© Copyright Istorima

Istorima Archive

Story Title

Έπινα αλκοόλ, για να μη θυμάμαι ότι με κακοποίησαν

Istorima Code
23722
Story URL
Speaker
Άννα "Pseudonym" (Άννα)
Interview Date
03/01/2023
Researcher
Βασίλειος Σύρρος (Β.Σ.)
Β.Σ.:

Γεια σου.

[00:00:00]

Άννα:

Γεια σου.

Β.Σ.:

Πώς σε λένε;

Άννα:

Άννα.

Β.Σ.:

Εγώ είμαι ο Βασίλης Σύρρος, είναι 4 Ιανουαρίου του 2023. Βρισκόμαστε στα Εξάρχεια και είμαι ερευνητής για το Istorima.

Άννα:

Χάρηκα, Βασίλη.

Β.Σ.:

Πώς είσαι;

Άννα:

Καλά, καλά.

Β.Σ.:

Τι κάνεις στη ζωή σου;

Άννα:

Ωραία. Σπουδάζω υποκριτική, είμαι και μουσικός, είμαι πιανίστρια και αυτή τη στιγμή σπουδάζω, οπότε δεν προλαβαίνω και πάρα πολύ να παίζω μουσική, αλλά, εντάξει, στον ελεύθερο χρόνο μου. Πρωτοχρονιά, ας πούμε, έπαιζα, εδώ μόνη μου, σπίτι μου, στην αλλαγή του χρόνου.

Β.Σ.:

Στο αρμόνιο.

Άννα:

Ναι. Είναι... Δεν είναι αρμόνιο ακριβώς, είναι ηλεκτρικό πιανάκι. Έχει βαρυκεντρισμένα πλήκτρα, είναι αυτό που έχω εδώ. Το πιάνο το έχω στο σπίτι της μητέρας μου. Ναι. Και κάνω μαθήματα πιάνου σε παιδιά. Είμαι δασκάλα, δηλαδή, ας πούμε. Ναι.

Β.Σ.:

Βιοπορίζεσαι από αυτό.

Άννα:

Βιοπορίζομαι φέτος μόνο από αυτό. Γενικότερα, έχω κάνει πάρα πολλές δουλειές. Έχω δουλέψει σερβιτόρα πολλά χρόνια, έχω δουλέψει μπαργούμαν πάρα πολλά χρόνια, λουλουδού, έχω κάνει promotion σε ανταλλακτικά αυτοκινήτων. Έχω κάνει πάρα πολλές δουλειές. Έχω πουλήσει λουκάνικα, το έκανα και πέρσι αυτό, με τρελή αποτυχία. Αυτά, αυτά. Έχω κάνει πολλές δουλειές, ναι.

Β.Σ.:

Από πού είσαι;

Άννα:

Λοιπόν, είμαι... Ο πατέρας μου καταγόταν –γιατί δεν ζει πια, έχει πεθάνει– από το Αγρίνιο, από την Παντάνασσα, έτσι λέγεται το χωριό. Είναι κοντά στη λίμνη Τριχωνίδα και η μητέρα μου είναι από την Εύβοια, Νότια Εύβοια. Έχει καταγωγή από την Κάρυστο.

Β.Σ.:

Η μητέρα σου αυτή τη στιγμή είναι στην Αθήνα.

Άννα:

Η μητέρα μου είναι στην Αθήνα, στα βόρεια προάστια μένει. Είμαστε βορειοπροαστίτες χωρίς λεφτά. Ναι. Ο πατέρας μου έχει πεθάνει... Ήμουνα εγώ 3,5 χρονών, δηλαδή το '99 έφυγε από τη ζωή, και έχω κι έναν αδερφό.

Β.Σ.:

Αλλά δεν μένεις με τη μητέρα σου.

Άννα:

Δεν μένω, έχω φύγει. Έφυγα όταν ήμουνα 18 χρόνων, δηλαδή με το που τελείωσε το σχολείο. Έφυγα, πήγα για λίγο καιρό στην Εύβοια, έμενα, δηλαδή, σε χωριό. Όταν ερχόντουσαν τα παιδιά στην πόλη, για να σπουδάσουν, εγώ πήγα στο χωριό μου και μετά από τότε έφευγα. Δεν ήμουνα ποτέ. Αυτό είναι το πρώτο δικό μου σπίτι, να το πούμε. Αυτό στα Εξάρχεια. Δεν ήθελα ποτέ να μείνω Εξάρχεια, αλλά, εντάξει, τώρα μ' αρέσει. Ναι, δεν μένω με τη μητέρα μου πολλά χρόνια. Είμαι εκτός σπιτιού. Ήτανε, κάπως, δύσκολο να συμβιώνουμε μεταξύ μας και γενικότερα ήμουνα και κάπως πιο ατίθασο παιδί, οπότε δεν με άντεχε και πολύ. Η εφηβεία μου τα έσκασε εκεί, γύρω στα 18-19 όπου έκανα και την πρώτη μου σχέση με άντρα και ήτανε κάπως έτσι –πώς να το πω τώρα;–, δύσκολο να μπω στη διαδικασία να συνεργαστώ με τις απόψεις που είχε η μητέρα μου περί πολλών πραγμάτων. Εγώ ήμουνα με εκείνον... Έμεινα ενάμιση χρόνο, οπότε... Αυτός από την Εύβοια. Όποτε πηγαίναμε εκεί πέρα για δουλειά, μέναμε μαζί. Αυτός εννοείται έκανε χρήση ναρκωτικών, χρήση ουσιών. Ήτανε αλκοολικός, όμως, οπότε είχε ένα μεγάλο θέμα με το αλκοόλ. Οπότε με μύησε κιόλας κάπως σε αυτό. Πίναμε και αυτό σημαίνει ότι δεν είναι πολύ εύκολο να βλέπεις τη μητέρα σου, ενώ έχεις πιει. Είναι κάπως δύσκολο και να επικοινωνήσει, αλλά και να επικοινωνήσεις κι εσύ μαζί της και σίγουρα, όταν δεν είσαι σε καλή κατάσταση, σκέφτεσαι και το ότι ο γονιός σου στεναχωριέται να σε βλέπει έτσι. Οπότε ναι, έφυγα... Έφυγα νωρίς, έφυγα πολύ νωρίς από το σπίτι.

Β.Σ.:

Το αγόρι, που μου αναφέρεις, είναι το αγόρι που λέγαμε πριν ξεκινήσουμε τη συνέντευξη;

Άννα:

Ναι. Αυτός είναι.

Β.Σ.:

Ωραία, θες να του δώσουμε ένα υποθετικό όνομα;

Άννα:

