμπρου – δεν σου λέει τίποτα το όνομα εσένα, ένας που άφησε εποχή για την βαρβαρότητα του, τη σκληρότητα του και τα βασανίστρια και τα λοιπά – είχε κλείσει 10 μπουάτ στην Αθήνα, ανάμεσα στις οποίες ήταν η μπουάτ που τραγουδούσε ο Ξυλούρης με τον Σταύρο Ξαρχάκο μαζί, παρουσίαζαν ένα πρόγραμμα, στο οποίο γινόταν πατείς με πατώ σε, καταλαβαίνεις το φοιτηταριό όλο έσπευδε. Χώρος ανάσας, και τα τραγούδια που λέγαν και τα λοιπά και την έκλεισαν. Την εκδήλωση την κάναμε μία εβδομάδα μετά το κλείσιμο, την είχαμε προγραμματίσει από πριν. Το συζητήσαμε με τον μακαρίτη τον Ξυλούρη τον Νίκο, να την κάνουμε να μην την κάνουμε . Του λέω: «Θα την κάνουμε και ο Θεός βοηθός». Και την κάναμε εδώ, στο Ίλιον. Ήμασταν απέναντι στο γωνιακό κτίριο, στον όροφο απάνω. Άνοιξη, πατείς με πατώ σε, γιατί έχουν έρθει και παιδιά από το άλλο σχολείο και έχουνε παιδιά φέρει και φίλους τους εδώ, το αδιαχώρητο στην αίθουσα. Το αστυνομικό τμήμα είναι από πάνω ως γνωστόν, Κυριακή πρωί. Tότε ο Ξυλούρης είναι νούμερο 1 όνομα στον χώρο του τραγουδιού. Συζητάμε για την ζωή του και τα λοιπά, και παρουσιάζει, έχει μαζί του και δυο – τον αδερφό του και έναν άλλο συνεργάτη με όργανα και παρουσιάζουμε και μουσικό, με τραγούδια δηλαδή, με μουσικά διαλείμματα συζήτηση και μουσική. Τα παιδιά σε κάθε τραγούδι όταν πάνε να αυτό φωνάζουν – ένα τραγούδια τότε κόκκινο χαρτί για την δικτατορία ήτανε το ριζίτικο το Πότε θα κάνει ξαστεριά. Φωνάζανε λοιπόν: «Την ξαστεριά την, την ξαστεριά, την ξαστεριά!» Κάνουμε ότι δεν ακούμε, κάνει ότι δεν ακούει κείνος αυτό. «Την ξαστεριά την ξαστεριά!» Αυτή η δουλειά γίνεται σε κάθε τραγούδι, σε κάθε τραγούδι. Κάποια στιγμή σκύβει και μου ψιθυρίζει όπως καθόμασταν δίπλα και κουβεντιάζαμε εκεί σε μια εξέδρα που είχαν φτιάξει και ήμασταν απάνω μου λέει «Να την πούμε;». Του λέω «Πες την και όποιον πάρει ο χάρος». Και γίνεται. Κυριακή πρωί, έχει κυκλοφορήσει στην γειτονιά ότι ήταν ο Ξυλούρης απάνω, τα μπαλκόνια τίγκα στον κόσμο γύρω γύρω, τα παράθυρα ανοιχτά με τόσο κόσμο. Η αστυνομία από πάνω. Για μέρες η κυρία Ελένη, ήταν αρκετά χρόνια γραμματέας εδώ, από την αρχή, επί σειράν ημερών μπαινόβγαινε συνεχώς στο αυτό και έκοβε ποιοι είναι από κάτω αν έβλεπε κάποιον ύποπτο έμπαινε και με ενημέρωνε, «Είναι κάτω δύο τύποι περίεργοι, ας πούμε. 2 Αυτοί και λοιπά». Λοιπόν έκανα μάθημα και το μυαλό μου ήταν, περίμενα «θα ΄ρθουν να με μπαγλαρώσουνε; Δεν θα 'ρθουν;» Και δεν ήταν οι μόνοι. Το ίδιο ήταν και με τον Μάνο Λοΐζο που μνημόνευσα, κάποιες άλλες εκδηλώσεις που κάναμε μέσα και συζητούσαμε πράγματα τα οποία, αν τα μετέφεραν τα παιδιά θα με είχαν κάψει. Αλλά δεν τα μετέφεραν και είχε σώσει την κατάσταση επίσης, από τα πιο φανατικά παιδιά, φανατικά στις εκδηλώσεις ήταν τα παιδιά δύο αστυνομικών. Που κατά σύμπτωση ο ένας ήταν εδώ, στο τμήμα εδώ και ο άλλος στο αστυνομικό τμήμα Αιγάλεω. Οι οποίοι από αυτά που τους μετέφεραν τα παιδιά ένιωθαν την ανάγκη να με καλύπτουν με κάποιο τρόπο, γιατί είχαν έρθει και μου είχαν μιλήσει και μου είχαν επιστήσει την προσοχή σε κάποιες περιπτώσεις να αποφύγω κάτι ή να αποφύγω μία αυτή συγκεκριμένη και λοιπά, γιατί έχει τραβήξει την προσοχή και μετέφεραν τελείως λανθασμένη εικόνα για τις εκδηλώσεις στους προϊσταμένους, που μου είχε κάνει εντύπωση, γιατί κινδύνευαν και οι ίδιοι με αυτό που έκαναν . Με λίγα λόγια δεν μπορώ να πω ότι είχα προβλήματα, ό,τι προβλήματα είχα τα είχα στο στρατό. Επειδή είχα ένα φάκελο που με ακολουθούσε και λιγάκι δεινοπάθησα εκεί. Ευτυχώς, δεν είχε, παρόλο το γεγονός ότι πολλά ήταν προκλητικά, ας πούμε, το να πει στην ίδια περίοδο η δεύτερη φάση της δικτατορίας του Ιωαννίδη, είχε απαγορεύσει μία θεατρική παράσταση εμβληματική που είχε χαλάσει κόσμο τότε, Το μεγάλο μας τσίρκο. Του Ιάκωβου Καμπανέλλη, με τον θίασο Τζένης Καρέζη, Κώστα Καζάκου και την καταπληκτική μουσική του Σταύρου Ξαρχάκου, με τον Ξυλούρη βασικό τραγουδιστή. Πατείς με πατώ σε, παραστάσεις επί σειράν ημερών και που απαγορεύτηκε η παράσταση. Δύο μέρες πριν απαγορευτεί είχα πάει το σχολείο. Πολλά παιδιά και θυμάμαι από τότε μου έχει μείνει η εξής σκηνή. Είμαστε στο τέλος έξω, έχω βγει εγώ πρώτος στην, ήταν στο θέατρο «Ακροπόλ» στην οδό Ιπποκράτους. Έχω βγει έξω από την στοά, για να δω για τα λεωφορεία που θα ερχόντουσαν, για να πάρουν τα παιδιά για επιστροφή. Λοιπόν, όση ώρα είμαι εκεί, πάνω από δέκα παιδιά και από τα 2 σχολεία ερχόντουσαν συνωμοτικά και μου λέγανε: «Κύριε μας ρώταγαν από που είμαστε, αλλά εμείς δεν είπαμε». Μου είχε κάνει φοβερή εντύπωση. Που ένιωθαν την ανάγκη ας πούμε έτσι καταλάβαιναν ότι κάτι γίνεται που θέλει προσοχή. Βέβαια, συνέπειες δεν υπήρξαν και δεν κατά – δεν έγινα ήρωας. Απλώς, καταγράφηκαν με πολύ ωραίο τρόπο στη συνείδηση των παιδιών που τα έζησαν, τα βίωσαν. Γιατί πραγματικά ήταν εμπειρίες εξαιρετικές κα για μένα ακόμη, όταν ξέρω ‘γω χωρίς να είναι υποχρεωτικό ποτέ, πηγαίναμε στο θέατρο, ας πούμε και δήλωνα 200 παιδιά. Νούμερα τεράστια και αποτελούσαν και εξαιρετικό κοινό, γιατί πρώτα, πριν πάμε τους μιλούσα για το έργο, περί τίνος πρόκειται, τι θα δούμε, πώς φερόμαστε πως αυτό και είχε τραβήξει την προσοχή. Γιατί πηγαίναν κι άλλα παιδιά τα οποία δεν πήγαν με τις προδιαγραφές τις ίδιες, η συμπεριφορά, η άψογη συμπεριφορά των παιδιών των δικών μας, χωρίς να χρειάζεται ούτε επίπληξη ούτε τιμωρία ούτε τίποτα. Γιατί απλώς τα είχαμε πει από πριν. Είχαμε πει πώς, τι θα[00:50:00] δούμε πώς θα φερθούμε. Και με λίγα λόγια η όλη διαδικασία αυτή από άποψη εκπαιδευτική ήτανε πολύ ωραία και πολύ αποτελεσματική και ωραία.
