© Copyright Istorima

Istorima Archive

Story Title

«Η βάση στην εκπαίδευση είναι η αγάπη»: Η εκπαιδευτικός Βάια Λαμπροπούλου αφηγείται

Istorima Code
25327
Story URL
Speaker
Βάια Λαμπροπούλου (Β.Λ.)
Interview Date
11/09/2023
Researcher
Μαρία Καλεμκερίδου (Μ.Κ.)
Μ.Κ.:

[00:00:00]Καλησπέρα.

Β.Λ.:

Καλησπέρα.

Μ.Κ.:

Εγώ λέγομαι Καλεμκερίδου Μαρία, είμαι ερευνήτρια στο Istorima, ο μήνας έχει 12 και είναι Σεπτέμβριος του 2023, βρισκόμαστε στην Κοζάνη μαζί με την…

Β.Λ.:

Λαμπροπούλου Βάγια.

Μ.Κ.:

Η οποία είναι συνάδελφος, είναι νηπιαγωγός, εκπαιδευτικός, και θα μας μιλήσει γενικότερα για τη λαμπρή πορεία που έχει διαγράψει σε όλους τους τομείς, τολμώ να πω. Για τη θεατρική αγωγή, για το πώς εμπλέκει όλα αυτά τα πολύ ενδιαφέροντα πράγματα στην εκπαιδευτική διαδικασία. Βάια, μου επιτρέπεις τον ενικό.

Β.Λ.:

Ασφαλώς.

Μ.Κ.:

Ο λόγος είναι σε σένα.

Β.Λ.:

