© Copyright Istorima
Istorima Archive
Story Title
Αικατερίνη Μουσαφίρη-Γκολφινοπούλου: μία δασκάλα που δημιούργησε το Λαογραφικό Μουσείο στους Καλαρρύτες
Istorima Code
23835
Story URL
Speaker
Αικατερίνη Μουσαφίρη-Γκολφινοπούλου (Α.Μ.)
Interview Date
03/08/2022
Researcher
Ιωάννα Χριστοπούλου (Ι.Χ.)
[00:00:00]
Καλησπέρα σας. Μπορείτε να μου πείτε το όνομά σας;
Αικατερίνη Μουσαφίρη. Γκολφινοπούλου στον σύζυγο. Είμαι από Καλαρρύτες. Γεννήθηκα στους Καλαρρύτες και μεγάλωσα Γιάννενα.
Εγώ είμαι η Ιωάννα Χριστοπούλου, είμαι ερευνήτρια από το Istorima. Σήμερα είναι Πέμπτη 4 Αυγούστου 2022. Βρισκόμαστε στους Καλαρρύτες στο σπίτι της αφηγήτριάς μας. Κυρία Κατερίνα, θέλετε να μας πείτε δυο λόγια για τη ζωή σας;
Μάλιστα. Γεννήθηκα στους Καλαρρύτες και μεγάλωσα Γιάννενα. Δημοτικό, Γυμνάσιο, Ακαδημία τελείωσα στα Γιάννενα. Με τον πρώτο μου διορισμό ήρθα στους Καλαρρύτες. Υπηρέτησα στο χωριό μου τέσσερα ολόκληρα χρόνια, από το ’66 μέχρι το ’70. Είχα βρει εξήντα εφτά μαθητές. Τριθέσιο το σχολείο στα χαρτιά, λειτουργούσε σχεδόν μονοθέσιο. Οι αποστάσεις ήταν πολύ μακρινές, γιατί δεν υπήρχε συγκοινωνία. Μισή μέρα με τα πόδια και μισή μέρα με το αυτοκίνητο. Ξεκινούσαμε από Γιάννενα, μέχρι το Παλαιοχώρι ήτανε η συγκοινωνία. Από εκεί και μπρος παίρναμε τον αγωγιάτη παρέα μας και φτάναμε στο χωριό. Άλλες τέσσερις ώρες στην ανηφόρα καβάλα και στο ίσωμα, στην κατηφόρα με τα πόδια. Δύσκολα χρόνια.
Ωραία. Θέλετε να μου πείτε κάποια πράγματα για τα μαθητικά σας χρόνια και αργότερα ως φοιτήτρια στην Ακαδημία;
Το Δημοτικό τελείωσα, όπως σας είπα, στα Γιάννενα. Είχα πάει στο Τέταρτο Δημοτικό των Ιωαννίνων. Τότε είχε κατεδαφιστεί το σχολείο. Πήγα Πρώτη, Δευτέρα. Μας φιλοξένησε η Καπλάνειος Σχολή Τρίτη, Τετάρτη. Και Πέμπτη, Έκτη τελείωσα τώρα πού είναι το Λύκειο, το Κλασικό Γυμνάσιο στα Γιάννενα επί Δωδώνης. Ακαδημία τελείωσα στη Ζωσιμαία Ακαδημία Ιωαννίνων πάλι επί Δωδώνης. Διετούς φοιτήσεως. Και την άλλη χρονιά ήταν το Πανεπιστήμιο στα Γιάννενα, το ’64 που έγινε, αλλά εγώ ήμουν στο δεύτερο έτος της Ακαδημίας και δεν πρόλαβα να πάω.
Για την Ακαδημία θέλετε να μου πείτε τον τρόπο λειτουργίας; Δηλαδή τι μαθήματα κάνατε και πώς μπαίνατε εκεί πέρα;
Εξετάσεις δίναμε και μπαίναμε στην Ακαδημία. Πολύ λίγα άτομα μπαίναμε. Διπλάσιος αριθμός των αγοριών λιγότερος των κοριτσιών. Νομίζω ογδόντα αγόρια είχανε μπει τότε, σαράντα δύο κορίτσια περίπου. Είχαμε πολύ καλούς καθηγητές. Μάθαμε εξαιρετικά πράγματα, γιατί όταν διορίστηκα και έκανα υποδειγματική διδασκαλία στο σχολείο της Καρδίτσας, με ρώτησαν πού τελείωσα. Νόμιζαν όλοι ότι τελείωσα στη Μαράσλειο Αθηνών. Είχα τελειώσει στη Ζωσιμαία Ακαδημία Ιωαννίνων, που είχα εξαιρετικούς καθηγητές και εξαιρετικό προσωπικό και περιβάλλον.
Θέλω να σας πάω τώρα πίσω εκεί στην Ακαδημία. Μ’ αρέσει πάρα πολύ το θέμα, έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Αν θυμάστε, τι εξετάσεις είχατε δώσει;
Τότε δίναμε Έκθεση, Μαθηματικά, αρκετά μαθήματα.
Και μέσα στην σχολή κάνατε–
Στη σχολή κάναμε Ψυχολογία, Θρησκειολογία… Είχαμε τη διδασκαλία των μαθημάτων, παιδαγωγικά αρκετά, υποδειγματικές διδασκαλίες στα πρότυπα σχολεία που λειτουργούσαν εκεί. Παίρναμε το πτυχίο μας.
Και πώς το αποφασίσατε να γίνετε δασκάλα;
Η Ακαδημία υπήρχε τότε στα Γιάννενα και οι γονείς μου δεν είχανε τα περιθώρια να με στείλουν Αθήνα να τελειώσω φιλόλογος που θα ήθελα.
Και ερχόμαστε στους–
Καλαρρύτες
–Καλαρρύτες τώρα.
Ο πρώτος μου διορισμός ήταν στους Καλαρρύτες, όπου είχα φέρει και τους γονείς μου μαζί, γιατί εδώ υπήρχε η οικία του πατέρα μου. Μείναμε τέσσερα χρόνια στο σχολειό και μετά βρεθήκαμε στην Καρδίτσα, στον Νομό Καρδίτσας.
Θέλετε να μου πείτε έτσι δύο λόγια για εκεί και για το σχολείο; Τι μαθήματα κάνατε, σε ποιες τάξεις, που μου είπατε ότι ήταν τριθέσιο, αλλά ουσιαστικά μονοθέσιο;
Εδώ στο σχολείο όλα τα μαθήματα. Γλώσσα, Μαθηματικά, Φυσική Ιστορία, Μελέτη Περιβάλλοντος, Γεωγραφία. Κάναμε τότε τα μαθήματα αυτά. Φυσική πειραματική στις μεγάλες τάξεις, Χημεία. Όλα τα μαθήματα. Ωδική, μουσική δηλαδή που διδάσκαμε, Γυμναστικές επιδείξεις, Γυμναστική που κάναμε στα σχολεία και άλλες δραστηριότητες. Είχαμε και σχολικό κήπο τότε.
Κάνατε–
Σχολικό κήπο. Με τα παιδιά.
Τι φυτεύατε ας πούμε; Για να διατηρηθούν κιόλας.
Περισσότερο ανθόκηπο είχαμε. Ένα κομμάτι το είχαμε για ανθόκηπο. Να φαίνεται ωραίο το περιβάλλον.
Θέλετε να μου πείτε και για τις γιορτές;
Κάναμε χριστουγεννιάτικες γιορτές πολύ ωραίες. Έχω και φωτογραφίες. Ντυμένα τα παιδιά Άη Βασίλης, Παναγία, Ιωσήφ, αγγελάκια. Έχω πολύ ωραίες φωτογραφίες. Των Χριστουγέννων είναι η γιορτή αυτή. Το Πάσχα μετά μόνο λίγα ποιήματα κάναμε. Ναι. 25 Μαρτίου γιορτή κανονική με σκετσάκια. Και ποιήματα και σκετς σχετικά με το θέμα της 25ης Μαρτίου.
Ωραία. Και μετά μου είπατε ότι μετά τους Καλαρρύτες πήγατε στην Καρδίτσα-
Μετά βρέθηκα στην Καρδίτσα. Εκεί δίδαξα στην Τετάρτη Δημοτικού. Εκεί είχε λιγότερα παιδιά με ένα χρόνο. Και ύστερα στους Σοφάδες. Σοφάδες τρία χρόνια. Εκεί έκανα και υποδειγματική διδασκαλία, πρώτη ανάγνωση, παρουσία ογδόντα πέντε δασκάλων, έξι επιθεωρητών και ένας γενικός επιθεωρητής. Η διδασκαλία μου απεδείχθη άριστη.
Τι ακριβώς σήμαινε η υποδειγματική διδασκαλία;
Πώς μπορούσαμε να διδάξουμε την πρώτη ανάγνωση στα παιδιά. Και παρακολουθούσαν οι δάσκαλοι όλη την πορεία διδασκαλίας. Πώς αρχίζαμε, το κεντρικό νόημα και λοιπά.
Και μετά;
Μετά από κει στον Τύρναβο. Έναν χρόνο στον Τύρναβο, στο Λιβάδι Ελασσόνας άλλα τρία. Τέσσερα χρόνια Ελασσόνα. Περάσαμε πολύ ωραία. Ότι ήμουν παντρεμένη και με παιδιά. Από εκεί μετά πήγαμε Ηγουμενίτσα, ’82-’87. Πέντε χρόνια στην Ηγουμενίτσα. Ο άντρας μου ήταν αξιωματικός αστυνομίας και υπηρετούσε εκεί. Και τα υπόλοιπα δώδεκα χρόνια στα Γιάννενα, στο Βαλάνειο Δημοτικό Σχολείο.
Κυρία Κατερίνα, είχαμε μείνει ότι ο άντρας σας ήτανε αξιωματικός της αστυνομίας και γι’ αυτό είχατε πολλές μεταθέσεις, είχατε ζήσει τις μεταθέσεις.