Δυσκολευτήκατε στις θεατρικές παραστάσεις να σκηνοθετήσετε τα παιδιά;
Όχι, όχι και απλώς δυστυχώς ο χρόνος – Θα είχαν προκύψει παραστάσεις εξαιρετικές. Δεν μπορούσα να τις κάνω ο ίδιος γιατί δεν υπήρχε χρόνος. Είχα την χορωδία και ο χρόνος μας ήταν δυστυχώς αυτός, Σάββατο. Σάββατο πρωί, ό,τι προλάβαμε προλάβαμε. Κι μια πρόβα αν δεν πήγαινε καλά έπρεπε να κόψω, ας πούμε, μετά κάνα τραγούδι, γιατί δεν υπήρχε χρόνος. Δηλαδή οι συνθήκες ήταν πρωτόγονες. Αν είχα τον χρόνο και τις σκηνοθετούσα εγώ ο ίδιος, δηλαδή κατευθείαν, το θεατρικό αποτέλεσμα θα ήταν, γιατί έβλεπα τις ελλείψεις και τις αυτές, αλλά δυστυχώς δεν μπορούσα να κάνω τίποτα, γιατί ήταν αδύνατο να – Και είναι μια άλλη ιστορία να λες σε κάποιονε, που όσο και την διάθεση να έχει κα τα λοιπά, δεν είσαι εσύ, δεν βλέπει αυτό που βλέπεις εσύ. Βλέπει αυτό που βλέπει ο ίδιος. Αλλά εντάξει και πάλι και έτσι είχανε ένα ύφος.
Έχετε κάποια αγαπημένη έτσι πολιτισμική δράση που κάνατε πέρα από αυτή με τον κύριο Ξυλούρη;
Οι διάφορες εκδηλώσεις στο σχολείο που υπήρξανε;
Ναι, ναι.
Μια άλλη φάση πολύ ενδιαφέρουσα έτσι την ζωή μου ήτανε η συμμετοχή μου σε ένα φορέα πολιτισμικό στον Πειραιά, λεγόταν «Ελληνική Στοά». Την είχε ιδρύσει ένας μακαρίτης αγαπημένες φίλος και κολλητός των νεανικών χρόνων και ήταν ένας χώρος παρέμβασης στον Πειραιά. Με δραστηριότητα την εποχή της δικτατορίας, στο στυλ αυτό, τα μισόλογα, τα διφορούμενα τα με τσίλιες και λοιπά. Και βέβαια, μετά την πτώση της δικτατορίας με μία δραστηριότητα η οποία κράτησε μέχρι το ‘81 που το υπέροχο νεοκλασικό κτίριο που είχαμε στον Πειραιά μας το κατέστρεψε ο σεισμός το '81. Και δεν καταφέραμε να βρούμε ένα ανάλογο κτίριο μετά. Και η οποία στοά είχε, δυστυχώς το '76 ο ιδρυτής της και αγαπημένος φίλος πέθανε σε πολύ νέα ηλικία, 30 τόσο χρονών, και στη συνέχεια υποχρεωτικά το κύριο βάρος έπεσε σε 'μένα, γιατί μέχρι το '81 που διακόψαμε την λειτουργία είχα την ευθύνη του χώρου, ήμουν πρόεδρος τους του [Δ.Α] συμβουλίου και υπεύθυνος για τις εκδηλώσεις και τα λοιπά. Οι οποίες ήταν εκδηλώσεις πρωτοποριακές, γλωσσικό συμπόσιο πολύ πρώιμο για την δημοτική, μόλις είχε… τότε μιλάμε το ΄76. Εκδηλώσεις για τον ρόλο του τύπου, των διαφόρων μορφών του τύπου, του καθημερινού τύπου του περιοδικού τύπου και τα λοιπά. Και με λίγα λόγια εκδηλώσεις με αποτύπωμα στις οποίες συνεργάζονταν κορυφαία πρόσωπα, υπουργοί, βουλευτές, διανοούμενοι με μια μακρά λίστα προσώπων, ας πούμε, οι οποίοι έπαιρναν μέρος στις πολύ ωραίες εκδηλώσεις που κάναμε εκεί και οι οποίες επίσης, έτσι, ήταν μία ευκαιρία μαζί με ένα αγαπημένο φίλο συνεργάτη στο σχολείο εδώ. Πανεπιστημιακό χρόνια στο πανεπιστήμιο της Κρήτης πια, έναν από τους πιο λαμπρούς φιλολόγους της χώρας, τον Μιχάλη τον Πασχάλη. Με τον οποίο εκείνος ήταν αντιπρόεδρος, εγώ ήμουνα πρόεδρος και δούλευε σε μένα τότε πριν ξεκινήσει την ακαδημαϊκή του καριέρα. Οργανώσαμε πολύ ωραία πρόγραμμα και δόθηκε διέξοδος σε μία άλλη δημιουργική διάθεση, ας πούμε, που υπήρχε μέσα μας. Και ήταν και αυτή μία από τις ωραίες περιόδους της ζωής μου.
