Δασκάλα σε ακριτικό νησί

Μ.Ζ.

Είναι Τρίτη 8 Αυγούστου 2023 και βρισκόμαστε στη Νέα Καρβάλη Καβάλας με τη Στέλλα Σουτλόγλου. Ονομάζομαι Μαρία Ζαχαρούδη, είμαι ερευνήτρια στο Istorima και ξεκινάμε τη συνέντευξή μας. Θα ήθελες να μας πεις λίγα λόγια για τη ζωή σου;

Σ.Σ.

Βέβαια. Λοιπόν, το όνομά μου είναι Στέλλα Σουτλόγλου, είμαι 29 ετών. Η καταγωγή μου είναι από τη Νέα Καρβάλη Καβάλας και λειτουργώ ως αναπληρώτρια εκπαιδευτικός σε διάφορα μέρη της πατρίδας μας. Διετέλεσα εκπαιδευτικός στη Σκύρο, στις Σποράδες, και μετά από αυτή τη χρονιά, ακόμη τρία χρόνια υπηρέτησα ως εκπαιδευτικός στους Φούρνους, που είναι ένα σύμπλεγμα νησιών μεταξύ Ικαρίας και Σάμου. Συγκεκριμένα στους Φούρνους, τα δύο τελευταία συναπτά έτη, από το 2021 μέχρι το 2023, μέχρι και τον Ιούνιο του 2023 υπήρξα εκπαιδευτικός στο μονοθέσιο Δημοτικό Σχολείο Θύμαινας Φούρνων, ένα μικρό ακριτικό νησί με ογδόντα μόνιμους κατοίκους και τρία παιδιά μόλις στο σχολείο.

Μ.Ζ.

Πολύ ωραία. Τι σε ενέπνευσε να ακολουθήσεις το επάγγελμα του εκπαιδευτικού;

Σ.Σ.

Μεγάλη ερώτηση και ακόμη πιο μεγάλη απάντηση. Νομίζω είναι κάτι που θα το αποκαλούσα «όνειρο ζωής». Ήξερα από την πρώτη στιγμή ότι το επάγγελμα αυτό είναι το επάγγελμα που ήθελα να ακολουθήσω. Δεν δίστασα ποτέ, παρά τις όποιες ανησυχίες ή τις όποιες αντιρρήσεις μού έφερνε ο ευρύτερος κοινωνικός περίγυρος για το επάγγελμα αυτό. Γιατί, καλώς ή κακώς, είναι ένα επάγγελμα που δεν αμείβεται όπως θα του άξιζε στη σημερινή Ελλάδα. Είναι ένα επάγγελμα όμως που αμείβεται περισσότερο συναισθηματικά. Αμείβεσαι από τους ίδιους τους μαθητές και αυτό σου δίνει και τη χαρά και τη δύναμη και τη διάθεση να συνεχίσεις να προσφέρεις ακόμη περισσότερο για τα παιδιά.

Μ.Ζ.

Θυμάσαι την πρώτη σου κλήση ως αναπληρώτρια;

Σ.Σ.

Η πρώτη μου κλήση ως αναπληρώτρια. Ναι. Με βρήκε λίγο απροετοίμαστη, καθώς είχα ήδη μία στρωμένη σχετικά κοινωνική και επαγγελματική ζωή στη Θεσσαλονίκη με τον δικό μου κύκλο μαθητών, με ένα σπίτι, μια στρωμένη ζωή όπως και να έχει. Οπότε η πρώτη φορά που καλέστηκα να υπηρετήσω ως εκπαιδευτικός στη Σκύρο τότε, στις Σποράδες, με βρήκε αρκετά απροετοίμαστη. Παρ’ όλα αυτά, δεν δίστασα στιγμή. Έτυχε να έχω μαζί μου και μια πολύ, πολύ καλή μου φίλη, που από τότε δεθήκαμε ακόμη περισσότερο, η οποία υπηρέτησε στην Εύβοια. Οπότε ήταν και ένα κίνητρο να πάμε μαζί σίγουρα, ούτως ώστε να έχουμε παρέα η μία την άλλη. Πάντως η αλήθεια είναι δύσκολη η αρχή για κάθε αναπληρωτή εκπαιδευτικό σήμερα.

