© Copyright Istorima

Istorima Archive

Story Title

Ένας νέος επιχειρηματίας στη Σύρο

Istorima Code
15844
Story URL
Speaker
Στέφανος Ζαγόρης (Σ.Ζ.)
Interview Date
18/08/2020
Researcher
Καλλιόπη Ντάφλου (Κ.Ν.)
Κ.Ν.:

[00:00:00]Καλησπέρα, ονομάζομαι Ντάφλου Καλλιόπη, είμαι αφηγήτρια στο Istorima, βρισκόμαστε σε ένα σπίτι στην Ερμούπολη. Η ημερομηνία έχει 19/8/2020 και μαζί μας είναι ο Στέφανος Ζαγόρης ο οποίος θα μας αφηγηθεί ένα προσωπικό του βίωμα στη Σύρο. Καλησπέρα, Στέφανε.

Σ.Ζ.:

Καλησπέρα, με λένε Στέφανο Ζαγόρη, γεννήθηκα το 1978 στη Θεσσαλονίκη. Οι γονείς μου είναι καθηγητές, οπότε εκείνη την περίοδο δούλευαν στον Έβρο. Μετακομίσαμε λοιπόν αμέσως, σχεδόν με τη γέννησή μου σ’ ένα χωριό στον Έβρο που ονομάζεται Φέρες. Εκεί έζησα τα πρώτα χρόνια της ζωής μου μέχρι τη Δευτέρα Γυμνασίου, οπότε τότε μετακόμισα στην Αλεξανδρούπολη και εκεί τελείωσα το σχολείο. Πέρασα στο πανεπιστήμιο στην Κέρκυρα Μουσικών Σπουδών, εκεί πέρασα τα φοιτητικά μου χρόνια, ήταν πολύ όμορφα, όπως στους περισσότερους φοιτητές. Πήγα και Erasmus ένα εξάμηνο στη Ρουμανία. Τελείωσα τις σπουδές και έκανα μεταπτυχιακό στην Αθήνα, ταυτοχρόνως άρχισα να δουλεύω στην Εκπαίδευση ως καθηγητής Μουσικής σε δημοτικά. Τελειώνοντας το μεταπτυχιακό μου μετά από τρία χρόνια έκανα το στρατιωτικό μου, γύρισα στον Έβρο για το στρατιωτικό μου και στη συνέχεια άρχισα σιγά-σιγά να εργάζομαι αρχικά ως αναπληρωτής και μετά ως μόνιμος καθηγητής σε διάφορα νησιά. Ταυτόχρονα στο 2010 παντρεύτηκα τη σύζυγό μου, συνεχίσαμε την κοινή μας ζωής όντας εγώ καθηγητής και μέσα σε όλα αυτά, μέσα στις σκέψεις μας, έχοντας και διαφορετικές πριν γνωριστούμε εμπειρίες από το νησί της Σύρου, αλλά και κοινές εμπειρίες εδώ στο νησί, είχαμε στο μυαλό μας ότι κάποια στιγμή θα έρθουμε να ζήσουμε εδώ γιατί μας αρέσει πάρα πολύ αυτός ο τόπος. Δεν υπήρχε προοπτική μέσω της δουλειάς μου να μπορέσουμε να έρθουμε εδώ, οπότε η αρχική μας σκέψη ήταν καλά, εντάξει, ok, θα το αφήσουμε και άμα πάρουμε σύνταξη, κάποια στιγμή ίσως έρθουμε να ζήσουμε εδώ. Εμένα αρχικά, εμένα αλλά και στη γυναίκα μου συζητώντας μας γύρισε το μυαλό και είπαμε: «Ok, γιατί να μην το κάνουμε νωρίτερα, μια ζωή την έχουμε γιατί να συμβιβαστούμε τόσο πολύ και να ζήσουμε σ’ έναν... και να μην ζήσουμε σ’ έναν τόπο που θέλουμε, που αγαπάμε πολύ, που μας αρέσει πολύ», μέχρι να φτάσουμε στα 70 μας, ας πούμε, εάν θα φτάσουμε ποτέ. Οπότε αλλάξαμε εντελώς ζωή, αποφασίσαμε να ανοίξουμε ένα μαγαζί εδώ στο νησί, στη Σύρο και να έρθουμε, να ζήσουμε εδώ. Πράγματι, το κάναμε την έρευνα αγοράς μας, βρήκαμε έναν χώρο. Ένα μαγαζί, το οποίο ήταν ήδη κάπως στημένο με έναν τρόπο εντάξει, όπως το είχε ο προηγούμενος ιδιοκτήτης, χωρίς να είναι κάτι το οποίο θέλαμε απόλυτα εμείς, αλλά εν πάση περιπτώσει ήταν μια αρχή, γιατί ήμασταν και πολύ καινούργιοι στο αντικείμενο, δεν είχαμε ασχοληθεί ποτέ με επιχειρήσεις και ειδικότερα με την εστίαση. Οπότε ήταν μια καλή αρχή το ότι ακριβώς ήταν ένα κατάστημα το οποίο δεν ξεκινήσαμε εντελώς εκ του μηδενός, αρχίσαμε να μαθαίνουμε πράγματα και μέσα απ’ αυτό.