Αν είχατε την ευκαιρία να αλλάξετε κάτι στην ζωή σας, θα αλλάζατε κάτι;
Θα ηχήσει περίεργο, αλλά όχι. Από ιδιοσυγκρασία, επειδή είμαι σχολαστικός από την φύση μου δεν, με εξαίρεση κάποιες παιδικές ανοησίες. Όταν λέμε παιδικές ανοησίες εννοούμε 15 χρονών, 16, 14 που μπορώ να θυμηθώ κάποια πράγματα, που αν είχα τα μυαλά που έχω τώρα δεν θα τα 'χα κάνει με τίποτα, αλλά τίποτα το τραγικό. Μην φανταστείς. Ίσως, αν μπορούσα να έχω την γνώση που απέκτησα στην συνέχεια από την αρχή, δεν θα είχα ξοδέψει περιττό χρόνο – επειδή το δασκαλίκι ήταν πολύ ισχυρό στην ιδιοσυγκρασία μου, στην αρχή στα νιάτα μου που όλοι νομίζουμε ότι τα προγράμματα είναι, αλλά δεν είναι ποτέ περίπου έτσι όπως νομίζουμε, τα ανακαλύπτουμε πώς είναι στην συνέχεια – νόμιζα 'ότι όταν αρκεί αν έχω το δίκιο μπορώ να φτιάξω τον οποιοδήποτε. Δεν είναι καθόλου έτσι. Διαπίστωσα ότι δεν φτιάχνεις κανένα με όσο δίκιο κι αν έχεις. Αυτόν που μπορείς να φτιάξεις είναι τον εαυτό σου. Και είναι μια καλή αρχή αν θες να φτιάξεις την κοινωνία την οποία δεν υπάρχει περίπτωση να φτιάξεις, φτιάξε τον εαυτό σου και έχεις προσφέρει μια υπηρεσία καλή στην κοινωνία. Δεν θα ξοδέψει περιττό χρόνια σε προσπάθεια η οποία ήταν καταδικασμένη από την αρχή, γιατί κανείς μας δεν μπορεί κάποιον δηλαδή να τον κάνει άλλο από αυτό που είναι. Μπορεί να τον βοηθήσει να αναπτύξει ικανότητες, δεξιότητες ταλέντα που έχει όταν στο μυαλό του ταλαντεύεται μεταξύ αυτών, να τον βοηθήσει να επιλέξει δρόμο, ναι. Αλλά να είναι αυτό που είναι ένα άνθρωπος σε βασικό σε βασικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του να τον αλλάξεις εσύ και να τον κάνεις από εκεί που είναι τσαπατσούλης να τον κάνεις νοικοκύρη δεν γίνεται. Δεν θα είχα χάσει περιττό χρόνο που έχασα σε κάποιες περιπτώσεις με μηδενικό αποτέλεσμα. Σε κάποιες δεν ήταν μηδενικό ακριβώς, αλλά εν πάσει περιπτώσει με όχι ανάλογο αποτέλεσμα. Αλλά σε γενικές γραμμές νομίζω όχι, γιατί δεν μου επέτρεψα ποτέ στην ζωή μου ευκολίες. Ακόμη και τα χόμπι μου τα 'κανα πάντα, υπάρχει μια αγγλική φράση: «Αν μια δουλειά αξίζει να γίνει, αξίζει να γίνει καλά. Ή καλά ή καθόλου». Αυτό εφάρμοσα ως αρχή σε όλη μου την ζωή και στα χόμπι μου. Ή καλά η καθόλου. Και τότε που ακόμη προσπαθούσα να, που έβγαλα το χόμπι το απωθημένο το μουσικό και έκανα την χορωδία και λοιπά προσπαθούσα να είναι όσο γίνεται καλύτερη με κόπο και πρωτόγονες συνθήκες όπως είπα προηγουμένως. Και το αποτέλεσμα νομίζω ότι ΄ήτανε αξιοπρεπέστατο.
