Στεφανιά Λακωνίας: Ιστορική Αναδρομή
Segment 1
Η καταγωγή και η προσωπική πορεία του αφηγητή
00:00:00 - 00:20:50
Partial Transcript
Καλησπέρα σας. Πώς ονομάζεστε; Παπαδάκος Χρήστος. Πρώτα πρώτα να σε καλωσορίσω, λεβέντη μου, στο Γραφείο της Κοινότητας Στεφανιάς. Είναι…σε βλέπουνε και υπεροπτικά. Αυτό το κεφάλαιο και κλείνει εδώ. Να συνεχίσουμε και να σου πω πράγματα για το χωριό. Εσύ, Χρηστάκη, συμφωνείς;
Lead to transcriptTags
Segment 2
Η ιστορία της Στεφανιάς
00:20:50 - 00:29:53
Partial Transcript
Μάλιστα. Θα μπορούσαμε να κάνουμε μια αναδρομή από πράγματα τα οποία θυμάστε; Ή από πράγματα οποία σας έχουνε πει; Επειδή ήξερα από μέρες, …Και την ξαναείδαμε πριν 2-3 χρόνια και στην περιοχή μας, από τους αλλοδαπούς. Λοιπόν, ρώτησε με κι εσύ, τι άλλο, τι θέλεις να προχωρήσουμε.
Lead to transcriptTopics
Tags
Segment 3
Η ζωή στο χωριό τις δεκαετίες του '60 και '70 (αγροτική παραγωγή, διασκέδαση, πανηγύρια)
00:29:53 - 00:47:21
Partial Transcript
Λοιπόν, όσον αφορά το χωριό, όσο ζήσατε παιδική, ε φηβική ηλικία μέχρι να φύγετε και στην Αθήνα και μετά στο εξωτερικό που μου είπατε, έστω… τις διοικητικές μεταβολές της και για τις απογραφές. Ό,τι άλλο θέλεις, Χρήστο, λεβέντη μου, είμαι στη διάθεσή σου, μπορείς να με ρωτήσεις.
Lead to transcriptSegment 4
Σκέψεις του αφηγητή για την προκοπή από την εργασία και τους νέους
00:47:21 - 00:53:33
Partial Transcript
Ο λόγος σαν ήτανε πολύ εμπεριστατωμένος, συγκροτημένος και έχετε φτιάξει ένα πολύ σωστό και όμορφο «πορτρέτο» για το χωριό, το οποίο ομολογο…. Αυτά έχω να πω, καμάρι μου. Πολύ ωραία, κύριε Χρήστο. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την ενδιαφέρουσα συνέντευξη. Να ‘σαι καλά, καμάρι μου.
Lead to transcript[00:00:00]Καλησπέρα σας.
Πώς ονομάζεστε;
Παπαδάκος Χρήστος. Πρώτα πρώτα να σε καλωσορίσω, λεβέντη μου, στο Γραφείο της Κοινότητας Στεφανιάς. Είναι χαρά μου να προσφέρω στην εργασία σου, ό,τι μπορέσω. Είναι χαρά μου να πω πράγματα γι’ αυτό το χωριό, τα οποία θα τα μεταφέρεις κάπου αλλού, και θα μάθει κι άλλος κόσμος. Και στη διάρκεια της συζήτησής μας αυτής, θα πούμε πολλά πράγματα. Οπότε, θα μάθεις πολλά. Βέβαια, εγώ δεν θα πω ότι ξέρω τα πάντα. Εγώ μένω στο ρητό του Σωκράτη που λέει «Γηράσκω αεί διδασκόμενος». Οπότε, έχω φτάσει στα 66 μου χρόνια και ακόμα μαθαίνω. Και ό,τι αφορά την αυτοδιοίκηση, επειδή είμαι πάρα πολλά χρόνια στην αυτοδιοίκηση, όλο λέω ότι έμαθα, αλλά δεν έχω μάθει. Και θα σου πω παρακάτω, αφού ρίξω τη σέντρα σε σένα, για να αρχίσεις τις ερωτήσεις, και για την αυτοδιοίκηση –τόσα χρόνια που είμαι– και όλη τη θητεία μου.
Ευχαριστώ πάρα πολύ για το καλωσόρισμα, αρχικά. Εγώ να δηλώσω πως ονομάζομαι Κουφάκος Χρήστος. Είμαι ερευνητής στο Istorima. Σήμερα είναι Πέμπτη, 22 Οκτωβρίου του 2020, και βρισκόμαστε στη Στεφανιά Λακωνίας. Κύριε Χρήστο, αν μου επιτρέπετε να σας φωνάζω, θα θέλατε να μου πείτε κάποια πράγματα για τη ζωή σας; Πού μεγαλώσατε; Πού ζήσατε; Με τι ασχολείστε; Παρακαλώ.
Λοιπόν, ονομάζομαι Παπαδάκος Χρήστος, του Παναγιώτη και της Αικατερίνης. Γεννήθηκα το 1954, από γονείς, οι οποίοι ήτανε –θα πω έναν όρο, ο οποίος είναι λιγάκι για τη σημερινή εποχή της μόδας– από γονείς, εσωτερικοί μετανάστες. Δεν ήτανε από το εξωτερικό, αλλά ήταν την εποχή, που ήτανε ο Εμφύλιος Πόλεμος, μετά το ’40 και τον Εμφύλιο, ήρθαν οι γονείς μου εδώ, ρακένδυτοι, ξυπόλυτοι, από τα βουνά τα πετρώδη της Μάνης. Και έφτιαξαν εδώ την οικογένειά τους, εμάς τα παιδιά, και η ζωή προχώρησε. Όπως προείπα, γεννήθηκα το 1954. Πήγα στο σχολείο, της Στεφανιάς εδώ, έβγαλα το δημοτικό. Πήγα για λίγο στις Κροκεές στο γυμνάσιο. Όταν πήγαινα στην τρίτη τάξη, πήγα στην Αθήνα, για να συνεχίσω εκεί γυμνάσιο, και κάποια σχολή. Την ημέρα εργαζόμουνα και το βράδυ πήγαινα στο νυχτερινό γυμνάσιο. Περιττό να σου πω, πως τότε ήμουν 14, 15 χρονών και ζούσα μόνος μου, στο Περιστέρι της Αθήνας, και γινότανε αυτή η εργασία και το βράδυ. Το βράδυ σχολείο. Σε ηλικία 17, εκεί δεν κάθισα να το βγάλω όλο το γυμνάσιο, γιατί προέκυψε εν ανάγκης και εξαναγκάστηκα να μπαρκάρω με ένα καράβι, το οποίο ήτανε ψαράδικο καράβι. Φτάσαμε στον Ατλαντικό Ωκεανό και ψαρεύαμε και εκεί –για καλή μου ή κακή μου τύχη, δεν ξέρω– το καράβι χτύπησε σε κάποιον ύφαλο εκεί πέρα κι έγινε κάποια ζημιά. Οπότε, μικρός ήμουνα, λέω «Τι θέλω εγώ εδώ;» και ξαναγύρισα πάλι στην Ελλάδα και ήρθα στο χωριό. Οι γονείς είχανε μείνει μόνοι τους εδώ, γιατί τα άλλα μου τα αδέρφια, δύο αδερφές, ένας αδερφός, είχανε πάει στο εξωτερικό. Στον Καναδά συγκεκριμένα, γιατί τότε η φτώχεια έκανε όλο τον κόσμο να φύγει. Κι έκατσα εδώ με τους γονείς, να παλέψω, να σταθώ στα πόδια μου, να κάνω κι εγώ μια περιουσία, να φτιάξω μια οικογένεια. Η ζωή ήταν σκληρή, πολύ σκληρή, όμως τα κατάφερα. Τα κατάφερα, δούλεψα σκληρά. Υπήρχε η διακοπή που πήγα στρατιώτης. Γύρισα. Κάναμε τότε, το ’74[00:05:00], που ήταν τότε με την Κύπρο, κι όλα αυτά, κι ήταν οι θητείες μεγάλες, 30 μήνες φαντάρος. Όμως όλα πέρασαν και ξαναγύρισα στα πάτρια εδάφη, και άρχισα σκληρή δουλειά. Και σήμερα, σου λέω, επειδή αυτή η σκληρή δουλειά έφερε αποτελέσματα και ζω ζωή που δεν μου λείπει τίποτα, ούτε σε εμένα, ούτε στην οικογένειά μου. Το 1981-82 παντρεύτηκα και έκανα και τρία παιδιά, δύο κόρες κι έναν γιο, που σήμερα είναι παντρεμένοι με παιδιά, και είναι και οι τρεις πανεπιστημιακού επιπέδου. Εδώ θα σου πω, αγαπητέ Χρήστο, ότι από ηλικίας 24, μιλάμε τώρα για το 1978, είδα και διέκρινα στον εαυτό μου, ότι ήθελα να ασχοληθώ με τα κοινά, να βοηθήσω το χωριό μου. Και από το 1978, και μέχρι και σήμερα κάνω αυτό, δηλαδή 42 χρόνια. Το 1978 με τη βοήθεια του αείμνηστου, του πάτερ του χωριού, του Ινεμπολίδη, και άλλων συγχωριανών, φτιάξαμε έναν αγροτικό συνεταιρισμό κηπευτικών προϊόντων. Τότε θα σου πω ότι είχε ανθίσει εδώ στη Στεφανιά, ο κόσμος είχε μπει στην καλλιέργεια. Γιατί τα πρώτα χρόνια, να κάνω μια παρένθεση, για να γράψεις τι συνέβαινε τότε. Τα πρώτα χρόνια, δηλαδή, απ’ όταν εγώ επέστρεψα απ’ το χωριό, απ’ όλα αυτά, σε ηλικία πια 17 χρονών, η περιοχή εδώ πέρα, ακόμα υπήρχαν οι καλλιέργειες του βαμβακιού, του ρυζιού, του καλαμποκιού, και οι δουλειές μας τότε ήταν να οργώνουμε τα χωράφια, να σπέρνουμε τα βαμβάκια, τα καλαμπόκια, τα ρύζια, και… Σκληρή δουλειά, πολύ σκληρή δουλειά! Μετά, σιγά σιγά, ο κόσμος μπήκε και στα κηπευτικά και την εποχή εκείνη που προείπα, το ’77, το ’78, είχε αρχίσει ο κόσμος και έβαζε ντομάτες. Υπαίθριες πρώτα, και μετά και στα θερμοκήπια. Η εποχή εκείνη, ήταν και μια ποικιλία ντομάτας που έβγαζε καρπό χαμός, όλοι ήτανε εκεί. Έβγαζε, φορτώνανε αυτοκίνητα πολλά, κάθε μέρα, και μάλιστα είχαμε δυνατό εμπόριο, από εμπόρους της Θεσσαλονίκης. Εκεί λοιπόν, επειδή ήτανε μια κατάσταση ανώμαλη, σε ό,τι αφορά εκεί, ξέρεις, κερδοσκοπία των εμπόρων καμία φορά. Μου γεννήθηκε στο μυαλό να κάνουμε έναν συνεταιρισμό αγροτικών κηπευτικών προϊόντων, και γι’ αυτό απευθύνθηκα στον παππούλη, διότι είχανε κάνει νωρίτερα συνεταιρισμό ελαιουργικό, για το εργοστάσιο της Στεφανιάς που είχαν ανοίξει. Και από κει πήρα κι εγώ το έναυσμα και πραγματικά έγινε αυτό. Προχωρήσαμε μια χαρά τότε, προχωρήσαμε, αλλά και πάλι, σιγά σιγά, ο κόσμος πάλι όλα αυτά, θέλει να ‘ναι μόνος του, θέλει, θέλει... δεν κράτησε, ας πούμε, πολλά χρόνια. Στη συνέχεια, ασχολήθηκα στο ’80, με τον ποδοσφαιρικό σύλλογο. Ένας σύλλογος με ιστορία, ο Τρινασιακός. Μπήκα στο συμβούλιο και με τα παιδιά τότε, κάναμε μια άριστη δουλειά και ανεβάσαμε τον Τρινασσιακό σε κατηγορίες. Θυμάμαι να σου πω ότι σε κάποια εποχή τότε, είχα μπει και στον ΤΟΕΒ Τρινάσσου, στο Διοικητικό Συμβούλιο. Το ΤΟΕΒ, όλοι ξέρουνε και τι σημαίνει και τι είναι, εδώ με τα δίκτυα που ποτίζουνε. Έχει την επιμέλεια των υδάτων εδώ πέρα, και έτσι ποτίζει ο κόσμος τα χωράφια του. Το 1982, για μένα ήτανε πρόκληση αυτό, γιατί ήμουνα νέος, παιδί ακόμα, όμως είπα θα το κάνω. Μου έγινε μία πρόταση, για να μπω στις εκλογές τότε εδώ. Ήταν οι κοινότητες τότε[00:10:00]. Ήταν η κοινότητα Στεφανιάς, με 5μελή συμβούλιο και έκαναν λοιπόν, από τον αείμνηστο Ανδρέα Καλαντώνη, ο οποίος ήτανε μια 4ετία πρόεδρος και μου πρότεινε να μπω στο συμβούλιο, να βοηθήσω κι εγώ, γιατί προφανώς κάτι διέκρινε επάνω μου και δέχτηκα. Με μεγάλη μου χαρά τότε, θυμάμαι ότι ήρθα πρώτος σε σταυρούς, παρόλο ότι εδώ, θα πρέπει να πω, γιατί πιο κάτω θα σκεφτείς γιατί στο ‘πα τώρα, αυτό που θα σου πω τώρα. Εγώ, στη Στεφανιά, και η οικογένειά μου, δεν έχω κανέναν συγγενή. Παντελώς! Τίποτα! Όμως, από τότε που άρχισα και κατεβαίνω στις εκλογές για να προσφέρω, βγαίνω πάντα! Βγαίνω πάντα! Οπότε ξεκίνησα το ’82, βγήκα αντιπρόεδρος στην κοινότητα, βοήθησα πάρα πολύ και μάλιστα –εκτός των άλλων– τότε που ήμουνα αντιπρόεδρος, συμβούλεψα και κατάφερα και πέτυχα να φτιάξουμε μία γεώτρηση, επειδή η Στεφανιά είχε πρόβλημα, το χωριό με την ύδρευση. Ανοίγαμε γεωτρήσεις, εδώ κοντά στο χωριό πιο κάτω, πέρα από το γήπεδο, εκεί που ‘ναι το τυροκομείο, δεξιά κι αριστερά και όλες είχαν αποτυχία, βγάζανε λίγο νερό. Είχαμε θέμα, και είχαμε φτάσει στο σημείο να παίρνουμε από άλλες γεωτρήσεις νερό, για να εξυπηρετηθεί το χωριό, και πίεσα την κατάσταση και ανοίξαμε μία γεώτρηση εδώ πάνω, στη θέση Δεντράκια που λέμε, με τον αείμνηστο τον Ανδρέα τον Καλαντώνη, πρόεδρος αυτός, αντιπρόεδρος εγώ, και εσώθη το χωριό. Είχε νερό από τότε. Αργότερα, πολύ μετά, αυτή η γεώτρηση, είχε έρθει και ένα τρυπάνι τότε πιο σύγχρονο, και ο μετέπειτα πρόεδρος, ο Λέκκας ο Δημήτρης, ο «Καραμπάγιας», έτσι τον λέγανε, εκεί που είχαμε ανοίξει εμείς τη γεώτρηση και ήταν περίπου τα 70μ., πιο πέρα πήγε κι άνοιξε 120, 130, 150μ και η οποία υπάρχει μέχρι σήμερα και υδρεύεται η Στεφανιά, χωρίς καμία, να έχει ποτέ πρόβλημα. Μετά από κει, συνέχισα την πορεία, σε ό,τι αφορά τα κοινά, παράλληλα με τις δικές μου δουλειές, γιατί ασχολούμαι με τη γεωργία και τότε με θερμοκήπια, κηπευτικά στην αρχή και με τα αραποσίτια και με τα μπαμπάκια και με τα τριφύλλια. Είχα φτιάξει κι έναν στάβλο με ζώα. Φέρναμε από τη Σερβία μοσχάρια και εκτρέφαμε. Μετά χοιροστάσιο. Αντιλαμβάνεσαι ότι έχω περάσει από 40 κύματα στη ζωή, στις δουλειές. Όμως, δεν μετανιώνω, γιατί ήτανε δουλειές και πάνω απ' όλα ήτανε η τιμιότητα, το ήθος και όλα αυτά, ξέρεις, σε βοηθούν και να έχεις προσήλωση στη δουλειά σου, για να πετύχεις τον σκοπό σου. Και εμένα ο σκοπός μου ήτανε να σταθώ στα πόδια μου, να πετύχω, να φτιάξω μια περιουσία σ’ αυτόν τον ιερό τόπο, εδώ. Γιατί είναι ένας τόπος εδώ που πεινάει ο τεμπέλης μόνο! Σ’ αυτόν τον τόπο, δεν μπορεί να πεις ότι «Δεν μπορώ να ζήσω». Τέλος! Εδώ, ο κάμπος αυτός, προσφέρει τα πάντα. Αρκεί να θέλεις να δουλέψεις. Έτσι λοιπόν, κι εγώ και με τη βοήθεια των γονιών μου, οι οποίοι έχουν φύγει απ’ τη ζωή τώρα πρόσφατα και οι δύο. Ο ένας 95, ο πατέρας μου, 92 η μητέρα μου. Είχανε ανέβει ψηλά και ο Θεός τούς βοήθησε και είδαν μέχρι τελευταία στιγμή που έφυγαν απ’ τη ζωή, τα τέσσερα παιδιά εμείς, εγγόνια έντεκα –αν θυμάμαι– και 18 δισέγγονα, αν θυμάμαι καλά τον λογαριασμό. Και να συνεχίσω, τον βίον. Συνέχισα όλη αυτήν την πορεία της εργασίας, και παράλληλα συνέχισα να δίνομαι, να δίνω στην κοινωνία που ζω, να προσφέρω. Και προσφέρω μέχρι σήμερα. Έχω, το 2003, με παρότρυναν να α[00:15:00]ναλάβω τον συνεταιρισμό αυτόν, που είπα προηγουμένως ότι είχε ανοίξει ο αείμνηστος, ο πάτερ Δημήτριος, τον ελαιουργικό, με το εργοστάσιο, το ελαιοτριβείο. Ήτανε μια κατάσταση δύσκολη, ήτανε δύσκολες οι χρονιές, οι άνθρωποι δεν τα ‘βγαζαν πέρα, έμπλεξαν με την εταιρεία, με δικαστήρια και τέτοια, και έβαλα πλάτη –μεγάλη πλάτη, πολύ– κι εγώ και οι συνεργάτες μου τότε, καταφέραμε και όλα αυτά τα ξεχρεώσαμε, και κρατήσαμε το ελαιουργείο. Και από το 2003 μέχρι και σήμερα, εκλέγομαι συνέχεια, κάθε 4 χρόνια, πρόεδρος του ελαιουργικού –ήτανε πρώτα– μετά έχει μετατραπεί κι έχει γίνει αγροτικός συνεταιρισμός, με το ελαιουργείο, και μέχρι σήμερα εκλέγομαι. Δηλαδή, εκεί είμαι 20 χρόνια σχεδόν συνέχεια. Ήμουνα 3 χρόνια ταμίας και μετά, μέχρι σήμερα, συνέχεια πρόεδρος και είμαι ακόμα εκεί. Παράλληλα, εκλεγόμουν και στην κοινότητα. Όμως, από ένα διάστημα και μετά, από το ’10, το 2010, οι κοινότητες καταργήθηκαν και έγιναν δήμοι, έγιναν συνενώσεις. Γίναμε Δήμος Ευρώτα και εδώ ήταν στην αρχή πάρεδρος και μετά ήτανε τοπικά συμβούλια. Εγώ όσες φορές έβαλα, εκλέχτηκα. Ήμουνα στην αρχή τοπικός σύμβουλος, μετά δημοτικός σύμβουλος του Δήμου Ευρώτα και απ’ όταν μετά έγινε –Δήμος Σκάλας τότε– όταν μετά καταργήθηκαν οι μικροί δήμοι και έγινε η συνένωση μεγαλύτερων δήμων, έγινε ο Δήμος Ευρώτα, με τη συνένωση του Δήμου Κροκεών, Σκάλας, Έλους, Γερονθρών και Νιάτων κι έγινε ο Δήμος Ευρώτα. Από κει, μέχρι και σήμερα, είμαι πρόεδρος της τοπικής κοινότητας Στεφανιάς. Γίναμε πια τοπικές κοινότητες και με 5μελή Συμβούλια εδώ, και είμαι μέχρι και σήμερα πρόεδρος. Η αναγνώριση της τιμιότητάς μου, του ήθους μου και η αναγνώριση, πώς να σου το πω, ότι θέλω να προσφέρω στον τόπο μου, από τους συγχωριανούς μου ήταν μεγάλη η αναγνώριση, και γι’ αυτό μέχρι και σήμερα πιστεύω, χωρίς να έχω συγγενή, όπως σου είπα προηγουμένως, με εκλέγουν και είμαι εδώ στο γραφείο, που μου παίρνεις σήμερα τη συνέντευξη. Αυτά, είναι ένα κομμάτι, εν τάχει, της πορείας της ζωής μου. Αυτό να μη φανεί εγωιστικό. Το λέω, διότι αυτά μπορεί, που λέω τώρα και ακούγονται και γράφονται, να πάνε και κάπου αλλού, κι αυτοί που θα τα ακούσουνε να καταλάβουνε ότι αυτοί οι άνθρωποι που έχουν τα ηνία της εξουσίας, για πολιτικούς σκοπούς κάνουν λάθη τραγικά, φοβερά. Να πούμε τώρα κι ένα, έτσι, ας πούμε, στο πολιτικό στυλ. Να με συγχωρέσεις. Δίνουν όλες τις εξουσίες στον κάθε δήμαρχο ή δεν ξέρω τι, χαμός, χρήματα, ιστορίες, και μένουν οι πρόεδροι, οι οποίοι πρόεδροι έχουν όλες τις σφαλιάρες και τις ραμπατσίνες και το φτύσιμο και τη φωνή «Δεν έκανες εκείνο, δεν έκανες το άλλο» δίχως να ξέρουν ότι εμείς, είναι περιορισμένες οι αρμοδιότητες που έχουμε, και πρέπει να εγκριθούνε από τον κύριο Δήμαρχο ή τους κύριους τάδε, τάδε, τάδε, εκεί πέρα