Ναι, είχαμε ζήσει μεταθέσεις από Καρδίτσα, Τύρναβο, Ελασσόνα, Λιβάδι Ελασσόνας Ηγουμενίτσα πέντε χρόνια και τα υπόλοιπα δώδεκα χρόνια στα Γιάννενα εγώ σαν εκπαιδευτικός. Ο άντρας μου ο κύριος Χρήστος Γκολφινόπουλος –Υποστράτηγος τελείωσε–, τα τελευταία του χρονιά ήταν στην Άρτα, ως Διευθυντής στην Άρτα. Από εκεί αποστρατεύτηκε. Με τη σύνταξή μας και με το εφάπαξ κάναμε αγορά στους Καλαρρύτες ένα παλιό σπίτι, το οποίο αξιοποιήσαμε. Ανοίξαμε μαγαζί στο όνομα της κόρης μου Αγγελικής Γκολφινοπούλου με διάφορα ασημικά, ξύλα, υφαντά. Το υπόλοιπο κομμάτι του σπιτιού μας είναι το σπίτι μας και στο υπόγειο κάτω έχουμε ιδιωτική ιστορικολαογραφική συλλογή με το όνομα «Αγγέλα Γκολφινοπούλου», που περιέχει μέρος της αλληλογραφίας της οικογένειας Γεωργίου Δουρούτη.
Ας πούμε λίγο και–
Για τον κύριο Δουρούτη;
–για τον Δουρούτη, ναι–
Ναι. Ο κύριος Δουρούτης ήταν Καλαρρυτιώτης έμπορος. Πριν φύγει από Ελλάδα, είχε κάνει αγορά στα Γιάννενα, το 1770, μία πολύ μεγάλη έκταση στα Ιωάννινα, την οποία άφησε στην Μητρόπολη και έχει γίνει το Πανεπιστήμιο και το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο που πήρε το όνομά του και λέγεται Δουρούτη. Στο ψηλότερο σημείο του Πανεπιστημίου είχε χτίσει το μοναστήρι Γεωργίου Δουρούτη, το οποίο λειτουργεί στον χώρο αυτόν–
Ακόμη και σήμερα, ναι.
Μετά έφυγε ο Δουρούτης και πήγε στην Ανκόνα. Στην Ανκόνα που πήγε έκανε εμπόριο. Έστειλε στους Καλαρρύτες χρυσό και ασήμι. Έχω επιστολή που λέει 400 οκάδες ασημί και 100 πέσες χρυσό συνοδεία 40 τόμων από την Πάργα για να φτάσει στους Καλαρρύτες. Βοήθησε πολύ τον αγώνα του ’21, είχε αλληλογραφία με επιφανείς άνδρες της εποχής εκείνης και έχω ορισμένα έγγραφά του. Έχω επιστολές του Κωλέττη. Ο Κωλέττης ήταν από το Συρράκο, ο Ιωάννης Κωλέττης. Η μητέρα του από Καλαρρύτες. Ήταν πρεσβευτής τότε στο Παρίσι και τις έστειλε στον κύριο Δουρούτη. Επιστολή του Μαυροκορδάτου Αλέξη το 1837 προς τον Δουρούτη και άλλες επιστολές που έκανε, εμπορικού περιεχομένου.
Με τις επιστολές αυτές πώς βρεθήκατε; Πώς βρέθηκαν αυτές στα χέρια σας;
Ερχόμενος μία μέρα ένας μακρινός συγγενής της μαμάς μου, που είχαν πολλά χρόνια να ανταμώσουνε, μου είπε: «Μιας και είστε εκπαιδευτικός, θα σας στείλω έναν χειρόγραφο χάρτη του Νομού Άρτης που έστειλε μία δασκάλα χωριανή μου, Καλαμπάκου, για να κάνει τις περιοδείες στους Καλαρρύτες». Έπρεπε από Άρτα για να φτάσεις στους Καλαρρύτες τέσσερις ολόκληρες μέρες. Πορεία πέντε-έξι ημερών για να φτάσεις στο χωριό μας. Και μία χειρόγραφη επιστολή του Ιωάννη Κωλέττη. [00:10:00]Από δύο επιστολές, μου έστειλε εκατόν δύο και εκδώσαμε το βιβλίο με τον άντρα μου «Η Επανάσταση Καλαρρυτών, οι Φιλέλληνες και η οικογένεια Δουρούτη». Το βιβλίο αυτό το γράψαμε με τον άντρα μου –Χρήστος Γκολφινόπουλος, Αικατερίνη Μουσαφίρη–, το οποίο κυκλοφορεί και που λέτε στο κατάστημά μας.
Και η ιδέα του να γράψετε αυτό το βιβλίο και η συγγραφή του πώς προέκυψε;
Αφού λάβαμε αρκετές επιστολές, η οποία η πιο παλιά αρχίζει από το 1799 και εντεύθεν, ξεκινήσαμε και γράψαμε τη ζωή του Γεωργίου Δουρούτη, τα παιδιά του… Είχε αποκτήσει τρεις γιους. Οι δύο, αφού τελείωσαν τη Νομική, επέστρεψαν στην Αθήνα και έκαναν το Μεταξουργείο, γι’ αυτό και η περιοχή λέγεται Μεταξουργείο. Και μετά ασχολήθηκαν με τα μεταλλεία τα παιδιά του, με μεταλλεία αργυρομολύβδου. Έχω καταστατικά της νήσου Αντιπάρου, στο Λαύριο το 1870 ή 1872.
Είναι πολύ ενδιαφέροντα όλα αυτά, αλλά γιατί ας πούμε δεν τα κρατήσατε εσείς απλά να τα έχετε, ξέρω γω, και να τα εκθέσετε και αποφασίσατε ότι θα γράψετε ένα βιβλίο που θα τα αναφέρετε όλα αυτά;
Ναι. Ο κύριος Δουρούτης έπρεπε να αναφερθεί από άλλους πριν από πολλά χρόνια. Εμείς βρήκαμε την ευκαιρία να κάνουμε την αναγνώριση στο πρόσωπο αυτό που πρόσφερε πολλά στον αγώνα του ’21 και στην Αθήνα.
Καλά εντάξει, δεν είναι… επειδή έχω σπουδάσει τώρα και πάνω στο Πανεπιστήμιο, είναι μεγάλη προσωπικότητα–
Είναι μεγάλο κομμάτι.
Ναι. Ναι. Και πάνω σε αυτήν την έκθεση έχουνε γίνει και πολύ σημαντικές υποδομές για την πόλη με κύριο το Πανεπιστημιακό το Νοσοκομείο–
Χωρίς το νοσοκομείο και χωρίς την περιοχή αυτή, τα Γιάννενα δεν θα είχαν τόση αξία. Τότε που έγινε το Πανεπιστήμιο, πήραν άλλη όψη τα Γιάννενα, από το ’64 μέχρι τώρα. Ναι. Και ο ιδιοκτήτης του σπιτιού αυτού, Χριστόφορος Κωσταδήμας, ήταν δάσκαλος, επιθεωρητής, διετέλεσε και Δήμαρχος στα Γιάννενα την εποχή που έκανε τα εγκαίνια του Πανεπιστημίου στη [Δ.Α.].
Ήταν το πρώτο Πανεπιστήμιο κάτω στην…
Το πρώτο Πανεπιστήμιο. Έδωσε ζωή στην πόλη μας.
Πραγματικά. Λοιπόν, εγώ θα ήθελα να ρωτήσω για τη συλλογή που έχετε. Πώς έγινε σιγά σιγά όλη αυτή η συλλογή και πώς μαζέψατε τα κομμάτια;
Κατ’ αρχάς όταν ανοίξαμε το μαγαζί, είχα ορισμένα κομμάτια από τον παππού μου, από τον πατέρα μου. Ασημένια λίγα, χρυσαφικά. Τα ξαδέρφια μου συνεχίζουν στα Γιάννενα, οπότε έκανα και αγορά ορισμένα κομμάτια και όπου μου άρεσε από δικούς μας, και κάναμε τη συλλογή του μαγαζιού το οποίο πουλάμε.
Τι αντικείμενα–
Τα υπόλοιπα όμως, τα υπόλοιπα όλα, οι στολές υπήρχαν από γιαγιά, από παππού. Η παραδοσιακή στολή της γιαγιάς 150 χρόνων. Η φουστανέλα επίσης πάρα πολύ παλιά η οποία έχει τετρακόσιες πτυχές, όσα τα χρόνια της σκλαβιάς που συμβολίζει. Οι φωτογραφίες υπήρχαν στο πατρικό μου σπίτι στους Καλαρρύτες. Τα υφάσματα από τις στολές τα φέρναν συνήθως από το εξωτερικό, ήταν τα μπροκάρ. Τα σιγκούνια τα υφαίναν εδώ και τα κεντούσαν οι λεγόμενοι τερζήδες, οι ραφτάδες. Ναι. Επίσης οι ποδιές ήταν χειροποίητες, άλλες με χρυσή κλωστή και άλλες από κουκούλι. Ναι. Τώρα γίνονται οι ποδιές πολύχρωμες, πολύ ωραίες και αυτές σε ύφασμα [Δ.Α.]. Εδώ ήταν ντυμένοι πολύ, η υφαντική, οπότε κάνανε και τις προίκες των κοριτσιών, γιατί είχαμε [Δ.Α.] κτηνοτροφία. Το μαλλί ήταν δικό τους οπότε κάνανε υφαντά, σκεπάσματα, χαλιά. Τα υφαντά τους ήταν και επειδή έχει και τα κρύα τον χειμώνα εδώ πέρα το χωριό μας, έκαναν υφαντά για τους άντρες. Κοστούμια ολόκληρα. Και οι περίφημες κάπες φτιάχτηκαν οι περισσότερες στο Συρράκο και λιγότερες στους Καλαρρύτες. Τις χρησιμοποιούσαν εκτός από τον… που είχαν κάνει είκοσι πέντε χιλιάδες κάπες για τον Ναπολέοντα τον Βοναπάρτη για το στρατό του, οι τσοπαναραίοι φορούσαν τις κάπες αυτές και προφυλάσσονταν από το κρύο.
Από τι υλικό ήτανε;
Είναι από πρόβειο και γίδινο μαλλί. Τα υφαίναν στον αργαλειό, πολύ αραιά. Τα πηγαίναν στα μαντάνια, τα χτυπούσανε. Οι ραφτάδες μετά κόβανε και τα κάνανε ωραίες κάπες. Έχουμε δείγματα από τις κάπες αυτές. Μπορείτε να τις φωτογραφίσετε.
Θέλω να σας ρωτήσω για εσάς, για την παραδοσιακή στολή και το σιγκούνι. Το είχε φτιάξει η γιαγιά σας; Γνωρίζετε;
Ναι. Το σιγκούνι αυτό είναι από τη γιαγιά μου. Δώρο στη μητέρα μου, η μητέρα μου σε μένα και εγώ θα το δωρίσω στην κόρη μου. Η συγκεκριμένη στολή είναι 150 χρόνων. Ναι. Είναι πολύ ωραία. Οι ζώνες παρόλο που είχαν εδώ πέρα την αργυροχρυσοχοΐα, δεν φορούσαν οι γυναίκες πολλά κοσμήματα. Μία ζώνη ασημένια για την παραδοσιακή στολή, ένα ζευγάρι σκουλαρίκια, σταυρό και κάνα βραχιολάκι. Ναι.
Για τη ζώνη. Η ζώνη είναι επίσης τοπική, εδώ;
Οι ζώνες ήταν δύο ειδών. Ήταν η καφασωτή που έχει πολλά κομμάτια. Ναι. Και ήταν και η μονοκόμματη, ασήμι, που λέγεται κόθρος. Η ζώνη αυτή που λέγεται κόθρος και έχει την κεφαλή συρματερή την έχω από τον παππού μου. Έχει εφτά παραστάσεις. Η τεχνική λέγεται σαβάτι. Έχει την Αγιά Σοφιά, ζαρκάδι, ελάφι, καράβι, αετό, λιοντάρι και τους Βασιλείς Γεώργιο και Όλγα. Είναι περίτεχνη. Την είχε φτιάξει ο παππούς μου. Άρεσε στη μαμά μου, η μαμά σε μένα και θα πάει από γενιά σε γενιά. Στην κόρη, στην εγγονή και τα λοιπά. Ναι. Ο πατέρας μου είχε μείνει ορφανός από τη μητέρα του και οι θείοι του, οι αδερφοί Νέση, μαζί με τον παππού μου, τον Γεώργιο Μουσαφίρη, τους πήρανε στην Ιταλία στη Ρώμη. Εκεί ο πατέρας μου έμαθε την τέχνη. Όταν ενηλικιώθηκε εδώ στους Καλαρρύτες παντρεύτηκε τη μαμά μου και πήγαν στο Δέλβινο που ήταν ελληνικό. Εκεί ο παππούς ήδη είχε δύο μαγαζιά χρυσοχοΐας και σπίτι. Αλλά με τον πόλεμο του ’40 τα αφήσανε όλα και φύγανε και επιστρέψανε στα Γιάννενα και άρχισαν πάλι από την αρχή. Απ’ τα μπρούτζινα, ασημένια και λίγα χρυσαφικά. Αφορμή από την τέχνη αυτή, όταν κάναμε αγορά με τον άντρα μου τον Χρήστο, αφού επισκευάσαμε την κατοικία που αγοράσαμε, αλλάξαμε σοβατίσματα, ταβάνια, πατώματα. Κρατήσαμε ορισμένα στοιχεία της εποχής εκείνης–
Όπως;
Όπως το ταβάνι εδώ πέρα, τη ροζέτα, τις γωνίες, τις διαιρέσεις του σπιτιού που είναι και ντουλάπες. Ναι. Ανοίξαμε το μαγαζί με τα ασημικά, ξύλινα, υφαντά και άλλα διάφορα που είναι προς πώλησιν. Παράλληλα δε, είχαμε αρκετές φωτογραφίες της οικογένειας των συγγενών μας, το γάμο της μητέρας μου, τους θείους μου, τη φωτογραφία που γιορτάζουν τα 100 χρόνια της επανάστασης του 1930 –ήταν πολύ πιο μεγάλη αλλά τώρα λείπει, το κεντρικό σημείο μόνο βρέθηκε μετά τους πολέμους– και διάφοροι άλλοι γάμοι που γινόντουσαν στο χωριό. Ανοίξαμε και κάναμε το μουσείο που είναι κάτω στο υπόγειο.
Δηλαδή εδώ πέρα και άλλες δύο ένθεν και ένθεν φωτογραφίες–
Είναι η μαμά μου και ο μπαμπάς μου αυτού. Ναι. Τα ξαδέρφια της μαμάς μου, οι παππούδες μου, τα πεθερικά μου από τον άντρα μου πάλι, οι γονείς μου, οι θείοι μου και λοιπά. Και δικές μας φωτογραφίες όταν διορίστηκα δασκάλα στο χωριό μου. Έχω με τα παιδιά μου φωτογραφία, γυμναστικές επιδείξεις στην πλατεία που κάναμε τότε και άλλες στην καθημερινή ζωή του σχολείου.
Θέλετε να επιστρέψουμε στην καθημερινή ζωή λίγο του σχολείου; Τα έχετε ζήσει αυτά εσείς χρόνια ολόκληρα.
Πολλά χρόνια ζήσαμε. Τριάντα πέντε χρόνια δούλευα σε διάφορα σχολεία. Αγάπησα πολύ τη δουλειά και τα παιδιά και όταν αγαπάς κάτι το μεταδίδεις καλύτερα, το προσφέρεις στα παιδιά.
Να σας πω, να σας ρωτήσω. Τι θεωρείτε ότι ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι στη δουλειά σας;
Τα παιδιά ήταν υπάκουα την εποχή εκείνη. Τώρα έχει αλλάξει λίγο ο τρόπος διδασκαλίας. Δεν είχαν πολλές παραστάσεις και αφομοιώναν αυτό που διαβάζανε, που λέγαμε. Με αποκόμματα από περιοδικά, εφημερίδες μαθαίναν τα παιδιά τότε. Δεν υπήρχε συγκοινωνία, ας πούμε, στα χωριά για να έχουν υλικό. Πολύ λίγα πράγματα είχαν. Τώρα τα παιδιά έχουν τα tablet, μαθαίνουν περισσότερα. Αλλά ίσως δεν δίνουν και πολλή σημασία.
Θεωρούσατε κάποια τάξη πιο δύσκολη στο να τη διδάξετε, [00:20:00]γιατί, ξέρω γω, ήταν πολύς νέος…
Όταν ήμουνα μόνη μου, βέβαια. Φυσική πειραματική έπρεπε να κάνεις τα πειράματα. Δυσκολευόμουν λίγο. Μόνη μου δεν μπορούσα. Άλλο να είχα και έναν άλλον συνάδελφο να γίνουν τα πειράματα αυτά. Ναι. Και κάναμε τα πιο απλά πράγματα. Ανάλογα με την ύλη που είχαμε διδάσκαμε.
Ας πούμε, πειράματα. Τι πειράματα κάνατε στο σχολείο;
Στην Πέμπτη-Έκτη παραγωγή οξυγόνου.
Ωραία, θέλετε να μου πείτε και για τις γυμναστικές επιδείξεις;
Κάναμε χωριστά. Στην Πρώτη Τάξη και Δευτέρα κάναμε ρυθμική γυμναστική με τραγούδι. Γινόνταν όλες οι κινήσεις. Τρίτη, Τετάρτη πάλι χωριστά. Σε κύκλους ασκήσεις αυχένα, σώμα, ράχες και λοιπά που λέγαμε τότε. Πέμπτη, Έκτη δυσκολότερα και διάφορα παιχνιδάκια. Παραδοσιακά παιχνίδια τότε κάναμε. Να τρέχουν τα παιδιά φορώντας τα τσουβάλια, που ήταν δύσκολο και δυσκολευόντουσαν και πέφτανε κάτω–
Τσουβαλομαχίες.
Τσουβαλομαχίες. Με το λουκούμι που κάναμε δετό για να το πιάσουνε στο στόμα τους. Και μετά είχαμε και χορό, μετά τις γυμναστικές επιδείξεις. Όλα τα παιδάκια με ζωντανή μουσική. Παρακολουθούσαν όλοι οι γονείς τα παιδιά τους και χαιρόντουσαν και χορεύανε και οι μεγάλοι μετά τις γυμναστικές επιδείξεις.
Πότε γινότανε οι γυμναστικές επιδείξεις;
Στο τέλος. Το τελειώναμε τέλη Ιουνίου το σχολείο. Τώρα έχουν άλλη ημερομηνία, νωρίτερα, και δεν κάνουν καθόλου επιδείξεις.
Ναι.
Πηγαίνουν τώρα τα παιδιά σε χορευτικά, σε μπαλέτο, στη μουσική. Έχουν αλλάξει.
Να επιστρέψουμε κάτω στη συλλογή. Όχι μόνο κάτω, γενικότερα–
Ναι–
–στη συλλογή.
Έχω ορισμένα εργαλεία από τον πατέρα μου όπως είναι το τρυπάνι –να το φωτογραφίσετε–, τα παντέφια, τα βάζανε σε χώμα ειδικό. Ήταν σιδερένια. Πυρόχωμα έβαζαν μέσα, έβαζαν την πατέντα που θέλανε, το κλειδώνανε, με τον χύτη ρίχναν το μέταλλο και έβγαινε το σχέδιο που θέλανε ας πούμε. Υπήρχαν τα καλέμια που κάναν τα έργα τέχνης. Έκανε καλύμματα ευαγγελίων. Ο Τσιμούρης είχε κάνει έντεκα. Σταχώσεις λέγονται τα καλύμματα των ευαγγελίων. Ένα από τη στάχωση αυτή κάλυμμα βρίσκεται στον Άγιο Νικόλα Καλαρρυτών στην εκκλησία μας. Φυλάσσεται σε θυρίδα και το φέρουν συνήθως κάθε Δεκαπενταύγουστο. Η λάρνακα του Αγίου Διονυσίου στη Ζάκυνθο φτιάχτηκε από τον Γεώργιο Διαμαντή Μπάφα επί δεκατρία ολόκληρα χρόνια από το 1819–
’16–
’16 μέχρι το ’29. Ναι. Και άλλα διάφορα αντικείμενα. Ήταν πολύ οι τεχνίτες, ήταν πολλά τα εργαστήρια στο χωριό μας. Δεκαοχτώ-είκοσι την εποχή εκείνη. Οπότε έκαναν πολλά εκκλησιαστικά είδη. Η εκκλησία είχε το χρήμα οπότε δούλευαν πιο πολύ. Εκτός αυτού–
Θυμάστε; Πείτε μου. Εκτός αυτού;
Εκτός αυτού, από την τέχνη της αργυροχρυσοχοΐας που είδαμε, υπάρχουν και άλλα παλιά αντικείμενα της εποχής εκείνης. Εργαλεία διαφόρων επαγγελμάτων. Του τσαγκάρη, του ράφτη, μηχανή. Πηγαίναν για ψάρεμα στο ποτάμι, του πεζόβολου τα δίχτυα, το ξύλινο αλέτρι, το [Δ.Α.] άροτρο που οργώναν τα χωράφια. Μετά βγήκε το σιδερένιο αλέτρι. Η πλεκτομηχανή της μαμάς μου που δούλεψε είκοσι εννιά ολόκληρα χρόνια. Φανέλες, πουλόβερ, ζακέτες, φούστες και λοιπά. Εδώ λειτουργούσαν όλα τα επαγγέλματα. Του ράφτη, του τσαγκάρη, του σιδερά, οι μοδίστρες, οι τερζήδες που κεντούσαν και κάναν πολλά χειροποίητα ωραία κομμάτια και προς πώληση.