Στην πορεία οι γονείς σας σταθήκανε δίπλα σας;
Ο πατέρας μου ο καημένος δυστυχώς έφυγε πολύ νωρίς. Η μητέρα μου πέρα από το γεγονός ότι με αγαπούσε πολύ και θα έλεγα δεν το έκρυβε κιόλας, με αποτέλεσμα να ενοχλείται η αδερφή μου. Και η οποία πολλές φορές, ας πούμε, αυτό με, όχι σε φυσιολογική συζήτηση μου έλεγε «σε θέλει η μαμά σου». Παρά αυτά επειδή η ίδια δεν – μεγάλωσε σε μια εποχή που παρά το γεγονός ότι την λέγανε Ελευθερία και την λέγαν Ελευθερία, γιατί την είχε βαφτίσει ο ελευθέριος Βενιζέλος που ήτανε ο παππούς μου ο μακαρίτης, ο πατέρας της ήτανε ο κομματάρχης του στο Λασίθι και μια από τις κόρες, τη μητέρα μου την βάφτισε ο Ελευθέριος Βενιζέλος και της έδωσε και το όνομά του. Δευτέρα τάξη του εν συνεχεία γυμνασίου όλη κι όλη, γιατί τα κορίτσια τότε ως γνωστόν, το πολύ ως εκεί, τίποτα παραπέρα. Δεν θεωρείτο ότι μπορούσε στις αρχές του προηγούμενο αιώνα. Όχι, δεν ήταν σε θέση να με καθοδηγήσει, η αγάπη της ήταν υπαρκτή, η φροντίδα της δεδομένη, ως εκεί. Ως εκεί. Αντίθετα είχα μία πολύ καλή αδερφή, είχα, γιατί δεν υπάρχει πια. Μεγαλύτερη από 'μενα και η οποία στην ουσία λειτούργησε πολύ… από αυτό που είπα προηγουμένως με την άδεια εδώ που εκείνη έβγαλε και ξεκίνησα την δουλειά εδώ και ακόμη και σε ιδιωτικά πράγματα, ας πούμε έτσι, μάλλον στην ιδιωτική μας ζωή. Το πρώτο μου αυτοκίνητο χαρακτηριστικό εκείνης ήταν δώρο, το δικό της μου έκανε, που είχε. Γιατί ήταν αυτόνομη οικονομικά, πιο μεγάλη, όταν ήμουν εγώ φαντάρος και τα λοιπά. Και που σίγουρα και οικονομικά με βοήθησε στην αρχή. Προφανώς δεν το ξέχασα ποτέ και στην διάρκεια της ζωής μας δόθηκε η ευκαιρία πολλές φορές να ανταποδώσω, η σχέση μας ήταν εξαιρετική. Και ήταν απώλεια στην ζωή μου σίγουρα ο θάνατος της.
Όταν κάποιος αναφέρει το κέντρο ξένων γλωσσών, ποια είναι η πρώτη σας ανάμνηση που έρχεται στο μυαλό σας. Με ποια ανάμνηση το 'χετε συνδέσει;
Το κέντρο όταν μετονομάστηκαν τα φροντιστήρια εννοείς;
Ναι όταν σας λέει κάποιος –
Παλιά ήταν φροντιστήρια λεγόντουσαν.
Ναι ναι ναι.
Μετά κάποια στιγμή μετονομάστηκαν σε κέντρα.
Όταν κάποιος σας το αναφέρει, όταν συζητιέται, ποια είναι η πρώτη σας ανάμνηση που έχετε από αυτό και αν όχι η πρώτη αυτή που συνδέεται πάντα πάει κρυφά ο εγκέφαλος εκεί, το μυαλό.
Μιλάς για την αρχή αρχή;
Όχι γενικότερα απ' όλα τα χρόνια. Από όλη την πορεία σας εδώ μέσα.
Αυτό λέω.
Ναι.
Στην αφετηρία; Ας πούμε;
Από την μέρα που ξεκινήσατε μέ[01:00:00]χρι το τέλος, απ' ότι έχετε ζήσει,
Α, συνολικά.
Συνολικά.
