«Η Καστοριά από τσαγκάρη δεν θα μείνει»: Ο μοναδικός τσαγκάρης της πόλης αφηγείται
Segment 1
Σπουδές Υποδηματοποιίας, βιοτεχνία παπουτσιών και το επάγγελμα μέσα στα χρόνια
00:00:00 - 00:16:56
Partial Transcript
Καλησπέρα. Θα μου πείτε το όνομά σας; Καλησπέρα. Λέγομαι Χρήστος Πατίδης. Είναι Παρασκευή 23 Ιουνίου 2023, είμαι με τον Χρήστο Πατίδη …λλά για να πεινάσεις, δεν πεινάς. Αυτό είναι το καλό στο επάγγελμά μας, που, εντάξει, δόξα τω Θεώ, εγώ πάντα λέω, δόξα τω Θεώ, είμαστε καλά.
Lead to transcriptSegment 2
Ο εξοπλισμός, η διαδικασία της επιδιόρθωσης και το πέρασμα της σκυτάλης στην επόμενη γενιά
00:16:56 - 00:23:40
Partial Transcript
Και συνεχίζει και ο γιος σας; Ναι, συνεχίζει και ο γιος μου. Αυτό σημαίνει ότι αξίζει τον κόπο. Ερχόταν μικρός μαζί σας στο μαγαζί; Ναι, …εν θα... Η Καστοριά από τσαγκάρη δεν θα μείνει. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τον χρόνο σας. Να 'σαι καλά. Να 'σαι καλά, ευχαριστώ κι εγώ.
Lead to transcriptSegment 1
Σπουδές Υποδηματοποιίας, βιοτεχνία παπουτσιών και το επάγγελμα μέσα στα χρόνια
00:00:00 - 00:16:56
[00:00:00]Καλησπέρα. Θα μου πείτε το όνομά σας;
Καλησπέρα. Λέγομαι Χρήστος Πατίδης.
Είναι Παρασκευή 23 Ιουνίου 2023, είμαι με τον Χρήστο Πατίδη στην Καστοριά, ονομάζομαι Ζυμπίδου Παρέση, είμαι ερευνήτρια στο Istorima, και ξεκινάμε. Κύριε Χρήστο, πείτε μου λίγα λόγια για εσάς, πού γεννηθήκατε, πότε, από πού κατάγεστε;
Έχω γεννηθεί στον Τρίλοφο Κατερίνης του νομού Πιερίας, έχω γεννηθεί το 1957. Είναι ένα χωριουδάκι ορεινό, βασικά γεωργικό. Η απασχόλησή μας εκείνα τα χρόνια ήταν βασικό ο καπνός και τα σιτηρά. Όπου μεγάλωσα σε μια καλή οικογένεια, πολύτεκνη οικογένεια, εγώ ήμουν ένα από τα... ο μεγάλος ο γιος απ' τα τέσσερα. Λοιπόν, όλα αγόρια. Βέβαια στα... Όταν έφτασα στα δεύτερα χρόνια... στα 12 χρόνια μου, είχα μια ατυχία, αρρώστησε ο πατέρας μου από τότε και έπρεπε να αναλάβω εγώ την ευθύνη της οικογένειας στα 12. Να μεγαλώσω τα άλλα τρία παιδιά και φυσικά και τη μητέρα και τον πατέρα μου να συντηρηθούνε. Όπου η απόφαση ήτανε –τότε πηγαίναμε και Σάββατο στο δημοτικό– μόλις έκλεισε το δημοτικό, την Κυριακή, πήγα έπιασα δουλειά στην πόλη της Κατερίνης σε καφενείο, σαν σερβιτόρος. Ταυτόχρονα, μέσα στη διετία, έφτασα να κάνω τρεις δουλειές ταυτόχρονα. Να δουλεύω στο καφενείο, να πουλάω τα ψιλικά στους κινηματογράφους στα διαλείμματα, και τις Κυριακές… Να πουλάω και λαχεία, και τις Κυριακές έξω από την εκκλησία κουλούρια και σταφιδόψωμα. Αυτό έγινε για μια διετία, ώσπου βγήκε ο δεύτερος αδερφός μου στη δουλειά, κι εγώ αποφάσισα τότε να πάω να μάθω μια τέχνη. Όπου τότε, εκείνη την περίοδο, ήταν μια Γεωργοτεχνική Σχολή στη Σίνδο Θεσσαλονίκης, του Εθνικού Οργανισμού Προνοίας, όπου και για δύο χρόνια ήμουν εκεί και ασκήθηκα στο... πέρα απ' το Γεωργικό τμήμα, και στο τμήμα της Υποδηματοποιίας. Όπου κατασκευάζουμε καινούργια παπούτσια και διορθώνουμε και τα παλιά. Τελείωσα τη σχολή, μετά από εκεί πήγα στη... επέτρεψα στην πόλη μου, στην Κατερίνη. Δούλεψα για δύο χρόνια σε μια βιοτεχνία υποδημάτων, και μετά από δύο χρόνια άνοιξα τη δικιά μου βιοτεχνία, συνεργικά με έναν άλλον συνέταιρο. Αυτό κράτησε... Ήταν απ' τα 18 μου μέχρι και τα 20, όπου έφυγα φαντάρος. Αναγκαστικά διέκοψα τον συνεταιρισμό με τον συνέταιρό μου, γιατί ο στρατός τότε ήτανε είκοσι οκτώ μήνες, μεγάλη διάρκεια. Κατά τη θητεία μου έτυχε να βρεθώ στην Καστοριά. Να υπηρετήσω, όπου κι από εδώ πήρα το απολυτήριο. Εδώ γνώρισα και τη σημερινή μου σύζυγο. Μια καταπληκτική γυναίκα. Όπου έμεινα εδώ, έχω φτιάξει την οικογένειά μου με τρία καταπληκτικά παιδιά. Και σήμερα, συνταξιούχος. Δεν σταμάτησα, βέβαιον. Βέβαια, το μαγαζί το έχει ο δεύτερος, ο μεγάλος μου ο γιος, οπότε τον βοηθάω κι αυτόν. Και ασχολούμαι, αν και συνταξιούχους, ασχολούμαι ακόμη με το επάγγελμα. Βασικά, εδώ στην Καστοριά, κάνω μόνο τις επιδιορθώσεις. Επιδιορθώσεις υποδημάτων.