Θυμάστε τον πατέρα σας εν ώρα εργασίας;
Τον θυμάμαι σκυμμένο στο εργαστήριο, εκεί. Να σκαλίζει, να ζωγραφίζει, να κάνει χυτά κομμάτια μαζί με το θείο μου. Βοηθούσε ο ένας τον άλλον. Ανάβαν το καμίνι για να λιώσουν το μέταλλο, το ρίχναν στον χύτη και έβγαζαν τα διάφορα αντικείμενα. Τότε κάναν πολλά πιατάκια για τα τσιγάρα, θήκες για τα τσιγάρα πάλι που έμπαιναν τα τσιγάρα. Έκαναν πολύ ωραία φασιανούς πουλιά, κορνίζες, δίσκους, δίσκους ασημένιος, μπρούτζινους, επαργυρωμένους και άλλα ωραία αντικείμενα.
Και αυτά που έχουμε… που είναι μέσα;
Αυτά είναι σκαλιστά. Είναι ο δικέφαλος αετός και το τζαμί των Ιωαννίνων και ένα άλλο πολύ ωραίο κομμάτι με άλλες παραστάσεις.
Και απ’ τη μητέρα σας; Επειδή είπατε ότι δούλεψε πολύ ο αργαλειός εκείνος.
Η μαμά μου εκτός απ’ την υφαντική που έκανε την προίκα μας, της αδερφής μου και εμένα, φλοκάτες, χαλιά, κουβέρτες πλεκτές, κουβέρτες κεντημένες, είχε και πλεκτομηχανή. Στα Γιάννενα δούλεψε είκοσι εννιά χρόνια. Απ’ το φθινόπωρο μέχρι την άνοιξη στα Γιάννενα και το καλοκαίρι ερχόταν για δύο μήνες στο χωριό και έκανε των κτηνοτρόφων. Φανέλες, φούστες γυναικείες, σώβρακα ανδρικά ολόμαλλα που φορούσαν τότε για τα κρύα του χειμώνα. Έπλεκε πάρα πολύ ωραία και τα έραβε και ευχαριστιόνταν όλοι οι πελάτες. Τριάντα χρόνια δούλεψε η μαμά.
Εσείς την μάθατε αυτή την τέχνη της υφαντικής;
Υφαντική ξέρω. Ο πατέρας μου είχε αγοράσει πλεκτομηχανή της μαμάς μου για την οικογένεια και τελικά η μηχανή αυτή φάνηκε τόσο χρήσιμη, γιατί μετά την καταστροφή που πάθανε με τα μαγαζιά που τα χάσανε στην Αλβανία, στο Δέλβινο συγκεκριμένα, η μαμά άρχισε στα Γιάννενα να πλέκει ξένες φανέλες, πουλόβερ, ζακέτες, φούστες, όλα τα πλεκτά αυτά και πληρωνόταν. Δούλεψε είκοσι εννιά ολόκληρα χρόνια. Όταν διορίστηκα δασκάλα: «Σταμάτα –λέω– τώρα τη μηχανή και θα συνεχίσουμε να σας φυλάω εγώ τώρα» της είπα. Όταν είχε την πλεκτομηχανή, βοηθούσα πάρα πολύ, γιατί ό,τι έβγαζε η μηχανή οι φανέλες θέλανε ράψιμο. Ναι. Να περάσει τις θηλιές, να κάνει τα μανίκια, τα κοφτά εδώ μπροστά να το κάνει με το βελονάκι, στα πουλόβερ έβαζε φερμουάρ τα ράβαμε και τα παρέδιδε έτοιμα.
Άρα δηλαδή εσείς πώς τη βοηθούσατε τη μητέρα σας; Κάνατε;
Και στο… εκτός από το σπίτι που κάναμε τις δουλειές του σπιτιού –μαθήτρια ήμουν τότε– βοηθούσα και λίγο στο φαγητό, στην καθαριότητα περισσότερο και αυτό…
Με τη μηχανή εσείς δεν είχατε… δεν είχατε ασχοληθεί.
Δεν είχα εξοικειωθεί. Ήξερα όμως, γιατί βοηθούσαμε όταν μάζευε το νήμα στην ανέμη για να το βάλει στη μηχανή… Ήταν μία μικρή βοήθεια και αυτή.
Θυμάστε καθόλου το πατρικό σας το σπίτι;
Το πατρικό μου σπίτι ναι. Κάθε καλοκαίρι οι γονείς μου εδώ στους Καλαρρύτες μας φέρνανε, οπότε έχω καλές εικόνες. Κατ’ αρχάς ήταν ένα ζωντανό χωριό. Είχε πάρα πολλά άτομα. Όταν ήρθα εγώ δασκάλα εδώ πέρα είχα βρει εξήντα εφτά μαθητές, που σημαίνει ότι οι γονείς των παιδιών και οι υπόλοιποι αριθμούσαν τα πεντακόσια άτομα. Λειτουργούσαν όλα τα επαγγέλματα και είχε γιατρό, μαία, νοσοκόμα, αστυνομία, νηπιαγωγείο και όλα τα επαγγέλματα που αναφέραμε προηγουμένως. Εκτός αυτού, επειδή οι δικοί μας ως επί το πλείστον οι κτηνοτρόφοι πήγαιναν στον κάμπο της Λάρισας και δεν ήταν μάλλον εύκολα οι Καλαρρυτιώτες μαζί για να γίνουν οι γάμοι, το καλοκαίρι, όταν ερχόντουσαν εδώ, γινόταν οι αρραβώνες και ταυτοχρόνως σε καμιά βδομάδα γινόταν και οι γάμοι. Οι γάμοι εδώ διαρκούσαν μία εβδομάδα. Άρχιζαν από τη Δευτέρα με το πλύσιμο των ρούχων της νύφης. Συνέχιζαν στο σπίτι του γαμπρού να κάνουν τις τέντες για να μείνουν διακόσια με διακόσια πενήντα άτομα για το γλέντι το βράδυ σε περίπτωση βροχής ή κρύο. Μετά συνέχιζαν την Πέμπτη, πήγαιναν και άναβαν τα προζύμια όπως γίνεται σε άλλα μέρη. Την Παρασκευή το πρωί ζύμωναν τα ψωμιά για να είναι έτοιμα και το Σάββατο το πρωί σφάζαν τα σφαχτά. Με μουσική τα σφάζαν τα σφαχτά. Ήταν και πολύ συγκινητικό τότε.
Γιατί; Για πείτε μου λίγο.
Ναι, ναι. Γιατί έσφαζαν πολλά σφαχτά και κάθε νέος προσπαθούσε πιο γρήγορα ποιος θα τελειώσει το σφάξιμο και το βγάλσιμο του δέρματος. Μετά τα παίρναν τα κορίτσια, πλέναν τα εντόσθια για να τα κάνουν το βράδυ έτοιμα για τον πατσά και για μεζέ και το απόγευμα παίρναν πάλι τα όργανα και πηγαίναν στο σπίτι της νύφης για να δούνε τα προικιά. Τα προικιά εντωμεταξύ τα πήγαινε και ένας επίτροπος της εκκλησίας και κατέγραφε όλη την προίκα σε ειδικό βιβλίο που λέγεται Τόμος. Σε περίπτωση δηλαδή [00:30:00]χωρισμού μπορούσε να ξαναπάρει η νύφη τα προικιά της, όχι τα μετρητά χρήματα που θα έδινε στον γαμπρό, απλώς τα προικιά της, τα ρούχα της, τα υφαντά της και τα υπόλοιπα.
Στα προικιά. Μια τυπική προίκα, πείτε μου λίγο, τι είχε;
Εδώ συνήθως δίναν φλοκάτες, στείρες κουβέρτες, χαλιά, καραμελωτές που λεγόταν, μαλλινοσέντονα, σεντόνια ευρωπαϊκά, μαξιλαροθήκες, ποδιές, φορέματα αρκετά η νύφη, ρόμπες. Πήγαινε εξοπλισμένη στον γαμπρό. Και παλιότερα η στέψη γινόταν το Σάββατο βράδυ στην εκκλησία. Δεν φορούσε η νύφη το νυφικό φόρεμα τότε. Έβαζε κόκκινο βελούδινο φόρεμα, λευκή ζώνη, ζώνη με λευκή ποδιά, ζώνη ασημένια και ζακέτα μαύρη από ατλάζι. Γινόταν ο γάμος Σάββατο βράδυ για να έχουν περιθώριο οι καλεσμένοι, επειδή δεν είχαν φωτισμό τότε, να χορέψουν όλοι στην πλατεία του χωριού με τα όργανα στο γάμο. Συγγενείς και φίλοι. Και την Κυριακή το μεσημέρι ο γαμπρός πήγαινε στο σπίτι της νύφης, έπαιρνε τη νύφη, βγαίναν στην πλατεία και γινόταν ο χορός ο επίσημος. Το βράδυ μετά πηγαίνανε στο σπίτι του γαμπρού όπου περίμενε η πεθερά και λοιπά και εκεί γινόταν το φαγοπότι και το γλέντι μέχρι πρωίας. Το γλέντι κρατούσε μέχρι το πρωί της Δευτέρας και οι άντρες, μόνο οι άντρες, το πρωί με τα όργανα κάνανε τον γύρο του χωριού –πατινάδα που λέγεται– και έπαιζαν διάφορους σκοπούς. Και το απόγευμα οι συγγενείς της νύφης πήγαιναν τα προικιά στο γαμπρό και ο γαμπρός, βγαίναν δεκαπέντε-είκοσι γυναίκες φορτωμένες με τα προικιά της νύφης, γιατί ήταν πολλά τα κομμάτια που περνάνε, και εκεί ο γαμπρός [Δ.Α.] τις γυναίκες ανάλογα με το βάρος του φορτίου. Πρόσφεραν διάφορα. Λουκούμι, τηγανίτες, φρούτα της εποχής, στραγάλια φτιάχναν. Αυτά για το γάμο.