Κ.Ν.:

Γιατί συγκεκριμένα θελήσατε να ασχοληθείτε με το κομμάτι της εστίασης;

Σ.Ζ.:

Γιατί είναι ένας τομέας ο οποίος σ’ ένα τουριστικό μέρος σίγουρα έχει πράγματα να σου αφήσει, οικονομικά μιλώντας δηλαδή καθαρά. Επιχειρηματικά είναι ένα κομμάτι το οποίο λες ότι: «Ok, υπάρχει μία συγκεκριμένη περίοδος χρονική από την άνοιξη μέχρι τις αρχές του Φθινοπώρου που θα μπορέσει να σου αποδώσει αυτό. Επίσης, είναι ένα κομμάτι της επιχειρηματικότητας που έχεις πολύ στενή επαφή με τους ανθρώπους και είναι κάτι που μου αρέσει να γνωρίζω κόσμο, μου αρέσει να συναναστρέφομαι με ανθρώπους και ειδικά τώρα για εμάς που ήρθαμε σ’ ένα μέρος που δεν γνωρίζαμε απολύτως κανέναν. Ήρθαμε εκ του μηδενός. Οπότε το καφέ μας είναι ένας [00:05:00]χώρος στον οποίο μας βοηθάει πάρα πολύ να κοινωνικοποιηθούμε και είναι πολύ σημαντικό αυτό για μένα. Οπότε ασχοληθήκαμε με αυτό το κομμάτι, δηλαδή το ζυγίσαμε. Βέβαια το μειονέκτημα είναι ότι ίσως σε σχέση με άλλους τομείς μαγαζιών έχει πάρα πάρα πολλή δουλειά. Δεν είναι ότι ένα κατάστημα ρούχων που εντάξει, ok θα κάνεις την έρευνά σου, θα αγοράσεις κάποια ρούχα και θα περιμένεις ξέρω ’γω να πουληθούν. Έχει ρίσκο –καλά, όλες οι επιχειρήσεις έχουν– αλλά ειδικά στην εστίαση πρέπει να έχεις πολύ καλό προγραμματισμό, έτσι ώστε να μπορείς όσο γίνεται να πεις ότι «θα αγοράζω πράγματα τα οποία θα πουληθούν και δεν θα πεταχτούν». Θα πρέπει να προσέχω πάρα πολύ την υγιεινή των τροφίμων, θα πρέπει να προσέχω την καθαριότητα, θα πρέπει να έχω τους υπαλλήλους μου, θα πρέπει να κάνω ακριβώς επειδή μιλάμε για ένα μέρος που είναι επαρχία, αλλά ταυτόχρονα είναι και τουριστικό μέρος, άρα υπάρχει μια πολύ διαφορετική κίνηση, ροή ανάλογα με την εποχή ακόμα και μέσα στην ίδια την εβδομάδα μέσα στο καλοκαίρι. Είναι εντελώς διαφορετικό τι θα πουλήσεις Τετάρτη και εντελώς διαφορετικό τι θα πουλήσεις την Κυριακή. Και είναι κάτι το οποίο πρέπει να το δεις. Έχει το ενδιαφέρον του όλο αυτό, το να σκέφτεσαι συνεχώς το τι θα πουλήσεις, πώς θα το πουλήσεις.

Κ.Ν.:

Οι ντόπιοι πώς ανταποκρίθηκαν στο καφέ που άνοιξες μιας και δεν ξέρατε και κανέναν όταν ήρθατε.

