Η καθημερινότητα, τα έθιμα και η ιστορία της Ασίνης στην Αργολίδα και η ιστορία του κυρίου Τάσου
Segment 1
Η στρατιωτική θητεία, η επαγγελματική ενασχόληση με τα κτήματα από μικρή ηλικία και τα έθιμα στο χωριό
00:00:00 - 00:14:55
Partial Transcript
Γεια σας, ονομάζομαι Γκιόλα Μαρία-Σταυρούλα. Είναι 23 Ιουλίου, βρισκόμαστε στο Τολό. Είμαι μαζί με τον κύριο Μουταβελή. Εγώ ονομάζομαι Γκι…ο... οι γιορτές αυτές. Και μετά πάμε στο Ναύπλιο που ήτανε πολύς ο κόσμος, να δούμε τον Καρνάβαλο, ξέρω γω. Και πηγαίναμε στο Ναύπλιο μετά.
Lead to transcriptSegment 2
Η διασκέδαση σε μαγαζιά του Ναυπλίου και του Τολού τις δεκαετίες του ‘70 και του ‘80, ο τουρισμός και το φλερτ των Ελλήνων με τις ξένες τουρίστριες
00:14:55 - 00:40:21
Partial Transcript
Γενικά στην καθημερινότητα, μια άσχετη μέρα, όχι γιορτής, πηγαίνατε... Ναι. Έτσι για τη βόλτα σας στο Ναύπλιο; Ναι, βέβαια. Τι κάνατε; Π…και αυτοί ότι δεν είχανε λεφτά που μέναν στις σκηνές μες στον χειμώνα, τους άρεσε αυτό το πράγμα που κάνανε. Μερικοί μένανε και σε δωμάτια.
Lead to transcriptSegment 3
Το αρχαιολογικό ενδιαφέρον της Ασίνης, η ιστορία του χωριού, τα πανηγύρια και τα τραγούδια της εποχής
00:40:21 - 00:59:33
Partial Transcript
Και οι τάφοι της αρχαίας Ασίνης, πώς... Θέλετε να τους περιγράψετε; Πώς πηγαίνατε, πώς είναι... Είναι πολύ εύκολο να πας απ’ τον δρόμο. Είν… έπαιζε και σε δημοτικά, τον έχω δει και σε δυο-τρία έργα ελληνικά με... τσολιάς ντυμένος, έπαιζε και σε… Είχε παίξει, έπαιζε και δημοτικά.
Lead to transcriptSegment 4
Η ιστορία των κατοίκων του Τολού, το έθιμο της καύσης του Ιούδα, αναμνήσεις από τη θάλασσα και τα καπνά
00:59:33 - 01:10:33
Partial Transcript
Και άλλη μια ερώτηση τώρα που... Εγώ γνωρίζω ότι εδώ στο Τολό και μερικοί στο... Προχώρησαν αργότερα και στην Ασίνη, ήρθαν από την Ύδρα. Αυτ…είχα δει εκεί, δεν… Εδώ πέρα δεν... Τώρα αν υπήρχανε και κάποιοι που ’χανε βάλει λίγο καπνό δεν… δεν έδινες σημασία, δεν μπορούσες να το...
Lead to transcriptSegment 5
Αναμνήσεις από την περίοδο της Χούντας, η επιστράτευση και η προετοιμασία για πόλεμο λόγω της Εισβολής στην Κύπρο
01:10:33 - 01:31:30
Partial Transcript
Και τώρα, έτσι, και απ’ τις τελευταίες ερωτήσεις που θα σας κάνω. Εδώ στο χωριό τη Χούντα —τη Χούντα;—, το πραξικόπημα πώς το βιώσατε; To ’…αι. Ενώ στην Αθήνα τραβήξανε αγώνα. Δεν μπορούσες να βγεις, μέσα στους τέσσερις τοίχους ήσουνα, πού να πας; Ρώτα, ρώτα με και τίποτα άλλο.
Lead to transcriptSegment 6
Δύο περιστατικά στη θάλασσα, πληροφορίες για δύο νησάκια και η ενασχόληση των χωρικών με τις ιχθυοκαλλιέργειες
01:31:30 - 01:43:56
Partial Transcript
Δεν ξέρω, θέλετε να μου πείτε εσείς κάτι, έτσι, μια ανάμνηση πολύ χαρακτηριστική, πολύ αγαπημένη σας; Μπορεί να είναι οτιδήποτε, έτσι; Μια π…ετάω και... Δεν υπήρχαν τότε, το ’84 δεν υπήρχε ιχθυοκαλλιέργεια. Μετά έγινε, νομίζω την άλλη χρονιά ή παρ’ άλλη. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.
Lead to transcriptSegment 1
Η στρατιωτική θητεία, η επαγγελματική ενασχόληση με τα κτήματα από μικρή ηλικία και τα έθιμα στο χωριό
00:00:00 - 00:14:55
[00:00:00]Γεια σας, ονομάζομαι Γκιόλα Μαρία-Σταυρούλα. Είναι 23 Ιουλίου, βρισκόμαστε στο Τολό. Είμαι μαζί με τον κύριο Μουταβελή. Εγώ ονομάζομαι Γκιόλα Μαρία-Σταυρούλα, είμαι ερευνήτρια του Istorima και ξεκινάμε. Γεια σας, θέλετε να μου δώσετε μερικά βιογραφικά στοιχεία σας; Όπως το όνομα σας, την ηλικία σας και αυτά;
Ναι, λέγομαι Τάσος Μουταβελής. Είμαι 72 χρόνων, γεννημένος το ‘48.
Πολύ ωραία. Θέλετε να μου περιγράψετε τα παιδικά σας χρόνια στο χωριό, στην Ασίνη;
Ναι, απ’ τον καιρό που πήγαινα σχολείο.
Από όποτε θέλετε.
Στο σχολείο πήγα το 1955, είχαμε δάσκαλο τον Γιαννακάκη το… το Δημήτρη, δασκάλα είχαμε κάποια κυρία Δημητρακάκη. Μετά είχαμε μία Πρασά... και αυτούς πρόλαβα εγώ. Λοιπόν, το πρωί πηγαίναμε σχολείο περίπου στις 8:00 η ώρα, 12:30 σχολάγαμε. Χτύπαγε το κουδούνι, φεύγαμε, πηγαίναμε στο σπίτι για φαγητό. Στις 3:00 η ώρα ξαναχτύπαγε η καμπάνα να πάμε πάλι στο σχολείο. Πηγαίναμε δυο φορές.
Γιατί συνέβαινε αυτό;
Αυτό γινόταν τον χειμώνα στις 3:00 η ώρα. Το καλοκαίρι πηγαίναμε στις 8:00 η ώρα, η καμπάνα χτύπαγε στις… στις 5:00. Πηγαίναμε για δυο ώρες τ’ απόγεμα για ωδική να κάνουμε;
Ωδική;
Τραγουδούσαμε.
Α, πάρα πολύ ωραίο αυτό.
Ναι. Δε θυμάμαι τι άλλο μάθημα είχαμε. Άλλο ένα μάθημα είχαμε, αλλά περισσότερο για ωδική πηγαίναμε το απόγευμα. Το καλοκαίρι ερχόμασταν στα περιβόλια. Πηγαίναμε στο σχολείο, ερχόμασταν στο κτήμα, στα χωράφια. Μακριά απ’ το σχολείο 1,5 χλμ. Δεν είχαμε και ρολόγια... δεν ήταν και ακριβείας, αλλά ακούγαμε την καμπάνα που χτύπαγε για τα παιδιά του σχολείου, την ακούγαμε στο 1,5 χλμ. Ακούγαμε την καμπάνα και ξεκινάγαμε και πηγαίναμε στο σχολειό. Είκοσι λεπτά κάναμε 1,5 χλμ., είκοσι λεπτά κάναμε για να πάμε στο σχολείο. Λοιπόν, το βγάλαμε το σχολείο. Μετά δεν πήγα στο… Ήταν να πάω στο γυμνάσιο, τελικά δεν πήγα, ασχολήθηκα με τα κτήματα, με τα χωράφια.
Τι είχατε;
Πορτοκάλια, μανταρίνια, βάζαμε και ντομάτες και εδώ στο βουνό αυτό εδώ πάνω βάζαμε ντομάτες πάλι. Οι ντομάτες γινόντουσαν τότε και απέξω, δεν… δεν υπήρχαν οι αρρώστιες και τα… οι ιώσεις και αυτά τα πράγματα. Μετά πήγα στρατιώτης το 1968.
Πού πήγατε, σε ποια περιοχή;
Πήγα στη Θήβα, στο Πυροβολικό. Έκατσα τρεισήμισι μήνες και μετά πήγα Θεσσαλονίκη στο Πυροβολικό πάλι, έκατσα ένα χρόνο και μετά πήγα άλλο ένα χρόνο στη Θεσσαλονίκη, έξω απ’ τη Θεσσαλονίκη, στο αεροδρόμιο, στο στρατιωτικό αεροδρόμιο ήτανε... Στο αεροδρόμιο ήτανε και... υπήρχε κι ένας λόχος Αεροπορίας Στρατού εκεί πέρα. Φοράγαμε κόκκινο μπερέ τότε η Αεροπορία Στρατού. Τώρα είναι… Τότε ήμασταν εκατό άτομα σ’ όλη την Ελλάδα, τώρα είναι πάρα πολλοί.
Και γιατί τόσα χρόνια; Ήταν σύνηθες τόσα χρόνια να κάνετε τόσο μεγάλη θητεία;
Είκοσι τέσσερις μήνες ήτανε, αλλά όταν πήρα άδεια εγώ και ήρθα εδώ και μετά από δέκα μέρες θα πήγαινα πίσω στο, στο λόχο και μετά από μια βδομάδα θα απoλυόμουνα. Όταν ήρθα εδώ, έμαθα ότι μας κρατάει τρεις μήνες ακόμα. Σκέψου τώρα, να υπολογίζεις μετά από δέκα μέρες απολύεσαι… να πας πίσω, μετά από πέντε μέρες, και να μαθαίνεις να σε κρατήσουν τρεις μήνες ακόμα. Από Ιούλιο, δηλαδή, που θα απoλυόμουνα με κρατάγαν τρεις μήνες, πήγαινε Οκτώβρη, 25 Οκτώβρη. Και έτσι έγινε... Δύσκολα ήτανε. Καλά πέρασα και στο Στρατό, δεν… δεν έχω παράπονο.
Τι εκπαίδευση σας έκαναν τότε; Τι ασκήσεις κάνατε;
Στην Αεροπορία Στρατού δεν κάναμε ασκήσεις. Οδηγός ήμουνα, δεν… δεν κάναμε ασκήσεις, γιατί ήμαστουν έξι οδηγοί, ήτανε άλλοι έξι-εφτά «μηχανοσυνθέτες» —έτσι τους λέγαμε—, βοηθάγαν τους… τους υπαξιωματικούς... της Αεροπορίας Στρατού, τους βοηθάγανε για να κάνουν συντήρηση στα αεροπλάνα και στο ελικόπτερο. Αεροπλάνα, είχαμε τρία αεροπλανάκια, μικρά ήτανε, και ένα ελικόπτερο. Δεν ξέρω αν κάνει να τα λέμε τώρα αυτά τα πράματα για τον Στρατό, αλλά είναι παλιά ιστορία, πάει μισός αιώνας τώρα. Δεν… δε σημαίνει τίποτα.
Καλά, δεν απoκαλύψατε και κάποια τακτική μας.
Δεν... δεν είπαμε και τίποτα έτσι το...
Και μετά γυρίσατε, όταν τελειώσατε τον Στρατό, στο χωριό πίσω;
Γύρισα πάλι στο χωριό.
Και ασχοληθήκατε πάλη με τα κτήματα ή κάνατε κάτι άλλο;
Πάλι, πάλι με τα κτήματα. Και ακόμα σήμερα το ίδιο, δεν… δεν έχω αλλάξει. Απλά δε βάζουμε τώρα ντομάτες και μελιτζάνες, όπως βάζαμε τότε. Γιατί δεν υπάρχουν κτήματα ελεύθερα, είναι όλα με εσπεριδοειδή και δεν υπάρχουνε...
Τότε τα πουλάγατε σε λαϊκές τα προϊόντα σας;
Σε εμπόρους, σε μανάβηδες τα πουλάγαμε.
Από τότε, όπως και τώρα.
Ναι. Ναι, ναι.
Υπήρχε το ίδιο.
Είχαμε και βερίκοκα τότε, όχι πολλά, είχαμε μερικές βερικοκιές για τα καλοκαιρινά έξοδα. Καλά, κάτι φορές ήτανε πολύ καλές τιμές τα βερίκοκα τότε. Μετά γέμισε ο τόπος... θα γινόντουσαν και εξαγωγές κάποια διαστήματα. Τώρα όμως δεν έχουμε καμία βερικοκιά εδώ, γιατί οι παλιές ξεραθήκαν όλες. Άμα βάλεις καινούργιες, ζούνε κάνα δεκαριά χρόνια λέει, αλλά μετά ξεραίνονται και αυτές. Αλλά τότε, όμως, ήτανε βερικοκιές χοντρές τόσο… τόσο πολύ, δηλαδή πάνω από πενήντα χρόνια και εβδομήντα χρόνια βερικοκιά.
Θέλετε να μας πείτε και τι έθιμα είχατε στο χωριό σας;
Στο χωριό τα έθιμα ήτανε οι Απόκριες, φωτιές, μασκαράδες. Είχαμε τέσσερις-πέντε φωτιές στο χωριό. Η μεγαλύτερη φωτιά γινόταν στην Κόντρα. Η Κόντρα ήτανε και το κέντρο του χωριού. Μετά είχαμε και τις πιο μικρές φωτιές στις άλλες γειτονιές, αλλά η μεγαλύτερη ήταν της Κόντρας.
Και εσείς εκεί...
Εκεί είχε… Και τι άλλο έθιμο είχαμε; Τον Ιούδα είχαμε.
Πώς θα μου τον περιγράφατε; Έναν τότε Ιούδα, πώς θα μου τον περιγράφατε;
Ένας τότε Ιούδας... Έπαιρνες ένα παντελόνι, το γέμιζες άχυρο, ένα πουκάμισο. Παλιό πουκάμισο, μην ήταν και καινούριο το πουκάμισο, δεν άξιζε και για τον Ιούδα. Λοιπόν, στο κεφάλι του [00:10:00]βάζαμε μία κούπα, μια κουρούπα, μια κολοκύθα —πώς να το πούμε;—, ένα τέτοιο πράμα. Ζωγράφιζες τα μάτια του και το στόμα του. Λοιπόν, και τον σκοτώναμε με τα… με τα όπλα, με τα, με τα δίκαννα. Ήτανε σκληρό, αλλά έπρεπε να γίνει έτσι, προδότης ήτανε. Τους προδότες έτσι τους...
