Η ιστορία του πρώτου οργανοποιείου κρητικής λύρας: Ο Μανώλης Σταγάκης αφηγείται
Segment 1
Γνωριμία με τον αφηγητή, η ιστορία της οικογενειακής επιχείρησης και η πατέντα
00:00:00 - 00:08:00
Partial Transcript
Καλησπέρα σας, βρισκόμαστε στο Ρέθυμνο μαζί με τον Μανώλη Σταγάκη. Η ημερομηνία είναι 19 Ιουλίου και εγώ είμαι η Ελένη Χαρχαρίδου, ερευνή…άτινες χορδές, ενώ αυτές είναι ηλεκτρικής κιθάρας, που είναι με πιο σωστή τεχνολογία και βοηθάει στην καλύτερη ακουστική του οργάνου. Αυτά.
Lead to transcriptSegment 2
Η συνέχιση της οικογενειακής επιχείρησης και η τρίτη γενιά του οργανοποιείου Σταγάκη
00:08:00 - 00:20:07
Partial Transcript
Τέλεια. Και μεγαλώνοντας εσείς τι μνήμες έχετε με τον παππού σας, τον πατέρα σας, τον θείο σας; Κοίταξε, εγώ στην ουσία γεννήθηκα μέσα στο…η πιο σωστή και τη βλέπω κι εγώ στα μετέπειτα χρόνια μ ου. Τώρα όλες δεν μου 'ρχονται, αλλά με την κουβέντα μπορεί να μου 'ρθουνε κάποιες.
Lead to transcriptSegment 3
Η ιστορία του οργανοποιείου και οι δυσκολίες του επαγγέλματος
00:20:07 - 00:25:27
Partial Transcript
Ναι. Και μήπως γνωρίζετε...; Το οργανοποιείο αυτό είναι τριών γενιών. Ναι, είναι το πιο παλιό στην Κρήτη. Δεν υπάρχει πιο παλιό οργανοποιε…ειά που έχει κάθε μέρα το κάτι διαφορετικό. Και το κάτι διαφορετικό είναι και το ωραίο, το να είναι κάτι μονότονο δεν θα άρεσε σε κανέναν.
Lead to transcriptSegment 4
Η εκδήλωση προς τιμήν του παππού του, απολογισμός και μελλοντικά σχέδια
00:25:27 - 00:30:35
Partial Transcript
Για την τιμητική- Εκδήλωση. Εκδήλωση που κάνανε στον παππού σας το 2007, τι αναμνήσεις έχετε απ' αυτό; Πώς συνέβη; Το 2006 που πέθανε ο …. Και εντάξει, όλα καλά. Θα υπάρχει μία ιστορία που αυτή δεν χάνεται. Αυτά. Ευχαριστώ πάρα πολύ. Να 'σαι καλά! Καλά τα είπαμε; Πολύ καλά!
Lead to transcriptTopics
Segment 1
Γνωριμία με τον αφηγητή, η ιστορία της οικογενειακής επιχείρησης και η πατέντα
00:00:00 - 00:08:00
[00:00:00]Καλησπέρα σας, βρισκόμαστε στο Ρέθυμνο μαζί με τον Μανώλη Σταγάκη. Η ημερομηνία είναι 19 Ιουλίου και εγώ είμαι η Ελένη Χαρχαρίδου, ερευνήτρια για το Istorima. Καλησπέρα.
