«Η Μέθεξις του Χορό-Χρόνου»: Κλαρίνα, κλαριτζήδες και χοροί της Κόνιτσας μέσα από μία έκθεση φωτογραφίας
Segment 1
Βιογραφικά στοιχεία
00:00:00 - 00:07:42
Partial Transcript
Καλησπέρα σας, μπορείτε να μου πείτε το όνομά σας; Τσιγκούλης Παναγιώτης. Εγώ είμαι η Ιωάννα Χριστοπούλου, είμαι Ερευνήτρια, από το …α το έλεγα- γεγονός να μπαίνει κάποιος μέσα στον σκοτεινό θάλαμο και να εμφανίζει, να τυπώνει -ειδικά αργότερα- τις δικές του φωτογραφίες.
Lead to transcriptSegment 2
Ιστορίες από τον πατέρα του αφηγητή και τους πλανόδιους φωτογράφους
00:07:42 - 00:16:07
Partial Transcript
Θέλετε να μοιραστείτε μαζί μας κάποιες ιστορίες από τον πατέρα σας. Τι θυμάστε, τι σας έχει πει για τη ζωή του, ας πούμε; Ναι, μου έλεγε …άρχει ξεχωριστός σκοτεινός θάλαμος, όπως ήταν εκείνα τα χρόνια, αλλά εν δυνάμει μπορεί να στηθεί κλείνοντας έτσι, συσκοτίζοντας έναν χώρο.
Lead to transcriptLocations
Segment 3
Η έκθεση φωτογραφίας
00:16:07 - 00:25:46
Partial Transcript
Α, ωραία. Ναι, ναι. Λοιπόν, και να περάσουμε σιγά σιγά και στην έκθεση που έχετε στο «Ίδρυμα Εσθήρ Γκανή». Πείτε μου και δυο λόγια για… επεμβάσεις. Με πιο πολύπλοκο προφανώς τρόπο τότε, απ΄ ότι τώρα που είναι όλα ηλεκτρονικά και με ένα πρόγραμμα επεξεργασίας γίνονται όλα.
Lead to transcriptSegment 4
Σχολιασμός φωτογραφιών αφιερωμένων σε ανθρώπους αξιομνημόνευτους
00:25:46 - 00:33:02
Partial Transcript
Ωραία. Να περάσω λίγο και στο θέμα της φωτογραφίας, αν θέλετε να σχολιάσουμε κάποιες φωτογραφίες, μέσα από το αρχείο, που έχετε, που είναι σ… αυτό θέλω να βγάλω, έτσι; Φωτογραφίες της στιγμής, που να δίνουνε στον θεατή και τον δικό μου ψυχικό κόσμο αλλά και των άλλων δύο ομάδων.
Lead to transcriptSegment 5
απήχηση της έκθεσης φωτογραφίας στον κόσμο, Σκέψεις για το μέλλον
00:33:02 - 00:39:02
Partial Transcript
Και σχετικά με τις κριτικές που έχετε λάβει μέχρι στιγμής; Είναι πολύ καλές οι κριτικές, και τηλέφωνα έχω δεχτεί, και σ' ένα βιβλίο εντυπ… Ευχαριστώ. Βεβαίως. Και αν βγει και το λεύκωμα, να κυκλοφορήσει. Πιστεύω ότι θα αξίζει. Εννοείται, εννοείται και θα σας ενημερώσω.
Lead to transcriptLocations
Segment 6
Η μοναδική εμπειρία των Κονιτσιώτικων πανηγυριών
00:39:02 - 00:44:20
Partial Transcript
Και πριν ξεχάσω να κάνω και την εξής ερώτηση, μιας και το βιώνετε εσείς, ή έχετε την καταγωγή από την Κόνιτσα, πώς είναι τα πανηγύρια εκεί π… από κοντά. Βεβαίως, ευχαρίστως, σας προσκαλώ από τώρα. Ανοιχτή πρόσκληση, σας ευχαριστώ πολύ. Ευχαριστώ πολύ. Γεια σας. Γεια χαρά.
Lead to transcriptTopics
Locations
[00:00:00]Καλησπέρα σας, μπορείτε να μου πείτε το όνομά σας;
Τσιγκούλης Παναγιώτης.
Εγώ είμαι η Ιωάννα Χριστοπούλου, είμαι Ερευνήτρια, από το Istorima, σήμερα είναι Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2022. Βρισκόμαστε στην ΕΡΑ Ιωαννίνων, μαζί με τον κ. Παναγιώτη. Κύριε Παναγιώτη, θέλετε να μας πείτε δύο λόγια για τη ζωή σας;
Όπως προείπα, είμαι ο Παναγιώτης ο Τσιγκούλης, είμαι φωτογράφος εδώ και 25 χρόνια φωτογράφος. Από πολύ μικρό παιδί όμως, είμαι στον χώρο της φωτογραφίας, καθότι ο πατέρας μου Νικόλαος Τσιγκούλης φωτογράφος, ο παππούς Δημήτριος επίσης. Τον παππού δεν τον πρόλαβα και τον πατέρα δυστυχώς τον έχασα στα πρώτα μου δέκα χρόνια. Παρόλα αυτά πρόλαβα, πρόλαβε μάλλον, να με μυήσει στον σκοτεινό θάλαμο, που εκείνη την εποχή ήταν βασικός χώρος μέσα σε ένα φωτογραφείο. Εν συνεχεία, με τον συνέταιρό του πατέρα μου, Γιάννη Καπάιο, με πήρε από κοντά, ήταν ουσιαστικά από τους πρώτους δασκάλους στη φωτογραφία. Για πολλά χρόνια μαζί του, μέχρι που μετά το λύκειο, πήγα σπούδασα φωτογραφία στην Αθήνα σε δύο σχολές, στην Blow Up του Ανδρέα του Σμαραγδή, και στη Leica Αcademy του Σπύρου του Σκιαδόπουλου. Είμαι μέλος μιας οικογένειας με άλλα δύο αδέρφια, τρία αδέρφια είμαστε δηλαδή συνολικά. Ο πατέρας χάθηκε το μακρινό '86. Δυστυχώς έχασα και τη μάνα μου το ‘13. Έχω τέσσερα παιδιά, είμαι παντρεμένος δηλαδή με τέσσερα παιδιά. Διατηρώ το φωτογραφείο μου -για να κλείσω αυτό το κομμάτι με το φωτογραφείο- διατηρώ το φωτογραφείο της οικογένειας στην Κόνιτσα, που πλέον μετρά 70 χρόνια και, ζωής, γιατί το είχε ιδρύσει ο πατέρας μου, στις αρχές της δεκαετίας του ’50, κι έπειτα με τον συνέταιρο όπως είπα. Και εδώ στα Γιάννενα έχω συνεργασία, δουλεύω ως φωτογράφος στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων. Αυτά τα λίγα έτσι για μια πρώτη ενημέρωση, να το πω.