Και κάνατε και τότε αυτόν τον πόλεμο που κάνουνε τώρα, που έχω ακούσει;
Ναι, τον πόλεμο τον κάναμε με τα… τότε με τα βαρελότα. Με τα βαρελότα ήτανε… Ήτανε οι... Υπήρχανε βαρελότα που τ’ άναβες με φωτιά και τα πέταγες και σκάζανε, αλλά ήτανε βαρελότα άλλα, τα οποία δε θέλανε φωτιά. Το πέταγες και μόλις έπεφτε κάτω, έσκαζε. Αυτό έσκαζε από μόνο του, μόλις έπεφτε κάτω, έσκαζε. Κείνο ήτανε πιο… Δεν μπορούσες, κει στον πόλεμο που γινότανε… Όταν είναι με φωτιά, το βλέπεις ότι έρχεται με τη φωτιά και μπορείς και φυλαχτείς. Όταν έρχεται και δε βλέπεις φωτιά και σου σκάζει απότομα, ήτανε πιο… Είχε πιο πλάκα και, εντάξει, ήτανε και επικίνδυνο, αλλά είχε και πλάκα μεγάλη.
Το κάνατε όπως και τώρα;
Ναι, βόρειοι – νότιοι, άλλοι από πάνω, άλλοι από κάτω. Αλλά όταν ήτανε και νύχτα δεν ήξερες από πού σου ρχότανε, γιατί έβλεπες φωτιά.
Το κάνατε τη νύχτα εσείς.
Γινόταν και νύχτα. Ξεκίναγε ημέρα, αλλά ήταν και νύχτα. Όταν νύχτωνε, δεν το... Την ημέρα μπορεί να το δεις, ερχότανε. Τη νύχτα δεν το ’βλεπες.
Και εγώ ξέρω ότι έχετε δύο καφενεία, τώρα τα παιδιά, η νεολαία έχει δύο καφενεία στο στόχαστρο. Εσείς τότε πού γυρνάγατε; Σε όλο το χωριό ή πάλι με τον δρόμο;
Όχι, με τον δρόμο, στον δρόμο γινότανε, στον δρόμο γινότανε. Αλλά δε γινότανε... Γινόταν και στα καφενεία, αλλά μετά γινόταν και στη βόλτα. Ο κόσμος πήγαινε βόλτες τότε, παντού σ’ όλη την Ελλάδα. Έξω απ’ το χωριό πήγαινες, γύρναγες, παιδιά, κορίτσια... αγόρια, κορίτσια και εκεί πάλι γινόταν ο πόλεμος. Αλλά μετά τη βόλτα ήτανε πιο σκληρός ο πόλεμος, ήτανε πιο...
Μόνο για εσάς;
Ναι, ναι, ναι. Ήτανε... Γιατί δεν υπήρχανε κορίτσια μέσα μετά και ήταν μόνο αγόρια και τα αγόρια δε φοβόντουσαν τόσο όσο, όταν ήταν κορίτσια, λέγανε: «Σιγά, μη χτυπήσουμε κάνα κορίτσι», ξέρω γω.
Και στις φωτιές τι κάνατε, που μου είπατε πριν;
Ντυνόμαστουν μασκαράδες. Και όταν λέμε μασκαράδες, το 30% μασκαράδες, οι υπόλοιποι δεν ήταν μασκαράδες. Το 30% ήταν μασκαράδες, δηλαδή ήταν πολλοί μασκαράδες μέσα στο… στους χορούς και στα αυτά. Δεν ήξερες, δεν μπόραγες να γνωρίσεις ποιος είναι αυτός ο μασκαράς ή ποιος... Τώρα ντύνονται μασκαράδες πέντε-έξι. Μέσα σ’ όλο το χωριό μπορεί να τους ξεχωρίσεις και ποιοι είναι αυτοί από το ανάστημα, από το... Θα δεις. Ενώ τότε ήτανε πολλοί, ποιον να ξεχωρίσεις; Αφού ήταν οι μισοί σχεδόν.
Τι στολές φοράγατε εσείς τότε;
Άλλοι βρίσκανε, φοράγανε ανάποδα τα παντελόνια, άλλοι τα σακάκια ανάποδα, ό,τι σκεφτόταν ο καθένας. Περούκες, μήπως περούκες είχανε και τίποτα; Βάζανε κάνα τομάρι από κάνα κουνέλι στο κεφάλι τους.
Πολύ, πολύ ωραία. Και αυτό ήτανε της Ασίνης το έθιμο...
Της Ασίνης.
Μετά πήγατε καθόλου προς το Ναύπλιο; Βγαίνατε να φανταστώ, εντάξει, σαν...
Πηγαίναμε στο Ναύπλιο, αλλά όχι τόσο πολύ τότε. Μετά πηγαίναμε στο Ναύπλιο, γιατί αρχίσανε λίγο λίγο και σταμάταγε το… αυτό στα χωριά.
Το λεωφορείο;
Θέλω να πω το... οι γιορτές αυτές. Και μετά πάμε στο Ναύπλιο που ήτανε πολύς ο κόσμος, να δούμε τον Καρνάβαλο, ξέρω γω. Και πηγαίναμε στο Ναύπλιο μετά.
Segment 2
Η διασκέδαση σε μαγαζιά του Ναυπλίου και του Τολού τις δεκαετίες του ‘70 και του ‘80, ο τουρισμός και το φλερτ των Ελλήνων με τις ξένες τουρίστριες
00:14:55 - 00:40:21
Γενικά στην καθημερινότητα, μια άσχετη μέρα, όχι γιορτής, πηγαίνατε...
Ναι.
Έτσι για τη βόλτα σας στο Ναύπλιο;
Ναι, βέβαια.
Τι κάνατε; Ποια ήταν η τότε βόλτα;
Η τότε βόλτα ήταν ο Μεγάλος Δρόμος, η παραλία του Ναυπλίου. Αυτή ήταν η βόλτα στο Ναύπλιο. Ήτανε... Η παραλία είχε, είχε κόσμο πολύ, είχε… είχε κόσμο.
Από τότε είχε, δηλαδή ήταν το Ναύπλιο τουριστικό μέρος.
Ναι. Ναι, ναι, το Ναύπλιο είναι απ’ τα πρώτα. Ρόδο, Ναύπλιο, εντάξει Κέρκυρα, το Τολό ακολούθησε μετά, μετά το Ναύπλιο.
Και τι μαγαζιά ήταν τότε που υπήρχαν για να πάτε να διασκεδάσετε;
Κοίταξε, μαγαζί, μαγαζιά που διασκεδάζανε οι πρώτοι τουρίστες, απ’ ό,τι ξέρω, εδώ στην περιοχή τη δική μου ήταν η ταβέρνα «Το Καστράκι». Η ταβέρνα «Το Καστράκι» είχε ένα jukebox που ξεκίναγε από τις 10:00 η ώρα το πρωί, μέχρι την άλλη μέρα το πρωί στις 5:00 η ώρα, δε σταμάταγε καθόλου. Και οι τουρίστες που ’τανε στο Τολό —λίγοι τουρίστες, δεν ήτανε πολλοί, μιλάω για το ‘65 τώρα, ‘65-‘66— ερχόντουσαν στο... στην ταβέρνα «Το Καστράκι» για να χορέψουν, να διασκεδάσουνε. Και μετά από δύο χρόνια, το ’69, άνοιξε το «Hobby». Δίπλα απ’ την ταβέρνα «Το Καστράκι» ήτανε το «Hobby», ήταν με ζωντανή μουσική, με ξένα τραγούδια. Ήτανε μια μεγάλη επιτυχία, δηλαδή, στην περιοχή μας εδώ το «Hobby». Ερχόντουσαν απ’ το Τολό πάλι, πηγαίνανε στο «Hobby», ο κόσμος καθότανε στις πέτρες, γιατί είναι και βουναλάκι εκεί. Υπήρχαν καθίσματα, αλλά υπήρχαν και πολλά βραχάκια που μπορούσες να καθίσεις και στο βραχάκι, αντί να καθίσεις σε καρέκλα. Και αυτό κράτησε μέχρι το ‘74, το «Hobby». Λοιπόν, και το «Καστράκι», έτσι, σαν κέντρο διασκέδασης για τους τουρίστες. Το ‘75 ξεκίνησαν οι ντισκοτέκ στο Τολό. Στο Ναύπλιο είχανε ξεκινήσει λίγο πιο νωρίς. Αλλά θυμάμαι και μία ντισκοτέκ στο Ναύπλιο, που ’χα πάει το ’68, έξι μήνες πριν πάω φαντάρος. Μία ντισκοτέκ κοντά στον φίκο, εκεί που ήταν ένας φίκος. Δε θυμάμαι το όνομά της τότε, πώς λεγόταν η ντισκοτέκ αυτή. Πήγα φαντάρος μετά, όταν γύρισα δεν υπήρχε ντισκοτέκ. Υπήρχε το «Hobby». Λοιπόν, μετά έγινε μία ντισκοτέκ που πάμε για την Αρβανιτιά, η «Venus», μία ντισκοτέκ, η «Venus» τότε, και ακολουθήσανε και άλλες μετά, η «Σειρήνα»...
Εσείς εκεί πώς διασκεδάζατε; Πώς θα το περιγράφατε;
Αυτές οι ντισκοτέκ ήτανε οι πρώτες, ήτανε και με ελληνικά τραγούδια, ήταν σαν... Και ζωντανή μουσική είχανε και... Μετά ήρθανε οι άλλες οι ντισκοτέκ, γύρω στο ’75 κι αυτές, ’76. Ήρθαν οι ντισκοτέκ κανονικά πλέον με Jockey επάνω και... Πώς το λένε; Κανονικά με ξένα τραγούδια και είχανε και δύο ελληνικά ή τρία ελληνικά στο... σ’ όλο το πρόγραμμα. Αλλάξανε οι ντισκοτέκ μετά, ήτανε όλο με ξένα τραγούδια.
Και αυτό έγινε επειδή υπήρχε πολύς τουρισμός ή επειδή το ζητάγατε κι εσείς;
Δεν το ζήταγε και ο… Και οι Έλληνες δεν το πολύ... Θέλαν τα ξένα τραγούδια τότε. Μιλάμε για το ‘76, ’75 και μετά. Στο Τολό ξεκίνησε… Η πρώτη ήταν η «Trip», η ντισκοτέκ που έγινε το ’75 . Ήτανε η πρώτη. Μετά ακολουθήσανε και άλλες.
[00:20:00]Εγώ έχω ακούσει για τη ντισκοτέκ που είναι κάτω, στο «Γορίλα», που πηγαίναν εκεί από το... την Επίδαυρο έρχονταν πολλοί. Αυτή ήταν μετά, πιο μετά;
Στου «Γορίλα»;
Που είναι τώρα, ναι. Που είναι και τώρα.
Ήταν μετά αυτό, μωρέ.
Α, πολύ μετά.
Προχθές ήταν αυτό.
Σε σχέση με αυτές. Και έρχονταν και σ’ εκείνες, έτσι, από την Επίδαυρο, απ’ τις παραστάσεις μετά;
Κοίταξε να δεις, απ’ τις παραστάσεις... Απ’ την Επίδαυρο ερχόντουσαν και στη… στην ταβέρνα στο «Καστράκι», εδώ. Όταν τελείωνε το θέατρο, ερχόντουσαν τότε οι μεγάλοι εδώ, όχι οι… οι μικροί. Χατζηδάκης, Θεοδωράκης είχε περάσει από δω, Φαραντούρη και ποιος δεν είχε περάσει; Μιλάμε για... και για ηθοποιούς και για πολλούς. Ερχόντουσαν γιατί δεν υπήρχε... Στο Λυγουριό δεν πρέπει να υπήρχανε μαγαζιά να τους κρατήσουνε και ερχόντουσαν προς τα δω. Τώρα δεν έρχονται, γιατί μένουνε… μένουν στο Λυγουριό.
Εσείς διασκεδάζατε μαζί τους; Δηλαδή, υπήρχε μια μέρα να πάτε και να βρείτε κάποιον από αυτούς;
Οι μεγάλοι εδώ στο «Καστράκι» μπορεί να συνεχίσανε μέχρι το ’70… μέχρι το ’70, ’72. Μετά ερχόντουσαν οι πιο μικροί, μικροί ηθοποιοί, καινούριοι ηθοποιοί, δεν... Οι μεγάλοι ερχόντουσαν πιο πριν. Μετά οι μεγάλοι θες λόγω ηλικίας; Ή κάποιοι φίλοι τους είχανε βρει κάποια μαγαζιά, ας πούμε, εκεί πέρα και πηγαίνανε εκεί, δεν ξέρω. Μετά συνεχίσανε κάποιοι και ερχόντουσαν και στου «Γορίλα», όπως είπες, αλλά του «Γορίλα» ήτανε τώρα τελευταία. Ήτανε η «Trip», ήτανε η «Rainbow» πιο μετά από την «Trip», ήταν οι «Μούσες» και άλλες κάνα δύο, δεν τις θυμάμαι καλά τώρα.
Α, είχαμε, μας άρεσε να περνάμε καλά από τότε.
Ναι, υπήρχαν, υπήρχανε. Υπήρχαν και τρεις ντισκοτέκ, θα υπήρχαν στο... δεκαετία του ’80 θα υπήρχανε και τρεις ντισκοτέκ στο Τολό. Μετά κλείσαν όλες οι ντισκοτέκ και άνοιξε του, του «Γορίλα».
Κατάλαβα, κατάλαβα. Εσείς... Αναφερθήκαμε πριν ξεκινήσουμε τη συνέντευξη για τα καμάκια. Θέλετε να μου περιγράψετε και αυτό το σύλλογο, τον τότε;
Εδώ δεν είχαμε σύλλογο. Εδώ εμείς πηγαίναμε να βγάλουμε το μεροκάματο στη θάλασσα με τις ρακέτες. Να παίξουμε μια ρακέτα καλή, να υπάρχει ενδιαφέρον, κάποιοι να βλέπουν τους παίκτες, να πιάσεις κουβέντα, γιατί το μπαλάκι έφυγε και πήγε πιο πέρα μ’ ένα «sorry», μ’ ένα αυτό. Εντάξει, εκεί επάνω έπιανες και την κουβέντα και δεν ήτανε κάτι που το έκανες για... Σου άρεσε να βρεις μια παρέα, να περάσεις δεκαπέντε μέρες και εσύ και η κοπέλα καλά, δέκα δεκαπέντε, όσο ήτανε. Κακώς το ’χανε πάρει ορισμένοι, ήτανε σαν επάγγελμα ή ξέρω γω τι. Όχι, το ’χανε πάρει μερικοί. Όπως το λένε κάποιοι άλλοι, ότι: «Ξέρεις», λέει, «κάνανε...», κατηγοράγανε, ας πούμε, ενώ δεν ήταν αυτό το πράγμα, ήταν ότι ήταν η εποχή τέτοια. Και η κοπέλα που ερχόταν ήθελε να βρει μια παρέα και εσύ ήθελες να βρεις μια παρέα και έτσι γινότανε το αυτό. Όχι μόνο απ’ τις ρακέτες, γινόταν και απ’ τις ντισκοτέκ στους χορούς και από χασάπικα και από ζεμπέκικα και από διάφορα αυτά. Και στην παραλία κουβέντα και στον δρόμο μπορεί να τύχαινε, αλλά στον δρόμο συνήθως όχι, γιατί ήτανε λίγο στραβό να πιάσεις κουβέντα στον δρόμο.