Ωραία. Να τα πάρουμε λίγο απ' την αρχή;
Ναι.
Να ξεκινήσω λίγο από πίσω.
Ναι, ναι, ναι.
Πηγαίνατε στα χωράφια μικρός;
Ναι, πήγαινα στα καπνά.
Πηγαίνατε πολύ μικρός.
Ναι.
Πώς ήταν η δουλειά στα χωράφια;
Πολύ κουραστική, εκείνα τα χρόνια ήταν όλα χειρωνακτικά. Δεν είχαμε μηχανήματα. Για να καταλάβεις, για να ποτίσουμε τα καπνά κουβαλούσαμε νερό με τον γάιδαρο, με τις μπόσκες που λέγαμε τότε. Ήταν δύο αλουμινένια κουτιά που τα γεμίζαμε και με τον γάιδαρο κουβαλούσαμε για να ποτίσουμε τα καπνά στο χωράφι. Πολύ δύσκολα, όλα με το χέρι, το φύτεμα με το χέρι, τσάπα με το χέρι, το αρμάθιασμα με το χέρι. Δύσκολη δουλειά, δεν ήταν τα μηχανήματα που είναι σήμερα, που θα έλεγα είναι εύκολη δουλειά.
Κι όταν στα 12 έπρεπε ν' αναλάβετε την οικογένεια, κάνατε τρεις δουλειές, είπατε;
Ναι.
Πώς ήταν για εσάς αυτό; Τι θυμάστε;
Δύσκολο αλλά και ευχάριστο. Γιατί έβλεπα ότι είχε ένα αποτέλεσμα. Ερχότανε το Σάββατο και πήγαινα στο σπίτι με κάποια χρήματα. Για να καταλάβεις, μέχρι τα 18 μου, ό,τι έβγαζα τα έδινα στον πατέρα μου κι αυτός μου έδινε το χαρτζιλίκι μου. Ήταν–
Σχολείο δεν πηγαίνατε;
Σχολείο όχι, στο σταμάτησα στο δημοτικό. Αν και ήμουν πολύ καλός μαθητής και μπορούσα να συνεχίσω, δεν υπήρχαν δυνατότητες. Έπρεπε να δουλέψω. Και έτσι κύλησαν αυτά τα χρόνια.
Ήσασταν μικρός σ' αυτές τις δουλειές.
Ναι.
Οι πελάτες πώς ήταν απέναντί σας;
Θα έλεγα, με βλέπανε και χαμογελούσαν. Με όλους ήμουν... ήμουνα φιλικός, όλοι με αγαπούσαν, γιατί με βλέπαν σαν παιδί τους. Δεν είχα ν' αντιμετωπίσω καμιά δυσκολία–
Είχατε κάποιον αγαπημένο πελάτη σαν παιδί στο καφενείο;
Στο καφενείο, ναι, όλοι. Φυσικά σήμερα δεν ζει κανένας απ' αυτούς, έχουν φύγει όλοι απ' τη ζωή. Τότε ήμουν εγώ 12, φαντάσου στο καφενείο οι πελάτες τότε ήταν 40, 50. Σήμερα δεν ζει κανείς απ' αυτούς.
[00:05:00]Μετά είπατε ότι πήγατε σε μία σχολή;
Ναι.
Στη Σίδνο.
Σίνδο.
Σίνδο, συγγνώμη.
Ναι, ναι.
Εκεί πώς πήγατε;
Εκεί πήγα μετά από μια εγκύκλιο που ήρθε στο χωριό, ότι υπήρχε μια σχολή που μπορούμε να πάμε παιδιά από άπορες οικογένειες. Όπου εκεί είχαμε τροφή, ένδυση, όλα δωρεάν. Και μάθηση, όλα δωρεάν. Δεν είχαμε να πληρώσουμε τίποτα. Οπότε αποφάσισα να πάω. Βέβαια εκεί το βασικό ήτανε το Γεωργικό τμήμα, το οποίο εγώ δεν το ήθελα και τόσο πολύ, λόγω της κούρασης που είχα τραβήξει στα καπνά μικρός. Κι έτσι, ήθελα να μάθω μια τέχνη. Και εκεί επέλεξα την τέχνη του τσαγκάρη.