Ωραία, λοιπόν, εγώ θέλω να σας κάνω την ερώτηση, απ' αυτά που μου είπατε, γιατί επιλέξατε να συνεχίσετε ως φωτογράφος και δεν αλλάξατε επάγγελμα;
Η αλήθεια είναι ότι είναι βίωμα για μένα η φωτογραφία, από πολύ μικρός -όπως είπα πριν- μέσα στον σκοτεινό θάλαμο και στον χώρο της φωτογραφίας στο μαγαζί, στις εκδηλώσεις, στα διάφορα που πήγαινα από κοντά. Οπότε σχεδόν βέβαιο ήταν ότι θα ακολουθήσω τη φωτογραφία. Παρόλα αυτά, κατά τη διάρκεια της Β' και Γ' λυκείου είχα έτσι έναν πόθο, με είχαν βοηθήσει και λίγο οι φίλοι μου, ας πούμε, να δώσω μια δραματική σχολή, σε ένα... σε μία... ήθελα, ας πούμε, είχα έναν πόθο να γίνω, πώς το λένε, ηθοποιός. Εν τέλει έδωσα στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου εξετάσεις, χωρίς καμία ιδιαίτερη προετοιμασία -τώρα από την Κόνιτσα τι θα μπορούσα να κάνω;- μόνος μου ότι είχα κάνει. Προφανώς και για την εμπειρία πήγα περισσότερο, δεν περίμενα ότι από κει θα είχα κάποια επιτυχία. Οπότε αφού έφυγε αυτό, δεν πέρασα εκεί, ήταν σχεδόν βέβαιο, φυσικό, ας πούμε έτσι, ακόλουθο να συνεχίσω στη φωτογραφία. Πήρα μια υποτροφία για την πρώτη σχολή, για την Blow Up. Το πρώτο έτος, δηλαδή, είχα συμμετάσχει σε έναν διαγωνισμό φωτογραφίας -δίναν τέσσερις υποτροφίες- πήρα μία από τις τέσσερις και ξεκίνησα έτσι τη σπουδή μου στην Αθήνα. Θέλησα να περάσω στο ΤΕΙ Φωτογραφίας, δεν κατάφερα γιατί έπρεπε να δώσω ελεύθερο και γραμμικό σχέδιο -ήταν τότε στα δύο μαθήματα τα έξτρα- και δεν ήμουνα καθόλου καλός στο ελεύθερο σχέδιο, στη ζωγραφική δηλαδή. Ακόμα και τώρα, αν ζωγραφίσω έναν άνθρωπο, θα τον κάνω με τα χέρια τεντωμένα, όπως κάναμε στο νηπιαγωγείο. Οπότε πήγα στη σχολή αυτή. Mεταπήδησα στη Leica, και από εκεί πήρα και ένα κρατικό πτυχίο, ας πούμε. Άρα, ήτανε σχεδόν βέβαιο ότι θα ακολουθήσω αυτό το επάγγελμα, όχι α[00:05:00]πλώς για να συνεχίσω την οικογενειακή παράδοση, αλλά γιατί μου άρεσε… μου άρεσε η φωτογραφία πολύ.
Εμένα μου έχει κάνει ιδιαίτερη εντύπωση, γιατί είναι κάτι που δεν το συναντάμε συχνά πλέον, αυτό που είπατε ότι δουλεύτε τον σκοτεινό θάλαμο. Οπότε θέλετε να το μοιραστείτε;
Βεβαίως, φανταστείτε ένα παιδί γύρω στα επτά του χρόνια να μπαίνει σε αυτό το πολύ ιδιαίτερο περιβάλλον, σε αυτόν τον χώρο που λέγεται σκοτεινός θάλαμος. Αυτόν που, λίγο πολύ, όλοι έχουμε δει, μια κόκκινη λαμπίτσα -το μόνο φως που υπάρχει μέσα εκεί. Φανταστείτε λοιπόν, να είσαι επτά ετών, να μπαίνεις μέσα στον σκοτεινό θάλαμο, και να ξεκινά να σου διηγείται, να σου εξιστορεί την ιστορία του σκοτεινού θαλάμου ο πατέρας. Το πώς, εκείνα τα χρόνια κιόλας, ήταν το μόνο μέσο για να τυπωθούν και να εμφανίσουνε τις φωτογραφίες. Και μάλιστα στις πολλές ιστορίες, που μου έλεγε ο πατέρας και ο συνέταιρος, ήταν και μία από αυτές που έλεγε ότι στη διάρκεια της μέρας είχαν συγκεκριμένες ώρες ρεύμα τότε στη Κόνιτσα. Είχανε ρεύμα το πρωί και το απόγευμα. Οπότε τότε θα έπρεπε να μπούνε στον θάλαμο -ξέραν τις ώρες- να εκτυπώσουνε τις φωτογραφίες. Αυτό μιλάμε τώρα στη δεκαετία πριν γεννηθώ εγώ, έτσι, ‘70, ‘60, ‘50. Άρα λοιπόν, μπαίνω μέσα στον σκοτεινό θάλαμο και είναι μια συγκλονιστική εμπειρία, για όποιον δει πρώτη φορά να εμφανίζεται το είδωλο επάνω στη φωτογραφία. Τουλάχιστον για μένα ήταν συγκλονιστικό, και από μαρτυρίες μετά μαθητών μου -που πλέον έχω δείξει κι εγώ έχω έτσι μεταλαμπαδεύσει αυτή τη γνώση με διάφορες αφορμές, στα ΙΕΚ, τέλος πάντων, σε διάφορα σεμινάρια που έχω κάνει- για όλους αποτελεί αυτή η πρώτη εικόνα το να έχεις ένα άσπρο απλά χαρτί και εκεί επάνω να εμφανίζεται το είδωλο, μέσα στο χημικό της εμφάνισης, είναι κάτι το πολύ ιδιαίτερο, συγκλονιστικό που μένει για πάντα, νομίζω. Τουλάχιστον σε μένα, με έχει σημαδέψει αυτή η εικόνα. Δεν θυμάμαι τι ακριβώς ήταν η πρώτη φωτογραφία, αλλά είναι ένα μυσταγωγικό -θα το έλεγα- γεγονός να μπαίνει κάποιος μέσα στον σκοτεινό θάλαμο και να εμφανίζει, να τυπώνει -ειδικά αργότερα- τις δικές του φωτογραφίες.
Θέλετε να μοιραστείτε μαζί μας κάποιες ιστορίες από τον πατέρα σας. Τι θυμάστε, τι σας έχει πει για τη ζωή του, ας πούμε;
Ναι, μου έλεγε πολλά πράγματα, μάλλον θα ΄λεγα καλύτερα μού τα ΄λεγε πολύ καλύτερα ο συνέταιρος του πατέρα, γιατί απ΄ τον πατέρα δεν θυμάμαι, δυστυχώς, πολλά από αυτά που μου έλεγε, καθώς ήμουν πολύ μικρό παιδί, όταν έφυγε από τη ζωή. Οπότε συνδυαστικά με αυτά που μου έλεγε μετά ο συνέταιρος του, ο Γιάννης ο Καπάιος, σε σχέση με το επάγγελμα κυρίως, πολλές έτσι πληροφορίες σε σχέση με το πώς ήταν, ας πούμε, το επάγγελμα του φωτογράφου τα πρώτα χρόνια. Ο πατέρας με τον παππού ήτανε πλανόδιοι, όπως τους λέγανε, φωτογράφους. Περιοδεύανε σε χωριά, με μια κάμερα στην πλάτη, γιατί ήταν η κάμερα... έπρεπε η κάμερα τότε για πρακτικούς λόγους, τεχνικούς λόγους, να έχει τρίποδα. Επειδή οι ταχύτητες ήταν πολύ αργές και τα φιλμ ήταν πολύ αργά, να ‘ναι στημένη η φωτογραφική μηχανή κάπου, και εξ΄ ορισμού η κάμερα που κουβαλούσανε, η «ξυλόγατα» όπως τη λέγανε, είχε αυτήν την ονομασία -θα σας πω τι σημαίνει ξυλόγατα. Γυρίζαν λοιπόν με την ξυλόγατα ανά χείρας στον ώμο και φωτογραφίζανε είτε εκδηλώσεις που γινότανε πανηγύρια, γιορτές που είχε ο κόσμος στα χωριά, ή γάμους κλπ. βαπτίσεις ή ακόμη, ακόμη φωτογραφίες, ταυτοπροσωπίες για ταυτότητες, για βιβλιάρια που χρειαζόταν ο κόσμος