Λοιπόν, είναι πολύ ενδιαφέρον το ότι έχετε ζήσει τέτοιους γάμους και ότι όλοι γινότανε το καλοκαίρι.
Ναι. Εγώ συνήθως την ημέρα του γάμου πήγαινα και χτένιζα τις νύφες, τις έβαφα… Κομμώτρια δεν ήμουνα αλλά απλώς με προσκαλούσαν και τους έκανα μπούκλες στα μαλλιά. Τους έβαζα το πέπλο, πολύ ωραίο εδώ με το στεφάνι εδώ, και το νυφικό φόρεμα και ντυνόταν η νύφη πιο όμορφη.
Λοιπόν, είχαμε ξεκινήσει να συζητάμε λίγο αφότου κλείσαμε προηγουμένως το μαγνητόφωνο για τον δρόμο εδώ πέρα γιατί είναι λίγο δυσπρόσιτη περιοχή η αλήθεια είναι ακόμη και τώρα που έχουμε αυτοκίνητα.
Η διαδρομή από τα Γιάννενα ήταν πάρα πολύ δύσκολη. Εγώ έζησα και σαν μαθήτρια εποχές δύσκολες. Συνήθως ξεκινούσαμε μεσημέρι από τα Γιάννενα, ένα λεωφορείο πράσινο αγόνων γραμμών, και πηγαίναμε μέχρι το Τσίμοβο, στο ποτάμι που κάνατε εσείς τη διαδρομή. Από εκεί ανεβαίναμε την ανηφόρα όλη που κρατούσε μιάμιση ώρα περίπου για να φτάσουμε στο Πετροβούνι. Εκεί υπήρχε ένα χάνι, ο μπαρμπα-Χρήστος, μας έδινε το λουκουμάκι μας. Ό,τι είχαμε τρώγαμε και κοιμόμαστε τώρα στρώνοντας κάτω, συνήθως έξω ήταν καλοκαίρι, με φτέρες σκεπασμένες απάνω με κουβέρτες που είχαμε μαζί μας. Τα είδη αυτά ερχόνταν οι αγωγιάτες μετά και τα φορτώναν. Ό,τι είχαμε εμπορεύματα. Η διαδρομή μετά ξεκινούσε πάλι με τα μουλάρια. Απ’ το χάνι εκείνο και για να φτάσουμε στους Καλαρρύτες θέλαμε από εκείνο το σημείο πέντε ώρες γεμάτες. Μόλις φτάναμε απέναντι το χωριό στη θέση Πουλιάνα, ξεφορτώναν πάλι τα άλογα για να ξεκουραστούν και, επειδή μας έπιανε μεσημέρι ο ήλιος, δεν μπορούσαν οι ηλικιωμένοι να περπατήσουν. Ξεκουραζόμαστε δύο ώρες και φτάναμε το βραδάκι στο χωριό. Δηλαδή μιάμιση ώρα ήταν η ταλαιπωρία αυτή. Και άλλη μία φορά το ’67 που είχα διοριστεί δασκάλα στο χωριό μου μαζί με τη νηπιαγωγό θέλαμε να φύγουμε τις διακοπές του Πάσχα. Και φύγαμε εγώ, η νηπιαγωγός η Τούλα, και ο αγωγιάτης μας με δύο μουλάρια για να ανεβούμε καβάλα στην ανηφόρα και στο ίσιωμα. Μας συνόδευε πάντα στις διαδρομές, δεν πηγαίναμε μόνες μας φοβόμαστε κιόλας να περπατήσουμε. Λοιπόν για να φτάσουμε από Καλαρρύτες μέχρι το Παλαιοχώρι που θα ερχόταν το αυτοκίνητο θέλαμε τέσσερις ώρες. Ήταν Κυριακή των Βαΐων, όταν φύγαμε από το χωριό, μη γνωρίζοντας ότι το αυτοκίνητο δεν φτάνει. Δεν είχε συγκοινωνία μέχρι το Παλαιοχώρι. Φτάνοντας στο Παλαιοχώρι με τον αγωγιάτη, μας είπε ο κύριος Γιώργος με το χάνι: «Κορίτσια, δεν έχει συγκοινωνία σήμερα. Αφήστε τα πράγματά σας εδώ, κοιμηθείτε εδώ, να γυρίσετε πάλι πίσω. Είναι πολύ δύσκολα τέσσερις ώρες πάλι με τα πόδια». «Όχι –είπαμε εμείς–, θα ξεκινήσουμε οι δυο μας και θα φτάσουμε μέχρι το Πετροβούνι, μην τυχόν βρούμε κάνα αυτοκίνητο, μήπως περάσει κανείς». Απότομα τελείως εκείνη τη μέρα πιάνει βροχή, μόλις ξεκινήσαμε από το Παλαιοχώρι για το Πετροβούνι. Ευτυχώς είχαμε από ένα αδιάβροχο έτσι μαζί μας χωρίς κουκούλα. Γίναμε μούσκεμα, παπιά. Δεν φοβόμασταν βέβαια τίποτε στον δρόμο εκείνο. Περπατούσαμε από την άσφαλτο, αλλά για να φτάσουμε εκεί που μας είπαν ότι περνάει άλλο λεωφορείο στο χάνι του Μητσοβαγγέλη πιο κάτω από το Πετροβούνι, μόλις φτάσαμε, για καλή μας τύχη ερχόταν το πράσινο αυτοκίνητο που πήγαινε για Χουλιαράδες. Οδηγός ήταν ένας πρώτος ξάδερφος της νύφης μου –να ζήσει ο Μιχάλης– που μας είπε: «Κορίτσια, μπείτε μέσα και θα πάμε Χουλιαράδες και στην Βαπτιστή», Γκούρα το χωριό λεγόταν. Μπήκαμε μέσα μούσκεμα. Δεν υπήρχε καλοριφέρ και τέτοια. Λοιπόν βγάλαμε τα αδιάβροχα, μαζευτήκαμε σε μία γωνιά. Από την Γκούρα πάλι επιστροφή Χουλιαράδες, Πετροβούνι, Τσίμοβο και φτάσαμε στα Γιάννενα το βράδυ. Οι βαλίτσες μας είχαν μείνει στο Παλαιοχώρι και ήρθαν την άλλη την ημέρα το πρωί που ήταν η συγκοινωνία του αυτοκινήτου, το πράσινο. Πήγαμε και τις πήραμε. Μία ολόκληρη μέρα με ταλαιπωρία γεμάτη.
Πολύ Γολγοθάς.
Ναι, ναι. Αυτό το θυμάμαι το ταξίδι αυτό.
Πότε ξεκίνησε να έχει συγκοινωνία το χωριό; Έτσι κάπως καλύτερη.
Ο δρόμος έγινε το… το ’74 που παντρεύτηκα εγώ δεν είχαμε συγκοινωνία. Με τα μουλάρια φορτώσαμε την προίκα από δω για να την πάμε στο Προσήλιο. Πάλι μακριά. Μετά το ’84, το ’90 και κάτι ήρθε ο δρόμος από την Κηπίνα. Αλλά χωματόδρομος. Η άσφαλτος έχει τώρα λίγα χρόνια, είκοσι πέντε χρόνια που έχει γίνει. Και πάλι θέλουμε από Γιάννενα για Καλαρρύτες μιάμιση με δύο ώρες για να φτάσουμε στο χωριό. Αλλά επειδή το αγαπάμε, όμως για τους ξένους για τους επισκέπτες, γιατί τώρα έχει επισκεψιμότητα το χωριό μας και το Συρράκο που είναι δίπλα μας, να γίνει η διάνοιξη του δρόμου. Καλύτερα ασφαλτόστρωση για να έχουν πρόσβαση οι άνθρωποι να μην ταλαιπωρούνται και χαλάνε και τα αυτοκίνητά τους.
Και να ρωτήσω τώρα μιας και το έφερε η συζήτηση για το δρόμο. Ρεύμα και νερό;
Νερό είχαμε. Εδώ επειδή οι Καλαρρύτες πήραν το όνομά τους από την καλή ροή των υδάτων, είχαμε αρκετές βρύσες σε όλες τις συνοικίες και πολλά σπίτια είχαν και δικές τους πήγες. Ας πούμε στο Μουσαφιραίικο κάτω εμείς είχαμε δικό μας νερό. Εδώ το σπίτι του Κωνσταντή είχε στην αυλή του σπιτιού πάλι τρεχούμενο νερό. Οι κεντρικές βρύσες και λοιπά είχαν νερό. Μετά έγινε η ύδρευση που κάθε σπίτι τώρα έχει το νερό μέσα.
Νερό έχει και το σχολείο;
Ναι. Τώρα έχουν όλοι νερό. Όλα τα σπίτια.
Όχι τώρα. Τότε.
Νερό είχε… πηγή κοντινή. Στη βρύση [Δ.Α.]. Ναι. Και κάτι άλλο θέλαμε να… με ρώτησες.
Για το ρεύμα. Πότε είχε…
Το ρεύμα… Πότε παντρεύτηκε η μάνα; Το 1984 ήρθε το ρεύμα στους Καλαρρύτες. Ναι. Άργησε πολύ.
Εσείς στο σχολείο δηλαδή με τι…
Κάναμε πρωί μάθημα, αλλά όταν… πρωί και απόγευμα, όταν διορίστηκα εγώ εδώ πέρα, είχαμε πρωί και απόγευμα σχολείο. Μετά έγινε το πενθήμερο και πρωινή εργασία, προμεσημεριανή εργασία και πενθήμερο. Δύσκολα χρόνια. Αλλά είχαμε συνηθίσει. Κεντούσαμε τα προικιά μας με τη λάμπα. Μόλις γυρίζαμε από το σχολείο στο κέντημα το ρίχναμε και στο πλεχτό.