Ναι, αλλά με τα αγγλικά δεν υπήρχε πρόβλημα στην επικοινωνία; Πώς συνεννοούσασταν;
Μάθαινες μερικές λέξεις, άντε πάλι και άλλες μερικές... και προχώραγες στο… στην κουβέντα. Άμα η κοπέλα ήθελε και αυτή κουβέντα, σε βοήθαγε και εκείνη λίγο στη κουβέντα, σου ’λεγε... σε ορμήνευε, να το πούμε έτσι. Αλλά και όλες οι κοπέλες δε μιλάγαν αγγλικά καλά. Οι Γερμανίδες… Οι Γερμανίδες συνήθως δε μιλάγαν πολύ καλά, δε μιλάγανε καλά ελληνικά. Κάτι φορές μιλάγαμε εμείς καλύτερα απ’ αυτές, μετά δηλαδή που ’χαμε μάθει μερικά.
Πολύ ωραία. Και πηγαίνατε και στο Ναύπλιο γι’ αυτό ή επειδή στο Τολό εσείς εδώ είχατε...
Όχι, στο Τολό. Τύχαινε και φορές να πάμε στο Ναύπλιο, αλλά να πάμε με παρέα από δω στο Ναύπλιο.
Όχι μόνοι σας.
Δεν πηγαίναμε για να βρούμε παρέα στο Ναύπλιο.
Α, κατάλαβα, για να πάτε βόλτα, να κάνετε... Ναι, ναι.
Είχες τη φίλη σου, ας το πούμε έτσι, και έλεγες: «Πάμε μια βόλτα στο Ναύπλιο, στη ντισκοτέκ;». «Πάμε». Πήγαινες στο Ναύπλιο στη ντισκοτέκ. Σπάνια πήγαινες στη ντισκοτέκ στο Ναύπλιο για να βρεις κοπέλα εκεί πέρα. Αν θα πήγαινες, θα πήγαινες με παρέα με αγόρια, με δυο φίλους πήγαινες εκεί πέρα και… Και το απαγορεύανε τότε. Σου λένε: «Άμα δεν έχεις κοπέλα μαζί σου, τι, γιατί έρχεσαι; Να...».
«Κλέψεις τις δικές μας;».
Ναι.
Α, είχατε τέτοια.
Ναι, ναι, ναι, γιατί λέγανε ότι απαγορεύεται, άμα δεν έχεις συνοδό, κοπέλα δηλαδή. Δεν μπορεί τρία κοράκια να πάνε να μπούνε μέσα στη ντισκοτέκ. Ήτανε είκοσι κοπέλες, μαζευόντουσαν διακόσια κοράκια… Δεν, ήτανε και... Δίκιο είχανε που το… το κάνανε αυτό.
Α, εδώ εσείς... Χωρίζετε μάλλον και εσείς εδώ περιοχές;
Όχι, όχι. Εδώ όχι.
Ήσασταν ελεύθερα.
Εδώ ήταν ελεύθερα. Τώρα δεν ξέρω στο Ναύπλιο, μπορεί αν ήταν Ναυπλιώτες —γιατί τους ξέρανε—, να τους αφήναν να περνάγανε. Αλλά άλλους, από άλλα χωριά ή από Άργος, δεν ξέρω... Όταν πηγαίναν στο Ναύπλιο ένα διάστημα ήθελαν να ’χεις παρέα. Όταν δεν είχαν πολλή δουλειά, όμως, σε δεχόντουσαν κι έτσι.
Και αυτές ήταν εποχές του καλοκαιριού μόνο που...
Ήτανε και χειμώνα. Κάποιο διάστημα ήταν και χειμώνα. Όχι πολύ, γιατί δουλεύανε κι εδώ οι τουρίστες.
Δούλευαν σε τι δουλειές;
Σε πορτοκάλια, μανταρίνια. Μαζεύανε μανταρίνια.
Από ποιες χώρες;
Απ’ όλο τον κόσμο. Νέα Ζηλανδία, Αυστραλία, Αγγλία, Ολλανδία, Γερμανία, Ισπανία. Μένανε εδώ τον χειμώνα.
Και έρχονταν και δούλευαν δηλαδή σαν...
Και, και δουλεύαν εδώ. Όχι για να κονομήσουνε λεφτά. Είχανε κάποια λεφτά, αλλά δουλεύανε εδώ πέρα, ό,τι δουλεύανε εδώ τ’ αφήνανε τα λεφτά, δεν... Κονιάκ τα πίνανε.
Ήτανε διακοπές και διασκέδαση και δουλειά, όλα μαζί.
Ναι, ναι, ναι, ναι, τα κάνανε όλα μαζί το… τον χειμώνα αυτοί, αλλά ήτανε και άλλοι τουρίστες που δουλεύανε και το καλοκαίρι, αλλά δουλεύανε και τον χειμώνα. Το καλοκαίρι βρίσκανε δουλειά [00:30:00]πιο εύκολα, γιατί υπήρχε τουρισμός, μπορούσαν να βρούνε δουλειά. Αλλά τον χειμώνα γινόταν έτσι. Λίγοι όμως ήτανε, δεν ήτανε πολλοί.
Και οι τουρίστριες ήτανε πιο ανοιχτές. Εδώ οι κοπέλες από δω, από την περιοχή;
Ρωτάγανε πάντα οι τουρίστριες ότι: «Πού είναι οι Ελληνίδες; Δε βλέπουμε τις Ελληνίδες». Τι να πεις τώρα; Δεν είχαμε και δικαιολογία, να πούμε, πού είναι. «Α, κοιμόνται οι Ελληνίδες», λέει, «κι εσείς γυρίζετε». Όχι ότι ήμασταν παντρεμένοι και… Ότι: «Δεν τις βγάζετε τις Ελληνίδες μέσα και πάτε στις άλλες».
Αλλά δε βγαίναν από μόνες τους εδώ οι Ελληνίδες ίσως;
Δε βγαίνανε, μωρέ, δε βγαίνανε. Εδώ, άμα το βάλουμε, κάτω απ’ το ‘84 κι ύστερα, ’83, άρχισαν να βγαίνουν οι Ελληνίδες έξω. Με παρέα πηγαίναν κανονικά πλέον. Μετά είχες να πεις ότι «Ορίστε, να. Κοίτα. Ελληνίδες είναι εδώ, Ελληνίδες είναι εκεί, Ελληνίδες είναι κει», αλλά το ’78-’79, προς ’80, δεν μπορείς να πεις τίποτα.
Γιατί συνέβαινε αυτό;
Δε βγαίναν οι Ελληνίδες έξω.
Δεν τις αφήναν ή από μόνες τους;
Δε βγαίναν από μόνες τους. Γιατί να βγούνε; Δεν είχανε μάθει, πού να πήγαινε; Να πήγαινε στην ντισκοτέκ; Δεν ήθελε να πάει στην ντισκοτέκ. Η ντισκοτέκ ήτανε μόνο για τους τουρίστες, έτσι το βλέπανε τότε. Εντάξει, σε καμιά ταβέρνα πηγαίνανε, ας πούμε, δεν… Εντάξει, πηγαίναν σε ταβέρνες.
Και μόνες τους, δηλαδή κοριτσοπαρέες;
Ναι, μπορούσαν να… Ναι, γινόταν αυτό.
Και τι διαφορές είχαν;
Στα μπουζούκια μπορούσαν να πάνε. Στην ντισκοτέκ δεν ήταν... ταίριαζε καλά, δεν ξέρω, δεν, δεν πηγαίναν.
Και τι διαφορές είχαν οι Ελληνίδες από τις τουρίστριες που έρχονταν τότε;
Στην Ελληνίδα απόφευγες να πας, γιατί... Όχι ότι δε σου άρεσε, ήτανε καλή και πιο ωραία από τις τουρίστριες. Αλλά να μην έχεις μπλεξίματα, μπορεί με αδέρφια, μπορεί… τα αδέρφια της. Δηλαδή, δεν ξέρω τι, να κοίταγες όλο πίσω, άμα πήγαινες με την κοπέλα.
Γιατί εδώ εσωτερικό τουρισμό δεν είχαμε; Να έρθουν άλλες Ελληνίδες από μέρη να κάνουν τουρισμό στο Ναύπλιο;
Ερχόντουσαν, ερχόντουσαν αλλά αποφεύγανε, δεν, δεν μπόραγες να την πλησιάσεις. Και άμα τηνε πλησίαζες να της μιλήσεις, μπορεί να ’βρισκες και το μπελιά σου.
Ήμασταν...
Ναι, θα ’βρισκες και τον μπελιά σου. Πρέπει να τύχαινε κάπως βολικά που να ’πιανες κουβέντα και να φαινόσουνα καλός και... Καλός ήσουνα, δεν ήταν ότι δεν ήταν καλός, αλλά να σε έβλεπε για καλόν αυτή.
Το είχατε πολύ τέχνη κάνει τότε το φλερτ.
Ήταν από μόνο του, ήταν η εποχή τέτοια. Δεν ήταν ότι... Ούτε υπήρχε καμιά μέθοδο να πεις ότι ήταν κάποιοι, οι οποίοι δασκαλεύανε κάποιους άλλους. Κουτουράδα γινόντουσαν όλα εδώ πέρα, μόνα τους ερχόντουσαν.
Και...
Και στεναχωριόσουνα όταν έφευγε η κοπέλα και εκείνη στεναχωριότανε όταν ήταν οι μέρες της για να φύγει.
Έχει προκύψει κανένας γάμος από τέτοιες γνωριμίες;
Ναι, πολλοί, πολλοί. Πολλοί γάμοι.
Και μένανε οι κοπέλες εδώ ή φεύγανε οι άντρες, πηγαίνανε στις άλλες χώρες;
Όχι, εδώ μέναν οι κοπέλες, αλλά μερικές κοπέλες τύχαινε να… Μερικές κοπέλες, δηλαδή τουρίστριες, να τους παίρναν τους άντρες, να τους παίρνανε μαζί τους. Αλλά πολλοί όμως τις κρατάγαν εδώ. Να, ο αδερφός μου έτσι τηνε γνώρισε τη γυναίκα του.
Σε ντισκοτέκ;
Όχι, εδώ, εδώ τη γνώρισε και παντρευτήκανε και έχουν ένα αγόρι 29 χρονών.
Πολύ ωραία.
Ναι, παράδειγμα είπα τώρα τον αδερφό μου, είναι πολλοί… Και να μη πω… Πολλοί σε κάθε χωριό.
Δεν το ήξερα, το υποπτευόμουν, το φανταζόμουν, αλλά δεν... Ότι ήταν και τόσοι. Πολύ, πολύ ωραίο και αυτό. Έτσι καμιά άλλη ιστορία να ‘χετε ακούσει, παρατράγουδα, να έχει γυρίσει πίσω κάνας αδερφός καμιάς κοπέλας απ’ τη χώρα, να έχει γίνει κάτι;
Όχι, όχι. Όχι, δεν έχω ακούσει.
Καλύτερα. Και εσείς μετά στο Ναύπλιο τι άλλες γιορτές υπήρχαν; Όπως, ας πούμε, εδώ είχαμε τον Ιούδα, στο Ναύπλιο υπήρχε κάτι άλλο;
Στο Ναύπλιο ήτανε πάντα... Είχε πάντα ενδιαφέρον, πάντα. Πήγαινες... Πήγαινες στην παραλία, πήγαινες στα «Νούφαρα», πήγαινες... Είχε, είχε μέρη να πας. Είχε τις μπουάτ τα βράδια.
Πώς περιγράφετε μια μπουάτ τότε;
Με ελληνικά τραγούδια, ωραία τραγούδια, συνήθως αυτά με το νέο κύμα. Παίζανε και λαϊκά, δεν... Ήταν ωραίες οι μπουάτ του Ναυπλίου τότε, πολύ ωραίες. Και ήτανε ορισμένοι στο Ναύπλιο που ’χαν μάθει και ωραίο τσάμικο. Όταν πεταγόταν να χτυπήσει τα πόδια ψηλά, έφτανε 3 μέτρα. Είχανε βρει ένα κόλπο ο πρώτος με τον δεύτερο, δεν ξέρω πώς γινότανε, γιατί για να πηδήσει ο πρώτος, πόσο να πηδήσει για να χτυπήσει το πόδι επάνω; Ενώ δεν ξέρω πώς γινότανε, υπήρχε ένα κόλπο. Τον βόηθαγε ο... Είχανε συγχρονισμό, αλλά και ο πρώτος να ’χει λίγο άλμα για να πεταχτεί. Και πεταγότανε εκεί πάνω, χτύπαγε τα πόδια εκεί πάνω και έπεφτε κάτω και έπαιρνε στροφή αμέσως. Ήτανε… ήταν ωραίοι στους χορούς οι Ναυπλιώτες, στο τσάμικο και στο χασάπικο, πολύ καλοί.
Και πότε τους δίνονταν οι ευκαιρίες να τα χορέψουν αυτά;
Αυτό γινόταν σχεδόν κάθε βράδυ. Δηλαδή, όταν πήγαινες στην… στη μπουάτ, μπορεί να τύχαινε δυο φορές το βράδυ να δεις δύο χασάπικα και δύο τσάμικα. Ήτανε σίγουρο ότι θα τα δεις και ειδικά στη «Σειρήνα», που είχα προσέξει, ήτανε σχεδόν οι καλύτεροι που χορεύαν το χασάπικο απ’ ό,τι, από άλλη μπουάτ. Και οι άλλοι καλοί ήντουσαν, δεν μπορώ να πω, αλλά είχε κάτι πολύ καλό η «Σειρήνα», στο τσάμικο και στο χασάπικο. Σερβίρανε τον κόσμο τα γκαρσόνια και αυτοί οι ίδιοι ρίχνανε και δυο χορούς. Αλλά ήντουσαν ωραίοι, πολύ καλοί.
Ήτανε και σαν κομμάτι της δουλειάς τους κιόλας.
Ναι, κομμάτι γιατί τους ξέρανε κιόλας, δεν ήταν ότι ήρθαν κάποιοι χορευτές να χορέψουνε μέσα. Οι ίδιοι που σερβίρανε, οι ίδιοι βρίσκανε ένα κενό, πώς το κανόνιζαν... Δεν ήταν, δυο λεπτά ήτανε, τρία.
Και εσείς εδώ απ’ τα χωριά χορεύατε; Εννοώ ότι... πέραν από τα γκαρσόνια.
Εμείς εδώ είχαμε μάθει χασάπικο απ’ το 1964 με ’65 από κάτι μεγαλύτερους. Μικροί ήμασταν τότε, είχαμε μάθει, μας άρεσε το χασάπικο, ήταν και της εποχής το χασάπικο, ήταν απ’ το «Ζορμπά», απ’ το έργο «Ζορμπάς» με τον Anthony Quinn τότε που έγινε το θέμα παγκόσμια. Γιατί οι τουρίστες, άμα βλέπανε χασάπικο τότε, το ’65-’66, κοιτάγαν σαν χαζοί, το ’65-’66. Προηγουμένως που σου ’πα για τις μπουάτ στο Ναύπλιο, σου μίλησα για το ’80, αρχές του ’80.
Θέλετε, μιας και το συζητήσαμε και πριν, να μου πείτε όλοι αυτοί οι τουρίστες, οι εργάτες —που το είπαμε και πριν δηλαδή— πού μένανε;
Ορισμένοι μένανε και σε σπηλιές εδώ πέρα, σε τάφους της αρχαίας Ασίνης. Μερικοί είχανε φτιάξει με καλάμια σπιτάκια ή [00:40:00]σκηνές και μερικοί μένανε και σε δωμάτια. Όχι και αυτοί ότι δεν είχανε λεφτά που μέναν στις σκηνές μες στον χειμώνα, τους άρεσε αυτό το πράγμα που κάνανε. Μερικοί μένανε και σε δωμάτια.