Είχε κι άλλες κατευθύνσεις;
Ναι, είχε από όλα τα επαγγέλματα, αλλά στο τεχνικό τμήμα έπρεπε να πας τον δεύτερο χρόνο. Τον πρώτο έπρεπε να κάνεις το Γεωργικό, οπότε σ' έναν χρόνο μέσα, τι να μάθεις... Κι έτσι αποφάσισα να πάω στο τμήμα της Υποδηματοποιίας, που μπορούσα να πάω απ' την αρχή. Οπότε έκανα δύο χρόνια στο τμήμα μου και μπορώ να πω, έφυγα καλός τεχνίτης.
Εσείς είχατε προηγούμενη επαφή με το αντικείμενο;
Όχι, καμιά σχέση, καμιά σχέση. Ούτε και κανένας με την οικογένεια.
Πρώτη φορά.
Ναι.
Ωραία, είχαμε μείνει στο ότι δεν είχατε ασχοληθεί–
Ναι.
Ποτέ ξανά με το αντικείμενο. Εκεί στη σχολή είχατε και στέγαση, είπατε;
Ναι. Ναι, στέγαση, ένδυση και διατροφή. Όλα δωρεάν, ήταν του Εθνικού Οργανισμού Προνοίας. Τότε υπήρχαν αυτά τα ιδρύματα που λύναν πολλά προβλήματα σε οικογένειες που ήτανε φτωχές.
Τα μαθήματα τα θυμάστε στη σχολή;
Δεν είχαμε ιδιαίτερα μαθήματα όσοι πηγαίναμε στο τεχνικό. Τα βασικά της Υποδηματοποιίας. Τίποτα παραπάνω. Δεν κάναμε, άλλα μαθήματα δεν κάναμε.
Ποια ήταν τα βασικά;
Πώς... Το δέρμα. Κοπή δέρματος, επεξεργασία δέρματος, όλα αυτά. Και βασικά ήτανε στο τεχνικό τμήμα.
Σας άρεσε σαν τέχνη;
Ναι, ναι.
Να τη μάθετε;
Πολύ, γι' αυτό και την ακολούθησα μέχρι τα 67 που είμαι σήμερα. Δεν διέκοψα καθόλου.
Από τη Σχολή, απ' τη Θεσσαλονίκη μετά, τι κάνατε;
Μετά, δύο χρόνια δούλεψα σε μια βιοτεχνία, οπότε, ας το πούμε, να κάνω την πρακτική μου.
Πού;
Στην Κατερίνη.
Πώς ήταν η εμπειρία σας; Τι κάνατε στη βιοτεχνία;
Εκεί κάναμε γυναικεία υποδήματα. Λοιπόν, πολύ καλά, με πολύ καλούς ανθρώπους, είχα τ' αφεντικά μου. Οι οποίοι μας βοήθησαν μετά στο να φτιάξουμε και τη δικιά μου βιοτεχνία, όταν, μ' έναν που δουλεύαμε εκεί μέσα μαζί, αποφασίσαμε να συνεχίσουμε τη δικιά μας δουλειά. Και μπορώ να πω ότι μας βοηθήσαν και στο ξεκίνημά μας, για να ξεκινήσουμε τη δική μας βιοτεχνία. Που πήγαμε πολύ καλά για δύο χρόνια.
Στη βιοτεχνία που δουλεύατε–
Ναι.
Τι πόστο είχατε; Τι κάνατε; Τι πόστο είχατε;
Το πόστο ήταν όλη δουλειά, απ' την αρχή μέχρι το τέλος του παπουτσιού. Εγώ βασικά είχα το... πιο πολύ το μηχανικό κομμάτι, με τις μηχανές και με αυτά, γιατί ο συνέταιρός μου ήταν μεγάλος σε ηλικία και πιο πολύ ήταν στο μοντάρισμα, που λέμε, του παπουτσιού. Αλλά πήγαμε πολύ καλά, συνεργαστήκαμε πολύ καλά. Θα 'λεγα ότι ήμασταν πατέρας και γιος ηλικιακά. Αλλά ταιριάσαμε, δέσαμε πολύ καλά και πήγαμε και πολύ καλά αυτά τα δύο χρόνια δηλαδή που ήμασταν μαζί. Αλλά ο στρατός μετά... Γιατί όταν ξεκινάς μικρός να κάνεις κάτι, για τους άντρες τουλάχιστον, υπάρχει ο στρατός που τους κόβει κάπου τα πόδια.
Στη δική σας βιοτεχνία, την ανοίξατε με τη βοήθεια των… του αφεντικού που είχατε από την προηγούμενη δουλειά–
Ναι, ναι, όσο αφορούσε τα υλικά, γιατί οικονομικά δεν είχαμε. Τότε ο συνεταίρος μου ήτανε λίγο πιο ανεξάρτητος οικονομικά και ξεκινήσαμε τα κεφάλαια μαζί. Και δουλεύοντας αποπληρώσουμε όλα τα πράγματα.
Τι χρειάστηκε για να ανοίξετε τη βιοτεχνία σας;
Βασικά, εξοπλισμός μηχανικός, μία πρέσα που κόβουμε τα δέρματα και ένα μηχάνημα που είναι ο τροχός, που κάνει όλες τις εργασίες. Και από εκεί και πέρα η δουλειά, χειρωνακτικά.
Και τα υλικά, φαντάζομαι.
Ναι, τα υλικά.
Για τι υλικά μιλάμε; Τι υλικά;
Υλικά, δέρματα, φόδρες, λάστιχα, σόλες, όλα αυτά για να γίνει ένα παπούτσι.