Συνολικά ήταν το πρόβλημα που είχα όταν ξεκίνησα, γιατί στην ουσία – επειδή είχα κερδίσει έναν χρόνο στο σχολείο, αλλά και εκτός από αυτό μικρόδειχνα, ήμουν μικροκαμωμένος και έδειχνα πάντα πιο μικρός απ' ότι ήμουνα. Πρωτοετής φοιτητής ήμουνα 17 χρονών, που ξεκίνησα να δουλεύω κιόλας, γιατί ήδη είχα βγάλει την πρώτη άδεια με το Michigan που είπα προηγουμένως. Λοιπόν, θυμάμαι το πρόβλημα που είχα στις πρώτες τάξεις που έμπαινα μέσα, γιατί δεν γέμιζα το μάτι καθόλου. Ένα χαρακτηριστικό είναι, στα μαθήματα αυτά που με ενδιέφεραν που έδωσα εξετάσεις ήμουνα καλός στα φιλολογικά μαθήματα. Και όλο το φροντιστήριο που έχω κάνει στην ζωή μου ήτανε το καλοκαίρι που τελείωσα το γυμνάσιο, εξατάξιο γυμνάσιο τότε, πριν γίνει ο διαχωρισμός γυμνάσιο λύκειο. Μετά την έκτη γυμνασίου, για αν δώσω εξετάσεις τον Σεπτέμβριο που δίναμε εισαγωγικές εξετάσεις έκανα ενάμιση μήνα το καλοκαίρι φροντιστήριο. Αυτό ήταν το φροντιστήριο όλο που έχω κάνει στην ζωή μου. Για κάποια ύλη στα λατινικά και στα αρχαία που δεν διδασκόταν στο γυμνάσιο, αλλά εξεταζόταν στις εισαγωγικές.. Ένα μεγάλο λάθος στην εκπαίδευση το οποίο δυστυχώς καθιέρωσε το φροντιστήριο, πονεμένη ιστορία, το οποίο αποτελεί κατά την άποψη μου την, το μεγάλο πρόβλημα της εκπαίδευσης, μάλλον το αποτέλεσμα του προβλήματος της εκπαίδευσης, αλλά ας το αφήσουμε, γιατί αυτό μόνο του είναι ένα τεράστιο θέμα. Λοιπόν, στον ενάμιση μήνα αυτόν καλός μαθητής ήμουνα πάλι και κει εντάξει και είμαι στο δεύτερο έτος; Μάλλον. Στο πανεπιστήμιο όταν ο μακαρίτης, λεγόταν Καλοπίσης ο ιδιοκτήτης του φροντιστηρίου ο οποίος με αναζήτησε, μου τηλεφώνησε να πάω να τον δω και πήγα να τον δω, και ήθελε δύο πράγματα να κάνω. Καταρχήν να κάνω ιδιαίτερο στα Αγγλικά στα παιδιά του και το δεύτερο είχε τμήματα που ετοίμαζε νέους για την σχολή εμποροπλοιάρχων. Είχε λοιπόν 2 τμήματα τέτοια και ήθελε να τους κάνω τα Αγγλικά. Το αποδέχτηκα, γιατί μιλάμε για καλοκαίρι, τον χειμώνα είχα ξεκινήσει ήδη από ένα άλλο, από το πρώτο έτος κιόλας και τα λοιπά, στο οποίο ήμουνα μέχρι που πήγα φαντάρος εάν συνοικιακό στην Παλιά Κοκκινιά. Ένα φροντιστήριο, φροντιστήριο όπως λεγόταν τότε, ξένων γλωσσών. Με το που μπήκα την πρώτη μέρα… Α! Μπαίνω στο πρώτο τμήμα των εμποροπλοιάρχων των υποψήφιων πάνω από 50-60, μια αχανής αίθουσα. Οι περισσότεροι μεγαλύτεροι από μένα. Ομολογώ ότι μου λυθήκαν τα γόνατα. Λειτούργησε ο μηχανισμός ο αυτοπροστατευτικός, και βρήκα την λύση στο να απευθύνομαι σε όλους στον πληθυντικό. Γιατί έτσι και μου είχανε εκείνοι ξεκινήσει να μου μιλάνε στον ενικό είχε χαθεί το… αυτό ότι μερικοί, οι φάτσες τους δεν μου άρεσαν καθόλου και δεν μ' άρεσε και η ιδέα καθόλου να γίνω ρεζίλι στον Καλοπίση τον μακαρίτη που με είχε εμπιστευθεί. Και λειτούργησε αυτό ευτυχώς. Αλλά, μέχρι να βεβαιωθώ ότι λειτούργησε ήταν μια ίσως η μεγαλύτερη μου δοκιμασία. Βέβαια έχει προηγηθεί ένα άλλο επίσης χαρακτηριστικό. Πρωτοετής φοιτητής, βρίσκω την πρώτη δουλειά στην παλιά Κοκκινιά. Στο φροντιστήριο έχει… ένα φροντιστήριο εκεί της γειτονιάς και