Segment 3
Το αρχαιολογικό ενδιαφέρον της Ασίνης, η ιστορία του χωριού, τα πανηγύρια και τα τραγούδια της εποχής
00:40:21 - 00:59:33
Και οι τάφοι της αρχαίας Ασίνης, πώς... Θέλετε να τους περιγράψετε; Πώς πηγαίνατε, πώς είναι...
Είναι πολύ εύκολο να πας απ’ τον δρόμο. Είναι πανεύκολο.
Δυστυχώς δεν έχω πάει ποτέ εγώ.
Ναι. Είναι οχτώ σπηλιές, εννιά, κάτι τέτοιο. Οι τρεις είναι μεγάλες, τέσσερις, και οι άλλες είναι πιο μικρές λίγο. Είναι ψηλές, οι μεγάλες είναι ψηλές, είναι 4 μέτρα στο ύψος και τετραγωνικά μέσα δεν είναι πολύ, είναι 20 τετραγωνικά, είναι... Εντάξει, δεν είναι πολύ μεγάλες στο αυτό.
Και ιστορικά εκεί; Για κάποιον που δεν έχει καμία ιδέα.
Ναι, αυτοί οι τάφοι τους ανοίξανε το ‘22 οι… οι αρχαιολόγοι, οι Σουηδοί. Ήρθαν εδώ πέρα, πήραν άδεια από την Ελλάδα, γιατί δεν είχαμε και αρχαιολόγους εμείς τότε, και είχανε πάρει ανθρώπους από την Ασίνη, λίγους απ’ το Δρέπανο και δουλεύανε και σκάβανε και ό,τι βρίσκανε το παραδίνανε στους αρχαιολόγους τους Σουηδούς. Κι έτσι ανοίξανε τις σπηλιές αυτές, την Ακρόπολη την καθαρίσανε τότε —της Ασίνης—, γιατί πρέπει να δουλέψανε και καιρό εδώ πέρα. Ήρθαν το ‘22-‘23, μετά ξαναήρθανε πάλι το ‘30-‘32, ξαναήρθαν πάλι. Και το ‘27 είχε έρθει εδώ που βλέπεις, στο βράχο αυτό εκεί...
Ναι.
Είχανε φτιάξει μια προβλήτα εκεί πέρα ξύλινη, για θα ρχότανε ο Πρωθυπουργός, ο Πάγκαλος τότε. Ο Πάγκαλος ήτανε Δικτάτορας το 1927 και είχε έρθει ο Πάγκαλος για να δει τα έργα εδώ πέρα που γίνανε.
Θέλετε να πείτε και για την Ακρόπολη λίγα λόγια; Τι είναι; Γιατί υπήρχε; Ποιος… άμα... Ιστορικά ό,τι θυμάστε δηλαδή.
Ναι, η Ακρόπολη εδώ της Ασίνης λένε ότι ήτανε κάπου τριάντα χιλιάδες κόσμος. Όχι εδώ επάνω μόνο, εδώ ήταν το κάστρο. Φτάνανε μέχρι Δρέπανο, μέχρι... Μπορεί να ’χανε και το Βιβάρι για… για λιμάνι, αλλά είχανε κι εδώ λιμάνι. Είχανε... Όπως είναι αυτές οι πέτρες που φαίνονται τώρα εκεί, βλέπεις εκεί πέρα μες στη θάλασσα.
Ναι, ναι.
Αυτό ήτανε σηκωμένο ψηλά και είχαν τα... μερικά πλοία εδώ πέρα. Και οι Ασιναίοι, οι αρχαίοι δηλαδή, είχανε φιλίες με τους Σπαρτιάτες και με τους Αργίτες δεν είχανε φιλίες.
Που ήταν και δίπλα κιόλας.
Ήντουσαν εχθροί με τους Αργίτες. Και σε μια μάχη που πήγανε οι… οι Ασιναίοι να βοηθήσουν τους Σπαρτιάτες, βρήκαν την ευκαιρία οι… οι Αργίτες και ήρθαν εδώ πέρα και τα κάναν όλα ίσωμα, δεν έμεινε τίποτα. Σκοτώσαν γυναικόπαιδα, γέρους, δεν αφήσαν τίποτα. Και όταν γύρισε ο Στρατός από τη Σπάρτη, δε βρήκε τίποτα εδώ και φύγανε μετά. Άλλοι πήγανε στη Μεσσήνη, άλλοι πήγανε σ’ ένα χωριό στη Σικελία, υπάρχει Ασίνη νομίζω. Όχι νομίζω, υπάρχει! Στην Κύπρο υπάρχει χωριό Ασίνη, πήγανε κι εκεί. Και μετά από τα πολλά χρόνια ξαναήρθανε μερικοί από τη Μεσσήνη, κάποιοι άλλοι δεν ξέρω από πού και... Πάντως το 1821 δεν ήτανε... Ογδόντα ανθρώποι ήτανε στον πόλεμο το 1821, ήτανε ογδόντα όλοι όλοι στην Ασίνη. Ναι.
Τώρα μου τα λέτε πολύ ωραία και ξέρω ότι εσείς δε θα θυμάστε, αλλά μήπως θυμάστε κάποια ιστορία να σας έχει ο πατέρας σας, ο παππούς σας από την Κατοχή, από αυτά τα γεγονότα;
Από την Κατοχή, απ’ ό,τι είχα ακούσει από τους παλιούς εδώ στο Καστράκι, στο κάστρο δηλαδή, ήταν οι Ιταλοί. Ήρθαν οι Γερμανοί πρώτα και μετά αφήσαν τους Ιταλούς και οι Γερμανοί φύγανε. Λοιπόν, και εδώ πάνω στο βουνό που βλέπεις, εδώ από πάνω, έχουνε τα… είχαν τα πυροβολεία, τέσσερα πυροβολεία οι... οι Ιταλοί. Όχι πολυβολεία, πυροβολεία, πυροβόλο, κανόνια δηλαδή. Κι ένα πολυβολείο, μικρό δηλαδή με πολυβόλο, είναι εδώ, θα σ’ το δείξω μετά. Είναι εδώ χάμου, φαίνεται, τα χαλάσματα φαίνονται ακόμα. Υπήρχαν και εδώ κάτι πολυβολεία, εδώ στο...
Στο βουνό;
Στο βουνό, ναι, ναι, και το αναγράφουν εκεί πέρα ότι ήτανε πολυβολείο ιταλικό. Αλλά τα πυροβολεία τα μεγάλα με τα κανόνια ήτανε ψηλά επάνω για να βλέπουνε προς τις Σπέτσες. Υπάρχουν και τα τέσσερα, είναι τσιμέντο... Πώς είναι μια πίστα που χορεύουνε; Ένα τέτοιο πράμα είναι με γύρω γύρω χτιστό απέξω και είναι τέσσερα, ένα, δύο, τρία, τέσσερα. Ναι, έτσι είναι με μάντρα γύρω γύρω. Όχι ψηλή, περίπου το μέτρο, περίπου το μέτρο και μες στη μέση ήτανε τσιμέντο, εκεί είχαν το κανόνι.
Και εδώ οι κάτοικοι πώς ζούσαν;
Οι κάτοικοι, εντάξει, δουλεύανε κανονικά, δεν είχανε...
Δε φοβόντουσαν, δηλαδή, που υπήρχαν όλα αυτά εδώ;
Όχι, όχι, όχι. Και να μη σου πω ότι είχανε και κάτι προβλήματα με τους Ιταλούς που κλέβανε κότες, κλέβανε κάτι γάτες.
Πεινάγανε; Δεν είχαν να φάνε, γι’ αυτό τα κλέβανε;
Είχαν οι Ιταλοί να φάνε, είχαν να φάνε οι Ιταλοί, αλλά τους άρεσε και το «κλέψει κλέψει», έτσι το λένε, «κλέψει κλέψει». Να κλέψουνε σταφύλια, να κλέψουνε σύκα... Δηλαδή, εντάξει, τώρα μικροπράγματα ήταν αυτά, αλλά το κάνανε. Οι Γερμανοί δεν το κάνανε, δεν κλέβανε οι Γερμανοί, γιατί φυλαγόντουσαν από τους μεγάλους, μην μαθευτεί τίποτα και βρουν τον μπελά τους, δεν... Οι Ιταλοί δεν ήντουσαν κακοί οι Ιταλοί, ήταν πιο φιλικοί με τους Έλληνες. Εδώ εμάς ένα καλύβι μάς το έχει χτίσει ένας Ιταλός στρατιώτης, εδώ παρακάτω. Το είχε χτίσει, ήταν μάστορας, ήξερε να φτιάνει και το ’χε φτιάξει. Ένα καλυβάκι είχε φτιάξει. Φράνκο τον λέγανε απ’ ό,τι μου ’λεγε η γιαγιά μου, ο παππούς μου, ο πατέρας μου.
Και πριν από πολλά χρόνια, όταν ήμουν εγώ μαθήτρια, είχα ακούσει για κάτι νάρκες στην Πλάκα. Αυτές;
Ναι. Τις νάρκες τις βάλαν, πρέπει να τις βάλαν οι Γερμανοί μάλλον. Μπορεί και οι Ιταλοί. Είχανε βάλει… Όλη την Πλάκα την είχανε βάλει με νάρκες...
Όλη την παραλία;
Σε περίπτωση απόβασης να πατήσουν απάνω στις νάρκες οι… οι εισβολείς, αυτοί που θα ρχόντουσαν. Συνήθως τους Εγγλέζους φοβόντουσαν. Λοιπόν, μετά τους διώξανε τους Ιταλούς. Οι Ιταλοί φτιάξανε και μερικά χαντάκια μεγάλα σε περίπτωση πολέμου, παίρνανε και Έλληνες και δουλεύανε. Όχι με λεφτά, πήγαινες και δούλευες και οι Ιταλοί δουλεύανε. Μετά ήρθαν οι Γερμανοί και τους διώξανε τους Ιταλούς και μείναν οι Γερμανοί εδώ, γιατί τα χαλάσανε κάπου οι Γερμανοί με τους Ιταλούς τότε. Λοιπόν, οι Γερμανοί ήταν πιο...
Σκληροί;
Πιο σκληροί, βέβαια. Και μετά, πριν έρθουν οι Γερμανοί μέσα, παρουσιαστήκαν οι Εγγλέζοι. Παρουσιαστήκαν οι Εγγλέζοι, γιατί [00:50:00]χανόταν ο πόλεμος από τους Ιταλούς, τον χάναν τον πόλεμο οι Ιταλοί, ξέραν οι Εγγλέζοι ότι θα μπουν οι Γερμανοί μέσα και είχαν έρθει και οι Εγγλέζοι εδώ για να βοηθήσουνε, για να μην μπουν οι Γερμανοί μέσα. Αλλά, όταν μπήκαν οι Γερμανοί, δε μείναν ούτε Εγγλέζοι, δε μείναν τίποτα, όλοι...
Εδώ;
Ναι. Φύγαν οι Εγγλέζοι, ήρθε ένα καράβι να τους πάρει εδώ πέρα. Όσοι προλάβανε φύγανε, άλλοι φύγανε, πήγανε προς το Δρέπανο και φύγανε με κάποιες βάρκες.
Περάσαν απ’ τις νάρκες μέσα, από όλα αυτά;
Όχι, όχι, δεν... Ξέρανε ποιο σημείο δεν υπήρχε, δεν υπήρχανε νάρκες. Εκεί βγήκε το καράβι να τους πάρει και πήγαν οι Εγγλέζοι και ανεβήκανε στο καράβι επάνω.
Πολύ ωραία. Αυτά τα ξέρετε εσείς απ’ τους γονείς σας, να φανταστώ.
Είναι… Όχι μόνο απ’ τους γονείς μου, και από... Έγινε μία συζήτηση πέρσι από κάποιους παλιούς και τους πήρε συνέντευξη ένας φίλος, ο Λάμπρος από την Ασίνη εκεί —είναι γαμπρός εδώ με το Ηλία τον Μηναίο—, τους ρωτήσανε και λέγανε: «Ναι, είχε έρθει ένα καράβι εδώ πέρα και...», ήταν φρέσκο αυτό, το λέγανε οι ίδιοι. Αυτά πέρσι το Νοέμβρη μήνα, ήμουνα μπροστά. Και όσοι προλάβανε, φύγανε. Έγινε ένας πόλεμος μεταξύ Γερμανών και… και Εγγλέζων. Έγινε εδώ χάμου στη Δραγασούρα, που λέμε. Που είναι ο κόμβος;
Ναι.
Λίγο πιο κάτω απ’ τον κόμβο. Εκεί έγινε μία μάχη μεγάλη μεταξύ Εγγλέζων και Γερμανών.
Και οι κάτοικοι εδώ, σε όλη αυτή τη διάρκεια;
Οι κάτοικοι είχανε φύγει και πήγανε προς την Κουμουράδα και προς του Τσάκαλη, στο βουνό απάνω.
Για να κρυφτούν, να σωθούνε.
Πήγαν να κρυφτούνε, γιατί δεν ξέρανε τι μπορούσε να γίνει.
Και τις νάρκες αυτές τις βγάλανε...
Αυτές τις νάρκες μέχρι και πέρσι βγάζαν ακόμα.
Εγώ θυμάμαι έκανα μπάνιο, δηλαδή, και στην άκρη της παραλίας βγάζανε.
Ναι, ακόμα υπάρχουνε.
Αλλά, να φανταστώ, είναι πολύ βαθιά και δεν...
Εκείνο που δεν μπορώ να καταλάβω όμως, όταν βάλαν τα φώτα στη παραλία και μπήκε μηχάνημα και έσκαβε την παραλία, που βάλαν τα φώτα εδώ και είκοσι χρόνια, ας πούμε, πώς δε βρήκε καμία το μηχάνημα, έτσι όπως έσκαβε; Δεν ξέρω, μπορεί να μην τις είχαν τόσο ψηλά, αλλά δεν είναι και ψηλά, δηλαδή τι είναι; Εκεί που πάει το χειμέριο κύμα έσκαβε το μηχάνημα. Αλλά λίγο-λίγο τις… Βγάλαν και ορισμένες οι Γερμανοί, βγάλαν και οι δικοί μας μετά, υπήρχαν και κάποιοι επιτήδειοι που ξέραν από νάρκες και τις βγάζαν και τις πουλάγανε τότε.
Υπήρχαν, δηλαδή, πολλά...
Ναι, πουλάγαν το δυναμίτη που είχε μέσα, το... το πουλάγαν στην Αντίσταση, που κάνανε στους Γερμανούς. Δηλαδή, μιλάω για το ’44, ’45, το ’44 που γινόταν η… ’43, ’44, ’42, που γινόταν Αντίσταση με τους Γερμανούς. Είχανε βγάλει πολλές νάρκες ορισμένοι και τις πουλάγανε.
Εμείς εδώ είχαμε; Είχαμε...
Αντιστασιακούς;
Ναι.
Λίγα πράματα, λίγους είχαμε.
Κατάλαβα. Και για το εκκλησάκι που έχετε, το πολύ ωραίο, τον Προφήτη Ηλία; Ξέρω ότι στη γιορτή του ανεβαίνετε... Τώρα τα παιδιά ανεβαίνουν και κοιμούνται πάνω τα αγόρια.