Και πώς φτιάχνατε ένα παπούτσι απ' το μηδέν μέχρι το τέλος;
Παίρναμε το δέρμα, είχαμε τα πατρόν, τα οποίο βγάζουμε σε κάθε σεζόν τα καινούργια σχέδια, πηγαίναμε σε πατρονίστα που μας έβγαζε τα πατρόν, μ' αυτά τα... φτιάχναμε τα μαχαίρια κοπής για κάθε κομματάκι που χρειαζόταν για να κατασκευαστεί ένα παπούτσι, τα κόβαμε, τα δίναμε στον φοντιατζή, που λέγαμε, που μας τα έραβε σε φόντι, για να κάτσει, να πέσει πάνω στο καλούπι, κι από εκεί και πέρα ήταν δικιά μας η δουλειά, που τα μοντάραμε, τα ξύναμε, τα ρίχναμε σόλες, και από κει τα τροφοδοτούσαμε στα μαγαζιά για λιανική πώληση.
Στα μαγαζιά τα δίνατε, ε;
Ναι, ναι, είχαμε, εκείνη την περίοδο σε κάθε πόλη της Δυτικής Μακεδονίας είχαμε ένα μαγαζί που δίναμε.
Πώς πήγαινε;
[00:10:00]Πολύ καλά, πολύ καλά, δόξα τω Θεώ, δουλέψαμε πολύ καλά αυτήν τη διετία.
Και μετά πήγατε φαντάρος.
Πήγα φαντάρος, βρέθηκα στην Καστοριά, είδα ότι εδώ έχει μια έλλειψη από τεχνίτες στο τσαγκαράδικο, όσον αφορούσε την επιδιόρθωση. Και αποφάσισα ν' ασχοληθώ από κει και πέρα μόνο με την επιδιόρθωση, εδώ στην Καστοριά, που, δόξα τω Θεώ, πήγα πολύ καλά.
Όταν ήρθατε, όταν αποφασίσατε να μείνετε στην Καστοριά, πόσα τσαγκαράδικα είχε; Θυμάστε;
Τότε είχε δύο τσαγκαράδικα. Γι' αυτό κι αποφάσισα να 'ρθω. Μετά, στη συνέχεια γίναμε επτά. Αλλά τώρα αυτήν τη στιγμή έχω μείνει μόνος. Δεν υπάρχει άλλος συνάδελφος.
Είστε αρκετά χρόνια μόνος, νομίζω–
Ναι.
Στην πόλη.
Ναι, ναι, έχει εδώ και μια δεκαετία, θα έλεγα, είμαι μόνος, έχουν κλείσει όλα τα άλλα. Γιατί δυστυχώς ανοίξαν τσαγκαράδικα, αλλά δεν ήταν τσαγκαράδες.
Τι ήταν;
Ήτανε μαγαζιά με franchise. Τώρα, όταν σου λένε: «Έλα, σ' έναν μήνα θα σου μάθω τσαγκάρη και να σου δώσω το μαγαζί έτοιμο, στημένο», εντάξει, είναι εύκολο. Αλλά από εκεί και πέρα πρέπει να δουλέψεις. Κι άμα δεν το γνωρίζεις το αντικείμενο, δεν μπορείς να κρατήσεις πολύ.
Ναι.
Κι έτσι, έφτασα να 'μαι μόνος μου. Αν και στα 67 σήμερα, το μαγαζί, δόξα τω Θεώ, πάει πολύ καλά.
Όταν ανοίξατε το τσαγκαράδικο στην πόλη, τι εξοπλισμό είχατε; Με τι…; Μόνο μόνο επιδιορθώσεις παπουτσιών ασχοληθήκατε;
Ναι, ναι, μόνο επιδιόρθωση. Επιδιόρθωση και εμπορία στην αρχή. Είχα και βιτρίνα, όπου πουλούσα. Έπαιρνα τα παπούτσια απ' τον συνέταιρό μου που είχαμε στην Κατερίνη και πουλούσα και ανδρικά παπούτσια, απ' τα οποία κατασκευάζαμε τότε μαζί, μετά συνέχισε να τα εμπορεύομαι εδώ στην Καστοριά. Και επιδιόρθωση.
Μόνο παπούτσια; Ή αναλαμβάνατε κι άλλα;
Ναι, ναι, μόνο παπούτσια. Μόνο παπούτσια. Για πώληση.
Τι εξοπλισμό χρειάζεστε;
Τότε απλά δεν χρειαζόμουν την πρέσα κοπής. Ένα μηχάνημα για γάζωμα, μια γαζωτική, το έμβολο, που λέμε εμείς στα υποδήματα. Και ένα μηχάνημα που είναι πρέσα, κόβει, αυτό που έχω και σήμερα δηλαδή, απαραίτητο για την επιδιόρθωση.
Πώς ήταν η υποδοχή του κόσμου της Καστοριάς όταν ανοίξατε το τσαγκαράδικο; Δεν ήσασταν από δω κιόλας...
Ναι, ναι, πολύ καλή, γιατί όταν υπάρχει ανάγκη για ένα επάγγελμα στο αυτό, μπορώ να πω, όλοι με δέχθηκαν μετά χαράς. Κι απ' τη στιγμή που είναι ευχαριστημένος ο άλλος, με ακολουθούνε τώρα, όχι τα παιδιά τους, και τα εγγόνια τους ακόμη [Δ.Α.]. Έχω πελάτες που σήμερα είναι τα εγγόνια τους. Είναι πελάτες μου.