Καλησπέρα Ελένη, καλωσήρθες στο οργανοποιείο μου. Το οργανοποιείο αυτό εδώ πέρα είναι τριών γενεών, απ' τον παππού μου, τον πατέρα μου και τώρα εγώ. Έχει ανοίξει το 1945, όχι σε αυτήν την οδό, στην παλιά πόλη, στην οδό Δημακοπούλου. Και απ' το 2010 το 'χω ανοίξει εγώ εδώ πέρα μέχρι τώρα, που αυτός εδώ ο χώρος που βρισκόμαστε είναι του παππού μου το σπίτι, που έζησε ο παππούς μου με τη γιαγιά μου και που γεννήθηκε ο πατέρας μου με τον θείο μου. Το 2009 το ανακατασκεύασα, το 'κανα μαγαζί, εργαστήριο, μουσείο και εκθετήριο. Εδώ πέρα μπορεί ο επισκέπτης μπορεί να δει το μουσείο, που έχω τον πάγκο του παππού μου και του πατέρα μου και του θείου μου, τα εργαλεία τους. Και μπορεί να δει και τα στάδια κατασκευής της λύρας. Στον δίπλα χώρο μπορεί να δει το εκθετήριο με τα μουσικά όργανα εκτός από τη λύρα, και λαούτο, μαντολίνο και ελληνικά όργανα όπως είναι ο τζουράς, ο μπαγλαμάς, το μπουζούκι. Και στον μέσα χώρο να δει ο επισκέπτης το εργαστήριο που κατασκευάζουν τις κρητικές λύρες. Αυτά. Τώρα...
Θέλετε να μας πείτε μερικά λόγια, έτσι, για την ιστορία πώς ξεκίνησε απ' τον παππού σας με τη λύρα;
Ναι, ο παππούς μου ήταν οργανοπαίχτης, δηλαδή ήταν καλλιτέχνης της κρητικής λύρας. Έπαιζε απ' το 1925-'30, από μικρό παιδί, και το 1936 πριν τον πόλεμο -γιατί πήγε και στον πόλεμο- ξεκίνησε να φτιάχνει την κρητική λύρα, όπως ήξερε και με τα εργαλεία που είχε εκείνη την εποχή. Δεν του άρεσε ο ήχος που υπήρχε τότε της λύρας -το λυράκι όπως λέμε ήταν πιο μικρό σαν όργανο- και άρχισε και αυτοσχεδίαζε και γύρω στο ‘36 με ‘37 έδωσε ένα πιο μεγάλο σχήμα στη λύρα, που αυτή μετά θα γινόταν και η κρητική λύρα, όπως την ξέρουμε σήμερα. Γιατί το 1945 με ΄46 που άνοιξε το μαγαζί την τελειοποίησε. Και μέχρι και τώρα είναι το ίδιο όργανο, δεν έχει αλλάξει καθόλου. Πριν το ‘45, υπήρχε ένα άλλο είδος λύρας, το λυράκι. Αυτό ήταν ένα αυτοσχέδιο όργανο που δεν είχε μέτρα, ο καθένας το έφτιαχνε όπως ήθελε στα χωριά της Κρήτης, από βοσκούς, από καλλιτέχνες από… Ο καθένας όπως καταλάβαινε. Υπήρχε ένα στάνταρ σχέδιο, αλλά πάνω κάτω μπορούσε να το αλλάξει και στο πλάτος και στο μήκος και στο βάθος. Οπότε δεν ήταν κανένα ίδιο. Ο παππούς μου το στάνταρε, έβγαλε κάποια μέτρα που το ΄45-΄46 την τελειοποίησε, ας το πούμε έτσι, και μέχρι και τώρα είναι το ίδιο όργανο με ελάχιστες παραλλαγές. Δηλαδή και άλλοι κατασκευαστές που κάνουνε, κάνουν τη λύρα Σταγάκη. Και στην κρητική μουσική -αυτό πρέπει να το τονίσω- είναι πριν Σταγάκη εποχή και μετά Σταγάκη εποχή, για τον λόγο ότι ο παππούς μου άλλαξε αυτό το μουσικό όργανο. Τώρα... Ο παππούς μου, οι καινοτομίες που έκανε στη λύρα ήταν ότι έβαλε στο κεφάλι του οργάνου -ήτανε φλατ μια πλάκα, ένα