Ναι.
Αυτό ήταν από σας, από την εποχή σας;
Ναι, ναι. Ναι, και εγώ 15 χρονών, 16, εκεί πηγαίναμε απ’ το βράδυ και κοιμόμασταν εκεί. Και μας άρεσε πολύ να έχουμε, να ’μαστε στο βουνό πάνω και να ’χουμε βγάλει μύδια από τη θάλασσα και να τα ψήνουμε στο βουνό επάνω, κάτι που δεν ταιριάζει, δηλαδή δεν ταίριαζε. Και βγάζαμε μύδια και πηγαίναμε και τα… Και κοιμόμασταν εκεί.
Αυτό πώς, πώς ξεκίνησε, πώς προέκυψε αυτή η διαμονή εκεί;
Από πιο παλιά γινότανε. Πηγαίναν στον Προφήτη Ηλία και… Και ήταν και η Αγία Σωτήρα πάλι.
Ψηλά κι αυτή;
Είναι προς το… Από του Τσέλου προχωράς προς τα κει.
Ναι, ναι, ναι. Και εκεί πηγαίνετε...
Πάλι από το βράδυ πηγαίναμε και εκεί. Και με τους παππούδες, πατεράδες κοιμόμασταν εκεί και την άλλη μέρα είχε πανηγύρι εκεί πέρα, είχε όργανα.
Μιλάμε τώρα για ποια εποχή;
Το… Μέχρι το… μέχρι το ’60, ’63 είχε όργανα. Απ’ το ’63 που βγήκανε τα… τα πικάπ, «μπαταρίες ρεύματος», που λέγανε τότε, παίρναν το πικάπ μαζί τους με μπαταρίες και βάζανε δίσκους και χορεύανε, ας πούμε εκεί πέρα.
Και όταν λέτε όργανα, εγώ τώρα, συγχωρέστε με, αλλά έχω στο μυαλό μου τα τωρινά, τα τωρινά πανηγύρια. Τότε; Τι όργανα φέρνανε, πώς ήταν;
Υπήρχανε δύο, ο ένας ήταν απ’ τα καμποχώρια του Άργους, λεγόταν Γκάτσης Βαγγέλης, και αυτό με το... Έπαιζε σαντούρι αυτός, ο Γκάτσης. Κι ήτανε και ο Μουταβελής, ο Κώστας, που έπαιζε βιολί και ήντουσαν αυτοί συνέχεια και ήτανε ωραίοι, δηλαδή...
Και τραγούδια λέγανε οι ίδιοι;
Οι ίδιοι, οι ίδιοι, οι ίδιοι, κανονικά οι ίδιοι. Και μετά σταμάτησε αυτό όταν βγήκανε τα... μπαταρίες ρεύματος στα… αυτά. Λέγαν: «Πού να τους κουβαλάμε τώρα και το βράδυ;». Παίρναν το βράδυ το πικάπ, ενώ άλλοτε ήντουσαν και το βράδυ τα όργανα.
Ξεκινάγαν από το πρωί, μέχρι το βράδυ.
Ναι, ναι, ναι, ναι.
Και κοιμόσασταν την προηγούμενη μέρα, ήταν όλο αυτό μια διαδικασία.
Ενώ μετά, στο ’63, που το ’63 πρωτοείδα —’62 προς ’63— μπαταρίας ρεύματος πικάπ. Όταν βγήκαν αυτά, το βράδυ όλο δούλευε το δίσκο. Θυμάμαι ειδικά ένα του Καζαντζίδη που έλεγε: «Το ’ξερα πώς θα μου φύγεις και βαριά θα πληγωθώ». Αυτό το θυμάμαι πολύ καλά, ήτανε καινούριο, ότι είχε πρωτοβγεί, και έπαιζε όλη νύχτα αυτό. Και την άλλη μέρα ερχόντουσαν οι μπουζουξήδες τη… την ημέρα, μετά την εκκλησία παίζανε. Κι έμενε ο κόσμος εκεί μέχρι το απόγευμα. Ξεκίναγε απ’ το ένα απόγευμα, είκοσι τέσσερις ώρες μένανε εκεί.
Και παίρνατε φαγητά από το σπίτι...
Ναι, ναι, ναι, όλα, όλα.
Είχατε και ρεμπέτες εδώ; Υπήρχε αυτό;
Είχαμε, αλλά ήταν πιο παλιά αυτοί λίγο. Είχαμε το... τους Κουτσαβέους, έτσι τους λέγανε, που είχε περάσει και ο Μανώλης Χιώτης από δω, από την Ασίνη.
Και πλανόδιοι ήταν;
Όχι, είχανε το... Υπάρχει το κτήριο ακόμα και το λέγανε, λεγότανε «Μπετόβεν», έτσι το γράφαν απέξω, «Ο Μπετόβεν» γράφανε και ήντουσαν… Και τα κορίτσια παίζανε μπάντζο και αυτά και πολλές φορές ερχόταν και η... Κάποια τραγουδίστρια, η Γεωργία Πλανά. Ήταν καλή τραγουδίστρια για τότε, πολύ καλή, και ήταν και οι Κολλιέοι, ο Δημήτρης ο Κόλλιας και ο αδερφός του από άλλο πατέρα, ο Μπιτινής ο Κώστας. Βιολί ο ένας, κιθάρα ο άλλος. Αλλά ο Κόλλιας έπαιζε και σε δημοτικά, τον έχω δει και σε δυο-τρία έργα ελληνικά με... τσολιάς ντυμένος, έπαιζε και σε… Είχε παίξει, έπαιζε και δημοτικά.
Segment 4
Η ιστορία των κατοίκων του Τολού, το έθιμο της καύσης του Ιούδα, αναμνήσεις από τη θάλασσα και τα καπνά
00:59:33 - 01:10:33
Και άλλη μια ερώτηση τώρα που... Εγώ γνωρίζω ότι εδώ στο Τολό και μερικοί στο... Προχώρησαν αργότερα και στην Ασίνη, ήρθαν από την Ύδρα. Αυτό είναι...
Οι Τολιανοί;
Όχι όλοι.
Οι Ασιναίοι;
Όχι, ότι ήρθαν απ’ την Ύδρα μερικοί στο Τολό και κάποιοι άλλοι επέλεξαν να φύγουν και να πάνε να μείνουνε στην Ασίνη. Είναι αλήθεια αυτό;
[01:00:00]Όχι, όχι. Όχι, αυτοί που ήρθανε για το Τολό μείναν στο Τολό. Ήρθαν κατευθείαν από την Κρήτη για το Τολό, ήρθαν οι πρώτοι. Οι πρώτοι που ήρθανε αλληλογραφήσανε με τους άλλους κι ήρθανε και άλλοι. Ένας απ’ τους τελευταίους ήρθε το ’55, απ’ τους τελευταίους που ήρθε, ήρθε το ’55, ’58, κάπου εκεί. Ναι, ήτανε όλοι από την Κρήτη οι Τολιανοί. Τώρα αν είναι και ένας δυο γαμπροί που έχουνε πάει από την Ασίνη εκεί πέρα, δεν είναι...
Όχι, απ’ την Ύδρα, δηλαδή. Εγώ απ’ την Ύδρα είχα ακούσει.
Όχι, απ’ την Ύδρα πρέπει να ‘ναι στην Ασίνη.
Α, κατάλαβα, κατάλαβα. Και αυτό γιατί —άμα ξέρετε—, γιατί συνέβη; Πώς και ήρθαν εδώ; Πού να…
Αυτά γίνανε μετά το… μετά το 1821, εκεί πέρα κάτι έγινε αυτό. Ήρθανε κάποιοι, λεγόντουσαν Τζαβελλαίοι ή λεγόντουσαν Χριστοπουλαίοι και γίνανε Τζαβελλαίοι οι μισοί και Χριστοπουλαίοι οι άλλοι, κάτι τέτοιο.
Γιατί η αλλαγή του επιθέτου;
Δεν ξέρω τώρα κει, δεν την ξέρω τη λεπτομέρεια αυτή.
Γιατί ξέρω ότι γενικά εδώ αλλάζανε πολύ επίθετα. Δηλαδή, ειδικά εκείνη την περίοδο αρκετοί.
Ναι, ναι.
Κι εμένα το επίθετό μου έχει αλλάξει, δεν είναι αυτό που...
Ναι, δεν είναι, δεν είναι. Ναι, είχε... Αυτοί απ’ την Ύδρα ήταν εδώ για Ασίνη, όχι για Τολό. Οι Τολιανοί είναι όλοι από...
Την Κρήτη.
Από Κρήτη.
Γι’ αυτό και εδώ τον καίνε στη θάλασσα. Είναι μάλλον απ’ την Κρήτη αυτό.
Τον Ιούδα; Κοίταξε, τον Ιούδα εγώ δεν ήξερα ότι τον καίγανε στο… στο Τολό. Τώρα τελευταία, πέντε-έξι χρόνια τον καίνε.
Α, είναι...
Το ’χουνε προσθέσει, ρε παιδί μου, και καλά κάνανε, δεν... Να ’χουνε και αυτοί έναν Ιούδα. Έχουν οι άλλοι, να μην έχουνε και αυτοί;
Μια άλλη ερώτηση για τον Ιούδα, που... Έχει ποτέ κλέψει κανείς Ιούδα άλλου χωριού;
Ναι, ναι. Ναι.
Αυτό ήταν συχνό φαινόμενο ή...
Έγινε κακό μεγάλο.
Ωχ, γιατί; Τι έγινε;
Παραλίγο να σκοτωθούν ανθρώποι, δεν ήτανε λίγο αυτό. Πήγανε οι… οι Λευκακιώτες και κλέψαν από τους Τσελιώτες τον Ιούδα. Και, εντάξει, τώρα οι Τσελιώτες λίγοι ήντουσαν, τι να πηγαίναν τώρα να κάνουνε στο... στα Λευκάκια που ήτανε πολλοί οι Λευκακιώτες; Το κατάπιαν, πάει. Στα δέκα χρόνια, δεκαπέντε, κλέψαν οι Τσελιώτες απ’ τους Λευκακιώτες τον Ιούδα και το ’χω ακούσει απ’ τον ίδιον που τον έκλεψε. «Είχαμε μια φλορέτα», λέει, «πήγαμε μια βόλτα», λέει, «στο Παλαμήδι», μ’ έναν φίλο του. Κάνει να πω τα ονόματα; Δεν ξέρω.
Ναι, εφόσον δε θα πείτε και κάτι κακό γι’ αυτούς, εννοείται.
Όχι, ναι, ναι. Ο Τσίρος ο Νίκος και ο Βαρδής ο… Πώς τον λέγανε; Ξεχνάω το μικρό του, έχει πεθάνει τώρα. Λοιπόν, του λέει: «Δεν περνάμε ρε», του λέει, «από τα Λευκάκια», του λέει, «να δούμε», του λέει, «πώς είναι ο Ιούδας, πώς τον έχουνε φτιάξει», χωρίς να πάνε με σκοπό για να τον κλέψουνε. Μόλις περνάνε εκεί πέρα, τον βλέπουν τον Ιούδα μόνο του, δεν υπήρχε άνθρωπος. «Ρε συ», του λέει, «Δεν τον κλέβουμε;». «Να τον κλέψουμε», του λέει. «Βάστα το μηχανάκι να δουλεύει. Εγώ», του λέει, «θα τον τραβήξω εκεί πώς μπορώ και θα φύγουμε». Λοιπόν, πέφτει ο Ιούδας κάτω, τον παίρνει αγκαλιά αυτός και είναι τρεις στο μηχανάκι τώρα. Οδήγαγε ο οδηγός, στη μέση ο Ιούδας, από πίσω ο άλλος και φεύγουνε. Μόλις φεύγουνε μια γριά τους είδε και βάζει μια φωνή —ήταν κοντά η εκκλησία, κάπου ήτανε—: «Βαγγελίστρα μου, μας κλέψαν τον Ιούδα!». Βγαίνουν απ’ την εκκλησία κάτι άλλοι με κάτι μηχανές, με κάτι μοτοσυκλέτες, με κάτι μηχανάκια και τρέχουνε τώρα πίσω από τους άλλους. Αυτοί όμως που τον κλέψαν τον Ιούδα δεν πήγανε κατευθείαν στου Τσέλου. Σου λέει: «Μην πάμε στου Τσέλου κατευθείαν και μας δούνε από ψηλά εκεί πέρα ότι πήγαμε στο Τσέλου. Πάμε απ’ την Ασίνη και μετά να πάμε στου...». Μικρή ήταν η διαφορά, δηλαδή, της απόστασης. Και παν απ’ την Ασίνη και, όπως πηγαίνανε για του Τσέλου, βλέπουνε στου Τσέλου ότι είχε μαζευτεί κόσμος. Τον πετάνε τον Ιούδα σε μια μάντρα μέσα. Πάνε εκεί πέρα: «Τι έγινε;», ξέρω γω τι, φωνές, κακό οι άλλοι. «Θα ρίξω δυναμίτη», έλεγε ο ένας Λευκακιώτης. «Θα κάνω εκείνο», έλεγε ο άλλος. «Μας κλέψατε τον Ιούδα». «Ποιον; Εμείς; Ποιον Ιούδα σας κλέψαμε; Βλέπετε κανέναν Ιούδα εσείς; Οι Ασιναίοι θα τον έχουνε πάρει». Λοιπόν, στην Ασίνη δεν μπορούσαν να ’ρθουν, γιατί ήταν μεγαλύτερο χωριό η Ασίνη τώρα. Δεν μπορούσαν να ρθούνε να ζητήσουν εξηγήσεις στην Ασίνη. Λοιπόν, τέλος πάντων, αναγκαστήκανε και φύγανε, τι να κάνανε; Και μετά στου Τσέλου σκοτώσανε δύο Ιούδες, βάλαν και τους δύο, μπαμ στον έναν, μπουμ στον άλλον.
Χωρίς να το μάθουνε.
Το μάθανε μετά, ήταν αργά. Πάει μετά, ξεφούσκωσε. Μα κλέψανε και στο... τον Τολιανό πρόπερσι, τον Ιούδα. Δεν το ξέρεις αυτό;
Εγώ δεν... Με τον Ιούδα δεν έχω... Μου αρέσει σαν έθιμο πολύ, αλλά δεν έχω πολλές επαφές.
Ξέρεις, είναι, είναι σοβαρό πράμα αυτό, να σου κλέψουν τον Ιούδα. Δηλαδή, είναι ένα έθιμο, να σου έρθουν να σου κλέψουν το έθιμο από άλλο χωριό, είναι βαρύ. Έτσι το, το, το είχανε πάρει. Ναι, και στους Τολιανούς πήγαν, τους τον κλέψαν πρόπερσι.
Ακολουθούνε την παράδοση.
Τους τον κλέψανε και την άλλη χρονιά πήγαν και τους τον αφήσανε.
Εντάξει, αυτά είναι πολύ ωραία.
Ναι, ναι. Ώστε το ’χεις ακούσει αυτό, ότι στα Λευκάκια και στου Τσέλου είχε γίνει μια κλοπή…
Αυτό το είχα διαβάσει, γιατί εγώ έκανα, ασχολήθηκα, μου αρέσει και πάρα πολύ, αλλά να μου το πει κάποιος, να μου το εξιστορήσει έτσι, δεν το...