Εγώ λέω να... Τον λένε Βαγγέλη, λοιπόν. Ήτανε πέντε χρόνια μεγαλύτερος μου, οπότε εγώ ήμουνα 18. Ας κάνουμε την πρόσθεση. 19, 20, 21, 22, 23 χρονών ήταν εκείνος. Βασικά, παίζει να ήταν και μεγαλύτερος. 24, μπορεί να ήταν και έξι χρόνια μεγαλύτερός μου. Εγώ τον ερωτεύτηκα παράφορα, από τα 16 μου τον είχα ερωτευτεί. Σεζόν στο χωριό. Τα φτιάξαμε με το που χώρισε μία πολύ μεγάλη σχέση που είχε. Πρώτη φορά που έκανα έρωτα, μετά απευθείας χτύπησε το κουδούνι και ήτανε η πρώην σύντροφος του, λοιπόν, την οποία την χτύπησε πολύ άσχημα, για να φύγει. Ουσιαστικά, την έσπρωξε πάνω σε μία καγκελόπορτα και έσπασε η καγκελόπορτα, είχε τζάμι μπροστά και πήγαν όλα τα γυαλιά πάνω της. Φωνάξαμε ασθενοφόρο. Ήτανε μία πολύ δύσκολη στιγμή και μετά θυμάμαι χαρακτηριστικά τον εαυτό μου πρώτη φορά να έχει την ανάγκη να πιει αλκοόλ, για να συνεχίζει να βρίσκεται σε αυτό το σπίτι, ενώ, ας πούμε, ο σύντροφός μου τότε μου έλεγε... Ο Βαγγέλης μου έλεγε ότι: «Δεν θα σ’ το κάνω ποτέ αυτό. Δεν υπάρχει περίπτωση να συμβεί σε εσένα. Με έφτασε σε αυτό το σημείο. Εκείνη ευθύνεται. Έχω... Γενικότερα, είμαι κυκλοθυμικός. Έχω εξάρσεις θυμού». Οπότε θυμάμαι πραγματικά πρώτη φορά τον εαυτό μου να του ζητάω ποτό και δεν θα το ξεχάσω αυτό, γιατί ήτανε... Γενικότερα, όλα τα παιδιά μπαίνουμε στη διαδικασία να πίνουμε με το που τελειώνει το σχολείο και να περνάμε σε μία φάση ότι: «Θα βγούμε να διασκεδάσουμε, για να πιούμε». Εμένα δεν ξεκίνησε έτσι αυτό, ξεκίνησε... Καθόλου διασκέδαση, Βασίλη. Τύπου: «Φέρε ένα ποτό να πιω, να ηρεμήσω». Κι όμως για αρκετό χρονικό... Για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν με ακούμπησε, δεν υπήρχε, ας πούμε, κανένα θέμα βίας. Ήταν ήδη βέβαια τραυματικό και σοκαριστικό αυτό το οποίο είχα βιώσει εγώ. Να βλέπω μια άλλη γυναίκα να την κουβαλάνε αιμόφυρτη στο νοσοκομείο, να μην μπορώ να πάω εκεί πέρα, για να την δω. Δεν την γνώριζα εν τω μεταξύ καθόλου και να σκέφτομαι ότι: «Ναι, αργά ή γρήγορα, ας πούμε, μπορεί να φτάσω εγώ σε αυτό το σημείο, να είμαι εγώ αυτή». Μία φωνή μέσα μου να θέλει να ακούσει τον Βαγγέλη, ότι: «Δεν υπάρχει περίπτωση να σ’ το κάνω ποτέ αυτό». Μάντεψε τι έγινε. Το έκανε. Οπότε ήτανε πολύ... Ζήλευε πάρα πολύ από την αρχή της σχέσης, χωρίς εγώ να αντιλαμβάνομαι το ότι είναι δικό του θέμα και όχι δικό μου το θέμα. Οπότε μέσα σε ένα χρονικό διάστημα, ας πούμε, έξι μηνών, μέχρι να με ακουμπήσει, μέχρι να με χτυπήσει, υπήρχε πολλή συναισθηματική και ψυχολογική κακοποίηση και αυτό εγώ το έλυνα, πραγματικά το έλυνα τότε, με κατανάλωση αλκοόλ. Μέχρι τότε δεν είχα δοκιμάσει ναρκωτικά στη ζωή μου, δεν ήξερα... Βασικά, ήξερα τι είναι τα ναρκωτικά, γιατί είχαν παιχτεί στην οικογένειά μου πάρα πολύ. Τα ξαδέρφια μου χρήστες ηρωίνης. Εγώ έμπαινα μέσα σε αυτά τα σπίτια, δηλαδή μεγάλωσα με τα ξαδέρφια μου. Ήταν μεγαλύτερα σε ηλικία από εμένα. Σκέψου τώρα ο ξάδερφός μου, που έχει καθαρίσει δεκατρία, νομίζω, χρόνια-δεκατέσσερα από ηρωίνη, είναι 50 χρονών. Οπότε καταλαβαίνεις για τι διαφορά ηλικίας μιλάμε. Εγώ αυτή τη στιγμή είμαι 27 χρονών, να πούμε και την ηλικία μου τώρα. Δηλαδή έχουν περάσει δέκα χρόνια περίπου από τότε. Αλλά δεν είχα αγγίξει ποτέ ναρκωτικές ουσίες, ούτε χόρτο, τίποτα, τίποτα, τίποτα. Μόνο αλκοόλ μέχρι εκείνη τη φάση της ζωής μου. Μέχρι που ξεκίνησε η σωματική κακοποίηση, όπου εκεί πέρα και το αλκοόλ ήτανε σε μεγαλύτερες ποσότητες, γιατί καταπραΰνει πάρα πολύ τον πόνο και τον ψυχικό και τον σωματικό, οπότε δεν θυμάμαι τον εαυτό μου να μην πίνω. Δηλαδή, έπινα καθημερινά από την ηλικία των 18 μέχρι και την ηλικία των 23-24, που έκοψα τα πάντα. Η πιο εξευτελιστική για μένα φάση της ζωής μου με το αλκοόλ... Θα μιλήσω περισσότερο για το αλκοόλ και μετά για τις ναρκωτικές ουσίες, γιατί σημασία έχει το σύμπτωμα της εξάρτησης και όχι σε τι ένταση κάνεις χρήση ή τι είδους χρήση κάνεις, για μένα. Αυτό πιστεύω. Ωραία. Οπότε, ξεκίνησε όλο αυτό με το αλκοόλ και στην πορεία άρχισα να ανακαλύπτω κι άλλους τρόπους, σε συνδυασμό πάντα με το αλκοόλ όλα αυτά, να καταπραΰνω το σώμα μου και την ψυχή μου. Θα τα πάρουμε, λοιπόν, τώρα κάπως από την αρχή. Θα πω κάποια περιστατικά τα οποία, ας πούμε, έχουν στιγματίσει τη ζωή μου με τη χρήση. Η πρώτη φορά, λοιπόν, που άρχισα να συνειδητοποιώ το ότι κάτι δεν πάει καλά με μένα και σε επαφή με το ποτό είναι Πάσχα. Δεν θυμάμαι χρονολογίες, γιατί ξέρουν και οι άνθρωποι που κάνουν χρήση ότι είναι πολύ δύσκολο να βάλεις σε μία σειρά την... Tον χρόνο, το πότε συνέβη όλο αυτό.Ας πούμε, το ότι ήτανε όταν ήμουνα 19-[00:10:00]20 χρονών. Είχα χωρίσει πλέον με τον Βαγγέλη, δούλευα, ήμουνα, μπαρ δούλευα σε ένα μαγαζί στην Εύβοια, ήτανε Πάσχα, Σάββατο, την ημέρα της Ανάστασης, ουσιαστικά. Πηγαίνω στη δουλειά. Το ποτό μου ήταν το ουίσκι, πάντα έπινα ουίσκι. Πρέπει να είχα πιει γύρω στα πέντε με έξι ποτά και φεύγω από τη δουλειά και πάω να συνεχίσω σε ένα μαγαζί. Άλλο μαγαζί όπου πήγαμε, τέλος πάντων, πολύς κόσμος. Ήτανε και ο εργοδότης μου εκεί πέρα, μαζί κατεβήκαμε με το αμάξι. Ανοίγω, λοιπόν, μπουκάλι, Famous, Πέρδικα. Το αγαπημένο μου και το πιο φτηνό. Σας το προτείνω. Μη! Και πραγματικά θεωρώ το ότι, αν θυμάμαι καλά, πρέπει να ήπια σχεδόν όλο το μπουκάλι. Γυρίζω στο σπίτι, δεν θυμάμαι πώς, είχα πραγματικά κενό μνήμης. Θυμάμαι απλά ότι σηκώνομαι το επόμενο πρωί και δεν έβλεπα από το δεξί μου μάτι. Δεν μπορούσα να δω τίποτα και αυτό το οποίο δεν θα ξεχάσω ήταν η αντίδραση μου, που ήταν σα να μη συμβαίνει τίποτα. Πήγα στο ψυγείο, άνοιξα την κατάψυξη, πήρα έναν πάγο, έβαλα πάγο στο μάτι μου. Δεν γνώριζα αν αυτό είναι από το ποτό ή αν είναι επειδή ήρθαμε, πήγαμε με κάποιο γκόμενο στο σπίτι και με κακοποίησε, με χτύπησε ή αν ήρθε ο πρώην και με χτύπησε. Προσπαθούσα να δω στον καθρέφτη, αλλά δεν καταλάβαινα αν είναι πρησμένο το μάτι, απλά δεν έβλεπα και συνειδητοποιώ, λοιπόν, ενώ τότε το σπίτι μου ήταν σε ένα, ήταν ένα αχούρι, ότι έχω πλύνει τα πιάτα, έχω βάλει πιτζάμες, ήταν έξω η σφουγγαρίστρα. Εκείνη τη στιγμή λέω ότι: «Δεν υπάρχει περίπτωση να το έχω κάνει εγώ. Έχει έρθει μητέρα μου ή έφερα κάποιον γκόμενο στο σπίτι και τα έκανε αυτός». Και συνειδητοποιώ, λοιπόν, ότι έχω κλειδώσει κιόλας το σπίτι, την πόρτα. Οπότε τα έχω κάνει όλα εγώ. Σε μία φάση πολύ μεθυσμένη, όπου δεν θυμάμαι τίποτα, τίποτα. Δεν ξέρω αν με έχουν χτυπήσει... Όχι, τα έκανα όλα μόνη μου. Έπρεπε να φύγω για δουλειά και εγώ συνέχιζα να μη βλέπω από το δεξί μου μάτι. Παρ’ όλα αυτά, ντύνομαι κανονικά, ετοιμάζομαι, πηγαίνω στη δουλειά μου και θυμάμαι συγκεκριμένα 18:00 η ώρα το απόγευμα να βάζω ένα ουίσκι στο μαγαζί και να πίνω και σιγά-σιγά το μάτι, η όραση να αρχίζει να επανέρχεται, να αρχίζει να θολώνει. Και να λέω: «Αυτό ήταν το μυστικό. Έπρεπε να πιώ». Γιατί τότε κιόλας στο χωριό... Δεν ξέρω τώρα αν ακούγεται και εκτός από χωριό, αν το λένε και στην Αθήνα: «Ο αλκοολικός, για να συνέλθει την επόμενη μέρα, θέλει πάλι το ποτό του». Οπότε πάλι Famous Πέρδικα και πάλι το ίδιο. Και την επόμενη μέρα, λοιπόν, ήπια ακόμα περισσότερο από την προηγούμενη και εκεί πέρα είπα: «Ώπα. Κάτι συμβαίνει». Κάτι συνέβαινε στο σώμα μου, με το που έβαζα στο σώμα μου την ουσία που χρειαζόμουν, δηλαδή κάτι... Ξυπνούσε ο οργανισμός. Όπως τώρα πίνω τον καφέ μου και σιγά-σιγά... Κάπως έτσι ήταν. Άλλο ένα περιστατικό ήτανε.... Ξυπνάω μια μέρα και δεν μπορούσα να περπατήσω από τον πόνο που είχα στην κοιλιά. Πάλι ήμουνα στην Εύβοια. Εκεί πέρα τρόμαξα πάρα πολύ, γιατί ήτανε πόνος και παίρνω τη μητέρα μου τηλέφωνο και με φέρνει ταξί από την Εύβοια μέχρι και το... Μέχρι και το Αιμιλία Φλέμινγκ, όπου τότε εφημέρευε και μπαίνω μέσα στο νοσοκομείο, μου κάνουν εξετάσεις και μου είπανε ότι έχω πάθει δηλητηρίαση από το αλκοόλ. Και ουσιαστικά από το αλκοόλ εγώ δεν είχα περίοδο, γιατί δεν έτρωγα καλά, είχα χάσει κιλά, έπινα μόνο ποτό, δηλαδή έτρωγα ένα γεύμα την ημέρα σκέψου τότε, Βασίλη. Και μου είχανε πει ότι πρέπει να το κόψω. Είχανε... Δεν είχα περίοδο, δεν υπήρχε, ας πούμε, ο κύκλος ο φυσιολογικός της γυναίκας. Εγώ δεν είχα πάρει πρέφα, δηλαδή ήμουνα σε φάση: «Πέρασε μήνας; Δεν μου ήρθε περίοδος; Εντάξει, έχω πολυκυστικές ωοθήκες». Ξέρεις πώς... Και χρειάστηκε να πάρω ορμόνες τότε, για να μου έρθει περίοδος. Οπότε μιλάμε για μία διατροφική διαταραχή μέσα σε όλα τ’ άλλα, δηλαδή απλά είσαι μέσα σε μία κατάσταση που δεν αντιλαμβάνεσαι, δεν αντιλαμβάνεσαι τι πρέπει να συμβεί. Δεν σε νοιάζει, δεν σε νοιάζει να πιείς, δεν σε νοιάζει να πιείς και την επόμενη μέρα παραπάνω, δεν σε ενδιαφέρει ουσιαστικά. Τώρα, έρχομαι στο σημείο να πω ότι δεν με ενδιέφερε τι θα συμβεί. Αν πέθαινα, αν δεν μου ξαναερχότανε περίοδος, αν έμενα στείρα, δεν με ενδιέφερε. Δεν πέφτει από τον ουρανό όλο αυτό. Η εξάρτηση δεν πέφτει από τον ουρανό, δεν είναι: «Α, ναι. Δοκίμασα αλκοόλ. Πίνω τρεις μέρες, επειδή είναι Χριστούγεννα, θα γίνω αλκοολική ή θα γίνω αλκοολικός ή αλκοολικό». Δεν υπάρχει αυτό. Υπάρχουν από πίσω πολλά πράγματα, που για εμένα ήταν η κακοποίηση, η οποία είχα εισπράξει από την πρώτη μου σχέση. Δεν ξέρω αν θέλεις να επεκταθώ σε αυτό και αν... Ναι, ήτανε... Μια γυναίκα, όταν μπαίνεις στην διαδικασία να... Είναι τρόπος επιβίωσης για τον κάθε άνθρωπο. Το να πίνεις δεν είναι αδυναμία. Είναι ο μόνος τρόπος, για να μπορείς να υπάρχεις, αλλιώς, χωρίς αυτό, δεν υπάρχεις ή μάλλον υπάρχεις, αλλά πονάς, τα δέχεσαι και όλα τα σχετικά. Λοιπόν, κάτσε, γιατί χάνομαι, χάνω τον ειρμό μου. Λοιπόν, η πρώτη φορά που δέχτηκα ξύλο, ήταν ξύλο, ξυλοδαρμός. Έτσι θα το λέω, δεν θα λέω: «Με χτύπησε», γιατί, ξέρεις, το χτύπημα μπορεί να είναι και κάτι απλό. Ήτανε έξι μήνες μετά από τη σχέση μου. Τότε ακόμα ήμουνα στην γλύκα του ποτού, δηλαδή έπινα και ένιωθα μια θεά. Όπου ο Βαγγέλης με πήρε από τα μαλλιά και άρχισε να με κοπανάει στο... Στο αυτοκίνητο μπροστά –πώς λέγεται; παρμπρίζ;–, στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου. Γυρνώντας στο σπίτι, μου λείπανε μαλλιά, μου λείπανε τούφες από μαλλιά και είχα μώλωπες στο πρόσωπο και ήτανε η πρώτη αντίδρασή μου πάλι, γυρνώντας στο σπίτι μου, να πιώ, για να μουδιάσει το σώμα, να το ξεχάσω. Οριακά, αυτά τα πράγματα δεν τα θυμάμαι κιόλας. Τα θυμάμαι σαν γεγονότα. Η […] ήταν εκεί. Μιλάω πάντα σαν τρίτο... Η [...] ήταν εκεί, την χτυπήσανε, το έπαθε, ήπιε, ξύπνησε. Πάμε πάλι στη δουλειά μας. Θυμάμαι το ότι είχα να βγω από το σπίτι γύρω στις είκοσι μέρες, γιατί είχα μώλωπες και γιατί δεν έπρεπε κανένας να το μάθει αυτό. Ήμουνα σε μία κλειστή κοινωνία, ήμουνα στο χωριό από την Αθήνα, όπου κανένας δεν έπρεπε να με κακολογήσει, γιατί απευθείας θα παίρνανε τη μητέρα μου τηλέφωνο. Εγώ δεν είχα μιλήσει στην μητέρα μου, δεν είχα μιλήσει καν στους φίλους μου, δεν είχα μιλήσει σε κανέναν. Φοβόμουν πάρα πολύ να μιλήσω. Ο ίδιος ο Βαγγέλης πολλές φορές μου έλεγε να πιώ, γιατί... Και μου το χαρακτήρισε ότι: «Και εγώ πίνω, για να ξεχάσω», γιατί και ο Βαγγέλης είναι από μία οικογένεια όπου έχει δεχθεί και εκείνος κακοποίηση από τον πατέρα του. Οπότε κάπως με μύησε πραγματικά σε αυτό. Μου είπε ακριβώς τι αισθάνεται όταν πίνει, δηλαδή υπήρχε μία συνεννόηση, συζήτηση περί του θέματος. Εγώ μετά από το χωρισμό με τον Βαγγέλη έκανα ασύστολα σεξ με αλκοόλ, πολλά σεξ δυστυχώς δεν τα θυμάμαι. Ζητώ συγγνώμη σε αυτούς που... Ναι, που έκαναν αυτή την πράξη μαζί μου, γιατί υπήρχαν σίγουρα και σωστοί μέσα σε όλο αυτό, αλλά εγώ δεν το θυμάμαι. Βέβαια, αν είστε και τόσο σωστοί, καλό είναι όταν βλέπετε μία γυναίκα λιώμα, να μην την εκμεταλλεύεται, για να μπείτε... Μέσα σε αυτά τα σεξ, λοιπόν, εγώ μένω έγκυος και εννοείται πάλι επειδή έπινα και όλα τα σχετικά δεν συνειδητοποίησα το ότι δεν έχω περίοδο για ακόμη μία φορά, μέχρι που φτάνω, λοιπόν, δύο μηνών εγκυμοσύνης και το καταλαβαίνω μόνη μου. Δεν κάνω ούτε τεστ ούτε τίποτα και εκεί, Βασίλη, ήταν η πρώτη μου επαφή με το μη αλκοόλ. Κόβω, λοιπόν, και θέλω να πω το ότι σε κέντρα απεξάρτησης βλέπω γυναίκες πολύ λιγότερες από ό,τι οι άντρες. Θεωρώ το ότι οι γυναίκες έχουμε ένα κομμάτι αυτοπροστασίας, το οποίο είναι πολύ ισχυρό, για να μπορείς να κόψεις, γιατί πάντα υπάρχει στο ασυνείδητο η σκέψη, το ότι: «Εγώ κάποια στιγμή θα γίνω μητέρα», είτε κοινωνικά αυτό, είτε και βιολογικά αυτό. Και, επειδή είχα περάσει και πολλές περίεργες φάσεις με τον κύκλο μου, με την περίοδο μου, ήτανε δώρο για εμένα, όταν συνειδητοποίησα το ότι είμαι έγκυος. Ήταν πραγματικά δώρο. Κόβω, λοιπόν, το αλκοόλ και το τσιγάρο για ένα μήνα. Εγώ είχα στο [00:20:00]μυαλό μου... Μου είχαν βαρέσει και οι ορμόνες, δεν ήξερα πού πατάω και πού πηγαίνω και λέω: «Θα το κρατήσω το παιδί, είναι το μόνο πράγμα που με κάνει να αισθάνομαι καλά». Μίλησα στη μητέρα μου για την εγκυμοσύνη, της είπα να επιλέξει εκείνη το τι να κάνω, γιατί πραγματικά ήμουνα σε μία σύγχυση και μου λέει ότι: «Δεν θα επιλέξω ποτέ για το σώμα σου. Άμα θέλεις να κρατήσεις το παιδί, θα κρατήσεις το παιδί. Άμα θες να ρίξεις το παιδί, θα ρίξεις το παιδί. Και να μάθεις να μην επιλέγει ποτέ κανένας για το σώμα σου». Οπότε εκεί πέρα ήρθε μία εξομολόγηση, ενώ ήμουνα έγκυος κι ενώ μιλούσα με τη μητέρα μου, στο ότι: «Μαμά, με έχουν αγγίξει, με έχουν χτυπήσει, με έχουν βιάσει», γιατί δυστυχώς υπήρχε και βιασμός από τον πρώην μου, τον Βαγγέλη. Ενώ είχαμε χωρίσει, μπήκε μέσα στο σπίτι μου, μου έκανε σεξ, ενώ δεν ήθελα και έφυγε. Και μετά πάλι ο φαύλος κύκλος, πίνω, για να ξεχάσω κι αυτό και τώρα τα λέω αυτά... Προφανώς, για πάρα πολλά χρόνια δεν πίστευα επ' ουδενί το ότι αυτό το πράγμα ονομάζεται βιασμός. Έπρεπε να κάνω πολλή ψυχανάλυση και ψυχοθεραπεία, για να συνειδητοποιήσω ότι αυτό το πράγμα είναι βιασμός. Και πλέον έρχομαι δέκα χρόνια μετά περίπου, για να πω το ότι με βίασε αυτός ο άνθρωπος. Μακριά από Βαγγέληδες. Όχι, εντάξει. Ναι και ήρθε, λοιπόν, μία εξομολόγηση στη μαμά, όπου με αυτήν της ατάκα, ότι: «Δεν θα επιλέξω ποτέ για το σώμα σου. Είναι δικό σου και μπορείς να το κάνεις ό,τι θες», εγώ έφτασα στο σημείο εξομολόγησης, να της πω για όλα τα τραύματα, για όλα, για όλα, για όλα. Δεν θέλω να αναλωθώ καθόλου στο πώς με στήριξε η μητέρα μου. Είναι ένα πολύ λεπτό ζήτημα αυτό για τον κάθε άνθρωπο. Για τα δικά της δεδομένα με στήριξε. Έριξα το παιδί. Ήμουνα τρεισήμισι μηνών. Οριακά δεν θα γινότανε η έκτρωση. Κρατούσα το έμβρυο όσο δυνατόν περισσότερο μπορούσα, γιατί ήταν το μόνο πράγμα που με έκανε να αισθάνομαι καλά. Ήτανε μία δύσκολη άμβλωση και δεν θα πω... Δεν ξέρω τι έγινε στο χειρουργείο. Δεν θα πω δύσκολη… Ήμουνα υγιής και όλα πήγανε καλά. Δύσκολη, γιατί μετά από αυτό ήθελα να πιώ και κάπως έτσι έρχεται και η επαφή μου με τα ναρκωτικά. Βγαίνω από το χειρουργείο, πηγαίνω στο σπίτι μου, παθαίνω κρίση πανικού, κρίση... Δεν ήξερα τι είναι κρίση πανικού, απλά ένιωθα ότι από την αναισθησία είχα τρελή υπερένταση, ενώ το σώμα μου ήτανε σε τρελή καταστολή. Οπότε, ενώ εγώ δεν μπορούσα να περπατήσω από την αναισθησία, γιατί έφυγα και νωρίτερα από το νοσοκομείο, από το «Μητέρα», το... Μέσα μου είχα απίστευτο θυμό, έτρεμα, αλλά έξω ήμουνα: «Θέλω να κοιμηθώ» και όλο αυτό δεν μπορούσα να το διαχειριστώ με τίποτα. Τρεις μέρες μετά, λοιπόν, βγαίνω έξω μαζί με την κολλητή μου και εκείνη παίρνει ένα ποτό, εγώ βλέπω το ποτό, λέω: «Να το κάνω τώρα; Να πιω;» και πίνω και παίρνω, λοιπόν... Μαντέψτε τι; Ένα Famous. Και στο πρώτο ποτό παθαίνω κρίση πανικού, δεν ήξερα τι είναι κρίση πανικού. Λιποθυμάω, πέφτω κάτω, έρχεται ασθενοφόρο στο μαγαζί. Ντροπή. Ήμουν και στο Χαλάνδρι, φίλοι, γνωστοί. Και με πάνε απευθείας στο Σισμανόγλειο. Έχω γυρίσει όλα τα νοσοκομεία της Αθήνας. Μπορώ να σου πω, άμα θέλεις μετά. Κρίση πανικού το ορίσανε εκεί πέρα. Ωραία, καλησπέρα σας. Φεύγω δύο-τρεις μήνες μετά για ένα μεγάλο ταξίδι, Ολλανδία και Βέλγιο, μαζί με τις φίλες μου. Ολλανδία, Άμστερνταμ. Χόρτο. Η πρώτη μου επαφή με αυτό, λοιπόν. Πίνω ανελέητα, ξεκινάω με το που πάω, με το που πατάω το πόδι μου στην Ολλανδία, coffee shop, μέσα. Δεν επιτρέπεται το τσιγάρο, κανονικός καπνός εδώ πέρα, μόνο χόρτο. Γίναμε, πολύ ωραία, ξεκινάω. Δεν ήπια αλκοόλ νομίζω σε αυτές τις διακοπές. Να ήπια μια μπύρα; Έπινα τέσσερα με πέντε τσιγάρα την ημέρα; Βρήκα το επόμενο, κάπως έτσι. Λέω: «Είναι εκπληκτικό. Μα πώς δεν το είχα δοκιμάσει τόσο καιρό;». Εκεί πέρα βέβαια το χόρτο επιδρούσε τελείως διαφορετικά στον οργανισμό μου. Σκεφτόμουνα υπερβολικά πολύ και σκεφτόμουνα και πιο περίπλοκα, ενώ με το αλκοόλ υπήρχε διακοπή σκέψης ,με το χόρτο υπήρχε τα μπαντριμπαρίσματα, που λέμε. Μπαντρίμπαρα διαρκώς. Έβλεπα, δηλαδή, τις φίλες μου, τις τότε φίλες μου, γιατί πλέον δεν έχουμε επαφή και τις έβλεπα διαφορετικά. Πάθαινα ψυχωσικά επεισόδια για την ακρίβεια, πλέον μπορώ να το πω. Μίνι ψυχωσικά επεισόδια. Δεν με τρόμαζε αυτό εκείνη τη φάση. Παθαίνω ένα βουλιμικό σοκ στο... Βουλιμικό επεισόδιο στο Άμστερνταμ, όπου... Μετά από χόρτο, πώς τρώνε όλοι άνθρωποι; Για μένα ήταν πολύ τραυματικό, γιατί έχω περάσει και μία εφηβική νευρική ανορεξία και ήτανε κι αυτό που σου είπα με το αλκοόλ, ότι δεν έτρωγα καθόλου και όλα τα σχετικά. Οπότε για μένα ήταν ένα τεράστιο σοκ το ότι τρώω δύο burger double beef, απευθείας μετά μια καρμπονάρα, μετά μια κρέπα και μετά κάτι βαφλάκια, που πουλούσανε στο δρόμο, και πηγαίνοντας στο Airbnb, που νοικιάζαμε λίγο πιο έξω από το Άμστερνταμ, τρώω και m&m's. Μου έχουνε μείνει τα m&m's, το βλέπεις. M&m's. Και όλα αυτά νομίζω σε μία διάρκεια δύο με τριών ωρών; Μιλάμε για υπερβολική δόση τροφής, όπου ξερνάω, τα βγάζω όλα, νόμιζα ότι θα πεθάνω και τα σχετικά και αφού ξέρασα, άναψα άλλον έναν μπάφο μέσα στο Airbnb, όπου άρχισε να βαράει το τέτοιο της φωτιάς, οπότε ήρθε πυροσβεστική, τέλος πάντων. Αυτά είναι μεγάλες ιστορίες, είχανε και λίγο πλάκα. Γυρνώντας, λοιπόν, στην Ελλάδα, γνωρίζω τον Γιώργο. Ο Γιώργος ήτανε... Ήτανε, τον θάψαμε πάλι, δεκαπέντε χρόνια μεγαλύτερος μου, δεκαέξι. Χωρισμένος με ένα παιδί, και πήγα και έμεινα μαζί του. Γενικότερα το έκανα αυτό, πήγαινα κι εμένα στα σπίτια των συντρόφων που επέλεγα. Ο Γιώργος έκανε χρήση κοκαΐνης και αυτό το έκανε σχεδόν δύο φορές την εβδομάδα. Οπότε ήταν η πρώτη, πρώτη επαφή με τον άνθρωπο που έμενα στο ίδιο σπίτι να κάνει χρήση ναρκωτικών, γιατί ο Βαγγέλης έπινε αλκοόλ, έξω μπορεί να έπινε κανένα ναρκωτικό. Πολλές φορές μπορεί να μην τον έβλεπα, ήμουνα και εγώ λιάρδα, δεν. Εκείνη την περίοδο, λοιπόν, που είχε... Είχα καλμάρει λιγάκι την ένταση που έπινα αλκοόλ, ουίσκι... Ήτανε πολύ ξεκάθαρο. Επίσης είχε ένα παιδί, το οποίο ήτανε 3 χρονών, εγώ είχα κάνει έκτρωση. Ήρθε και έδεσε, Βασίλη. Δεν έπινα, λοιπόν, τόσο, γιατί υπήρχε αυτό το παιδί, το οποίο ερχότανε κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο και έμενε μαζί μας στο σπίτι, όπου εγώ εκεί πέρα βέτο. Δεν έπινα από δύο μέρες πριν, τίποτα. «Για το παιδί». Εγώ κοκαΐνη δεν δοκίμασα ποτέ στη ζωή μου και γενικότερα είναι το μόνο ναρκωτικό, το οποίο ακόμα και τώρα, όταν το ακούω, ανάβουνε λαμπάκια. Έπινα μπάφους εκείνη την περίοδο. Φεύγω ένα ταξίδι στην Ιταλία, στην Μπολόνια, όπου δοκιμάζω πρώτη φορά μανιτάρια, δηλαδή έκανα ψυχεδελικό ναρκωτικό, το οποίο ήτανε... Πραγματικά, μου άρεσε πάρα πολύ η διαδικασία αυτή. Φεύγω για Κέρκυρα το καλοκαίρι όπου κάνω LSD. Οπότε υπήρχε, ας πούμε, μία επαφή με τα ψυχεδελικά ναρκωτικά και εκείνη την περίοδο, στη σχέση που είχα με τον Γιώργο, ξεκινάω τα φάρμακα, τα οποία... Πήγα σε ψυχίατρο, λόγω κρίσεων πανικού, και μου έγραψε τα Cipralex. Τα Cipralex είναι αντικαταθλιπτικά για τις ψυχαναγκαστικές διαταραχές και τα σχετικά και μαζί με αυτά, για να καλμάρω τις κρίσεις πανικού μου, μου έδινε και Lexotanil των 3, όπου, αν πάθαινα κρίσεις πανικού, αν το χρειαζόμουνα, δηλαδή, έπρεπε να πάρω ένα Lexotanil, μισό βασικά Lexotanil, για να καλμάρω. Δεν έκανα αυτό, όμως, εγώ, γιατί εγώ βρήκα στην Μπολόνια, σε εκείνο το ταξίδι μου έναν φαρμακοποιό μεγάλος χρήστης, όπου μου έδινε Lexotanil χωρίς συνταγογράφηση. Δεν ξέρω τι καρτέλες ήταν αυτές. Οπότε είχα κάνει συλλογή από ηρεμιστικά και βρήκα το νέο μου παιχνίδι, το οποίο ήτανε Lexotanil μαζί με αλκοόλ. Έπαιρνα και κάνα Xanax πού και πού και, Βασίλη, είχα δοκιμάσει και κάτι οπιούχα, τα οποία δεν ξέρω να σου πω αυτή τη στιγμή τι είναι. Είναι κανονικά φάρμακα, οπιούχα για τον πόνο, που μπορεί να τα παίρνουν οι γιαγιάδες για την μέση τους, για.... Δεν... Πραγματικά, δεν ξέρω τι είναι αυτά. Εγώ έπαιρνα χάπια, έβλεπα χάπια, έπαιρνα χάπια. Και θέλω να πω κάτι γι’ αυτό. Ενώ, ας πούμε, τα Lexotanil των 3, ένας άνθρωπος που θα τα πάρει, για να ηρεμήσει, όντως ηρεμεί και τις περισσότερες φορές κοιμάται, δεν κοιμόμουνα. Είχα φτάσει σε σημείο να κάνω, νομίζω, 12 mg την ημέρα; Να παίρνω 12 mg την ημέρα, ημερησίως; Που σημαίνει ότι... Πού με έβρισκες; Πού με άφηνες; Ήμουνα σε ένα καναπέ, μπορεί να τον έπαιρνα για μισή ώρα, να σηκωνόμουνα, να έπινα, να ξανάπαιρνα Lexotanil δύο ώρες μετά. Ήμουνα σε αυτή την κατάσταση. Μαζί με τα Cipralex όλα αυτά. Ο Γιώργος δεν με [00:30:00]ακούμπησε ποτέ, δεν με κακοποίησε. Με περιόρισε πάρα πολύ... Σωματικά δεν με κακοποίησε. Με περιόρισε πάρα πολύ στο σπίτι μας με αφορμές... Ζήλευε πάρα πολύ, με είχε αποκόψει... «Με είχε αποκόψει». Τέλος πάντων, θυματοποιούμαι. Είχα αποκοπεί από την οικογένεια μου, από τους φίλους μου τελείως. Ήμουνα σε ένα μέρος, σε ένα σπίτι, μια βίλα. Το νοίκιαζε το σπίτι. Οπότε δεν είχα καμία επαφή με κανέναν άνθρωπο εκείνη την περίοδο. Και κάπως, λοιπόν, τελειώνει αυτή η σχέση. Όχι κάπως, εγώ την τελείωσα και αυτή τη σχέση και γνωρίζω τον […]. Καλησπέρα. Κιθαρίστας. Είναι η τελευταία μου σχέση. Είμαστε χώρια ένα χρόνο και τρεις μήνες. Λοιπόν, γνώρισα τον […], γιατί εγώ ήθελα να φτιάξω μία μπάντα και έψαχνα κιθαρίστα. Δεν θα πω πώς τον βρήκα, γιατί εμπλέκονται κι άλλα άτομα μέσα σε αυτό και είναι κάπως λίγο παράνομοι οι τρόποι που συνέβησαν. Θα πω ότι ήξερα το ότι ήταν σε κέντρο απεξάρτησης. Μπίνγκο! Έκανε απεξάρτηση, ήτανε στον ενάμιση χρόνο καθαρός. Γνωριζόμαστε, για να συνεργαστούμε στο μουσικό κομμάτι, και ήξερα από την αρχή ότι είναι από μία δομή, από το ΚΕΘΕΑ. Εγώ τότε είχα ηρεμήσει πάρα πολύ και με το αλκοόλ και με τα ναρκωτικά. Είχα αρχίσει να γίνομαι πιο περιστασιακή, με πάρα πολύ ζόρι. Το έχω περάσει λες και απλά το αποφάσισα, ήτανε πολύ ζόρι όλο αυτό. Μιλάμε για πολλές κρίσεις πανικού, μιλάμε για ψυχολόγους, για, για, για... Απλά, θέλω να πω πώς ήρθα σε επαφή με το κομμάτι της απεξάρτησης, της ουσιαστικής απεξάρτησης και όχι πας σε έναν ψυχολόγο, λες τα προβλήματα σου και μετά γυρνάς στο σπίτι και συνεχίζεις και πίνεις. Ο […] ήταν ενάμιση χρόνο καθαρός, έκανε χρήση ναρκωτικών ουσιών. Απ’ όσο γνωρίζω το μόνο που δεν έκανε ήτανε χρήση ηρωίνης. Ερωτευόμαστε παράφορα και ξεκινάμε μία σχέση. Εγώ τότε θα πήγαινα στην Ανάφη μαζί με την τότε κολλητή μου, την καλύτερη μου φίλη και τον αδερφό μου. Εννοείται πως έχει μία ροπή προς το αλκοόλ, πίνει και αλκοόλ. Και έρχομαι σε επαφή, λοιπόν, με το «ΚΕΘΕΑ Διάβαση», όπου πήγα, για να υποστηρίξω τον τότε σύντροφό μου. Μέσα στη διαδικασία της θεραπείας μου εκεί, όπου εντάχτηκα απευθείας σε θεραπευτική ομάδα στο πρόγραμμα οικογενειακής υποστήριξης, αρχίζω να σκάβω, να σκάβω, να σκάβω μαζί με την ψυχολόγο μου και μου είπανε ότι... Άκουσα πρώτη φορά τη λέξη αλκοολισμός. Το σώμα μου μού έλεγε ότι κάτι δεν πάει καλά και είχα ενημερώσει και τη μητέρα μου, της είχα πει, δηλαδή, ότι: «Μαμά, θέλω βοήθεια. Δεν μπορώ να το κόψω. Δεν μπορώ να σταματήσω να πίνω». Υπάρχουνε διάφορες φάσεις μέσα σε αυτό, το: «Δεν μπορώ να σταματήσω να πίνω». Υπάρχει φάση ότι σταματάω να πίνω για μία βδομάδα και υπάρχει και η φάση ότι δεν μπορώ να σταματήσω να πίνω μέσα στην ημέρα μου. Πίνω όλη την ημέρα, από το πρωί, που ξυπνάω, μέχρι το βράδυ, που κοιμάμαι. Εγώ θυμάμαι τότε που έδινα πτυχίο πιάνου, ότι σηκώθηκα το πρωί και είχα βάλει ένα ουίσκι να και πήγα και έδωσα... Πτυχίο αρμονίας, μπερδεύτηκα. Και, πήγα και έδωσα το πτυχίο αρμονίας μου. Δηλαδή ήτανε πλέον η φάση ότι υπήρχανε μέρες που ξυπνάς και αντί για καφέ κάνεις αυτό. Εννοείται πως δεν μπορείς να κοιμηθείς, αν δεν υπάρχει έστω ένα ποτήρι, ένα ποτήρι, να πιείς ένα ποτήρι ή αν δεν υπάρχει ένα ηρεμιστικό, αν δεν υπάρχει κάτι άλλο, ένας μπάφος, κάτι. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ και πάω στο κέντρο, στο πρόγραμμα, στο ΚΕΘΕΑ, κάνω το πρώτο μου ραντεβού και πάλι θα πω για τις γυναίκες και το κομμάτι της προστασίας. Και, πάλι ασυνείδητα, το ότι κάποια στιγμή γινόμαστε μάνες, ότι όταν αφορά έναν άλλον άνθρωπο... Εγώ ήμουνα σε φάση τότε θυμάμαι: «Ο […] κάνει απεξάρτηση, είναι πολύ σημαντικό αυτό που κάνει. Θα κόψω, δεν θα έχω επαφή με όλο αυτό, για να στηρίξω τον άλλον». Δηλαδή έβρισκα δύναμη, αντλούσα δύναμη από το πρόβλημα που είχε ο άλλος και όχι... Όχι εγώ. Πήγα διακοπές εκείνο το καλοκαίρι στην Ανάφη, φορτωμένη με γραμμάρια χόρτου και δεν έκανα καθόλου. Δεν ήπια καθόλου, δεν ήπια αλκοόλ καθόλου. Όχι για να προστατέψω εμένα, για να προστατέψω τον […], ο οποίος δεν είχε έρθει διακοπές μαζί μου. Απλά ήθελα να ήμουνα πιστή σε αυτό και μου θύμισε πάλι τη διαδικασία της εγκυμοσύνης ότι: «Δεν πίνω, γιατί είμαι έγκυος αυτή τη στιγμή», οπότε και εγώ τότε δεν έπινα, γιατί είχα επιλέξει έναν άνθρωπο, που είχε... Που ήταν σε μία διαδικασία, πολύ δυνατή η διαδικασία, πολύ σημαντική για τον εαυτό του. Και, κάπως έτσι άρχισε να ξεσκάβεται λιγάκι το κομμάτι της χρήσης μου μαζί με την ψυχολόγο μου και μαζί με τη θεραπευτική μου ομάδα, όπου άρχισαν να μου λένε ότι: «Για να συνεχίσεις να βρίσκεσαι εδώ πέρα πρέπει να σταματήσεις να πίνεις» και ήταν η πρώτη φορά που όλο αυτό μπήκε σε μία διαδικασία, όπου και ήταν η πρώτη φορά που είπα το ότι: «Κουράστηκα. Θέλω να σταματήσω να πίνω». Οπότε μαζί με τη διαδικασία της απεξάρτησης του [...] συνέβη και η δική μου απεξάρτηση, η οποία ήτανε πολύ δύσκολη διαδικασία, γιατί είναι αυτό που σου είπα πριν. Μπορείς να κόψεις και για δύο βδομάδες και για ένα μήνα και για δύο μήνες, αλλά πάντα γυρνάς εκεί. Τότε, ήξερα ότι αν γυρίσω εκεί, δεν θα έχω τη θεραπευτική μου ομάδα και δεν θα έχω τους ανθρώπους που με κάνουν αισθάνομαι καλά. Κόβω από τους πάντες, παρέες, όλα, τα πάντα. Ξεκινάω και ψυχανάλυση, οπότε... Τότε, θυμάμαι ζούσα μόνο για τις ψυχοθεραπείες μου, δηλαδή κοιμόμουνα όλη την ημέρα και σηκωνόμουνα, για να πάω ψυχανάλυση, γυρνούσα από την ψυχανάλυση, κοιμόμουνα, σηκωνόμουν, για να πάω στο ΚΕΘΕΑ, γυρνούσα από το ΚΕΘΕΑ, κοιμόμουνα, ξανά ΚΕΘΕΑ, γινότανε αυτό. Πέρασα μία βαριά κατάθλιψη εκείνη την περίοδο και αυτό το οποίο μου αναγνωρίζω αυτή τη στιγμή και θεωρώ το ότι είναι ένας τρόπος αντιμετώπισης της εξάρτησης είναι η στεγνή θεραπεία. Και τι εννοούμε όταν λέμε στεγνή θεραπεία; Γιατί ο κόσμος μπορεί να μην το γνωρίζει ότι το ΚΕΘΕΑ είναι ένα στεγνό θεραπευτικό πρόγραμμα, το οποίο σημαίνει ότι δεν έχει χρειάζεσαι υποκατάστατα, για να σταματήσεις να πίνεις. Τα υποκατάστατα μπορεί να είναι και φαρμακευτική αγωγή, ψυχιατρική. Δηλαδή αντικαταθλιπτικά και τα σχετικά. Δίνονται σε πολλές μέσω από του «ΚΕΘΕΑ Εξέλιξης», το οποίο είναι και εδώ, στα Εξάρχεια, όπου εντάξει, όταν ένας χρήστης ναρκωτικών σταματάει και μάλιστα απότομα, έχει και πάρα πολλά στερητικά, έχει, έχει, έχει. Εγώ δεν το χρειάστηκα αυτό, δεν χρειάστηκα φαρμακευτική αγωγή, δεν ξαναπήρα Cipralex, δηλαδή, ούτε κάποιο άλλο αντικαταθλιπτικό. Ήτανε πολύ δύσκολο, γιατί δεν μπορούσα να ξυπνήσω, δεν μπορούσα να κοιμηθώ, αλλά ταυτόχρονα κοιμόμουν και όλη την ημέρα. Ήμουνα όλη την ημέρα σε ένα κρεβάτι και αυτό κράτησε γύρω στον ένα χρόνο, όπου μου σκάει το αυτοάνοσο που έχω, το οποίο είναι αγκυλοποιητική σπονδυλοαρθρίτιδα. Εκεί πέρα μου έσκασε και το αυτοάνοσο. Πονούσα πάρα πολύ, έτρεχα στα νοσοκομεία και τα λοιπά, και τα λοιπά, και τα λοιπά. Και σιγά-σιγά μέσω της θεραπείας και μέσω της συγκεκριμένης θεραπείας και μέσω ανθρώπων που γνώρισα και μέσα στο ΚΕΘΕΑ, άρχισα πάλι να πατάω στα πόδια μου. Αυτό, η θεραπεία μου διήρκεσε τρεισήμισι χρόνια, αποφοίτησα πέρυσι τέτοια εποχή, νομίζω. Πήγε πάρα πολύ καλά, ήταν μία πολύ ωραία διαδικασία. Οπότε ναι, θα πούμε το ότι είμαι καθαρή τρεισήμισι χρόνια, τέσσερα χρόνια. Πλέον, δεν έχω ξαναπιεί ουίσκι. Η Famous κάπου πτώχευσε, να ξέρεις. Θα πιώ αλκοόλ, το οποίο είναι πολύ λίγο. Αυτό είναι από την Πρωτοχρονιά, ας πούμε, εδώ πέρα, δεν το έχω μαζέψει. Είναι λίγο κονιάκ και βλέπεις δεν το ‘χω τελειώσει κιόλας. Αυτό δεν το έπινα εγώ, το κρασάκι. Λοιπόν, στο σπίτι δεν συνηθίζω να έχω αλκοόλ ποτέ, είναι η πρώτη φορά. Δηλαδή, έρχεσαι και είσαι εδώ και βλέπεις ένα μπουκάλι ημίγλυκο οίνο από το «Μπυράδικο». Μου το έφερε μία φίλη, που ήρθε εδώ πέρα Πρωτοχρονιά, και τσουγκρίζαμε για το καλό. Για το καλό τσουγκρίζω, πραγματικά για το καλό. Και τότε για το καλό τσούγκριζα. Είναι ένας τρόπος επιβίωσης, λοιπόν, χωρίς αυτό δεν μπορεί να... Να ξυπνήσεις, δεν μπορείς να συνεχίσεις και οι άνθρωποι οι οποίοι πίνουνε είναι πραγματικά πολύ ευφυέστατοι, γιατί έχουνε βρει έναν πολύ λειτουργικό τρόπο, για να συνεχίσουν να ζουν. Αυτό... Αυτά από εμένα, έτσι, εν ολίγοις.