ξύλο με ξύλινα κλειδιά, αυτός έβγαλε αυτό το κεφάλι- και έβαλε τον κοχλία του βιολιού και έβγαλε και τα κλειδιά τα ξύλινα και έβαλε μεταλλικά. Αυτό ένα από τα στοιχεία. Δεύτερο στοιχείο ήτανε αυτό που έβαλε τη γλώσσα ή γραβάντα, έτσι όπως λέγεται, ενώ πριν τα δάχτυλα πατούσανε απάνω στον λαιμό της λύρας. Αυτό που έκανε είναι ότι προσάρμοσε τη γλώσσα, ώστε να μπορεί ο κατασκευαστής να παίξει και κάποιες παραπάνω νότες, πιο χαμηλά, όταν πάει τα χέρια του. Αυτό το λέμε πιο πολλές οκτάβες[00:05:00]. Μετά, τη μεγάλωσε στο μήκος, στο πλάτος, στο βάθος. Έβαλε χορδοδέτη, που δεν είχε παλιά, ενώ βγαίνανε οι χορδές απ' το σκάφος. Και το κυριότερο απ' όλα που έκανε είναι ότι άλλαξε την κλίμακα από καβαλάρη σε καβαλάρη, από 26,5 που ήτανε στο λυράκι σε 28,5. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να βοηθάει πιο πολύ τον παίχτη της λύρας, επειδή είχε μεγαλύτερη κλίμακα και τον βοηθούσε πιο πολύ στο παίξιμο. Αυτές ήταν οι καινοτομίες που έκανε. Αυτές ήταν οι καινοτομίες που έκανε στην κρητική λύρα. Η κρητική λύρα για να κατασκευαστεί -για τα ξύλα εννοώ- χρειάζεται κέδρος Λιβάνου για το καπάκι ή κατράνη το λέμε στην Κρήτη, είναι τούρκικη λέξη. Αυτά τα ξύλα δεν τα αγοράζουμε, τα βρίσκουμε σε δοκάρια σε παλιά σπίτια της παλιάς πόλης του Ρεθύμνου, του Ηρακλείου, των Χανίων, σε όλες τις παλιές πόλεις. Αυτά τα ξύλα τα φέρανε οι Ενετοί από το 1200 έως το 1600. Δηλαδή είναι πάνω από 500 με 600, με 700, με 800 χρόνια, δηλαδή από το 1600 και κάτω. Τώρα για το σκάφος, υπάρχουν διάφορα ξύλα που μπαίνουνε στην κρητική λύρα, όπως είναι η μουρνιά ή μουριά -όπως τη λένε στην πάνω Ελλάδα-, η καρυδιά, ο ασφένταμος ή σφεντάμι ή κελεμπέκι είναι το ίδιο ξύλο. Που το σφεντάμι μπορεί να το βρούμε και εισαγωγής, να το αγοράσουμε, ενώ η μουρνιά πρέπει να την βρούμε στην Κρήτη ή γενικά στον ελλαδικό χώρο, όπου υπάρχουνε μουρνιές. Και καρυδιά που είναι η ντόπια η καρυδιά, η δικιά μας στην Κρήτη και στον ελλαδικό χώρο, αλλά είναι και η καρυδιά η Αμερικής ή η αφρικάνικη καρυδιά, που αυτά είναι εισαγωγής ξύλα που τα αγοράζουμε. Και υπάρχει και η κερασιά που μπορούμε να βάλουμε, που είναι -Καλιφόρνιας λέγεται- που είναι και αυτό εισαγωγής ξύλο. Γενικά, υπάρχουνε πολλά ξύλα για το σκάφος. Για το καπάκι, όμως, υπάρχει μόνο ο κέδρος Λιβάνου και είναι το πιο σωστό στο θέμα ηχητικής του οργάνου. Αυτά είναι τα ξύλα που χρησιμοποιούμε. Μετά, οι χορδές είναι της ηλεκτρικής κιθάρας, που το 1960 τις έβαλε ο πατέρας μου για πρώτη φορά στην κρητική λύρα. Γιατί παλιότερα βάζανε κάποιες συρμάτινες χορδές, ενώ αυτές είναι ηλεκτρικής κιθάρας, που είναι με πιο σωστή τεχνολογία και βοηθάει στην καλύτερη ακουστική του οργάνου. Αυτά.
