© Copyright Istorima
Istorima Archive
Story Title
Έγκυος στο ναυάγιο του «Εξπρές Σάμινα»
Istorima Code
24641
Story URL
Speaker
Σταυρούλα Μπαϊράμη (Σ.Μ.)
Interview Date
27/06/2023
Researcher
Γεωργία Μπαϊράμη (Γ.Μ.)
[00:00:00]Καλησπέρα. Θα μου πεις το όνομά σου;
Σταυρούλα Μπαϊράμη.
Πολύ ωραία. Eίναι, λοιπόν, 28/06/2023 και βρισκόμαστε στη Λάρισα με την Σταυρούλα Μπαϊράμη. Εγώ είμαι η Μπαϊράμη Γεωργία, ερευνήτρια στο istorima, και ξεκινάμε την αφήγησή μας. Θα μας πείτε λίγα λόγια για εσάς;
Εγώ το 2000, τον Σεπτέμβριο μήνα, είχα πάει από Νάξο στην Λάρισα για να δώσω εξετάσεις στον ΑΣΕΠ, διαγωνισμό εκπαιδευτικών. Και επιστρέφοντας, έτυχε να πέσω στο πλοίο αυτό το Σάμινα το ιστορικό. Εν τω μεταξύ, πηγαίνοντας στον Πειραιά, εγώ είχα υπόψη μου ότι θα ταξίδευα με το Απόλλων. Ήταν τα παλιά τότε πλοία. Αλλά μας λένε: «Το Απόλλων δε θα φύγει απόψε και θα ταξιδέψετε με το Σάμινα». Ήμουνα στον Πειραιά. Δεν είχα άλλη λύση. Μπήκα στο Σάμινα. Εν τω μεταξύ, με το που μπαίνω στο Σάμινα ένας... ένας φόβος με πήρε, γιατί εκείνη τη στιγμή έμπαινε μια νταλίκα, ένα φορτηγό, τέλος πάντων, μεγάλο, και ήταν η νταλίκα πάνω στη μπουκαπόρτα του καραβιού κι εγώ και ίσα ίσα. Δεν υπήρχε χώρος. Ήταν πολύ στενό καράβι μάλλον. Δεν είχα προλάβει να το κοιτάξω και πολύ καλά και ούτε είχα ξαναταξιδέψει. Τέλος πάντων, ανέβηκα στο καράβι. Πήγα πάνω. Εγώ, επειδή ταξίδευα και από Λάρισα, ήμουνα όλη μέρα, ήμουνα και πέντε μηνών έγκυος τότε, είχα πάρει καμπίνα. Πήγα κατευθείαν στην καμπίνα, ξάπλωσα. Είχαν έρθει -ήταν τετράκλινη η καμπίνα- και άλλες τρεις κυρίες. Μιλήσαμε λίγο στην αρχή. Μετά η καθεμία ησύχασε. Φτάνοντας... Κουνούσε το καράβι στη διαδρομή. Είχε 7-8 μποφόρ. Τα είχε. Ήταν ο καιρός φουρτουνιασμένος. Ήθελα να σηκωθώ να πάω να πάρω κάτι να φάω αλλά δε σηκωνόμουνα, γιατί φοβόμουν να σηκωθώ από το κούνημα. Τελικά με το που έφτανε στην Πάρο, είχαν βγάλει και ανακοίνωση ότι το πλοίο σε λίγα λεπτά φτάνει στην Πάρο και ακούμε αμέσως ένα μπαμ. Ταρακουνηθήκαμε, σβήσανε τα φώτα αμέσως. Με το «μπαμ» σβήσαν τα φώτα. Μια άλλη κυρία που ήταν στην ίδια καμπίνα μάς λέει: «Σηκωθείτε. Κάτι έγινε». Κανένας να μας ειδοποιήσει από το καράβι, ούτε ανακοίνωση ούτε τίποτα. Τελικά, σηκωνόμαστε και τότε δεν ξέραμε ότι μέσα στην καμπίνα υπήρχανε σωσίβια να παίρναμε. Μέχρι τότε δε γινόταν καμία ανακοίνωση στα καράβια. Μπαίναμε και δε λέγαν πού υπάρχουν σωσίβια, πού υπάρχουν έξοδοι κινδύνου. Δεν τα λέγανε. Μετά το Σάμινα αρχίσανε να τα λένε όλα αυτά. Κι εμείς βγήκαμε. Εγώ πήρα μόνο την τσάντα μου που είχα, και βγήκαμε έξω. Εν τω μεταξύ, στο καράβι ήτανε παντού σκοτεινιά. Σκοτάδια. Τα φώτα είχανε σβήσει. Δε βλέπαμε τίποτα. Πηγαίναμε εκεί που ακουγόταν οι φωνές. Προχωρήσαμε. Τελικά με τον... Ευτυχώς οι καμπίνες ήταν πάνω. Ήταν κάτι καλό, γιατί αν ήταν κάτω θα μπαίναν τα νερά αμέσως και θα μέναμε εκεί κατευθείαν. Ήταν πάνω οι καμπίνες. Τελικά από τις καμπίνες πηγαίνουμε στο σαλόνι. Μέχρι να πάμε εμείς στο σαλόνι, είχε ερημώσει το σαλόνι. Είχαν πέσει βέβαια καρέκλες, είχανε