Σ.Ζ.:

Το θετικό στο νησί αυτό κι ένας λόγος που το διαλέξαμε, είναι και αυτός, πέρα απ’ το ότι μας αρέσει πάρα πολύ σαν νησί, είναι ότι είναι ένα κεντρικό μέρος στις Κυκλάδες, με συνέπεια να έχει πολύ ξένο κόσμο, ανθρώπους που μένουν μόνιμα στο νησί, αλλά δεν είναι από εδώ. Είναι δηλαδή στην ίδια κατάσταση με εμάς. Και θεωρήσαμε ότι ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο δεν θα είμαστε σαν τη μύγα μες στο γάλα, οι ξένοι, άρα θα υπάρχει κάποια, ας πούμε αλληλεγγύη και κατανόηση και θα είναι λίγο πιο ανοιχτοί οι άνθρωποι. Και όντως, έτσι είναι. Δηλαδή ακριβώς οι άνθρωποι που μας στηρίζουν –πέρα από τους τουρίστες που είναι δεδομένο– είναι άνθρωποι που μένουν πάρα πολλά χρόνια στο νησί, αλλά δεν είναι από εδώ, δεν έχουν καταγωγή από εδώ. Και φυσικά, υπάρχουν και κάποιοι Συριανοί, όχι πολλοί είναι η αλήθεια, αλλά ντόπιοι Συριανοί οι οποίοι μας στηρίζουν και αυτοί. Είναι όμως πολύ σημαντικό κομμάτι  και για την –όχι μόνο για το μαγαζί, αλλά και για την ζωή γενικότερα– για την πολιτιστική κίνηση του... την πολιτιστική ζωή στο νησί, το ότι υπάρχουν άνθρωποι από διάφορες κουλτούρες και Έλληνες, αλλά ακόμα και μόνιμοι κάτοικοι του νησιού που είναι από το εξωτερικό, οι οποίοι σαφέστατα αυξάνονται το καλοκαίρι και την άνοιξη, αλλά ακόμα και τον χειμώνα υπάρχουνε κάποιοι που μένουν εδώ.

Κ.Ν.:

Εσύ αντιμετώπισες κάποιες δυσκολίες στο κομμάτι του να ανοίξεις το μαγαζί είτε στα γραφειοκρατικά, είτε στο να βρεις υπαλλήλους, στο να τρέξεις το μαγαζί;

Σ.Ζ.:

Τα γραφειοκρατικά για να ανοίξεις ένα μαγαζί είναι αρκετά δύσκολα. Ήμουνα τυχερός στο κομμάτι του ότι ακριβώς επειδή άνοιξα ένα μαγαζί, το οποίο γραφειοκρατικά υπήρχε ήδη, είχα να σταθμίσω διάφορους παράγοντες. Όταν γενικά ήταν να ανοίξουμε το μαγαζί, είπαμε θα δώσουμε κάποια λεφτά παραπάνω, έτσι ώστε να πάρουμε ένα έτοιμο μαγαζί που να μην έχουμε να τρέξουμε τόσο πολύ με τη γραφειοκρατία που είναι και  απίστευτα χρονοβόρα ειδικά σε έναν ιστορικό τόπο –γιατί μπλέκεις και με Υπουργείο Πολιτισμού– εδώ ή πώς θα το κάνουμε. Αποφασίσαμε να δώσουμε περισσότερα χρήματα για να ξεκινήσουμε μια επιχείρηση αμέσως, παρά να μπλέξουμε με τη γραφειοκρατία και να ξεκινήσουμε κάτι εντελώς εκ του μηδενός. Η αλήθεια είναι ότι εάν ξεκινούσαμε εκ του μηδενός, θα ήτανε αρκετά ψυχοφθόρο και πολύ δύσκολο. Είναι πολύ πιο εύκολο –στην Ελλάδα είναι γενικά δύσκολο– να ανοίξεις μία επιχείρηση. Στη Σύρο όπως και σε άλλα μέρη ανάλογα, όπως είναι η Κέρκυρα, όπως είναι τα Χανιά, όπως είναι ίσως και η Ρόδος, επειδή είναι περιοχές που είναι χαρακτηρισμένες ως ιστορικό κέντρο και άρα προστατεύονται απ’ το Υπουργείο Πολιτισμού, υπάρχουν πάρα πολλοί περιορισμοί στο τι μπορείς να κάνεις και πώς μπορείς να το κάνεις και υπάρχουν πάρα πολλές, πάρα πολύ μεγάλη διαδικασία για να πάρεις εγκρίσεις. Πάρα πολύ χρονοβόροι. Το να βρεις υπαλλήλους –επίσης ήμασταν τυχεροί [00:10:00]σε αυτό– διότι ακριβώς ξεκινήσαμε με τους υπαλλήλους που υπήρχαν ήδη, σταδιακά φυσικά κάποιοι έμειναν κάποιοι έφυγαν, βρήκαμε καινούργιους είναι δεδομένο αυτό, αλλά τουλάχιστον ξεκινήσαμε κάτι, το οποίο υπήρχε ήδη και άρχιζε να αλλάζει σταδιακά. Ήταν πολύ σημαντικό αυτό για εμάς.