Μαρία μου, είναι πολύ ωραίο αυτό που κάνεις. Μακάρι όλοι οι άνθρωποι να μπορέσουνε να εντρυφήσουνε περισσότερο στους υπόλοιπους ανθρώπους και να δούμε τις αναγκαιότητες για μια καλύτερη ζωή. Κι αυτό είναι πολύ όμορφο. Ευχαριστώ λοιπόν για την επιλογή και την πρόταση να συμμετάσχω σε όλο αυτό το project σας. Ονομάζομαι Λαμπροπούλου Βάια. Στο χωριό μου με φωνάζουνε Βαΐτσα και στην πόλη που κατοικώ, στην Κοζάνη, προτιμούν το Βάγια. Ακούω σε όλα τα ονόματα. Γεννήθηκα στο Πλατανόρρευμα Σερβίων, είναι στα Πιέρια Όρη, όπου και μεγάλωσα μέχρι 18 χρονών. Είμαι πολύ περήφανη για το χωριό μου, γιατί έχει φυσική ομορφιά και ανθρώπους που ξέρουν να λένε καλημέρα και να μοιράζονται το μεσημεριανό φαγητό. Έχω αυτές τις εικόνες και τα αρώματα απ’ τα λουλούδια της αυλής και από τα παραδοσιακά φαγητά στους φούρνους. Οι γονείς μου είναι εκπαιδευτικοί, η μητέρα μου νηπιαγωγός, ο πατέρας μου δάσκαλος, και είμαι το μεσαίο παιδί από τα τρία παιδιά του Λαμπρόπουλου Κώστα και της Όλγας Λαμπροπούλου. Το γεγονός ότι μεγάλωσα σε μια οικογένεια εκπαιδευτικών με βοήθησε να έχω επαφές με το βιβλίο και με τις αρχές και τις αξίες μια κοινωνίας. Μεγαλώσαμε με μεγάλες αξίες, που με τα χρόνια τις αναθεώρησα, αλλά η αλήθεια είναι ότι είναι η βάση της προσωπικότητάς μου. Όπως το ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε καλοί και έτσι πρέπει να το διαχειριζόμαστε. Οτιδήποτε κακό, μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε και να το ενισχύσουμε ως καλό, περνώντας τα χρόνια. Ότι βοηθάμε τους ανθρώπους, όταν βρίσκουμε κάποιον σε αδύναμη θέση, προσπαθούμε και δίνουμε το χέρι να τον ανεβάσουμε. Κάτι που με βοήθησε πολύ, αν και σας είπα ότι είχα συγκρουσιακή σχέση με τους γονείς μου, όσον αφορά αυτές τις αρχές. Όταν ήμουνα μικρή, ήμουνα οραματίστρια και μου άρεσε πολύ να ονειρεύομαι πράγματα. Πίστευα πολύ στον Θεό, πράγμα το οποίο με βοήθησε να ερευνήσω περισσότερο τους ανθρώπους, γιατί ο Θεός είναι μέσα στον κάθε άνθρωπο. Αλλά όταν ήμουνα σε μια ηλικία που έψαχνα τι επάγγελμα ήθελα να κάνω, νομίζω ότι περισσότερο αισθανόμουνα όμορφα με τα φώτα της δημοσιότητας, οπότε νομίζω ότι όταν ήμουνα μικρή ήθελα να γίνω τραγουδίστρια. Προσπάθησα να μπω μέσα στη μουσική, χωρίς να είναι οργανωμένο το έγκλημα, και έμαθα πιάνο. Όμως οι φωνητικές μου χορδές δεν το επέτρεπαν τότε, γιατί στα χωριά μιλάμε πολύ δυνατά, και αυτό ήτανε κάτι που υπάρχει μες στην οικογένειά μου, αλλά βλέπω και σε άλλους συγχωριανούς μου, οπότε η φωνή μου ήτανε επιβαρυμένη. Και ειδικά σαν εκπαιδευτικός, τα πρώτα χρόνια που δούλεψα, υπήρχανε κομβία, όπου ήτανε πολύ βραχνή. Με τα χρόνια τη δούλεψα τη φωνή μου και έτσι μπορώ και μιλάω διαφορετικά. Όταν ήρθε η εποχή των Πανελληνίων Εξετάσεων, πέρασα νηπιαγωγός. Προφανώς το κάρμα είναι κάτι πολύ σημαντικό στη ζωή, καθώς ήταν τυχαίο. Γράφτηκα όμως στη σχολή μου, μου άρεσε πάρα πολύ. Ξαναέδωσα Πανελλήνιες Εξετάσεις και πέρασα στη Φιλοσοφική, Παιδαγωγική, Ψυχολογία στα Γιάννενα, όπου επέλεξα να μην πάω και να συνεχίσω τις σπουδές μου στο Παιδαγωγικό του Νηπιαγωγών στη Φλώρινα, που τότε ήταν Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ένα παράρτημα. Πέρασα πολύ ωραία, οι καθηγητές ήταν εξαιρετικοί. Υπήρχε μια μικρή ομάδα νηπιαγωγών, που ήμασταν όλοι μια παρέα. Έχω λάβει μια πολύ καλή βασική εκπαίδευση πάνω στο επάγγελμά μου, πράγμα το οποίο με βοήθησε πολύ μετά, στα πρώτα μου βήματα. Διορίστηκα αμέσως, όταν τελείωσα και πήρα το πτυχίο μου, και δεν αισθάνθηκα ποτέ ότι δεν ήμουνα νηπιαγωγός. Είναι μια φυσική συνέχεια για μένα η τάξη, τα παιδιά, τα προγράμματα, τα όρια. Κάτι το οποίο προφανώς είναι από την εκπαίδευσή μου μέσα στην οικογένεια, απ’ ό,τι τελικά αντιλαμβάνομαι με τα χρόνια. Σαφώς όμως, το επάγγελμα του νηπιαγωγού εξελίσσεται και με τις νέες αναγκαιότητες της κάθε εποχής, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι ένας νηπιαγωγός, σε σχέση με τους άλλους εκπαιδευτικούς, είναι πανεπιστήμονας, καθώς πρέπει να γνωρίζει όλες τις επιστήμες, για να μπορέσει να δώσει στα παιδιά αυτό που χρειάζονται. Δεν υπάρχουν διακριτά αντικείμενα τα οποία θα πρέπει να μάθουμε και να εστιάσουμε την εκπαίδευση. Υπάρχει ολόπλευρη ανάπτυξη, πνευματική, νοητική, κινητική, συναισθηματική, κοινωνική, και μέσα σ’ αυτά αναπτύσσονται όλες οι γνώσεις. Συνηθίζω να λέω ότι το οικοδόμημα της κάθε [00:05:00]προσωπικότητας στηρίζεται στις στέρεες βάσεις, για να προχωρήσω στάδια, διαφορετικά με την πρώτη δυσκολία θα καταστραφεί ή θα πέσει ή δεν θα υπάρξει. Οπότε, νομίζω ότι αυτές οι βάσεις δίνονται στον παιδικό σταθμό και στο νηπιαγωγείο, που είναι διαφορετικές βαθμίδες, πολύ χρήσιμες και βασικές, κι αν δεν λάβουνε σωστά αυτές τις βάσεις, δεν θα μπορέσουν να προχωρήσουν σε κανένα γνωστικό αντικείμενο. Επίσης, σύμφωνα με τις πολλαπλές νοημοσύνες του Gardner, δεν υπάρχει μόνο μία μετρήσιμη, η γλώσσα και τα μαθηματικά, που είναι διακριτά αντικείμενα, υπάρχουνε κι άλλες, όπως η ενσυναίσθηση, η φυσιολατρική νοημοσύνη, η μουσική, η κινητική νοημοσύνη. Πράγμα το οποίο θα πρέπει να το δούμε σαν εκπαιδευτικοί και σαν άνθρωποι, σαν γονείς και σαν προσωπικότητες, για τον ίδιο μας τον εαυτό. Με τα χρόνια λοιπόν ασχολήθηκα με την Ειδική Αγωγή. Εργάστηκα ως ειδική παιδαγωγός σε τμήμα παράλληλης στήριξης στο Νηπιαγωγείο. Δεν ήτανε κάτι που μου ταίριαζε. Θεωρώ ότι η συμβατική τάξη μου ταιριάζει περισσότερο. Παρά ταύτα, θαυμάζω πολύ τους εκπαιδευτικούς που ασχολούνται με την Ειδική Αγωγή. Περνώντας τα χρόνια και γίνοντας μάνα η ίδια, με δύο παιδιά που τα μεγάλωσα σύμφωνα μ’ αυτές τις αρχές, διάβαζα ανελλιπώς και ξαναδιάβαζα. Τα λάθη ήταν πάρα πολλά και μεγάλα. Προσπάθησα πάρα πολύ να εξελίξω τις γνώσεις μου σ’ αυτό. Και περνώντας τα χρόνια, αν και τα παιδιά μου είναι ακόμα στα μαθητικά τους χρόνια, θεωρώ ότι σε γενικές γραμμές έχω δώσει πολύ καλές γραμμές στα παιδιά και πάνω απ’ όλα αγάπη. Την ξεχνάμε την αγάπη και νομίζω ότι η βάση στην εκπαίδευση είναι η αγάπη, όπως και στους ανθρώπους. Αν ξεκινήσεις με την αγάπη και τελειώσεις με την αγάπη, θα έχεις ένα αποτέλεσμα. Αν ξεκινήσεις με τη μάθηση και τελειώσεις με τη μάθηση, δεν ξέρω αν το αποτέλεσμα είναι το ιδανικό για την κοινωνία μας. Με τα χρόνια λοιπόν, και βλέποντας την κοινωνία πώς λειτουργεί, ήμουνα πολύ ανοιχτή στους ανθρώπους και η ζωή με οδήγησε να ασχοληθώ με την αφήγηση παραμυθιών. Μαθήτευσα δίπλα στην Ανθή Θάνου, μια σπουδαία αφηγήτρια για μένα. Έχουμε κι άλλες σπουδαίες στην Ελλάδα κι αυτό είναι πολύ σπουδαίο, γιατί τελικά τρία σπουδαία πράγματα μαζί, σημαίνει ότι η αφήγηση είναι κάτι που είναι ανθρώπινο. Γεννήθηκε απ’ τους ανθρώπους και μαζί του πορεύεται. Η Ελλάδα έχει σπουδαίους αφηγητές. Η Ανθή Θάνου λοιπόν με ενέπνευσε και με έμαθε, μου έδωσε τις γνώσεις γι’ αυτό. Όμως ο κύριος Πελασγός, ο Στέλιος Πελασγός, ήταν αυτός που μου έδωσε το βήμα στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ, που έγινε στην Κοζάνη για επτά χρόνια, όπου αφηγούμουν μαζί με σπουδαίους παγκόσμιους αφηγητές. Στην πόλη μας, σε πολύ ωραία μέρη, όπως είναι ο σταθμός, η βιβλιοθήκη, η φύση, στο λεωφορείο προς την περιοχή της Αιανής και πίσω. Πράγμα το οποίο θα ’θελα πολύ να ξαναγίνει. Ήταν πάρα πολύ σπουδαίο. Μου ’δωσε έτσι το άνοιγμα ν’ ασχοληθώ και με το θέατρο. Από κει και στο εξής, μέσα από θεατρικές ομάδες… Και εδώ θα μνημονεύσω και θα ευχαριστήσω, όπως ευχαριστώ και τους προηγούμενους, την Ανθή Θάνου και τον Στέλιο Πελασγό, τον Κωνσταντίνο Μπαμπίλα, ο οποίος είναι εκπαιδευτικός, αλλά και θεατρολόγος. Ξεκίνησα λοιπόν στην Πτολεμαΐδα τα μαθήματα θεάτρου, μετά τα συνέχισα στην Κοζάνη και έτσι έπαιξα παραστάσεις, ερασιτεχνικές και επαγγελματικές, και θεωρώ ότι είναι ένα απ’ τα πιο δύσκολα επαγγέλματα που θα μπορούσε να κάνει ένας άνθρωπος. Με αυτήν την ενασχόλησή μου προσπάθησα να συνδυάσω το νηπιαγωγός με το ηθοποιός. Δεν μπορώ να θεωρηθώ ηθοποιός, παρά