Segment 2
Η συνέχιση της οικογενειακής επιχείρησης και η τρίτη γενιά του οργανοποιείου Σταγάκη
00:08:00 - 00:20:07
Τέλεια. Και μεγαλώνοντας εσείς τι μνήμες έχετε με τον παππού σας, τον πατέρα σας, τον θείο σας;
Κοίταξε, εγώ στην ουσία γεννήθηκα μέσα στο οργανοποιείο. Από μωρό παιδί ήμουνα μέσα στο εργαστήριο του παππού μου και του πατέρα μου. Γιατί ο θείος μου έκανε και κάποια άλλη δουλειά, αυτός δεν ήταν στο εργαστήριο, είχε δικό του εργαστήριο στο σπίτι, οπότε τις περισσότερες αναμνήσεις τις έχω απ' τον παππού μου και τον πατέρα μου, που στο θέμα δουλειάς θυμάμαι και μπαίνανε όλα τα μεγάλα ονόματα εκείνης της εποχής, όπως ήταν ο Σκορδαλός, ο Μουντάκης. Τον Ξυλούρη τον Νίκο δεν τον έφτασα, γιατί είμαι γεννηθείς το ‘82, αυτός πέθανε το ‘81-‘82 κάπου εκεί, αλλά θυμάμαι και μου λέγανε ιστορίες με τον Νίκο Ξυλούρη. Ο Ψαραντώνης, ο Ρος Ντέιλι, πολλοί, όλοι… Δεν υπάρχει καλλιτέχνης στην κρητική μουσική να μην έχει δικό μας όργανο. Η κρητική μουσική, μέχρι το ‘95 που πέθανε ο πατέρας μου και κλείσανε το μαγαζί, όλη η κρητική μουσική είχε γραφτεί με δικές μας κρητικές λίρες. Δεν υπήρχε τότε… Υπήρχαν και κάνα δυο άλλοι κατασκευαστές, όχι τόσο επαγγελματίες με μαγαζί, αλλά τα πρώτα ονόματα πάντα είχανε δικές μας λύρες, ανέκαθεν δηλαδή από παλιά, όπως και σ' εμένα τώρα. Τα πρώτα ονόματα θεωρώ ότι έχουν όλοι δικές μου λύρες.
Και έχετε κάποια ανάμνηση που να ξεχωρίζει μέσα σας με τον παππού σας, τους μουσικούς της εποχής;
Κοίταξε, αναμνήσεις… Η καθημερινότητα είναι μια ανάμνηση. Η κάθε μέρα εί[00:10:00]ναι και κάτι το διαφορετικό σε αυτήν τη δουλειά. Δεν υπάρχει κάτι το ίδιο, δεν είναι κάτι μονότονο. Θα μπει κάποιος καλλιτέχνης, θα πει το αστείο του, θα πει το πείραγμά του, θα πειράξει ο ένας τον άλλον, θα με πειράξει εμένα, θα τον πειράξω εγώ και κάπως έτσι κυλάει η μέρα. Κάτι συγκεκριμένο δεν θυμάμαι. Ήμουνα και μικρός, όταν πέθανε ο πατέρας μου, ήμουνα δώδεκα χρονών. Και μετά, το 2000, ξεκίνησα εγώ -αφού κλείσαμε το μαγαζί- ξεκίνησα στο σπίτι μου να κατασκευάζω τις κρητικές λύρες με παρότρυνση κάποιων φίλων του πατέρα μου και του παππού μου, που ήταν καλλιτέχνες, ότι: «Εσύ τέτοιο όνομα δεν πρέπει να το αφήσεις να χαθεί και να συνεχίσεις, αν μπορέσεις, την κατασκευή της λύρας». Και κάπως έτσι, ξεκίνησα σιγά σιγά, ενώ ο παππούς μου ζούσε και στα πρώτα μου βήματα με βοήθησε πάρα πολύ στην εκμάθηση της κατασκευής της κρητικής λύρας. Και παρόλο που είχε, ας πούμε, τον πόνο ότι είχε χαθεί ο πατέρας μου, ας πούμε, είχε πεθάνει, αυτός είχε το κουράγιο και με βοήθησε στην κατασκευή της κρητικής λύρας. Και αυτός ήταν και ο δάσκαλός μου και στη συνέχεια ήταν και ο θείος μου. Μέχρι το 2006 που πέθανε ο παππούς μου και μετά συνέχισα εγώ μόνος μου και λίγο με τον θείο μου. Τώρα ο θείος μου λείπει, είναι εκτός Ελλάδος. Και απ' το 2006 συνεχίζω εγώ μόνος μου με τα παιδιά που έχω στη δουλειά εδώ πέρα και βαδίζουμε. Αυτό.