Κ.Ν.:

Η επιχείρηση πόσα χρόνια είναι εδώ στη Σύρο;

Σ.Ζ.:

Υπό τη δική μας διεύθυνση είναι τέσσερα χρόνια σχεδόν, λίγο λιγότερα από τέσσερα χρόνια. Υπήρχε πιο πριν με άλλο όνομα, άλλη διεύθυνση, άλλο προσανατολισμό, άλλα δυόμισι-τρία χρόνια νομίζω, κάτι τέτοιο. Οπότε ο συγκεκριμένος χώρος στην εστίαση είναι περίπου επτά-οκτώ χρόνια. Με τη δική μας διεύθυνση περίπου στα τέσσερα χρόνια. 

Κ.Ν.:

Και σ’ αυτά τα τέσσερα χρόνια που έχεις το μαγαζί τι αλλαγές έχεις παρατηρήσει να συμβαίνουνε είτε απ’ το κομμάτι του τουρισμού, είτε εσείς οι ίδιοι εάν έχετε αλλάξει κάτι στο μαγαζί

Σ.Ζ.:

Καλά, αυτά που έχουμε αλλάξει καταρχάς στο μαγαζί μας είναι ότι το κάναμε λίγο το κάναμε πιο φιλόξενο. Ήτανε ένα μαγαζί το οποίο είχε, πουλούσε και πολλά προϊόντα λιανικής, ήταν ταυτόχρονα μπακάλικο και είχε και δυο-τρία τραπεζάκια που είχε καφέ. Είχε και κάποια προϊόντα κουζίνας, είχε και μαναβική, πουλούσε μαναβική δηλαδή σαν μανάβικο. Όλα αυτά αφαιρέθηκαν, θεωρήσαμε ότι ήτανε καλύτερο να το έχουμε σαν ένα μαγαζί που να προσανατολιστεί περισσότερο στην εστίαση και όχι στο λιανικό εμπόριο. Οπότε προσθέσαμε τραπέζια, αλλάξαμε τον χώρο, τον κάνουμε περισσότερο του γούστου μας και με διάφορα χρώματα. Αλλάξαμε προφανώς, τραπεζοκαθίσματα, προσθέσαμε χώρο έξω που δεν υπήρχε... Τέτοιου είδους αλλαγές, προσθέσαμε άλλα προϊόντα φυσικά, που δεν υπήρχαν, όπως γλυκά. Κρατήσαμε το στοιχείο του χειροποίητου, το οποίο υπήρχε ήδη στο μαγαζί και ό,τι κάνουμε είναι χειροποίητο. Αυτά όσο αναφορά τις αλλαγές που κάναμε εμείς. Από κει και πέρα σαφέστατα η κατάσταση στο νησί από το 2016 που το έχουμε αναλάβει στον τομέα του τουρισμού έχει μια συνεχή άνοδο. Το νησί κάθε χρόνο –δεν θα πω πάει– για ευνόητους λόγους, πήγαινε όλο και καλύτερα. Υπήρχαν πάρα πολύ καλές προϋποθέσεις για τη φετινή χρονιά, αλλά δυστυχώς με αυτό που συνέβη, σαφέστατα υπάρχει μια μείωση. Σαφέστατα η Σύρος είναι από τα τυχερά νησιά σε σχέση με τα υπόλοιπα, όσον αναφορά το κομμάτι της πανδημίας, δεν την έχει χτυπήσει τόσο πολύ. Έχει κόσμο το νησί, ακριβώς γιατί πάντα είχε εγχώριο τουρισμό, οπότε ο Έλληνας τουρίστας παραμένει και είναι ακόμα εδώ. Δεν έχουμε τόσο πολύ ξένους που αυτό το κομμάτι ανέβαινε συνεχώς, φέτος σχεδόν εκμηδενίστηκε με εξαίρεση Γάλλους που έχουμε πάντα στο νησί, δεν υπάρχει κανένας άλλος. Σαφέστατα έχει επηρεαστεί και ο τζίρος όλων των επιχειρήσεων, παρόλα αυτά σε καμία περίπτωση δεν μιλάμε για καταστροφή που έχει συμβεί σε άλλα νησιά και σε άλλες τουριστικές περιοχές, σε καμία περίπτωση. Πάντως σε γενικές γραμμές, αν εξαιρέσουμε αυτή τη φετινή κρίση που προφανώς θα περάσει, το νησί βρίσκεται σε άνοδο και υπάρχει όλο και περισσότερο τουριστική κίνηση από διάφορα μέρη του κόσμου κι αυτό θα συνεχίσει να υπάρχει. Αυτό βοηθάει και εμάς γιατί η αλήθεια είναι ότι η επιχείρησή μας προσανατολίζεται πολύ σε ένα εναλλακτικό κοινό ας πούμε, γιατί έχουμε πολλά vegetarian kai vegan προϊόντα. Είναι όλα χειροποίητα, είναι προϊόντα, τα οποία είναι αρκετά διάσημα όχι τόσο στην Ελλάδα, αλλά περισσότερο στην Αμερική, μια και η γυναίκα μου είναι Αμερικανίδα. Οπότε το κομμάτι του ξένου τουρισμού μας βοηθάει πολύ.