τότε. Χρειαζόταν ακόμη, ακόμη βιβλιάριο, κάτι σαν ταξιδιωτικό έγγραφο, για να κατέβουν από την Κόνιτσα στα Γιάννενα, γιατί, ας πούμε, στο Καλπάκι υπήρχε έλεγχος. Πού πηγαίνεις, αν έχεις άδεια, ναι, ναι, αυτά γινότανε λίγο μετά τον πόλεμο. Και... τα πολεμικά σίγουρα γινότανε και βέβαια στα σκληρά χρόνια της Χούντας, της Δικτατορίας κα[00:10:00]ι τότε υπήρχαν τέτοιοι έλεγχοι, οπότε χρειαζόταν ταυτοπροσωπία. Άρα, ένας φωτογράφος είχε και αυτόν τον ρόλο, να πάει από χωριό σε χωριό να φωτογραφίσει, να γυρίσει πίσω στο φωτογραφείο, να εκτυπώσει, να εμφανίσουν στον σκοτεινό θάλαμο, και να πάνε μετά από κάποιες μέρες να τις διανείμουν στους κατοίκους. Οπότε έχω ακούσει πάρα πολλές ιστορίες αυτού του είδους, ότι πηγαίναν με τα πόδια 30χλμ. μακριά, με τη μηχανή στην πλάτη, να φωτογραφίσουν έναν γάμο και να διανυκτερεύσουν εκεί. Να επιστρέψουν την άλλη μέρα πίσω ή ιστορίες από την Πελοπόννησο -όπου ήτανε φωτογράφοι ο πατέρας και ο παππούς- με την ξυλόγατα, που σας προείπα. Ιστορίες για την ανταλλακτική οικονομία που υφίστατο τότε. Αυτό μου το 'λεγε η μάνα μου. Πουλούσαν μια φωτογραφία δύο αβγά, τέσσερις φωτογραφίες μια κότα, εκείνα τα χρόνια, που μπορεί να μην είχε δυνατότητα ο άνθρωπος, ο χωρικός, να έχει δυνατότητα μετρητών. Ανταλλάσσανε λοιπόν μια φωτογραφία με κάποιο προϊόν, με μια διανυκτέρευση, μια φιλοξενία στο σπίτι, με ένα φαγητό, με ένα τραπέζωμα, ας πούμε. Καλά, τα τραπεζώματα και οι φιλοξενίες ήταν δεδομένο ότι γινότανε, γιατί δεν υπήρχε η δυνατότητα επιστροφής ξανά από το χωριό με τα πόδια, την ίδια μέρα έτσι, τελειώνοντας αργά τη δουλειά τους. Τέτοιες ιστορίες πολλές, από τον πατέρα, τον παππού και τον συνέταιρο. Άλλη μια πολύ ωραία ιστορία, μιας και αναφέρομαι στον σκοτεινό θάλαμο, αυτή μου την έλεγε ο Γιάννης ο Καπάιος. Αν έχετε δει ποτέ προτζέκτορα, το μηχάνημα δηλαδή που εκτυπώνει, τον «μεγενθυντήρα», όπως τον λέμε, έχει μια λάμπα που προβάλλει φως, παρεμβάλλεται το φιλμ και κάτω είναι το χαρτί. Το χαρτί είναι φωτοευαίσθητο, πέφτει το φως, και έτσι φωτίζεται απλά το χαρτί και έτσι αυτή είναι κάπως περιληπτικά η διεργασία της εκτύπωσης. Από την πολύ κούραση που είχανε, γιατί έπρεπε να εμφανίσουνε, να εκτυπώσουνε δέκα φιλμ, ας πούμε, τουλάχιστον. Πέντε, δέκα, δεκαπέντε φιλμ, καμιά φορά τους έπαιρνε ο ύπνος, κι έπεφτε το κεφάλι τους στον μεγεθυντήρα, κι επειδή ήταν η λάμπα για ώρες αναμμένη, πέφταν, λέει, και κοιμόταν, καιγόταν από τον μεγεθυντήρα, οπότε ξυπνούσαν, γιατί από τη ζέστη, ας πούμε… Μια, έτσι, μια ωραία πικάντικη ιστορία εκείνων των χρόνων.
Ωραία, εγώ θέλω να ρωτήσω για την ξυλόγατα, που μου είπατε θα την αναφέρετε.
Ξυλόγατα. Αν έχετε δει, πάλι στον κινηματογράφο πλέον, μπορούμε να δούμε τέτοιες μηχανές, είναι ένας ξύλινος τρίποδας και η μηχανή είναι ξύλινη, όπου η μηχανή δεν είναι μόνο φωτογραφική μηχανή, είναι και σκοτεινός θάλαμος. Οι στιγμιαίες φωτογραφίες δηλαδή, τότε, γινότανε μέσα στη μηχανή. Είναι μπροστά ο φακός της μηχανής, παρεμβάλλεται ένα κουτί και στο τελείωμα -αυτό έχει αλλάξει κάπως, έχει αλλάξει στην πορεία των χρόνων, αυτή ακριβώς η εργονομία της μηχανής. Ας πούμε, ότι είναι μπροστά ο φακός, πίσω ήτανε το φιλμ, ή η γυάλινη πλάκα, φωτοευαίσθητη, εκείνα τα χρόνια. Φωτογραφίζανε αρκετό χρόνο 2, 1, 2, 5 δευτερόλεπτα, γι΄ αυτό έπρεπε να είναι ακίνητοι, όσοι φωτογραφίζονται. Έπεφτε το φως πίσω στη φωτοευαίσθητη επιφάνεια, και μετά παίρναν το φιλμ ή την πλάκα, και την εμφανίζανε επί τόπου στο κουτί που υπήρχε ένας σκοτεινός θάλαμος. Η μηχανή δηλαδή είχε και σκοτεινό θάλαμο, ήταν και σκοτεινός θάλαμος, μίνι σκοτεινός θάλαμος, και φωτογραφική μηχανή. Και η ονομασία αυτής «ξυλόγατα», εκείνα τα χρόνια ξυλόγατα λέγανε και την ποντικοπαγίδα. Οπότε έχει δύο ερμηνείες, το πώς πήρε αυτή η φωτογραφική μηχανή τον όρο ξυλόγατα. Επειδή ενδεχομένως, όπως έπιανε η ποντικοπαγίδα, η ξυλόγατα, το ποντίκι, αιχμαλώτιζε το ποντίκι, έτσι, και η ξυλόγατα η φωτογραφική μηχανή αιχμαλωτίζει τη στιγμή και τον χρόνο, και το ότι έμοιαζε σαν -η κατασκευή της- σαν μια παγίδα, το κουτί κτλ. Νομίζω αυτές οι δύο ερμηνείες υπάρχουνε για να δοθεί έτσι μία εξήγηση για το πώς αυτή η φωτογραφική μηχανή ονομάστηκε ξυ[00:15:00]λόγατα.
Ωραία, ενδιαφέρον αυτό.
Όντως.
Εγώ θέλω να σας ρωτήσω το εξής τώρα. Λειτουργεί ακόμη ο σκοτεινός θάλαμος στο φωτογραφείο σας στην Κόνιτσα. Έχετε τη δυνατότητα δηλαδή να εμφανίσετε φιλμ;
Ασπρόμαυρα, ναι. Δεν είναι μόνιμος χώρος, όπως ήτανε τότε, εν δυνάμει όμως υπάρχει ο μεγεθυντήρας, που σας είπα, και εν δυνάμει μπορεί να γίνει, αν συσκοτίσουμε έναν χώρο, μπορεί να φτιάξει κάποιος έναν σκοτεινό θάλαμο. Ακόμη και τώρα υπάρχουν πολύ που το κάνουν ως χόμπι -ιδιαίτερα πολλοί φοιτητές που είναι στον χώρο της φωτογραφίας-, όπου συνήθως και από τα δικά μου χρόνια τα φοιτητικά, το μπάνιο του διαμερίσματος, κλείναν τα παράθυρα να μην μπαίνει φως από πουθενά και γίνεται σκοτεινός θάλαμος. Στο φωτογραφείο, λοιπόν, που υπάρχει ακόμη στην Κόνιτσα, δεν υπάρχει ξεχωριστός σκοτεινός θάλαμος, όπως ήταν εκείνα τα χρόνια, αλλά εν δυνάμει μπορεί να στηθεί κλείνοντας έτσι, συσκοτίζοντας έναν χώρο.
Α, ωραία.
Ναι, ναι.
Λοιπόν, και να περάσουμε σιγά σιγά και στην έκθεση που έχετε στο «Ίδρυμα Εσθήρ Γκανή». Πείτε μου και δυο λόγια για την έκθεση, να μην τα πω εγώ.