Απ’ τον Ηλία τον Μηναίο το ’χεις διαβάσει; Από πού το ’χεις διαβάσει;
Έχω διαβάσει, έχει γραφτεί και... Είναι και πλέον ιστορικό, έχει γίνει ιστορικό γεγονός αυτό πλέον.
Ναι, ναι, ναι, ναι. Μιλάμε για…
Εγώ το μελέταγα για τη σχολή μου. Διάβασα ένα άρθρο και έλεγε γι’ αυτό το πράγμα.
Ναι.
Πολύ ωραία. Kαι τώρα εδώ, άλλη μία ερώτηση που την κάνω σε όλους.
Ναι.
Κάνατε μπάνια; Ερχόσασταν για μπάνια, όταν ήσασταν μικρά παιδιά;
Συνέχεια.
Ερχόσασταν, δηλαδή, εδώ.
Συνέχεια.
Και...
Τα μπάνια που κάναμε, τα πρώτα μπάνια τα κάναμε τα κάναμε στο Καστράκι από κει. Που πάει ο δρόμος, είδες πού;
Ναι, ναι.
Από κει, από κει ήτανε, γιατί από δω είχε πέτρες και εκτός τις πέτρες είχε και αχινούς πολλούς. Άμα έμπαινες μες στη θάλασσα, θα πάταγες αχινό, δε… δε γλίτωνες. Λοιπόν, και πηγαίναμε από κει και κάναμε μπάνιο. Μετά, όταν μεγαλώσαμε λίγο περισσότερο, πηγαίναμε από δω, στην Ψιλή Άμμο. Το λέγαμε «κωλοβρόχι» τότε.
Γιατί;
Γιατί όσο πήγαινες μέσα, μέχρι το πισινό σε έβρεχε. Ήτανε, ήτανε ρηχά, δηλαδή.
Ναι. Και από την πλευρά της Πλάκας δεν πηγαίνατε, γιατί φοβόσασταν τις νάρκες ή απλά;
Όχι, όχι, όχι τις νάρκες. Όχι, είχε σταματήσει αυτό.
Και δουλειές, έτσι, ψαράδες και όλα αυτά, να ασχολούνται με τη θάλασσα υπήρχαν τότε;
Ψαράδες από το χωριό μου, όχι. Kάτι, κάτι λίγοι, πολύ λίγοι, μετρημένοι στα δάχτυλα ήταν, δεν... Ασχολιόντουσαν για ψιλοπράματα, όχι... Κάνα χταπόδι, έτσι, λίγα πράματα, όχι... Το Τολό, όμως, ήταν ψαράδες κανονικοί.
Κατά κύριο λόγο. Και εσείς εδώ είχατε καπνά;
Δεν το θυμήθηκα εγώ. Απ’ ό,τι ήξερα βάζανε τουμπεκί.
Τι είναι το τουμπεκί;
Το τουμπεκί είναι... Το βάζαν στους ναργιλέδες. Γιατί έλεγε, η γιαγιά μου μου το ’λεγε: «Είχαμε βάλει», λέει, «τουμπεκί», λέει. Και από άλλους, δεν ήταν μόνο εμείς και άλλοι βάζαν τουμπεκί.
Και είχαμε εδώ;
Ναι, βάζαν τουμπεκί εδώ. Bάζαν και κάτι καπινά. Εντάξει, είχα δει τώρα και πριν κάνα εικοσαριά χρόνια κάποιοι είχανε βάλει κάτι λίγα, όμως, καπνά, όχι τουμπεκί.
Και ήταν εξίσου δύσκολο, να φανταστώ, με τον καπνό αυτό στο μάζεμα, στην παραγωγή...
Ναι, δεν το...
Δεν το θυμάστε.
Δεν το θυμάμαι καλά το... αυτό. Εκείνο που θυμάμαι, όμως, είναι ότι, όταν ήμουνα φαντάρος και είχα πάει σ’ ένα χωριό, στην [01:10:00]Όσσα, Θεσσαλονίκη απέξω —είχαμε κάτσει κάνα δεκαριά μέρες— και τη νύχτα βλέπαμε —νύχτα;—, 2:00 η ώρα τη νύχτα, φαναράκια από μακριά που πήγαινε ο κόσμος. «Πού πάνε αυτοί;». «Πάνε», λέει, «για καπνό». Αυτό το είχα δει εκεί, δεν… Εδώ πέρα δεν... Τώρα αν υπήρχανε και κάποιοι που ’χανε βάλει λίγο καπνό δεν… δεν έδινες σημασία, δεν μπορούσες να το...
Segment 5
Αναμνήσεις από την περίοδο της Χούντας, η επιστράτευση και η προετοιμασία για πόλεμο λόγω της Εισβολής στην Κύπρο
01:10:33 - 01:31:30
Και τώρα, έτσι, και απ’ τις τελευταίες ερωτήσεις που θα σας κάνω. Εδώ στο χωριό τη Χούντα —τη Χούντα;—, το πραξικόπημα πώς το βιώσατε;
To ’67. Να σου πω. Δεν είδα καμία διαφορά εγώ. Διαφορά δεν είδα καμία. Εντάξει, το μόνο που ήταν ότι δεν μπορούσες να πεις ότι: «Είμαι κομμουνιστής», ότι: «Είμαι αριστερός». Αυτά δεν μπορούσες να τα πεις, γιατί θα ’βρισκες τον μπελά σου.
Είχε βρει κανένας; Ξέρετε κανέναν να τον έχουνε συλλάβει, να έχει γίνει κάτι τέτοιο;
Ένα πρωί, δέκα μέρες μετά το πραξικόπημα, ήμουνα στο καφενείο, στην Ασίνη. Σταματά ένα στρατιωτικό αυτοκίνητο, κατεβαίνει ένας λοχαγός, δυο λοχίες και πήγαν σε κάτι σπίτια, φέραν πέντε-έξι άτομα. Λοιπόν. Τους πήραν και τους ανεβάσαν πάνω στο αυτοκίνητο που ’χανε, για να τους πάρουν να τους πάνε στο… στο ΚΕΜ. Ο ένας ήτανε με ασβέστη στις γαλότσες, ο άλλος ήτανε ντυμένος καλά, ο άλλος ήτανε απ’ το χωράφι είχε έρθει, το είχανε βρει στο χωράφι. Και τους πήραν και τους πήγανε στο στρατόπεδο. Τους αφήσαν, όμως, και απ’ ό,τι μάθαμε μετά ήταν ότι είπε κάποιος ότι... Τους πήρε τηλέφωνο κάποιος στο ΚΕΜ, ότι αυτοί... αυτά τα τέσσερα-πέντε ονόματα: «Έχουνε μαζευτεί στο κινηματογράφο της Ασίνης», εκεί που έπαιζε κινηματογράφο, όποτε έπαιζε, «και ετοιμάζουνε κάτι εναντίον τής...», το οποίο ήταν ψέμα και... Αφού τους ανθρώπους τους βρήκαν αλλού, δεν... Ο καθένας ήταν στη δουλειά του, δεν ήτανε αυτό. Και τους αφήσαν ελεύθερους, δεν... Τίποτα άλλο δεν… δεν έγινε στην Ασίνη. Και ένα πρωί πάλι, μετά από έξι χρόνια, εφτά, έξι χρόνια, ήταν κολλημένο ένα χαρτί σε μια κολώνα που ήταν το περίπτερο το παλιό της Ασίνης. Σε μια κολώνα και έλεγε: «Ξεσηκωθείτε!», λέει, «Τρεις Συνταγματαρχαίοι θα μας κάνουνε κουμάντο» και αυτά... Ήταν η βραδιά με το Πολυτεχνείο. Πέρασε ντούκου και αυτό, γιατί δεν… δεν ήταν, δεν είχαμε και κανέναν που να πήγαινε στο Πανεπιστήμιο για να... Νομίζω ήταν μια κοπέλα και ένα αγόρι που πηγαίναν, αλλά δεν είχαν έρθει δω, ήντουσανε στην Αθήνα. Δεν έγινε τίποτα πάλι, δεν... Κάποιοι περάσαν, το κολλήσαν εκεί πέρα και...
Τον κινηματογράφο που αναφέρατε, επειδή ούτε αυτό το γνώριζα, πώς, πώς ήταν ο κινηματογράφος τότε;
Ο κινηματογράφος ήτανε μια αίθουσα που δεν ήταν σταθερή. Άλλοτε παίζανε σε μια αίθουσα, άλλοι παίζανε, άλλοτε παίζανε σε άλλη. Δεν ήτανε σίγουρο ότι ήτανε η μία αίθουσα κινηματογράφος. Αλλά είπανε συγκεκριμένα στου Αργίτη τη... τον κινηματογράφο και πήγανε εκεί, μπήκανε μέσα, δε βρήκανε κανένανε.
Όχι, εγώ σας ρώτησα σαν… Πώς ήταν να πηγαίνετε εσείς εκεί να βλέπετε ταινίες, πώς βλέπατε τότε ταινίες, πώς... Να μου περιγράψετε, γιατί εγώ τον έχω με την έννοια, τον κινηματογράφο στο μυαλό μου, όπως είναι τώρα. Ένας χώρος, μια οθόνη.
Ναι, ήτανε τότε με… με πανί.
Α, με πανί.
Με πανί.
Και ήταν κάθε μία φορά το μήνα, ας πούμε;
Όχι, όχι, ήτανε μία φορά, μπορεί και δύο τη βδομάδα. Ναι.
Α, και πώς έρχονταν οι ταινίες εδώ; Πώς, τι συνέβαινε;
Άκου να δεις, ήμαστουν στο χωράφι, ήμασταν στα χωράφια. 6:00-7:00 η ώρα το απόγευμα, όταν ακούγαμε τραγούδια, λέμε: «Έχει κινηματογράφο απόψε». Βάζαν το… Βάζαν τα τραγούδια για να ακούσει ο κόσμος ότι είναι κινηματογράφος και είχε και έναν ενισχυτή, μια αυτή, και ακουγότανε μακριά, δεν... Λοιπόν, απέξω είχε τα…. Στα καφενεία απέξω είχε τα ταμπλό, ό,τι έργο ήτανε, πήγαινες και κοίταγες τα ταμπλό, το έργο. Ο Αλεξανδράκης, ο Παπαμιχαήλ, ξέρω γω, ο Φούντας. Κοίταγες τα αυτά, ποιοι παίζουνε, αυτοί παίζουνε, αυτό το έργο. Και για καθίσματα... Ήτανε με μαδέρια. Κάθονταν στο μαδέρι πάνω τέσσερις-πέντε.
Και ήταν ακριβό να παρακολουθήσει κανείς κινηματογράφο;
Όχι μωρέ, όχι. Αλλά είχαμε και μέχρι το ‘66 είχαμε και Καραγκιόζη στην Ασίνη. Κάθε Σαββατοκύριακο υπήρχε Καραγκιόζης, δεν έπαιζε ο… ο κινηματογράφος το Σαββατοκύριακο. Τα καλοκαίρια όταν έπαιζε Καραγκιόζης, δεν έπαιζε ο κινηματογράφος.
Ήταν πιο σημαντικός δηλαδή;
Ναι, βέβαια, ήτανε… ήτανε καλός παίχτης ο Στάθης ο Καλαθάς, έτσι τον λέγανε. Μεγάλος παίχτης! Όταν είχε Καραγκιόζη, δεν... Και προτιμούσε, έφευγε απ’ την Πρόνοια και προτιμούσε την Ασίνη. Δηλαδή, το Σαββατοκύριακό του δεν το χαλάλιζε στην Πρόνοια ή στο Ναύπλιο, ξέρω γω, στην Ασίνη. Άλλες μέρες έπαιζε εκεί. Έπαιρνε γύρω τις 200 δραχμές τη βραδιά, δηλαδή 200 και 200, 400. Δεν ήτανε λίγα, ήταν καλά τα λεφτά.
Άρα για τον Καραγκιόζη ήτανε πιο καλά απ’ ό,τι για τον κινηματογράφο, πιο...
Ναι, ο κινηματογράφος έκανε, έκανε ένα τάλιρο.
Ναι, ναι, ναι.
Στον Καραγκιόζη μπορεί να έριξες και 1 φράγκο και 2 φράγκα και όσο ήθελες έριχνες.
Ναι, ναι, κατάλαβα. Και είχατε και παραστάσεις... ελληνικές, ελληνικές ταινίες παίζονταν μόνο ή είχατε και απ’ το εξωτερικό ταινίες να παιχτούν; Με υπότιτλους, ας πούμε.
Κάπου κάπου, ναι. Είχε και ξένα έργα. Είχε κάπου κάπου, είχε και ξένα έργα. Αλλά όχι καλά έργα, γιατί τα καλά έργα... Ένα έργο καλό παιζότανε στην Αμερική, μετά από ένα χρόνο ερχότανε στην Αθήνα και μετά από άλλον ένα χρόνο ερχόταν στο Ναύπλιο. Αργούσαν να ’ρθουν τα καλά έργα.
Ναι, ναι. Κατάλαβα. Εσείς...
Πολύ.
Στην Επίδαυρο πηγαίνατε; Η πρώτη παράσταση που είδατε στην Επίδαυρο πότε ήτανε;
Δε θυμάμαι ποια παράσταση ήτανε, κάνα δυο φορές είχα πάει. Παλιά είχα πάει μικρός με τον πατέρα μου αρκετές φορές. Μετά... Είχα πάει γύρω το ‘68, το ‘69, κάπου κει.
Και τι παραστάσεις...
Δεν ξαναπήγα πάλι, δεν… δεν ενδιαφερόμουνα πολύ για το... Αλλά δεν ήταν κι εύκολο και να πας, δεν ήταν εύκολο να πας. Άμα ήταν εύκολο, θα πηγαίναμε, αλλά δεν ήταν εύκολο.
Πολύ ωραία. Α, και το τελευταίο, το τελευταίο, το τελευταίο, όταν έγινε στην Κύπρο...
Ναι.
Εσείς πού βρισκόσασταν; Πού ήσασταν, πού σας βρήκε;
Εκείνη, εκείνη την ώρα ήμουνα στου Σκαλίδη το ξενοδοχείο μπροστά και κάναμε μπάνιο, παίζαμε βόλεϊ, μες στη θάλασσα. Και λένε ότι: «Επιστράτευση!». Το πρωί είχαμε πάει στον Αγιολιά και κατεβήκαμε τον Αγιολιά. 10:30 είχαμε κατέβει, δεν… δεν έτρεχε τίποτα. Ήρθαμε στη θάλασσα, κατά τις 12:00-12:30, κάπου εκεί. Εκεί είπαν ότι μας καλούνε για... Και όσοι έχουνε άσπρο να μην πάνε, όσοι έχουνε άλλα χρώματα απολυτήριο, να πάνε. Εγώ είχα άλλο χρώμα, είχα βυσσινί χρώμα ή μπλε —δε θυμάμαι, κάτι τέτοιο— και πήγα στην Καρδίτσα.
Πήγατε στην Καρδίτσα.