Μ.Ζ.

Πάνω σε αυτό που είπες, ποιες δυσκολίες αντιμετώπισες ως πρώτη φορά εκπαιδευτικός;

Σ.Σ.

Νομίζω ότι είναι πότε θα σε βρει αυτή η στιγμή. Δηλαδή εμένα με βρήκε στα μέσα της σχολικής χρονιάς. Δηλαδή και ενώ είχα ήδη στρωμένη την προσωπική μου, και κοινωνική και επαγγελματική βεβαίως, ζωή, με βρήκε λίγο απροετοίμαστη γιατί έπρεπε να τα αφήσω όλα αυτά, να αναγκαστώ να μετεγκατασταθώ σε ένα νησί. Που δεδομένου, ας πούμε, ότι τα νησιά προσελκύουν τουρίστες και οι Σποράδες είναι ένα τέτοιο σύμπλεγμα νησιών, σκεφτόμουν τι δυσκολίες θα μπορούσα να αντιμετωπίσω ως προς την εύρεση σπιτιού, ως προς τον κόσμο που θα επιλέξω να έρθω κοντά, ως προς τους συναδέλφους, ως προς τις σχέσεις επί το πλείστον που θα συνάψω με τους υπόλοιπους. Δεδομένου ότι καλέστηκα σε μία χρονική στιγμή, συγκεκριμένα τον Μάρτιο, όπου βαδίζαμε σιγά σιγά προς το τέλος της σχολικής χρονιάς.

Μ.Ζ.

Πολύ ωραία. Μετά είπες ότι ακολούθησαν οι Φούρνοι.

Σ.Σ.

Ακριβώς.

Μ.Ζ.

Πώς ήταν η εμπειρία σου σε αυτό το μικρό νησί;

Σ.Σ.

Οι Φούρνοι ήρθαν πολύ απρόοπτα και εκείνοι. Βέβαια, για μένα οι Φούρνοι αποτελούν ένα ιδιαίτερο κομμάτι του εαυτού μου γιατί πήγα εκεί, έμεινα, δέθηκα και έγινα μέλος του τόπου και του τρόπου ζωής. Συνειδητή επιλογή. Ξαφνικά έπρεπε να αφήσω ένα νησί μεγάλο και να πάω σε ένα λίγο πιο μικρό. Οι δυσκολίες αρκετές, όπως σε κάθε νησί τον χειμώνα. Ένα νησί που βάλλεται από ακραίες καιρικές συνθήκες. Τότε κιόλας, τον Οκτώβριο του 2021, συνέβη και ο πολύ μεγάλος σεισμός της Σάμου, που εκεί είχαμε κλονιστεί όλοι οι ημιμόνιμοι κάτοικοι τότε του νησιού. Πολύ ωραία χρονιά, πολύ ωραίες εμπειρίες. Εκεί συνήθισα σε έναν άλλον τρόπο ζωής, καθότι οι Φούρνοι, βρισκόμενοι κοντά στην Ικαρία, έχουν έναν δικό τους τρόπο ζωής και μία άλλη ταχύτητα. Καθόλου άγχος και καθόλου ανησυχίες.

Μ.Ζ.

Πολύ ωραία. Η πρώτη σου εντύπωση από το νέο σου σχολείο ποια ήταν; Πώς σε αντιμετώπισαν οι κάτοικοι, οι μαθητές;

Σ.Σ.

Αναφερόμαστε στους Φούρνους;

Μ.Ζ.

Ναι, ναι.

Σ.Σ.