Θέλετε να ξεκινήσουμε και να κάνουμε την ξενάγηση εδώ στον χώρο του σπιτιού;
Ευχαρίστως.
Τέλεια.
Το κάναμε με πολλή όρεξη με τον άντρα μου και μπορούμε να σας το δείξουμε όλο το ιστορικό του σπιτιού μας. [00:40:00]Αρχίζοντας πρώτα από το κατάστημα και να δείτε όλον τον χώρο.
Τέλεια.
Είναι τρία σε ένα.
Λοιπόν–
Βρισκόμαστε στο σπίτι του Χρήστου Γκολφινόπουλου και της Αικατερίνης Μουσαφίρη. Ο σύζυγός μου ήταν αξιωματικός της αστυνομίας, Υποστράτηγος τελείωσε, εγώ δασκάλα. Είχε γίνει το ειδύλλιο στους Καλαρρύτες και μετά με τη σύνταξή μας επιστρέψαμε και κάναμε αγορά το σπίτι αυτό που ήταν τον Κωνσταντιναίων, οικογένειας καλαρρυτιώτικης. Αφού κάναμε την αγορά, ανοίξαμε το μαγαζί, επειδή είχαμε ορισμένα παλιά κομμάτια από τον πατέρα μου που ήταν χρυσοχόος ο πατέρας μου, ο παππούς μου και τα λοιπά. Σπύρος Χρήστος Μουσαφίρης και ο παππούς Γεώργιος. Και εδώ υπάρχουν μερικά κομμάτια από τον παππού μου και από τον πατέρα μου. Η τεχνική εδώ πέρα είναι τα συρματερά που είπαμε, το σοβάτι και το…
Φίλντισι, σμάλτο–
Το σμάλτο. Ναι. Εδώ έχει παλιά κομμάτια προς πώληση βέβαια, πολύ παλιά.
Εκτός από αυτό που είπατε με το… τι έχει;
Εκτός αυτό… Χάντρες… Για να γίνει το σμάλτο αναμιγνύαν πέντε είδη. Ασήμι, χαλκό, βόρακα, θειάφι και μόλυβδο. Ναι. Έχω ολόκληρη ζώνη που την έχει φτιάξει ο παππούς, όπως σας είπα, με τα διάφορα κομμάτια. Τώρα παντρεύουμε το παλιό με το καινούργιο. Ό,τι ωραίο είναι συνεχίζω και κάνω αγορά από τα ξαδέρφια μου που έχουν εργαστήρια και μαγαζί στα Γιάννενα –η οικογένεια Μουσαφίρη– και από άλλους πατριώτες. Την οικογένεια Ανέστη, Δογορίτη, Τσουμάκα και λοιπά. Και τα πουλάμε εδώ στο μαγαζί μας. Ο χώρος του καταστήματος εκτός από τα ασημικά, ξύλινα, περιλαμβάνει υφαντά, παραδοσιακές φορεσιές, υφαντά κομμάτια, φλοκάτες, στρωσίδια, διαδρόμους, πάντες υφαντές και διάφορες άλλες ενδυμασίες. Πλεκτά στο χέρι, κουβέρτες, κεντήματα επίσης στο χέρι και ο χώρος εδώ πέρα έχει και αρκετές παλιές φωτογραφίες.
Θέλετε να μου αναλύσετε αυτήν και αυτήν;
Ναι. Εδώ είμαι Τρίτη Δημοτικού. Είμαι με το πράσινο πουλμανάκι και με τον γαμπρό εδώ της αδερφής μου. Πηγαίναμε… στην Φιλιππιάδα είμαι με το πούλμαν το πράσινο. Εδώ είμαι με τη μαμά μου στους Καλαρρύτες σε ένα πανηγύρι με το μουλάρι καβάλα.
Και αυτήν εδώ;
Αυτή η φωτογραφία είναι των Ιωαννίνων. Μπροστά είναι η Σοφία, η Βασίλισσα σήμερα της Ισπανίας, και τρίτη είναι η αδερφή της η Ειρήνη. Ερχόταν κάθε χρόνο 21 Φλεβάρη στα Γιάννενα και το απόγευμα γινόταν εκτός από την παρέλαση και ο χορός στην πλατεία. Είναι η φωτογραφία αυτή από τότε. Η άλλη είναι από την Ακαδημία που τελείωσα.
Αυτό εδώ είναι…
Εδώ–
Αυτή είναι όλη η φουρνιά σας ή είναι…
Όλη είναι η φουρνιά μου. Εδώ αυτή είναι η θεατρική παράσταση το 1924. Τους γυναικείους ρόλους τους παίζανε άντρες. Δεν έβγαινε γυναίκα στη σκηνή. Είχαν παίξει την Εσμέ και την Γκόλφω. Όλο άντρες είναι. Συνεχίζουμε. Το σπίτι μας. Εκτός απ’ το κατάστημα υπάρχει το σπίτι μας που έχει αρκετούς χώρους. Εδώ είναι το καθιστικό μας με τα διάφορα–
Αυτό το ’χετε κεντήσει εσείς;
Εκεί είναι ο Τάσος και η Γκόλφω. Ο αρραβών. Είναι παλιό κέντημα που έχει την παράσταση αυτή.
Δικό σας κέντημα;
Δικό μου κέντημα, ναι.
Με τι το ’χετε κάνει;
Κομπλέν είναι. Με μουλινέ τότε κεντούσαμε. Με ταξά και μουλινέ. Τώρα μπαίνουμε στον οντά. Τούρκικη λέξη. Το σαλόνι. Το σπίτι είναι απ’ το 1872. Όπως σας είπα το κάναμε αγορά. Κρατήσαμε ορισμένα παλιά στοιχεία, τη ροζέτα, τις γωνίες, το μπλε κόκκινο, την καμπύλη και τις διαιρέσεις του σπιτιού που είναι ντουλάπες και ξύλινες ντουλάπες. Στον χώρο αυτόν υπάρχουν πολλές, αρκετές φωτογραφίες. Οι γονείς μου σε φωτογραφία, παππούδες μου, τα ξαδέρφια της γιαγιάς μου, τα αδέρφια του μπαμπά μου και λοιπά. Οι θείοι μου. Πολλές οικογένειες δικές μας είχαν πάει Ιταλία μεταξύ αυτών και η οικογένεια [Δ.Α.] που ήταν τα αδέρφια της γιαγιάς μου. Ο πατέρας μου είχε πάει στη Ρώμη μαζί με τον παππού και με τον θείο μου τον Χρήστο, όπου μεγάλωσαν εκεί. Ο θείος μου έμεινε σαράντα χρόνια. Ο πατέρας μου ήρθε νωρίτερα και παντρεύτηκε εδώ τη μαμά μου το 1928 και μετά πήγε στο [Δ.Α.] που σας είπα που ήταν ο παππούς. Μεταξύ των άλλων εδώ πέρα είναι η παραδοσιακή στολή της γιαγιάς μου, 150 χρόνων. Ελένη Χατζή λεγόταν η γιαγιά. Τα φορέματα τα φέρναν απ’ το εξωτερικό, γιατί ταξίδευαν οι άντρες. Μπροκάρ λέγεται το ύφασμα. Τα συγκούρια τα υφαίναν και τα κεντούσαν εδώ οι ραφτάδες και οι λεγόμενοι τερζήδες. Οι ποδιές ήταν χειροποίητες. Με κουκούλι με διάφορα χρώματα και έχει χειροποίητη ζώνη αυτή. Οι ζώνες, όπως είπαμε, ήταν δύο ειδών. Οι μονοκόμματες οι ασημένιες που λεγόταν κόθρος και ήτανε σαβάτι και αυτή η καφασωτή πάλι με ασημένια ζώνη χειροποίητη φιλιγκράν. Εδώ υπάρχουν πολλές φωτογραφίες πάλι από το σχολείο. Γυμναστικές επιδείξεις στην πλατεία με εξήντα εφτά παιδιά, όταν διορίστηκα εδώ πέρα. Ο σύζυγος τον οποίον είχαμε κάνει τη γνωριμία στους Καλαρρύτες εδώ στη σχολή αξιωματικών. Όταν τελείωσε, αποστρατεύτηκε Ταξίαρχος πήρε και το βαθμό του Υποστράτηγου. Γκολφινόπουλος Χρήστος. Ναι. Η οικογένειά μου εδώ, τα δύο παιδιά μου και τα εγγόνια μου. Εδώ υπάρχουν δύο παλιές φωτογραφίες. Εδώ είναι δύο πατριώτες μου στο Σαγγάριο ποταμό. Βλαχοδήμος και ο Μπαρμπούτης. Ο θείος μου ο Βλαχοδήμος παρέμεινε μετά στην Αλεξανδρούπολη [Δ.Α.] και το Συρράκο και οι Καλαρρύτες πριν το 1821 είχαν από τεσσερισήμισι με πέντε χιλιάδες κατοίκους. Επαναστάτησαν τα χωριά τα δύο, δεν πέτυχε η επανάσταση λόγω προδοσίας και κατεστράφησαν ολοσχερώς εκτός από δύο-τρία σπίτια που βάζαν τα λάφυρα. Μετά την καταστροφή επέστρεψε το ένα τρίτο και έγινε Δήμος οι Καλαρρύτες. Εμείς απελευθερωθήκαμε το 1881 μαζί με τη Θεσσαλία και την Άρτα. Το Συρράκο που ήταν πλάι μας το ’12 με ’13. Πρώτος Δήμαρχος έγινε ο Φιστούρης Αθανάσιος που είχε έρθει από Τεργέστη μαζί με την κυρία του εδώ. Ευρωπαϊκό ντύσιμο και λοιπά. Οι φωτογραφίες οι υπόλοιπες είναι πολύ παλιές.