που είναι. Και πολεμάμε και πρέπει καμία φορά, πρόεδροι που είναι σαν κι εμένα, που είναι του γραψίματος, να στείλουν έγγραφα, τα οποία τα έγγραφα μένουν. Δεν τους αρέσει. Δεν τους αρέσει, οπότε εγώ θα πω ότι αυτήν τη στιγμή, άμα κοιτάξω τα χαρτιά μου, θα είναι 50 έγγραφα που έχω στείλει για διάφορα πράγματα, και δεν μου έχει απαντήσει κανένας. Χρόνια τώρα. Αυτά, η κεντρική εξ[00:20:00]ουσία δεν τα ‘χει σκεφτεί, δεν ξέρω τι γίνεται, δεν ξέρω τι ρόλο παίζουνε, εν πάση περιπτώσει. Και έχουνε εκεί πέρα, τους έχουνε δώσει όλα, τις εξουσίες. Να κάνουμε ό,τι πρέπει κι εμείς. Πρέπει να πάμε να γλείψουμε; Εμείς είμαστε αρσενικά 100%, δεν γλείφουμε. Κανέναν για να κάνει. Εμείς θέλουμε να πάρουμε αυτό που μας ανήκει. Δεν ζητάμε τίποτα περισσότερο. Γι’ αυτό εγώ, είμαι του χαρτιού. Είμαι των εγγράφων. Στέλνω «Θέλω εκείνο, θέλω το άλλο». Ναι, να πάμε να μιλήσουμε έτσι, αλλά μη σε βλέπουνε και υπεροπτικά. Αυτό το κεφάλαιο και κλείνει εδώ. Να συνεχίσουμε και να σου πω πράγματα για το χωριό. Εσύ, Χρηστάκη, συμφωνείς;
Μάλιστα. Θα μπορούσαμε να κάνουμε μια αναδρομή από πράγματα τα οποία θυμάστε; Ή από πράγματα οποία σας έχουνε πει;
Επειδή ήξερα από μέρες, που το είχαμε κανονίσει, γι’ αυτή μας τη συζήτηση, έπιασα κι έγραψα ορισμένα πράγματα, γιατί είναι πολλά αυτά που έχω να σου πω εδώ πέρα, και ξέρεις, είναι τόσα πολλά που είναι στο μυαλό, και πρέπει να ‘χεις και γραμμένα πράγματα, για να κάνουμε μια σοβαρή αναδρομή στο παρελθόν, κι όλα αυτά, και να βγει κάτι καλό. Εδώ θα σου πω, λοιπόν, να ξεκινήσουμε, ότι η Στεφανιά ανήκει στον νομό Λακωνίας, απ’ ό,τι γνωρίζεις. Η διοικητική περιφέρεια είναι της Πελοποννήσου. Μετά την τελευταία διοικητική μεταβολή της αυτοδιοίκησης, δηλαδή που έγινε το ’10, με τον Καλλικράτη, η Στεφανιά ανήκει στον Δήμο Ευρώτα. Έτσι; Η Στεφανιά, θα ρωτήσει κανείς, από πού έχει πάρει το όνομα; Στη βιβλιογραφία δεν βρίσκεται πουθενά το όνομα «Στεφανιά». Όπου και να πατήσεις. Κανείς, αν ψάξει να το βρει. Λοιπόν, από παράδοση, λέμε ότι έχουμε 2 εκδοχές, για το όνομα της Στεφανιάς. Ενδέχεται το όνομα του χωριού να προέρχεται από τον προϊστορικό οικισμό του Αγίου Στεφάνου. Εδώ στα 3 γεφύρια, πάνω στο βουναλάκι, εκεί είναι ο Άγιος Στέφανος. Έτσι; Εκεί, το εκκλησάκι και λέγεται και η περιοχή, λόγω της εκκλησίας που έχει του Αγίου Στεφάνου, «Άγιος Στέφανος». Είναι προϊστορικός, είναι την εποχή του χαλκού. Λέμε λοιπόν, εικάζουμε ότι μπορεί το όνομα να προέρχεται από εκεί. Εκεί, η ανάπτυξη αυτή του οικισμού, φέρεται να συνδέεται με καίρια θέση του, στον μοιχό του λακωνικού κόλπου. Εδώ, στον λακωνικό κόλπο, ήταν διπλό λιμάνι, σε μία περιοχή, σε μία εποχή που οι θαλάσσιες επικοινωνίες αναπτύχθηκαν δραματικά, λόγω της ανακάλυψης του πανιού. Τότε ανακάλυψαν το πανί και ήταν τα καράβια, τα ιστιοφόρα, και το εμπόριο είχε ανθίσει, και εκεί υπήρχε το ένα λιμάνι. Ο σημαντικός παράγοντας της εποχής εκείνης, της ανάπτυξης στη θέση αυτή, υπήρξαν οι πηγές του λακωνικού πορφυρίτη ή του γνωστού κροκεάτου λίθου. Εδώ, στα «Δεντράκια», πιο πάνω, ανάμεσα Κροκεές και Στεφανιά, στους λόφους, υπήρχε αυτό, ο κροκεάτης λίθος, ο οποίος, τον μετέφεραν και για τον οποίο, το πέτρωμα αυτό προτιμούσαν οι Μινωίτες τότε, για διάφορα αντικείμενα. Μικροτεχνίας και λίθινα αγγεία. Υπάρχει και η δεύτερη εκδοχή, που η οποία μπορεί να προέρχεται από την αρχιτεκτονική δόμηση του χωριού, σε ημικυκλικό, κυκλικό τρόπο, σε λοφίσκους. Απ’ ό,τι βλέπεις όταν έρχεσαι στη Στεφανιά, είναι χτισμένο σε λοφίσκους. Είναι αμφιθεατρικά έτσι, σε υψόμετρο 82 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας και είναι σαν στεφάνι. Όποιος το δει έτσι, ενδέχεται να είναι κι απ’ αυτό, έτσι; Λοιπόν, να πάμε στις διοικητικές μεταβολές. Σου ‘χω γράψει πράγματα, τα οποία θα εμβαθύνουμε πολύ το θέμα της Στεφανιάς, γιατί είναι πιστεύω η πρώτη φορά που κάποιος μιλάει για τη Στεφανιά. Για να γραφτούνε, να μάθει κι ο κό[00:25:00]σμος μερικά πράγματα. Λοιπόν, από τις διοικητικές μεταβολές, φαίνεται ότι η Στεφανιά υπήρξε ως οικισμός την περίοδο της Τουρκοκρατίας, διοικούμενη από δύο μπέηδες. Τον Κασίμ Μπέη και κατά περίπτωση και τον Ζαλούμ Μπέη, που είχαν την ιδιοκτησία και τη διαχείριση των εκτάσεων της ευρύτερης περιοχής του Τρινάσου. Ο κάμπος αυτός είναι «Τρίνασσος» λέγεται, και παλιά υπήρχε και Δήμος Τρινάσου. Να το πούμε πιο κάτω. Μετά την απελευθέρωση, υπήρχαν τα αποκαλούμενα χρυσόβουλα και οι εθνικές γαίες. Οι εθνικές γαίες ανήκαν στην ιδιοκτησία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, και με νομοθετήματα, με πρώτο τον Αλέξανδρο Κουμουνδούρο, το 1911, άρχισε η διανομή των εθνικών αυτών γαιών, γιατί ήτανε και μετά τα δώσανε