Β.Σ.:

Θες να τα πιάσουμε λίγο από την [00:40:00]αρχή;

Άννα:

Ναι, αμέ.

Β.Σ.:

Μου είπες ότι στην εφηβεία σου είχες κάποια θέματα με νευρική ανορεξία. Τι θέματα;

Άννα:

«Τι θέματα;» Εγώ ήμουνα πάντα ένα αδύνατο παιδί και πάντα... Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου είχα άρνηση στο να φάω. Ήτανε πολύ δύσκολο το να φάω, με μπουκώνανε, για να φάω, για να καταπιώ. Η μαμά μου δεν αγχωνόταν πάρα πολύ με αυτό, η αλήθεια είναι. Αγχωνόντουσαν συγγενείς και φίλοι, η θεία μου, ας πούμε, από το Αγρίνιο. Είχα χάσει αρκετά κιλά. Η μητέρα μου δούλευε πάρα πολλές ώρες, δηλαδή έφευγε το πρωί πριν πάμε εμείς σχολείο, εγώ τότε Γυμνάσιο, πηγαίναμε εμείς στο σχολείο και η μητέρα μου γυρνούσε, γιατί είχε κλείσει η εταιρεία, η οποία δούλευε, στην Μεταμόρφωση, που ήταν πολύ κοντά στο σπίτι, και δουλεύω στη Χαλκίδα και γυρνούσε στις 19:00 με 20:00 η ώρα το απόγευμα, όπου πραγματικά έφτιαχνε ένα φαγητό να φάει και έπεφτε για ύπνο, γιατί έπρεπε να ξυπνήσει πάλι 05:30 το πρωί και ούτω καθεξής. Μέσα σε αυτό δεν υπήρχε κανένας έλεγχος στο τι τρώμε. Υπήρχε φαγητό, πολλές φορές υπήρχε, γιατί... Η μαμά μου γενικότερα είναι ένας αυστηρός άνθρωπος, όπου προσπάθησε με έναν πολύ άτσαλο τρόπο να βάλει όρια, οπότε έλεγε: «Θα μαγειρέψετε και θα φάτε». Του τύπου μακαρόνια, από δω, από εκεί. Πάντα μας είχε πράγματα, για να μαγειρέψουμε, αλλά από μικρή έμπαινα στη διαδικασία να μαγειρεύω και μου αρέσει πάρα πολύ να μαγειρεύω ακόμα και τώρα. Ξέρεις ότι σε λίγο θα μαγειρέψω για μια φίλη μου που θα έρθει. Τρελαίνομαι για το μαγείρεμα, είναι η μόνη διαδικασία που με ηρεμεί πραγματικά. Αν δεν πετύχω σαν ηθοποιός, σαν μουσικός, θα γίνω μάγειρας. Θα γίνω μαγείρισσα. Οπότε, λοιπόν, δεν υπήρχε κανένας έλεγχος στο αν εγώ τρώω ή αν ο αδερφός μου τρώει. Ο αδερφός μου, δύο χρόνια μικρότερος. Πάντα έφτιαχνα φαγητό και πάντα δεν το έτρωγα, το έτρωγε ο αδερφός μου. Φρόντιζα τον αδερφό μου, να φάει, να, να, να. Αλλά δεν φρόντιζα εμένα, αν θα φάω, αν, αν, αν. Σαν παιδάκι όλο αυτό... Δεν μπορείς να πεις: «Έχω κάποιο θέμα διατροφικής διαταραχής». Είναι απλά: «Δεν πεινάω, δεν θέλω να φάω. Με αηδιάζει αυτό που τρώω». Δεν έβλεπα τον εαυτό μου στον καθρέφτη και έλεγα: «Πάχυνες». Δεν το... Δεν το έκανα αυτό. Δεν θυμάμαι αυτό, καθόλου. Έβλεπα, όμως, τον εαυτό μου στον καθρέφτη και έλεγα: «Δεν αξίζεις, δεν... Είσαι άσχημη». Είναι άλλα πράγματα που έλεγα, όχι: «Είσαι χοντρή». Δεν υπήρχε αυτό που βλέπεις, ας πούμε, σε κάποιες... Που βλέπει, τέλος πάντων, μία γυναίκα τον εαυτό της στον καθρέφτη και είναι σκιάχτρο και βλέπει το ότι είναι χοντρή, εγώ δεν το έπαθα αυτό. Το παθαίνω τώρα σε κάποιες φάσεις της ζωής μου, μέχρι και σήμερα, αλλά τότε όταν ήτανε το οξύ το θέμα, δεν το είχα πάθει, που σημαίνει το ότι δεν τρεφόμουνα σωστά και όταν λέμε σωστά, όπως υπάρχει η σωστή τροφή για την ανάπτυξη ενός παιδιού στην εφηβεία. Όταν μου είχε έρθει περίοδος εμένα... Είχα κρύψει τ’ ότι έχω περίοδο, δεν είχα πει στην μητέρα μου: «Μαμά!», ξέρεις, πώς κάνουν όλα τα κοριτσάκια; «Μου ήρθε περίοδος. Τι καλά. Έχω περίοδο, έγινα γυναίκα». Ντρεπόμουνα πάρα πολύ για την περίοδό μου. Της έλεγα κάτι ψέματα ότι κρατάει δύο μέρες, ενώ μπορεί να κρατούσε εφτά, έκρυβα τις σερβιέτες μου. Έκανε κάτι περίεργα πράγματα, τα οποία ήταν πολύ ενοχικά. Μου σταματούσε η περίοδος, δεν μου ερχότανε ποτέ σταθερά. Θέλω να σου πω και είμαι πολύ περήφανη για τον εαυτό μου ότι τα τελευταία δύο χρόνια η περίοδος μου είναι σταθερή, δηλαδή μου έρχεται... Όταν λέμε: «Μου έρχεται σταθερά», την μέρα που περιμένω, μου έρχεται περίοδος και απλά σκάω ένα πλατύ χαμόγελο, γιατί από τότε που ξεκίνησε η έμμηνος ρήση μου, ναι, ρήση, ρήσις, δεν ξέρω πώς να το... Δεν ήταν ποτέ σταθερή. Λοιπόν, άρχισα να χάνω κιλά και τι έκανα η έξυπνη, για να μην το καταλάβει κανένας ότι έχανα κιλά; Έβαζα πέντε κολάν και από πάνω τζιν, για να φαίνεται το ότι έχω μπουτάκι, για να φαίνεται ότι είμαι υγιής. Εγώ τότε αυτό δεν το έκανα για... Τώρα σ’ το λέω, ότι το έκανα για να φαίνομαι υγιής, τότε έλεγα το ότι: «Μα όλες κοπέλες έχουνε πια πιασίματα και εγώ είμαι σαν σκιάχτρο. Πρέπει να φαίνεται ότι είμαι πιο γυναίκα», γιατί δεν είχα ούτε στήθος, δεν είχα καθόλου κοιλιά, δεν είχα καθόλου περιφέρεια, δεν είχα τίποτα. Ήμουνα... Πραγματικά, Βασίλη, καμία σχέση όπως με βλέπεις τώρα. Ένα σκιάχτρο, όλοι μου λέγανε: «Είσαι άρρωστη, παιδάκι μου; Φάει λίγο. Τι είναι αυτό το πράγμα». Δεν μπορούσα να το ακούω άλλο αυτό. Οπότε έκανα αυτό. Δεν μπορώ να σου περιγράψω πόσο επίπονο ήτανε για το σώμα μου να φοράς τέσσερα-πέντε κολάν και από πάνω τζιν και αυτό να το βγάζεις μόνο την ώρα που κοιμάσαι. Να το φοράς από την ώρα που ξυπνάς, ψυχαναγκαστικά. Σαν παιδάκι 14-15 χρονών, σηκωνόμουνα και έβαζα... Ήταν το πρώτο πράγμα που έκανα, πριν πλυθώ, πριν φάω, πριν το οτιδήποτε. Έβαζα απευθείας τα κολάν, για να μπορώ να αντιμετωπίσω τον κόσμο, για να μη μου πει: «Είσαι σαν φτιαχτό, φάε». Δεν ξέρω γω τι. Όταν έβγαζα το βράδυ τα κολάν, είχα σημάδια στα πόδια μου, πάθαινα εγκαύματα στα πόδια από την τριβή. Καλοκαίρι. Καλοκαίρι εγώ δεν είχα βάλει ποτέ σορτσάκι σε εκείνη την ηλικία, ντρεπόμουνα πάρα πολύ για το σώμα μου, πάρα, μα πάρα πολύ. Αλλά είναι το αντίστροφο: Όχι επειδή ήμουνα παχιά, επειδή ο κόσμος με θεωρούσε πάρα πολύ αδύνατη. Εγώ δεν έβλεπα το ότι ήμουνα πάρα πολύ αδύνατη, δεν έβλεπα ότι ήμουνα και παχιά. Δεν έβλεπα πρόβλημα, να σ’ το πω πολύ απλά. Είχα φτάσει, λοιπόν, στο σημείο θυμάμαι ένα καλοκαίρι... Δεν θυμάμαι πόσων χρονών είμαι... Ήμουν τότε, που έτρωγα ένα γιαούρτι, ένα καρότο ή ένα αγγουράκι, αναλόγως και τη φάση. Αυτό; Σε σημείο που σταμάτησε η περίοδος μου, εγώ εκεί... Υπήρχε πάντα μία εσωτερική ταραχή, όταν σταματούσε η περίοδος και έλεγα: «Ωχ, τι θα κάνω τώρα; Δεν έχω περίοδο. Έχουν περάσει τρεις μήνες και δεν μου έχει έρθει περίοδος. Τι θα κάνω τώρα;». Οπότε εκεί πέρα έτρωγα λίγο και μετά, όταν μου ερχότανε και ανακουφιζόμουν, έλεγα: «Ωραία, πάμε πάλι». Και πάμε πάλι λίγο φαγητό. Ταυτίζομαι πάρα πολύ με τις γυναίκες που μπορεί να δω... Ή, ας πούμε, με κάτι σποτ, που βγάζουν και στο ίντερνετ για τις διατροφικές διαταραχές, που κόβουνε το φαγητό σε εκατό χιλιάδες κομματάκια και παίρνουν το πιρούνι και τρώνε οριακά ψυχαναγκαστικά και φτιάχνουν σχηματάκια με τα κομματάκια που έχουν. Αυτό το κάνω, πολλές φορές πιάνω τον εαυτό μου να το κάνει μέχρι και σήμερα. Θα φάω, θα φάω, τρώω αρκετά, αλλά είναι αυτό το εκατό χιλιάδες κομματάκια, λοιπόν. Αυτή ήτανε η επαφή με την ανορεξία. Η ψυχανάλυση που έκανα... Ήτανε... Η ψυχαναλύτρια είναι ειδική για αυτό, ήταν ειδική για τις διατροφικές διαταραχές. Εννοείται πως δεν το ήξερα, απλά κάπως μου το είπε μετά. Είναι και σε μία δομή, τέλος πάντων, για διατροφικές διαταραχές και τα σχετικά. Μου την είχε προτείνει η τότε κολλητή μου, ψυχολόγος η κολλητή μου, η τότε, η οποία είχε περάσει κι αυτή διατροφική διαταραχή στην εφηβεία της. Αυτηνής το γνώριζαν οι γονείς της. Ας πούμε η μητέρα μου μέχρι και σήμερα δεν γνωρίζει, δεν μπορεί να σου πει: «Το παιδί μου έχει περάσει νευρική ανορεξία» και, ας πούμε, πλέον ακούω και κάτι ατάκες... Να σου πω ένα παράδειγμα. Τις προάλλες πηγαίνω στο σπίτι της μητέρας μου και είχε φτιάξει κάτι από αυτά τα «Μιμικός», τα μπιφτέκια, και τρώω ένα μαζί με σαλάτα. Και τέλος πάντων, αφού το τρώω, μετά με έπιασε μία λιγούρα και ήθελα να φάω κι άλλο ένα και το τρώω. Έλα ντε που ήταν του αδερφού μου αυτό το μπιφτέκι και τσακώνομαι με τον αδερφό μου: «Γιατί μου έφαγες το μπιφτέκι;» και γυρνάει και μου λέει η μητέρα μου: «Μα δεν χόρτασες; Ήταν ανάγκη να φας και το δεύτερο; Δεν μπορούσες να φας λίγη σαλάτα;», που σημαίνει ότι έχω απέναντι μου έναν άνθρωπο που δεν έχει ιδέα ότι αυτό το: «Δεν χόρτασες» είναι ό,τι χειρότερο μπορείς να πεις σε έναν άνθρωπο που... Εγώ κατευθείαν ενοχές και λέω: «Όχι, δεν χόρτασες, θα συνεχίσεις να τρως». Και κάπως έτσι συνέβησαν όλα αυτά τα σχετικά. Αυτή ήτανε η... Να σ’ τα πω λιγάκι πιο λεπτομερώς. Μέσα στην διαδικασία της ψυχανάλυσης συνειδητοποίησα, λοιπόν, ότι είχα μία διατροφική διαταραχή, η οποία δεν είναι ίωση και φεύγει, σε ακολουθεί και συνεχίζει να με ακολουθεί. Είμαι καλά, είμαι υγιής. Με βλέπεις. Παθαίνω κάποιες φορές κάποια επεισοδιάκια μικρά ή, ας πούμε, μία υπερανάλυση περί του φαγητού. «Τι θα φάω τώρα; Να φάω τώρα; Ωχ, εχθές έφαγα αυτό. Πρέπει να κάνω ίσως λίγο γυμναστική σήμερα». Αλλά το αντιμετωπίζω ότι: «Δεν πειράζει. Συνέχισε να κάνεις αυτό που κάνεις. Είμαι σε μια πολύ καλή κατάσταση». Αυτό.

Β.Σ.:

Θα ήθελες να μου περιγράψεις το περιστατικό που ο Βαγγέλης την πρώτη φορά, που κάνατε σεξ, χτύπησε την κοπέλα του;

Άννα:

Ναι, θέλω να το περιγράψω. Λοιπόν, εγώ με τον Βαγγέλη φιληθήκαμε πρώτη φορά... Εγώ είχα τον Ιούλιο του 2013... Δεν είχα κλείσει ακόμα τα 18, περίμενε να ενηλικιωθώ. Τι τζέντλεμαν! Ήμασταν στην Εύβοια, κάναμε σεζόν και οι δύο, δουλεύαμε και όταν θα τελείωνε η σεζόν, μου είχε πει να βγούμε ένα ραντεβού στην Αθήνα. Βγήκαμε, λοιπόν, στο Μικρολίμανο. Πρόσεξε με τώρα, είναι φοβερό αυτό που θα σου δείξω. Αυτή η τσάντα είναι η τσάντα που κρατούσα εκείνη την ημέρα και μέσα σε αυτή την τσάντα, σε αυτό εδώ πέρα, είναι το ταβερνάκι που είχαμε πάει με τον [00:50:00]Βαγγέλη και είχα πάρει μία κάρτα, είναι η «Παράγκα», λοιπόν, στο Μικρολίμανο και είναι πολύ συγκινητικό αυτό και εγώ συγκινούμαι, γιατί δεν το έχω βγάλει αυτό το καρτελάκι από τότε. Όχι γιατί είμαι κολλημένη με τον Βαγγέλη ή έχω κάποια αγάπη προς αυτόν, ούτε κανένα σύνδρομο Στοκχόλμης πλέον. Απλά, μου υπενθυμίζει την πρώτη μέρα που έκανα έρωτα και την πρώτη μέρα που απευθείας όλο αυτό κατέρρευσε μέσα μου για το τι είναι έρωτας. Ήμουνα, λοιπόν, στην ακτή Κουμουνδούρου 34, στο Μικρολίμανο, μπορώ να σας δώσω και τηλέφωνο, στην «Παράγκα», και βγήκαμε ραντεβού με τον Βαγγέλη. Είναι ένα ταβερνάκι πάνω στη θάλασσα, φάγαμε καλαμαράκια, πατάτες τηγανιτές, σαλάτα, τζατζικάκι, ήπιαμε κρασί, εννοείται ήπιαμε, και αυτό ήτανε μεσημέρι. Φεύγουμε από εκεί πέρα και μου λέει: «Θέλεις να πάμε για ένα ποτό;», «Εννοείται», του λέω και πηγαίνουμε κάπου εκεί, στο Μικρολίμανο, σε ένα μπαρ και πίνουμε κι ένα ποτό και γυρνάμε σιγά-σιγά προς το σπίτι του, το οποίο ήταν στη Νέα Ιωνία. Μπαίνουμε στο σπίτι μέσα... Απέναντι από το σπίτι του Βαγγέλη είχανε κάτι πιτσιρίκια πάρτι, πρέπει να ήτανε λυκειόπαιδα. Οπότε έπαιζε, δεν θυμάμαι τότε, νομίζω Χρύσπα; Έπαιζε τέτοιου είδους μουσική και ήτανε ξέφρενα τα πιτσιρίκια. Φωνάζανε στους δρόμους, ήτανε τρελό, το οποίο με έκανε να αισθάνομαι πάρα πολύ ωραία, γιατί ήμουνα με το αγόρι μου και απέναντι υπήρχε πάρτι και μου είχε ανάψει και κεράκια και όλα αυτά τα σχετικά και καθόμασταν και συνεχίζαμε να πίνουμε. Άνοιξε ένα κρασί και πίναμε. Άρχισε να με φιλάει, λοιπόν, και του είπα το ότι: «Περίμενα δύο χρόνια να... Να έρθει αυτή η στιγμή». Εγώ περίμενα τον πρίγκιπα, Βασίλη, και ήρθε ο πρίγκιπας και κάναμε έρωτα. Με το που τελειώνει ο Βαγγέλης –εγώ δεν ήξερα τι σημαίνει αυτό. Καλά, οριακά και τώρα πολλές φορές δεν ξέρω τι σημαίνει το να έρχεσαι σε συναναστροφή με έναν άλλον άνθρωπο και να λες: «Αχ, τι ωραία. Θα τελειώσω»–, χτυπάει το κουδούνι. Λοιπόν, σκέψου τώρα μία διπλοκατοικία, ας πούμε, διώροφη, στο ισόγειο έμενε η γιαγιά του, η οποία έλειπε, ήταν στο χωριό, και πάνω στο σπίτι, όπου ξεπαρθενεύτηκα, έμενε ο Βαγγέλης με τη μητέρα του, τον πατριό του και τον μικρό του αδερφό. Αυτοί λείπανε όλοι προφανώς, δεν το έκανα σε θέα. Λείπανε όλοι και ήταν στο χωριό, στην Εύβοια. Οπότε, ήμασταν εγώ κι ο Βαγγέλης. Κατεβαίνεις κάτι σκάλες και από τις σκάλες από πάνω, βλέπεις την εξώπορτα, την καγκελόπορτα του σπιτιού, που έχει και το τζάμι μπροστά. Και χτύπαγαν το κουδούνι πολύ επίμονα και λέμε: «Τα πιτσιρίκια είναι, που έχουν πάρτι, και μας κάνουν πλάκα», απαντάει ο Βαγγέλης, λέει: «Ποιος; Ποιος; Ποιος;», δεν απαντάει κανείς, και λέει: «Πάω κάτω να ανοίξω και να τα βρίσω». Θέλω να σου πω κάτι πολύ σημαντικό. Εγώ ήθελα να γίνω ηθοποιός από πολύ μικρή. Ο Βαγγέλης στο πόδι του, πίσω από τη γάμπα του, είχε ένα τατουάζ με τις δύο μάσκες του θεάτρου. Εγώ έτσι τον ερωτεύτηκα, Βασίλη. Είδα αυτό και λέω: «Θέατρο». Μέχρι που έμαθα το ότι αυτό είναι η ψυχολογία του, το ότι τη μία είναι θυμωμένος και την άλλη είναι πάρα πολύ χαρούμενος και ότι είναι κυκλοθυμικός, διπολικός, θα έλεγε κανείς. Αλλά εγώ τότε πού να τα ξέρω αυτά, Βασίλη μου; Βλέπω δύο μάσκες θεάτρου και λέω: «Καλά, ο άνθρωπος είναι πολύ μπροστά. Είναι ο έρωτας μου. Πάει, τελείωσε». Θες να ασχοληθείς με το θέατρο; Κάνε σεξ με τον Βαγγέλη. Λοιπόν, και χτυπάει το κουδούνι, κατεβαίνει κάτω να ανοίξει, εγώ εν τω μεταξύ ημίγυμνη σαν τη θεά Αφροδίτη πάνω στον καναπέ του Βαγγέλη, έπινα το κρασάκι μου και αρχίζω να ακούω φωνές και άκουγα φωνές και οι αντρικές και γυναικείες και λέω: «Τι στον διάλο; Τσακώνεται», λέω, «με τα πιτσιρίκια; Αν είναι ποτέ δυνατόν». Πολύ δυνατές φωνές. Οπότε τι κάνω; Πηγαίνω στην εξώπορτα και κάνω το κεφάλι μου να δω, γιατί, σου λέω, φαίνεται η καγκελόπορτά απευθείας. Είναι σκαλιά, τα οποία οδηγούν απευθείας στην έξοδο της πολυκατοικίας. Και βλέπω μία κοπέλα, η οποία ήτανε η διπλάσια από τον Βαγγέλη, ήτανε πάρα πολύ ψηλή, νταρντάνα, που λέμε. Πολύ όμορφη γυναίκα, να... να τον βρίζει και: «Έφερες την γκόμενα εδώ πέρα», και το ένα και το άλλο, που σημαίνει ότι την είχε στήσει έξω από το σπίτι του και τον παρακολουθούσε. Και εκείνος της φώναζε, την έβριζε, της έλεγε να σηκωθεί να φύγει. Εγώ γυρνάω και... Εκείνη τη στιγμή, επενέβη και λέω: «Βαγγέλη... Μπορείτε να σταματήσετε να φωνάζετε;. Συγγνώμη, αλλά με ενοχλείτε λίγο, μόλις ξεπαρθενεύτηκα», και γυρνάει και μου λέει η κοπελιά, με κοιτάει και λέει: «Κοπέλα μου, τι κάθεσαι και κάνεις; Σήκω και φύγε από τον μαλάκα». Και εκείνη τη στιγμή ο Βαγγέλης λέει: «Σκάσε», της έλεγε: «Σκάσε» και τα σχετικά, όπου της δίνει ένα χαστούκι και εγώ εκεί πέρα ταράζομαι πάρα πολύ, αρχίζω να κλαίω και λέω: «Βαγγέλη, σταμάτα. Σταματήστε σας παρακαλώ». «Χίλια συγνώμη», ζητούσα στην κοπέλα. «Δεν ήξερα το ότι είστε ακόμα μαζί», μου λέει: «Δεν είμαστε ακόμα μαζί». Δηλαδή υπήρχε μια επικοινωνία και κάπου εκεί πέρα που άρχισε να τον εκθέτει... δεν θυμάμαι τι έλεγε τώρα η κοπέλα για τον Βαγγέλη, αλλά άρχισε να τον εκθέτει. Άρχισε να λέει ότι και: «Πρόσεχε και μικρό κορίτσι και σήκω και φύγε». Αυτή ήταν μεγαλύτερη σε ηλικία από εκείνον. Τέσσερα χρόνια; Πέντε; Που σημαίνει ότι ήτανε περίπου στην ηλικία που έχω εγώ τώρα, λίγο μεγαλύτερη. Και, εκείνη τη στιγμή, που άρχισε να τον εκθέτει, ο Βαγγέλης την παίρνει από τα μαλλιά και την κοπανάει στην, στην καγκελόπορτα πίσω και αρχίζει να την χτυπάει. Εγώ εκεί παθαίνω σοκ, βλέπω την καγκελόπορτα να σπάει, δηλαδή... Την καγκελόπορτα. Κατάλαβες, το τζάμι. Να πέφτει κάτω και να πέφτει πάνω της και αυτός να μη σταματάει να την χτυπάει, εγώ να αρχίζω να ουρλιάζω, γυρνάω και λέω: «Βαγγέλη...». Μπαίνω μέσα στο σπίτι να βρω ένα σταθερό, να πάρω την αστυνομία. Βρίσκω το σταθερό, παίρνω το 166. Εκείνη τη στιγμή μου φάνηκε πιο χρήσιμο το να πάρω το 166 από τους μπάτσους. Ναι, okay. Και τους δίνω τη διεύθυνση του σπιτιού, την οποία εννοείται την είχα και την είχα στείλει σε όλες μου τις φίλες, ότι: «Κορίτσια, είμαι εδώ, κάνω σεξ. Αυτή είναι η διεύθυνση. Να το ξέρετε». Οπότε δίνω απευθείας τη διεύθυνση και μας λένε: «Ναι, ερχόμαστε». Η κοπέλα εν τω μεταξύ είχε πέσει κάτω, γιατί ξαναβγήκα, είχε πέσει κάτω, έκλαιγε, είχε αίματα στο πρόσωπό της. Ο Βαγγέλης μου έλεγε: «Μπες μέσα. Μπες μέσα, μην τολμήσεις να βγεις από το σπίτι. Μπες μέσα». Και εκεί πέρα που λέω ότι: «Έχω καλέσει ασθενοφόρο», γυρνάει και της λέει: «Σήκω και βγες τώρα έξω». Της κλείνει την καγκελόπορτα, εκείνη απέξω έκλαιγε και εκείνος ανέβηκε, μπήκε μέσα στο σπίτι και κλείδωσε την πόρτα. Δεν ξέρω τι έγινε. Σε κάποια φάση απλά άκουσα το ασθενοφόρο, άκουσα τους ανθρώπους από κάτω. Δεν ξέρω αν ήτανε εκεί πέρα η κοπέλα. Δεν γνωρίζω τίποτα από εκεί και πέρα. Απλά, άρχισε να μου μιλάει ο Βαγγέλης και να μου λέει: «Δεν πρόκειται να το κάνω ποτέ σε σένα αυτό» και προσπαθούσε να με ηρεμήσει βασικά, γιατί ήμουνα σε σοκ. Ένιωσα πάρα πολύ εκτεθειμένη, Βασίλη, εκείνη την ώρα. Εκτεθειμένη, γιατί μόλις είχα κάνει έρωτα, εκτεθειμένη γιατί μόλις είδα έναν άνθρωπο να τον χτυπάνε και κάπως μπορώ να πω ότι μέσα στο μυαλό μου υπερισχύει το κομμάτι του ξυλοδαρμού, παρά το ότι εγώ ήρθα σε επαφή με έναν άντρα, σεξουαλικά. Αυτό, πιο αναλυτικά ήτανε. Τα λέω και έχω ένα πάγωμα, δηλαδή τα λέω σαν γεγονότα, γιατί δεν μπορείς... Καλύτερα να τα αφηγείσαι... Καλύτερα; Μου βγαίνει να τα αφηγούμαι έτσι, γιατί, αν μπούμε πάρα πολύ σε κλάματα, δράματα, ιστορίες, δεν... Δεν έχει πολύ νόημα, ήταν έτσι τα πράγματα και πλέον έχουν περάσει και πάρα πολλά χρόνια, για να μπορώ να τα λέω και μάλιστα να τα λέω με αυτό τον τρόπο. Αυτό.