Αυτό είναι αυτή που μου λέγατε…
Είναι κάτω τα εκατό χρόνια της Επανάστασης. Αυτή. Ναι. Εδώ είναι ο γάμος των γονιών μου το 1928. Η ιδιοκτήτρια του σπιτιού, ο Κωσταδήμας και η γυναίκα του η Παρασκευή που κάνανε την αγορά. Ο γάμος μου εδώ στα Γιάννενα. Τα παιδιά μου, ο Κωνσταντίνος και η Αγγελική. Παραδοσιακή ενδυμασία σε παρέλαση στα Γιάννενα, Αικατερίνη Μουσαφίρη. Οι παππούδες μου εδώ πέρα. Οι ντουλάπες είναι διαιρέσεις. Εδώ είναι το χολ. Εδώ είναι χιτώνοι υψηλόβαθμοι αυτοί του ναυάρχου δέκατου ένατου αιώνα. Το έχω δωρεά από έναν θείο μου, τον κύριο Ζούλα [Δ.Α.] από την οικογένεια Δουρούτη που έχω και μέρος της αλληλογραφίας. Ετούτο είναι γιλέκο σε δέρμα κεντημένο. Επίσης από τον κύριο Ζούλα έγινε δωρεά. Ετούτη είναι χρυσή κλωστή. Τα κεντούσαν οι ονομαζόμενοι τερζήδες. Πολλοί δικοί μας μετά την καταστροφή βρέθηκαν στα Ιόνια Νησιά, Κέρκυρα και Ζάκυνθο. Στη Ζάκυνθο είχε πάει η οικογένεια Ραφτάνη και άλλες Καλαρρυτιώτικες οικογένειες. Ο Ραφτάνης έκανε το πρώτο ελληνικό τυπογραφείο. Εκεί εξέδωσε το κάδρο του Σολωμού και λοιπά και μετά στην Αθήνα με την επωνυμία «Παρνασσός». Τα υφαντά είναι πολλών χρόνων από γιαγιά και από μητέρα. Οι δίσκοι αυτοί είναι από τον πατέρα μου. Έχει δικέφαλο αετό, το Τζαμί των Ιωαννίνων και άλλη παράσταση εδώ πέρα. Χειροποίητα κομμάτια. Όπως σας είπα, οι διαιρέσεις του σπιτιού είναι ξύλινες. Υπάρχει μεγάλη ντουλάπα η οποία λέγεται μεσάντρα. Επί τουρκοκρατίας κρυβόντουσαν οι άντρες, αλλά δεν μένανε μέσα. Έχει καταπακτή που κατεβαίνανε κάτω και έχει και άλλο τρόπο διαφυγής. Τα φορέματα αυτά είναι για τα κρύα του χειμώνα. Όλα υφαντά. Οι ποδιές κεντημένες στο χέρι. Εδώ είναι οι Καλαρρύτες αεροφωτογραφία. Αμέ. Το πατρικό μου σπίτι. Το σχολείο εδώ επάνω. Η οικογένεια Βούλγαρη. Από δω ξεκίνησε ο παππούς ο Γεώργιος Βούλγαρης-
Τον Νίκο τον Βούλγαρη–
Ο Νίκος ο Βούλγαρης, ναι, που έκανε την μεγάλη εταιρεία. Τα ονομαζόμενα Bulgari τώρα. Αλλά τώρα το σπίτι αυτό έχει πέσει.
Υπάρχει κάπου το δικό σας το σπίτι;
Εδώ είναι. Η οικοδομή που κάναμε αγορά είναι εδώ στην πλατεία, στην κεντρική πλατεία. Ναι. Το οποίο είναι σπίτι, μαγαζί και μουσείο. Τρία σε ένα. Εδώ είναι το χειμωνιάτικο δωμάτιο, το κρεβάτι, τα κρεβάτια. Το σαλόνι. Το τζάκι δεν το βάζαν τότε στο σαλόνι, το βάζαν στο υπνοδωμάτιο για να θερμαίνεται η οικογένεια τον χειμώνα. Τα υπόλοιπα δωμάτια είχανε μαγκάλι. Βάζαν, βγάζαν κάρβουνα απ’ το τζάκι για να ζεσταθεί ο υπόλοιπος χώρος. Είναι χαμηλοτάβανο για το κρύο του χειμώνα εδώ. Μεγάλα δωμάτια. Εδώ είναι και η κούνια του μωρού. Πάλι κεντημένα στο χέρι ορισμένα κάδρα. [00:50:00]Παλιές φωτογραφίες. Και εδώ ο μπερντές για να κόβει το κρύο του χειμώνα. Πολύ παλιό κομμάτι απ’ τη γιαγιά. Και το κομμάτι που ανοίγει από δω λέγεται αμπάρι. Εδώ αποθηκεύαν το σιτάρι και το βγάζαν σιγά σιγά από κάτω. Είχαμε δύο νερόμυλους, χειμερινό και θερινό, το αλέθανε και μετά το φέρνανε και το βάζανε σε άλλο σημείο για να κάνουν το ψωμί, τις πίτες, τα κουλουράκια.
Εγώ να ρωτήσω τώρα μιας και είμαστε σε αυτό το δωμάτιο. Έχετε χρησιμοποιήσει εσείς το τζάκι; Βλέπω έχει…
Έχει κάρβουνα μέσα ακόμη και ξύλα. Με αυτό θερμαινόμαστε. Έχουμε τώρα είκοσι χρόνια που κάναμε αγορά το σπίτι αυτό και το φτιάξαμε και το τζάκι είναι η κεντρική θέρμανση. Δεν προλάβαμε να βάλουμε καλοριφέρ στους υπόλοιπους χώρους, γιατί έχει και υπόγειο από κάτω.
Θερμαίνεται και το υπόγειο από κάτω;
Ναι. Τώρα κατεβαίνουμε στην άλλη–
Η ντουλάπα πλέον αυτή δεν χρησιμοποιείται για να βάζουμε σιτηρά και τέτοια–
Τώρα όχι. Άλλο στυλ. Ναι. Κρατάς;
Ναι, ναι. Εδώ πού είμαστε;
Τώρα κατεβαίνουμε στο υπόγειο όπου υπάρχει το ιστορικολαογραφικό στοιχείο. Εδώ υπάρχουν τρεις αυθεντικές επιστολές του Ιωάννη Κωλέττη. Ο Κωλέττης πρεσβευτής τότε στο Παρίσι το 1836-’37 και έστειλε τις επιστολές αυτές στον κύριο Γεώργιο Δουρούτη. Αυτή η επιστολή του Αλέξη Μαυροκορδάτου, το 1837, πάλι προς τον Δουρούτη. Ο Δουρούτης ήταν Καλαρρυτιώτης έμπορος. Πριν φύγει από Ελλάδα είχε κάνει αγορά στα Γιάννενα πολύ μεγάλη έκταση, την οποία άφησε στη Μητρόπολη και έγινε το Πανεπιστήμιο και το Πανεπιστημιακό νοσοκομείο και πήρε το όνομά του και λέγεται Δουρούτη. Και στο ψηλότερο σημείο είχε χτίσει το μοναστήρι Γεωργίου Δουρούτη που φέρει το όνομά του και λειτουργεί στον χώρο αυτόν. Ήταν το τελευταίο σημείο που μπορούσε να αγναντεύει τα Τζουμέρκα και μετά έφυγε για την Ανκόνα. Στην Ανκόνα που πήγε ο Δουρούτης είχε τρεις γιους. Οι δύο, αφού τελείωσαν τη Νομική, επέστρεψαν στην Αθήνα και έκαναν το Μεταξουργείο. Το 1853 έγινε αυτό. Μετά τα παιδιά του ασχολήθηκαν με τα μεταλλεία. Υπάρχει καταστατικό μεταλλείων [Δ.Α.] το 1869. Το 1970-’72 στο Λαύριο η μεταλλεία αργυρομολύβδου. Εδώ είναι μερικά από τα εργαλεία. Τα είπαμε αυτά.
Τα εργαλεία, ναι. Μερικά από τα εργαλεία–
Των αργυροχρυσοχόων. Το τρυπάνι άνοιγε τρύπες στα αντικείμενα, ασημένια και χρυσά. Τα παντέφια που βάζανε εδώ το καλούπι για να βγει η πατέντα. Η λυδία λίθος που χάραζε το χρυσό επάνω. Έριχναν θειικό οξύ και ανάλογα και με το σβήσιμο έλεγαν 14, 18, 24 καράτια. Μέγγενη, κολλητήρι, φλόγιστρο και ό,τι άλλα. Λίμες χρησιμοποιούσαν… Ό,τι απέμεινε από το εργαστήριο του παππού και του πατέρα μου. Το φλόγιστρο και το φυσερό. Τα καλύμματα των ευαγγελίων που είναι χρυσά και ασημένια.
Ναι.
Εδώ είναι ο αργαλειός. Απαραίτητος, γιατί είχαμε ανεπτυγμένη κτηνοτροφία. Οπότε οι προίκες γινόντανε κάθε καλοκαίρι εδώ πέρα, οργασμός μεγάλος. Οι φλοκάτες, κεντητά και άλλα διάφορα.
Συζητήσαμε και για την–
Το κελάρι εδώ είναι κομμάτι από τη λάρνακα του Αγίου Διονυσίου στη Ζάκυνθο, που φαίνεται η θλίψη των πατέρων. Από κάτω είναι ο Άγιος. Επί δεκατρία ολόκληρα χρόνια για να γίνει η λάρνακα του Αγίου Διονυσίου από το Γεώργιο Διαμαντή Μπάφα. Απ’ το 1810…
’16.
’19.
’16.