Βρέθηκα σε μία τάξη, σε ένα σχολείο με εβδομήντα. Όχι με εβδομήντα. Λάθος κάνω. Με σαράντα, σαράντα πέντε μόλις παιδιά. Μία παρέα συνάδελφοι, όλοι αναπληρωτές. Δηλαδή ηλικίας από 26, που ήμουν εγώ, μέχρι και 35-34. Με μία νέα διευθύντρια σε ένα νησί που οι κάτοικοι σε πλησίαζαν για να σε γνωρίσουν από κοντά, που αναγνώριζαν και εκτιμούσαν τον άνθρωπο που έβλεπαν απέναντί τους. Χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι όλα ήταν ιδανικά. Σίγουρα όμως πιο ανθρώπινα σε σχέση με το αν βρισκόμουν ενδεχομένως σε ένα πολύ μεγαλύτερο νησί, ή σε μια κωμόπολη, ή ακόμα χειρότερα και σε μια πολύ μεγάλη πόλη. Σίγουρα η χρονιά που διετέλεσα εκπαιδευτικός στους Φούρνους μού έμαθε πολλά. Και ακόμα περισσότερο μου έμαθαν και οι δύο επόμενες χρονιές που διετέλεσα εκπαιδευτικός στη Θύμαινα των Φούρνων.

Μ.Ζ.

Προσαρμόστηκες εύκολα στις νέες συνθήκες;

Σ.Σ.

Γενικά είμαι άνθρωπος που προσαρμόζομαι αρκετά εύκολα, βρίσκω πολύ γρήγορα τα πατήματά μου. Με βοηθάει ίσως η νοοτροπία μου, ο τρόπος που μεγάλωσα. Δεν δυσκολεύτηκα καθόλου σε αυτό.

Μ.Ζ.

Πολύ ωραία. Ως προς τη διδακτική σου εμπειρία πώς ήταν τώρα να διδάσκεις σε ένα τόσο μικρό σχολείο;

Σ.Σ.

Εντάξει, νομίζω ότι ένας δάσκαλος δεν μπορεί να ξέρει πώς θα φερθεί σε μια τάξη από το πανεπιστήμιο. Εννοώντας ότι πρέπει να μπει στην τάξη για να λειτουργήσει. Και νομίζω ότι στους περισσότερους η διδασκαλία βγαίνει ενστικτωδώς. Δηλαδή μπορείς να οργανώνεις ένα πλάνο διδασκαλίας στο σπίτι, να καταλάβεις ενδεχομένως ότι όταν μπεις στην τάξη μπορεί να μην πετύχεις και τους πέντε στόχους που θα έχεις θέσει ενδεχομένως, να πετύχεις τους δύο ή και τον έναν. Αλλά έτσι σιγά σιγά μαθαίνεις και πώς να λειτουργείς εσύ με βάση όχι μόνο τον εαυτό σου φυσικά, αλλά και τα παιδιά που έχεις απέναντί σου.

Μ.Ζ.

Πόσα παιδιά είχες στους Φούρνους;

Σ.Σ.

Στους Φούρνους είχα μαθητές και μαθήτριες της Πέμπτης Δημοτικού και συνολικά είχα τέσσερεις. Ναι. Δύο κορίτσια και δύο αγόρια στην τάξη.

Μ.Ζ.

Η κοινωνία του νησιού πώς αντιμετωπίζει τους καθηγητές που αλλάζουν σχετικά συχνά, τους δασκάλους;

Σ.Σ.

Είναι μία κοινωνία που νομίζω είναι συνηθισμένη σε αυτό. Καθώς όλα τα μικρά νησάκια της πατρίδας μας δεν επιλέγονται, καλώς ή κακώς, από ανθρώπους, εκπαιδευτικούς, γιατρούς, στρατιωτικούς για μόνιμη βάση. Εκτός από πολύ, πολύ λίγες εξαιρέσεις. Οπότε οι άνθρωποι ήταν συνηθισμένοι στο να γνωρίζουν και να βλέπουν νέα πρόσωπα. Νομίζω ότι έγινα και εγώ, αφομοιώθηκα σχετικά γρήγορα, αλλά και εκείνοι με δέχτηκαν με πολλή ζεστασιά.

Μ.Ζ.

Υπήρχαν προκλήσεις στη διαμονή σου στο νησί;

Σ.Σ.