πάω και μπαίνω στην τάξη μέσα με την διευθύντρια του σχολείου, ξεκινάει εκείνη να τους μιλήσει. Λοιπόν, στο πρώτο θρανίο κάθεται σαν να την βλέπω την εικόνα, ένα μεγαλωπό παιδί ο οποίος με βλέπει και νόμιζε ότι ήμουν καινούριος μαθητής τίποτα, γιατί πάει και μου λέει, μου κάνει νόημα να κάτσω δίπλα του. «Αμάν! – λέω – εδώ γίναμε ρεζίλι ήδη». Όταν δεν καθόμουν με κοίταζε με ένα ύφος «σιγά τον...». Βέβαια, τα πήγαμε εξαιρετικά στην συνέχεια, επειδή υπήρχε η έμφυτη αυτή, ας πούμε, έβγαινε, μια αλήθεια και μια σοβαρότητα που επιβαλλόταν εντέλει. Και η τρίτη χαρακτηριστική της ίδιας περιόδου – τότε δυστυχώς δεν ξέραμε όσα ξέραμε για το κάπνισμα, τι καταστροφικό είναι και όλα τα υπόλοιπα και καπνίζαμε αβέρτα κουβέρτα στο σχολείο, στο... – λοιπόν, βγαίνω από την τάξη, πρώτο ή δεύτερο χρόνο που έχω το σχολείο, έχει έρθει μια μαμά να με γνωρίσει που ήταν η κόρη της μαθήτρια. Βγαίνω από την τάξη, λοιπόν, και ανάβω τσιγάρο πηγαίνοντας προς το γραφείο. Και είναι απ΄ έξω η κυρία Παναγιωτίδου η μακαρίτισσα πια και δεν λέει τίποτα, περνάω εγώ, πάω προς τα μέσα και βγαίνει και η κόρη της μετά από την τάξη και είναι συγχυσμένη. Και λέει στην κόρη της: «Κοίτα το βρωμόπαιδο βγήκε από την τάξη με το τσιγάρο». Και της λέει: «Καλέ, ο κύριος Χριστόπουλος είναι». Και πέφτει ξερή η γυναίκα γιατί δεν της γέμισα το μάτι καθόλου. Μα καθόλου. Ε, μετά σιγά σιγά ίσχυσε και για μένα αυτό που, όταν ξεκίνησε ο Ελευθέριος Βενιζέλος την Κρητική Βουλή πολύ νέος ήτανε ο νεότερος από τους βουλευτές εκεί της Κρητικής βουλής πριν ενσωματωθεί, όταν ήταν ακόμη αυτόνομη η Κρήτη. Λοιπόν, οι παλιότεροι βουλευτές τον κορόιδευαν, ας πούμε, για το, στο οποιοδήποτε θέμα, ας πούμε, το πρώτο που του λέγανε: «Εσύ είσαι μικρός, δεν αυτό». Λοιπόν είχε πει: «Πιστέψτε με κύριοι συνάδελφοι ότι κάθε μέρα που περνάει προσπαθώ να βελτιώσω αυτό μου το ελάττωμα». Λοιπόν και εγώ φρόντιζα κάθε μέρα που πέρναγε να βελτιώσω το ελάττωμα, μέχρι που πλέον εξέλειπε ο κίνδυνος αυτός, να μην γεμίζω το μάτι. Ναι, όταν πήγε… στις αρχές όταν αυτό θυμάμαι τις σκηνές αυτές οι οποίες ήταν συμπαθητικές. Αν τις δει κανείς αν, βέβαια όταν τις ζούσα δεν ήταν πολύ συμπαθητικές, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Υπάρχει κάτι που θα θέλατε να προσθέσετε που ίσως εγώ δεν σας ρώτησα κατά τη διάρκεια της συνέντευξης;
Που να το θυμάμαι τουλάχιστον όχι. Γιατί έχουν υπάρξει πολλές ενδιαφέρουσες φάσεις εκεί και λοιπά οι οποίες, βέβαια, πρέπει η αφορμή να δοθεί κάποια, για να ανακληθούν στην μνήμη, αλλά σε γενικές γραμμές έτσι έστω, παρά το γεγονός ότι είπαμε πολλά, νομίζω ότι στις σημαντικές περιόδους αναφέρθηκα. Και ναι, απ' όσο μπορώ αυτή τη στιγμή τουλάχιστον. Ναι, δεν μου ‘ρχεται κάτι σημαντικό εν πάση περιπτώσει. Ασφαλώς σε κάποιες δεκαετίες μέσα υπάρχουν τόσα πολλά γεγονότα, που πολλά από τα οποία για να ανακληθούν χρειάζεται να δοθεί μια αφορμή, ας πούμε, να προκύψει μια αφορμή, για να τα θυμηθεί κανείς. Αλλά έτσι από μνήμης τουλάχιστον νομίζω ότι αυτά που είπα διαμορφώνουν μια εικόνα.