’16 μέχρι το ’29. Εδώ είναι το ρολόι αυτό. Δωρήθηκε στον θείο μου Βλαχοδήμο επί Βασιλέως Αλεξάνδρου, γιατί με δύο άλλους Καλαρρυτιώτες χτύπησαν Τούρκο Στρατηγό ονόματι Ταγιάρ. Το άλλο είναι του πατέρα μου. Ο πατέρας μου κάπνιζε τσιμπούκι. Καπνοσάκουλα εδώ πέρα με το πριόβολο πάνω, η σπίθα με το… με την [Δ.Α.]. Κουρευτική μηχανή, βεντούζες για μικρά παιδιά, σφραγιδίζει τα πρόσφορα, οι δίσκοι πάλι τις ονομάζουμε ζωγραφισμένοι, οι γαβάθες με το μαίανδρο. Εκτός από το υπόγειο κάτω απ΄ τη ντουλάπα, υπάρχει ολόκληρο δωμάτιο με θολωτή πέτρινη οροφή που λέγεται [Δ.Α.]. Το κελάρι ήτανε κρύπτη. Σε περίπτωση δηλαδή κυνηγητού μπορούσαν να κρύβονται εκεί. Δεν φαινόταν καθόλου το κομμάτι αυτό. Συνεχίζουμε την αλληλογραφία της οικογένειας Δουρούτη. Η πιο παλιά επιστολή είναι αυτή εδώ πέρα απ’ το 1799. Ήταν ο πεθερός του Δουρούτη, Θοδωρής Παράσχης, ο οποίος είχε φιλοξενήσει αρκετές φορές και τον Αλή Πασά. Και επειδή ο Αλή Πασάς τους γνώριζε καλά τον Δουρούτη και τον πεθερό του, τους έστειλε μετά μπουγιουρντί που σημαίνει διαταγή. Ήθελε να αρραβωνιάσει τη Βαγιοπούλα του με τον πρωτότοκο γιο του Δουρούτη που ήταν 17 χρονών και γράφει: «Δικέ μου Δουρούτη και φαμίλια σου. Ευθύς με τον χαιρετισμό μου, βλέποντας το μπουγιουρντί μου, να πάρεις τη Βαγιοπούλα μου στον υιό στον Ιωάννη να γίνουν τ’ αρραβωνίσματα κατά τον νόμο σας. Απάντηση δεν θα μου δώσεις». Ο Δουρούτης δεν είπε τίποτε. Πήρε τα τρία παιδιά του και έφυγε και, ενώ οι δύο οι άλλοι, αφού τελείωσαν τη Νομική, επέστρεψαν στην Αθήνα και έκαναν το Μεταξουργείο, ο πρωτότοκος δεν επέστρεψε, Ιωάννης, γιατί ίσχυε ο αρραβώνας. Τότε που έγινε το προξενιό, ήταν 16-17 χρονών και το 1828 που ήθελε να παντρευτεί, για τη διάλυση του αρραβώνα έστειλε 100 τάλιρα κολονάτα χρυσά νομίσματα. Και αφού πήρε το ελεύθερο, παντρεύτηκε πάλι κόρη εμπόρου Καλαρρυτιώτισσα, την κυρία Σωσάνη [Δ.Α.] Χριστοδούλου στην Ανκόνα. Εδώ πάλι έχουμε απ’ την οικογένεια τον ναύαρχο Αλέξανδρο Δουρούτη. Το 1912 πήγε στην Αμερική και έφερε το Έλλη, που μας το βύθισαν οι Ιταλοί ανήμερα του Δεκαπενταύγουστου στην Τήνο. Η αλληλογραφία συνεχίζεται εδώ με διάφορα έγγραφα της οικογένειας Δουρούτη εμπορικού περιεχομένου. Είναι του 1844, ’50, ημερομηνίες… ’48 και κάτι παραπάνω. Εκτός από το ιστορικό αρχείο, υπάρχουν εδώ πέρα και διάφορα εργαλεία. Εργαλεία των κτηνοτρόφων, του ξυλουργού, οικιακής χρήσεως, σκεύη οικιακής οικονομίας, υποδήματα τσαγκάρη, γεωργών και λοιπά. Μπορείτε να δείτε μερικά. Εδώ οι γυναίκες μάθαιναν κέντημα στη μηχανή. Είχαν έρθει οι μηχανές Singer τότε. Κεντούσαν και ράβανε στο χέρι. Ναι. Επίσης πήγαιναν μέχρι το ποτάμι, ψαρεύανε με τα δίχτυα και με το πεζόβολο. Απαγορευόταν βέβαια το πεζόβολο αλλά πιάναν ορισμένοι καλή πέστροφα που έχει το ποτάμι καθαρή. Ναι. Εδώ είναι το ξύλινο αλέτρι που όργωναν τα χωράφια. Το είχαμε κάνει αγορά αυτό το κομμάτι. Λίγο ακριβό για την εποχή του, αλλά το θέλαμε. Και εδώ είναι η πλεκτομηχανή της μαμάς μου. Την είχε αγοράσει για χόμπι και δούλεψε είκοσι εννιά γεμάτα χρόνια στα Γιάννενα και στους Καλαρρύτες. Φανέλες, πουλόβερ, ζακέτες, φούστες και λοιπά. Εδώ είναι τα αλωνάρια. Εδώ ξύναν το μαλλί, το γνέθαν οι γιαγιάδες στο χέρι και στο τσικλίκι και κάναν διαφορά στον αργαλειό. Μετά ήταν το σιδερένιο αλέτρι. Η σκάφη εδώ με τους κόπανους. Επειδή τα ρούχα ήταν μάλλινα χτυπούσαν και με τον κόπανο. Τώρα έχουμε τα πλυντήρια που φέρνουν στροφές. Οι λάμπες εδώ πετρελαίου με την ονομασία Pitsos γράφουνε. Εδώ είναι το [Δ.Α.] . Πηγαίναν οι δικοί μας, αχνεύανε και για εξοικονόμηση χώρου γύριζαν τη λαβή. Ναι. Η γάστρα που ψήνανε το ψωμί και τα φαγητά τους. Υπάρχουν επίσης παλιά χρονολογία εδώ πέρα. Σίδερα ταξιδιού και σίδερο σιδερώματος με τα κάρβουνα.
Αυτό πώς λειτουργούσε;
Σίδερο ταξιδιού. Το ζεσταίνανε πάνω και λίγο λίγο. Τότε σιδερώναν το γιακά να φαίνεται, τις μανσέτες και τα μανίκια…
Πού το ζεσταίναν αυτό;
Όταν άναβαν τη φωτιά, το περνούσαν μετά στο ύφασμα για να βγάζει γάλα και αφού ζεσταινόταν καλά το σιδερώνανε. Ετούτο ήταν για εμφιάλωση. Ο ψήστης του καφέ εκεί πέρα, το καβουρδιστήρι και ο μύλος που το αλέθανε. Εδώ τώρα υπάρχουν κουδούνια και λοιπά για διάφορα ζώα, αγελάδες, πρόβατα, γίδια. Και εκεί το μεγάλο, η μεγάλη κουδούνα λέγεται μπιμπίκα. Αυτό εδώ πήγαινε μπροστά και ακολουθούσε όλο το κοπάδι από πίσω. Το ίδιο κάναν οι κτηνοτρόφοι όταν έρχονται την άνοιξη ή το φθινόπωρο για να ταξιδέψουνε.
Μιλήστε μου λίγο και για αυτήν εδώ τη λάμπα.
Η λάμπα αυτή είναι το 1814. Προκύπτει η ημερομηνία αυτή από την επιστολή του Δουρούτη που λέει ότι τα ανίψια του του κλέψανε τέσσερις τέτοιες λάμπες που η κάθε μία άξιζε 5 τάλιρα η καθεμιά. Ήταν μεγάλης αξίας το τάλιρο τότε. Ήταν χρυσό νόμισμα. Εδώ πάλι υπάρχει [01:00:00]μηνιαίο περιοδικό απ’ τα Τζουμέρκα απ’ το 1925 που έχει διάφορες εδώ αγγελίες. Γράφει: «Υποδηματοποιείον Δημητρίου Ζάγκλη. Καλαρρύτες. Φθήνια, ειλικρίνεια, στερεότης. Δοκιμάσατε». Επίσης «Αλευρόμυλοι Ροντογιάννη-Μπακοδημητρίου στα Ιωάννινα». Και ένα άλλο πάλι «Ακτινοθεραπευτήριον Ιατρών Βραχλίδου και Δευτεραίων, εν Ιωαννίνοις. Όσοι Τζουμερκιώτες έχετε ανάγκη από ακτινοθεραπεία, ακτινοσκόπηση και ακτινογράφηση μη ξοδεύεστε και πηγαίνετε στας Αθήνας. Οι ανωτέρω ιατροί εγκατέστησαν τέλειο μηχάνημα ακτίνων». Βάσει του αρχείου αυτού εκδώσαμε το βιβλίο με τον άντρα μου «Η Επανάσταση Καλαρρυτών, οι Φιλέλληνες και η οικογένεια Δουρούτη». Είναι προς πώλησιν και το πουλάμε στον χώρο αυτόν.
Πότε το εκδώσατε;
Το 2011.
Και για να ετοιμαστεί πόσον καιρό σας πήρε;
Δουλέψαμε πολύ για το βιβλίο αυτό. Ήταν το πρώτο που βγάλαμε και ετοιμάσαμε και δεύτερο, αλλά έμεινε στη μέση δυστυχώς. Χάθηκε ο Χρήστος και ίσως το συνεχίσω εγώ αργότερα.
Αυτό ήθελα, τη διευκρίνηση αν θα το συνεχίσετε. Μακάρι.
Και εδώ είναι οι περίφημες κάπες. Είκοσι πέντε χιλιάδες κάπες είχαν κάνει για τον στόλο του Ναπολέοντα του Βοναπάρτη, για τον στρατό του. Περισσότερες ύφαινε το Συρράκο, λιγότερες εμείς, γιατί οι δικοί μας κάναν περισσότερα υφαντά στον αργαλειό για τις προίκες και τα πουλούσαν ορισμένα κομμάτια σε άλλα μέρη με ωραία χρώματα. Αυτή είναι η εργασία μας εδώ, 20 χρόνων. Νομίζω ότι συνεχίζει στα παιδιά μου. Εμείς ό,τι κάναμε μέχρι εδώ το θέλαμε και το κάναμε με μεγάλη όρεξη και μεράκι.
Λοιπόν, αν δεν θέλετε να μου προσθέσετε κάτι άλλο αυτήν την ώρα… αν θέλετε κιόλας, καθίστε, να μη σας έχω άλλο όρθια, έχουμε φτάσει σιγά σιγά και στο τέλος της συνέντευξης. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ και για την ξενάγηση και που με αφήσατε να τα καταγράψω και για το ότι με αφήσατε να βγάλω και φωτογραφίες και θα συνεχίζω να βγάζω τώρα ακόμη κάποια εκθέματα–
Ό,τι θέλεις.
Ωραία. Αν δεν έχετε κάτι άλλο…
Ευχαριστώ και εγώ πολύ για τη συνέντευξη που μου πήρες. Πιστεύω καλή επιτυχία και σταδιοδρομία καλή σε αυτό που κάνεις και καλή τύχη.
Ευχαριστώ πολύ και μακάρι να εκδοθεί και το δεύτερο το βιβλίο.
Θα χαρώ πολύ και εγώ και οι υπόλοιποι να το διαβάσουν.
Χαιρετούμε.
Γεια.