Πάρα πολλές. Γενικότερα, τον πρώτο καιρό μόνο προκλήσεις αντιμετώπισα. Του τύπου στην αρχή δυσκολεύτηκα λίγο με την εύρεση σπιτιού, καθώς τα σπίτια ήταν κάποια παλιά, μη φροντισμένα. Ένα νησί επίσης που με την πρώτη κακοκαιρία μπορεί να αποκλειόταν από τα γύρω νησιά. Συχνές διακοπές ρεύματος. Κάτι στο οποίο εγώ τουλάχιστον δεν ήμουν συνηθισμένη ζώντας στη μόνιμη βάση κατοικίας μου και μετά στη Θεσσαλονίκη, που ήταν και η πόλη που σπούδασα αν μη τι άλλο.

Μ.Ζ.

Πάνω σε αυτό που είπες τώρα. Πώς είναι ο χειμώνας σε ένα νησί όπως οι Φούρνοι;

Σ.Σ.

Ο χειμώνας. Τι να πω; Λοιπόν. Δύσκολος, πολύ δύσκολος. Και νομίζω ότι τα μικρά αυτά νησιά δεν είναι για όλους σίγουρα τους ανθρώπους. Κάποιοι μπορεί να αφομοιωθούν σχετικά γρήγορα και να συνηθίσουνε σε αυτούς τους ρυθμούς, κάποιοι μπορεί να δυσκολευτούν, κάποιοι μπορεί να μην θελήσουν και πότε να πάνε. Όπως και να έχει, είναι ζόρικος ο χειμώνας, είναι ζόρικες οι συνθήκες. Μπορεί να βιώσεις και αποκλεισμό ακόμη όταν οι συνθήκες είναι ακραίες. Πολλά απαγορευτικά επίσης, πολλές φουρτούνες. Δηλαδή μπορεί να είσαι συνηθισμένος ότι αν θες να ταξιδέψεις και να έρθεις στον τόπο της μόνιμης κατοικίας σου, ότι με ένα απαγορευτικό μπορεί και να μην μπορείς να ταξιδέψεις. Δηλαδή αυτό πρέπει σίγουρα να το έχεις και στον νου σου πάντα.

Μ.Ζ.

Παρ’ όλα αυτά, τα θετικά της εργασίας σου στους Φούρνους ποια ήτανε;

Σ.Σ.

Έμαθα να βρίσκω τα πατήματά μου και να λειτουργώ σε μία τάξη μικρή. Έμαθα να ανταπεξέρχομαι και να ζω μην περιμένοντας τα πολλά σίγουρα. Έμαθα να γίνομαι πιο ευέλικτη και πιο ανεξάρτητη. Αλλά περισσότερο να είμαι ολιγαρκής.

Μ.Ζ.

Υπήρχανε ελλείψεις στο σχολείο που δίδασκες;

Σ.Σ.

Στους Φούρνους, καθώς ήταν ένα αρκετά μεγάλο σχολείο, δεν είχαμε ουσιαστικές ελλείψεις πέρα από τα κτιριακά ζητήματα που μας απασχολούσαν, όπως οι υγρασιασμένοι τοίχοι, κάποιες φορές κακή μόνωση, κακή θερμομόνωση. Αλλά παρ’ όλα αυτά, δεν δυσκολεύτηκα ιδιαίτερα στους Φούρνους. Ένα αρκετά φροντισμένο σχολείο με τον Δήμο να βοηθάει ουσιαστικά στη συντήρηση του κτιρίου. Οπότε δεν με δυσκόλεψε ιδιαίτερα.

Μ.Ζ.

Τι δράσεις κάνατε στο σχολείο που δίδασκες πέρα από τη διδασκαλία;

Σ.Σ.

Αναφερόμαστε στους Φούρνους τώρα; Όχι στη Θύμαινα.

Μ.Ζ.

Και στη Θύμαινα και στους Φούρνους.

Σ.Σ.