Ναι, στην Καρδίτσα. Πήγα στην Καρδίτσα, έκατσα τρεις μέρες και μετά μας πήγανε στην Κατερίνη. Κάτσαμε άλλες τέσσερις μέρες, πέντε, εκεί στην Κατερίνη, σ’ ένα χωριό δηλαδή, όχι μες στην Κατερίνη. Σ’ ένα χωριό, λεγότανε Σκοτίνα, ήταν από κάτω [01:20:00]απ’ τον Όλυμπο. Κάτσαμε εκεί τέσσερις μέρες και μετά γυρίσαμε πάλι στην Καρδίτσα, στο σημείο που παρουσιαστήκαμε και μας διώξανε. Ναι, δέκα δώδεκα μέρες, κάτι τέτοιο έκανα.
Πώς νιώθατε εσείς εκείνη την περίοδο; Φοβόσασταν; Είχατε… πώς;
Κοίταξε να δεις, όταν φεύγεις τώρα απ’ τα ωραία, μες στο καλοκαίρι και σου λένε: «Πας για πόλεμο»... Τώρα δεν ήταν κάτι το... Τι, να πεις ότι: «Μου άρεσε»; Δε μου άρεσε, σε κανέναν δεν άρεσε, δεν ήτανε... Λοιπόν, εντάξει, πεσμένοι, αλλά ξέραμε ότι ήταν ένας πόλεμος νεύρων, δεν ήτανε σίγουρος πόλεμος, αλλά καμιά φορά δεν ξέρεις τι γινόταν. Μπορεί και να γινόταν.
Οι συνθήκες εκεί που ήσασταν;
Ρε παιδί μου… Κοίταξε να δεις... Καλές ήταν, δεν... Το φαγητό, αυτά, στην Κατερίνη ειδικά ήμασταν και κοντά στο να… Η Σκοτίνα ήτανε δίπλα στη θάλασσα ήτανε. Ήταν κι ένα κάμπινγκ εκεί πέρα, όλο Γιουγκοσλάβοι ήτανε, μεγάλο κάμπινγκ, τεράστιο. Λοιπόν, για μπάνιο άμα ήθελες να πας, πήγαινες, δεν...
Ήσασταν…
Ναι, ναι, πήγαινες. Αλλά ποιος είχε όρεξη για μπάνιο τώρα εκεί πέρα; Εδώ περιμέναμε να ιδούμε τι θα γίνει. Τα μαντάτα που ερχόντουσαν. Αλλά εκείνο το βράδυ δεν το ξεχνάω από το κρύο. Ήτανε 20 Ιουλίου και έφυγα μ’ ένα πουκάμισο και όταν πήγα εκεί πέρα, είχα πιαστεί όλος, δεν μπόραγα να κουνηθώ καθόλου. Ένα κρύο! Ούτε χειμώνας να ήτανε. Και δεν πήρα μια ζακέτα, κάτι μαζί μου, δεν πήρα, γιατί ζέστη έκανε και ψιχάλισε εκείνο το… εκείνο το βράδυ ψιχάλισε λίγο, αλλά είχε πολύ κρύο.
Πολύ ωραία. Εσείς...
Εντάξει πέρασε, δεν… δεν έγινε τίποτα. Περισσότερο στενοχωρηθήκαμε για το...
Την Κύπρο.
Λες τώρα: «Πού πάμε;», ρε παιδί μου. Ο παππούς μου ζούσε τότε κανονικά και λέει την… Μόλις άκουσε ότι θα πάω φαντάρος και αυτά, λέει της μάνας μου: «Σοφία, τα χάπια μου», της λέει, για να μη του… Γιατί είχε πάθει συμφόρηση και με το... Μόλις είπε έτσι, κατάλαβα γιατί στενοχωρήθηκε πολύ. Λέει: «Τώρα; Τούτη την εποχή;», γιατί έλεγε και το 1940, έλεγε στον πατέρα μου και στον θείο μου, το ’39 δηλαδή: «Πόλεμος δε γίνεται τώρα, μη φοβόσαστε» και έγινε ο πόλεμος. Αλλά μετά ποιος περίμενε ότι θα... Και όμως μόλις έτσι: «Σοφία, τα χάπια μου γρήγορα!», γιατί στεναχωρήθηκε πολύ, λέει: «Τώρα μη μου ’ρθει καμία τώρα...».
Ευτυχώς που τουλάχιστον... Δυστυχώς για ό,τι έγινε, αλλά ευτυχώς που έγινε κάποιο...
Ευτυχώς που δεν έγινε κάτι. Και την αυτή, την Κύπρο την πήρανε μετά, δεν την πήρανε εκείνες τις ημέρες, δεν την πήραν εκείνες τις ημέρες. Άλλο τώρα που δεν το λένε. Την Κύπρο την επήρανε από τις... Την πρώτη Αυγούστου έφυγα, από τις 5 Αυγούστου μέχρι τις…. 15 την πήραν την… Τις 20 την πήραν τη... το μερτικό αυτό που πήραν απ’ την Κύπρο, τότε το πήρανε. Δηλαδή, τις ημέρες που ήμουνα, όχι επειδή ήμουνα εγώ, αλλά δεν είχανε πάρει, κάτι λίγο είχανε πάρει. Μετά πήραν το περισσότερο.
Κατάλαβα. Εσείς γενικά —τελευταία ερώτηση που σας κάνω— πώς νιώθετε για τη… Όχι, πώς νιώθετε τη ζωή σας τώρα που τα αναπολήσαμε και τα συζητήσαμε όλα αυτά;
Ωραία, πολύ ωραία, δεν… Εντάξει, μια χαρά. Καλά έχουμε περάσει, μπορεί να περάσαμε και δυσκολίες μικροί, ξέρω γω τι, αλλά μετά ήτανε τα πράματα, ήτανε... Αλλά να σου πω κιόλας, η καλύτερη εποχή που έχω περάσει —με ησυχία δηλαδή, όχι με αυτό— είναι από το ’75 μέχρι το ’90. Μέχρι το ’90. Πιο πριν: «Θα μας χτυπήσουν οι Τούρκοι!», πιο πριν: «Θα πέσει ο κομήτης!».
Α, ναι, είχατε τον κομήτη του Χάλεϊ εσείς.
Ναι, είχαμε, ρε παιδί μου, όλη την ώρα, μέχρι και έργο είχε βγει. Ένα, ένα έργο που λέγαν: «Θα πέσεις ο κομήτης και το ένα και το άλλο». «Τι ώρα;». «Στις 12:00 η ώρα», ξέρω γω τι. Και στις 12:00 η ώρα, που περιμένανε όλοι έτσι, ένας πιτσιρίκος είχε μια κιθάρα —στο έργο τώρα— και χτυπάει εκείνη την ώρα, στην αυτή. Με το χτύπημα που κάνει στην κιθάρα, όλοι κλονιστήκανε και μετά, που είδαν ότι ο μικρός έπαιξε την κιθάρα, πέρασε και οι 12:00 η ώρα που περιμένανε και, εντάξει, τελείωσαν όλα. Μετά αρχίσανε όλα τα άλλα. Πώς τα λέμε; Τα Βαλκάνια, η Σερβία όλα εκείνα εκεί, μετά το ’90 και αυτά.
Εσείς γι’ αυτό ήσασταν... Είχατε κάποιο...
Ρε παιδί μου, η πιο ησυχία ήταν —σου λέω— απ’ το ’75 μέχρι το ’90. Ήταν και ωραίες οι εποχές αυτές. Μετά αρχίσαν τα πράγματα και μπαίνανε σε άλλους ρυθμούς.
Και η οικονομική κρίση πιο μετά, τώρα πιο πρόσφατα...
Τώρα έχουμε τον κορονοϊό, έχουμε άλλα τώρα. Τώρα ανοίξαμε άλλες ασφάλειες, μεγάλες, τώρα είναι οι μεγάλες.
Να ρωτήσω κάτι, εσείς για τον κομήτη του Χάλεϊ πώς εδώ στο χωριό το... Περιμένατε να πέσει κομήτης;
Κοίταξε, για τον κομήτη έχουνε πει δυο-τρεις φορές ότι... Και τον έχουνε δείξει ότι περνάει, ότι εντάξει. Αλλά είχανε πει και το ’10, το ’12, 1912, άλλη φορά εκείνη εκεί. Εντάξει, δεν ήμουνα εγώ. Εγώ τ’ άκουγα απ’ τους παλιούς που λέγαν ότι... Αλλά μετά απ’ το... γύρω στο ’60 όλη την ώρα λέγαμε: «Δε μας αφήνουν να μεγαλώσουμε. Να γίνουμε παιδιά, να γίνουμε άντρες, ξέρω γω τι, να μας σκοτώσουν από τώρα». Δηλαδή, μία ο κομήτης, μία εκείνο, μία το άλλο, μία είχαμε τους Τούρκους. Εκείνο δεν έχει σταματήσει και καθόλου κιόλας.
Και μετά εσείς, έτσι, με το ευρώ που ήσασταν και μεγάλος, με αυτή την αλλαγή το 2000...
2001.
Πώς το βιώσατε εσείς αυτό;
Εγώ δεν το ήθελα, αλλά πολλοί όμως... Είχα και τον πεθερό μου τότε, μόλις βγήκαν τα ευρώ να πά’ να βρει ευρώ: «Τρέξε γρήγορα!». Ότι κάτι ήταν το ευρώ, λες και ήτανε χρυσό, να πούμε. Και πολλοί μεγάλοι τότε ψάχναν να βρουν τα ευρώ, να πάνε να πάρουνε ευρώ… Δεν είδες την αλλαγή που γινότανε; Δε με, δε με ενδιέφερε καθόλου.
Καλά τότε ήτανε μια περίοδος, νομίζω, που λέγανε θα σταματήσουνε και τα ρολόγια, με τους υπολογιστές, θα μηδενιστεί, θα γυρίσει προς τα πίσω, λέγανε πολλά.
Πολλά λέγανε, πολλά λέγανε. Τώρα θα δεις τι έχουνε να πούνε για τον κορονοϊό...
Εσείς πώς τον περάσατε εδώ στην Ασίνη;
Θα του βάλουνε φτερά, θα του βάλουνε αυτά, δεν το βλέπω για... Βγήκε κακό χούι μ’ αυτό το πράμα.
Εσείς πώς το περάσατε στην Ασίνη;
Εντάξει, δεν... Θα πιστέψεις ότι μου ’χουνε γίνει άλλες συνήθειες τώρα; Άκου να δεις, εγώ όλα τα χρόνια έβγαινα έξω, δεν μπορεί να μην ήμουνα εγώ το βράδυ στο καφενείο, δεν υπήρχε περίπτωση! Μόλις το σταματήσανε αυτό και μόλις επιτράπηκε πάλι δε μου κάνει γούστο, να πούμε. Όχι ότι φοβάμαι.
Ξεσυνηθίσατε.
Ρε παιδί μου, ξεσυνήθισα. Όχι ότι έχω κάτι άλλο να κάνω. Τίποτα, θα κάτσω να δω ένα έργο εκεί στην τηλεόραση, να πάει στο διάτανο, δεν… δε με ενδιαφέρει. Δηλαδή, άφησες τους φίλους σου, στενοχωρήθηκες, αυτούς που έβρισκες κάθε βράδυ, ρε [01:30:00]παιδί μου ή… Και τώρα να πας; Ξεσυνήθισα, πάει, δεν μπορώ να το δικαιολογήσω αυτό, αλλά όλος ο κόσμος αυτό, αυτό έχει πάθει. Όχι το ίδιο με το δικό μου.
Με άλλα.
Με άλλα.
Άλλοι ξεκινήσαν τα ποδήλατα, άλλοι γίνανε μάγειρες.
Ναι, ναι, ναι.
Έχουνε συμβεί πολλά.
Άλλος φοβάται, άλλος εκείνο, άλλος το άλλο. Έχουν συμβεί πολλά.
Εσείς φοβηθήκατε;
Όχι.
Ούτε τότε που εμφανίστηκε το κρούσμα, τα κρούσματα;
Όχι, όχι, όχι, όχι, δε φοβήθηκα. Δε φοβήθηκα καθόλου. Όχι ότι δε φοβάμαι, φυλάγομαι, ρε παιδί μου, δεν είναι ότι... Αλλά για να...
Να πανικοβληθείτε.
Το φόβο που έχουνε πάθει οι άλλοι, έτσι, όχι, δεν... Αφού να μη σου πω σε σημεία που λέω ότι: «Έλα μωρέ, δεν υπάρχει τίποτα, μωρέ». Εντάξει, είναι μια γρίπη που της έχουν βάλει φτερά και μετακινιέται.
Αλλά σίγουρα, φαντάζομαι όπως το έζησα και εγώ στο χωριό μου, δεν το ζήσατε όπως ζήσαν σε άλλα μέρη τόσο σκληρά, τόσο αυστηρά. Θα μπορούσατε να βγείτε να πάτε ένα περίπατο.
Ναι, πήγαινα στο χωράφι, δεν είναι ότι...
Ήμασταν λίγο πιο…
Ναι, ναι, ναι. Ενώ στην Αθήνα τραβήξανε αγώνα. Δεν μπορούσες να βγεις, μέσα στους τέσσερις τοίχους ήσουνα, πού να πας; Ρώτα, ρώτα με και τίποτα άλλο.
Segment 6
Δύο περιστατικά στη θάλασσα, πληροφορίες για δύο νησάκια και η ενασχόληση των χωρικών με τις ιχθυοκαλλιέργειες
01:31:30 - 01:43:56
Δεν ξέρω, θέλετε να μου πείτε εσείς κάτι, έτσι, μια ανάμνηση πολύ χαρακτηριστική, πολύ αγαπημένη σας; Μπορεί να είναι οτιδήποτε, έτσι; Μια πολύ, πολύ αγαπημένη σας ανάμνηση.
Όχι, δεν... Όχι, δεν υπάρχει κάτι, δηλαδή, που να... Να πούμε καμιά ανάμνηση δύσκολη, ναι, αλλά αγαπημένη ανάμνηση, τι;
Δύσκολη; Που να μπορείτε να μοιραστείτε και να πείτε;
Μια φορά που βούλιαξα στη θάλασσα.
Πως έγινε αυτό; Με τι;
Με μια βάρκα.
Πώς προέκυψε;
Τίποτα, ήτανε η θάλασσα όπως είναι τώρα.