Β.Σ.:

Πώς τελείωσε με τον Βαγγέλη;

Άννα:

Ωραίες ερωτήσεις κάνεις, βρε Βασίλη. Υπήρχανε πάρα πολλά επεισόδια, πριν τελειώσει με τον Βαγγέλη, όπου με χτυπούσε και τα σχετικά. Είχα ενημερώσει... Οι μόνοι άνθρωποι που γνωρίζανε για το ότι με κακοποιεί ήταν η μητέρα του, όπου είχα βγάλει φωτογραφίες, σημάδια στο σώμα μου, μώλωπες. Την είχα πάρει τηλέφωνο και της είχα πει ότι θα κινηθώ νομικά. Χεσμένη εγώ πάνω μου, γιατί απευθείας μετά απόσυρα αυτό το αίτημα, το ότι θα κινηθώ νομικά και της έλεγα: «Σας παρακαλώ, βοηθήστε με». Εντάξει, η μάνα του είχε πάθει ένα σοκ. Εγώ τότε στο χωριό, άρχισα να κάνω παρέα με κάποιους φίλους του Βαγγέλη και σε ένα παιδί, στον Βασίλη, είχα πει ότι: «Με κακοποιεί αυτός ο άνθρωπος». Την μέρα που του το είπα, λοιπόν, εγώ έκανα σεξ με τον Βασίλη. Ήτανε ο δεύτερος που ήρθα σε επαφή, μεγάλο λάθος. Το ότι ένας άντρας βλέπει μία γυναίκα σε αυτή την κατάσταση και κάνει σεξ μαζί της, για μένα ήτανε χειρότερο αυτό, γιατί βλέπεις έναν άνθρωπο σε μία ευαλωτότητα, η οποία δεν είναι απλά ευαλωτότητα συναισθηματική, επειδή κάτι θυμήθηκε. Τον έχεις μπροστά σου και σου λέει ότι: «Προχθές, με χτυπούσε». Για μένα... Για πολλά χρόνια ήταν η [01:00:00]απελευθέρωσή μου εκείνο το σεξ, γιατί είπα ότι: «Μπορώ να πάω και με άλλον». Δεν το ήξερα αυτό, Βασίλη, τότε. Δεν ήξερα ότι εγώ μπορώ να πάω με άλλον άντρα, ότι μπορώ να ξανακάνω σεξ, έκανα σεξ, γιατί φοβόμουνα μέχρι εκείνο το σημείο. Ήτανε το πρώτο σεξ που έκανα, που δεν φοβόμουνα να το κάνω, φοβόμουνα... Γιατί φοβόμουνα ότι μπορεί να με σκοτώσει, αν το μάθαινε, γιατί ήταν και γνωστός του, αλλά δεν φοβόμουνα ότι θα μου κάνει κάτι κακό. Και από τη στιγμή που εγώ πήγα με κάποιον άλλον, είπα ότι: «Δεν φοβάμαι. Πρέπει να χωρίσεις». Είμαι ηθική σε αυτά. Ηθική. Κοινωνικά ηθική σε αυτά. Δεν θεωρώ ότι είναι ανήθικος ένας άνθρωπος να πηγαίνει με κάποιον άλλον, ενώ είναι σε σχέση. Δεν είναι αυτή η ανηθικότητα, είναι άλλα πράγματα ανήθικα. Απλά, είχα μέσα μου ένα κομμάτι δικαιοσύνης, ότι από τη στιγμή που εσύ αισθάνθηκες έλξη για κάποιον άλλον, πρέπει να φύγεις, γιατί μπορείς να το κάνεις. Είναι πολύ απλό. Όταν δεν έχεις καν την σκέψη του ότι εσύ μπορείς να το κάνεις αυτό, είναι πολύ σημαντικό να έρχεται κάποιος και να σου λέει: «Κοίτα, μπορείς». Οπότε, αφού μπόρεσα αυτό, ήμουνα άτρωτη τότε. Λέω: «Μπορώ να φύγω». Φοβόμουν πάρα πολύ. Εννοείται ότι χώρισα με μήνυμα. Είπα ότι: «Δεν θέλω να σε ξαναδώ ποτέ μπροστά μου. Θέλω να χωρίσουμε» και εννοείται κλείδωνα την πόρτα μου κάθε μέρα. Μέχρι που είχε έρθει σε ένα μαγαζί που είχα βγει να με βρει, ήξερε τ’ ότι είμαι εκεί από τους κοινούς γνωστούς μας και ήρθε με χαμόγελο. Στάθηκε δίπλα μου και με έπιασε από το μπράτσο και άρχισε να με πιέζει πάρα πολύ δυνατά και μου λέει, μπροστά σε όλους, και να μου λέει: «Αγάπη μου, μπορείς να έρθεις λίγο στην τουαλέτα;» και πήγα στην τουαλέτα, όπου άρχισε να με χτυπάει μέσα στην τουαλέτα εκείνου του μαγαζιού, στην Εύβοια και γύρναγε και μου λέει ότι... Να μην πω ποτέ τίποτα στους άλλους. Τώρα να σηκωθώ να πάρω τα πράγματά μου και να φύγω και να πω ότι είμαι πολύ κουρασμένη. Όπου αυτό και έκανα. Με έλεγε: «Πουτάνα, καριόλα», όλα αυτά τα σχετικά. Έφυγα, είπα στα παιδιά το ότι είμαι πολύ κουρασμένη και πήγα στο σπίτι και μου έρχεται ένα μήνυμα, που μου λέει το ότι: «Σε δέκα λεπτά θα είμαι εκεί, άνοιξε μου». Όπου και ανέβηκε πάνω και άρχισε να κλαίει και να μου λέει το ότι: «Αυτό ήτανε; Τελειώσαμε;» και τα σχετικά και του λέω: «Ναι» και κοπανάει το κεφάλι του στον τοίχο, πολύ δυνατά, πολύ αυτοκαταστροφικά. Όπου και αρχίζει να ζαλίζεται, σηκώνεται, το ξανακάνει. Εγώ μέσα σε όλο αυτό, λέω: «Εγώ φταίω. Θα πεθάνει. Θα τον σκοτώσω. Θα αυτοκτονήσει μπροστά μου, δεν ξέρω τι θα κάνει». Παίρνω τηλέφωνο τον κολλητό του, ο όποιος δεν είναι στη ζωή πλέον, τον τότε κολλητό του και του λέω το και το: «Έλα από εδώ». Τον τρέχουμε στο νοσοκομείο. Μωρέ, αυτά αλλάζανε συνέχεια, την μία ήτανε πολύ επιθετικός και την άλλη ήτανε: «Συγγνώμη για όλο το κακό που σου έχω προκαλέσει». Οπότε, μετά είδαμε το άλλο, την άλλη... Το άλλο πρόσωπο του Βαγγέλη από τις μάσκες που είχε στο τατουάζ, το χαρούμενο, το γλυκό: «Χίλια συγγνώμη για όσα σου ‘χω κάνει. Να ξέρεις είσαι η μόνη γυναίκα που αγάπησα. Σε λατρεύω. Δεν θέλω να μου πάθεις ποτέ κακό. Και πραγματικά συγγνώμη κι άμα θέλεις να είσαι μακριά μου, να είσαι μακριά μου. Είσαι ένα παιδί, πρέπει να ζήσεις» και όλο αυτό το υπερπροστατευτικό. Οπότε κάπου εγώ πάλι γλύκαινα. Μετά, όμως, ξαναέδειχνε αυτό το χαρακτήρα. Αυτό τράβηξε αρκετούς μήνες, ενώ ήμασταν χωρισμένοι. Μέχρι που ήταν ένα βράδυ, όπου... Εγώ δεν μπορούσα να κοιμηθώ μόνη μου στο χωριό και ερχότανε συνέχεια κάποιος άνθρωπος να κοιμάται μαζί μου για μεγάλο χρονικό διάστημα. Μία η φίλη μου, η Μαρία, μία η φίλη μου, η Ελένη, μία ο Βασίλης, μία ο Γιάννης, μια ο Σταύρος, αρκετά άτομα. Και περίμενα, λοιπόν, έναν φίλο, ο οποίος θα σχόλαγε γύρω στις 05:30 με 06:00 το πρωί από τη δουλειά του. Εγώ εκείνη την ημέρα δεν δούλευα και χτυπάει το κουδούνι. Εγώ ήμουνα μέσα τουαλέτα, ενεργούμουν. Χτυπάει το κουδούνι, λέω: «Πω, πω, ήρθε ο Γιάννης», ξέρω γω. Πάω να του ανοίξω, ξαναμπαίνω στην τουαλέτα, αφήνω ανοιχτή την πόρτα, η τουαλέτα κλειστή και ακούω βήματα και συνειδητοποιώ ότι δεν είναι ο Γιάννης και τον φώναξα κιόλας, λέω: «Γιάννη;». Δεν ήταν ο Γιάννης και εκεί δεν έχω φοβηθεί περισσότερο στη ζωή μου. Πραγματικά, σου μιλάω. Όπου τραβάω καζανάκι και λέω: «Αν βγεις, έφυγες». Τι να κάνεις; Και ανοίγω την πόρτα και είπα: «Βουρ, πάμε. Τι φοβάσαι;» και ήταν αυτός, λοιπόν, όπου ήρθε με ένα πολύ απολογητικό βλέμμα και: «Χίλια συγγνώμη» και το ένα και το άλλο. Εκεί άρχισε να με φιλάει, είχε πέσει πάνω μου, στην αγκαλιά μου, εγώ τον έδιωχνα και του λέω: «Θέλω να φύγεις τώρα». Έκλαιγα, φοβόμουνα πάρα πολύ, πάρα πολύ, πραγματικά. Λέω: «Δεν, δεν γίνεται» και με ξαπλώνει κάτω, με ακινητοποιεί και μου λέει: «Θέλω να σου κάνω μία τελευταία φορά έρωτα», του λέω: «Δεν θέλω, θέλω να φύγεις». Τέλος πάντων, όπως πάνε όλα αυτά, νομίζω. δεν χρειάζεται να αναλυθούμε παραπάνω. Το σημαντικό είναι το ότι εκείνη την ημέρα ήτανε το πιο ξεκάθαρο πράγμα και σε μένα και σε εκείνον, το ότι εγώ έκανα σεξ χωρίς να το θέλω, γιατί υπάρχουνε πολλές στιγμές που κάνεις σεξ, χωρίς να το θέλεις, για να καθησυχάσεις τον άλλον, επειδή φοβάσαι, και να του δείξεις ότι όλα θα πάνε καλά, για να μη σε χτυπήσει, για, για, για. Απλά εκείνη την ημέρα ήταν η μοναδική μέρα που ήτανε ξεκάθαρο και για τους δύο και εν τέλει έγινε κάτι, το οποίο δεν ήθελα και δεν είναι με ξυλοδαρμούς και τέτοια. Δεν έχει κάτι τόσο γκράντε. Είναι πολύ απλό. Δεν θέλω, δεν είμαι υγρή, το σώμα μου έχει έρθει όλο σε μία συστολή, δεν θέλω. Ήτανε ξεκάθαρη η φράση: «Θέλω να φύγεις. Φοβάμαι, φοβάμαι ότι θα μου κάνεις κακό και όχι». Υπάρχει... Υπήρχε η σεξουαλική επαφή, οπότε όχι, δεν είμαστε υποχρεωμένες και κανένας άνθρωπος, άνθρωπο δεν είναι υποχρεωμένο να μπαίνει στη διαδικασία να κάνει κάτι το οποίο δεν θέλει, ενώ δεν το εκφράζει, και να πούμε το ότι αυτό είναι βιασμός. Όταν κάνεις κάτι το οποίο δεν θέλεις και αφορά το σώμα σου... Και κάπως έτσι τελείωσε με τον Βαγγέλη. Ήταν η τελευταία φορά όπου ήρθαμε σε επαφή σεξουαλική και τα σχετικά. Τελευταία φορά, γιατί ήτανε ξεκάθαρα αντιληπτό και για εκείνον το τι έκανε και το τι συνέβη. Θα έμπλεκε πολύ άσχημα, να σ’ το πω πολύ απλά, και ήταν κι αυτός πιτσιρίκος, ήτανε μικρός. Μικρός εννοώ... Εντάξει. Κατάλαβες.

Β.Σ.:

Πώς έφυγε από το σπίτι;

Άννα:

Εκείνη την ημέρα; Εκείνη την ημέρα έφυγε κλαίγοντας από το σπίτι. Έγινε αυτό, τελείωσε. Εγώ είχα παραμείνει στη φλοκάτη μου και απλά με κοίταξε, μου είπε: «Συγγνώμη. Συγγνώμη για το κακό, που σου έχω προκαλέσει. Σ’ αγαπάω» και έφυγε. Έκλεισε την πόρτα και έφυγε και μετά θέλω να σου πω το ότι ήρθε ο Γιάννης στο σπίτι. Εγώ σηκώθηκα και έκανα ότι δεν τρέχει τίποτα. Δεν τον είδα ποτέ. Αυτό που λέω τώρα, πέρασαν πολλά χρόνια, για να το πω σε ανθρώπους. Αυτή η μέρα ήτανε... Εκείνη η νύχτα, εκείνο το ξημέρωμα ήταν το πιο δικό μου ξημέρωμα. Δεν το ήξερε κανένας άνθρωπος. Όλοι νόμιζαν το ότι εγώ έχω χωρίσει με τον Βαγγέλη και τελείωσε, αλλά υπήρχε άλλη μία τελευταία συνάντηση, η οποία ήταν εκείνη... Εκείνη τη νύχτα. Από τότε ο Βαγγέλης δεν έχει ξαναέρθει στο χωριό, ούτε σε επαφή με αυτούς ανθρώπους ούτε μαζί μου. Ήτανε η ντροπή, η ντροπή του, γιατί έκανε σεξ σε ένα κοριτσάκι, το οποίο δεν το ήθελε.

Β.Σ.:

Έλα.

Άννα:

Ευχαριστώ.

Β.Σ.:

Τον έχεις ψάξει από τότε καθόλου στα social media;

Άννα:

Με έχει βρει εκείνος και μου είχε στείλει ένα μήνυμα, το οποίο ήτανε ότι διαγνώστηκε με μία διαταραχή, δεν θέλω να την πω εδώ. «Συγγνώμη για το κακό που σου έχω προκαλέσει». Ελπίζει να έχει αποκατασταθεί με επαγγελματική στήριξη. Ελπίζει να μη με έχει στιγματίσει η σχέση μας και παπαριές. Με το που το είδα το μήνυμα αυτό, με το που είδα το όνομα του γραμμένο κάπου μου κόπηκαν τα πόδια. Και, [01:10:00]αυτό ήτανε πριν από τρία χρόνια; Τέσσερα περίπου; Τρία χρόνια περίπου. Και τον είχα πετύχει και μία άλλη φορά τυχαία, όπου... Βασίλη, ήταν το πιο σοκαριστικό. Να δεις ότι το σώμα δεν ξεχνάει ποτέ, τα αυτιά δεν ξεχνούν ποτέ, η μύτη, η όσφρηση, τίποτα, δεν ξεχνάει τίποτα, ποτέ. Στη δική της Χρυσής Αυγής, λοιπόν, μετά τη δίκη, εγώ ήμουνα πάρα πολύ χαρούμενη που δικάστηκε και βγήκε αύτη απόφαση, τέλος πάντων. Καλά, βλέπεις τώρα τι γίνεται βέβαια και λες... Άλλο θέμα αυτό, άμα θες σε κάποια άλλη συνέντευξη έχω πολλά πολιτικά να αναλύσω, άμα θέλεις. Και ήμουνα πάρα πολύ χαρούμενη. Μετά ήμουνα στην ντόπα, ήμουνα στην ντόπα και βγαίνω μαζί με μία φίλη και πηγαίνουμε σε ένα... Εγώ δεν έχω ξαναβγεί ποτέ στη Νέα Φιλαδέλφεια. Βγαίνουμε, λοιπόν, στη Νέα Φιλαδέλφεια και πηγαίνουμε σε ένα τσιπουράδικο, με πήγε εκείνη. Καθόμαστε στο τσιπουράδικο και τότε εγώ ήμουνα σε σχέση με τον […], έτσι; Οπότε ήμουνα και σένα καλό mood, μόλις δικάστηκαν οι μαλάκες, γενικότερα, ας πάει κάθε κατεργάρης στον πάγκο του, εγώ είμαι με τον […]. Περνάω τέλεια, έχω κόψει. Είμαι στην καλύτερη φάση της ζωής μου και αρχίζω να της αναλύω όλα τώρα, όλα, όλα, όλα. Αρχίσω να λέω τα πάντα και γυρνάει και μου κάνει αυτή η φίλη μου: «Εν τω μεταξύ, έχω τσεκάρει δύο γκομενάκια πίσω που μας κοιτάνε» και λέω: «Πού πίσω, μωρή;». Μου λέει: «Ακριβώς πίσω σου», λέω: «Καλά, εντάξει». Μου λέει: «Μη γυρίσεις», λέω: «Okay». Μου λέει: «Ο ένας μου αρέσει», λέω: «Okay, εντάξει». Καυλάντα, ήμασταν σε τέλειο mood. Και πάμε να φύγουμε, για να πάμε εννοείται κι αλλού μετά, να συνεχίσουμε και έτσι όπως σηκώνομαι, κάνω στροφή να πάρω το μπουφάν μου και γυρνάω πίσω και ήταν αυτός και βλέπω τα μάτια του, τα οποία ήταν καρφωμένα πάνω μου, και εκείνη τη στιγμή κόβονται πόδια και γυρνάω και λέω στην Ευγενία, στην φίλη μου, η οποία ήτανε από τη μου θεραπευτική ομάδα, έτσι; Οπότε γνώριζε όλα αυτά που σου λέω, τα γνώριζε. Και της λέω: «Ευγενία, δεν νιώθω καλά», μου λέει: «Τι έπαθες;». Της λέω: «Πέφτω» και πέφτω. Και με σηκώνει η Ευγενία και μου λέει: «Πες μου τι έγινε», λέω: «Ποιοι μας κοιτάνε;» και λέω: «Είναι αυτοί;» Και μου λέει: «Ναι», και λέω: «Πάμε να φύγουμε τώρα». Φεύγουμε, μου λέει: «Τι έγινε, ρε συ μαλάκα;». Γυρνάω και της λέω: «Ευγενία, νομίζω ότι αυτός είχε το ίδιο βλέμμα με τον Βαγγέλη». Δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι ήταν ο Βαγγέλης, πρόσεξε με τώρα. Λέω: «Είχε το ίδιο βλέμμα με τον Βαγγέλη». Πάμε να πάρουμε το αμάξι, μου λέει: «Τι λες, ρε συ, μαλάκα», κι αυτά, μου λέει: «Μας κοιτάνε καθ' όλη τη διάρκεια. Αυτοί σου είπα ότι ήταν, που κοιτάνε όλη την ώρα». Καθόντουσαν, Βασίλη, ακριβώς από πίσω μου, που σημαίνει ότι εγώ με αυτό τον ενθουσιασμό τα έλεγα και λίγο δυνατά και δεν μπορούσα στην ιδέα ότι αυτός έχει ακούσει κάτι για τη ζωή μου, οτιδήποτε κι αν είναι αυτό. Και πάμε να πάρουμε το αμάξι και κάνουμε ένα κύκλο από το μαγαζί, για να βγούμε, γιατί απαγορευότανε, τέλος πάντων, στο στενό και τον βλέπω μπροστά μου, να βγαίνει από το μαγαζί. Και λέω: «Ήταν αυτός». Εκεί βεβαιώθηκα τ’ ότι ήταν αυτός, μέχρι τότε ήμουνα σε φάση: «Το βλέμμα του Βαγγέλη». Αυτό το βλέμμα. Τα μάτια είδα μόνο, τίποτα άλλο. Και παθαίνω σοκ. Έπαθα σοκ. Το σώμα δεν ξεχνάει. Κοίτα, κάποια στιγμή θα κινηθώ νομικά για όλο αυτό, γιατί θεωρώ το ότι πρέπει να υπάρχει... Να υπάρξει γενικότερα μια δικαίωση. Όχι μόνο στα δικά μου τα... Δεν είμαι η μόνη γυναίκα που έχει κακοποιηθεί, είναι πάρα πολλές γυναίκες. Εγώ θα πω η πλειοψηφία των γυναικών, που έχουν υποστεί έστω και με μία φορά στη ζωή τους κακοποίηση από άντρα, και θεωρώ ότι είναι χρέος μου να το κάνω. Οπότε είναι μία πάρα πολύ καλή αρχή το ότι μπορώ να μιλάω για αυτά και να μιλάω με αυτό τον τρόπο. Εννοώ με μία αποστασιοποίηση και ναι, όταν τελειώσει η διαδικασία των σπουδών μου... Γιατί αυτό θέλει πολύ χρόνο, θέλει λεφτά. Έχω κάνει κάποιες κινήσεις, έχω κάνει κάποιες συναντήσεις με κάποιους δικηγόρους, με, με, με. Ναι, όλο αυτό εννοείται πως θα πάει νομικά. Εύχομαι απλά ο χρόνος που έχει περάσει να μην είναι μείον μου. Κατάλαβες. Απλά θέλει αρκετά μεγάλο ψυχικό σθένος, πρώτα για να συνειδητοποιήσεις τι έχει συμβεί και δεύτερον, για να κινηθείς αναλόγως.