Ωραία, η έκθεση λοιπόν φιλοξενείται στο Ίδρυμα Εσθήρ Γκανή, μέχρι αύριο Πέμπτη 29 του μήνα, από τις 12 του μηνός. Αφορά, μάλλον ο τίτλος -να το πάρουμε από κει- είναι η μέθεξις, η μέθεξις του Χορό-Χρόνου. Υπάρχει ένα λογοπαίγνιο εκεί. Επειδή αναφέρεται η έκθεση, ο λόγος -ο κύριος λόγος μάλλον-, η θεματολογία, να το πω καλύτερα, της έκθεσης είναι ο χορός, η μουσική, και ο χρόνος που διαδραματίζεται αυτό το δρώμενο. Οπότε έχει υπάρξει ένα λογοπαίγνιο εκεί στον τίτλο «Ο χορός και ο χρόνος» και προφανώς και η μουσική. Είναι ένα κομμάτι από το μεγάλο αρχείο που υπάρχει σε αυτήν τη θεματολογία, σε αυτήν την εργασία που κάνω, εδώ και πολλά χρόνια. Από μικρός, λοιπόν, απ΄ την εποχή που πήγαινα ακόμη με του πατέρα τον συνέταιρο, σε αντίστοιχα… σε αντίστοιχες εκδηλώσεις… με ενθουσίαζε όλη αυτή η επαφή που υπάρχει ανάμεσα στους μουσικούς και τους χορευτές, ειδικά στα πανηγύρια και στους χορούς, που γίνονται στην Κόνιτσα. Υπάρχει μια αμοιβαία σχέση, ειδικότερα, πιο εξειδικευμένα ακόμα, στα πανηγύρια που δεν υπάρχει ενίσχυση στη μουσική και στις φωνές, ηλεκτρονική ενίσχυση, ενισχυτές κλπ. Δεν υπάρχουνε ηλεκτρονικά όργανα. Είναι το κλαρίνο, το βιολί, το ακορντεόν, το ντέφι, η φωνή, το λαούτο, χωρίς να παρεμβάλλονται μικρόφωνα κλπ. Εκεί, ιδιαίτερα εκεί, αναπτύσσεται μια σχέση πολύ αμφίδρομη μεταξύ του μουσικού και του χορευτή. Οπότε με βάση αυτές τις εικόνες που είχα, και τις μνήμες, από μικρό παιδί, θέλησα και εγώ να συνεχίσω αυτήν την καταγραφή σε αυτήν τη διεργασία και σε αυτήν την ωραία σχέση που αναπτύσσεται επί τόπου σε αυτούς τους δύο, στον χορευτή, σε αυτές τις δύο κατηγορίες -πώς να τους πούμε- ομάδες ανθρώπων, στους χορευτές και στους μουσικούς. Οπότε μου δόθηκε η αφορμή, με την πρόταση από το Ίδρυμα Γκανή, να βγάλω ένα κομμάτι από το μεγάλο αυτό αρχείο προς τα έξω. Θα ακολουθήσουν και άλλες εκθέσεις. Η έκθεση αυτή θα ταξιδέψει και στην Κόνιτσα. Υπάρχει μία πρόταση για την Αθήνα, και με κάποιον σύλλογο, μια αδελφότητα από τα χωριά της Κόνιτσας. Με την ευκαιρία να ευχαριστήσω και το Ίδρυμα Γκανή, το Δ.Σ., τον Πρόεδρο, τον κ. Μάργαρη, για την πρόταση την τιμητική, το υλικό των πολλών ετών, σε αυτήν την εργασία.
Ποιο είναι το κριτήριο επιλογής των φωτογραφιών;
Πέρα από το ότι βασικά σε κάθε έκθεση θέλεις να βγάλεις προς τα έξω αυτό που, ενδεχομένως, εσύ βλέπεις. Θέλεις να κοινωνήσεις στον κόσμο αυτό που εσύ έχεις ως αντίληψη, ως εικόνα, σε κάθε έκθεση φωτογραφίας. Ένα βασικό, δηλαδή, κριτήριο είναι αυτό που θέλεις εσύ να επικοινωνήσεις με τον κόσμο. Αν μπούμε τώρα στο[00:20:00] πώς θα στηθεί μια έκθεση φωτογραφίας, ή αν πάρουμε συγκεκριμένα αυτήν την έκθεση φωτογραφίας, τα κριτήρια ήταν τα εξής: Πρώτον, και βασικό να επικοινωνήσω αυτό που είπαμε, τη ματιά μου προς τα έξω. Δεύτερον, να δείξω αυτήν τη σχέση, που ανέφερα πριν, μεταξύ του χορευτή και του μουσικού. Πόσο δυνατή είναι αυτή η σχέση, και πόσο ο ένας έρχεται στη δική του μέθεξη και επηρεάζει και τον άλλον, στο πέρας ειδικά αυτής της διαδικασίας, της βραδιάς, της εκδήλωσης, εν πάση περιπτώσει. Τρία, στη συγκεκριμένη έκθεση στο Ίδρυμα Γκανή θέλησα να, έτσι, δώσω ένα χρώμα από την Κόνιτσα περισσότερο, και το ηχόχρωμα της Κόνιτσας -έχω και ένα μικρό βιντεάκι που παίζει και ήχους στον χώρο της έκθεσης- ήθελα δηλαδή να δείξω περισσότερο χωριά της Κόνιτσας, πανηγύρια της Κόνιτσας, οπότε ήταν άλλο ένα κριτήριο. Να βάλω κι ένα τέταρτο; Μιας κι έχω αφιερώσει την έκθεση αυτήν σε τρεις κλαριντζήδες, κλαρινοπαίχτες ,τρεις μουσικούς σπουδαίους για την επαρχία της Κόνιτσας, και όχι μόνο, που δεν είναι, δεν ζούνε πια, δεν είναι στη ζωή οι άνθρωποι, στη μνήμη αυτών, λοιπόν, να τους πω με αλφαβητική σειρά: ο Νικόλαος ο Αλεξίου, ο Βαγγέλης ο Πέτσιος, και ο Μιχάλης ο Μανουσάκος. Είχα την τύχη να τους έχω γείτονες, εκεί στην πάνω Κόνιτσα, οπότε αν θέλετε επηρεάστηκα και πάρα πολύ από τα δικά τους, έτσι, παιξίματα και ακούσματα. Καθώς εμείς τους ακούγαμε σχεδόν κάθε μέρα, τα καλοκαίρια, να κάνουν πρόβες, να κουρδίζουν εκεί τα όργανά τους -ενδεχομένως να είχαν την άλλη μέρα κάπου να πάνε σε ένα πανηγύρι ή απλώς για να κάνουν πρόβα τα κλαρίνα τους. Οπότε εμείς παίζαμε... καθώς παίζαμε στην παιδική χαρά με τα ποδήλατα ή κρυφτό ή ο,τιδήποτε, ακούγαμε παράλληλα αυτήν τη συνομιλία, που κάνανε τα τρία κλαρίνα, και ήταν… είναι πολύ δυνατή ανάμνηση αυτή για μένα. Και όπως χαρακτηριστικά αναφέρω κάποια στιγμή, ουσιαστικά είναι σμιλευτές τα ακούσματά μου. Τα τέσσερα -ας κλείσουμε εκεί, λοιπόν, για την έκθεση- τα τέσσερα βασικά κριτήρια για τη συγκεκριμένη έκθεση ήταν αυτά, το ένα το γενικό, και τα άλλα πιο εξιδεικευμένα κριτήρια. Και βέβαια ο χώρος είναι πάρα πολύ ωραίος στο Ίδρυμα Γκανή. Από τη μία είναι πολύ ωραίος, από την άλλη μπορεί να φιλοξενήσει μόνο 26 φωτογραφίες, άρα έπρεπε να είμαι αρκετά αυστηρός να βγάλω... να κάνω μία πρώτη, μία δεύτερη, μία τρίτη διαλογή-επιλογή στις φωτογραφίες, κι έπειτα παίξανε και κριτήρια πέρα από τη μνημόνευση, έτσι, αυτών των τριών, να μνημονεύσω κι άλλους ανθρώπους, που έφυγαν, και θα ‘θελα να τους δείξω, είτε χορευτές είτε μουσικούς. Άρα τα κριτήρια ήταν, έτσι, μπορώ να πω και ανθρωπογεωγραφικά κάπως. Αυτά, γι' αυτό.