πέσει απ’ τα μπαρ μπουκάλια, οτιδήποτε άλλο είχανε. Ένας χαμός! Λίγοι άνθρωποι είχαν μείνει εκείνη τη στιγμή που θυμάμαι εγώ μέσα στο σαλόνι του καραβιού και τότε ένα παιδί -ας είναι καλά, πιστεύω να είναι καλά, δεν... δεν βρήκα τα στοιχεία του να είμαι και σίγουρη- ήταν φαντάρος στη Σάμο. Αυτός μου έφερε ένα σωσίβιο, το οποίο ήταν και παιδικό. Μου λέει: «Αυτό θα σας δώσω. Δεν έχω άλλο». Μου το φόρεσε -να ‘ναι καλά το παιδί- και έφυγε εκείνος. [00:05:00]Εγώ βγήκα έξω από το σαλόνι. Με το που βγαίνω έξω σε εκείνο το επίπεδο, άρχισαν να φτάνουν τα νερά, να φτάνει η θάλασσα εκεί. Ήταν θυμάμαι και ένας παπάς εκείνη τη στιγμή με το κομποσκοίνι του εκεί που έλεγε τις προσευχές του και λέει: «Πάμε πάνω, πάμε πάνω». Κουτσά στραβά –ξέρεις, μάλλον σέρνοντας γιατί δε μπορούσες να σταθείς, το πλοίο είχε γείρει πολύ- ανεβήκαμε 10-15 σκαλιά που ήτανε για να πάμε στο επόμενο κατάστρωμα, αλλά μέχρι που ανεβήκαμε, είχε φτάσει το νερό κι εκεί, οπότε δεν υπήρχε άλλη ελπίδα σωτηρίας. Μόνο η θάλασσα. Και τότε εγώ έπεσα στη θάλασσα, όπως πέφτω στη θάλασσα μπαίνοντας στη θάλασσα για να κολυμπήσω. Και βέβαια εκείνη τη στιγμή ήταν η πιο σωστή, γιατί αν αργούσα λίγο ακόμη, θα μας τραβούσε μέσα η δίνη της θάλασσας και θα μέναμε εκεί.
Πολύ ωραία.
Ναι.
Να το πάρουμε λίγο από την αρχή. Πού πηγαίνατε αρχικά; Σε ποιο νησί;
Νάξο.
Για ποιο λόγο;
Εκεί έμενα. Ναι. Τότε είχα έρθει Λάρισα για να δώσω εξετάσεις και ξαναεπέστρεφα, γιατί εκεί ήταν η οικογένειά μου και εκεί δούλευα.
Τι είχατε σπουδάσει;
Νηπιαγωγός.
Πολύ ωραία. Και στη Νάξο ήταν η οικογένειά σας;
Ναι.
Ο σύζυγός σας;
Ναι, ναι. Και ήμουνα τότε έγκυος στον πέμπτο μήνα της εγκυμοσύνης.
Και είπατε πριν ότι κανονικά ήταν να πάρετε άλλο καράβι-
Ναι.
Σωστά;
Ναι, ναι.
Και τι έγινε; Ακυρώθηκε;
Ακυρώθηκε εκείνο το καράβι, εκείνο το δρομολόγιο. Εγώ από εδώ από τη Λάρισα που πήρα να ρωτήσω τότε -δεν υπήρχε και το ίντερνετ να ενημερωνόμαστε, με τηλέφωνα στα πρακτορεία- και μου είπαν ότι 05:00 η ώρα, 05:30 ήταν το Απόλλων. Πάω εκεί. Το Απόλλων ήταν δεμένο στο λιμάνι του Πειραιά, αλλά δεν έφυγε ποτέ και μας βάλαν όλους στο Σάμινα, το οποίο πήγαινε Σάμο. Θα περνούσε βέβαια Πάρο, Νάξο, Ικαρία, Σάμο μετά.
Και θυμάστε χαρακτηριστικά ότι είχατε αυτό το προαίσθημα, πριν μπείτε μέσα.
Ναι στην πόρτα του καραβιού, έτσι, ένιωσα πολύ ασφυκτικά. Λέω: «Αμάν, τι είναι εδώ;».
Ήταν η πρώτη φορά που είχατε μπει στο Σάμινα;
Ναι, πρώτη και τελευταία.
Και μετά είχατε πάει σε καμπίνα και ήσασταν με άλλα άτομα-
Ναι ήταν άλλες τρεις κυρίες. Ήταν τετράκλινη η καμπίνα. Εντάξει. Ξαπλώσαμε. Κουνούσε λίγο, αλλά δεν μας ενοχλούσε. Αλλά με το που λένε ότι φτάνουμε στην Πάρο, ακούμε το «μπαμ» και όλα ανατραπήκανε. Και από εκεί βρεθήκαμε στη θάλασσα.
Ακούστηκε ο θόρυβος και η πρώτη σας αντίδραση ποια ήταν;
Στην αρχή, ακούγοντας το θόρυβο, νόμιζα ότι είχε φτάσει όντως στην Πάρο και είχε πέσει η άγκυρα, γιατί στα παλιά καράβια έτσι ακουγόταν δυνατά η άγκυρα. Αλλά με το που σβήνουν τα φώτα, καταλάβαμε ότι κάτι συμβαίνει.