ταύτα όμως δεν μπορώ να θεωρηθώ κι ότι δεν έχω παίξει σε παραστάσεις. Ασχολήθηκα πολύ με το θέατρο στην εκπαίδευση. Όχι θεσμικά, όσο μέσα στην τάξη, και αυτό είναι νομίζω το ζωντανό και το σημαντικό. Ο κάθε άνθρωπος έχει πολλές πτυχές και οι τέχνες βοηθάνε πολύ τα παιδιά και τους ανθρώπους να τις αναπτύξουνε, να τις δούνε. Να δούμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη, να τον αναγνωρίσουμε και να τον αγαπήσουμε ακόμα και με τα ελαττώματά μας. Το θέατρο δίνει τη δυνατότητα σε κάθε παιδί να δοκιμάσει διαφορετικές προσωπικότητες και μέσα σ’ αυτό να καθρεφτίσει τον εαυτό του, όμως να δει και τις δυνατότητες που έχει να εξελιχθεί. Το θέατρο στην εκπαίδευση το χρησιμοποιούμε από την αρχή με τα παιχνίδια ρόλων, με το θεατρικό παιχνίδι και ιδιαίτερα μέσα από την κίνηση και τη μίμηση. Θεωρώ ότι τα μιμητικά παιχνίδια, ότι: «Κάνε ό,τι κάνω», η διδασκαλία μέσω της μουσικής και: «Ακολουθούμε τους ρυθμούς»… Ο ρυθμός της μουσικής είναι πολύ βασικός όσον αφορά στην εξέλιξη του παιδιού και έχω την αίσθηση ότι αυτό έδωσε στα παιδιά, που τα δίδαξα έτσι, τα project που δίδαξα στο σχολείο μέσω της Θεατρικής Αγωγής, έδωσαν μια άλλη οπτική για τη ζωή. Τα έκανα περισσότερο ευγενικά, πρώτα με τον εαυτό τους και μετά με τους άλλους ανθρώπους, και περισσότερο ανθρώπους με ενσυναίσθηση και αγάπη. [00:10:00]Δεν θα ξεχάσω ένα παιδί που, πριν από αρκετά χρόνια, μου είπε ότι: «Σ’ ευχαριστώ κυρία, γιατί μου είπες ότι… με έμαθες ότι είμαι καλό παιδί, γιατί μέχρι πέρυσι νόμιζα ότι ήμουν κακό παιδί». Είναι φοβερό τελικά το πόσο δίνουμε ρόλους στα παιδιά. Και οι ρόλοι είναι το βασικό στο θέατρο. Και το βασικό και στη ζωή. Θεωρώ λοιπόν ότι το θέατρο στην εκπαίδευση είναι κάτι που θα πρέπει να εξελιχθεί και άλλο. Θα πρότεινα να μπουν και θεατρολόγοι μέσα στο νηπιαγωγείο, όπως μπήκαν και οι ειδικοί των μουσικών. Κάνουν πολύ σημαντική δουλειά, κάτι το οποίο σαφώς και μόνο οι εκπαιδευτικοί, και πόσο μάλιστα μόνο οι νηπιαγωγοί, δεν θα το εξελίξουν αρκετά. Οι νηπιαγωγοί είπαμε ότι έχουνε πολλές επιστήμες, είναι πανεπιστήμονες, εκ των πραγμάτων, αλλά ένας ειδικός θα ξέρει πάντα καλύτερα τον ρόλο του. Το θέατρο λοιπόν στην εκπαίδευση και οι θεατρολόγοι στον χώρο του νηπιαγωγείου θα βοηθήσουν πολύ να κάνουμε ισορροπημένους ανθρώπους. Ανθρώπους που ξέρουν τι τους γίνεται, ανθρώπους που ξέρουν να ζητάνε αυτό που θέλουνε και μπορούν να πούνε το αντίστοιχο «όχι». Για να γλιτώσουμε την εγκληματικότητα και όλα αυτά τα αρνητικά που μπορεί να υπάρχουν ακόμα και στην εποχή μας. Υπήρχαν πάντα, στην εποχή μας διαδίδονται ακριβώς γιατί υπάρχει τα μέσα ενημέρωσης πιο έντονα και η ενημέρωση, ειδικά με τα κοινωνικά δίκτυα. Και εδώ ήταν ένα κομμάτι άλλο της ζωής μου, η δημοσιογραφία. Έχω κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στην Ψηφιακή Δημοσιογραφία και έχω τελειώσει το δημόσιο ΙΕΚ της δημοσιογραφίας, Συντακτών και Ρεπόρτερ. Και αυτό έγινε τα τελευταία χρόνια, μετά από την ενασχόλησή μου με τα κοινά, όπου είδα τον ρόλο που μπορούν να παίξουνε οι δημοσιογράφοι και τον ρόλο που μπορούν να παίξουνε, καταστρέφοντας, οι δημοσιογράφοι. Αποφάσισα λοιπόν να γίνω ένας εμπεριστατωμένος δημοσιογράφος και να πληροφορηθώ, να μάθω, να ενημερώσω σωστά, πάνω απ’ όλα κάνοντας τις αντίστοιχες σπουδές. Η αλήθεια είναι ότι μου έδωσε ένα μεγάλο έναυσμα και ένα μεγάλο άνοιγμα στη ζωή μου και στη σκέψη μου. Κάνω προσωπογραφίες, παίρνω συνεντεύξεις από ανθρώπους που έχουν κάτι να πουν, από ανθρώπους όλων των ειδών. Διότι αυτό που θα πρέπει να ακουστεί προς τα έξω δεν είναι μόνο οι επιφανείς άνθρωποι, εντός και εκτός εισαγωγικών, ή αυτοί που έχουν πρόσβαση στα μέσα ή οι άνθρωποι που μπορεί να έχουνε ανώτερες μόνο σπουδές. Θεωρώ ότι πολύ σπουδαία πράγματα, μεγάλη ποιότητα και γνησιότητα έχουν όλοι οι άνθρωποι. Η μόρφωση δεν είναι ίδιον χαρακτηριστικό του ανθρώπου που έχει κάτι να πει και έχει αξία. Αξία έχει ο καθένας ξεχωριστά και αυτό νομίζω ότι είναι η βασική εκπαίδευση. Και σαν εκπαιδευτικός και νηπιαγωγός, δεν πιστεύω ότι γίνεται μόνο στα σχολικά χρόνια, αλλά γίνεται διά βίου, σε όλα τα χρόνια της ζωής μας. Έτσι λοιπόν, με τη δημοσιογραφία ασχολήθηκα περισσότερο, και θα συνεχίσω να ασχολούμαι, με την προσωπογραφία, γιατί θεωρώ ότι θα πρέπει να δοθεί βήμα να μιλήσουν όλοι οι άνθρωποι. Είναι κάτι το οποίο χρησιμοποίησα πολύ και στο σχολείο, βάζοντας τα παιδιά στη θέση των δημοσιογράφων και συνεντευξιαζομένων, έτσι ώστε να μπορέσουν να αναζητούνε λύσεις, να αναρωτιούνται, να ερωτώνται, τόσο στον εαυτό τους όσο και στους άλλους. Είδα και αυτό το κομμάτι ότι βοηθάει πολύ στο σχολείο και πραγματικά αναπτύσσεται ένα δίκτυο, τα «μέσα στην εκπαίδευση», τα τελευταία χρόνια, που θεωρώ ότι θα ’ταν πολύ σημαντικό, παραπλήσιο με αυτό της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης και το θέατρο της εκπαίδευσης και του ευ ζην, που λειτουργούμε τα τελευταία χρόνια και πολλά χρόνια τώρα. Νομίζω ότι τα «μέσα στην εκπαίδευση» είναι πολύ σημαντικό, ακριβώς για να αναπτύξουμε την κριτική σκέψη των παιδιών μας και των μετεπόμενων ανθρώπων της πολιτείας, των πολιτευομένων ανθρώπων. Των πολιτευομένων ανθρώπων που θα πρέπει να ενεργήσουν για να κάνουν τη ζωή μας καλύτερη, κι αν δεν αναπτύξουν την κριτική σκέψη και το τι πρέπει να λάβουν υπόψιν τους και το τι δεν πρέπει να λάβουν υπόψιν τους, απ’ αυτά που λέγονται, νομίζω ότι έχουμε ένα σημαντικό πρόβλημα. Όπως το πρόβλημα που αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια από ανθρώπους που παρασύρονται από τις πληροφορίες, από τις ψευδείς πληροφορίες, που παρασύρονται από προβλήματα, γιατί τα προβλήματα υπήρχαν και υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντα, αρκεί να υπάρχει ένας νους που να μπορεί να τα λύσει. Ίσα ίσα που τα προβλήματα είναι φυσιολογικό πράγμα και δεν είναι φυσιολογικό πράγμα να μην υπάρχουν προβλήματα. Αυτό θα πρέπει να το μάθουμε. Δεν θεωρώ λοιπόν ότι είμαστε στη χειρότερη φάση της ανθρωπότητας. Θεωρώ ότι η ανθρωπότητα πάντα είναι στη χειρότερη φάση της, και γιατί δεν μπορούμε να το αξιοποιήσουμε σωστά. Όταν μπορούμε να το αξιοποιήσουμε σωστά, η οποιαδήποτε χειρότερη φάση, θα είναι μια ευκαιρία ζωής. Και η ιστορία μας το διδάσκει αυτό. Μας διδάσκει λοιπόν ότι σε κάθε κρίση υπάρχουν άνθρωποι που την αξιοποίησαν και ήταν η ευκαιρία να αναδείξουν… όπως και λαοί, όπως και εθνικότητες. Η δύναμη λοιπόν της εκπαίδευσης, για μένα, είναι μια διά βίου διαδικασία και νομίζω ότι η βάση και η σημαντικότητα του νηπιαγωγείου πρέπει οπωσδήποτε να φανεί προς τα έξω, να το δούνε το τρίπτυχο «εκπαιδευτικοί, γονείς και παιδιά». Θεωρώ ότι θα πρέπει να γίνεται περισσότερη εκπαίδευση στους εκπαιδευτικούς… διά βίου, στους εν ενεργεία εκπαιδευτικούς. [00:15:00]Να μπορούν οι εκπαιδευτικοί να εξελίσσονται με τις ανάγκες της πραγματικότητας, να στηρίζονται από το κράτος, για να μπορέσουν να προσφέρουνε αυτό που χρειάζονται τα παιδιά και οι γονείς να εμπιστευτούν περισσότερο τους νηπιαγωγούς. Ο καθένας νομίζω ότι ξέρει τη δουλειά του. Είναι πολύ σημαντική η εκπαίδευση στους κόλπους της οικογένειας και πολύ σημαντική η εκπαίδευση στους κόλπους της εκπαίδευσης αντίστοιχα. Αυτό το πράγμα, αν συνεργαστεί κι αν συμβεί, η συνεργασία αυτών των δύο κοινοτήτων, της εκπαίδευσης, της κοινωνικοποίησης, θεωρώ ότι θα εξελιχθούν πολλά πράγματα. Είμαι αισιόδοξη. Είμαι αισιόδοξη γιατί τα παιδιά στα οποία εργάζομαι μου έδωσαν τη δυνατότητα να γνωρίζω την αγνότητα και να βρίσκω λύσεις. Γιατί αυτό ξέρουνε τα παιδιά: να βρίσκουν λύσεις, να επιβιώνουνε. Και πέρα απ’ το γεγονός ότι μεγαλώνοντας τούς μαθαίνουμε λοιπόν να αγχώνονται και να μη βρίσκουν λύσεις και να πάνε από τις πεπατημένες οδούς, θεωρώ ότι αν εμείς ακούσουμε τα παιδιά και αν αυτά μιλήσουνε και εμείς τα αντιληφθούμε αυτά που λένε, θα λύσουμε τα περισσότερα προβλήματα που υπάρχουνε στην καθημερινότητά μας.