στον κόσμο. Στην περιοχή της Στεφανιάς, εδώ, έγινε αναδασμός στον κάμπο τον ευρύτερο. Ο αναδασμός της Στεφανιάς, λοιπόν, ξεκίνησε την τελευταία περίοδο της δεκαετίας του 1960. Πιστεύω ότι ήταν το 1968 με ’69, και ολοκληρώθηκε από το ’93 μέχρι το ’95. Βασικό όμως στοιχείο της αγροτικής και γεωργικής ανάπτυξης της Στεφανιάς –το οποίο πρέπει να προσεχθεί, έχει τη σημασία του – υπήρξε η αποξήρανση των ελωδών περιοχών εκτάσεων του Τρινάσσου. Όλου αυτού του κάμπου. Ο κάμπος αυτός ήτανε ένα έλος, με τις γνωστές συνέπειες της ελονοσίας κι όλα αυτά. Με πρωτοβουλία τότε του Θαλή Κουτούπη, ο οποίος ήταν Λάκωνας με καταγωγή από την Πετρίνα, ήτανε βουλευτής και Υπουργός της κυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου. Τον Σεπτέμβριο του 1925, υπογράφτηκε σύμβαση, μεταξύ του ελληνικού Δημοσίου και της Α.Ε. Υδραυλικά Έργα Λακωνίας, για να γίνει η αποξήρανση. Σε αυτόν τον άνθρωπο, τον αείμνηστο, Κουτούπη τον Θαλή, χρωστάμε την αποξήρανση αυτή του κάμπου του όμορφου, που σήμερα είναι γεμάτος εσπεριδοειδή και ελιές και θερμοκήπια και τέτοια. Και εδώ θα κάνω μια παρένθεση και θα πω και λυπάμαι για την άγνοια του κόσμου. Των παιδιών, των νέων. Όταν πέρυσι, έκανα μια ονοματοδοσία οδών, με απόφαση της Τοπικής Κοινότητας, και ο Δήμος ακόμα εκκρεμεί, δεν την έχει περάσει ακόμα από Δημοτικό Συμβούλιο και λυπάμαι! Έβαλα να τιμήσω ανθρώπους, που πρόσφεραν σ’ αυτόν τον τόπο. Και τον δρόμο, που είναι κάτω από το γήπεδο, και πηγαίνει προς τον κάμπο αυτόν, που ζούμε εμείς όλοι, τι έκανα; Έγκλημα μεγάλο έχω κάνει. Τον ονόμασα οδό «Θαλή Κουτούπη». Πέσανε να με φάνε. «Τι είν’ αυτά;», ξέρω γω, «Ρε σεις, ξέρετε ιστορία του χωριού σας; Έχετε πάει σχολείο; Οι γονείς σας; Ζείτε πλουσιοπάροχα σήμερα, γιατί πέρασε αυτός ο άνθρωπος και έκανε την αποξήρανση και σήμερα έχετε αυτό». Τι να πεις, τι να πεις; Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, το θέμα είναι ότι έγινε αυτή η αποξήρανση και γευόμαστε σήμερα τους καρπούς, γιατί μετά γίνανε πάρα πολλά πράγματα απ’ τον κάμπο αυτόν. Αυτό άρχισε από το 1930 και αποπερατώθηκε μέχρι και τη δεκαετία του 1960. Και εκτός ότι αποξηράθηκε το έλος, έφυγε κι αυτή η «πανούκλα», η ελονοσία, που θέριζε τον κόσμο τότε η ασθένεια. Και την ξαναείδαμε πριν 2-3 χρόνια και στην περιοχή μας, από τους αλλοδαπούς. Λοιπόν, ρώτησε με κι εσύ, τι άλλο, τι θέλεις να προχωρήσουμε.
Segment 3
Η ζωή στο χωριό τις δεκαετίες του '60 και '70 (αγροτική παραγωγή, διασκέδαση, πανηγύρια)
00:29:53 - 00:47:21
Λοιπόν, όσον αφορά το χωριό, όσο ζήσατε παιδική, ε[00:30:00]φηβική ηλικία μέχρι να φύγετε και στην Αθήνα και μετά στο εξωτερικό που μου είπατε, έστω και για λίγο, πώς θυμάστε το χωριό; Στη ζωή πώς ήταν, δηλαδή;
Λοιπόν, το χωριό, όπως όλα τα χωριά της εποχής εκείνης, ήταν φτωχά χωριά. Οι άνθρωποι ήταν του μεροκάματου. Τα πρώτα χρόνια ήτανε οι περιουσίες, μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’70, τις περιουσίες τις είχανε λίγοι. Λίγες οικογένειες. Και οι υπόλοιποι ήταν εργάτες αυτουνών. Υπήρχαν όμως, εκτός απ’ τους εργάτες, νοίκιαζε κανείς και κάποιο χωράφι κάποιου άλλου, να βάλει κηπευτικά ή ότι ήταν της εποχής. Στην αρχή, όπως προείπαμε, ο κόσμος ασχολιόταν στάρια, κριθάρια, φυτεύαμε τότε, τους καλοκαιρινούς μήνες, αραποσίτια, βαμβάκια. Τριφύλλια μετά, για κτηνοτροφική χρήση, και μετά ντομάτες και θερμοκήπια κι όλα αυτά. Μετά το τέλος του αναδασμού, όπως είπα προηγουμένως, τελείωσε το ’73, το ’74, απ’ ό,τι θυμάμαι και προείπα, και ειδικότερα στις αρχές της δεκαετίες του ’70, από τη μέση και μετά, αρχίσανε, μάλλον αυτό και λίγο νωρίτερα είχε αρχίσει, από τις αρχές του ’70, οι αγοραπωλησίες κτημάτων. Αυτοί που είχαν τα κτήματα ήτανε λίγοι που μπορούσαν να τα κρατήσουν, και τότε η Αγροτική Τράπεζα έδινε χρήματα και πολύς κόσμος, ο οποίος ήτανε χωρίς χρήματα, δεν είχανε χρήματα, ήταν ακτήμονες οι λεγόμενοι, έτσι τους λέγανε, είχανε και σύλλογο αυτοί τότε, μέσω Αγροτικής Τραπέζης, πήρανε πολλοί κτήματα. Τότε λοιπόν, άρχισε ο κόσμος… Κάποιος έφερε εδώ στη Στεφανιά, ήτανε παλιές πορτοκαλιές, τα Μέρλιν και οι κοινές πορτοκαλιές, είδανε ότι εδώ ευδοκιμούνε, και ξεκίνησε η καλλιέργεια των εσπεριδοειδών. Υπήρχε η καλλιέργεια της ελιάς, εδώ στα βουνά, εδώ γύρω στους λόφους και εδώ, στην αρχή του κάμπου. Όμως, όταν έγινε ο αναδασμός και έγινε από τον ΤΟΕΒ Τρινάσσου, έγιναν τσιμενταύλακα και αρδεύτηκε όλος ο κάμπος, και με νέα έργα κοντά στο χωριό, και προς τα κάτω, τότε αναπτύχθηκε πάρα πολύ η καλλιέργεια της ντομάτας, αλλά και του θερμοκηπίου, με αποτέλεσμα να αρχίσει να ανεβαίνει το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων σημαντικά, και ταυτόχρονα