Έσβησαν τα φώτα-
Ναι.
Όταν ήσασταν μέσα στην καμπίνα;
Μέσα, μέσα, αμέσως ναι. Οπότε κάποια πιο επιτήδεια -πώς να το πω- λέει: «Σηκωθείτε. Κάτι συμβαίνει». Σηκωνόμαστε και δε βλέπαμε τίποτα. Το καράβι άρχισε να παίρνει κλίση. Να μπαίνουν νερά μέσα, ο κόσμος να πηδάει στη θάλασσα. Ένας πανικός! Ενημέρωση από το καράβι καμία. Αυτό το λέω. Το σημειώνω. Καμία. Καμία ενημέρωση. Δεν είδα κανέναν από το καράβι. Κανέναν ναυτικό εκεί πέρα... πώς να τους πω; Μόνο οι στρατιώτες μας βοηθήσανε. Οι στρατιώτες που πηγαίνανε στη Σάμο. Αυτά τα παλικάρια δώσανε και βέβαια και πολλοί χαθήκανε. Μας βοήθησαν.
Και όταν άρχισε να παίρνει κλίση το καράβι, αυτό έγινε γρήγορα; Το καταλαβαίνατε δηλαδή ότι είχε αρχίσει και βουλιάζει;
Ναι, ναι γιατί με το που βγήκα εγώ από την καμπίνα, δεν μπορούσα να σταθώ άνετα. Σχεδόν ακουμπούσαμε κάτω ή στο πλάι για να περπατήσουμε. Ήταν και σκοτεινά. Είχε πάρει κλίση αμέσως, γιατί είχε κάνει ρήγμα και είχαν μπει νερά μέσα και αμέσως έκανε κλίση μεγάλη.
[00:10:00]Και στη συνέχεια; Για συνεχίστε.
Τελικά αφού φτάσαμε όσο πιο ψηλά μπορούσαμε, φτάσανε και τα νερά μέχρι πάνω. Δεν υπήρχε άλλη λύση. Θάλασσα! Ευτυχώς για μένα που ήμουνα και έγκυος, νομίζω ότι αν έπεφτα από ψηλά, κάτι θα πάθαινα, αλλά από εκεί που έπεσα στη θάλασσα, έπεσα σαν να έμπαινα στην παραλία. Σαν μια βουτιά δηλαδή. Όχι... Δεν έπεσα από ψηλά. Είχε φτάσει το νερό μέχρι εκεί και έφυγα έτσι. Μετά κολύμπησα, κολύμπησα. Έβρισκα διάφορα αντικείμενα μπροστά μου. Τώρα δεν ξέρω τι ήτανε. Πάντως κάτι τσάντες έβλεπα, κάτι... Και η δικιά μου η τσάντα την πήρε η θάλασσα πριν πέσω εγώ ακόμη στη θάλασσα. Πολλοί συνάντησαν και πνιγμένους -πώς να το πω- δε θέλω να το πω, αλλά... Και σε κανένα εικοσάλεπτο υπολογίζω αφού ήμουνα στη θάλασσα, βρέθηκε μπροστά μου σαν από μηχανής Θεός ένα καΐκι και αυτό το καΐκι έχει ιστορία. Ο καϊξής -πώς να το πω- που είχε το καΐκι του περίμενε τον πεθερό του εκείνο το βράδυ. Ήταν στο λιμάνι για να πάρει τον πεθερό του από το καράβι. Ενώ είχε δει το καράβι να έρχεται -φαινόταν από την Πάρο πολύ κοντά οι πόρτες εκεί πέρα- ξαφνικά το έχασε το καράβι. Σβήσανε τα φώτα και χάθηκε το καράβι. Τι έγινε το καράβι; Κατάλαβε ο άνθρωπος. Αφού είχε το καΐκι του εκεί, μπήκε μέσα και το πήρε και ήταν ο πρώτος που έφτασε εκεί και έτυχε μπροστά μου. Ήτανε σαν να από μηχανής Θεός, ξέρω γω. Η Παναγία μας βοήθησε; Τι να πω... Βέβαια ήταν πάλι δύσκολο να ανέβω μέσα στο καΐκι με οχτώ μποφόρ. Πώς να ανέβεις στο καΐκι απ’ τη θάλασσα; Τελικά, αυτοί είχανε κάτι τριχιές, κάτι χοντρά σχοινιά. Τα ρίχνανε. Τελικά, έπιασα κι εγώ το σχοινί μια φορά, αλλά πώς να τραβηχτώ μετά να ανέβω πάνω και πέντε μηνών έγκυος, όπως είπα και πριν; Τελικά μου δώσανε και ένα χέρι όσο πλησίαζα στη βάρκα και έδωσα κι εγώ μια ώθηση και ανέβηκα. Εκεί ήμασταν ο ένας πάνω στον άλλον. Βέβαια, εντάξει, σωθήκαμε όμως. Μας έσωσε. Αλλιώς δεν πιστεύω να είχα σωθεί. Και μας έβγαλε στην