Β.Σ.:

Η εγκυμοσύνη ήταν από...

Άννα:

Η εγκυμοσύνη ήταν από έναν πολύ καλό μου φίλο, πάλι καλά, γιατί εκείνη την περίοδο δεν ήξερα πώς, πού πατάω και πού πηγαίνω, ο όποιος πραγματικά να είναι καλά, με στήριξε πάρα πολύ και ήμουνα πάρα πολύ τυχερή μέσα σ’ αυτή την ατυχία, με το ποιον συνέβη αυτό το πράγμα. Νομίζω από αυτόν ήτανε. Αυτός τουλάχιστον με στήριξε σε όλο αυτό.

Β.Σ.:

Τι σου είπε;

Άννα:

Ήτανε δίπλα μου από την αρχή που του το είπα, που ντρεπόμουνα πάρα πολύ να του το πω, τ’ ότι είμαι έγκυος και ότι οι μεγαλύτερες πιθανότητες είναι να είναι δικό του, γιατί με βάση αυτά που μου είπε ο γιατρός μου για το πόσο μηνών είμαι, εκείνη την περίοδο είχα κάνει μόνο με εκείνον σεξ. Μου είπε ότι: «Ό,τι κι αν επιλέξεις», πιτσιρίκια ήμασταν, μωρέ, 20 χρονών ήμουνα, και εγώ και εκείνος, μου είπε ότι: «Ό,τι θέλεις εγώ είμαι εδώ. Ό,τι και αν αποφασίσεις είμαι εδώ, θα το στηρίξω όπως είναι. Θα βρω δουλειά, αν χρειαστεί». Ήταν κάπως πιο ρομαντικό από ό,τι περίμενα. Ήταν πιο πολύ παιδικές συζητήσεις. Προφανώς και ξέρουμε ότι είναι πολύ δύσκολο δύο άνθρωποι στα 20 να κάνουν ένα παιδί, αλλά ήτανε τόσο ρομαντικές οι συζητήσεις που ήτανε το πιο όμορφο πράγμα αυτή η συνεννόηση, με έναν πολύ καλό μου φίλο, ακριβώς στην ίδια ηλικία με εμένα, με πολύ δυνατά βιώματα και εκείνος. Να μου λέει ότι: «Αν χρειαστεί να δουλέψω, θα δουλέψω» Τώρα, το ακούω και λέω: «Πω, πω, πολλή πλάκα. Πώς θα κάναμε εμείς οι δύο ένα παιδί». Ναι. Ο αδερφός μου δεν ήθελε να είναι την ημέρα της έκτρωσης ο φίλος που με άφησε έγκυο, που έμεινα έγκυος, τέλος πάντων. Και θυμάμαι να έχει έρθει μία φίλη μου με ένα μπουκέτο με πάρα πολλά τριαντάφυλλα. Ήτανε πραγματικά πάρα πολλά, παίζει να ήτανε τριάντα τριαντάφυλλα, δεν ξέρω πόσα ήτανε. Μου λέει: «Αυτά είναι από τον φίλο». Και εγώ είμαι σε φάση: «Το ζω υπέροχα». Βγαίνω από το χειρουργείο και βλέπω τον αδερφό μου να τρώει μπουγάτσα, να παραπονιέται για το ότι μέσα στην μπουγάτσα έχουν βάλει τυρί, τη μάνα μου να είναι σε φάση: «Το παιδί μου έγινε γυναίκα», τη φίλη μου και τριάντα τριαντάφυλλα μπροστά από το πρόσωπο της φίλης μου να μου λέει: «Αυτά είναι από, από αυτόν. Να ξέρεις σ’ αγαπάει», «Ναι και εγώ τον αγαπάω. Πάμε να φύγουμε τώρα». Μετά μου έδωσε λεφτά, για να κάνω διακοπές στην Κρήτη, για να ξεφύγω. Εννοείται με στήριξε και οικονομικά σε όλο αυτό, δηλαδή εκτός από ψυχικά υπήρξε και οικονομική στήριξη. Τι να σου πω τώρα; Πολύ καλό παιδί, πολύ καλό παιδί, τόσο καλό παιδί, που δεν τον ερωτεύτηκα. Εγώ έτσι το μετράω, να ξέρεις, γιατί... Ναι, μ' αρέσουν τα κακά παιδιά, αυτό, απ' ό,τι φαίνεται. Μ' αρέσουν; Όχι, όχι, αυτό είναι χιούμορ, είναι μόνο χιούμορ. Είναι πολύ καλό παιδί, τον ευχαριστώ πάρα πολύ. Δεν θέλω να πω το όνομα του, είναι... Δεν θέλω να το πω.

Β.Σ.:

Και μετά έρχεται ο Γιώργος.

Άννα:

Ναι, μετά ήρθε ο Γιώργος. Μεγαλοπαίδι, κακό. Μεγαλοπαίδι, όμως, όχι παιδί. Ήτανε μεγαλύτερος μου, αρκετά. Δεκαπέντε χρόνια; Δεκαέξι; Δεν θυμάμαι.

Β.Σ.:

Θυμάσαι πόσο χρονών ήταν αυτός και πόσων χρονών ήσουν εσύ;

Άννα:

Ωχ, αυτό με τις μνήμες. Περίμενε. Λοιπόν, κάτσε να το βρούμε. Θα το βρούμε τώρα εδώ μαζί, δεν σε πειράζει. Λοιπόν, 18-19,5 ο Βαγγέλης, εγκυμοσύνη στα 20-21. 21 ήμουνα εγώ και ο Γιώργος ήτανε 21 συν 15; 36; 36 χρονών. 36-37 χρονών.

Β.Σ.:

Χωρισμένος; Ναι.

Άννα:

Χωρισμένος, ναι.

Β.Σ.:

Θυμάσαι την πρώτη φορά είτε που σου είπε είτε που το ανακάλυψες με κάποιον τρόπο, ότι κάνει χρήση κοκαΐνης;

Άννα:

Όχι, δεν τη θυμάμαι την πρώτη φορά, καθόλου. Ήμουνα... Εκείνη τη φάση ήμουνα σε ένα... Σε μία φάση βασικά, που δεν θυμάμαι πολλά πράγματα. Δεν θυμάμαι λεπτομέρειες και αυτό λόγω κατάχρησης. Θυμάμαι το ότι είχαμε... Αυτό που θυμάμαι ήταν ότι είχαμε πάει Depeche Mode. Μπορούμε να το βρούμε. Tο 2017 νομίζω παίζανε οι Depeche Mode. Πόσο ήμουνα το '17; Τώρα έχουμε '23. Πέντε χρόνια πριν, είμαι 27, 26, 25, 24, 23. 22 χρονών, καλά σ’ τα είπα. 21-22, ωραία. Ναι, το μόνο που θυμάμαι, Βασίλη, είναι το ότι απλά εκεί είχε κάνει κοκαΐνη, πριν πάμε στους Depeche Mode, αλλά δεν θυμάμαι να ήταν η πρώτη φορά. Δεν θυμάμαι καθόλου, καθόλου πώς μου το είπε, πώς το ανακάλυψα. Το είχα πάρει λίγο [01:20:00]δεδομένο; Δεν ξέρω. Θυμάμαι ότι δεν ένιωθα καθόλου καλά με το κομμάτι της κοκαΐνης, αυτό. Αλλά αυτό πότε δεν έγινε... Δεν ένιωθα καλά με αυτό το θέμα, με την κοκαΐνη, σαν κοκαΐνη. Δεν... Δεν μου άρεσε... Και φίλοι που πίνανε και από δω κι από εκεί, δεν μου άρεσε καθόλου αυτό που έβλεπα μετά μπροστά μου, καθόλου. Μία απληστία, μία... Κάτι πολύ περίεργο, μία εγωπάθεια, ένας ναρκισσισμός έβγαινε. Τέτοια πράγματα, τα οποία τα φοβάμαι πάρα πολύ, ναρκισσισμό, εγωπάθεια. Όλα αυτά τα τρέμω και αυτό έχουνε ένα πολιτικό υπόβαθρο από πίσω, για το πώς εγώ το αντιλαμβάνομαι. Αυτή η απληστία, τέλος πάντων, μου βγάζει κάτι αρκετά καπιταλιστικό, ότι δεν θες... «Θέλω κι άλλο, θέλω κι άλλο. Δεν μου φτάνει. Θέλω κι άλλο, θέλω κι άλλο». Και είναι... Το να αντιμετωπίζεις τον εαυτό σου έτσι, ότι είμαι κι άλλα, είμαι καλά. Δεν είμαι μόνο αυτό, είμαι κι άλλα και... Δεν μ’ αρέσει καθόλου αυτό το ναρκωτικό και το τι συμβολίζει αυτό το ναρκωτικό, πολιτικά, κοινωνικά.

Β.Σ.:

Πότε πήγες πρώτη φορά σε ψυχολόγο;

Άννα:

Αχ, τέλεια ερώτηση. Πρώτη φορά σε ψυχολόγο πήγα, όταν ήμουνα με τον Βαγγέλη, όπου του το είχα πει. Είχα πάει σε μία οικογενειακή ψυχολόγο, έτσι λεγότανε. δεν θυμάμαι... Δεν ξέρω τι είναι οικογενειακή ψυχολόγος; Τέλος πάντων, την είχα βρει, ήτανε κάπου στα Μελίσσια. Μπορεί να το είχα βρει τυχαία, δεν θυμάμαι καν πώς το βρήκα και θυμάμαι ότι το είχα κρύψει από τον Βαγγέλη και μια μέρα, που με είχε παρακολουθήσει, γινόντουσαν κι αυτά τα ευτράπελα, είδε ότι πάω σε ψυχολόγο και μετά με είχε χτυπήσει, οπότε είχα σταματήσει. Και μετά πήγαινα σε μία ψυχολόγο, που ήταν γνωστή του Γιώργου, του Γιώργου, του τριανταεξάρη, αυτουνού. Ήταν γνωστή, πήγαινε, νομίζω, ο αδερφός του εκεί και ξεκίνησα εκεί. Πολύ κακή εμπειρία αυτή η ψυχολόγος, γιατί δεν μου ταίριαξε καθόλου. Άσε που μου έλεγε για τα παιδιά της. Μου έλεγε κάτι περίεργα. Τέλος πάντων, καθόλου σωστή ψυχολόγος, από τα λίγα που ξέρω, δηλαδή, και από αυτά που κατάλαβα μετά και συνειδητοποίησα μετά. Μετά, ξεκίνησα ψυχανάλυση, όπου ήτανε, αφού ήμουν με τον […], λοιπόν, τον είχα γνωρίσει, όπου δεν πήγαινε άλλο πια. Οι κρίσεις πανικού ήταν ανελέητες, η χρήση διαφόρων πραγμάτων και χαπιών και... Ήταν ανελέητο και μου λέει η τότε κολλητή μου: «Άννα, τέλος», μου είπε, «πήγαινε εκεί». Αυτή με έχει αναλάβει, όταν πέρναγα το κομμάτι ανορεξίας, είναι ψυχαναλύτρια. Την εμπιστευόμουνα πάρα πολύ, την τότε κολλητή μου, γιατί ήτανε κι εκείνη... Σπούδαζε ψυχολογία στο ΕΚΠΑ, οπότε...

Β.Σ.:

Μπορεί να το ανέφερες πριν και να μου διέφυγε. Τα Lexotanil και τα Cipralex–

Άννα:

Ναι.

Β.Σ.:

Στην αρχή ποιος τα είχε γράψει;

Άννα:

Μία ψυχίατρος, η οποία ήτανε κιόλας...Αχ! Ήταν κι αυτό ένα πολύ περίεργο κομμάτι, γιατί εγώ πήγα σ’ αυτή την ψυχίατρο, η οποία ήταν κοντά στο Μικρολίμανο, μου την είχε προτείνει μία πάρα πολύ καλή μου φίλη, η οποία είχε κατάθλιψη και είχε θέμα κι αυτή. Αλλά εγώ δεν είχα την οικονομική δυνατότητα και ούτε με στήριζε η μητέρα μου σε αυτό, να βλέπω ψυχολόγο και ψυχίατρο. Ποια περίοδο ήταν αυτή τώρα; Δεν θυμάμαι πόσο χρονών ήμουνα, λίγο πριν τον Γιώργο. Και μου είπε το ότι: «Αυτή είναι στο Τζάνειο νοσοκομείο, στην ψυχιατρική πτέρυγα, οπότε μπορούμε να κλείνουμε ραντεβού και να κάνουμε εκεί πέρα ψυχοθεραπεία». Θέλεις να σου πω ότι ήμουνα σ’ αυτή την πτέρυγα τρεις ώρες, μία φορά την εβδομάδα, για να περιμένω να κάνω την ψυχοθεραπεία μου, και δεν καταλαβαίνεις τι έβλεπα. Δεν καταλαβαίνεις. Δεν ξέρω αν έχεις περάσει από ψυχιατρική πτέρυγα ποτέ. Όχι στα επείγοντα, νεύρο... Αιγινήτειο, όχι εκεί. Σε ψυχιατρική πτέρυγα στο Τζάνειο, λοιπόν. Όπου έβλεπα όλους τους ανθρώπους που έχουν, ας πούμε, κάποια πολύ σοβαρά ψυχικά θέματα και διαταραχές και ερχόμουνα σε επαφή μαζί τους. Ήτανε ανθρωπολογική έρευνα αυτό που έκανα. Μ' αρέσανε κιόλας εμένα όλα αυτά τότε, αλλά ήτανε τραυματικό, ήτανε τραυματικό. Μία φορά την εβδομάδα πήγαινα εκεί για ένα χρονικό διάστημα Χ, δεν θυμάμαι πόσο και περίμενα... Γιατί δημόσιο, περιμένεις. δεν φτάνει που θα κάνεις δωρεάν ψυχοθεραπεία, θα περιμένεις τρεις ώρες με ανθρώπους με βαριά ψυχιατρικά θέματα, σχιζοφρένεια, μανιοκατάθλιψη, ψυχωσικά επεισόδια, ναρκωμένοι. Φωνάζανε, μου μιλούσανε, ερχόντουσαν να μου μιλήσουν. Εγώ συνήθως έβγαινα έξω να κάνω το τσιγάρο μου και με περνάνε από πίσω, Παναγία μου, ήταν λίγο creepy, αλλά είχα κάνει και κάποιες γνωριμίες πολύ ενδιαφέρουσες εκεί, γιατί γενικότερα μ' αρέσει πολύ να κοιτάω τους ανθρώπους και να τους... Να τους μελετάω. Μου αρέσει πολύ αυτό, είναι το χόμπι μου. Ωραίο χόμπι έχω. Οπότε... Συγγνώμη, χτύπησε λίγο το κινητό. Οπότε, λοιπόν, δεν ήταν ότι υπήρχε μόνο το κομμάτι της φρίκης, υπήρχε και ένα ενδιαφέρον πραγματικό για αυτούς τους ανθρώπους. Και ξέρεις κάτι; Δεν απέχουμε και πολύ από όλο αυτό. Εγώ τουλάχιστον εκείνη την περίοδο μπορώ να πω το ότι πολλά κομμάτια μου ταυτιζόντουσαν με τις φωνές που άκουγα, δηλαδή χτυπάγανε στην ψυχούλα μου. Ουρλιαχτά, φωνές... Ήτανε... Ήθελα να τα βγάλω και εγώ και απλά ένα κοινωνικό πλαίσιο δεν σε αφήνει, γιατί θα σε... Θα σε πούνε... Ξέρεις πώς; –Not political correct this– Τρελό. Αλλά κι εσύ δεν έχεις νιώσει πολλές φορές να θες να φωνάξεις, να πεις τις τρέλες σου; Οπότε, δεν φοβόμουνα τόσο, αλλά ήτανε τραυματικό παρ’ όλα αυτά, γιατί ήμουνα πιτσιρίκι και γιατί άλλο να το ακούς και να λες ότι: «Α, είναι και κάποιοι άνθρωποι στο ψυχιατρείο και ναι, μπορείς... Πω, πω, μπορείς να φτάσεις και σε αυτό το σημείο». Κι άλλο να το βλέπεις και να συνυπάρχεις για κάποιες ώρες με αυτούς τους ανθρώπους. Οπότε μου τα ‘χε γράψει αυτή, λοιπόν. Είχα διαγνωστεί τότε με κατάθλιψη και ψυχαναγκαστική διαταραχή, ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή. Εντάξει, ναι. Οι διαγνώσεις πάνε και έρχονται βέβαια, έτσι; Αυτό δεν σημαίνει κάτι.

Β.Σ.:

Οι πιο έντονες αναμνήσεις σου από την αναμονή εκεί;

Άννα:

Ήταν ένας άνθρωπος, γύρω στα 50, όπου ήτανε συνέχεια ξαπλωμένος σε ένα... Αυτούς τους καναπέδες αναμονής. Δεν ήταν ακριβώς καναπέδες, καρέκλες, σαν παγκάκια, ας πούμε, κάπως έτσι και με κοιτούσε συνέχεια, πολύ εμμονικά. Την τρίτη φορά, νομίζω, που πήγα, έρχεται και μου ζητάει αναπτήρα και του δίνω αναπτήρα, του λέω: «Εννοείται, έχω αναπτήρα». Του δίνω αναπτήρα και μου λέει: «Αχ, δεν έχω τσιγάρο» και του λέω: «Θέλεις να σου στρίψω και ένα τσιγάρο;» και μου λέει: «Αν μπορείς». Του στρίβω ένα τσιγάρο και του το δίνω και μου λέει: «Δεν καπνίζω» και του λέω: «Θέλεις να, να μου τα δώσεις τότε», ξέρω γω. Και μου κάνει: «Όχι» και λέω: «Εντάξει, κράτα τα». Πηγαίνει, λοιπόν, πίσω στον καναπέ και συνέχισε να με κοιτάει πάρα πολύ και έρχεται δίπλα μου ξανά και μου δίνει τον αναπτήρα και κρατάει το τσιγάρο. Δεν ξέρω τι το είχε κάνει και μου λέει: «Ορίστε» και λέει: «Είσαι πάρα πολύ όμορφη, Άννα» και σκαλώνω, γιατί δεν ήξερα πού ξέρει το όνομά μου. Δεν είχαμε συστηθεί ποτέ. Μάλλον, αυτός το έχει ακούσει, όταν έβγαινε ψυχίατρος και μου έλεγε: «Άννα, πέρνα μέσα». Και γυρνάω και λέω εγώ: «Σας ευχαριστώ πάρα πολύ» και όλα τα σχετικά. Και μου λέει: «Μπορείς να μου ξαναδώσεις τον αναπτήρα;» και του λέω: «Ναι». Πολλή πλάκα, καθόλου τρομακτικό, αλλά εκείνη τη στιγμή είναι και λίγο. Και... Και ανάβει το τσιγάρο. Βγάζει το τσιγάρο και ανάβει το τσιγάρο και λέω: «Τώρα αυτός ο άνθρωπος δεν κάπνιζε ποτέ; Ευθύνομαι που ξεκίνησε το κάπνισμα; Θα με δέσουνε; Θα με σκοτώσουνε; Θα με βρει έξω; Θα με σκοτώσει; Τι θα κάνει;». Ήτανε μία και αστεία αλλά και τρομακτικό ταυτόχρονα. Μία παράνοια, μία παράνοια και δεν την είχα καθόλου ανάγκη εκείνη την περίοδο της ζωής μου. Κράτησε το τσιγάρο, όπως το κρατάει είναι καπνιστής, δηλαδή απλά μία παράνοια, Βασίλη, τέλος πάντων. Αυτή ήταν η πιο έντονη ανάμνηση, το βλέμμα αυτού του ανθρώπου, η εμμονή που είχε με το να με κοιτάζει. Ήταν πολύ έντονο το βλέμμα του, πολύ έντονο και [01:30:00]πολύ έντονα αυτά που έλεγε. Δηλαδή, το «δεν καπνίζω» δεν είναι... Δεν είναι όπως θα ακούσεις έναν άνθρωπο εκτός από αυτό να σ’ το λέει: «Δεν καπνίζω». Ήτανε πολύ... Ήταν πολύ σημαντικό για εκείνον αυτό που έλεγε: «Δεν καπνίζω» και μετά ανάβει το τσιγάρο. Μία θεατρική πράξη ήταν αυτό. Πραγματικά, ένα συμβάν υπήρχε εκεί, άναψε τσιγάρο. «Φταίω για όλα. Εύχομαι ο καπνός να μην έχει και τίποτα περίεργο μέσα», κάπως έτσι αισθανόμουνα εκείνη τη στιγμή. Ναι, αυτή ήταν η πιο έντονη ανάμνηση που είχα και η πιο έντονη επαφή, δηλαδή, υπήρχε διάλογος, ο όποιος φαινότανε πολύ πραγματικός, αλλά είχε μέσα το κομμάτι της παράνοιας. Ξεκίνησε δηλαδή με ένα πολύ απλό τρόπο: «Έχεις αναπτήρα;» και όλο αυτό πήγε αλλού.

Β.Σ.:

Μου είπες πριν ότι αυτοί οι άνθρωποι κάπως ακούμπαγαν σε αυτό που ήθελες να εκφράσεις και εσύ. Ούσα, λοιπόν, σε μία τέτοια ψυχολογική κατάσταση, αν θες, μπορείς να μου πεις περισσότερο πώς ένιωθες, βλέποντας τους;

Άννα:

Ένιωθα θυμό, γιατί, ενώ υπήρχε αυτή η ταύτιση, έβλεπα τις συνθήκες στις οποίες ζουν, γιατί μία ψυχιατρική πτέρυγα δεν είναι καθόλου όμορφη και ένιωθα πάρα πολύ θυμό. Ένα συναίσθημα, το οποίο το είχα καταπιέσει πολύ και ακόμα το καταπιέζω το συναίσθημα του θυμού, είναι πολύ χαμηλά το θυμικό κομμάτι σε μένα και ένιωθα θυμό για άλλους ανθρώπους. Αντιπροσώπευα, δηλαδή, με το συναίσθημα του θυμού ένα άλλο σύνολο, το οποίο είναι πολύ μακριά, ας πούμε, από εμάς και αισθανόμουνα και πολύ το κομμάτι της συμπόνιας, σκεπτόμενη το ότι οποιοσδήποτε μπορεί να είναι... Να έρθει τη θέση. Είναι μια πολύ λεπτή γραμμή, που μας διαχωρίζει από αυτό. Αυτό μπορώ να σου πω, το ότι αισθανόμουνα πολύ θυμό για τον τρόπο που ζουν αυτοί οι άνθρωποι εκεί μέσα, με τον τρόπο που τους μιλούσαν, που τους αγνοούσαν, από τα δωμάτια τα οποία... Ας πούμε, κάποια δωμάτια, επειδή ήταν ανοιχτά, αν ήμουν στον διάδρομο και περίμενα έβλεπα πώς είναι μέσα. Μιλάμε για πολλή βρωμιά, μιλάμε για καθόλου χρώμα, ένα ψυχρό λευκό και όχι φρεσκοβαμμένο λευκό. Ναι, δεν ξέρω... Δηλαδή και έναν άνθρωπο, όταν δεν έχει φτάσει σε αυτό το σημείο, να τον πάρεις να τον βάλεις εκεί μέσα, δεν... Δεν είναι συνθήκες αυτές για να μένουν άνθρωποι με τέτοια ψυχικά θέματα, προβλήματα. Πόσο μάλλον ένας άνθρωπος χωρίς αυτά τα... Χωρίς να έχει φτάσει σε αυτό το σημείο, οργανικά.