άρχισε και η καλλιέργεια και των εσπεριδοειδών, πορτοκαλιών, μανταρινιών, και τέτοια, πιο πολύ της ποικιλίας Βαλέντζι, και θα σου πω ότι ήτανε σημαντικότατη αύξηση του βιοτικού επιπέδου μαζί με τα θερμοκήπια και την καλλιέργεια των εσπεριδοειδών. Έγιναν μεγάλες αγοραπωλησίες, τα κτήματα άλλαξαν χέρια και έγιναν τα πάνω κάτω. Ο κόσμος, όπως προείπα στην αρχή, δεν έχει φτιάξει κάτι και δεν ζει καλά, όποιος ήταν τεμπέλης και δεν ήθελε. Δοθήκανε πάρα πολλές ευκαιρίες και για να αγοράσουνε κτήματα, χαρίστηκαν και χρέη και πανωτόκια και διάφορα πράγματα, τα οποία δεν είναι της παρούσης να πούμε τίποτα, όμως έχουνε γίνει, με αποτέλεσμα είναι να έχει βοηθηθεί πάρα πολύ ο κόσμος εδώ. Κι όποιος ήθελε να πετύχει και να φτιάξει κάτι, πέτυχε κι έφτιαξε. Και μέχρι και σήμερα, παρά τις αντίξοες συνθήκες, και πολλές φορές τις καιρικές που έχουμε πληγεί, αλλά και με καταστ[00:35:00]άσεις διάφορες, αλλά και τώρα και με τον κορονοϊό και τέτοια, που είναι δύσκολα τα πράγματα, δεν μπορεί να πει κανείς ότι δεν είναι καλά. Ότι, ξέρω γω, δεν μπορεί να περάσει καλά, οικονομικά, έτσι κι αλλιώς. Δεν γίνεται δηλαδή, αυτό είναι μόνο για τους ολίγους. Αυτό. Λοιπόν, τι άλλο, πού θες να πάμε τώρα; Πες μου.
Θα μπορούσατε να μου πείτε λίγο, ο κόσμος παλιά, εδώ πέρα στο χωριό πώς διασκέδαζε, τι έκανε; Δηλαδή, υπήρχε και η εργασία, αλλά υπήρχε και η ψυχαγωγία.
Λοιπόν, στο χωριό, θα πρέπει να τονίσω και να πω, και ήταν παράλειψή μου, μόλις ξεκινήσαμε το κεφάλαιο της Στεφανιάς και των χωριανών, εγώ θυμάμαι, με μεγάλη νοσταλγία τις εποχές εκείνες. Και το λέω αυτό, διότι οι εποχές εκείνες μπορεί να ήτανε φτωχές εποχές, στα παιδικά μου χρόνια, έτσι; Μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του ’60, αρχές του ’70, ο κόσμος ήτανε ένα. Ήτανε αγαπημένος, ήτανε μονιασμένος, ήτανε γειτονιές. Έβλεπες τις γυναίκες και καθόντουσαν εκεί και τα λέγανε. Πηγαίνανε στο ένα σπίτι και στο άλλο να πιούνε καφέ. Δεν υπήρχαν αυτά, που γίνανε μετά, με τις πολιτικές ίντριγκες και με όλα αυτά τα μικρόβια που σπείρανε οι πολιτικοί, τις τελευταίες δεκαετίες. Όλοι θυμούνται. Δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα, τι γινότανε. Είχανε το αίσθημα της αγάπης, της αλληλεγγύης μεταξύ τους οι άνθρωποι. Αυτό που περίμεναν, για να διασκεδάσουν, όπως με ρώτησες, εδώ στο χωριό, την εποχή εκείνη, ήτανε 2 ταβερνούλες μικρές, 3, ξέρω γω τι. Συνήθως οι άντρες, βγαίνανε συνέχεια στις ταβέρνες, να πιούνε ένα κρασάκι. Με ό,τι είχανε. Με στραγάλια, με ρέγγα, με σαρδέλα. Οι γυναίκες στο σπίτι. Οι γυναίκες, περίμεναν πότε θα ‘ρθουνε οι κινητοί κινηματογράφοι. Δεν ξέρω, αν τους πρόλαβες, είσαι μικρός. Υπήρχε, θυμάμαι, το επώνυμό του ήταν Χρονόπουλος Χρήστος. Ένας άλλος που ήταν από το Ξηροκάμπι και τον λέγαμε «Ξηροκαμπίτη». Δεν ξέρω και κάνα δυο άλλοι. Ερχόντουσαν μια φορά τη βδομάδα, στις 10 μέρες, στις 15. Ένας ήταν απ’ την Αράχοβα, άλλος από τη Σπάρτη, και ερχόντουσαν και έπαιζαν κινηματογράφο. Ακούγαμε τότε, από την ψηλιά μάντρα το μεγάφωνο απ’ τα τραγούδια που ερχόντουσαν και η ευθυμία των συγχωριανών μου, και ιδιαίτερα των γυναικών, ήτανε τόσο μεγάλη, που θα βγαίνανε έξω να διασκεδάσουνε, να δούνε 2 ώρες κινηματογράφο, που παιζότανε είτε εδώ στην αίθουσα στου Μανωλάκου το καφενείο ή απέναντι σε ένα άλλο ή έξω τα καλοκαίρια. Και ήταν μία διασκέδαση και, έτσι, μια εκτόνωση –ας το πούμε– έτσι. Η Στεφανιά τότε είχε ένα πανηγύρι, το οποίο γιόρταζε τον πολιούχο μας, τον Άγιο Δημήτριο. Γιατί στη Στεφανιά, πολιούχος είναι ο Άγιος Δημήτριος και μέσα στον Άγιο Δημήτριο, αργότερα μπήκε και συλλειτουργεί και ο Άγιος Ελευθέριος, για κάτι που είχε συμβεί τότε. Όμως του Αγίου Δημητρίου, ήτανε μια γιορτή, ως πολιούχος του χωριού, που την περιμέναμε όλοι να ‘ρθει. Κάθε χρόνο πότε να ‘ρθει. Γιατί; Οι ταβερνούλες αυτές που ήτανε, ταβέρνες και δύο καφ[00:40:00]ενεία, την ημέρα εκείνη, την παραμονή το βράδυ και την άλλη, και ανήμερα, αλλά ήταν παραμονή βράδυ και ανήμερα, οι ταβερνούλες έφερναν ορχήστρες. Άλλος έφερνε μπουζούκια και τα σχετικά, άλλος έφερνε το κλαρίνο, το βιολί, το σαντούρι. Και γινότανε ο χαμός! Όπως γινότανε στη Στεφανιά του Άγιου Δημήτρη, θα γινότανε στη Σκάλα της Αγίας Παρασκευής, στα άλλα χωριά. Και πήγαινε ο κόσμος, όποιος μπορούσε και είχε την οικονομική ευχέρεια, πήγαινε και σ’ άλλα χωριά, όταν ήτανε. Όμως, εδώ στη Στεφανιά, ήτανε πάντα, θυμάμαι, όλα γεμάτα τα μαγαζιά. Διασκέδαζε ο κόσμος. Μετά, έγινε και γιορταζότανε κι ο Άγιος Ελευθέριος. Όχι όμως με τέτοιες εκδηλώσεις. Οι εκδηλώσεις ήτανε… Ο αείμνηστος ο παπά Δημήτρης έφερνε πάντα από το ΚΕΕΜ τότε, το ΚΕΕΜ που ήτανε οι στρατιώτες, του στέλνανε μια διμοιρία.