Μ.Κ.:

Ωραία. Θα σε πάω λίγο πίσω τώρα, να σε ρωτήσω κάποια πράγματα. Το ότι μεγάλωσες σ’ ένα περιβάλλον εκπαιδευτικό –και οι δυο γονείς σου ήτανε συνάδελφοι και οι ίδιοι– σε επηρέασε; Θέλω να πω, υπήρχε ποτέ κάποια περίοδος που να σε πίεζαν, ας πούμε, να ακολουθήσεις τον δικό τους δρόμο;

Β.Λ.:

Δεν με πίεσαν ποτέ, δεν πίεσαν κανένα από τα τρία τους παιδιά για το επάγγελμα και δεν νομίζω ότι ήτανε στόχος τους να γίνω εκπαιδευτικός κι ούτε δικός μου στόχος. Νομίζω ότι ήτανε κάρμα. Έγραψα αυτές τις βαθμολογίες που ήτανε γι’ αυτή τη σχολή.

Μ.Κ.:

Και ξεκίνησες το πανεπιστήμιο το αγαπημένο… Κι εγώ από κει αποφοίτησα.

Β.Λ.:

Ναι, αγαπημένο πανεπιστήμιο.

Μ.Κ.:

Θεωρείς ότι υπάρχει αυτό το χάσμα ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη;

Β.Λ.:

Στο συγκεκριμένο πανεπιστήμιο, για το οποίο έχω άποψη, δεν υπάρχει χάσμα. Και στην πρακτική μου εξάσκηση, αλλά και στην επαγγελματική μου πορεία, οτιδήποτε διδάχθηκα στους κόλπους του Πανεπιστημίου της Φλώρινας, του Παιδαγωγικό Νηπιαγωγών, είχε άμεση συνάρτηση. Δεν θα ξεχάσω, στην πρακτική μου είχα την κυρία Βασιλική Χατζηνικολάου, η οποία μου είχε πει: «Εσύ, κορίτσι μου, ξεπερνάς και τους καθηγητές πανεπιστημίου». Όχι, δεν τους ξεπερνάω, ούτε και μπορούμε να τους ξεπεράσουμε όλους τους άλλους, αρκεί να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας. Θεωρώ όμως ότι η εμπειρία μου, ασυνείδητα, από τη μητέρα μου με έφερε σε αυτό το επίπεδο, ώστε να μπορώ να λειτουργώ με αμεσότητα και αυθορμησία απέναντι στην εκπαίδευση των νηπίων.