Όσον αφορά δυσκολίες που μπορεί να υπήρξανε κατά την έκθεση, για τη δημιουργία της έκθεσης, πέρα από το ότι έπρεπε να μειώσετε πολύ τον αριθμό των φωτογραφιών, γιατί απ΄ ότι κατάλαβα είναι μεγάλο το αρχείο που είχατε, αντιμετωπίσατε κάτι άλλο;
Όχι, εκεί ήταν η δυσκολία η μεγάλη. Τι τελικά να εκθέσω και τι όχι. Βέβαια λύθηκε κάπως αυτό το ζήτημα, με την οθόνη. Έχουνε μια οθόνη στο 'Ιδρυμα, και οπότε κάποιες φωτογραφίες που θα ‘θελα να τις δείξω, αλλά λόγω χώρου δεν γινότανε, παίξανε εκεί, και παίζουνε εκεί, παράλληλα με ένα βίντεο. Άλλη δυσκολία δεν υπήρξε.
Και όσον αφορά την επεξεργασία των φωτογραφιών χρειάστηκε εσείς, ας πούμε, να παρεμβείτε ιδιαίτερα στις φωτογραφίες ή...
Πάντα το ψηφιακό αρχείο χρειάζεται μία πρώτη επεξεργασία. Οι φωτογραφίες που υπάρχουν στην εν λόγω έκθεση είναι τελευταίας δεκαετίας φωτογραφίες. Οπότε είναι όλες με ψηφιακή μηχανή, ψηφιακή φωτογραφική μηχανή. Άρα, εκ των πραγμάτων μία πρώτη επεξεργασία έχ[00:25:00]ει γίνει. Προφανώς, μια επιπλέον επεξεργασία, στις τελικές φωτογραφίες που εκτέθηκαν εν τέλη έχει γίνει κι εκεί. Να σβήσουμε κάποιο αντικείμενο που ενδεχομένως ενοχλεί, να σβήσουμε κάποιο σκουπιδάκι που ενδεχομένως υπάρχει από τον αισθητήρα της μηχανής, να φωτίσουμε λίγο περισσότερο κάποιο σκοτεινό σημείο. Αυτά πάντα γίνονται και γινόταν και στην εποχή του σκοτεινού θαλάμου ακόμη, γινόταν τέτοιες επεμβάσεις. Με πιο πολύπλοκο προφανώς τρόπο τότε, απ΄ ότι τώρα που είναι όλα ηλεκτρονικά και με ένα πρόγραμμα επεξεργασίας γίνονται όλα.
Ωραία. Να περάσω λίγο και στο θέμα της φωτογραφίας, αν θέλετε να σχολιάσουμε κάποιες φωτογραφίες, μέσα από το αρχείο, που έχετε, που είναι στην έκθεση. Ποια ήταν εσάς η αγαπημένη σας φωτογραφία;
Είναι δυο τρεις. Νομίζω η πλέον αγαπημένη είναι αυτή που χρησιμοποίησα και ως αφίσα, όπου είναι ο Μιχάλης ο Πανουσάκος, αρκετά γνωστός όχι μόνο στην επαρχία της Κόνιτσας, όχι μόνο στον Νομό, και στην Ήπειρο, αλλά μπορώ να πω σε όλη τη χώρα αρκετά γνωστός, για το παίξιμό του. Έχουνε παίξει πολύ και με τον Νίκο τον Φιλιππίδη, επίσης πολύ γνωστός, πολύ γνωστό κλαρίνο, στα Βαλκάνια θα 'λεγα. Αυτός έχει αποκτήσει ιδιαίτερη, έτσι, φήμη, δάσκαλος. Είναι λοιπόν μια φωτογραφία που απεικονίζεται ο Μιχάλης ο Πανουσάκος, ο Νίκος ο Φιλιππίδης, σε ένα γλέντι που έγινε στις Πάδες Κόνιτσας, όπου πραγματικά εκεί ο πρωτοχορευτής, αν και δεν βλέπουμε το πρόσωπό του- είναι η φωτογραφία από πίσω, έχω κάποιες τέτοιες μες στην έκθεση- φαίνεται ότι έχει έρθει στη μέθεξη, που είναι και το κύριο θέμα της έκθεσής μου αυτής. Οπότε, είναι η φωτογραφία αυτή με τον Μιχάλη τον Πανουσάκο, όπου έχει το κλαρίνο στο αφτί του πρωτοχορευτή. Είναι μια διαδικασία που συμβαίνει στα μέρη μας, και το έχω βιώσει και ο ίδιος, με δύο κλαρίνα στα δύο αφτιά. Είναι ένα πάρα πολύ ωραίο ταξίδι, που γίνεται εκείνη τη στιγμή, έχοντας τα κλαρίνα στα αφτιά. Οι ήχοι είναι εκπληκτικοί, ας πούμε, ειδικά αν τα κλαρίνα είναι πολύ καλά, όπως ήταν αυτά που έχω ακούσει εγώ. Οι Χαλκιάδες, εγώ τους Χαλκιάδες άκουσα, αξίζει να τους αναφέρουμε και αυτούς. Είναι από τα τελευταία γνήσια και παραδοσιακά κλαρίνα στην περιοχή μας, οι Χαλκιάδες, ο Κώστας και ο Γιώργος Χαλκιάς, δύο αδέλφια -πέρα από τους ανθρώπους που έχουν φύγει από τη ζωή- και ευτυχώς έχουνε βγάλει τον Δημήτρη τον Χαλκιά, γιος, και ανίψια έχουνε βγάλει, και θα συνεχίσουνε, φαντάζομαι, αυτήν την ωραία παράδοση του γνήσιου κλαρίνου, του γνήσιου παραδοσιακού κλαρίνου. Γιατί ξέρετε στην Κόνιτσα έχουμε και ιδιαίτερα τραγούδια, είναι τα λεγόμενα Κονιτσιώτικα. Δηλαδή, όπως είναι, ας πούμε, στο Πωγώνι, έχουμε και στην Κόνιτσα κάποια δικά μας, που χορεύονται και διαφορετικά και είναι ιδιαίτερα στο άκουσμά τους. Οι εν λόγω είναι πολλοί καλοί πρεσβευτές της Κονιτσιώτικης μουσικής.
Ωραία, και ενδιαφέρον αυτό, το να υπάρχει ένα ξεχωριστώ, πώς να το πω;
Ιδιαίτερο, ναι, ναι υπάρχει ένα ιδιαίτερο ηχόχρωμα της Κόνιτσας, τα Κονιτσιώτικα τραγούδια. Ναι, έχουνε κάτι το ιδιαίτερο που είναι ένα… Η Κόνιτσα καμιά φορά λέω ότι είναι ένα τριεθνές στη μουσική γιατί έχει επηρεαστεί από τα Γρεβενά, που υπάρχουν στοιχεία μέσα Μακεδονίτικων, ας πούμε, σκοπών, από το Πωγώνι, που είναι λίγο πιο βαριά λίγο πιο… και από το Ζαγόρι, που είναι λίγο περισσότερο τραγουδιστά και μπορούμε να πούμε «χοροπηδηχτά», σε σχέση με το Πωγωνίσιο, που είναι πιο βαρύ. Οπότε η Κόνιτσα έχει επηρεαστεί από τα τρία αυτά, κι έχει ένα δικό της ιδιαίτερο... Είναι κάποια, γύρω στα 15-20 κομμάτια, που είναι καθαρά Κονιτσιώτικα. Παίζονται στα πανηγύρια, τα πολύ ωραία πανηγύρια της Κόνιτσας.