Ναι, ναι, μισό. Μπορείτε να συνεχίσετε, κύριε Χρήστο.
Επειδή διακόψαμε λίγο, ανωτέρα βία… Είχαμε μείνει ότι γιορτάζαμε και τον Άγιο Ελευθέριο. Και ο αείμνηστος ο παπά Δημητρός έφερνε, του δίνανε μια διμοιρία, η οποία είχε και φιλαρμονική, και κάναμε τη λιτανεία της εικόνας, και από τότε είχε θεσπιστεί, εδώ στην αίθουσα στο Πνευματικό Κέντρο, μετά τη λιτανεία της εικόνας, μαζευόντουσαν εκεί, και οι γυναίκες του χωριού φτιάχνανε γλυκά κι όλα αυτά τα πράγματα, και κερνούσαν τον κόσμο. Γέμιζε η αίθουσα, ήταν πολύς ο κόσμος που ερχότανε, και εδώ θα πω ότι αυτό συνεχίζεται, σ' ό,τι αφορά την ημέρα του Αγίου Ελευθερίου και σήμερα ακόμα, 15 του Δεκέμβρη που θα είναι, η αίθουσα απέναντί μας που είναι, ο Σύλλογος Κυριών Στεφανιάς, πάλι φτιάχνει πολλά γλυκά και πίτες και περιποιείται τους καλεσμένους που έρχονται εδώ. Σε ότι αφορά πάλι τη διασκέδαση, εκτός όλα αυτά που είπαμε προηγουμένως, υπήρχε κι η ομάδα ο Τρινασσιακός, η θρυλική ομάδα του Τρινασσιακού, την οποία κι εγώ ένα διάστημα, όπως είπα προηγουμένως, θήτευσα στο συμβούλιο. Είχε πάντα καλούς ποδοσφαιριστές και πάντα έπαιζε σε κατηγορίες και τοπικά πρωταθλήματα και πήγαιναν τις Κυριακές στο γήπεδο, οπότε κι εκεί ξέσκαζαν λίγο. Οι γάμοι, ήτανε κι αυτός και μάλιστα είχαμε τους χωριάτικους γάμους εδώ, που πηγαίνανε στα σπίτια, στους φούρνους ψήνανε ψητά ωραία, πράγματα. Γιατί, όπως σου προείπα, ο κόσμος είχε αγάπη μεταξύ τους, λεβέντη μου. Μετά το μικρόβιο της πολιτικής κι όλα αυτά, καταφέρανε και κάνανε τον κόσμο, δυστυχώς, να αλλάξει. Τώρα, ας φροντίσετε εσείς οι νέοι όλα αυτά να τα έχετε ξεπεράσει, να τα ξεπεράσετε όλα αυτά τα πράγματα και να είσαστε αγαπημένοι μεταξύ σας. Αυτά σε ότι αφορά τη ζωή, αν θες να με ρωτήσεις κάτι να με ρωτήσεις γι' αυτό. Νομίζω ότι πρέπει να πούμε δυο πράγματα, για να εμπλουτίσουμε όλη αυτή, σε ό,τι αφορά τις μεταβολές της Στεφανιάς. Να σου πω ότι η Στεφανιά, το 1835 ανήκε στον Δήμο Τρινάσσου. Έδρα ήτανε η Σκάλα. Και ήτανε μαζί ο Λέημονας, το Σεβνταλί, τα Τρίνησσα και οι Τρεις Νερόμυλοι, που λεγότανε. Στη Στεφανιά υπάρχει και ο οικισμός Σούλι, ο οποίος ήτανε τότε, ο οποίος έχει προσαρτηθεί κι αυτό στον Δήμο Τρινάσσου, ως Σούλι, ενώ σήμερα είναι με τη Στεφανιά το Σούλι. Τα Κασιμιάνικα είναι ένα, Στεφανιά–Κασιμιάνικα. Μπορεί να λέγεται Κασιμιάνικα, μια ονομασία από τον Κασίμακα, που έχει περάσει από εδώ, επί Τουρκοκρατίας… Είναι με τη Στεφανιά. Η Στεφανιά, στις 31/08/2012, ο οικισμός της Στεφανιάς αποσπάστηκε από τον Δήμο, που είπαμε προηγ[00:45:00]ουμένως, τον Δήμο Τρινάσσου, και έγινε Κοινότητα Στεφανιάς, με έδρα τη Στεφανιά. Σε ότι αφορά το Σούλι, το 1940, έγινε η αναγνώριση του Σουλίου και έγινε προσάρτηση με τη Στεφανιά. Για το Σούλι. Ως το 1994, ήτανε Κοινότητα Στεφανιάς, και μετά έγινε η εθελουσία ένωση των κοινοτήτων και πήγε πια στον Δήμο Σκάλας, που έγινε. Μετά, έγινε Δήμος Ευρώτα με τον «Καποδίστρια», κτλ. και είμαστε σήμερα ο Δήμος Ευρώτα. Λοιπόν. Για να πάμε να δούμε τις απογραφές του χωριού, θα σου πω ότι φαίνεται στη βιβλιογραφία ότι, επί κυβέρνησης Καποδίστρια, είχε στείλει, είχε μάλλον δώσει την εποπτεία της Πελοποννήσου στον Νικόλαο-Ιωσήφ Μαιζών. Ήταν ένας Γάλλος στρατηγός αυτός τότε. Τότε λοιπόν, έκανε αυτός την απογραφή στην Πελοπόννησο και το 1828 βρέθηκε και στην περιοχή μας εδώ, και έκανε την πρώτη απογραφή στη Στεφανιά. Φαίνεται λοιπόν, σαν πρώτη απογραφή, το 1828 από τον Μαιζών. Μαίζων ή Μαιζών, δεν ξέρω πώς είναι ακριβώς. Μετά, η απογραφή, φαίνονται εδώ στα χαρτιά μας, το 1991. Στην απογραφή εκεί, ο πληθυσμός της Στεφανιάς ήτανε 700 κάτοικοι. Το 2001 ήταν 619 και το 2011 ήτανε 486 κάτοικοι. Αυτά περί Στεφανιάς, για τις διοικητικές μεταβολές της και για τις απογραφές. Ό,τι άλλο θέλεις, Χρήστο, λεβέντη μου, είμαι στη διάθεσή σου, μπορείς να με ρωτήσεις.