Πάρο. Πάνω στο καΐκι είχε τόσο κύμα. Έκανα και εμετό θυμάμαι. Ήμουνα εκεί στην κατάσταση αυτή. Τέλος πάντων, δεν ήταν τίποτα αυτά όλα. Το σημαντικό ήταν ότι ήρθε μια βοήθεια και μας έσωσε. Μας έβγαλε στην Πάρο. Εκεί οι Παριανοί -να ‘ναι καλά και αυτοί- μας βοήθησαν. Μας περιμέναν με τις κουβέρτες να μας σκεπάσουν, να μας πάρουν με τα αυτοκίνητα τους στα δωμάτια τους. Ανοίξαν τα δωμάτια τους οι άνθρωποι. Να μας δώσουν ρούχα στεγνά. Εμένα μου έδωσε ο σπιτονοικοκύρης μια φόρμα του με ένα φούτερ από πάνω, γιατί δεν είχαμε τίποτα. Η τσάντα μου είχε φύγει στη θάλασσα. Τέλος πάντων. Μετά από λίγο, αφού φτάσαμε εκεί στο δωμάτιο, βρήκαμε τηλέφωνα. Επικοινώνησα με τον άντρα μου στη Νάξο που είχανε όλοι αναστατωθεί. Μιλούσε τώρα και σε ανοιχτή γραμμή, όταν πήρα εγώ τηλέφωνο στον Βασίλη στη Νάξο, μιλούσε με τη γιαγιά στο χωριό, τη μάνα μου και ευτυχώς με ακούσανε εκείνη την ώρα και οι δύο και ηρεμήσανε. Τους λέω: «Είμαι στην Πάρο». Και ηρεμήσανε. Μετά ξαναπήρανε εκείνοι τηλέφωνο, γιατί δεν μπορούσα να μιλήσω και πολύ, γιατί περιμένανε όλοι να πάρουν τηλέφωνο. Δεν ήταν ατομικό το... Ήτανε όλοι να πάρουνε τηλέφωνα. Τέλος πάντων, ηρεμήσανε και εκείνοι. Αποφύγαμε τα χειρότερα. Κοιμήθηκα το βράδυ. Κοιμήθηκα... Όσο μπόρεσα να κοιμηθώ, τέλος πάντων, σε ένα στεγνό κρεβάτι. Ξεκουραστήκαμε λίγο και την άλλη μέρα το πρωί εμένα ήρθαν και με πήραν να με πάνε στο κέντρο υγείας. Βέβαια κι εκείνο το βράδυ με ρωτήσανε, επειδή τους είπα ότι είμαι έγκυος, αν είχα κάποιο πρόβλημα, ξέρω γω. Δεν είχα. Και μου λένε: «Αν δεν είναι επείγον, μην πάτε, γιατί εκεί γίνεται χαμός τώρα». Και όντως έκατσα το βράδυ στο δωμάτιο. Ξεκουράστηκα. Στέγνωσα και την [00:15:00]άλλη μέρα το πρωί, πήγα στο κέντρο υγείας. Ήταν ο γυναικολόγος, από τη Νάξο συγκεκριμένα είχε έρθει, και μου έκανε έναν υπέρηχο. Δόξα τω Θεώ, ήταν καλά και το μωρό κι εγώ! Και μετά αμέσως πήγα στην Παναγία να ανάψω ένα κερί-
Της Πάρου;
Αφού είχα βρεθεί δίπλα. Ναι στην Πάρο στην Εκατονταπυλιανή και μετά αφού γεννήθηκε και η κόρη μου πήρε και το όνομα της Παναγίας, το Μαρία. Έτσι.
Όταν συνειδητοποιήσατε ότι το καράβι βουλιάζει θυμάστε εικόνες των υπολοίπων γύρω σας; Τι επικρατούσε στο καράβι;
Δεν θυμάμαι, γιατί ήμουν στην καμπίνα και δεν είδα κόσμο. Μέχρι να βγούμε εμείς από την καμπίνα να φτάσουμε στο σαλόνι, είχε αδειάσει το σαλόνι. Μόνο θυμάμαι δυο-τρεις φαντάρους που μου φέρανε το σωσίβιο και αυτόν τον παπά θυμάμαι που ήταν με το κομποσκοίνι του και έκανε τις προσευχές του.
Αυτός δεν είχε βγει έξω;
Μετά βγήκε και αυτός. Ανέβηκε πάνω και εκεί τον έχασα και αυτόν. Ήτανε δύσκολες στιγμές. Και εγώ απ’ ό,τι κατάλαβα τότε, γιατί δεν είδα πολύ κόσμο μετά, πρέπει να ήμουνα από τους τελευταίους που βγήκα. Γιατί μέχρι να βγεις από την καμπίνα και στην κατάσταση που ήμουνα εγώ... Πρέπει να ήμουνα από τους τελευταίους. Δηλαδή, λίγο ακόμη αν μέναμε θα μας έπαιρνε η θάλασσα μέσα. Η δίνη του καραβιού.