Σας ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο σας.
Κι εγώ για την υπομονή να ακούσεις την περιαυτολόγηση αυτή που δεν την συνηθίζω, αλλά φαντάζομαι αυτό έπρεπε, κάπως έτσι… αυτό μου ζητήθηκε. Νομίζω δεν έχω μιλήσει στην ζωή μου ποτέ για τον εαυτό μου όσο απόψε με 'σένα Βιργινία. Είσαι υπεύθυνη λοιπόν για αυτό που συνέβη απόψε.
Part of the interview has been removed to facilitate its flow.
Summary
Ο Γιώργος Χριστόπουλος, πρώην ιδιοκτήτης του παλιότερου κέντρου ξένων γλωσσών στην περιοχή του Αγίου Φανουρίου, αποτέλεσε ακρογωνιαίο λίθο στις ζωές των κατοίκων της περιοχής. Η αγάπη του για την τέχνη και ο τρόπος διαπαιδαγώγησης, ειδικά σε μία περίοδο που η ελευθερία λόγου ήταν απαγορευμένη, προκάλεσαν τέτοια εντύπωση στους μαθητές του, που ακόμα και μετά από τόσα χρόνια, τον μνημονεύουν με αγάπη. Ο αφηγητής μιλάει για τις μνήμες του από το φροντιστήριο, για τις πολιτιστικές εκδηλώσεις με καλλιτέχνες, για τη σχέση του με την οικογένειά του και για τη στενή σχέση πολιτισμού και εκπαίδευσης.
Narrators
Γιώργος Χριστόπουλος
Field Reporters
Βιργινία Βουρλούμη
Tags
Interview Date
31/12/2022
Duration
68'
Interview Notes
Ο κύριος Χριστόπουλος ήταν καθηγητής του πατέρα, του αδερφού και της ίδιας της ερευνήτριας, καθώς και των περισσότερων παιδιών στην περιοχή του Ιλίου. Διαμόρφωσε με πολύ συγκεκριμένο τρόπο την παιδική και εφηβική τους ηλικία και είναι αλήθεια ότι άλλαξε τις ζωές πολλών παιδιών χάρη στον τρόπο διδασκαλίας του.
Part of the interview has been removed to facilitate its flow.
Summary
Ο Γιώργος Χριστόπουλος, πρώην ιδιοκτήτης του παλιότερου κέντρου ξένων γλωσσών στην περιοχή του Αγίου Φανουρίου, αποτέλεσε ακρογωνιαίο λίθο στις ζωές των κατοίκων της περιοχής. Η αγάπη του για την τέχνη και ο τρόπος διαπαιδαγώγησης, ειδικά σε μία περίοδο που η ελευθερία λόγου ήταν απαγορευμένη, προκάλεσαν τέτοια εντύπωση στους μαθητές του, που ακόμα και μετά από τόσα χρόνια, τον μνημονεύουν με αγάπη. Ο αφηγητής μιλάει για τις μνήμες του από το φροντιστήριο, για τις πολιτιστικές εκδηλώσεις με καλλιτέχνες, για τη σχέση του με την οικογένειά του και για τη στενή σχέση πολιτισμού και εκπαίδευσης.
Narrators
Γιώργος Χριστόπουλος
Field Reporters
Βιργινία Βουρλούμη
Tags
Interview Date
31/12/2022
Duration
68'
Interview Notes
Ο κύριος Χριστόπουλος ήταν καθηγητής του πατέρα, του αδερφού και της ίδιας της ερευνήτριας, καθώς και των περισσότερων παιδιών στην περιοχή του Ιλίου. Διαμόρφωσε με πολύ συγκεκριμένο τρόπο την παιδική και εφηβική τους ηλικία και είναι αλήθεια ότι άλλαξε τις ζωές πολλών παιδιών χάρη στον τρόπο διδασκαλίας του.