Ο λόγος σαν ήτανε πολύ εμπεριστατωμένος, συγκροτημένος και έχετε φτιάξει ένα πολύ σωστό και όμορφο «πορτρέτο» για το χωριό, το οποίο ομολογουμένως αγαπάτε. Θα θέλατε –ολοκληρώνοντας τη συνέντευξή μας– με την πάροδο του χρόνου, από τότε που θυμάστε τον εαυτό σας, μέχρι και σήμερα, και υπό τα καθήκοντα τα οποία έχετε εκτελέσει, πώς βλέπετε την εξέλιξη του χωριού; Στους τομείς της οικονομίας, κοινωνικά; Ποιο είναι το σχόλιό σας πάνω σε αυτά;
Άκουσε, λεβέντη μου, θα σου πω. Οικονομικά το χωριό πάει καλά. Είπα πολλές φορές, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ότι θα πει ότι δεν πάει καλά, όποιος ήτανε τεμπέλης και δεν δούλεψε στη ζωή του. Όποιος ήτανε άνθρωπος της δουλειάς, της οικογένειας, δεν μπορεί να μην πει ότι πάει καλά. Είναι δύσκολο να βρεις Στεφανιώτη που να μην έχει περιουσία σήμερα. Όποιος δεν ήθελε… Συγγνώμη, αν στεναχωρήσω κάποιους, γιατί ξέρεις, εγώ τα λέω και δημόσια αυτά, γιατί δεν παίρνω χαμπάρι σε τίποτα, γιατί εγώ, όπως σου είπα, γεννήθηκα απ’ τους πιο φτωχούς γονείς. Όποιος δεν ήθελε, δεν απόκτησε σήμερα. Οι περισσότεροι άνθρωποι απόκτησαν, αγόρασαν, μόχθησαν, κουράστηκαν, μεγάλωσαν παιδιά, σπούδασαν παιδιά. Η Στεφανιά είναι, αυτό που θα πω είναι πολύ όμορφο, αισθάνομαι τόσο περήφανος, ως πρόεδρος του χωριού και ως άνθρωπος, η Στεφανιά έχει βγάλει δεκάδες επιστήμονες. Γιατρούς, δικηγόρους, καθηγητές. Δηλαδή, τι πιο όμορφο για το χωριό σου, να ‘χει βγάλει τόσους επιστήμονες; Και θα σου πω ότι οι νεολαίοι, που πηγαίναμε μαζί σχολείο τότε, ή 5 χρόνια πίσω, ή 5 χρόνια μικρότεροί μου, ή 5 χρόνια μεγαλύτεροί μου και τότε, δεκάδες παιδιά έχουν σπουδάσει. Και όχι μόνο έχουν σπουδάσει, έχουν φτιάξει και οικογένειες. Ωραίες, όμορφες[00:50:00] οικογένειες, παιδιά. Αυτό που λείπει σήμερα, και λυπάμαι που έτσι θα το πω, έχει εισχωρήσει δυστυχώς, και αυτό δεν είναι μόνο στο δικό μας το χωριό, είναι σε όλη την Ελλάδα. Η Ελλάδα, τώρα θα μου πεις «Τι λες;» όμως οι αλήθειες πρέπει να λέγονται, Χρηστάκη, λεβέντη μου, οι αλήθειες πρέπει να λέγονται. Όσο ανεβαίνει κάποιος άνθρωπος οικονομικά, κοινωνικά, η οικογένεια του φτιάχνει έτσι, ελλοχεύει στις καρδιές και στο μυαλό των απέναντι, δυστυχώς, η σπίθα του φθόνου και της ζήλιας κι εκεί χαλάει το πράγμα. Ο κόσμος, δυστυχώς, μεγάλη μερίδα έχει αυτό το θέμα. Είναι θέμα αυτό. Σήμερα, πρέπει τον συνάνθρωπό σου, που έχει μοχθήσει, που έχει κουραστεί, που έχει χύσει ιδρώτα να φτιάξει μια περιουσία, να μεγαλώσει παιδιά, να παντρέψει, να σπουδάσει, να λες μια καλή κουβέντα και ποτέ κακή. Αυτό είναι που εμένα με έχει πικράνει πολύ. Εγώ επειδή έχω εκλεγεί πάρα πολλές φορές, όπως προείπα, συνολικά μπορώ να σου μετρήσω και να σου πω πρέπει να 'ναι 14 φορές. Ωραία, λοιπόν…
Συνεχίζουμε.
Θέλω να πω και μου δίνεται η ευκαιρία και να απευθυνθώ, μέσω εσού, στους νέους. Να προσπαθήσουνε να είναι τίμιοι άνθρωποι, εργατικοί, να αποβάλουν κάθε κόμπλεξ από πάνω τους. Να βλέπουν τους ανθρώπους πάντα με την ανθρώπινη επαφή. Με την αγάπη. Να προσφέρουν στον συνάνθρωπό τους. Να αποβάλουν από το μυαλό τους πολλά πράγματα που έρχονται και από το πολύ μακρινό παρελθόν, που τυχόν έχουμε βρει από τους παππούδες μας ή από τους πατεράδες μας, και όλοι μαζί, στο σημείο που βρίσκεται ο καθένας είτε στο χωριό του είτε στην πόλη, από κοινού και με αγάπη, να προχωρούν μπροστά, για να πάνε μπροστά και τη δική τους ζωή αλλά και τον τόπο στον οποίο μένουν. Αυτά έχω να πω, καμάρι μου.
Πολύ ωραία, κύριε Χρήστο. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την ενδιαφέρουσα συνέντευξη.
Να ‘σαι καλά, καμάρι μου.
Photos

Χρήστος Παπαδάκος
Summary
Ο Aφηγητής αναφέρθηκε εκτενώς στην προσωπική του ζωή και σταδιοδρομία, στον πολιτικό του βίο καθώς και στα καθήκοντά του στην τοπική αυτοδιοίκηση, που ασκεί μέχρι και σήμερα. Μας μίλησε για την ιστορική εξέλιξη της Στεφανιάς, από τις πρώτες καταγραφές μέχρι τις διοικητικές μεταβολές των τελευταίων δεκαετιών. Ανέφερε τα έργα που έγιναν για την ανάπτυξη της οικονομίας της περιοχής, τη διασκέδαση και ψυχαγωγία των κατοίκων, τα πανηγύρια, καθώς και τη συμβολή συγκεκριμένων προσωπικοτήτων στην ανάπτυξη του χωριού.
Narrators
Χρήστος Παπαδάκος
Field Reporters
Χρήστος Κουφάκος
Topics
Tags
Interview Date
21/10/2020
Duration
53'
Summary
Ο Aφηγητής αναφέρθηκε εκτενώς στην προσωπική του ζωή και σταδιοδρομία, στον πολιτικό του βίο καθώς και στα καθήκοντά του στην τοπική αυτοδιοίκηση, που ασκεί μέχρι και σήμερα. Μας μίλησε για την ιστορική εξέλιξη της Στεφανιάς, από τις πρώτες καταγραφές μέχρι τις διοικητικές μεταβολές των τελευταίων δεκαετιών. Ανέφερε τα έργα που έγιναν για την ανάπτυξη της οικονομίας της περιοχής, τη διασκέδαση και ψυχαγωγία των κατοίκων, τα πανηγύρια, καθώς και τη συμβολή συγκεκριμένων προσωπικοτήτων στην ανάπτυξη του χωριού.
Narrators
Χρήστος Παπαδάκος
Field Reporters
Χρήστος Κουφάκος
Topics
Tags
Interview Date
21/10/2020
Duration
53'