Ωραία. Λοιπόν, να το διευκρινίσω. Στους Φούρνους ήμασταν εφτά εκπαιδευτικοί, αν δεν κάνω λάθος, με τη διευθύντριά μας. Εγώ είχα την τάξη μου, είχα μια διευθύντρια που σε κάθε περίπτωση πρέπει να γνωρίζει τι κάνουμε και πώς. Κάναμε πράγματα περισσότερο έτσι μέσα στην τάξη. Ήταν μια χρονιά καλή για εμένα. Αλλά στην ουσία, εκεί που κατάλαβα ότι ο τόπος έχει ανάγκη από περισσότερες δράσεις, ήταν η χρονιά που πήγα στη Θύμαινα. Και αναφέρομαι σε αυτό και γιατί όχι στους Φούρνους; Γιατί στους Φούρνους τα παιδιά, μέσα στο μεγάλο νησί των Φούρνων, τα παιδιά είχαν τη δυνατότητα να κάνουν μια εξωσχολική δραστηριότητα, να πάνε ένα φροντιστήριο, να ασχοληθούν με μια αθλητική δραστηριότητα σίγουρα. Οπότε και εγώ κινούμουν με βάση αυτά που έβλεπα και με βάση αυτά που ήθελε και η τάξη. Γιατί πολλές φορές ο δάσκαλος μπορεί να θέλει να κάνει πολλά, μπορεί όμως να μην του επιτρέπεται από πάρα πολλές απόψεις. Μπορεί να μην έχει την ελευθερία που νιώθει σίγουρα. Παρ’ όλα αυτά, όταν διατέλεσα εκπαιδευτικός στη Θύμαινα που ήμουν και η προϊσταμένη του δημοτικού σχολείου τότε –όπου η Θύμαινα είναι μια πολύ, πολύ, πολύ μικρή κοινωνία και πολύ κλειστή κοινωνία– με δέκα παιδιά στο σύνολο από τάξεις του Νηπίου, του Νηπιαγωγείου μέχρι και το Λύκειο και μόνο τρία παιδιά στο Δημοτικό. Εκεί κατάλαβα ότι τα παιδιά αυτά, επειδή δεν έχουν έρθει ποτέ σε επαφή με πράγματα τα οποία έχουν συνηθίσει να βλέπουν και να βιώνουν παιδιά σε μια κωμόπολη ή σε μια μεγάλη πόλη, εκεί κατάλαβα ότι στην ουσία έπρεπε να θέσω σε εφαρμογή καλύτερα όσα είχα μάθει, όσα ήξερα και όσα έμαθα και ήθελα να τα δω πώς λειτουργούν στην πράξη. Τα παιδιά της Θύμαινας, λοιπόν, καταρχάς να πω ότι δεν είχαν την ευκαιρία να ταξιδέψουν σε γύρω νησιά. Γενικότερα, είχαν πολύ λίγα βιώματα και πολύ, πολύ λίγες εικόνες. Δηλαδή μπορεί να είχαν επισκεφθεί μόνο, ας πούμε, τους γειτονικούς Φούρνους, να μην ήξεραν τι υπάρχει έξω από τη Θύμαινα και έξω από τους Φούρνους. Οπότε ήταν μία ευκαιρία για μένα να φέρω λίγο τον κόσμο πιο κοντά στην τάξη. Και την τάξη πιο κοντά στον κόσμο. Εκεί ανέλαβα τον Σεπτέμβριο του 2021, που και ξεκίνησε η χρονιά στη Θύμαινα πιο ουσιαστικά. Γιατί είχα και την ελευθερία και την ευελιξία να το κάνω, επειδή είχα αυτή την καίρια θέση, ας πούμε, στο σχολείο. Και να κάνω και εξωσχολικές δράσεις, να οργανώνω διαδικτυακές επισκέψεις σε μουσεία, σε εκθέσεις, σε διαδικτυακές συναντήσεις με συγγραφείς βιβλίων, δράσεις ρομποτικής και μηχανικής. Πράγματα που τα παιδιά σίγουρα δεν είχαν δει στη ζωή τους, γιατί δεν τους το επέτρεπε η γεωγραφική θέση του νησιού.

Μ.Ζ.

Είπες Σεπτέμβρης 2021, πάνω στο δεύτερο lockdown που χτύπησε. Πώς το αντιμετώπισες αυτό σε ένα τόσο, τόσο μικρό μέρος;

Σ.Σ.