Β.Σ.:

Περιμένοντας εκεί, φοβήθηκες κάποια στιγμή ότι μπορεί κι εσύ να–

Άννα:

Να φτάσω σ’ αυτό το σημείο; Οποιοσδήποτε άνθρωπος θα το σκεφτεί αυτό. Όταν περιμένεις σε μία τέτοια πτέρυγα, οποιοσδήποτε. Ναι, το σκέφτηκα και θεωρώ το ότι οποιοσδήποτε άνθρωπος, όταν έρχεται σε επαφή με αυτό, ακόμα και οι ίδιοι οι ψυχίατροι, επειδή, ας πούμε, η συγκάτοικός μου έχει κάνει την πρακτική της στο Δρομοκαΐτειο, που είναι, είναι επιστήμονας, το έχουμε συζητήσει πολλές φορές αυτό και με φίλους και με... Ότι φτάνεις στο σημείο να το σκεφτείς αυτό, ναι. Όταν έρχεσαι σε επαφή με αυτόν τον χώρο, λες ότι είναι: «Είναι μία πολύ λεπτή γραμμή που σε διαχωρίζει από αυτό. Από το σπίτι σου, με την πτέρυγα μίας ψυχιατρικής κλινικής ή νοσοκομείου», γιατί όλοι έχουμε προβλήματα και όταν έχεις φτάσει στο σημείο να έχεις κρίσεις πανικού, το οποίο μοιάζει πάρα πολύ... Βγαίνεις τελείως εκτός ορίων, λες: «Αυτό αν κρατήσει για πάντα; Πώς θα είμαι;». Αν αυτό το... Το θέμα του «επείγει»... Γιατί στην κρίση πανικού όλο σου το σώμα έχει βαράει: «Επείγει, επείγει. Επείγει να γίνει κάτι». Αν υπάρχει μία μονιμότητα σε αυτό το επείγει; Στο επείγον; Φτάνεις σ’ αυτό το σημείο. Τουλάχιστον, έτσι εγώ το έχω στο μυαλό μου. Και επίσης οι άνθρωποι που παθαίνουν κρίσεις πανικού έχουνε και το κομμάτι... Εκτός απ’ το ότι: «Θα πεθάνω», ο φόβος του: «Θα πεθάνω», είναι ο φόβος του: «Τρελαίνομαι». Οπότε ταυτίζεσαι και όταν έχεις μπει σε αυτό, έχεις περάσει, δηλαδή, και την διαδικασία των κρίσεων. Τα ψυχωσικά, με ναρκωτικές ουσίες είναι πάλι εκεί. Λες: «Θα συνέλθω; Θα υπάρξει αυτό; Αν ξανατύχει μόνο του;» και με το χόρτο και με τα ψυχεδελικά, που έχω κάνει, παρερμηνεύεις όλη την πραγματικότητα. Πραγματικότητα, αυτή την οποία, τέλος πάντων, σου πλασάρουν και πλασάρεις κι εσύ στον εαυτό σου σαν πραγματικότητα, και λες ότι: «Αν αυτό υπάρχει, μπορεί να συμβεί μόνιμα. Είμαι και εγώ σ’ αυτούς. Συγκαταλέγομαι στο ίδιο κομμάτι». Οπότε, ναι, μου έχει περάσει πολλές φορές από το μυαλό το ότι μπορεί να είμαι και εγώ εδώ κάποια στιγμή και αυτό δεν σου φεύγει κιόλας. Δηλαδή μπορεί να γίνει οποιαδήποτε στιγμή. Και μέσα στο ΚΕΘΕΑ είδα ανθρώπους που πάθανε σχιζοφρένεια, ενώ είχαν καθαρίσει. Έχω ένα πολύ καλό μου φίλο, ο όποιος καθάρισε και μετά από ένα χρόνο έπαθε σχιζοφρένεια. Οπότε, όταν κάπως λίγο παίζεις και με τη τύχη σου... Δηλαδή το να κάνει ένας άνθρωπος ψυχεδελικό ναρκωτικό μπορεί να ακούγεται πολύ cool, αλλά δεν είναι, δεν είναι. Δεν υπάρχει επαναφορά νομίζω, πλήρη επαναφορά. Έχεις πάντα το αίσθημα ότι: «Εγώ τότε που έκανα χρήση LSD, είχα σκεφτεί κι αυτό, είχα δει και αυτό». Σου ανοίγει κάτι, κάτι ανοίγει πιστεύω σε όλους. Τουλάχιστον σε αυτούς που έχω συζητήσει και είχαμε, ας πούμε, κοινά βιώματα με αυτές τις ναρκωτικές ουσίες. Είναι πολύ λεπτές οι γραμμές που σε διαχωρίζουν από την... Από μία τέτοια ψυχική πάθηση.

Β.Σ.:

Την περίοδο, λοιπόν, που έπαιρνες Lexotanil, Cipralex, διάφορα οπιούχα, όπως μου είπες.

Άννα:

Ναι, τα οποία δεν ξέρω πώς λέγονται. Θα τα ψάξω κάποια στιγμή, Βασίλη. Θα σ’ τα πω.

Β.Σ.:

Και έπινες και πολύ αλκοόλ.

Άννα:

Ναι, ναι, ναι. Μαζί όλα αυτά.

Β.Σ.:

Μπορείς να μου περιγράψεις μία απλή μέρα σου;

Άννα:

Ναι. Από τις high μέρες μου εννοείς, έτσι; Από όταν ήμουνα στα πολύ ντουζένια μου με όλα αυτά; Λοιπόν, κατά βάση ξενυχτούσα, γιατί ήτανε και η δουλειά μου αυτή. Οπότε, επειδή δούλευα στο μπαρ, ξυπνούσα μεσημεράκι, γύρω στις δύο. Έκανα πάντα το τσιγάρο μου, το πρωινό, χωρίς καφέ, χωρίς τίποτα. Μετά έπαιρνα καφέ, έπινα λίγο καφέ και μετά από δύο ώρες άρχιζα να έχω επαφή με τον κόσμο και ξεκίναγα... Έβαζα... Θα έτρωγα κάτι και θα έβαζα να πιώ το πρώτο ποτό της ημέρας. Μέσα σε αυτό το διάστημα, αν έβλεπα κόσμο, αν χρειαζότανε να δω κόσμο έπρεπε να πάρω ηρεμιστικό, έπρεπε να πάρω Lexotanil, γιατί αλλιώς δεν μπορούσα να δω κόσμο. Με άγχωνε πάρα πολύ, οπότε έσπαγα μισό Lexotanil των 3 και το έπαιρνα. Κατά την διαδικασία, ας πούμε, το αν θα 'βλεπα κόσμο ή το οτιδήποτε ή αν ήμουνα στη δουλειά... Σου λέω μία μέρα που θα είχα ρεπό, ωραία; Συνήθως, βρισκόμουνα με φίλους, μία από εδώ μία από 'κει, και στη διαδικασία, στη διάρκεια του καφέ ή του οτιδήποτε θα έπαιρνα και το άλλο μισό και συνέχιζα να πίνω σταδιακά, μέχρι να ξανακοιμηθώ. Δηλαδή, δεν ήταν ότι γινόμουνα σκατά από το πρωί, απλά είχα από το πρωί επαφή με το αλκοόλ, γουλίτσα-γουλίτσα, λάου-λάου. Όπου ναι, εκεί μετά τις 23:00 με 00:00 η ώρα τη νύχτα αυτό έχει αρχίσει να έχει μία πιο έντονη... Μία ένταση και ξεκίναγα να πίνω και ταυτόχρονα, ας πούμε, όταν κάτι με αγχώνει ή με στρέσαρε, έπαιρνα... Έπαιρνα Lexotanil. Τώρα, ο συνδυασμός Lexotanil με αλκοόλ ήτανε... Ήτανε σε μεγάλο χρονικό διάστημα, κράτησε αυτό. Τώρα, τα οπιούχα, το να πάρω παραπάνω Lexotanil, το να πάρω MD, το να πάρω κάποιες άλλες ναρκωτικές ουσίες από δω από εκεί, ερχόταν όταν υπήρχε... Ήταν η special μέρα, special event που λέμε. Όταν υπήρχαν αυτά τα special events, θα τα συνδύαζα και όλα αυτά θα είχανε μία [01:40:00]κλιμάκωση και στην ένταση του πόσο πίνω και με πώς τα συνδυάζω, έτσι ώστε να είμαι διασκεδαστική, να διασκεδάζω τους γύρω μου, να περνάω καλά, να μην παθαίνω κρίσεις άγχους, επειδή είμαι με κόσμο σε μαγαζιά από δω από 'κει, γιατί γενικότερα δεν είχα πολύ καλή επαφή με τον κόσμο, με φόβιζε η σκέψη, τ’ ότι βρίσκομαι σε μέρος με πάρα πολύ κόσμο. Αυτό ακόμα το έχω, μια μικρή αγοραφοβία, τέλος πάντων. Αλλά πλέον αποφεύγω κιόλας να έρχομαι σε επαφή με πολύ κόσμο. Χάνεται λίγο το μυαλό μου, μωρέ, όταν υπάρχουν αυτές οι κοινωνικές συναναστροφές, και έφτανα σχεδόν κάθε φορά στο σημείο να μην μπορώ να πιώ άλλο. Οπότε να κοιμάμαι και πάλι ξυπνούσα το πρωί και έκανα τσιγάρο και αναλόγως με το τι είχα να κάνω, υπήρχε πάντα ο συνδυασμός: «Στρεσάρομαι; Αλκοόλ». «Στρεσάρομαι παραπάνω; Lexotanil». Όταν στρεσαριζόμουνα πολύ, σου λέω, είχα φτάσει να παίρνω αρκετή δόση Lexotanil. Υπήρχε μία πολύ εσωτερική εγρήγορση, δηλαδή ο παλμός μου ήτανε πάντα στα 100-110. Δηλαδή υπήρχε μία εσωτερική ταραχή. Και αμφεταμίνες έπαιρνα. Οι αμφεταμίνες με βοηθήσουνε πολύ στη συγκέντρωση, στο κομμάτι το ότι τώρα είμαι εδώ, στο εδώ και τώρα, ότι μπορώ να επικοινωνήσω καλύτερα με ανθρώπους, γιατί είχα πάντα αυτό το... Είχα πάντα αυτή την ανασφάλεια, το ότι δεν μπορώ να επικοινωνήσω με άλλους ανθρώπους. Δεν μπορώ να μιλήσω, δεν μπορώ να... Και θεωρώ ότι γι’ αυτό το... Γι’ αυτό τα ηρεμιστικά δεν με... Δεν υπήρχε πλήρης καταστολή. Υπήρχε καταστολή, εγώ το είχα τελείως διαφορετικό στο μυαλό μου από ό,τι με βλέπανε, σίγουρα, γιατί σε κάποια φάση με βλέπανε κιόλας να σερνόμουνα, σερνόμουνα, σερνόμουνα. Νύσταζα, μπορεί να... Σου λέω μπορεί να κοιμόμουνα μισή ώρα και να ξαναξυπνούσα, τέτοια πράγματα. Όπου με άφηνες, κοιμόμουν λίγο, ξυπνούσα. Αλλά εγώ δεν αισθανόμουνα ότι: «Πω, πω, βαριά κεφάλια» και το ένα και το άλλο. Υπήρχε ένας εθισμός στα ηρεμιστικά σε συνδυασμό με το ποτό, υπήρχε ένας εθισμός. Πολλές φορές αισθανόμουνα... Είχα πονοκεφάλους, δηλαδή πρωί... Έντονους πονοκεφάλους. Και το Deponάκι το κούμπωνα κάθε μέρα σχεδόν. Μέχρι που... Αυτό. Όταν άρχισα να τρέχω στα νοσοκομεία γι’ αυτό το λόγο... Δηλητηρίαση. Είναι... Έτσι μου το είπανε, δηλητηρίαση. Τώρα, τι να σου πω; Και το στομάχι μου αντιμετώπιζε θέματα. Δηλαδή υπήρχανε όλα αυτά, δεν ήτανε... Δεν ήτανε γλυκά πλέον, όταν είχα φτάσει σε αυτό το σημείο. Ήμουνα σε μία μόνιμη ταραχή και μία μόνιμη ανακούφιση μέσω αυτού του συνδυασμού, αλκοόλ-ηρεμιστικά, και μετά μπορεί να έπαιρνα και κάτι, για να το ντοπαρίζομαι. Ναι. Οι αμφεταμίνες με ντοπάριζαν πολύ και το MD. Δεν έχω κάνει πολλές φορές χρήση MD βέβαια. Θυμάμαι ότι με φόβιζε λίγο αυτό, γιατί υπήρχε πάλι μία ταχυκαρδία, την είχα μόνιμα εγώ αυτή την ταχυκαρδία. Έπρεπε να πέσει. Πάλι καλά που δεν δοκίμασα κοκαΐνη, πιστεύω. Ναι. Ναι, υπήρχε μεγάλη ταραχή. Αυτή ήταν η καθημερινότητά μου στα high μου. Στα όχι high μου μπορώ να σου περιγράψω ότι με το που έπεφτε ο ήλιος, ζούσα. Δηλαδή πρωί: «Καφέ», σερνόμουνα και με το που έπεφτε ο ήλιος, με το που έδυε, κάναμε το πάρτι των Αφρικανών, μαζευόμασταν γύρω από ένα Famous και χορεύαμε το χορό του Famous Grande. Και υπήρχε το κομμάτι του ότι ξεκινάμε να πίνουμε και τα λέμε και: «Τι cool. Τι ωραία». Οπότε ναι, πριν από την φάση του κοιμάμαι όλη μέρα, πέφτω, κοιμάμαι σε ένα καναπέ, μισή ώρα ύπνο, μετά σηκώνομαι, συνεχίζω να πίνω. «Ωχ, αγχώθηκα. Φέρτε μου μισό Lexotanil», ήμουνα στο mood ότι με το που έδυε ο ήλιος, εγώ πάρτι, πάρτι. Ξύπναγε, ανοίγει το μάτι μου. Άνοιγε το μάτι μου σαν γάτα και πάμε πάρτι, κάθε μέρα. Και βοηθάει πολύ και η δουλειά σε αυτό. Όταν δουλεύεις σε μπαρ, όταν δουλεύεις σε κλαμπ, σε ξεφτιλάδικα, σε, σε, σε. Να σκίσω τα πτυχία του πιάνου μου, δηλαδή, εγώ αυτή τη στιγμή. Άκουγα Τερλέγκα, χόρευα ζεϊμπέκικα, τέτοια πράγματα. Είναι η καθημερινότητα σου το πάρτι, είσαι παλιάτσος, είσαι τσαρλατάνος εκείνη τη στιγμή. Οπότε πρέπει να είσαι στα high σου, να μιλάς στο μπαρ, να μιλάς από 'δω, να χορεύεις, να... Είναι όλο αυτό. Και όταν είχαμε ρεπό, τι θα κάναμε; Θα πηγαίναμε στο μπαρ που δουλεύαμε και θα τα πίναμε, γιατί πίναμε τζάμπα.

Β.Σ.:

Κάποτε μου είχες πει ότι, αν δεν κάνω λάθος, έμαθες πιάνο, επειδή σου αρέσει ο Μπαχ.

Άννα:

Ναι, μ' αρέσει πάρα πολύ ο Μπαχ.

Β.Σ.:

Και γενικότερα νομίζω σου αρέσει η κλασική μουσική.

Άννα:

Μ' αρέσει πάρα πολύ να ακούω κλασική μουσική και μ' αρέσει να παίζω μόνο Μπαχ από κλασική μουσική, γιατί γενικότερα μπλουζ παίζω, το ξέρεις, άλλωστε.

Β.Σ.:

Εκείνη την περίοδο–

Άννα:

Ναι.

Β.Σ.:

Άκουγες κλασική μουσική;

Άννα:

Όχι. Όχι, δεν θα μπορούσα να το αντιμετωπίσω κι αυτό, πιστεύω. Η κλασική μουσική μου αρέσει, γιατί οι εναλλαγές, που γίνονται μέσα σε ένα έργο, είναι... Δέχεσαι ακραίες συναισθηματικές δονήσεις σε όλο σου το σώμα. Εκείνη την περίοδο άκουγα όλα τα απλοϊκά κομμάτια που βγαίνανε στην πιάτσα. Ναι, Βασίλη. Ήταν το μόνο πράγμα που μπορούσα να ακούσω, γιατί ήθελα κάτι το οποίο να μην ενεργοποιεί τίποτα ψυχικά, γιατί το μούδιαζα, έτσι κι αλλιώς, με ό,τι έκανα. Οπότε και η μουσική, επειδή έχει μεγάλη επιρροή πάνω μου, και όχι μόνο πάνω μου, νομίζω σε όλους τους ανθρώπους. Να φοβάσαι τους ανθρώπους, Βασίλη, που δεν τους επηρεάζει μουσική. Δεν μπορούσα να δεχθώ και αυτό το χτύπημα καθόλου, δεν ήθελα να δω τίποτα, τίποτα και η μουσική θα με έφερνε πολύ κοντά στα συναισθήματά μου, το οποίο εγώ το απέφευγα, οπότε δεν άκουγα μουσική τότε, ήμουνα... Δεν άκουγα μουσική καθόλου. Καταλαβαίνεις τι εννοώ μουσική, έτσι;

Β.Σ.:

Έπαιζες, όμως;

Άννα:

Όχι. Έπαιζα μόνο, για να διαβάσω, για να βγάλω το πτυχίο μου και το δίπλωμα μου. Όταν έπαιζα, ερχόμουνα σε μία επαφή, εννοείται, με τη μουσική και πάλι αυτό το κομμάτι προσπαθούσα, όσο γινότανε, όσο περνούσε από το χέρι μου, να μην είμαι εκεί την ώρα που το έκανα, δηλαδή έπαιζα, ενώ έπινα. Κατάλαβες; Διάβαζα και έπινα ταυτόχρονα.

Β.Σ.:

Οπότε, αν το αντιλαμβάνομαι σωστά –διόρθωσέ με, αν κάνω λάθος–, όταν έπαιζες, δεν σε επηρέαζε αυτό. Δεν σε επηρέασε ο ήχος.

Άννα:

Με επηρέαζε, αλλά έκανα τα πάντα, για να μην συμβαίνει αυτό. Με επηρέαζε ο ήχος, ναι, με επηρέαζε. Εκνευριζόμουνα, μου βγαίνουνε συναισθήματα, όταν δεν έβγαζα κάτι ή όταν το έβγαζα, το έπαιζα και το ξαναέπαιζα, γιατί κάτι άγγιζε και μετά έμπαινα πολύ μέσα σε αυτό, όταν έβγαινε ένα κομμάτι ή ένα μέρος ενός κομματιού, το έπαιζα και το ξανάπαιζα και προσπαθούσα μέσα από αυτό κάτι να ενεργοποιηθεί. Αλλά μετά το πάγωνα ταυτόχρονα, κατάλαβες; Ο Μπαχ ήταν, είναι και θα είναι, πιστεύω, ο αγαπημένος μου συνθέτης, γιατί σε αντίθεση με την απλοϊκότητα, ο Μπαχ έχει την απλότητα. Είναι μαθηματικά, είναι ένα, δύο, τρία, τέσσερα, το οποίο με βοηθάει πάρα πολύ να σκέφτομαι το ότι υπάρχει και η απλότητα. δεν χρειάζεται πεντάλ, δηλαδή ένα κομμάτι του Μπαχ δεν χρειάζεται να το νιώθεις. Αυτό που έχουνε οι πιο ρομαντικοί σύνθετες. Ο Μπετόβεν που ήτανε μεταξύ κλασικής και ρομαντικής περιόδου... Κάπως, λίγο, μέσα σε αυτό, ένας παραπάνω συναισθηματικός παλμός. Ο Μπαχ ήτανε: «Πάρε αυτό. Παίξ 'το. Πάμε. Practice, practice, practice» Έχουνε βγει πολλά memes, ξέρω γω, που δείχνει το Μπαχ και λέει: «Practice», το οποίο για μένα είναι... Είναι ένα σημείο το οποίο με αγγίζει πολύ, γιατί θεωρώ ότι τα πράγματα έχουν και μία απλότητα και η απλότητα μου αρέσει πάρα πολύ και στους ανθρώπους και στη ζωή, τ’ ότι είναι αυτό, πάρ’ το και λύσ’ το, παίξ’ το και κοίτα πόσο ωραία ακούγεται. Και μου άρεσε από μικρή ο Μπαχ, [01:50:00]θέλω να σου πω, κι αυτή η αυστηρότητα που έβγαζε. Αυτό. Τώρα δεν παίζω Μπαχ βέβαια. Αν κάτσω να βγάλω κάτι κλασικό, θα είναι Μπαχ. Δεν μπορώ Σοπέν, δεν μπορώ Μπετόβεν, δεν μπορώ, δεν μπορώ, δεν μπορώ. Μ' αρέσει να ακούω, αλλά είμαι σε φάση: «Όχι, δεν θα το παίξω. Πάμε Μπαχ. Μία Toccata».

Β.Σ.:

Όταν δούλευες στα μπαρ, που λες, και έπαιρνες αυτά τα χάπια και έπινες, κατάφερες να μη σκέφτεσαι;

Άννα:

Ναι. Κατάφερνα να μη σκέφτομαι. Αυτό το κατάφερνα πάρα πολύ καλά.

Β.Σ.:

Κάποια στιγμή, πριν δύο χρόνια; Μου είχες πει ότι... Κάτι για τον Μπαχ μου έλεγες, γυρνάς και μου λες... Δεν ξέρω αν το θυμάσαι, γιατί, ότι: «Είναι απαλό, είναι...», δεν ξέρω πώς να το πω, «είναι το ευαίσθητο πράγμα αυτό, που είναι και ουσιώδες», για σένα, νομίζω, μου το έλεγες.

Άννα:

δεν θυμάμαι τώρα τι είχα ακούσει, τι... Πώς μου τα είχε σκάσει όλο αυτό. Νομίζω το ότι απλά όσοι ακούσουνε αυτή την κατάθεση τώρα, που κάνω, να βάλουν λίγο Μπαχ και θα καταλάβουμε. Δηλαδή, είναι κάτι πολύ προσωπικό. Ενώ είναι απαλό και το πιστεύω το ότι είναι απαλό, όχι ο Μπαχ, ούτε οι συνθέσεις του Μπαχ, ούτε απλές είναι οι συνθέσεις του Μπαχ, ο Μπαχ είναι ό,τι πιο περίπλοκο. Έχει... Είναι και πολύ επιβλητικό. Επίσης, οι εναλλαγές που γίνονται μέσα στο... Από ένα πρελούδιο σε μια φούγκα, ας πούμε, έχουν μία κοινή βάση και πάλι. Δηλαδή, θα γίνουν εναλλαγές, υπάρχουν πολλά συναισθήματα, αλλά είναι πολύ δομημένο. Ξέρει πού το πάει ο τύπος, όχι ότι οι άλλοι συνθέτες δεν ξέραν πού το πάνε, είναι όλο μελετημένο. Πίστεψέ με, πολύ μελετημένο. Υπάρχει πολλή αρμονία μέσα σε αυτό και πολλοί κανόνες, αλλά οι εναλλαγές έρχονται πιο απαλά, έρχονται με πιο ήρεμο τρόπο, κάτι το οποίο δεν συνέβαινε στη ζωή μου, ερχόντουσαν οι εναλλαγές πολύ απότομα και πολύ βίαια. Στον Μπαχ, ενώ είναι βίαιο το αποτέλεσμα, σε προειδοποιεί από την αρχή, ότι: «Αφού ξεκίνησα έτσι, ξέρεις πού θα πάει». Κάτι το οποίο δεν το έχουνε... Στα δικά μου αυτιά, έτσι; Αν με ακούει κανένας μουσικός μπορεί να με κλείσει αυτή τη στιγμή, βάλτε με σε mute. Σύνθετες άλλοι, και που έχω παίξει και έχω ακούσει, έχουνε λίγο... Από εκεί πέρα στο pianissimo να το πάνε φορτσάτο και να κάνει ένα: «Τα, τα» κι εγώ εκείνη τη στιγμή, πώς να το κάνουμε; Αιφνιδιάζομαι. Ο Μπαχ, λοιπόν, έχει συμπεριφερθεί πιο τρυφερά την ψυχή μου. Δεν ξέρω αν επιτρέπεται να βάλουμε κάτι, αν υπάρχουν πνευματικά δικαιώματα. Να δούμε και ακριβώς... Άμα θέλεις να το κόψεις, το κόβεις, αλλά να δούμε πώς ξεκινάει και... Θα βάλω την αρχή και πώς καταλήγει. Δεν θα σε εντυπωσιάσει τόσο. Θα βάλουμε το αγαπημένο μου του Μπαχ και το πιο πιασάρικο, θα πω. «Toccata σε ρε μινόρε». Είναι ό,τι πιο...

Β.Σ.:

Αν σου ζητούσα να το παίξεις εσύ;

Άννα:

Το συγκεκριμένο δεν το θυμάμαι αυτή τη στιγμή να το παίξω.

Β.Σ.:

Δεν το είπα και εγώ πριν σωστά. Όταν έλεγες απαλό εννοούσες ότι έρχεσαι σε επαφή με... Τον εαυτό σου βαθιά, αλλά με έναν τρυφερό τρόπο.

Άννα:

Ναι.

Β.Σ.:

Μέσα σε αυτή την περίοδο, που έπινες, που ήτανε τα χάπια, υπήρχε κάποιου είδους πράγμα, αν θες, που άγγιζε το μέσα σου με αυτό τον τρόπο ή δεν ήθελες να έρχεσαι σε επαφή με αυτό.

Άννα:

Καθόλου σε επαφή με αυτό. Όταν έπινα, δεν ερχόμουν καθόλου σε επαφή με αυτό ούτε απαλά ούτε πιο βίαια. Γι’ αυτό έπινα και αυτό είναι αυτό που θέλω σήμερα να πω και να περάσω, το ότι ο λόγος που πίνουνε οι άνθρωποι είναι, για μην έρθουν σε επαφή με κάτι, πολύ δικό τους. Δεν θέλω να το γενικοποιώ, υπάρχουν κι άλλοι λόγοι που πίνουνε οι άνθρωποι και ούτε να γίνει ο λόγος μου νόμος και: «Έτσι είναι τα πράγματα». Άλλωστε αυτά είναι πολύ προσωπικά και πολύ ευαίσθητα θέματα για το... Για ποιο λόγο πίνει ο κάθε άνθρωπος. Αλλά για εμένα μπορώ να μιλήσω και για ανθρώπους που ήρθα σε επαφή με το κομμάτι της απεξάρτησης. Αυτό που είδα από την δική μου εμπειρία είναι ότι οι άνθρωποι πίνουν, πίναν, γιατί φοβούνται να έρθουν σε επαφή με διάφορα θέματα, τα οποία έχουν βιώσει, είναι βιώματα αυτά. Είναι καταθέσεις, όπως η σημερινή. Αυτό.