Μ.Κ.:

Και όταν μπήκες για πρώτη φορά μέσα στην τάξη, τι συναισθήματα σού γεννήθηκαν;

Β.Λ.:

Ήταν μια φυσιολογική πορεία. Δεν είχα καμία δυσκολία, δεν είχα κανένα άγχος. Δυσκολίες σχετικά με κάποιες περιπτώσεις παιδιών, με προγράμματα, με σχεδιασμούς, με ζητήματα που ανά πάσα στιγμή μπορούν να βρουν ανατροπές, υπάρχουνε και λύνονται, αλλά δεν είχα ποτέ κανένα προβληματισμό περί τούτου.

Μ.Κ.:

Το κομμάτι της συνεργασίας με τους συναδέλφους πώς το βλέπεις, έχοντας πολλά χρόνια προϋπηρεσία μέχρι στιγμής; Υπήρξε ίσως κάποιο σκηνικό που να σε επηρέασε αρνητικά;

Β.Λ.:

Οι συνάδελφοι οι εκπαιδευτικοί θεωρώ ότι τα τελευταία χρόνια έχουνε μια δυναμική παρουσία στον χώρο της εκπαίδευσης. Ειδικά οι νεότερες γενιές. Οι μεγαλύτερες γενιές είχανε μια πιο τετριμμένη σκέψη, ήταν περισσότερο συντηρητικοί και λίγο φοβισμένοι. Η αλήθεια είναι ότι συναναστράφηκα μαζί τους, δυσκολεύτηκα. Προσπάθησα να φέρω την ανατροπή και την καινοτομία, που από σεβασμό έκανα πίσω. Όταν όμως πήρα στα χέρια μου τη δυναμική της τάξης, θεώρησα τελικά ότι πραγματικά τα παιδιά σε πάνε. Δεν χρειάζεται να υπάρχει κανένας συντηρητισμός και κανένας φόβος, και θα πρέπει να λειτουργήσουμε ομαδικά. Οι συνάδελφοι που αυτή τη στιγμή υπάρχουνε, τουλάχιστον στον δικό μου κύκλο, είναι όλοι συνάδελφοι που δουλεύουν, που αγωνίζονται, που εργάζονται, που ο συντηρητισμός εκλείπει και ο φόβος, όσον αφορά το να μην κάνω κάτι παραπανίσιο ή να μην κάνω κάτι… περισσότερο, παραπανίσιο να μην κάνω, το λιγότερο νομίζω ότι δεν το σκέφτεται κανείς, δεν υπάρχει. Δουλεύουνε όλοι σταθερά, επαγγελματικά και επιστημονικά.

Μ.Κ.:

Τώρα σε επίπεδο προγράμματος. Εντάξει, στο νηπιαγωγείο είναι λίγο πιο ελαστικό θα έλεγα. Υπήρξανε ποτέ περίοδοι που να νιώθεις ότι σε δεσμεύει, αυτά τα οποία πρέπει να δουλέψεις με τους μαθητές;

Β.Λ.:

Καταρχήν, δεν υπάρχει κανένα «πρέπει». Γενικά στη ζωή δεν πρέπει να υπάρχει «πρέπει». Κανόνες μπορεί να υπάρχουνε, αλλά οι κανόνες δεν είναι «πρέπει», είναι κανόνες που ακολουθούμε για το καλό μας. Από κει και στο εξής, τα προγράμματα γίνονται στο νηπιαγωγείο με ευελιξία, ανάλογα με τη δυναμική της ομάδας και την αναγκαιότητα της τάξης. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να γίνει ή να μη γίνει, να τελειώσει, να μην τελειώσει ένα [00:20:00]πρόγραμμα. Η αλήθεια είναι ότι όταν μπήκαν τα εργαστήρια δεξιοτήτων, υπήρχε μία δυσκολία την πρώτη χρονιά, περισσότερο όσον αφορά τις ρουτίνες των δραστηριοτήτων που έχουμε, με τον κύκλο του καιρού και των εποχών, που έχουμε κάποιες δραστηριότητες που είναι πιο στάνταρ για την καθημερινότητα των παιδιών. Οπότε, έπρεπε παράλληλα να κάνουμε και ένα από τα εργαστήρια δεξιοτήτων, να το αναπτύξουμε στον μέγιστο βαθμό. Αντιληφθήκαμε λοιπόν ότι αυτό δεν είναι τόσο απαιτητικό όσο νομίζαμε εξαρχής, οπότε το φέραμε κι αυτό στα μέτρα της ευελιξίας.

Μ.Κ.:

Και είπες πριν ότι το διάβασμα, η φιλαναγνωσία θα το έλεγα, ήτανε βασικό κομμάτι της ζωής σου. Προσπαθείς αυτό να το εντάξεις στη διδασκαλία;

Β.Λ.:

Τη φιλαναγνωσία την εντάσσω κάθε φορά στο πρόγραμμα σπουδών και στις δράσεις που κάνω στο σχολείο, είτε επίσημα είτε ανεπίσημα. Θεωρώ ότι το να μάθουν τα παιδιά να αγαπούνε τη γνώση, είτε από το διάβασμα είτε από την αφήγηση, είναι κάτι πολύ σημαντικό, όπως και να μάθουν να λένε τις δικές τους ιστορίες. Σε αυτό το κομμάτι θα σας πω ότι έχω ένα μεταπτυχιακό στη δημιουργική γραφή και έχω εντάξει την ανάγκη μου να γράψω. Έχω κερδίσει κάποιους διαγωνισμούς. Και αυτό κατά λάθος. Τα τελευταία χρόνια δεν έγραφα πάντα, επειδή διάβαζα. Συνήθως οι Έλληνες περισσότερο γράφουν, παρά διαβάζουνε. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω εκδώσει κάποιο βιβλίο, αλλά έχω κερδίσει πολλούς διαγωνισμούς σε διάφορα είδη, όπως μυθιστόρημα, ποίηση, διηγήματα, στίχο, κάτι το οποίο με ικανοποίησε πάρα πολύ και είδα ότι ίσως να υπάρχει στο μακρινό μέλλον έτσι ένα λαμπρό αστέρι και σε αυτό το κομμάτι. Αλλά χάρηκα πολύ που το αποτύπωσα στο χαρτί. Δεν είναι επίσης εύκολη υπόθεση. Θεωρώ ότι είναι πολύ δύσκολη υπόθεση, ειδικά το καλό γραπτό. Αλλά τα διαβάσματα με βοήθησαν περισσότερο σαν προσωπικότητα. Όπως βλέπω και στα νήπια, η φιλαναγνωσία και τα κείμενα που δίνονται… Που θα πρέπει να είναι πάρα πολύ προσεχτικά επιλεγμένα στο νηπιαγωγείο. Δεν είναι όλα τα παιδικά βιβλία ανάλογα της ηλικίας των παιδιών όπως καταγράφουνε, ούτε σωστά δομημένα και ούτε δίνουν και τα αντίστοιχα σωστά μηνύματα. Αν και το βιβλίο περισσότερο το διαβάζουμε για ευχαρίστηση και όχι για τα μηνύματα, γιατί ο καθένας, ανάλογα με την προσωπικότητά του, τα μελετάει και τα αποκρυπτογραφεί όπως θεωρεί ο ίδιος.