Θυμάστε μέσα σε πόση ώρα από τον θόρυβο βουτήξατε στη θάλασσα; Δηλαδή, πόση ώρα περίπου ήσασταν στο καράβι;
Κανένα τέταρτο. Μέχρι να βγούμε μέσα, να βρούμε το σωσίβιο και τέτοια. Και μετά κάπου άλλη τόση ώρα, κανένα τέταρτο πάλι, κολύμπησα 20 λεπτά μπορεί και βρέθηκε μπροστά μου το καΐκι και έτσι γλίτωσα.
Ποια ήταν η πρώτη σας σκέψη όταν ήσασταν στο δίλημμα: «Να πέσω, να μην πέσω»; Τι αισθανθήκατε;
Εκείνη την ώρα, δεν μπορούσα να σκεφτώ και πολλά. Αλλά είπα: «Παναγιά μου». Κοίταζα στην Πάρο, έβλεπα τα φώτα της Πάρου και έλεγα: «Παναγιά μου, βοήθησέ μας!». Εμένα και το μωρό που ήμασταν εκεί.
Ήταν κάπως σαν μια ελπίδα το ότι βλέπατε αυτά τα φώτα-
Ναι.
Να είναι κοντά;
Ναι, ναι. Και φαινόταν και ο σταυρός της Εκατονταπυλιανής απέναντι και κοίταξα και αυτό προσευχήθηκα. Έκανα το σταυρό μου και έπεσα στη θάλασσα.
Πόσα μέτρα περίπου ήταν το ύψωμα;
Το ύψωμα. Όχι. Είχε φτάσει σχεδόν στο επίπεδο η θάλασσα εκεί που ήμουνα. Γι’ αυτό είπα ότι αν λίγο ακόμη, θα μας ρουφούσε η θάλασσα μέσα.
Δηλαδή, δεν πέσατε;
Από ψηλά.
Από μεγάλο ύψος;
Όχι.
Είχε βουλιάξει αρκετά το καράβι.
Ναι, ναι. Και αυτό ήταν και λίγο επικίνδυνο αλλά κι εγώ δεν ήξερα τότε. Μέχρι τότε ούτε δεν ξέραμε ότι υπάρχουν και σωσίβια στο καράβι. Θα τα είχαμε πάρει από την καμπίνα και θα ήταν και κανονικό σωσίβιο. Δεν θα ήταν το παιδικό αυτό που μου βάλανε μετά. Αλλά δεν είχαμε ενημέρωση μέχρι τότε. Τώρα ευτυχώς, μετά το πάθημα, ενημερώνουν τον κόσμο και υπάρχουν και όλα τα σωστικά μέσα. Και ένα άλλο τώρα που μου ήρθε στο μυαλό ότι -είχε συζητηθεί τότε πολύ- ότι αυτοί του καραβιού κατεβάσανε τις βάρκες και φύγανε πρώτοι και σωθήκανε. Χωρίς να ενημερώσουν τους επιβάτες. Αφήσαν τον κόσμο και έπεσε κατευθείαν στη θάλασσα. Και οι πρώτοι που πέσανε στη θάλασσα, μην μπορώντας να κολυμπήσουν τόσο πολύ μέχρι να βγουν στη στεριά, χαθήκανε πολλοί. Κάπου 80-81 επιβάτες χαθήκανε.
Δεν υπήρχε κανένας από το πλήρωμα για να σας ενημερώσει να σας βοηθήσει;
Εγώ δεν είδα κανέναν. Μόνο τους φαντάρους θυμάμαι που μου φέρανε το σωσίβιο τη στιγμή που βγήκα από την καμπίνα. Ήτανε…
Και όταν πέσατε στο νερό, πώς ήταν η αίσθηση; Ήτανε κρύο; Είχε κύμα;
Από την αγωνία μου, από το άγχος, ούτε καταλάβαινα. Είχε κύμα, αφού ήταν 8 μποφόρ, αλλά δεν το καταλάβαινα. Το σωσίβιο ήταν που τώρα με κράτησε; Τι να πω... Η τύχη μου δεν ήτανε να χαθώ τότε. Τι να πω...
[00:20:00]Είχατε πόνους-
Όχι.
Όταν κολυμπούσατε;
Όχι, δόξα τω Θεώ, δεν είχα, όχι. Μόνο που πάνω στο καΐκι που μπήκαμε για να πάμε στην Πάρο μετά, κουνούσε κι αυτό -τώρα ψαροκάικο εκεί πέρα- και εκεί έκανα τον εμετό, αλλά εντάξει. Αυτά... Καλά εκεί μέσα ήταν γεμάτο νερά, βέβαια. Δεν ήταν συνθήκες. Πώς βλέπουμε τους μετανάστες που έρχονται... Τι να πούμε;
Και όταν κολυμπούσατε, είχατε κάποιον δίπλα σας να σας βοηθάει-
Όχι.
Ή ήσασταν τελείως μόνη σας;
Μόνη, μόνη. Ακούμπησα σε κάτι. Παπούτσι ήτανε; Κάτι τσάντες από επιβάτες που τους φεύγανε, αλλά κάποιον να μιλήσω δεν είχα. Όχι. Εντελώς μόνη και ήρθε το καΐκι. Ο ψαράς από την Πάρο που περίμενε τον πεθερό του, αλλά τον πεθερό του δεν τον βρήκε. Μας έσωσε εμάς. Και απ’ ό,τι μάθαμε μετά είχε πνιγεί ο πεθερός του. Πήγαμε τον βρήκαμε στην Πάρο. Τον ευχαριστήσαμε. Τι να πει και ο άνθρωπος; Λέει: «Αυτό μπόρεσα, αυτό έκανα». Ό,τι μπόρεσε έκανε. Ήτανε σκληρή η πραγματικότητα τότε, αυτό που ζήσαμε.