Κ.Ν.:

Η γυναίκα σου έχει αναλάβει να ετοιμάζει τα πράγματα μιας και ανέφερες ότι είναι Αμερικανίδα και έχετε...

Σ.Ζ.:

Πολλά από τα προϊόντα τα ετοιμάζει η γυναίκα μου, κάποια γίνονται από τους υπαλλήλους, ναι.

Κ.Ν.:

Εσύ εργάζεσαι κι ο ίδιος ή επιβλέπεις την επιχείρηση, είσαι και υπάλληλος στην επιχείρηση?

Σ.Ζ.:

[00:15:00]Είμαι και υπάλληλος στην επιχείρηση. Το ιδανικό μου θα ήταν να μην ήμουν, αλλά φυσικά, δεν με παίρνει, δεν μας παίρνει οικονομικά ακόμα για κάτι τέτοιο και προφανώς εργάζομαι κι εγώ για να βοηθάω λίγο την κατάσταση, να ελαφρύνω μάλλον την κατάσταση οικονομικά κυρίως για εμάς.

Κ.Ν.:

Θέλεις να μας πεις πώς λέγεται το μαγαζί σου και τα προϊόντα τα οποία πουλάτε?

Σ.Ζ.:

Ναι, το μαγαζί ονομάζεται The Corner Cafe, βρίσκεται πολύ κοντά στην πλατεία Μιαούλη, αυτή που είναι η πλατεία Δημαρχείου στη Σύρο. Τα προϊόντα που πουλάμε πέρα από καφέδες που είναι δεδομένο –το λέει και το όνομα– είναι χυμοί, πάρα πολλοί χυμοί με φρούτα και λαχανικά, πρωινά όπως είναι αυγά ομελέτες και τέτοια, bagel τα οποία είναι αμερικανικό προϊόν, κυρίως παραδοσιακό της... όχι μόνο, αλλά κυρίως παραδοσιακό της Νέας Υόρκης και συγκεκριμένα των Εβραίων της Νέας Υόρκης τα οποία είναι χειροποίητα από τη γυναίκα μου, η οποία έχει εβραϊκή καταγωγή γι’ αυτό ξέρει και τα κάνει. Πουλάμε φαλάφελ το οποίο επίσης ετοιμάζουμε εμείς, αραβικές πίτες με χούμους, αραβικές πίτες με αβοκάντο, πολλά γλυκά, όπως cookies, brownie, γλυκό λεμονιού, muffin, όλα αυτά είναι αμερικανικές συνταγές. Χορτόπιτα, τυρόπιτα και αυτά χειροποίητα, φοκάτσιες, λαδένια Κιμώλου, παραδοσιακή συνταγή από την Κίμωλο, το οποίο είναι μια παραλλαγή φοκάτσιας και αυτό. Ξεχνάω κάτι; Σκέφτομαι. Εντάξει και υπάρχει φυσικά και αλκοόλ για όποιον θέλει να πιει την μπίρα του, ή το τσίπουρό του, ή το κρασί του, μπορεί να το κάνει. Αυτά.