Μ.Κ.:

Και τώρα πήγες σ’ αυτό που ήθελα να σε ρωτήσω στη συνέχεια, σχετικά με τη δημιουργική γραφή. Θα ήθελες κάποια στιγμή μελλοντικά να εκδώσεις κάτι δικό σου;

Β.Λ.:

Νομίζω ότι είναι στα σκαριά. Απλά είναι ζήτημα χρόνου και πιστεύω πολύ στο: όταν έρθει ο κατάλληλος χρόνος, θα έρθει κι αυτό.

Μ.Κ.:

Τώρα, αναφορικά με τους γονείς, το ότι κάνεις τόσα πράγματα και τόσο καινοτόμα πράγματα μέσα στη διδασκαλία, τους έχει πειράξει ενδεχομένως, έχεις ακούσει αρνητικά σχόλια επ’ αυτού;

Β.Λ.:

Σε γενικές γραμμές, η συνεργασία μου με τους γονείς είναι εξαιρετική. Θεωρώ ότι θέλουν να μάθουν τα παιδιά. Από κει και πέρα νομίζω ότι δεν θα ασχοληθώ με τα σχόλια. Δεν άκουσα ποτέ σχόλια, ούτε θετικά ούτε αρνητικά, και ούτε θα μπω στη διαδικασία να τα ακούσω. Και ενεργητικά, αλλά και πρακτικά, αντίδραση για τα προγράμματα δεν είχα ποτέ. Η αλήθεια είναι αυτή.

Μ.Κ.:

Οπότε, ήταν για σένα κάτι το φυσικό και το κομμάτι του θεάτρου να εμπλακεί. Επαγγελματικά θα το σκεφτόσουν να ασχοληθείς;

Β.Λ.:

Επαγγελματικά, όσον αφορά το να ασχοληθώ μόνο με το θέατρο και να μην είμαι νηπιαγωγός, δεν μπορεί να γίνει. Παράλληλα όμως συμβαίνει να πληρώνομαι για να παίξω σε κάποιες παραστάσεις, στα πλαίσια του ερασιτεχνικού θεάτρου όμως, της ερασιτεχνικής ηθοποιίας μου, και μ’ ευχαριστεί. Είναι όμως το πιο δύσκολο επάγγελμα που έχω κάνει. Θεωρώ λοιπόν ότι το να παίξεις θέατρο… Για μένα. Μπορεί για τους άλλους να είναι εύκολο. Θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο να μπεις μέσα στην ψυχοσύνθεση του ρόλου που έχεις και να το αποδώσεις τόσο όμορφα και δοτικά, ώστε να το πάρουν, να το λάβουν οι θεατές.

Μ.Κ.:

Μου είχες πει την προηγούμενη φορά για κάτι που ετοιμάζεις τώρα στη γέφυρα των Σερβίων, μία παράσταση. Θέλεις να την αναλύσεις λίγο παραπάνω, να μας πεις περί τίνος πρόκειται;

Β.Λ.:

Είναι μια παράσταση που δεν την ετοιμάζω εγώ. Εγώ παίρνω μέρος ως ερασιτέχνης ηθοποιός. Υπάρχουν επαγγελματίες ηθοποιοί και όσοι ασχολήθηκαν μ’ αυτό. Τη διοργάνωσε και την πάλεψε ο Στέλιος ο Χλιαράς με τη Νικολέτα τη Σιώμου, απ’ την ομάδα «Χ-αίρεται», που υπάρχει εδώ και εδράζει στην Κοζάνη, που έχει πολλές ερασιτεχνικές ομάδες και αυτό είναι υπέρ της πόλης. Ο πολιτισμός πάντα ενισχύει την πόλη, δημιουργεί γερές βάσεις, έστω τουλάχιστον απ’ αυτή την πλευρά. Και γίνεται με τη σύμβαση των τριών δήμων που συνορεύουν με τη γέφυρα, των δήμων Βελβεντού, Σερβίων και Κοζάνης. [00:25:00]Για μια γέφυρα η οποία έχει στηθεί και έχει πέσει πολλές φορές, για τους κατοίκους που έχουν ταλαιπωρηθεί εξαιρετικά πολλές φορές, για τα συμφέροντα του κράτους, που πάντα υπήρχανε, και δυστυχώς για τους πολίτες που ταλαιπωρούνται πάντα. Είναι ένα μήνυμα, με τη χρηματοδότηση του Υπουργείου Παιδείας στο project, που είναι ένα φεστιβάλ που γίνεται τριήμερο, όπου θα γίνει κι αυτή η παράσταση ακριβώς στον χώρο και τον τόπο της λίμνης, παραλίμνια. Και όπου κάτω από τη λίμνη υπάρχει ένα ολόκληρο χωριό, με εκκλησία και σχολείο, την παλιά Νεράιδα, που τώρα ανέβηκε στον λόφο. Φυσικά οι περισσότεροι έχουνε πάει σε άλλα μέρη και κάποιοι στο εξωτερικό, έχουν ταλαιπωρηθεί. Και αυτό που θέλει να αναδείξει η ομάδα είναι ακριβώς το πρόβλημα της γέφυρας, πως πρέπει, εξαιρετικά, να γίνει μια καινούργια υγιής και γερή γέφυρα, η οποία θα συντηρείται τακτικά, για την ασφάλεια όσων διέρχονται.

Μ.Κ.:

Τώρα, στην εποχή του Covid, η οποία προηγήθηκε και ενδεχομένως είναι ακόμα μερικώς ζωντανή, είχες κάνει πάρα πολύ ωραία πράγματα τα οποία τα αναρτούσες στο διαδίκτυο, ήταν ένας τρόπος να έχουν τα παιδιά επαφή με κάποια παραμύθια. Θέλεις να μας πεις και γι’ αυτό λίγα πράγματα;

Β.Λ.:

Η αφήγηση παραμυθιών είναι μια φυσική κατάσταση στο νηπιαγωγείο. Νομίζω την πρώτη φορά που αφηγήθηκα παραμύθι ήτανε 12 χρονών, μια ιστορία που μου άρεσε πάρα πολύ και την αφηγήθηκα σε μια παρέα ανθρώπων, χωρίς να ξέρω τι κάνω. Κατόπιν, με την πιο επαγγελματική του μορφή, είδα ότι τα μάτια των θεατών γινόταν όλα πιο αγνά, είτε ήταν μεγάλοι είτε ήταν παιδιά. Στην περίοδο της καραντίνας, ήταν μια ιδιαίτερη περίοδος. Η αλήθεια είναι ότι το σκεφτόμουνα να βοηθήσω τον κόσμο και προσπάθησα με πολλές μορφές να τον βοηθήσω, την ψυχολογία του. Και αυτό ήταν μέσα στα πλαίσια αυτής της βοήθειας και δεν ήταν μόνο δική μου πρόταση. Μου τηλεφώνησαν πολλοί, από θεσμικά πλαίσια, και μου πρότειναν να κάνω αυτά τα βίντεο. Τα έκανα πολύ ερασιτεχνικά, διότι δεν είχα κατάλληλη κάμερα, κατάλληλους φωτισμούς. Έβαζα τα παιδιά μου, που ήταν ακόμη πιο μικρά, να μαγνητοσκοπούν, «Κι όχι έτσι, κι όχι αλλιώς». Όμως η αλήθεια είναι ότι πολλοί άνθρωποι, και ιδιαίτερα μεγάλης ηλικίας, μου είπαν ότι τους έκανα παρέα, κάτι το οποίο θεωρώ και εύχομαι να τους βοήθησε σ’ αυτή τη δύσκολη περίοδο που διανύσαμε.