Και όσο κολυμπούσατε, ποιες ήταν οι σκέψεις σας; Αρχικά γνωρίζατε προς τα πού να κατευθυνθείτε; Ακολουθούσατε τους άλλους;
Όχι. Όπου με πήγαινε το νερό. Δε μπορούσα να προσανατολιστώ τώρα. Και είπα ευτυχώς που ήρθε το καΐκι μπροστά μου. Δεν πιστεύω να έβγαινα σε κάποια στεριά.
Ωραία. Και μόλις είδατε το καΐκι σας φώναξε ο οδηγός του;
Ναι. Πλησίασε εκεί πέρα και είχε το σχοινί αυτό το χοντρό που το έριχνε κάτω και κάποια στιγμή -ήμασταν πολλοί βέβαια εκεί, είχαμε μαζευτεί κάποιοι- και κάποια στιγμή το έπιασα κι εγώ. Είχα τη δύναμη.
Ήταν δύσκολο λόγω της εγκυμοσύνης-
Ναι.
Να ανέβετε;
Ναι. Και το κύμα. Ήταν 8 μποφόρ. Και με την εγκυμοσύνη μετά καθώς πλησίασα στο καΐκι μου λένε: «Έλα δώσε δύναμη». Τους λέω: «Είμαι έγκυος». Και τότε μου δώσανε κι ένα χέρι και αυτοί και με τραβήξανε επάνω.
Και όταν φτάσατε στη στεριά, ποιοι ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που επικοινωνήσατε; Τι κάνατε μόλις φτάσατε;
Είπα… Μας περιμένανε -να 'ναι καλά οι Παριανοί- με τις κουβέρτες και τα αυτοκίνητα τους. Μας πήγανε στα δωμάτια και μετά με τον άντρα μου που επικοινώνησα που ήταν σε ανοιχτή σύνδεση με του γονείς μου και το μάθανε κατευθείαν όλοι τους. Ότι είμαι καλά, κατέβηκα στην Πάρο. Αυτό.
Στο κέντρο υγείας υπήρχε κάποια διαλογή με τους ανθρώπους;
Ναι, το βράδυ γι’ αυτό δεν με αφήσανε να πάω. Με πήραν στο δωμάτιο και μου δώσανε ρούχα στεγνά να φορέσω και όταν τους είπα ότι είμαι έγκυος και ήθελα να κάνω μια εξέταση, μου λένε: «Μην πάτε, μην πάτε τώρα, γιατί γίνεται χαμός εκεί». Είχανε νεκρούς να αντιμετωπίσουν, είχανε χίλιες δύο περιπτώσεις, άλλους, είχαν σπάσει χέρια, είχαν χτυπήσει, είχαν κάνει. Και μου λένε: «Μην πάτε τώρα γιατί γίνεται χαμός. Αν δεν είναι απόλυτη ανάγκη, αν κάποια αιμορραγία, δηλαδή, κάτι τέτοιο…». Και όντως δεν είχα κάτι. Έκατσα, στέγνωσα. Ξεκουράστηκα λίγο όσο μπόρεσα. Πέρασε η νύχτα και το πρωί πήγα στο κέντρο υγείας. Έκανα τον υπέρηχο και, δόξα τω Θεώ, ήταν καλά. Μετά, όταν πήγα στη Νάξο, βέβαια ξαναπήγα στον γιατρό μου. Ήταν καλά.
Πού είχατε μείνει εκείνο το βράδυ;
Σ' ενοικιαζόμενα δωμάτια που μας πήραν οι Παριανοί κατευθείαν από το λιμάνι με τα αυτοκίνητά τους και μας πήραν. Εμείς δεν ξέραμε πού πηγαίναμε. Εκεί κοντά στην Παροικιά ήτανε, γιατί την άλλη μέρα με τα πόδια μετά πήγα. Και την άλλη μέρα δέχτηκα και ένα τηλεφώνημα από κάποιον άλλον, επίσης ναυαγό, ο οποίος είχε βρει την τσάντα μου. Αυτό, αν το πιστεύεις! Είχε βρει την τσάντα μου και την πήρε και είχα μέσα ταυτότητα, τηλέφωνα. Ειδοποίησε τον άντρα μου στη Νάξο και του είπε ότι: «Έχω αυτή την τσάντα». Λέει: «Τη γνωρίζετε;». Λέει: [00:25:00]«Είναι η γυναίκα μου. Είναι στην Πάρο». Λέει: «Ήταν στο Σάμινα». Και μετά ο άντρας μου μού είπε: «Πήγαινε στο τάδε ξενοδοχείο να πάρεις την τσάντα σου».
Η βαλίτσα ή η τσάντα-
Η τσάντα μου. Η βαλίτσα ήτανε κάτω. Χάθηκε.