Και έρχονται σε σας;
Βεβαίως, συνεχίζουν, τόσα χρόνια είναι πελάτες μου.
Πώς έχει αλλάξει το επάγγελμα όλα αυτά τα χρόνια; Γιατί είστε πολλά χρόνια τσαγκάρης. Έχετε ζήσει...
Το επάγγελμα έχει αλλάξει πάρα πολύ, όσον αφορά βασικά την ποιότητα του παπουτσιού. Στα πρώτα χρόνια, τότε που ξεκίνησα, ήταν όλα δερμάτινα και ελάχιστα πλαστικά. Σήμερα, δυστυχώς, είναι όλα πλαστικά και ψάχνεις το δερμάτινο. Για να καταλάβεις, σήμερα στο μαγαζί μου δεν έχω δέρμα για να βάλω δερμάτινη σόλα. Δεν φεύγει, όλα είναι πλαστικά. Στο πλαστικό τι να προσθέσεις; Λάστιχο. Δεν υπάρχει το καλό το δερμάτινο, το ποιοτικό το παπούτσι που φτιάχναμε τότε και υπήρχε και στο εμπόριο. Σήμερα, δυστυχώς, κυριαρχεί το κινέζικο. Εγώ αυτά τα λέω «τρύπες για τα πόδια», γιατί δεν είναι παπούτσια. Είναι μιας χρήσεως, που λένε. Και το μεροκάματο έχει πέσει. Γιατί τότε κάναμε δέρμα σόλα, τακούνι, παράδειγμα, και βγάζαμε μεροκάματο. Σήμερα μ' αυτά τα πλαστικά, όταν ο άλλος τα παίρνει 5 και 10 ευρώ απ' τη λαϊκή, εγώ πόσα να τον ζητήξω; Με 2 και με 3 ευρώ μεροκάματο, κακά τα ψέματα, δεν βγαίνει. Τα λειτουργικά είναι έξοδα πολλά, αλλά, δόξα τω Θεώ να λέμε, γιατί υπάρχουν και χειρότερα. Κι έτσι, είμαστε καλά.
Ο κόσμος έχει αλλάξει; Δηλαδή παλιότερα πετούσε τα παπούτσια; Τα επιδιορθώνει πιο πολύ σήμερα;
Ναι, ναι. Κοίταξε, τότε ήταν το δερμάτινο που δεν το πετούσε εύκολα, άντεχε, το 'κανε και ένα και δύο ζευγάρια σόλες. Αλλά τότε, αν κι εδώ στην Καστοριά, λόγω που ήταν σε πολλή κατάσταση η γούνα τότε, είχε ο κόσμος κι έπαιρνε καλό παπούτσι κι ακριβό παπούτσι, οπότε άξιζε και να το επιδιορθώσει. Σήμερα, και λόγω της κρίσης που είναι στη γούνα, ο κόσμος αναγκαστικά στρέφεται στο παπούτσι της λαϊκής και στο κινέζικο, οπότε, όπως είπα και προηγουμένως, το φθηνό το παπούτσι έχει και φθηνή δουλειά για μας.
Εσείς τόσα χρόνια τσαγκάρης, τι σας ζητάνε πιο πολύ σε επιδιόρθωση στο μαγαζί;
Τώρα, μόνο κολλήματα. Έχει λιγοστέψει η σόλα, έχει λιγοστέψει το τακουνάκι. Οπότε, μόνο κολλήματα. Ο κόσμος έχει στραφεί πιο πολύ στο σπορτέξ το παπούτσι, στο βάδισμα, οπότε αυτά δεν έχουν και σημαντική δουλειά.
Είναι πιο ξεκούραστο.
Ναι, ναι, ναι.
Η επιδιόρθωση γενικά είναι δύσκολη;
Δύσκολη… Δύσκολο δεν είναι τίποτα, όταν το αγαπάς δεν είναι τίποτα δύσκολο. Άμα το κάνεις ευχάριστα, είναι μια δουλειά. Απ' τη στιγμή που σ' ευχαριστεί και μετά, όλα είναι εύκολα. Και βασικά να 'χεις και την ανταπόδοση που πρέπει.
[00:15:00]Ας το θέσω διαφορετικά. Πιο χρονοβόρο ποιο κομμάτι είναι της επιδιόρθωσης;
Χρονοβόρο, η σόλα και το τακούνι, γιατί θέλουν χρόνο. Και να ξηλώσεις και να κολλήσεις και να τροχίσεις και να βάψεις, θέλει περισσότερο χρόνο.
Πώς γίνεται–
Ένα κόλλημα, τώρα ειδικά με τις κόλλες στιγμής που δουλεύουμε, μπορεί να 'ναι και υπόθεση δύο λεπτών. Έχουμε τα μηχανήματα–
Παλιότερα;
Έχουμε την κόλλα... Παλαιότερα, το λιγότερο μισή ώρα. Γιατί τότε δεν είχαμε αυτές τις κόλλες που έχουμε σήμερα. Δουλεύαμε τη δερματόκολλα, που απαιτεί μισή ώρα τουλάχιστον για να στεγνώσει, για να κολλήσει.
Ναι. Θέλει πολύ ώρα.
Ναι. Ενώ τώρα οι κόλλες στιγμής είναι... Για αυτό και τις λέμε «κόλλες στιγμής», είναι κόλλες δευτερολέπτων.