Β.Σ.:

Με τον Γιώργο, γιατί δεν τράβηξε;

Άννα:

Γιατί εγώ ήθελα να έχω επαφή με το παιδί του, αλλά ήταν δικό του. Θέλω να πω το ότι η σχέση μου με τον Γιώργο ήτανε ίσως η σχέση που ήθελα να έχω με ένα παιδί, το οποίο εγώ δεν κατάφερα να... Δεν έφερα εγώ στη ζωή. Και, όταν συνειδητοποίησα ότι αυτό το παιδί είναι μιας άλλης γυναίκας και ενός άλλου ανθρώπου, δεν είναι δικό μου, δεν είχα να κάνω κάτι με τον Γιώργο. Δεν ήμουν ερωτευμένη με τον Γιώργο, δεν ήμουνα σε φάση να εμπλακώ συναισθηματικά με κανέναν άνθρωπο ερωτικά. Οπότε ναι, ίσως και εγώ μπορώ να πω το ότι χρησιμοποίησα μετά από ένα σημείο έναν άνθρωπο, για να έρχομαι σε επαφή με αυτό το τρυφερό κομμάτι, το κομμάτι της... Το κομμάτι, το να είσαι γονιός. Γι’ αυτό σου είπα ότι όταν ερχότανε το παιδί, δεν έπινα, ήμουνα εκεί. Ήταν η επαφή που είχα εγώ με το μικρό και συνειδητοποίησα ότι είναι κάτι το οποίο δεν είναι δική μου ευθύνη. Πόνεσα πάρα πολύ, όταν χώρισα με τον Γιώργο, γιατί χώρισα με το παιδί του, το οποίο με αγαπούσε πάρα πολύ απ' ό,τι φαινότανε, με συμπαθούσα και τον συμπαθούσα και εγώ πάρα πολύ. Οπότε κάποια στιγμή είπα ότι: «Το δικό σου παιδί, δεν γεννήθηκε, δεν θα γεννηθεί ακόμα. Οπότε φύγε, φύγε και κάνε εσύ τη δική σου ζωή». Έχω κρατήσει ακόμη κρατήσει κάτι καλτσάκια του, εν τω μεταξύ. Ναι.

Β.Σ.:

Έχεις πια επαφή με τον Γιώργο;

Άννα:

Όχι, καμία. Δεν ξέρω. Το παιδί του τώρα θα είναι... Μεγαλώνει.

Β.Σ.:

Και φτάνουμε, λοιπόν, στο σημείο που εσύ θέλεις να κάνεις μία μπάντα και–

Άννα:

Μεγάλα όνειρα.

Β.Σ.:

Και βρίσκεις τον […]. Θυμάσαι πότε γνωριστήκατε; Πότε τα φτιάξατε; Συγγνώμη.

Άννα:

13 Μαρτίου του 2018. '18; '18, ναι. Έναν χρόνο μετά τους Depeche Mode.

Β.Σ.:

Kαι [...] ήταν ήδη σε ένα κέντρο απεξάρτησης.

Άννα:

Στο ΚΕΘΕΑ, ήταν στο ΚΕΘΕΑ ήδη και ήτανε, νομίζω, ενάμιση χρόνο, αν κάνω λάθος καθαρός. Καθαρός; Στη διαδικασία της απεξάρτησης, γιατί, όταν μπαίνεις στο κέντρο ενημέρωσης, δεν καθαρίζεις απευθείας. Υπάρχει μία διαδικασία όπου μπορείς να πίνεις και πηγαίνεις εκεί, αλλά σου λένε το ότι υπάρχει ένα χρονικό διάστημα στο οποίο μπορείς να το κάνεις αυτό, μετά μπαίνεις στην κοινότητα. Η κοινότητα μπαίνεις, ενώ πρέπει να είσαι καθαρός, και διαρκεί περίπου, κατά προσέγγιση, δύο χρόνια, αν είσαι στην εντατική παρέμβαση. Υπάρχει και η ήπια παρέμβαση, όπου είναι για περιστασιακούς χρήστες.  Ο [...] ήτανε στην εντατική παρέμβαση, το οποίο είναι μία καθημερινή επαφή με το πρόγραμμα, πηγαίνεις κάθε μέρα εκεί πέρα για κάποιες ώρες. Δεν είναι έτσι σε όλα τα ΚΕΘΕΑ, μιλάω μόνο για τη «Διάβαση» αυτή τη στιγμή. Υπάρχουνε συγκεκριμένα όρια τα οποία κάθε άνθρωπος που έχει ή είχε θέμα με τη χρήση πρέπει να τα[02:00:00] τηρεί. Όπως, για το τι ώρα θα γυρίσεις, δεν πρέπει να πιείς αλκοόλ, κάνεις ουροληψίες. Εγώ δεν μπήκα ποτέ σε αυτή τη διαδικασία, δεν μπήκα στη διαδικασία, γιατί δεν μπήκε ποτέ στην κοινότητα, έτσι; Εγώ ήμουνα στο πρόγραμμα οικογενειακής υποστήριξης και γιατί σίγουρα το σύμπτωμα της εξάρτησης δεν ήτανε, κατά τη δική τους κρίση, κάτι το οποίο εκείνη τη στιγμή έπρεπε να αντιμετωπίσω. Μάλλον, είχε αντιμετωπιστεί ήδη, είχε μπει; Είχε δρομολογηθεί, δεν έχει αντιμετωπιστεί, είχε δρομολογηθεί. Είχα και εγώ βέβαια τα όρια να μην πίνω, να, να. Αλλά μέσα από το πρόγραμμα οικογενειακής υποστήριξης και κάπως έτσι ξεκίνησε και η επαφή μου κι εμένα με το «ΚΕΘΕΑ Διάβαση», όπου ήτανε μία πολύ ωραία εμπειρία, σκληρή, αλλά πολύ ωραία εμπειρία. Οπότε, ναι. Έκανα και εγώ την δική μου απεξάρτηση μέσω του συντρόφου μου. Μετά, πήγα και στην παρέα των αδερφών μου για τον αδερφό μου, βέβαια. Έφυγα από την παρέα των συντρόφων, στο πρόγραμμα και μπήκα στην παρέα των αδερφών. Όταν λέω «παρέα», εννοώ η οικογενειακή... Θεραπευτική ομάδα. Όπου, ναι. Για μας πηγαίναμε εκεί ουσιαστικά, δεν πηγαίνεις για τον άλλον. Πηγαίνεις με αφορμή έναν άνθρωπο που έχει θέμα με τη χρήση. Εκεί μέσα, εντάξει, δεν εκπλήσσομαι ότι υπάρχουνε και άνθρωποι που πηγαίνουνε για κάποιον άλλον και έχουνε και αυτοί θέμα με χρήση ουσιών και ούτε οι ίδιοι οι ψυχολόγοι εκπλήσσονται, γιατί, όταν υπάρχει χρήση κάπου, ψάχνεις να βρεις και πού αλλού υπάρχει. Αυτά είναι λίγο αλληλένδετα, δηλαδή αν κάνει ο αδερφός σου χρήση ναρκωτικών ουσιών, δεν απέχεις πολύ από αυτό, γιατί έχεις μία κοινή πορεία και αν δεν έχεις κάνει εσύ ποτέ και ο αδερφός σου κάνει, πάλι σε επηρεάζει άμεσα. Το έχουμε συζητήσει, νομίζω, αυτό και σε προσωπικές μας κουβέντες, που έχουμε κάνει, ότι σε επηρεάζει η χρήση. Η εξάρτηση είναι σαν ένα χταπόδι με τόσα πλοκάμια, τα οποία, ας πούμε, ακουμπάνε παντού. Αυτό.

Β.Σ.:

Μου είχες αναφέρει κάποτε ότι ο […] ήτανε σ’ ένα πολύ... δεν θυμάμαι το όνομα, σε ένα πολύ αυστηρό πρόγραμμα και οι θεραπευόμενοί του...

Άννα:

Οι θεραπευτές του;

Β.Σ.:

Ναι.

Άννα:

Ναι, ναι, ναι.

Β.Σ.:

Σας είχανε δει έξω.

Άννα:

Λοιπόν, ο […] εκείνη την περίοδο... δεν φταίει το πρόγραμμα, να τα πούμε αυτά, εκείνη την περίοδο είχε σπάσει ένα όριο. Δεν θέλω τώρα να πω ποιο όριο, δεν είχε κάνει υποτροπή, αλλά είχε σπάσει ένα όριο. Όταν, λοιπόν, είσαι στην κοινότητα και σπας ένα όριο, υπάρχουνε κάποιες... Πώς λέγονται, μωρέ; Κάποιες συνέπειες σε αυτό, τις οποίες τις κανονίζει, εννοείται, ο θεραπευτής μαζί με τη θεραπευτική ομάδα, στην οποία βρίσκεται. Εγώ ακόμα δεν είχα μπει στο πρόγραμμα, ήμασταν πριν μπει στο πρόγραμμα, πριν μπω εγώ στο πρόγραμμα, είχε βγει «σε έργο», έτσι λέγεται η συγκεκριμένα η διαδικασία, όπου δέχεσαι τις συνέπειες των πράξεών σου. Όπου το «σε έργο» σημαίνει τ’ ότι δεν βλέπεις κανέναν άνθρωπο εκτός από άτομα της οικογένειάς σου, εννοείται, δεν έχεις κινητό, για να μπορείς να επικοινωνείς και αυτό μη σου ακούγεται κάτι τόσο στρατιωτικό, δεν είναι. Είναι ξεκάθαρα γιατί πρέπει να υπάρχει μία απομόνωση, έτσι ώστε εσύ να μπεις στη διαδικασία να γράψεις το ημερολόγιο σου, να καταγράψεις τι έκανες, για ποιο λόγο και όλα αυτά τα σχετικά. Και προφανώς αυτό δεν μπορείς να το κάνεις με όλους τους άλλους ανθρώπους. Είναι σαν μία μικρή τιμωρία, για το όριο το οποίο έχεις... Εκεί πέρα που έχεις παραστρατήσει, τέλος πάντων. Οπότε σημαίνει ότι δεν έπρεπε να με δει, δεν έπρεπε να έχει κινητό, δεν έπρεπε να επικοινωνούμε, δεν μπορούσε να βγει από το σπίτι μετά τις 21:00, νομίζω, το βράδυ για κάποιο χρονικό διάστημα, μέχρι η παρέα του να του πει ότι: «Τώρα, okay. Μπορούμε να σε ξαναδεχτούμε», γιατί δεν μπορείς να δέχεσαι έναν άνθρωπο ο όποιος σπάει τα όρια, τα οποία μπαίνουνε σε ένα σύνολο. Δυστυχώς, δεν γίνεται έτσι θεραπεία και δεν γίνεται έτσι η απεξάρτηση, για την ακρίβεια, όχι η θεραπεία η γενικότερη. Εμένα, λοιπόν, δεν με είχε ενημερώσει γι' αυτό και εγώ χαλαρή: «Πάμε, πάμε, ξέρω γω, να πιούμε ένα χυμό». Βγαίνουμε, λοιπόν, από το σπίτι, βγαίνουμε βράδυ γύρω στις 22:00 η ώρα και συναντάει μπροστά του τον θεραπευτή του, τον αρμόδιο, ας πούμε, τότε στην κοινότητα που... «Τι κάνεις εδώ; Πάρε άλλες δύο εβδομάδες έργο. Βγες έργο άλλες δύο εβδομάδες». Και εγώ ήμουνα σε φάση: «Τι γίνεται;». Καλά, καλά. Θέλω να σου πω ότι είχαμε πάει μέχρι και στο εξοχικό μου, στην Εύβοια, γιατί, τέλος πάντων, δεν έμενε με τη μητέρα του, η μητέρα του ήτανε στο χωριό. Οπότε δεν υπήρχε έλεγχος από πουθενά και μη σ’ τα πολυλογώ, δύο εβδομάδες δεν είχαμε μιλήσει καθόλου. Δεν τον είχα δει, εγώ ήμουνα σε μία κατάσταση: «Παναγία μου, τι του κάνουν του παιδιού;». Καλά του κάναν του παιδιού και όποιο παιδιού. Έτσι, μόνο έτσι δυστυχώς ή ευτυχώς μπορείς να πεις ότι ακολουθείς μία διαδικασία απεξάρτησης σε ένα στεγνό θεραπευτικό πρόγραμμα. Αυτά. Ήτανε μία ωραία εμπειρία και κάπως έτσι ήρθα και εγώ σε επαφή με το πρόγραμμα και μου έλεγε κιόλας: «Είσαι σίγουρη ότι θέλεις να μπεις; Είσαι σίγουρη ότι θέλεις να πας;» και εγώ ήμουνα σε φάση: «Ναι, είμαι σίγουρη ότι θέλω να καθαρίσω. Είμαι σίγουρη ότι θέλω να απεξαρτηθώ». Δεν έπινα βέβαια τότε, σ’ το είπα και πριν αυτό, ότι, για να στηρίξω έναν άλλον άνθρωπο, εγώ ήμουνα πολύ σωστή σε αυτό, γιατί ήταν πολύ σημαντικό και είναι πολύ σημαντικό ένας άνθρωπος που μπαίνει σ’ αυτή τη διαδικασία να τον στηρίζουμε και αυτό θεωρώ το ότι είναι από τα πιο σημαντικά πράγματα.

Β.Σ.:

Οπότε πήγες στο ΚΕΘΕΑ ουσιαστικά, για να βοηθήσεις…

Άννα:

Άλλους ανθρώπους, τον σύντροφό μου για αρχή και μετά τον αδερφό μου.

Β.Σ.:

Η συμβίωσή σας πώς ήτανε;

Άννα:

Η συμβίωση; Στην αρχή ήτανε πολύ καλά, αλλά μετά δεν ήτανε καλά, καθόλου. Δεν περνούσαμε καθόλου καλά. Είχε κι αυτός κάτι θεματάκια, περνούσε κάτι φάσεις, διαταραχές στον ύπνο του, που σημαίνει ότι δεν τον έβλεπα και πάρα πολύ, γιατί κοιμότανε στις 07:00 η ώρα το πρωί και σηκωνότανε στις 16:00 με 17:00 η ώρα το απόγευμα. Αντιλαμβάνομαι πώς μπορεί να είναι αυτό, απλά επειδή εγώ σε εκείνη τη φάση της ζωής μου ήμουνα... Ήθελα να αρχίσω να το ξαναβρίσκω πάλι. Με δυσκόλευε πολύ, γιατί έκανα πάρα πολλές προβολές σε εκείνο που έκανε εκείνος. Εντάξει, είχαμε γενικότερα μία okay σχέση, γιατί υπήρχε μέσα και το κομμάτι της θεραπευτικής διαδικασίας, το οποίο μας έκανε να επικοινωνούμε αρκετά, να μιλάμε αρκετά. Δεν χωρίσαμε καλά σίγουρα, αλλά αυτό είναι άλλο θέμα. Οπότε δεν... Δεν υπήρχανε κοινά προγράμματα, κοινοί, κοινές διατροφικές συνήθειες. Του άρεσε να τρώει αρκετά, να τρώει: «Καλά», έτσι έλεγε. Με την άποψη ότι ήθελε να τρώει καρμπονάρες, ήθελε να τρώει κρέατα. Εγώ, καταλαβαίνεις, και με όλο το ιστορικό της διατροφικής μου... Δεν ήταν πολύ εύκολο όλο αυτό να το βλέπω να συμβαίνει μπροστά μου, οπότε δεν ταιριάξαμε καθόλου. Δεν μπορούσαμε να συνυπάρξουμε εύκολα σε ένα σπίτι. Αλλά αυτό δεν σήμαινε... Εγώ είχα πάντα το άγχος, τ’ ότι μπορεί να υποτροπιάσει, υπήρχε κι αυτό το άγχος από πίσω, γιατί όταν βλέπεις έναν άνθρωπο να μην είναι καλά, να μην είναι καλά, να μην είμαι καλά, λες: «Εντάξει, κάποια στιγμή μάλλον θα θελήσει να είναι καλά και ποιος είναι ο τρόπος να το κάνει αυτό; Είναι να πιει». Οπότε είχα και αυτό το άγχος, άδικα, γιατί δεν είχε δώσει δικαίωμα και εκτός αυτού, δεν μου είχε δώσει δικαίωμα... Καθάρισε για τον εαυτό του, δεν καθάρισε για κανέναν άλλον. Οπότε δεν θα έφτανε σε αυτό το σημείο, πιστεύω. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι εγώ δεν είχα άγχος και για εκείνον και για εμένα, μήπως μπω πάλι στη διαδικασία του να πιώ και πώς θα είμαστε, αν συμβεί αυτό.

Β.Σ.:

Τα χρόνια που εσύ ήσουνα στο ΚΕΘΕΑ, πώς το βίωσες αυτό;

Άννα:

Όσον αφορά στη σχέση μου ή όσον αφορά εγώ; Ωραία. Ήτανε, όπως σου είπα, η πιο όμορφη διαδικασία, αλλά και η πιο δύσκολη. Βασικό ήτανε το ότι ένιωθα στην αρχή αυτό έντονα ότι: «Πω, πω, μήπως τους κοροϊδεύω; Αφού και εγώ έπινα. Γιατί είμαι εδώ; Εδώ είναι γονείς, είναι αδέρφια, είναι σύντροφοι, είναι φίλοι, οι οποίοι δεν έχουνε καμία επαφή, δεν είχαν ποτέ καμία επαφή με τη χρήση». Οπότε εγώ στην αρχή ένιωθα η μύγα μέσα στο γάλα, μέσα στο πρόγραμμα, μέσα σε εκείνο... Πάντα, ένιωθα ότι θα έπρεπε να περάσω από δίπλα από την κοινότητα. Οπότε, στην αρχή, ήτανε πολύ έντονο το κομμάτι της ενοχής μου και έκρυβα κιόλας ότι εγώ είχα επαφή με τα ναρκωτικά, γιατί έβλεπα ανθρώπους να ταλαιπωρούνται επειδή οι δικοί τους άνθρωποι είχανε επαφή με τα ναρκωτικά και ένιωθα ένοχές. Τότε, είχα κόψει πάρα πολύ όλες τις παρέες μου, δηλαδή πριν, που σου έλεγα για την πρώην κολλητή μου και την τότε κολλητή μου και τις τότε φίλες μου και τους τότε φίλους μου, δεν έχω... Δεν έχω επαφή με αυτούς από τότε. Έχω με πολύ λίγους επαφή, οι οποίοι είναι από το χωριό. Οι φίλοι από το χωριό, που λέμε. Δεν τους ξέρεις, δεν θα το γνωρίζεις. [02:10:00]Έχω φίλους, είναι από το χωριό. Οπότε, ναι, έκοψα. Όπου σημαίνει ότι βίωσα πολύ έντονα το κομμάτι της μοναξιάς, γιατί μέχρι να έρθω και σε επαφή με ανθρώπους μέσα από το πρόγραμμα και να αναπτύξω και μ' αυτούς κάποια φιλία, η οποία πάλι... Δεν ήταν ανορίοτη η φιλία που αναπτύσσεις, πρέπει να είσαι προσεκτικός και εκτός από το πρόγραμμα και εκτός από τη θεραπευτική ομάδα. Το τι λες, το πώς το λες γιατί ισχύουν κάποια όρια ακόμα. Είσαι σε ένα... Σε μία θεραπευτική διαδικασία, που σημαίνει ότι ένιωθα πολύ μόνη μου, Βασίλη, πάρα πολύ μόνη μου. Στην αρχή δεν είχα πει στη μητέρα μου το ότι είμαι στο πρόγραμμα. Μετά... Και θα ακουμπήσω λιγάκι το κομμάτι του αυτοάνοσου. Εμένα μου σκάει το αυτοάνοσο, που σου ανέφερα και στην αρχή-αρχή –έχει περάσει ώρα από τότε–, έχω αγκυλοποιητική σπονδυλοαρθρίτιδα, το αναφέρω ξανά, το οποίο μου έσκασε, ενώ ήμουνα μέσα στο ΚΕΘΕΑ, εννοώ στη δομή. Όπου ξεκίνησε με κάτι πόνους στα πλευρά. Είχα πάει τότε στη... Στο χωριό του και ξεκίνησα να πονάω στα πλευρά συμμετρητά... Συμμετρικά. Συμμετρητά, συμμετρικά. Δηλαδή πονούσα δεξιά σε ένα σημείο, πονούσα και αριστερά στο ίδιο σημείο με το δεξί. Ο πόνος αυτός ήτανε πραγματικά πολύ έντονος, ήτανε σαν να έχεις πάθει ψύξη σε εκείνα τα σημεία. Ο όποιος με έπιανε, π.χ., εκεί έξι ώρες μέσα στην ημέρα και μετά με άφηνε, που σημαίνει το ότι η ψύξη δεν το έχει αυτό. Αρρωσταίνω και παθαίνω γρίπη, όταν γυρνάω στην Αθήνα. Ο πόνος παρέμενε έτσι ακριβώς στα πλευρά, όπως τον αναφέρω. Κατέβαινε σιγά-σιγά προς τους γοφούς, στις σιελογόνους αρθρώσεις, προς τα πίσω, πάλι συμμετρικά. Και λέω: «Αυτό είναι πάρα πολύ περίεργο που μου συμβαίνει». Παθαίνω, λοιπόν, τη γρίπη, Η1Ν1, εκείνη την περίοδο, όπου πραγματικά την πέρασα πάρα πολύ δύσκολα. Ποιος κορονοϊός; Πολύ δύσκολα, πάρα πολύ δύσκολα και κολλάω και τον […], χάλια κι αυτός. Εγώ συνέρχομαι μετά από κάποιο καιρό και [...] γίνεται χάλια. Ανεβάζει πυρετούς, τρέχαμε στο νοσοκομείο, γιατί είχε 40 πυρετό ακατέβατα, και τότε άρχισα και να βάζω κι εγώ θερμόμετρο, γιατί νόμιζα ότι είχε χαλάσει το θερμόμετρο, γιατί δεν κατέβαινε ο πυρετός του. Και βάζω, λοιπόν, θερμόμετρο και βλέπω 37,7 και λέω: «Χαλασμένα θερμόμετρα». Παίρνουμε άλλο, καινούργιο θερμόμετρο, 37,7 και είχα κάθε μέρα 37,7 και ο πόνος να μη φεύγει, να είναι εκεί. Και λέω: «Κάτι έχει συμβεί, δεν υπάρχει». Μη σ’ τα πολυλογώ, μέσα σε ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα, του τύπου δύο εβδομάδες, ο πόνος έχει εξαπλωθεί... Γόνατα, αστραγάλους, όπου υπάρχει η άρθρωση στο σώμα σου και σε σημεία που δεν ξέρεις ότι υπάρχει άρθρωση. Εγώ πονούσα, δεν περπατούσα από τον πόνο. Δεν μπορούσα να σκύψω το κεφάλι μου προς τα κάτω ούτε να το ανεβάσω προς τα πάνω, δεν μπορούσα να σηκώσω το χέρι μου, γιατί πονούσα πάρα πολύ στο ώμο, δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Κι’ αυτό έγινε πάρα πολύ σύντομα, οπότε ξεκινάμε να τρέχουμε στα νοσοκομεία που σημαίνει ότι έχανα θεραπευτικές παρέες από το πρόγραμμα, από το ΚΕΘΕΑ. Το γνώριζαν όλοι αυτό, ήξεραν τ’ ότι πονάω και δεν βρίσκανε τι έχω. Μη σ’ τα πολυλογώ, Βασίλη, δεν βρίσκανε τι έχω, ξαφνικά ξαναπερπατάω. Ήτανε πολύ ξαφνικό, έτσι όπως μου ήρθε ο πόνος, έφυγε ο πόνος. Εννοείται... Φαρμακευτική αγωγή, έπαιρνα Xefo Rapid τότε καθημερινά, μαζί με πάρα πολλά φάρμακα για το στομάχι, γιατί τα Xefo Rapid είναι... Μη στεροειδή; Πώς λέγονται; Αντιφλεγμονώδη, τέλος πάντων, πολύ δυνατά... Δυνατά φάρμακα. Ο πυρετός, τα δέκατα δεν κατεβαίνανε, δεν πέφτανε ποτέ, πραγματικά, αυτό το πράγμα. 37,6-37,7. Πλέον, είχα γίνει ένα με... Ήμουν θερμή γυναίκα, Βασίλη, εκείνη την περίοδο της ζωής μου. Μέχρι που εφτά μήνες μετά, αφότου μου είχανε περάσει οι πόνοι, διαγνωστικά μετά από μία μαγνητική τομογραφία, που έκανα, με αγκυλοποιητική σπονδυλοαρθρίτιδα. Είναι ένας διαφορετικός τύπος, δηλαδή μια εξέταση... Τα λέω κιόλας, για να γνωρίζει και ο κόσμος, αν το ακούσουν, HLA-B27 λέγεται. Μου βγήκε αρνητική, που δείχνει αν υπάρχει αυτή η νόσος, δεν είναι απαραίτητο να βγει θετική. Υπάρχουν κι άλλες μορφές και άλλοι τύποι αυτής της συγκεκριμένης... Αυτού του συγκεκριμένου αυτοάνοσου. Ξεκίνησα θεραπεία και να 'μαι τώρα εδώ. Είμαι πολύ καλύτερα με αυτό το πράγμα. Τώρα, αναμένεται να γίνουνε πάλι οι επαναληπτικές μου εξετάσεις. Ζούμε με αυτό, κάνουμε θέατρο με αυτό. Οπότε, ναι. Είχα χάσει ένα τρίμηνο θεραπείας μου στο πρόγραμμα. Είχα επαφή μετά με την ψυχολόγο μου τηλεφωνική, διαρκώς, με την ψυχαναλύτρια μου τότε. Εγώ έφερα το Zoom στην Ελλάδα, Βασίλη. Αυτό που λέγανε τότε, που λένε με τον κορονοϊό: «Να το κάνουμε με Zoom», εγώ το ‘κανα πολύ πριν, ήμουνα ένα βήμα μπροστά. Έκανα Zoom και έκανα ψυχοθεραπεία, να σ' το πω και έτσι. Οπότε μου έσκασε κι αυτό το αυτοάνοσο και εκεί πέρα, εντάξει. Καταλαβαίνεις, ότι όταν σκάει και ένα θέμα υγείας έντονο, δεν είναι απλά μία δηλητηρίαση από αλκοόλ, είναι ένα θέμα υγείας, λες: «Okay, άλλος ένας λόγος, για να κόβω. Μπράβο μου, που κόβω. Μπράβο, που δεν πίνω». Δεν χρειάζομαι τίποτα, χρειάζεται το σώμα μου να είναι καλά.