Λοιπόν, νομίζω ότι όσο δύσκολος ήταν ο χειμώνας άλλο τόσο δύσκολα ήταν και τα κατάλοιπα που άφησε ο κορονοϊός και στα παιδιά ακόμα, στο επίπεδο των παιδιών, στο πόσο απομακρύνθηκαν τα παιδιά μεταξύ τους. Το γεγονός ότι ο κορονοϊός σε ένα πολύ πολύ μικρό νησάκι όταν χτυπάει και με δεδομένο ότι υπάρχουν ελλείψεις σε αυτά τα νησιά από ιατρικό προσωπικό, θέλω να πω ότι πάντα οι άνθρωποι σε τέτοια μικρά μέρη φοβούνται ακόμα περισσότερο. Αν εδώ φοβόμαστε μία, εκεί μπορεί να φοβούνται εκατό έναν ιό γιατί δεν έχουν ουσιαστικά γιατρό να το αντιμετωπίσει. Και πολλές φορές στη Θύμαινα είχαμε έλλειψη γιατρού επί μήνες. Και αυτό σίγουρα σε ένα νησί με ογδόντα ανθρώπους εκ των οποίων το 60%, μπορεί και 70% περίπου να είναι υπερήλικες, είναι μια βασική ανάγκη. Που όταν δεν καλύπτεται, σίγουρα είναι μεγάλο πλήγμα αυτό για το νησί, για τη Θύμαινα, όπως και για κάθε άλλο μικρό ακριτικό νησί της Ελλάδας.

Μ.Ζ.

Τον σεισμό της Σάμου τον θυμάσαι; Σας επηρέασε καθόλου;

Σ.Σ.

Βέβαια! Βέβαια τον θυμάμαι γιατί τον έζησα κιόλας. Έτυχε να είμαι σε ένα κτίριο που εκείνη τη στιγμή κουνιόταν σαν τραπουλόχαρτο. Μας επηρέασε βέβαια γιατί τα σχολεία έκλεισαν κατευθείαν, αναγκαστήκαμε να μπούμε σε ρυθμούς τηλεδιασκέψεων και τηλεμαθημάτων που ως εκπαιδευτικός, αν με ρωτάς, για εμένα είναι ό,τι πιο καταστροφικό αυτό το σύστημα για τα παιδιά. Τα παιδιά έχουν ανάγκη τον δάσκαλο ως φυσική παρουσία, έχουν ανάγκη την τάξη, τα ακούσματα, τις εικόνες, τα βιώματα της τάξης, την κοινωνική συναναστροφή. Το σχολείο δεν είναι μόνο «Πηγαίνω και μαθαίνω Γλώσσα, Μαθηματικά, Φυσική, Ιστορία». Το σχολείο είναι κάτι παραπάνω. Το σχολείο είναι γνωστική ανάπτυξη, είναι κοινωνικοσυναισθηματική ανάπτυξη, είναι πολλά. Οπότε αυτό σίγουρα ήταν μεγάλο εμπόδιο. Παρ’ όλα αυτά, η απομόνωσή μας τότε και οι τηλεδιασκέψεις δεν κράτησαν πολύ με τον σεισμό, οπότε γρήγορα επανήλθαμε στις τάξεις μας.

Μ.Ζ.

Υπάρχει κάποια ανάμνηση από αυτά τα σχολεία που να σου έχει μείνει αξέχαστη;

Σ.Σ.