Άρα η δουλειά έγινε πιο εύκολη με τα χρόνια–
Ναι, πιο εύκολη.
Τα υλικά γίναν πιο...
Ναι, ναι. Γιατί όλα είναι πλαστικά πλέον, κι αυτές οι κόλλες είναι για πλαστικά, δεν κολλάνε δέρματα αυτές οι κόλλες στιγμής.
Παπούτσια φτιάχνετε καθόλου σήμερα;
Όχι, όχι.
Έχετε χρόνια να φτιάξετε;
Από από τότε, απ' τα 20 μου χρόνια που σταμάτησα, καινούργιο παπούτσι δεν έχω κάνει. Γιατί είναι άλλος εξοπλισμός, άλλα τα υλικά. Ειδικά εδώ στην Καστοριά, ήταν δύσκολο για μένα.
Ήταν δύσκολη;
Δύσκολο για μένα, για να κάνω ένα καινούργιο παπούτσι, θέλει άλλο εξοπλισμό.
Παλιά λέγαμε ότι ο τσαγκάρης είναι ένα επάγγελμα προς εξαφάνιση.
Ναι.
Αλλά τελικά φαίνεται ότι δεν είναι και τόσο.
Όχι, προς εξαφάνιση όχι, απλά είναι ένα επάγγελμα στο οποίο ποτέ δεν θα πεινάσεις, αλλά και ποτέ δεν θα γίνεις πλούσιος. Να σου εξηγήσω τι εννοώ. Ότι όπως και να 'χει, ένα μεροκάματο μικρό θα βγει. Τώρα, για να γίνεις πλούσιος απ' την επιδιόρθωση, απ' τη στιγμή που περνάνε όλα απ' το χέρι, δεν μπορείς, υπάρχει ένα όριο που μπορείς να βγάλεις. Από κει και πέρα, δεν μπορείς. Άντε, έβγαλες ένα καλό μεροκάματο, αλλά πλούσιος δεν θα γίνεις. Μπορεί να περάσεις λίγο καλά, αλλά για να πεινάσεις, δεν πεινάς. Αυτό είναι το καλό στο επάγγελμά μας, που, εντάξει, δόξα τω Θεώ, εγώ πάντα λέω, δόξα τω Θεώ, είμαστε καλά.
Segment 2
Ο εξοπλισμός, η διαδικασία της επιδιόρθωσης και το πέρασμα της σκυτάλης στην επόμενη γενιά
00:16:56 - 00:23:40
Και συνεχίζει και ο γιος σας;
Ναι, συνεχίζει και ο γιος μου. Αυτό σημαίνει ότι αξίζει τον κόπο.
Ερχόταν μικρός μαζί σας στο μαγαζί;
Ναι, ναι, τον είχα κι αυτόν απ' τα... Μόλις πήγε να τελειώσει το λύκειο, δεν τον έβλεπα να πάει τόσο πολύ καλά με τα γράμματα, οπότε αποφάσισε να συνεχίσει κι αυτός αυτό το επάγγελμα.
Και μαθήτευσε κοντά σας φυσικά.
Ναι, ναι, ναι. Γιατί μετά, αυτή η σχολή που ήμουν εγώ έχει κλείσει, μετά από κάποια χρόνια. Τώρα αυτός ο χώρος είναι το Κέντρο Αποτοξίνωσης Ιθάκη. Εκείνος ο χώρος που ήταν η σχολή μου. Οπότε δεν υπάρχει σχολή, να πει να μάθει κάποιος. Είναι αυτοί οι έξυπνοι τώρα, τα franchise που σου πασάρουν στο επάγγελμα, αλλά το ποιο θα είναι το αποτέλεσμα, τώρα σ' έναν μήνα... Εγώ έγινα 67 χρονών κι ακόμα μαθαίνω. Δηλαδή, σ' έναν μήνα αν πήγαινα σ' ένα franchise, τι θα μου μάθαιναν;
Είπατε ότι είχαν ανοίξει πολλά τέτοια στην πόλη.
Ναι, ναι, εφτά. Εφτά, απ' αυτά, τα τέσσερα ήταν franchise.
Δηλαδή τα 'παιρνε κάποιος που δεν ήξερε...
Ναι, πήγαινε σε μια έκθεση franchise, του λέγανε: «Ξέρεις, εδώ είναι... Επάγγελμα...». Βασικά, στον πρώτο που ήρθε εδώ στην Καστοριά, τον είπανε: «Ξέρεις, θα είσαι μόνος σου, αυτός ο υπάρχων θα βγει σε σύνταξη, θα κλείσει...». Πράγμα που δεν έγινε. Το αποτέλεσμα ήταν να κλείσει αυτός, να φύγει και να χάσει και τα λεφτά του που έδωσε, γιατί έδωσε 75 χιλιάρικα, δεν έδωσε και λίγα λεφτά. Λοιπόν, οπότε κλείσανε χωρίς να... καλά καλά να μάθουν το αντικείμενο. Γιατί, όπως και να 'ναι, είναι δουλειά. Σου είπα, όπως είπα προηγουμένως, στα 67 μου και ακόμα μαθαίνω. Βγαίνουν καινούργια σχέδια, καινούργιες τεχνικές, καινούργια υλικά. Όσο δουλεύεις μαθαίνεις.