Και σε μια γαλήνια θάλασσα η βάρκα... είχε τρύπα;
Όχι, η βάρκα ήτανε για πέντε άτομα και είχαμε μπει οχτώ επάνω. Δεν παίζει ρόλο τώρα οι οχτώ, γιατί δεν πήγαμε και στην άκρη του κόσμου. Στη μύτη εκεί κάτω πήγαμε, που βλέπεις τώρα εκεί το… το νησί. Με κάτι τουρίστες και τουρίστριες ήμασταν, εγώ και ένας άλλος Έλληνας από δω, απ’ την Ασίνη δηλαδή. Βουτήξαμε μ’ αυτόν, πιάσαμε 10-15 κιλά μύδια, στρείδια, γύρω το ’80. Λοιπόν, 10 μέτρα βάθος τώρα να βουτάς. Μια βουτιά 10 μέτρα βάθος. Έπιανες 3-4, 9 μέτρα, 8 μέτρα, αναλόγως, αλλά μέχρι 10 μέτρα πήγαινα άνετα. Δυο ώρες μες στη θάλασσα. Με τον γυρισμό που ερχόμασταν, μόλις φτάνουμε στο Κορωνήσι, κει χάμου, μια τουρίστρια είδε τα φραγκόσυκα, που ’ναι πάνω στο αυτό, και φεύγει από κει να πάει να τα... Σηκώθηκε όρθια να πάει να τα φωτογραφίσει, ενώ εγώ είχα πέσει έτσι και λαγοκοιμόμουνα. Αν ήμουνα ξύπνιος... Δηλαδή, κανονικά θα κράταγα τα ισότροπα. Πήγαινε εκείνη εκεί, θα έκανα εγώ προς τα δω, άσχετα αν ήμασταν εφτά-οχτώ άτομα πάνω. Και με τη μετακίνηση που κάνει αυτή φέρνει τούμπα η βάρκα. Φέρνει τούμπα η βάρκα, βρέθηκα απότομα μες στο νερό, σε σκοτάδι. Οι άλλοι τουλάχιστον είδαν ότι πέσανε, εγώ δεν το είδα καθόλου. Λοιπόν, ευτυχώς που ήτανε δυο-τρία ποδήλατα, αυτά τα ποδήλατα τα... στα 100 μέτρα περίπου και μας είδανε και ήρθανε εκεί πέρα και μας μαζέψανε. Λοιπόν, η μία η γυναίκα είχε κοκαλώσει, ήταν έτοιμη να πεθάνει. Από πανικό, δηλαδή, αφού ήξερε μπάνιο και την κρατήσανε οι δύο άντρες, δύο Εγγλέζοι την κράταγαν να... Ήρθαν τα ποδήλατα εκεί πέρα, μας πήρανε πάνω. Το όνομά σου, πώς σε λέμε;
Μαρία.
Μαρία, τέτοιο πράμα να μην τύχει σε άνθρωπο! Μες στο καλοκαίρι εγώ που βούταγα 10 μέτρα βάθος και ο άλλος το ίδιο, να πάθουμε αυτή τη ζημιά... Ήμασταν άρρωστοι δεκαπέντε μέρες και οι τουρίστες και εμείς. Και σκεφτόμουνα μετά κι έλεγα: «Ρε παιδί μου, σκέψου να ’ναι νύχτα και να ’ναι ένα ναυάγιο. Αυτοί οι ανθρώποι πρέπει να ’ναι ήρωες που τη γλιτώνουν». Μέρα μεσημέρι, σου λέω, και να πεις ότι ήτανε αυτό. Αφού είχαμε δυο ώρες μες στη θάλασσα και βουτάγαμε σε βάθος και δεν έτρεχε τίποτα.
Ήταν το απότομο.
Ναι. Δηλαδή, κρυωμένος ήμουνα... Όχι μόνο γω, όλοι μας, κρυωμένος ήμουνα και τι δεν είχα;
Ήσασταν τουλάχιστον τυχεροί που σας βρήκανε. Ήσασταν τουλάχιστον κοντά στο Κορωνήσι, θα κολυμπάγατε.
Στο Κορωνήσι δίπλα ήταν, ναι. Το Κορωνήσι ήτανε 50 μέτρα. Θα βγαίναμε έξω, δεν... αυτό, αλλά και εκείνο το έξω που θα βγαίναμε εκεί, πολύ ήτανε για μας. Και μπορεί η μία γυναίκα να πέθαινε κιόλας, γιατί κοκάλωσε.
Είναι ξαφνικό. Αυτά τα ξαφνικά είναι...
Κοκάλωσε, ναι ναι.
Και επί τη ευκαιρία.
Και άλλη μια φορά πάλι, με κάτι Γερμανούς είχαμε πάει πίσω από κει για ψάρεμα. Αυτοί είχανε πάρει ένα καινούριο Chris-Craft, ολοκαίνουριο, και ήρθαν από δω και πήγαμε εκεί πέρα για ψάρεμα. Μόλις πήγαμε να φύγουμε, είχε ένα μπάτη δυνατό, κύματα καλά, καλοκαίρι Ιούλιος. Λοιπόν, κάθε τρία κύματα μάς ερχόντουσαν 50 κιλά νερό μέσα στο αυτό. Ευτυχώς είχε κάτι συστήματα αυτό τότε, είχε ένα μοτέρ εκεί πέρα που το ’βγαζε το νερό αμέσως πίσω, αυτό που έπεφτε μέσα. Δε μίλαγε αυτός… Αυτοί δε μιλάγανε καλά εγγλέζικα, δεν μπορήγαμε να συνεννοηθούμε καλά. Ούτε ήταν και καλοί στο οδήγημα, γιατί μου λένε άλλοι που έχουν Chris-Craft: «Τι να πάθει ρε», λέει, «τώρα το Chris-Craft! Πού να πάρει χαμπάρι το... Αυτά δεν ήξερε να το οδηγήσει καλά και...». Ευτυχώς που ερχόντουσαν κάτι Ιταλοί πίσω μας με κάτι φουσκωτά και τους βλέπαμε στα 200 μέτρα, λέμε: «Άμα γίνει τίποτα, θα μας μαζέψουν αυτοί, ας πούμε». Και θυμόμουνα το προηγούμενο, θυμόμουνα το προηγούμενο και λέω στον άλλο τον φίλο μου εκεί πέρα: «Φόρα τα βατραχοπέδιλα», του λέω, «ώστε αν τύχει τίποτα, με τα βατραχοπέδιλα είσαι πιο...». Μπορεί να...
Και να σας ρωτήσω για τα δύο τα νησάκια εδώ.
Ναι.
Για το Κορωνήσι ξέρω ότι γίνεται στη γιορτή, κάθε βάζουν καραβάκι και πάνε.
Ναι.
Για το Δασκαλειό;
Στο Δασκαλειό δεν ξέρω αν γίνεται καμιά...
Όχι, όχι, ξέρω ότι είναι προστατευόμενη περιοχή, κάτι τέτοιο, κυνηγάνε, πάνε οι πρόσκοποι; Κάτι κάνουν εκεί, δεν ξέρω άμα ξέρετε;
Τι να κυνηγάνε, δηλαδή; Για κυνήγι...
Όχι, είναι προστατευόμενη, για να μην κυνηγάνε, γιατί έχει πολλούς λαγούς, λέει.
Όχι, πολλές πέρδικες είχε το νησί το μεγάλο αυτό εδώ.
Ναι, ναι, αυτό λέω, αυτό εννοώ. Δεν ξέρω, το είπα λάθος εγώ, λέγεται κάπως αλλιώς.
Ναι, ναι, ναι, το Κορωνήσι είναι από πίσω... Το… το Δασκαλειό είναι από πίσω.
Α, συγχωρέστε με, συγχωρέστε με.
Το Δασκαλειό είναι λίγο πιο μεγάλο απ’ το Κορωνήσι, από εκείνο κει, λιγάκι πιο μεγάλο είναι. Είναι από πίσω, δε φαίνεται από δω. Αυτά τα δύο τα νησιά είναι προστατευόμενη περιοχή, αλλά όχι τώρα τα δεκαπέντε και είκοσι χρόνια, είναι εδώ και εκατό χρόνια.
[01:40:00]Γιατί; Τι τα κάνει τόσο ξεχωριστά;
Απαγορευόταν να... Αλλά υπήρχαν κάποιοι επιτήδειοι που πηγαίναν εκεί πέρα και κυνηγάγαν, ας πούμε, αλλά... Είχε, είχε πέρδικες εκεί.
Και αυτή η ταμπέλα; Η «Κάτω τα χέρια απ’ το νησί»;
Το «Κάτω τα χέρια απ’ το νησί» είναι για άλλη δουλειά, γιατί το πήρε το ΕΟΤ και για να μην το πουλήσει το ΕΟΤ σε τίποτα μεγιστάνες και αυτά, που καλύτερα ήταν να γίνει έτσι για το Τολό, γιατί θα ερχόντουσαν εδώ πέρα... Είχανε σκοπό να βάλουνε και τελεφερίκ από το αυτό, το βουνό αυτό να πηγαίνει στο άλλο. Αυτά από το ‘65 ήτανε συζητημένα αυτά τα πράγματα. Και τελικά δεν… δε θέλαν οι Τολιανοί τότε και δεν έγινε αυτό. Κάποιοι Αμερικάνοι θέλαν να το πάρουνε.
Α, γι’ αυτό υπάρχει.
Ναι, το «Κάτω τα χέρια απ’ το νησί» γράφτηκε το... γύρω το ’80.
Γι’ αυτό το λόγο που μου είπατε ή...
Μπορεί να έγινε... Το ’65 ήτανε που το ζητήσανε οι Αμερικάνοι. Το ’80 το πήρε το ΕΟΤ απ’ την κοινότητα του Τολού, δεν ξέρω πώς. Το πήρε και λέγανε: «Κάτω τα χέρια απ’ το νησί», μήπως το ΕΟΤ το δώσει πουθενά και κάνει κάνα αυτό, αλλά και να το ’δινε; Θα μάζευε το τουρισμό Α’ κατηγορίας εδώ πέρα και δε θα ερχόντουσαν τα... Αυτοί με... με τις ψικαστήρες στην πλάτη.
Μου λύσατε απορία πολλών χρόνων. Αυτή ήταν από παιδάκι: «Γιατί είναι αυτή εκεί η πινακίδα;» απορία και δε μου την είχε απαντήσει κανένας μέχρι τώρα, να ξέρετε.
Είναι, είναι γύρω το ’80, ’79 με ’80, παρουσιάστηκε αυτό το πράμα, το «Κάτω τα χέρια απ’ το νησί».
Και στο νησάκι που είναι από πίσω είναι και ένα κάστρο, ένα κτίσμα, κάτι.
Το λέγαν Δασκαλειό αυτό, ότι πήγαιναν και μαθαίναν γράμματα τα παιδιά τότε επί Τουρκοκρατίας.
Με καραβάκι περνάγανε απέναντι;
Ότι, ότι πηγαίνανε... Εντάξει, τώρα αυτό δεν είναι και σίγουρο, γιατί Τολιανοί δεν υπήρχαν τότε. Οι Τολιανοί ήρθαν το 1860, κάπου εκεί οι πρώτοι. Επομένως, το 1821 δεν... Ποιος να πήγαινε εκεί πέρα;
Οπότε;
Εντάξει, το ’πανε Δασκαλειό. Μπορεί να πήγανε κάποιοι, όχι απ’ το Τολό όμως. Το Τολό έγινε το 1860, κάπου εκεί μέσα δηλαδή.
Ναι, ναι, κατάλαβα. Και άσχετο, αλλά ξέρω ότι πολλοί φεύγανε από εδώ απ’ τα χωριά και δουλεύαν στην Ψηλή και τη Πλατειά, σε ιχθυοκαλλιέργειες, αυτό είναι αλήθεια; Ήταν ένας...
Οι ιχθυοκαλλιέργειες γίνανε μετά, το ’80 και ύστερα.
Α, είναι πολύ πιο μετά. Κατάλαβα.
Το ’80. Το ’84 μάλιστα, το ’84 είχε έρθει ένας φίλος μου και πήγαμε εκεί κάτω και πιάσαμε χταπόδια. Είχε έρθει μ’ ένα σκάφος. Πήγαμε εγώ, ο αδερφός μου, αυτός, η γυναίκα του και μάλιστα τους φάνηκε περίεργο, γιατί τους πέταξα δυο παπούτσια από τη θάλασσα που βρήκα κάτω και είχαν και χταπόδι μέσα. Το είδα το χταπόδι ήταν μέσα στη γαλότσα και το πιάνω και του το πετάω και... Δεν υπήρχαν τότε, το ’84 δεν υπήρχε ιχθυοκαλλιέργεια. Μετά έγινε, νομίζω την άλλη χρονιά ή παρ’ άλλη.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.
Part of the interview has been removed to facilitate its flow.
Summary
Ο Τάσος Μουταβελής αφηγείται την παιδική του ηλικία στο χωριό Ασίνη του Νομού Αργολίδας, όπου γρήγορα ασχολήθηκε με τα χωράφια, καθώς και τη μετέπειτα στρατιωτική του θητεία. Στη συνέχεια, μιλάει για τα έθιμα στην Ασίνη, καθώς και για τους τρόπους διασκέδασης των ανθρώπων στο χωριό Τολό και το Ναύπλιο, τον τουρισμό και τα φλερτ της εποχής. Αναφέρεται, επιπλέον, στους αρχαίους τάφους της Ασίνης, στην ιστορία του χωριού τα χρόνια της Κατοχής, αλλά και στα πανηγύρια και τα τραγούδια που άκουγαν οι άνθρωποι παλιότερα. Κάνει ιδιαίτερη αναφορά στο έθιμο του Κάψιμου του Ιούδα και στο περιστατικό κλοπής του ομοιώματος του Ιούδα στα γύρω χωριά. Κατόπιν, μοιράζεται τις αναμνήσεις του από τα μπάνια στη θάλασσα και την καλλιέργεια των καπνών, τη ζωή των ανθρώπων στο χωριό κατά την περίοδο της Χούντας, καθώς και την Επιστράτευση του ‘74, όταν κλήθηκε και ο ίδιος να προετοιμαστεί για ενδεχόμενο πόλεμο. Κλείνοντας, αφηγείται δύο επικίνδυνα περιστατικά που έζησε στη θάλασσα με τουρίστες και παραθέτει πληροφορίες για δύο νησάκια, καθώς και για την ενασχόληση των ανθρώπων της περιοχής με τις ιχθυοκαλλιέργειες.
Narrators
Αναστάσιος Μουταβελής
Field Reporters
Μαρία - Σταυρούλα Γκιόλα
Topics
Historical Events
Tags
Interview Date
22/07/2020
Duration
103'
Part of the interview has been removed to facilitate its flow.
Summary
Ο Τάσος Μουταβελής αφηγείται την παιδική του ηλικία στο χωριό Ασίνη του Νομού Αργολίδας, όπου γρήγορα ασχολήθηκε με τα χωράφια, καθώς και τη μετέπειτα στρατιωτική του θητεία. Στη συνέχεια, μιλάει για τα έθιμα στην Ασίνη, καθώς και για τους τρόπους διασκέδασης των ανθρώπων στο χωριό Τολό και το Ναύπλιο, τον τουρισμό και τα φλερτ της εποχής. Αναφέρεται, επιπλέον, στους αρχαίους τάφους της Ασίνης, στην ιστορία του χωριού τα χρόνια της Κατοχής, αλλά και στα πανηγύρια και τα τραγούδια που άκουγαν οι άνθρωποι παλιότερα. Κάνει ιδιαίτερη αναφορά στο έθιμο του Κάψιμου του Ιούδα και στο περιστατικό κλοπής του ομοιώματος του Ιούδα στα γύρω χωριά. Κατόπιν, μοιράζεται τις αναμνήσεις του από τα μπάνια στη θάλασσα και την καλλιέργεια των καπνών, τη ζωή των ανθρώπων στο χωριό κατά την περίοδο της Χούντας, καθώς και την Επιστράτευση του ‘74, όταν κλήθηκε και ο ίδιος να προετοιμαστεί για ενδεχόμενο πόλεμο. Κλείνοντας, αφηγείται δύο επικίνδυνα περιστατικά που έζησε στη θάλασσα με τουρίστες και παραθέτει πληροφορίες για δύο νησάκια, καθώς και για την ενασχόληση των ανθρώπων της περιοχής με τις ιχθυοκαλλιέργειες.
Narrators
Αναστάσιος Μουταβελής
Field Reporters
Μαρία - Σταυρούλα Γκιόλα
Topics
Historical Events
Tags
Interview Date
22/07/2020
Duration
103'