Ναι. Νομίζω πολλές. Θα κρατήσω έτσι μια-δυο και θα σου πω τώρα. Κρατάω πάρα πολύ όμορφες αναμνήσεις από τα δύο τελευταία μου χρόνια στη Θύμαινα. Ίσως γιατί συνδέομαι πιο συναισθηματικά με αυτό το νησί. Νομίζω είναι αυτή η χαρά των παιδιών που βλέπουν τον δάσκαλο ή τη δασκάλα, ανταμώνουν με την κυρία ή τον κύριο. Που σε τέτοιους μικρούς τόπους είναι και άλλη η θέση του δασκάλου. Ενδεχομένως σε μια πόλη ή σε ένα χωριό τα παιδιά την πρώτη μέρα τον Σεπτέμβριο όταν γνωρίζουν τον δάσκαλο να υπάρχει ένας ενθουσιασμός, αλλά να μην δώσουν πολλή βάση. Τα παιδιά όμως σε τέτοια μικρά νησάκια έχουν τον δάσκαλο ή τη δασκάλα πολύ ψηλά. Εγώ αυτό εισέπραξα. Ότι ο δάσκαλος και η δασκάλα είναι κάτι παραπάνω από τον δάσκαλο και τη δασκάλα. Είναι μια πολύ ιδιαίτερη θέση για πάρα πολλούς λόγους. Οπότε θα θυμάμαι πάντα με αγάπη τις φορές που κάναμε κάτι πολύ ιδιαίτερο μέσα στην τάξη που τα παιδιά δεν είχαν ποτέ δει ούτε μέσα στην τάξη ούτε έξω από αυτή. Οπότε η χαρά μου μετά, όταν το κάναμε και το ολοκληρώναμε και το συζητούσαμε, ήταν τεράστια. Και νομίζω ότι τα παιδιά πάντα θα θυμούνται και πάντα θα κρατούν στη μνήμη τους ό,τι κάναμε. Και σίγουρα η ανταμοιβή για εμένα, για τον κάθε δάσκαλο θα είναι αν κάποια στιγμή έρθει κάποιος μαθητής ή κάποια μαθήτριά μας και αναγνωρίσει ότι «Ξέρεις τι; Αυτό που κάνατε τότε, που μας κάνατε τότε, ήταν πάρα πολύ σημαντικό και εγώ το κράτησα μέσα στην ψυχή μου και προχωράω». Σίγουρα, νομίζω, αυτό είναι το μεγαλύτερο βραβείο.

Μ.Ζ.

Και για να κλείσουμε τη συνέντευξή μας. Πώς ονειρεύεσαι την εξέλιξη της καριέρας σου;

Σ.Σ.

Πώς την ονειρεύομαι; Τώρα με βρίσκεις λίγο απροετοίμαστη. Για εμένα πολύ σημαντικό σε αυτή τη δουλειά είναι να την κάνεις ουσιαστικά. Καλώς ή κακώς, ακούω πάρα πολλούς συναδέλφους, πάρα πολλούς, μπορεί να τους αδικώ, δεν είναι όλοι, είναι μια πολύ μεγάλη μερίδα, που θέλουν να κάνουν τη δουλειά τους διεκπεραιωτικά. «Να την κάνω, να τελειώνω. Να την κάνω, να πάω στο σπίτι μου και να συνεχίσω την ζωή μου». Στην ουσία, όμως, ένας δάσκαλος είναι κάτι παραπάνω από τον συμβατικό του ρόλο. Γιατί παίρνει μία ψυχή, παίρνει ένα παιδί, το πλάθει και τους βγάζει στον έξω κόσμο. Δηλαδή πρέπει να αγκαλιάζεις λίγο αυτό που κάνεις και να το κάνεις ουσιαστικά. Μπορεί να μην αμείβεσαι όσο θα ήθελες, αλλά σίγουρα η αμοιβή που θα πάρεις μετά νομίζω ότι είναι η μεγαλύτερη από όλους τους μισθούς τους κόσμου. Και για εσένα και για τη συνείδησή σου και για τη μετέπειτα εξέλιξή σου.

Μ.Ζ.

Σε ευχαριστούμε πολύ και σου ευχόμαστε καλή συνέχεια στο έργο σου.

Σ.Σ.

Εγώ ευχαριστώ.

Summary

Η Στέλλα Σουτλόγλου διατέλεσε για τρία χρόνια αναπληρώτρια στους ακριτικούς Φούρνους και στη Θύμαινα. Μας μιλάει για την εμπειρία της σε αυτά τα νησιά με τους ελάχιστους κατοίκους, για το πώς δέθηκε με τον τόπο και τους κατοίκους, για τη διδασκαλία στο σχολείο και τις δυσκολίες που αντιμετώπισε. Αναφέρεται επίσης στο πώς βίωσε την περίοδο της πανδημίας και του σεισμού στη Σάμο το 2021.


Narrators

Στυλιανή Σουτλόγλου


Field Reporters

Μαρία Ζαχαρούδη



Decades

Interview Date

07/08/2023


Duration

19'