Αυτά από πού τα μαθαίνετε σήμερα;
Σήμερα, στην πρακτική–
Στην πρακτική–
Βλέποντας, δουλεύοντας και μαθαίνοντας, τώρα πλέον ξέρω τη βάση. Ό,τι και άλλο και να 'ρθει, δεν δυσκολεύομαι. Εντάξει, ξέρω πώς θα το λειτουργήσω.
Έχει έρθει ποτέ κάποιος να σας ζητήσει να μάθει την τέχνη κοντά σας;
Ναι, ναι.
Αλήθεια;
Ναι, ήρθε ένα παιδάκι. Όχι ένα, πολλά θα είχαν τη θέληση να μάθουν. Αλλά όλα δεν θέλαν να μάθουν, θέλαν το μεροκάματο. Τους ενδιέφερε πρώτα το μεροκάματο. Δηλαδή, χωρίς να μου αποδώσουν εμένα κάτι, θα έπρεπε εγώ να τα δίνω μεροκάματο, να πληρώσω την ασφάλεια, κάτι που είναι ασύμφορο.
Δεν ήρθαν για να μάθουν την τέχνη, ήρθαν απλά για να–
Ναι, δεν είχαν... Θέλαν, τους ενδιέφερε πρώτα το μεροκάματο. Και μετά να μάθουν. Κάτι που δεν ισχύει, εδώ στη δικιά μας τη δουλειά πρέπει να να έχεις υπομονή να μάθεις, ν' αποδώσεις και να πάρεις και μεροκάματα, αλλιώς δεν γίνεται. Δεν είναι ένα εργοστάσιο που να σου πω: «Έλα, κάτσε, κάνε αυτό το κομμάτι και θα πληρωθείς για τη δουλειά που έκανες». Εδώ πρέπει να κάτσει να μάθει πρώτα, να μου αποδώσει κάποιο χρονικό διάστημα. Θα 'ναι δύσκολο να το βάλω στα μηχανήματα. Θέλει προσοχή. Μπορεί να κόψει κάνα χέρι, μπορεί να κάνει. Γι' αυτά πρέπει να 'ναι ασφαλισμένος, όλα αυτά. Αυτά ποιος θα πληρώσει; Να τον πληρώνω, να τον κάνω, να τον ράνω τη στιγμή που δεν μπορεί να μου αποδώσει κάτι…
Δύσκολο.
Δύσκολο.
[00:20:00]Αν σας φέρουμε... Αν σας φέρω, παράδειγμα, ένα παπούτσι δικό μου–
Ναι.
Και θέλω να αλλάξετε τη μύτη–
Ναι.
Από μυτερή να την κάνετε στρόγγυλη–
Γίνεται, ναι. Αυτά τα κάνω.
Και ν' αλλάξουμε και τακούνι.
Ναι.
Ποια διαδικασία θ' ακολουθήσετε;
Η εργασία στην ουσία είναι σαν να κατασκευάζεις παπούτσι απ' την αρχή. Θα το βάλω στο καλούπι, θα ξηλώσω τη σόλα του, θα κόψω από μπροστά τον πάτο, τη μυτιά που θέλουμε να κόψουμε, πάνω στο καλούπι, σύμφωνα με το καλούπι που θα μπει μέσα, γιατί το καλούπι που έχουμε ήταν ένα μυτερό παπούτσι, καλουπόδι, το οποίο το 'χουμε κόψει τη μύτη. Και πάνω σε αυτό θα μοντάρουμε το δέρμα απ' την αρχή, θα ξανακολληθεί η κόλλα και θα γίνει το παπούτσι με στρόγγυλη μύτη. Είναι πανεύκολο πλέον. Δεν μας δυσκολεύουν αυτά.
Το παρουσιάζετε πολύ εύκολο.
Ναι, ναι, ναι.
Τόσα χρόνια είχατε ποτέ κάποιον πελάτη ο οποίος να είναι, έτσι, πολύ εκνευρισμένος με τη δουλειά σας; Να σας μιλήσει άσχημα;
Ναι, ναι.
Είχατε τέτοια παραδείγματα πελατών.
Βεβαίως. Κοίταξε, δεν μπορούν να είναι όλοι ευχαριστημένοι. Πάντα, σε κάθε δουλειά υπάρχουν ευχαριστημένοι, υπάρχουν και δυσαρεστημένοι. Σε πολλές φορές με δικιά μου υπαιτιότητα. Έτσι; Γιατί, εντάξει, δεν είμαι Θεός. Μπορεί κι εγώ να κάνω λάθος, να εκνευριστεί, να κάνει, αλλά, εντάξει, όλα είναι αντιμετωπίσιμα. Δεν είναι...
Αυτό το μηχάνημα που βλέπω πίσω μου, που έχετε, το μεγάλο–
Ναι.
Το κίτρινο.
Ναι.
Τι είναι ακριβώς;
Αυτό έχει... Εδώ έχει τα γυαλόχαρτα, ένα, δύο, τρία γυαλόχαρτα, στα οποία ξύνουμε για να γίνει η συγκόλληση του δέρματος, το ένα με το άλλο, πρέπει να ξυθεί, να φύγει μια γυαλάδα που υπάρχει πάνω στα υλικά.
Αυτός ο κύλινδρος που δείχνετε εκεί, ε;
Ναι, εδώ. Λοιπόν, εδώ είναι οι βούρτσες που βάφουμε μαύρο, καφέ, που έχω, για να βάψουμε στο δέρμα, σε αυτό. Εδώ είναι τα μαχαίρια, που τροχίζουμε το τακουνάκι και τη σόλα στο τέλειωμά τους, κι εδώ είναι η πρέσα που γίνεται συγκόλληση.