Μιας και πήγαμε τώρα στο θέμα με τα πανηγύρια, και το αναφέραμε τόσην ώρα, εσείς, ως φωτογράφος, ποια είναι η σχέση σας εκείνη την ώρα με το πανηγύρι. Θα μείνω εκεί. Θέλω να μου πείτε εσείς τη σχέση σας, πώς το β[00:30:00]λέπετε εσείς, πώς το βιώνετε εσείς;
Θα πρέπει να γίνεις ένα σώμα με τους οργανοπαίχτες και τους μουσικούς και με τους χορευτές, με τους μουσικούς και τους χορευτές, για να μη σε βλέπουνε σαν ξένο στοιχείο στην όλη ιστορία που εξελίσσεται και αναπτύσσεται. Γιατί, όπως και να 'χει, όταν ο άλλος θα δει τη φωτογραφική μηχανή να τον «σημαδεύει» και ενδεχομένως και θα «παγώσει» ή θα αντιδράσει λίγο περίεργα ή μπορεί να κάνει και μία χειρονομία ότι δεν θέλει. Οπότε, θα πρέπει να γίνεις ένα σώμα εκεί, να πιεις ενδεχομένως μαζί τους, να έχεις χορέψει και εσύ πιο πριν ή να χορεύεις, να έχεις τη μηχανή και να χορεύεις, να «κλέψεις» μια δυο εικόνες. Οπότε πρέπει να γίνεις ένα σώμα. Αυτό ουσιαστικά είναι ο γρίφος για να πάρεις εικόνες που να δείχνουν αυτήν την όλη έκσταση, να το πούμε, που συμβαίνει εκείνη την ώρα στο πανηγύρι. Πρέπει να μπεις μέσα, να μπεις μαζί τους, να γίνεις ένα σώμα. Αν ξεκινήσεις να σηκώσεις τη μηχανή και απλώς να πας να καταγράψεις, δεν νομίζω ότι το αποτέλεσμα θα είναι… θα είναι απλώς μία καταγραφή -που κι αυτό έχει την αξία του, έτσι; Να γίνει μία φωτογραφία ντοκουμέντο, να γίνει μια καταγραφή του γεγονότος. Αν θέλεις όμως, να εντρυφήσει λίγο περισσότερο η φωτογραφία, στο να πάρεις, να εισπράξεις αυτό που νιώθουνε εκείνη την στιγμή κυρίως οι χορευτές, αλλά και οι μουσικοί, πρέπει να εισχωρήσεις, με το μαλακό που λέμε.
Και όσον αφορά τις σκέψεις που μπορεί να έχετε και τα συναισθήματά την ώρα του πανηγυριού;
Αυτά η προσπάθειά μου είναι να τα μετουσιώσω σε εικόνα. Να γίνει αυτή η συνδιαλλαγή μεταξύ συναισθημάτων δικών μου, και των άλλων που συμμετέχουν σε αυτήν τη δράση, ας πούμε, σε αυτήν την εκδήλωση. Αυτό είναι. Προφανώς αισθάνομαι κι εγώ, και προφανώς θύμισες μου έρχονται, όταν βρεθώ σε πανηγύρι. Αν έχει μεσολαβήσει και κάποιο αλκοολούχο ποτό, αυτό είναι ακόμα πιο έτσι… δίνει μία μεγαλύτερη ευχέρεια και ευκολία. Άρα δεν το κάνω σαν εκτελεστής, να πάω να εκτελέσω, να φωτογραφίσω απλώς, για να εμπλουτίσω το υλικό μου. Το ζω, το νιώθω κι αυτό θέλω να βγάλω, έτσι; Φωτογραφίες της στιγμής, που να δίνουνε στον θεατή και τον δικό μου ψυχικό κόσμο αλλά και των άλλων δύο ομάδων.
Και σχετικά με τις κριτικές που έχετε λάβει μέχρι στιγμής;
Είναι πολύ καλές οι κριτικές, και τηλέφωνα έχω δεχτεί, και σ' ένα βιβλίο εντυπώσεων είναι συγκινητικά τα λόγια που αναφέρουνε, για το πόσο τους έχει αρέσει η έκθεση, για το πόσο άνθρωποι από την επαρχία Κόνιτσας, από την περιοχή της Κόνιτσας, τους γυρίζω πίσω σε εικόνες σε ωραία, σε ωραίες αναμνήσεις που έχουνε. Έχω δεχτεί πολύ ωραίες κριτικές για τη ματιά μου, έχουν γράψει ιδιαίτερα, έτσι, ωραία λόγια και συγκινητικά και τιμητικά βέβαια, και φίλοι και άγνωστοι. Ναι, η αλήθεια είναι ότι τόσο πολύ δεν το περίμενα κι εγώ, γιατί θεωρούσα ότι ένα τέτοιο θέμα κάποιος θα το έβλεπε λίγο με ελαφρότητα, ότι είναι εντάξει τώρα «για τα πανηγύρια» που λέμε, αλλά φάνηκε ότι ο κόσμος, έτσι, και αν θέλετε λόγω του διαλείμματος των δύο ετών, που απείχε κόσμος από γλέντια και εκδηλώσεις, λόγω του covid και του κορονοϊού αυτής της καραντίνας. Ο κόσμος είχε ανάγκη να δει και τέτοιες εικόνες, όπως είχε ανάγκη να συμμετέχει και σε πανηγύρια. Το είδαμε το καλοκαίρι που μας πέρασε. Ασχέτως αν λόγω οικονομικών -γιατί δεν μας έφτανε μόνο η υγειονομική κρίση, συνεχίστηκε και η οικονομική κρίση. Και με όλα αυτά που έχουνε συμβεί την τελευταία περίοδο, έβλεπα ότι ο κόσμος ναι μεν μετείχε στα γλέντια, δεν είχε όμως τόσο τη δυνατότητα να χορέψει μπροστά, ή να ξοδέψει χρήματα αλόγιστα, 'αλόγιστα;' Όπως παλιότερα ενδεχομένως, με την ευκολία που παλιότερα θα έδινε χρήματα για να γλεντήσει. Συμμετείχε[00:35:00] όμως στα γλέντια. Ναι, να το κλείσω να μη το μακρηγορήσω, πολύ θετικές, έτσι, συγκινητικά θετικές οι γνώμες και τα σχόλια από φίλους και αγνώστους για την έκθεση. Οπότε αυτό μου δίνει ένα βήμα κι έναν λόγο να τη μεγαλώσω την έκθεση, και να την πάω και έτσι να ταξιδέψει και αλλού.
Σκέφτεστε την έκθεση, φωτογραφίες της έκθεσης, και πολύ περισσότερες από τις 26 που δίνει τη δυνατότητα το Ίδρυμα, να τις κάνετε σ' ένα λεύκωμα και να το κρατήσετε στην Κόνιτσα;
Ναι. Και με μια φίλη συζητώντας, με αφορμή την έκθεση, μου έδωσε άλλη μία ωραία ιδέα, που έτσι κι αλλιώς την είχα για άλλα πράγματα: Να κάνω ένα λεύκωμα, όπου θα έχει φωτογραφίες με χορούς και πανηγύρια, από την εποχή που φωτογράφιζε ο πατέρας μου και ο συνεταίρος του, ένα πάντρεμα -αν θέλετε- της τότε εποχής με το τώρα. Όπου εκεί θα γίνει μία πολύ καλή λαογραφική καταγραφή, αλλά και θα καταγράφεται η ανθρωπογεωγραφία του τότε, της εποχής του τότε, στην περιοχή της Κόνιτσας, με το τώρα. Οπότε κάτι από τα δύο θα γίνει, είτε αυτό το μοίρασμα, αυτό το... η συνδιαλλαγή των δύο, ή όντος μετά το ταξίδι της έκθεσης προκύψει ένα λεύκωμα αμιγώς με τις φωτογραφίες τις δικές μου. Μπορεί και στο ενδιάμεσο.
Μακάρι, εγώ θα ευχηθώ.
Ευχαριστώ πολύ.
Πριν κλείσουμε σιγά σιγά θέλετε να μου πείτε κάτι τελευταίο, να προσθέσουμε κάτι, ο,τιδήποτε;
Σχετικά με την έκθεση, νομίζω ότι δεν έχω κάτι άλλο να προσθέσω, παρά μόνο να πω ότι έτσι έγινε με ιδιαίτερη συγκίνηση η όλη διεργασία, στο να καταλήξω στις φωτογραφίες. Στην αναζήτηση δηλαδή, στο ξεψάχνισμα του αρχείου μου, είδα κι εγώ ανθρώπους που δεν ζουν πια, είτε είναι χορευτές είτε μουσικοί. Οπότε υπήρχε μία ιδιαίτερη συγκίνηση εκεί, και είναι με πολύ μεγάλη αγάπη προς τα τρία αυτά πρόσωπα, και όχι μόνο. Θα έλεγα γενικότερα στα τρία αυτά πρόσωπα που την αφιερώνω -δεν ζούνε πια- στη μνήμη τους, εν πάση περιπτώσει, ότι είναι ένα μνημόσυνο προς όλους αυτούς τους δεξιοτέχνες μουσικούς, που όλα αυτά τα χρόνια ταξιδέψαν την παραδοσιακή μουσική μέχρι τώρα. Αυτό μπορώ να προσθέσω για την έκθεση και ευχαριστώ πολύ και εσάς προσωπικά αλλά και το Istorima, το Ίδρυμα Νιάρχος, γι' αυτήν τη δυνατότητα αυτής της καταγραφής.