Μ.Κ.:

Και αναφορικά με τις δράσεις στις οποίες συμμετέχεις; Γιατί συνεργάζεσαι και με τον Δήμο σε κάποια αντίστοιχου τύπου προγράμματα.

Β.Λ.:

Γενικά ασχολούμαι πολύ με κοινωνικές και πολιτιστικές δράσεις, με πολλούς δήμους και πολλούς θεσμούς, αφιλοκερδώς. Και με χρήματα, ανάλογα με τις καταστάσεις. Είναι κάτι που το κάνω όλα τα χρόνια. Αυτοί που γνωρίζουνε τις αφηγήσεις παραμυθιών, τη δική μου αφήγηση παραμυθιών… Γιατί αφηγούνται πολύς κόσμος και πρέπει να αφηγούνται. Εγώ χαίρομαι πολύ να αφηγούνται και ιδιαίτερα να μάθουμε να αφηγούμαστε και στη ζωή μας όμορφα. Κάποτε γινότανε οι γιαγιές στις γειτονιές κι έλεγαν τις ιστορίες, έτσι; Αυτό στην ουσία θέλουμε να ξαναφέρουμε. Και μου αρέσει πάρα πολύ. Μου αρέσει πάρα πολύ! Είναι κάτι το οποίο θεωρώ ότι είναι ένα μεγάλο πλεονέκτημα στη ζωή μου.

Μ.Κ.:

Αν έπρεπε να ορίσεις τι σημαίνει για σένα εκπαίδευση και τι σημαίνει για σένα θέατρο, τι θα μας έλεγες;

Β.Λ.:

Για μένα η εκπαίδευση είναι η βάση για να μπορέσει ο άνθρωπος να δομήσει τον εαυτό του, να τον βρει και να μπορέσει να φτάσει στην ευτυχία. Γιατί το πιο σπουδαίο πράγμα για τον άνθρωπο είναι να φτάσει στην ευτυχία. Κάτι το οποίο επίσης το ξεχνάμε. Και το θυμόμαστε σε κάποιες ηλικίες, αν έχουμε την τύχη να φτάσουμε, 70, 80, 90, και δυστυχώς δεν προλαβαίνουμε να τη ζήσουμε. Το θέατρο για μένα είναι πολύ μεγαλύτερη υπόθεση απ’ την εκπαίδευση. Εξάλλου, σ’ όλες τις αρχαίες πόλεις που έχουν βρεθεί υπάρχουνε πολύ ωραία και σπουδαία θέατρα, χώρους θεάτρων. Που σημαίνει ότι το θέατρο το χρησιμοποιούσαν σαν εκπαίδευση. Παίδευσις, έτσι; Λένε. Παίδευσις. Παιδεύει το μυαλό για να μπορέσει να βρει απαντήσεις και λύσεις. Και αυτή η συνήθεια εκπαιδεύει, μορφώνει τους ανθρώπους. Θεωρώ λοιπόν ότι τα δύο αυτά πλαίσια δεν είναι και πολύ μακριά το ένα με το άλλο. Ταυτίζονται, αλληλοπορεύονται και δεν θεωρώ ότι κάποιο έχει περισσότερη αξία απ’ το άλλο. Και τα δύο είναι αγωγή.

Μ.Κ.:

Οπότε τώρα, για να κλείσουμε, τι στόχους έχεις θέσει για το μέλλον, τι βλέψεις έχεις;

Β.Λ.:

Δεν θέτω μακροπρόθεσμους στόχους, γιατί ο Θεός γελάει και η αλήθεια είναι ότι όλα τα όνειρά μου, που έκανα όταν ήμουνα μικρή και όταν μεγάλωσα, ο Θεός τα έφερε έτσι, ώστε να [00:30:00]γίνουνε πολύ πιο σπουδαία πράγματα απ’ τα όνειρά μου. Δηλαδή τα όνειρά μου ήταν πολύ φτωχά, σχετικά με την πραγματικότητα που έχω ζήσει. Και επίσης θέλω να σας πω ότι το κοριτσάκι εκείνο το δωδεκάχρονο, που είχε πει την πρώτη του ιστορία χωρίς να ξέρει, και με εμβρόντητα μάτια απ’ τις φίλες της, θα ’ταν πολύ περήφανη για τη γυναίκα που έγινε. Θα ’θελα πολύ να βρεθώ τότε και να της πω: «Κάνε υπομονή στα δύσκολα, γιατί θα καταφέρεις να ζήσεις την ευτυχία». Δεν έχω μακροπρόθεσμους στόχους, έχω όμως πολλούς βραχυπρόθεσμους. Οι βραχυπρόθεσμοι στόχοι είναι να μπορέσω να έχω μια ήρεμη καθημερινότητα, που την πέτυχα με πολύ μεγάλο αγώνα. Με αίμα και δάκρυα, που λέω κι εγώ. Οι δυσκολίες είναι σε όλους τους ανθρώπους. Θα ήθελα πολύ να εξελίξω τις σπουδές μου στο θέατρο, όπως και στις πολιτικές επιστήμες. Θα μου άρεσε εξαιρετικά να μπορέσω να έχω το περιθώριο να ταξιδεύω ακόμα πιο συχνά απ’ όσο ταξιδεύω. Και εξάλλου έρχονται μόνα τους, ανοίγουν οι πόρτες. Νομίζω ότι ήδη είμαι ευτυχισμένη. Οι στόχοι μου… υπάρχουνε στόχοι αυτή τη στιγμή, που είναι λειτουργικοί και βγαίνουν και πορεύονται και αγωνίζομαι γι’ αυτό. Κάθε φορά που πετυχαίνω έναν και με ικανοποιεί, έρχεται ένας δεύτερος από μόνο του περισσότερο.

Μ.Κ.:

Οπότε, τώρα… Τι ήθελα να ρωτήσω; Το ξέχασα. Κάτι άλλο που ήθελες να πεις εσύ ίσως και δεν σ’ έχω ρωτήσει εγώ.