Είχαμε μείνει στα... στην πρέσα.
Ναι. Στην πρέσα γίνονται οι κολλήσεις. Όπου, αφού στεγνώσει η κόλλα, είτε στην κόλλα στιγμής που δουλεύουμε, που χρειάζεται δύο δευτερόλεπτα, θα το βάλουμε στην πρέσα, θα το πιέσει, και γίνεται η συγκόλληση.
Στα χρώματα, είπατε, για το δέρμα, μόνο μαύρο και καφέ;
Ναι, αυτά τα βασικά είναι, τα άλλα γίνονται με το χέρι.
Τα άλλα με το χέρι...
Με τη βούρτσα.
Α, υπάρχουν και άλλα δηλαδή.
Ναι. Όλα τα χρώματα.
Και πίσω έχετε και μία «Singer», βλέπω.
Ναι.
Τη ραπτομηχανή.
Ναι, είναι η «Singer» η ραπτομηχανή, όπου γίνονται τα γαζώματα.
Α!
Κάθε μορφής, που χρειάζεται να κάνουμε.
Δηλαδή αυτός είναι ο βασικός εξοπλισμός.
Ναι, είναι η μηχανή που ανοίγουμε τα παπούτσια, που έχω στο βάθος–
Ναι. Α!
Έχω δύο μηχανές, ανοίγουμε τα στενά τα παπούτσια.
Α, γίνεται κι αυτό!
Ναι, ναι. Οπότε, βασικός εξοπλισμός είναι αυτός. Το αμόνι, το σφυρί, τα εργαλεία πλέον, από κει και πέρα.
Αυτά δηλαδή είναι τα βασικά που έχετε.
Ναι, ναι, ναι.
Μάλιστα. Κύριε Χρήστο, θέλετε να πείτε κάτι άλλο; Έχετε να προσθέσετε κάτι άλλο;
Να πω ότι είμαι ευχαριστημένος απ' τη δουλειά μου στα τόσα χρόνια, κι αυτό το αποδεικνύει ότι συνεχίζω. Έτσι; Ξεκίνησα απ' τα 14, που πήγα στη Σχολή, σήμερα είμαι 67, δόξα τω Θεώ, λέω πάντα, όλα πάντα όλα πήγαν καλά–
Σας άφησε–
Είμαι ευχαριστημένος απ' τη δουλειά μου.
Σας άφησαν... Σας άφησε η δουλειά καλή ανάμνηση.
Ναι, ναι. Και ανάμνηση, και μ' αυτήν τη δουλειά μεγάλωσα τρία παιδιά μου, τα σπούδασα, δόξα τω Θεώ, τα δύο, ο ένας πήγε τουριστικά επαγγέλματα, η κόρη μου είναι δασκάλα και ο μεγάλος ακολουθεί εδώ μαζί μου.
Θα συνεχίσετε την παράδοση.
Έτσι, έτσι. Δεν σταματάει. Και πιστεύω και ο εγγονός στη συνέχεια.
Θα έχουμε πάντα τσαγκάρη στην–
Έτσι, έτσι.
Στην Καστοριά.
Δεν θα... Η Καστοριά από τσαγκάρη δεν θα μείνει.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τον χρόνο σας.
Να 'σαι καλά. Να 'σαι καλά, ευχαριστώ κι εγώ.
Photos

Το τσαγκαράδικο

Ο Χρήστος Πατίδης με τον ...
Στην πάνω εικόνα ο κύριος Χρήστος στο τσαγ ...
Summary
Ο μοναδικός τσαγκάρης της Καστοριάς περιγράφει τη ζωή του, από τα φτωχικά παιδικά χρόνια στην Κατερίνη μέχρι τις σπουδές Υποδηματοποιίας στη Θεσσαλονίκη και το άνοιγμα του δικού του τσαγκαράδικου. Μετά την αποφοίτησή του, ο κύριος Χρήστος εργάζεται και δημιουργεί τη δική του βιοτεχνία παραγωγής υποδημάτων. Εδώ και δεκαετίες, δεν έχει πάψει να εργάζεται έχοντας την ίδια αγάπη με την οποία ξεκίνησε, μεταδίδοντας συγχρόνως τη γνώση και το μεράκι του στην επόμενη γενιά.
Narrators
Χρήστος Πατίδης
Field Reporters
Παρέση Ζυμπίδου
Tags
Interview Date
22/06/2023
Duration
23'
Summary
Ο μοναδικός τσαγκάρης της Καστοριάς περιγράφει τη ζωή του, από τα φτωχικά παιδικά χρόνια στην Κατερίνη μέχρι τις σπουδές Υποδηματοποιίας στη Θεσσαλονίκη και το άνοιγμα του δικού του τσαγκαράδικου. Μετά την αποφοίτησή του, ο κύριος Χρήστος εργάζεται και δημιουργεί τη δική του βιοτεχνία παραγωγής υποδημάτων. Εδώ και δεκαετίες, δεν έχει πάψει να εργάζεται έχοντας την ίδια αγάπη με την οποία ξεκίνησε, μεταδίδοντας συγχρόνως τη γνώση και το μεράκι του στην επόμενη γενιά.
Narrators
Χρήστος Πατίδης
Field Reporters
Παρέση Ζυμπίδου
Tags
Interview Date
22/06/2023
Duration
23'