Και πώς την είχε βρει; Τι σας είχε πει;
Την είδε κολυμπώντας εκεί που κολυμπούσε και την πήρε. Είχε τη δύναμη. Και τα βρήκα όλα μέσα. Ε, τα στέγνωσα βέβαια. Το δίπλωμά μου το έχω ακόμη, το δίπλωμα οδήγησης. Είναι βέβαια με την αλμύρα πάνω, αλλά το έχω για ενθύμιο.
Έχουνε διαγραφεί τα στοιχεία;
Όχι. Φαίνονται ακόμη, φαίνονται ακόμη.
Και τότε στο νησί είχατε συναντήσει άλλους από το ναυάγιο;
Ναι, ναι, ναι. Πολλούς και από τη Νάξο. Βρεθήκαμε μετά στο ξενοδοχείο και την άλλη μέρα συνάντησα και άλλους. Και την επόμενη μέρα, δε μπορέσαμε να φύγουμε εμείς για τη Νάξο, γιατί είχε απαγορευτικό. Μείναμε άλλο ένα βράδυ και φύγαμε την επόμενη μέρα πάλι με το καράβι. Το Blue Star μετά είχε έρθει.
Και πώς ήταν το κλίμα; Πώς ήταν οι συζητήσεις σας;
Ο καθένας έλεγε την ιστορία του. Βέβαια, δε μας αφήνανε και λίγο ήσυχους τα κανάλια. Είχα δώσει κάποιες συνεντεύξεις και εκεί. Είχαν έρθει όλα τα κανάλια εκεί πέρα και στα ξενοδοχεία εκεί που μέναμε και μας ρωτούσαν και τότε. Εντάξει, και αυτοί τη δουλειά τους κάνανε. Τι να κάνεις...
Θυμάστε έτσι κάποια άλλη ιστορία που σας είχε μείνει από κάποιον άλλο ναυαγό; Κάποιον που είχατε συναντήσει τότε;
Είχα ακούσει ιστορίες από Ναξιώτες. Και που ζήσανε και που χαθήκανε. Γνωστούς μας. Αυτές ήταν οι χειρότερες βέβαια. Και ακόμα πολλές φορές, βλέπω γνωστούς μου στη Νάξο. «Α, ήμασταν μαζί στο Σάμινα». Είναι μια ανάμνηση κακιά που ζήσαμε.
Πολύ ωραία. Θέλω να σας ρωτήσω. Μετά το ναυάγιο, τι ακολούθησε; Κινηθήκατε νομικά; Υπήρξαν αποζημιώσεις; Τι συνέβη;
Ναι, υπήρξαν και κινηθήκαμε κι εμείς νομικά. Είχανε γίνει και κάποιοι σύλλογοι και πήγαν σε διάφορους δικηγόρους. Εμένα ο άντρας μου, επειδή είναι και εκείνος δικηγόρος, μου λέει: «Μην πας εκεί. Τα πολλά δεn θα τα πάρουμε -λέει- με τίποτα». Πήγαμε μόνοι μας σε κάποιον δικηγόρο στην Αθήνα. Έκανε την αγωγή εκείνος και μέσα σε ένα-ενάμιση χρόνο, πήραμε κάποια αποζημίωση. Μπορώ να πω και το ποσό; Τώρα ήταν και σε δραχμές τότε. Πρέπει να ήταν γύρω στα 6.000.000 δραχμές. Ναι. Και εντάξει συμβιβαστήκαμε. Οι άλλοι που θέλανε πιο πολλά, τρέξανε και σε πιο μεγάλα δικαστήρια, δεν ξέρω τι ακριβώς βγάλανε. Εμείς συμβιβαστήκαμε. Πήραμε τα 6.000.000 και το αφήσαμε.
Υπήρχαν κάποια κριτήρια γι’ αυτή την αποζημίωση;
Ναι. Τα 6.000.000-6.500.000 -κάπου εκεί ήτανε- ήταν τα 5.000.000 για μένα και τα 2.000.000 μάλλον ήτανε για το μωρό. Το κάνανε πιο... Το μειώσαν εκείνο. Τώρα, περισσότερο ο άντρας μου είχε ασχοληθεί κι εγώ δεν… Ούτε με ένοιαζε. Λέω: «Κάνε, Βασίλη, ό,τι θέλεις. Αρκεί που γλίτωσα εγώ και το παιδί και είμαστε καλά και δεν...».
Σας είχαν καλέσει και για κατάθεση;
Ναι και για κατάθεση και διάφοροι ψυχολόγοι που ήταν τότε στη Νάξο εκεί στο κέντρο υγείας είχαμε πάει και μιλήσαμε. Ναι. Υπήρξαν τέτοια.