Εμείς ευχαριστούμε, κι εγώ ευχαριστώ και για τη συνέντευξη και για τον χρόνο σας.
Ευχαριστώ πολύ.
Αν δεν υπάρχει κάτι άλλο, εγώ δεν έχω κάτι άλλο να σας ρωτήσω. Εμένα με καλύψατε.
Δεν υπάρχει κάτι άλλο, τι θα μπορούσαμε να πούμε περισσότερα πράγματα; Δεν ξέρω, αν κάπου έχουμε έλλειμμα, να αναφερθούμε σε κάτι άλλο, όπως νομίζετε εσείς. Αν νομίζετε ότι είμαστε εντάξει...
Εγώ είμαι εντάξει.
Εντάξει, ωραία. Θα μπορούσα να μιλάω ώρες για τη φωτογραφία, ώρες για την οικογενειακή παράδοση και για την -προφανώς να μιλάμε και ώρες για τη- μουσική και για την παράδοση και την παραδοσιακή μουσική. Νομίζω όμως ότι καλύψαμε αρκετά από όλα.
Έγινε. Ευχαριστώ πολύ και πάλι και τα λέμε και μακάρι να δω και άλλες εκθέσεις!
Ευχαριστώ. Βεβαίως.
Και αν βγει και το λεύκωμα, να κυκλοφορήσει. Πιστεύω ότι θα αξίζει.
Εννοείται, εννοείται και θα σας ενημερώσω.
Και πριν ξεχάσω να κάνω και την εξής ερώτηση, μιας και το βιώνετε εσείς, ή έχετε την καταγωγή από την Κόνιτσα, πώς είναι τα πανηγύρια εκεί πέρα, τι το ιδιαίτερο έχουνε;
Τα πανηγύρια στην Κόνιτσα, ειδικά στα Μαστοροχώρια της Κόνιτσας, κρατάνε αυτό που λέμε παραδοσιακή μουσική. Είναι τα όργανα χωρίς ηλεκτρονική ενίσχυση στον ήχο, είναι τα όργανα που ανέφερα πιο πριν, 4-5 όργανα, και η βασική διαφορά με την... με τα σύγχρονα πανηγύρια είναι πως οι μουσικοί, η κομπανία, η ζυγιά, όπως αλλιώς την έχουμε πει, βρίσκονται δίπλα από τους ανθρώπους, που εκεί συμμετέχουνε στη διαδικασία. Δεν είναι αποκομμένοι, δηλαδή, πάνω σε κάποιο πατάρι, όπ[00:40:00]ως συνηθίζουμε τα τελευταία χρόνια να βλέπουμε τέτοιες εικόνες. Η κομπανία είναι πάνω στο πατάρι, έχει τη μικροφωνική στο τέρμα, τα μεγάφωνα και τα ηχεία είναι στη διαπασών. Στην Κόνιτσα, ειδικά στα πανηγύρια, τα μικρά, στα Μαστοροχώρια και σε κάποια άλλα χωριά, ο διάλογος αναπτύσσεται χέρι χέρι με τον μουσικό και τον χορευτή. Ο ήχος είναι ανεπιτήδευτος, είναι παραδοσιακός, και πάνε -αυτό που είπα- πάνε χέρι χέρι. Εξελίσσεται, δηλαδή, το γλέντι. Προφανώς, υπάρχει η διαφοροποίηση ότι ο ένας παίζει για να βγάλει χρήματα κι ο άλλος ακούει για να διασκεδάσει. Παρόλα αυτά κάποια στιγμή γίνεται ένα πάντρεμα, που κι όλοι αμφοτέρω γλεντάνε και συμμετέχουν στο δρώμενο. Τα πανηγύρια στην Κόνιτσα αξίζει κάποιος να τα επισκεφτεί. Ευτυχώς, ακόμη υπάρχουν κάποιες κομπανίες -όπως ανέφερα πριν τους Χαλκιάδες- που κάνουνε παραδοσιακά πανηγύρια. Ιδιαίτερα πανηγύρια, ιδιαίτερες εικόνες. Σας καλώ τα καλοκαίρια να βιώσετε αντίστοιχες εικόνες. Και το Ζαγόρι, κάποια χωριά του Ζαγορίου, ακόμη κρατάνε τέτοια πανηγύρια, και το Πωγώνι προφανώς, όπως είπα πιο πριν. Αυτή η περιοχή όλη, μπορούμε να βρούμε στον Νομό Ιωαννίνων -ή στην Ήπειρο μάλλον να το πω καλύτερα- μπορούμε να βρούμε ακόμη έτσι παραδοσιακά πανηγύρια. Της Κόνιτσας, με το ιδιαίτερο ηχοχρώμα τους, είναι ακόμη καλύτερα. Και βέβαια, αν δεν παινέψει το σπίτι του, ο -πώς το λένε- θα πέσει να τον πλακώσει.
Ωραία. Ευχαριστώ πάρα πολύ και γι’ αυτό το μοίρασμα συναισθημάτων και εικόνων. Εσείς πρωτοχορευτής έχετε γίνει;
Ναι βέβαια, έχω υπάρξει πρωτοχορευτής. Πέρα από τον γάμο μου δηλαδή, έχω χορέψει και σε πανηγύρια πρώτος. Από μικρά παιδιά που πηγαίναμε με τα μηχανάκια στα πανηγύρια, κάπως θα την κάναμε, θα μαζεύαμε χαρτζιλίκι, ας πούμε, και θα δίναμε στα κλαρίνα για να χορέψουμε μπροστά κι εμείς ή εγώ ή κάποιος φίλος, εναλλάξ, ενδεχομένως. Ναι, από μικρά παιδιά, έτσι, από το λύκειο, ας πούμε, που πηγαίναμε με μηχανάκια μόνοι μας, ανεξάρτητοι, χορεύαμε μπροστά. Μετείχαμε γενικώς στα πανηγύρια της Κόνιτσας.
Κι αυτή η εμπειρία πώς είναι το να το ζεις, πέρα από το να είσαι φωτογράφος και να το ζεις αυτό, να είσαι πρωτοχορευτής και να το ζεις αυτό;
Βιώνεις αυτήν τη μέθεξη, που αναφέρω στον τίτλο της έκθεσης. Νιώθεις πως εκείνη τη στιγμή είσαι εκεί μόνο για τον χορό. Ειδικά αν έχεις λίγο πιει έτσι το κάτι τις, νιώθεις ότι όλα γίνονται μόνο για εκείνη τη στιγμή. Ιδιαίτερα συναισθήματα νιώθεις. Μια ανάταση ψυχής. Ξεχνάς, ενδεχομένως, προβλήματα καθημερινότητας. Προβλήματα που μπορεί να έχεις, ειδικά τα τελευταία χρόνια, όπως είπαμε και πιο πριν με την καραντίνα. Το είδα φέτος στα πανηγύρια, το καλοκαίρι που μας πέρασε δηλαδή, να θέλει ο κόσμος να χορέψει, για να βγάλει λίγο από πάνω του αυτόν τον εγκλεισμό, που βίωσε τα δύο χρόνια με το ν covid, και να νιώσει αυτήν την ευθυμία που προσφέρει ο χορός. Δίνει μία ανάταση ψυχής. Είναι οξυγόνο για τον άνθρωπο ο χορός.
Ωραία, ήθελα να ακούσω αυτά τα συναισθήματα. Πραγματικά με ενδιαφέρει να βλέπω τον συναισθηματικό κόσμο του κάθε ανθρώπου, και σε κάθε κατάσταση στην οποία βρίσκεται. Οπότε εγώ σας ευχαριστώ πάρα πολύ, για άλλη μια φορά, για όλο το μοίρασμα και τις καταθέσεις που μας κάνατε.
Να 'στε καλά.