Β.Σ.:

Μου είχες πει ότι πολύ άσχημα ήσουνα περίπου τρεις μήνες.

Άννα:

Ναι, ναι. Τρεις μήνες ήτανε το πολύ. Ήτανε... Ήμουνα σε νοσοκομεία για εξετάσεις με καροτσάκι, γιατί δεν περπατούσα, δεν μπορούσα, πονούσα πάρα πολύ και στο κρεβάτι. Και ο πιο έντονος μήνας ήταν ο πρώτος μήνας. Μετά ξέρεις ότι ο πόνος συνηθίζεται πάρα πολύ, οπότε μετά κάπως λίγο το συνήθισα και το πολύ άσχημο θα πω και ψυχολογικά, γιατί το να μην μπορείς να περπατήσεις, να μην μπορείς να κουνηθείς από τον πόνο και να μην ξέρεις τι έχεις, είναι... Σου περνάει το χειρότερο από το μυαλό. Όταν έχεις δέκατα και δεν πέφτουν. Υπάρχει φλεγμονή στο σώμα και δεν ξέρεις από πού έρχεται η φλεγμονή. Βλέπεις ένα CRP, δεν ξέρω γω πόσο ήτανε τότε, νομίζω 27, αν δεν κάνω λάθος. Φλεγμονή, το σώμα σου νοσεί, χωρίς να ξέρεις για ποιο λόγο. Δεν υπάρχει παθολογικά κάτι. Παθολογικά, κατάλαβες, κάτι οξύ, είναι απλά... Δεν ξέρεις. Με είχανε ψάξει για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, θυμάμαι μου κάνανε εξετάσεις για AIDS, για σύφιλη, δεν ξέρω κι εγώ τι. Μου κάνανε πάρα πολλά, για καρκίνους εννοείται, λευχαιμίες, γιατί είχα και υψηλά λευκά αιμοσφαίρια, πάρα πολλά πράγματα. Είχα κάνει εξετάσεις για πάρα πολλά πράγματα, μέχρι που ένας γιατρός, καθηγητής στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο, ρευματολόγος, δεν θα πω το όνομα του, αλλά... Μπαίνω μέσα, με κοιτάει, με πιάνουνε κάτι... Άρχισαν να μου κάνουνε διάφορες ασκήσεις κάτι ασκούμενοι εκεί πέρα που ήτανε, που κάνανε κλινικές, συνεργάτες του. Αυτός δεν με άγγιξε ποτέ και λέει: «Μία μαγνητική ιερολαγονίων» και λέω: «Τόσο απλό ήτανε;» και εκεί πέρα έγινε η μαγνητική και μου είπανε: «Καλησπέρα σας, έχετε αγκυλοποιητική σπονδυλοαρθρίτιδα τύπου Μ3» και είμαι σε φάση: «Ναι, επιτέλους, βρήκαμε τι έχω». Είναι πολύ ψυχοφθόρα διαδικασία να μην ξέρεις τι έχεις και να νοσεί το σώμα σου και πολλοί να λένε... Θέλω να πω μία ατάκα μιας παλιάς μου φίλης, γιατί καμιά φίλη μου δεν ήρθε να με δει από εκείνες τις φίλες και ήταν ένας τεράστιος λόγος, για να κόψω. Είπε ότι: «Δεν θα κάτσω να ασχοληθώ με τα ψυχολογικά της». Πρέπει να καταλάβω ότι κάτι πάει λάθος και αυτό είναι κάτι το οποίο με έχει πληγώσει πάρα πολύ, ακόμα και σήμερα, δηλαδή, με πονάει, γιατί... Όχι, γιατί είχα ψυχολογικά, γιατί δεν θα κάτσει να ασχοληθεί κανείς με τα ψυχολογικά μου. Και δεν ζητάς να ασχοληθεί κάποιος ούτε να σ’ τα λύσει, θέλεις κάποιους ανθρώπους, που θεωρείς δικούς σου, να είναι δίπλα σου, όσο αφόρητος κι αν είσαι εκείνη την περίοδο. Ήμουνα αφόρητη. Συγγνώμη, που ήμουν αφόρητη.

Β.Σ.:

Ήτανε κάποιος δίπλα σου τότε;

Άννα:

Η μητέρα μου, ο νονός μου και μια φίλη μου, παλιά μου φίλη από το ωδείο, και το ΚΕΘΕΑ ήταν δίπλα μου. Και όταν λέω: «ΚΕΘΕΑ», όχι το ίδιο το σπίτι, άνθρωποι από το ΚΕΘΕΑ, άνθρωποι από το ΚΕΘΕΑ. Αυτοί ήτανε δίπλα μου και ο […] με τον τρόπο του, με τον δικό του τρόπο. Δεν κρίνω τον τρόπο, απλά με ρωτάς εμένα αν θεωρώ ποιοι ήτανε δίπλα μου και δίπλα μου θεωρώ ότι ήταν αυτοί οι άνθρωποι. Γιατί ξέρεις τι; Πολλές φορές εσύ έχεις ανάγκη ένα ποτήρι νερό και ο άλλος σου δίνει καφέ, χυμούς, ό,τι άλλο θες. Αλλά εσύ τι έχεις ανάγκη; Ένα ποτήρι νερό. Οπότε το τι σου προσφέρει ο καθένας με βάση τα δικά του, δεν είναι η δική σου ανάγκη, είναι η δική του ανάγκη. Εκείνη τη στιγμή πρέπει να... Απλά να πας να βάλεις ένα ποτήρι νερό και να το προσφέρεις στον άλλον. Δεν θέλω ούτε Daiquiris, ούτε καφέ ούτε μακιάτο ούτε χυμούς, ανανά, κράνμπερι. Τα λέω μεταφορικά, γιατί έτσι κάπως μπορούμε να τα καταλάβουμε πιο πολύ. Είχα ανάγκη ένα ποτήρι νερό, οπότε αυτό μου το δώσανε αυτοί οι άνθρωποι: Η μητέρα, ο νονός μου. Ο νονός μου… Ο νονός μου έτρεξε [02:20:00]πιο πολύ από όλους. Ήταν εκεί, βρήκε τους γιατρούς, ήτανε δίπλα μου σε όλα. Δεν... Δεν μείωσε ποτέ αυτό που αισθανόμουνα, δεν το υποτίμησε ποτέ. «Πώς αισθάνεσαι;». «Αυτό». «Αυτό είναι». Και όχι για να μου χαϊδέψει τα αυτιά. Επιτέλους είχα έναν άνθρωπο να μου πει, να με ρωτήσει αρχικά: «Πώς αισθάνεσαι;» και δεύτερον να ακούσει αυτό που αισθάνομαι. Δεν το έκανε κανένας άλλος εκτός από τον νονό μου αυτό. Όλοι οι άλλοι κάπως το υποτίμησαν το θέμα. «Ψυχοσωματικά». Γιατί είναι... Είναι... Είναι μικρής σημασίας το να έχει κάποιος άνθρωπος ψυχοσωματικά; Αυτή η χώρα, δεν μπορώ να καταλάβω, γιατί το δέχεται έτσι τον όρο ψυχοσωματικό, γιατί και τα αυτοάνοσα έτσι ξεκινάνε και κάτι που θέλω να πω και σε... Αν μας ακούσουνε και άνθρωποι που έχουν αυτοάνοσα νοσήματα, μία ατάκα, που μου είχε πει η γιατρός μου ότι: «Είσαι πολύ τυχερή που έχεις αυτοάνοσο, γιατί υπάρχει αυτοΐαση. Δεν μπορώ να κάνω τίποτα παραπάνω, εσύ μπορείς να τα κάνεις όλα. Μπορείς να τα κάνεις όλα, όμως. Μπορείς να θεραπευτείς». Και δεν είναι θαύματα Θεού αυτά, δεν πιστεύω στον Θεό, είμαι άθεη. Αλλά είναι... Είναι μεγάλο πράγμα να ξέρεις ότι είσαι εσύ υπεύθυνος για σένα και το σώμα σου, κανένας άλλος. Ούτε ο καλύτερος επιστήμονας, πόσο μάλλον ένας άντρας, ένας σύντροφος, ένας φίλος, μία φίλη, έναν φίλο. Όχι, είσαι εσύ υπεύθυνο γι’ αυτό που κάνεις.

Β.Σ.:

Οικονομικά ποιος σε στήριξε;

Άννα:

Τότε; Τότε εγώ έτρεχα σε δημόσια νοσοκομεία, οπότε δεν υπήρχανε πολλές οικονομικές δαπάνες σε γιατρούς, αλλά, όταν χρειάστηκε να δω και κάποια ιδιωτικά και ιατρεία αλλά και εξετάσεις, για να γίνουν λίγο πιο γρήγορα κάποια πράγματα... Θέλω να πω ότι γνώρισα έναν γιατρό στο Σισμανόγλειο, ο οποίος είπε ότι είμαι ανιψιά του, για να κάνω γρήγορα όλες τις εξετάσεις, που ήταν απαραίτητες να γίνουν και να βγούνε τα αποτελέσματα όχι σε ένα μήνα, γιατί έκανα και διάφορες εξετάσεις, οι οποίες θέλανε μία επεξεργασία παραπάνω, δεν ήτανε απλές αίματος. Όταν λέω: «Απλές αίματος», οι απλές εξετάσεις που γίνονται για μία γενική αίματος ή ούρων. Αλλά όταν χρειάστηκε, η μητέρα μου και ο νονός μου τα πλήρωσαν όλα, όλα. Όταν χρειάστηκε, απλά, σου λέω, δεν χρειάστηκε πάρα πολλές φορές. Το τρέξαμε πολύ δημόσια, και γιατί εγώ έχω μία μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στα δημόσια νοσοκομεία, αλλά και γιατί γνώρισα μέσα τον γιατρό αυτόν, επικουρικός ιατρός ήτανε στο Σισμανόγλειο, τώρα ο γλυκούλης μου είναι κάπου αλλού, τον πέτυχα τυχαία στα επείγοντα, που πήγα με ουρολοίμωξη, και πάλι με έσωσε. Ήταν ακραίο αυτό, γιατί πήγε εκεί πέρα, σε αυτό το νοσοκομείο δεν θυμάμαι, κάπου στη Νίκαια, όπου μου είπε... Σου λέω, δήλωσε παντού ότι είμαι ανιψιά του. «Παρακαλώ, να μπει τώρα για μαγνητική. Παρακαλώ, να μπει τώρα γι’ αυτό, να μπει τώρα για εκείνο» και έμπαινα. Στην Ελλάδα ζούμε, Βασίλη μου, αν δεν είσαι ο μπατζανάκης του γιατρού; Χωρίς φακελάκια και τα σχετικά μετά. Του πήρα... Επειδή είναι γιατρός και αγαπάει πάρα πολύ τον Μπαχ –κοίτα να δεις, πολύ ωραία πράγματα–, και πιανίστας, λοιπόν, είχα πάει και του είχα πάρει ένα βιβλίο. Δεν θυμάμαι καν... Νομίζω για το πώς... Για τον Μότσαρτ. Το είχε γράψει ένας καρδιολόγος, το πώς… Ασθενείς με καρδιολογικά προβλήματα, τέλος πάντων, όταν ακούνε Μότσαρτ, κάτι συμβαίνει, δεν το έχω διαβάσει το βιβλίο, απλά κάποιος μου το πρότεινε και πήγα και το πήρα. Το πώς έκανε; Δεν το ήθελε με τίποτα: «Παρ' το πίσω. δεν θα δωροδοκείς εμένα, δεν το έκανα γι’ αυτό». Λέω: «Δεν είναι δωροδοκία, βρε άνθρωπε, πάρε ένα βιβλίο, ξέρω γω, δηλαδή, αν είναι δυνατόν. δεν σου έδωσα φακελάκι με 500 ευρώ», «Όχι». Αλλά ο νονός ήταν διατεθειμένος να του αφήσουμε και λεφτά, λέω: «Αυτός ο άνθρωπος δεν δέχτηκε καν το βιβλίο, που το πήρα, οπότε δεν νομίζω ότι θα δεχτεί λεφτά». Χωρίς φακελάκια, Βασίλη, χωρίς τίποτα. Το βιβλίο το πήρε με μισή καρδιά, δηλαδή λες και του έδινα πλάκα με χρυσό ήτανε, με μισή καρδιά. Καμία σχέση με όλο αυτό που έχουμε στο μυαλό μας. Να πιω λίγο νερό.

Β.Σ.:

Ο αδερφός σου παίζει μπουζούκι.

Άννα:

Ναι, είδες πώς πάνε αυτά; Εγώ πιάνο και εκείνος μπουζούκι και μετά λες: «Πώς να μην έχει πρόβλημα αυτή η οικογένεια, παιδάκι μου;». Η παράνοια μέσα στο σπίτι, στο σαλόνι πιάνο και στο υπνοδωμάτιο μπουζούκι. Αν είναι ποτέ δυνατόν.

Β.Σ.:

Παίζει κι άλλα όργανα.

Άννα:

Ο αδερφός μου παίζει μπουζούκι, είναι αυτοδίδακτος. Είναι εκπληκτικός μουσικός, έχει απίστευτο αυτί και όταν πήγε στην Ικαρία, του δάνεισαν και ένα βιολί και έβγαλε τον Ικαριώτικο στο βιολί, έτσι, τόσο απλά. Εγώ παίρνω βιολί και βγάζω κάτι σαν να γκρινιάζει μία γάτα, που είναι σε οίστρο. Ο αδερφός μου έβγαλε τον Ικαριώτικο, λοιπόν. Έτσι πάνε αυτά, Βασίλη. Ο αδερφός μου παίζει μπουζούκι και είναι πάρα πολύ καλός. Παίζε σε διάφορα μαγαζιά της Αθήνας. Ξεκίνησε μόνος του, πήρε ένα μπουζούκι και πλέον είναι... Είναι σε πολύ καλό δρόμο. Οριακά, οριακά βιοπορίζεται από αυτό. Κάνει κι άλλη δουλειά, αλλά οριακά βιοπορίζεται από αυτό.

Β.Σ.:

Τραγουδάει κιόλας.

Άννα:

Τραγουδάει κιόλας, έχει πολύ καλή φωνή. Η φωνή που χρειάζεται για έναν άνθρωπο που παίζει μπουζούκι, δεν χρειάζεται κάτι παραπάνω ούτε κάτι λιγότερο. Παίζει ρεμπέτικο, δεν παίζει λαϊκό, παίζει ρεμπέτικο και ασχολείται λίγο με το παραδοσιακό.

Β.Σ.:

Μου είχες πει κάποτε νομίζω ότι, στην Καισαριανή ήμασταν και έπαιζε ο αδερφός σου, και γυρνάς και μου κάνεις: «Τραγουδάει καλύτερα από μένα».

Άννα:

Τα κάνει όλα καλύτερα από μένα και είμαι πολύ περήφανη γι’ αυτό. Τραγουδάει καλύτερα από εμένα, παίζει μαζί με κόσμο. Εγώ δεν παίζω, δεν μπορώ να παίξω μαζί με ανθρώπους και η μουσική είναι, για να παίζεις μαζί με άλλους, να την μοιράζεσαι. Έχει το θάρρος της γνώμης του μουσικά, είναι κοινωνικός, είναι πανέξυπνος, είναι τρυφερός, είναι όλα αυτά τα πράγματα ο αδερφός μου. Του έχω μεγάλη αδυναμία και χαίρομαι... Πάντα χαιρόμουνα, όταν έκανε κάτι καλύτερα... Καλύτερα; Το καλύτερα ξέρεις ποιος το ορίζει; Η μαμά. Συνήθως, το καλύτερο το ορίζουν... Οι γονείς το ορίζουν αυτό. Χαίρομαι που κάνει αυτά τα πράγματα που τον κάνουνε να χαμογελάει και να είναι καλά και τα κάνει και καλά για τον κόσμο.

Β.Σ.:

Σε αυτή τη μάζωξη τότε, στην Καισαριανή, μιλάγαμε, λέγαμε κάτι άσχετα και κάποια στιγμή στο άσχετο, γυρνάς και κάνεις: «Πού είναι ο αδερφός μου;» και με το που το λες γελάς και μου λες ότι: «Είδες. Έχω το σύνδρομο της μεγάλης αδερφής».

Άννα:

Ναι, το σύνδρομο της μάνας, εγώ θα πω. Με τον αδερφό μου μεγαλώσαμε μαζί, γιατί και πατέρα δεν είχαμε, η μαμά έλειπε πάρα πολλές ώρες, για να μπορούμε να φάμε. Η μαμά μου συγκεκριμένα λέει με μεγάλη περηφάνια ότι: «Αυτά τα παιδιά μεγαλώσανε μόνα τους». Το παραδέχεται ότι μεγαλώσαμε μόνοι μας, γιατί δεν είχαμε ούτε γιαγιά, παππού, είχανε πεθάνει. Γενικά, πολύ ζούμε σε αυτό το σόι. Είχαμε μόνο μία θεία, η οποία έτσι κάπως ερχότανε, μας φρόντιζε κάποιες φορές, αλλά κι αυτή έχει τρία παιδιά, μπλα, μπλα, μπλα κι αυτή χωρίς άντρα. Οπότε εγώ τον αδερφό μου τον είχα υπό την εποπτεία μου, γιατί νόμιζα το ότι ήμουνα πολύ μεγαλύτερη του, αλλά είμαι μόνο δύο χρόνια μεγαλύτερή του, γιατί ήταν το παιδί, ήταν το παιδί μας και έτσι το λέμε με τη μαμά μας: «Το παιδί μας». Είναι το παιδί μας. Πλέον, έχει γίνει άντρας, όμως, δεν είναι παιδί.

Β.Σ.:

Μου είχες πριν, στην αρχή της συνέντευξης μου είπες ότι πριν τρεισήμισι χρόνια «αποφοίτησες» από το ΚΕΘΕΑ.

Άννα:

Αποφοίτησα, ναι. Σε λίγο θα αποφοιτήσω και από δραματική σχολή, θα έχω απολυτήριο Λυκείου, Βασίλη. Δεν ξέρω πόσα απολυτήρια πια. Είμαι πολύ τυχερός άνθρωπος.

Β.Σ.:

Ούτε το πιάνο αναγνωρίζεται, έτσι;

Άννα:

Καλέ, τίποτα, εγώ είμαι στο έλεος του Κυρίου. Δεν ξέρω ποιου Κυρίου να πάω να τον δηλητηριάσω. Αποφοίτησα, λοιπόν, και από το ΚΕΘΕΑ. Με ρωτάς ποια είναι η διαδικασία της αποφοίτησης;

Β.Σ.:

Περισσότερο γιατί χρησιμοποίησες αυτή τη λέξη.

Άννα:

Αυτή τη λέξη χρησιμοποιούμε εκεί μέσα, εμείς οι περίεργοι, γιατί είναι μία θεραπευτική διαδικασία, όπως είναι και μία εκπαιδευτική διαδικασία. Όπως είναι και κάθε διαδικασία, η οποία ολοκληρώνεται και όταν ολοκληρώνεται μια διαδικασία, υπάρχει το κομμάτι της αποφοίτησης, λοιπόν. Αυτή τη λέξη χρησιμοποιούμε, δεν το είχα σκεφτεί ποτέ για ποιο λόγο την χρησιμοποιούνε. Εγώ, έτσι όπως το έχω στο μυαλό μου, είναι αυτό που σου είπα, το τι είναι μία διαδικασία μέσα στην οποία ξανά... Ξαναϋπάρχεις με κάποιον τρόπο, η οποία είναι πολύ σκληρή διαδικασία, πολεμάς πάρα πολύ, μαθαίνεις πολλά για τον εαυτό σου, πολλά γι’ αυτό που έκανες τόσα χρόνια και πλέον φεύγεις από αυτό και καλείσαι να αντιμετωπίσεις το έξω. Όπως είναι και στο σχολείο. Τελειώνεις το Λύκειο και καλείσαι να γίνεις... Βγαίνεις στην... Βγαίνεις στην κοινωνία με άλλα... [02:30:00]Άλλα προσόντα, αλλά βιώματα, άλλες γνώσεις. Οπότε εγώ κάπως έτσι το σκέφτομαι, γιατί χρησιμοποιούν αυτή τη λέξη και δεν λένε κάτι άλλο, γιατί μαθαίνεις μέσα από αυτό και βγαίνεις με τη γνώση πλέον, βγαίνεις... Ξέρεις, είσαι πιο κοντά σε σένα. Γιατί το έκανες; Γιατί ξεκίνησες; Ναι.

Β.Σ.:

Κλείνοντας, υπάρχει κάτι άλλο που θα ήθελες να μοιραστείς... Κάποιος που ακούσει αυτή τη συνέντευξη να το ακούσει;

Άννα:

Ναι, θέλω να πω ότι, επειδή κι εγώ ξέρεις ότι δεν είχα γραμμένο κάτι, δεν ήξερα πού θα πάει όλο αυτό... Όλη αυτή η καταγραφή και όλα τα σχετικά, άκουσα πολύ από εμένα... Και σ’ το είπα κιόλας, όταν ήρθες στο σπίτι, για να κάνουμε αυτή τη συνέντευξη, θέλω πολύ να τονίσω ότι δεν περίμενα να μιλήσω τόσο για την κακοποίηση. Το ήθελα πάρα πολύ και γενικότερα θέλω να... Αν γίνεται να μιλάμε πιο πολύ οι γυναίκες, οι άνθρωποι οι οποίοι έχουμε δεχτεί σεξουαλική, σωματική και ψυχική κακοποίηση, να μιλάμε γι’ αυτό, το οποίο είναι πολύ σημαντικό και θεωρώ ότι πολλά από τα συμπτώματα της εξάρτησης προέρχονται από αυτή τη διαδικασία, στην οποία μπήκα. Θέλω να πω γενικότερα να ζητάμε βοήθεια. Είναι το σημαντικότερο το να πεις ότι: «Εγώ έχω θέμα, βοήθεια. Έχω πρόβλημα, βοήθεια. Δεν μπορώ αλλιώς, βοήθεια». Να μη σταματάμε καθόλου... Εγώ τουλάχιστον δεν θέλω να σταματήσω να πιστεύω σε αυτό που λέμε αγάπη, συντροφικότητα, έρωτας. Ό,τι κι αν έχεις δεχτεί στη ζωή σου, όσο σκατό, ας πούμε, κι αν έχεις φάει, να συνεχίζεις με αυτό και υπάρχει αγάπη εκεί έξω. Το ότι δεν έχεις μάθει πώς, δεν σημαίνει ότι δεν μπορείς να μάθεις πότε. Περισσότερη ψυχοθεραπεία για όλους μας. Και εγώ τώρα αυτή τη στιγμή είμαι στη διαδικασία αναζήτησης ψυχικής δομής για κακοποιημένες γυναίκες. Σε αυτά θέλω να εστιάσω και στους ανθρώπους, εννοείται, που αντιμετωπίζουν ψυχοσωματικά προβλήματα, αυτοάνοσα νοσήματα και όλα αυτά. Να βρουν τον τρόπο να αντλούν δύναμη από κάπου και να μιλάνε γι’ αυτό, να το απενοχοποιήσουν, δεν φταίνε αυτοί. Αυτά. Σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ, Βασίλη.

Β.Σ.:

Άννα, εγώ σε ευχαριστώ.

Άννα:

Ευχαριστώ.

Β.Σ.:

Να είσαι καλά.