Σας είχε μείνει κάποιο στρες μετά το ναυάγιο;
[00:30:00]Το σκεφτόμουνα πάρα πολύ, το σκεφτόμουνα. Βέβαια, εγώ δεν έκατσα μέσα μετά το ναυάγιο. Μερικοί μου λέγανε ότι δε μπορούσαν να ταξιδέψουν ξανά. Εγώ, αν το πάθαινα αυτό τότε, θα είχα πεθάνει. Ήμουνα και έγκυος. Γύρισα Πέμπτη στη Νάξο; Την Παρασκευή μόνο δεν πήγα για δουλειά. Την Δευτέρα πήγα για δουλειά κανονικά. Κι έτσι ξεχάστηκα λίγο. Ξεχνούσα. Στη δουλειά δεν προλαβαίνεις κιόλας. Στο νηπιαγωγείο όταν είσαι, περνάει η ώρα. Μετά γυρίζεις σπίτι -ήμουν και έγκυος- με τις δουλειές του σπιτιού, περνούσα το χρόνο μου. Σκεφτόμουν πιο πολύ το παιδί που θα γεννηθεί και το άφηνα. Προσπαθούσα να μην το θυμάμαι, αλλά ήταν κάποιες στιγμές όμως που το σκεφτόμουνα.
Προσπαθούσατε κάπως να βρείτε περισπασμούς δηλαδή να ξεχαστείτε.
Να μη με απασχολεί συνέχεια αυτό.
Μετά, όταν ξαναμπήκατε σε καράβι, πώς ήταν η αίσθηση;
Εντάξει μουδιασμένη μπήκα, αλλά έπρεπε να μπω. Όταν ζεις σε νησί, άμα δε μπεις στο καράβι, δε μπορείς. Τότε θα είσαι τιμωρημένος μια ζωή. Έπρεπε.
Και μετά το ναυάγιο, πώς ήταν το κλίμα; Στις ειδήσεις τι ισχυρίζονταν σχετικά με τα αίτια;
Πολλά είχαν ακουστεί. Πρώτα είχαν πει αυτοί του καραβιού ότι πήγαινε μόνο του το καράβι. Εν τω μεταξύ, πλησίαζες στο λιμάνι έπρεπε κάποιος να είναι μπροστά. Ότι βλέπανε τηλεόραση. Βλέπανε το ματς με τον Παναθηναϊκό νομίζω εκείνο το βράδυ. Κάτι τέτοια λέγανε. Τα λέγανε. Ήτανε...
Και για εσάς πώς-
Σφάλματα.
Πώς ήτανε να ακούτε όλα αυτά τα σενάρια; Υπήρχε θυμός; Υπήρχε αγωνία για να μαθευτεί η αλήθεια;
Υπήρχε τότε. Μετά έγινε και αμέσως μέσα στην εβδομάδα αν θυμάμαι καλά και η αυτοκτονία του ιδιοκτήτη των καραβιών, του Σφηνιά -πώς λεγόταν κάποιος εκεί στον Πειραιά- υπήρχε. Το ακούγαμε συνέχεια. Βέβαια, εντάξει εμείς που γλιτώσαμε και πόσο πιο δύσκολα οι άλλοι που χάσανε τους δικούς τους.
Ήταν πολύ-
Ναι.
Τραυματικό.
Ναι, ναι. Δύσκολες καταστάσεις.
Πολύ ωραία. Έχετε να προσθέσετε κάτι άλλο;
Όχι. Νομίζω τα είπαμε καλά.
Πώς σας φάνηκε η εμπειρία της συνέντευξης που τα ξαναθυμηθήκατε όλα αυτά;
Καλά. Υπάρχουν πολλές φορές που τα θυμάμαι και μόνη μου έτσι. Αλλά και τώρα που τα μοιράστηκα και με εσένα μαζί ήτανε εντάξει.
Νιώθετε άνετα να μιλάτε γι’ αυτές τις εμπειρίες που είναι κάπως λίγο πιο τραυματικές;
Δεν θα έλεγα άνετα. Όταν μου ζητιέται... Δεν θα καθίσω, δηλαδή, να πάω για καφέ και να μιλάω γι’ αυτά. Δεν θα το κάνω. Όταν μου ζητείται. Έτσι.
Πολύ ωραία.
Και κάτι άλλο. Φέτος ένα παιδάκι που είχα στο νηπιαγωγείο έμαθε από τη μαμά του -γιατί είμαι τώρα χρόνια στη Νάξο- ότι ήμουνα στο Σάμινα και έρχεται... Μάλλον πηγαίνω στο νηπιαγωγείο -γιατί εγώ πήγαινα μεσημέρι φέτος- και μόλις με είδε και μου λέει: «Κυρία, ήσουνα στο Σάμινα;». Το άκουσε τώρα αυτό που δεν έχει... 5 χρονών παιδάκι τώρα αυτό, ούτε καν. Και εγώ δε μπορούσα να καταλάβω τι λέει ο Στέλιος αυτή τη στιγμή. Πού έμαθε για το Σάμινα; «Μου είπε η μαμά ότι ήσουνα στο Σάμινα». Και τότε άρχισα να καταλαβαίνω κι εγώ. «Ναι -λέω- Στέλιο». «Μα πώς; Και πώς γλίτωσες και τι έκανες;». Να δείτε, ναι, τα παιδιά. Μόνο που άκουσε τη λέξη «ναυάγιο» και ήτανε η κυρία πάνω και γλίτωσε.
Σας έβλεπε κάπως σαν ήρωα.
Ναι, ναι, ναι. Έτσι.
Πολύ ωραία. Ευχαριστώ πάρα πολύ για τη συνέντευξη.
Παρακαλώ.
Ήταν πάρα πολύ ενδιαφέρουσα.
Τίποτα. Να είστε καλά.