Και μακάρι να τα πούμε και στην Κόνιτσα ένα καλοκαίρι και να τα ζήσω κι εγώ από κοντά.
Βεβαίως, ευχαρίστως, σας προσκαλώ από τώρα. Ανοιχτή πρόσκληση, σας ευχαριστώ πολύ.
Ευχαριστώ πολύ. Γεια σας.
Γεια χαρά.
Summary
Ο Πάνος Τσιγκούλης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κόνιτσα. Όπως ο πατέρας του κι ο παππούς του, που ήταν φωτογράφοι, έτσι κι αυτός σπούδασε φωτογραφία στην Αθήνα. Επέστρεψε στον τόπο του για να κρατήσει ζωντανή την οικογενειακή παράδοση. Μέσα από την έκθεση στο «Ίδρυμα Ιωσήφ και Εσθήρ Γκανή» θέλει να αναδείξει αυτήν την ιδιαίτερη παράδοση των κονιτσιώτικων πανηγυριών και να τονίσει τη μυσταγωγική σχέση που δημιουργείται ανάμεσα στους χορευτές και τους μουσικούς. Κλαρίνα, κλαριτζήδες και χοροί μπλέκονται μεταξύ τους, και αποτυπώνονται σε φωτογραφίες του αφηγητή που απαθανατίζουν μοναδικές στιγμές μιας «μέθεξης» των ανθρώπων που συμμετέχουν.
Narrators
Παναγιώτης Τσιγκούλης
Field Reporters
Ιωάννα Χριστοπούλου
Tags
Interview Date
27/09/2022
Duration
44'
Interview Notes
Το σημείωμα που αναγραφόταν στην πρόσκληση της έκθεσης:
«Θιαμαίνομαι τον Ουρανό που στέκει δίχως στύλο, θιαμαίνομαι τις όμορφες που δεν με πιάνουν φίλο.
Παραδοσιακό, Κονιτσιώτικο
Με ενθουσιάζουν οι μορφές που χορεύουν ή τραγουδούν. Οι μορφές ανθρώπων που συμμετέχουν σε μια αμφίδρομη δυνατή σχέση, μεταξύ μουσικών και χορευτών. Τα παραδοσιακά πανηγύρια και οι γάμοι στην περιοχή της Κόνιτσας, και όχι μόνο, ήταν αφορμή να βιώσω στιγμές που θα έμελλε να μείνουν χαραγμένες στη ματιά και τη μνήμη μου..!
Εμπνευσμένος από την ελκτική δύναμη που ασκεί η μουσική και ο χορός στον Άνθρωπο, αποτυπώνω εκείνο το χρονικό σημείο της ανέλιξης της ψυχής του χορευτή, που θωρά το φθοροποιό παρόν, ως ιδεατό κι αιώνιο. Φωτογραφίζω για χρόνια τον στιγμιαίο εκείνο χρόνο που μοιάζει να απολιθώνεται κατά τη διαδικασία του χορού. Είναι η δύναμη της φωτογραφίας η οποία καταγράφει το δρώμενο, την «επιτόπια» Ιστορία, μα πιότερο είναι η μέθεξη στην οποία συμμετέχει ο χορευτής, έχοντας πολύτιμη συντροφιά τους μουσικούς της ζυγιάς ή της κομπανίας…
Η έκθεση είναι αφιερωμένη στη μνήμη τριών κλαριτζήδων της πάνω Κόνιτσας, Νικόλα Αλεξίου, Βαγγέλη Μπέτζιο και Μιχάλη Πανουσάκο,
σμιλευτές στα ακούσματά μου.
Ο Παναγιώτης Τσιγκούλης σπούδασε Φωτογραφία στην Αθήνα κατά τα έτη 1994-1998, στις σχολές BlowUp &LeicaAcademy. Από το 1994-1999 εργάστηκε ως βοηθός Φωτογράφου σε Studio διαφημιστικής φωτογραφίας στην Αθήνα. Παράλληλα αναλάμβανε φωτογραφήσεις εκδηλώσεων και ρεπορτάζ. Εργάζεται ως φωτογράφος στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων.
Η Διαφημιστική, το Πορτραίτο, η Ταξιδιωτική - Τοπίο, το Καλλιτεχνικό Ρεπορτάζ, είναι από τις αγαπημένες του ενασχολήσεις στον θαυμαστό κόσμο της Φωτογραφίας».
Summary
Ο Πάνος Τσιγκούλης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κόνιτσα. Όπως ο πατέρας του κι ο παππούς του, που ήταν φωτογράφοι, έτσι κι αυτός σπούδασε φωτογραφία στην Αθήνα. Επέστρεψε στον τόπο του για να κρατήσει ζωντανή την οικογενειακή παράδοση. Μέσα από την έκθεση στο «Ίδρυμα Ιωσήφ και Εσθήρ Γκανή» θέλει να αναδείξει αυτήν την ιδιαίτερη παράδοση των κονιτσιώτικων πανηγυριών και να τονίσει τη μυσταγωγική σχέση που δημιουργείται ανάμεσα στους χορευτές και τους μουσικούς. Κλαρίνα, κλαριτζήδες και χοροί μπλέκονται μεταξύ τους, και αποτυπώνονται σε φωτογραφίες του αφηγητή που απαθανατίζουν μοναδικές στιγμές μιας «μέθεξης» των ανθρώπων που συμμετέχουν.
Narrators
Παναγιώτης Τσιγκούλης
Field Reporters
Ιωάννα Χριστοπούλου
Tags
Interview Date
27/09/2022
Duration
44'
Interview Notes
Το σημείωμα που αναγραφόταν στην πρόσκληση της έκθεσης:
«Θιαμαίνομαι τον Ουρανό που στέκει δίχως στύλο, θιαμαίνομαι τις όμορφες που δεν με πιάνουν φίλο.
Παραδοσιακό, Κονιτσιώτικο
Με ενθουσιάζουν οι μορφές που χορεύουν ή τραγουδούν. Οι μορφές ανθρώπων που συμμετέχουν σε μια αμφίδρομη δυνατή σχέση, μεταξύ μουσικών και χορευτών. Τα παραδοσιακά πανηγύρια και οι γάμοι στην περιοχή της Κόνιτσας, και όχι μόνο, ήταν αφορμή να βιώσω στιγμές που θα έμελλε να μείνουν χαραγμένες στη ματιά και τη μνήμη μου..!
Εμπνευσμένος από την ελκτική δύναμη που ασκεί η μουσική και ο χορός στον Άνθρωπο, αποτυπώνω εκείνο το χρονικό σημείο της ανέλιξης της ψυχής του χορευτή, που θωρά το φθοροποιό παρόν, ως ιδεατό κι αιώνιο. Φωτογραφίζω για χρόνια τον στιγμιαίο εκείνο χρόνο που μοιάζει να απολιθώνεται κατά τη διαδικασία του χορού. Είναι η δύναμη της φωτογραφίας η οποία καταγράφει το δρώμενο, την «επιτόπια» Ιστορία, μα πιότερο είναι η μέθεξη στην οποία συμμετέχει ο χορευτής, έχοντας πολύτιμη συντροφιά τους μουσικούς της ζυγιάς ή της κομπανίας…
Η έκθεση είναι αφιερωμένη στη μνήμη τριών κλαριτζήδων της πάνω Κόνιτσας, Νικόλα Αλεξίου, Βαγγέλη Μπέτζιο και Μιχάλη Πανουσάκο,
σμιλευτές στα ακούσματά μου.
Ο Παναγιώτης Τσιγκούλης σπούδασε Φωτογραφία στην Αθήνα κατά τα έτη 1994-1998, στις σχολές BlowUp &LeicaAcademy. Από το 1994-1999 εργάστηκε ως βοηθός Φωτογράφου σε Studio διαφημιστικής φωτογραφίας στην Αθήνα. Παράλληλα αναλάμβανε φωτογραφήσεις εκδηλώσεων και ρεπορτάζ. Εργάζεται ως φωτογράφος στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων.
Η Διαφημιστική, το Πορτραίτο, η Ταξιδιωτική - Τοπίο, το Καλλιτεχνικό Ρεπορτάζ, είναι από τις αγαπημένες του ενασχολήσεις στον θαυμαστό κόσμο της Φωτογραφίας».