Κ.Ν.:

Και το ωράριο λειτουργίας που είναι ανοιχτό το μαγαζί?

Σ.Ζ.:

Ανοίγουμε γύρω στις 8:20-8:30 το πρωί και είναι ανοιχτό όσο πάει. Το καλοκαίρι είναι η αλήθεια κλείνουμε σχετικά νωρίς, δηλαδή κατά τις 23:00-00:00, τον χειμώνα κρατάει και πιο πολύ γιατί είναι λίγο πιο παρεΐστικη η κατάσταση, οπότε είναι και πιο εφικτό να κρατήσουμε και λίγο περισσότερο.

Κ.Ν.:

Σε γενικές γραμμές εσύ είσαι ευχαριστημένος με αυτή τη επιχείρηση και το άνοιγμα που έχεις κάνει στη Σύρο? 

Σ.Ζ.:

Σε γενικές γραμμές αν εννοείτε σε θέμα προσωπικών σχέσεων, σε θέμα του πώς περνάω εγώ προσωπικά, ναι. Εάν μιλάμε επιχειρηματικά, όχι ακόμα. Ναι μεν ανεβαίνει, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να πω τώρα είμαι ευχαριστημένος κι ότι έχει βγάλει τα λεφτά του ή έχει, έχει ευδοκιμήσει όλη η κατάσταση και όλη η επένδυση που έχουμε κάνει. Όταν όμως κάνεις μια επένδυση, ποτέ δεν περιμένεις ότι μέσα στα σε λίγα χρόνια στα σε δύο-τρία-τέσσερα χρόνια θα σου έχει αποδώσει. Όχι, κάνεις την υπομονή σου το χτίζεις και βλέπεις το πώς θα πάει.

Κ.Ν.:

Και να υποθέσω ότι έχεις ακόμα υπομονή.

Σ.Ζ.:

Σαφέστατα, εννοείται.

Κ.Ν.:

Δεν έχεις μετανιώσει για το βήμα αυτό;

Σ.Ζ.:

Όχι, καθόλου καθόλου, καθόλου, σε καμία περίπτωση. Καταρχάς περνάω καλά και από τη στιγμή που περνάω καλά, έχω την υπομονή. Εάν δεν περνούσα καλά, τότε θα το συζητούσαμε. Θα έλεγα ότι δεν αξίζει τον κόπο, αλλά αξίζει τον κόπο. Δεν είναι δηλαδή ότι μπαίνω μέσα και έχω πρόβλημα, όχι. Συνεχίζω και περιμένω ότι θα αποδώσει. Υπάρχουν δηλαδή πολύ καλές προοπτικές. Εντάξει, μας έτυχε η φετινή αναποδιά σ’ όλο τον πλανήτη, θα περάσει και θα συνεχίσουμε. Είναι για όλους αυτό.

Κ.Ν.:

Ωραία, ευχαριστούμε πάρα πολύ, Στέφανε.

Σ.Ζ.:

Παρακαλώ.

Κ.Ν.:

Να ευχηθώ καλό καλοκαίρι, όσο έχει μείνει ακόμα. Και να παροτρύνουμε τον κόσμο σίγουρα άμα περάσει απ’ τη Σύρο, να επισκεφτεί... 

Σ.Ζ.:

Βεβαίως, να επισκεφτεί το μαγαζί.

Κ.Ν.:

Να επισκεφτεί το μαγαζί και να δοκιμάσει όλα αυτά τα ωραία πράγματα τα οποία φτιάχνετε.

Σ.Ζ.:

Ευχαριστούμε πολύ.

Κ.Ν.:

Ευχαριστούμε πολύ.