Β.Λ.:

Αυτό που θέλω να πω εγώ είναι να μπορέσουν οι άνθρωποι να είναι μαζί και όχι χώρια. Είναι πολύ, πολύ σπουδαίο πράγμα να μάθουμε να αγαπάμε τους ανθρώπους, γιατί όταν αγαπάμε τους ανθρώπους, αγαπάμε τους εαυτούς μας. Νομίζω ότι πραγματικά δεν το έχουμε μάθει ποτέ, δεν το έχουμε αντιληφθεί, δεν το έχουμε καταλάβει. Είμαι πολύ ενωτική, δεν θεωρώ ότι υπάρχουνε έχθρες. Δεν μπορούν να υπάρχουν έχθρες, τις δημιουργούμε τις έχθρες. Κάποιος μας τις δημιουργεί και μας τις φέρνει, για να μπορέσουμε. Οι άνθρωποι είναι ενωμένοι και είναι αγαπημένοι. Υπάρχει έτσι μια ιστορία που κυκλοφορεί, ούτως ή άλλως, δεν είναι δική μου, όπου λένε: «Στον παράδεισο και στην κόλαση υπάρχει ακριβώς η ίδια συνθήκη. Αλλά γιατί περνάνε στον παράδεισο καλύτερα απ’ ότι στην κόλαση; Και στις δυο περιπτώσεις υπάρχουν δυο μεγάλα τραπέζια με πολύ φαγητό και μεγάλα χρυσά πιρούνια. Στην κόλαση δεν περνάνε καλά, γιατί ο ένας προσπαθεί να φάει με το πιρούνι του, οπότε δεν καταφέρνει και βγάζει τα μάτια των άλλων, γιατί είναι τεράστιο. Εκ των πραγμάτων, όχι από πρόθεση. Ενώ στον παράδεισο έχουν βρει έναν άλλο τρόπο να ζούνε: ο ένας ταΐζει στο στόμα τον απέναντί του που φτάνει». Κάπως έτσι νομίζω ότι είναι η ζωή και θα ’θελα πολύ να το δούνε οι άνθρωποι όλων των ηλικιών. Και θα ήθελα πολύ να δούνε το άδικο, να μην υπάρχει άδικο. Να υπάρχει μια κοινωνία δικαιοσύνης. Δυστυχώς οι συνθήκες της ιστορίας δείχνουν ότι δεν θα υπάρξει ποτέ. Θα ’θελα πολύ να είμαστε μακριά απ’ το άδικο.

Μ.Κ.:

Επειδή ασχολείσαι και με πάρα πολλά πράγματα γενικότερα, πώς τα προλαβαίνεις όλ’ αυτά και πώς αυτό σ’ επηρεάζει σε επίπεδο καθημερινότητας;

Β.Λ.:

Όταν ήμουνα στο χωριό, δεν είχα πολλά πράγματα. Ήμουνα με τη φύση, με τους ανθρώπους, με τους φίλους, είχα μια φυσιολογική ζωή. Είχα όμως πολύ μεγάλη ενέργεια μέσα μου, την οποία δεν μπορούσα να τη βγάλω. Μεγαλώνοντας, αισθάνθηκα την ανάγκη να ασχοληθώ μ’ αυτά και πραγματικά στην αρχή μού ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Αισθάνθηκα πολλές φορές ότι δεν μπορούσα να τα καταφέρω, κι ακόμα το αισθάνομαι. Αισθάνομαι πολλές φορές ότι η προσπάθειά μου δεν φτάνει, λυγίζω, κλαίω και πραγματικά ταλαιπωρούμαι. Ζητάω βοήθεια, με απορρίπτουνε, έχω αποτύχει πάρα πολλές φορές. Και περνώντας τα χρόνια νομίζω ότι το να κάνεις πολλά πράγματα απλά συνηθίζεται και συνειδητοποιείς ότι η μέρα σου μεγαλώνει. Σ’ αυτή την περίοδο που αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε, Μαρία, είμαι στην καλύτερη περίοδο της ζωής μου, στην καλύτερη φάση, τα τελευταία χρόνια, μετά την καραντίνα, και πιστεύω ότι μπορώ να μεγαλώσω και να μικρύνω τη μέρα, ανάλογα με τις ανάγκες μου. Αυτά όλα βγαίνουν αβίαστα πια. Κάποτε δεν ήταν τόσο εύκολα ούτε τόσο ευχάριστα.

Μ.Κ.:

Οπότε τώρα… Τελευταία ερώτηση και κλείνουμε. Ασχολείσαι και με την πολιτική. Τι σε ώθησε σ’ αυτό;

Β.Λ.:

Δεν είμαι πολιτικός. Είμαι ένας ενεργός πολίτης που μ’ ενδιαφέρει να προσφέρω στον τόπο μου. Η αρχή στην πολιτική μου σκηνή –στην αυτοδιοίκηση όμως, όχι στην πολιτική με την ευρεία έννοια, αν και πολιτική είναι η κάθε στάση ζωής μας, νομίζω ότι όλοι μας είμαστε… έχουμε μια πολιτική στάση ζωής– ήταν ακριβώς για να μπορέσω να λειτουργήσω στην πόλη σχετικά με τα καλλιτεχνικά. Περισσότερο με το ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης, που γι’ αυτό και εκείνη την περίοδο έβαλα υποψήφια με τον δήμαρχο ο οποίος είχε ανεβάσει εξαιρετικά το ΔΗΠΕΘΕ της Κοζάνης, τον κύριο Λευτέρη Ιωαννίδη, και έθεσα υποψηφιότητα καθαρά γι’ αυτό τον λόγο. Το γεγονός ότι τα χρόνια που… Δεν… Ήμουνα πολύ ευχαριστημένη με την έτσι πορεία αυτή. Δεν νομίζω ότι η πολιτική έχει να κάνει με έχθρες, με οτιδήποτε. Έχει να κάνει με μια επιλογή. [00:35:00]Τα χρόνια μετά τη σχέση μου με την αυτοδιοίκηση, μάλλον την υποψηφιότητά μου, γιατί δεν ήμουνα στην αυτοδιοίκηση, μου άλλαξε πολύ τον τρόπο σκέψεως και ζωής μου, και τους ευχαριστώ. Νομίζω ότι ήτανε μία πολύ καλή προοπτική ζωής και θα πρέπει όλοι οι άνθρωποι να θέτουν υποψηφιότητα και να βλέπουν αυτά που είδα εγώ. Τα επόμενα χρόνια λειτούργησα πραγματικά σαν να ήμουν εκλεγμένη σε πάρα πολλούς φορείς και βοήθησα πολύ κόσμο και συναναστράφηκα με πολύ κόσμο και άκουσα πολύ κόσμο. Ήμουνα μια ενεργή πολίτης. Αυτή τη στιγμή ξαναθέτω υποψηφιότητα, ακριβώς γιατί μπορώ να βοηθήσω, να ενισχύσω και να ενθαρρύνω τους ανθρώπους του χωριού μου, στο οποίο θέτω υποψηφιότητα, καθαρά γιατί τους αγαπώ. Γιατί έχω τις γνώσεις και τον τρόπο και αυτή τη στιγμή, σ’ εκείνον τον τομέα, μπορώ να προσφέρω όσο περισσότερο γίνεται.

Μ.Κ.:

Σ’ ευχαριστώ που δέχτηκες να μας μιλήσεις. Εγώ δεν έχω κάτι άλλο να ρωτήσω. Να ευχηθώ τα καλύτερα σ’ όλους τους τομείς.

Β.Λ.:

Σας ευχαριστώ πολύ κι εγώ όλους σας, κι εσένα Μαρία ειδικά, γιατί με επέλεξες. Είναι πολύ ωραίο πράγμα να χαμογελάμε, να μην το ξεχνάμε, και εύχομαι και σ’ όσους μας ακούσουν: μακριά απ’ το άδικο! Όχι μόνο μακριά απ’ το να κάνουν άδικο, αλλά μακριά κι απ’ το να δέχονται το άδικο. Έχουμε φωνή και μιλάμε. Η σιωπή νομίζω ότι δεν μας τιμά. Καλή συνέχεια σ’ όλους.