Και όσον αφορά τον χώρο που επιλέχθηκε για το εργαστήριο σήμερα, που ήταν το σπίτι του παππού σας-
Ναι.
Πώς πήρατε αυτήν την απόφαση και έτσι τι μνήμες συντροφεύουν όλο τον χώρο;
Επειδή το σπίτι αυτό ήταν κενό, θεώρησα σωστό ότι αφού ήταν και του παππού μου το σπίτι και ότι θα συνεχίσω το επάγγελμα του παππού μου και του πατέρα μου, να το κάνω σε αυτόν εδώ τον χώρο. Και στην ουσία, η σκέψη μου βγήκε πολύ σωστή στη μετέπειτα πορεία μου. Ότι ήταν και ένας χώρος που ήμουνα συναισθηματικά δεμένος και σαν χώρος, γιατί είναι πολύ μεγαλύτερος απ' τον προηγούμενο που υπήρχε το εργαστήριο. Αυτό, ας πούμε, είναι 100 τετραγωνικά, ενώ το προηγούμενο ήταν 25 τετραγωνικά. Με έχει βολέψει πολύ περισσότερο και ευχαριστεί και τον κόσμο να έρχεται να βλέπει τον χώρο αυτόν και αισθητικά, αλλά και να του λέω ότι ήταν και του παππού μου το σπίτι.
Και όταν πήρατε την απόφαση να ασχοληθείτε επαγγελματικά με την οργανοποιεία-
Ναι.
Πώς ήταν αυτή η απόφαση για εσάς; Δηλαδή τι...
Κοίταξε, εγώ το ξεκίνησα -όχι επαγγελματικά- το ξεκίνησα αρχικά σαν χόμπι. Για τέσσερα χρόνια περίπου, κατασκεύαζα λύρες και δεν είχα σκοπό ούτε να τις πουλήσω ούτε να τις δείξω σε κάποιον. Απλά μάθαινα την τέχνη, επειδή μ' άρεσε να σκαλίζω από παιδί, από μικρός. Μ' άρεσε η μουσική, έπαιζα και λύρα και ήθελα να δω τι μπορώ να κάνω με τις δικές μου δυνάμεις. Και σιγά σιγά εκεί που τελειοποιούσα το όργανο, ας το πούμε έτσι... Γιατί η οργανοποιεία -και γενικά οι τέχνες- δεν τελειώνουν ποτέ. Δεν υπάρχει η τελειότητα, πάντα υπάρχει η αρχή, τέλος δεν υπάρχει. Είναι άβυσσος η τέχνη, είτε ζωγραφική είναι αυτή, είτε γλυπτική, είτε ποίηση, είτε όλες οι τέχνες είναι, όπως και η οργανοποιεία. Είναι και μια δουλειά που δεν είναι μόνο μία τέχνη, είναι πολλές. Είναι και να κάνεις τον επιπλοποιό και να κάνεις τον μουσικό και τον οργανοποιό, έχει πολλές τέχνες μαζί. Και τα λούστρα ακόμα, και αυτή τέχνη είναι! Γιατί κάνεις και τον λουστραδόρο, που βερνικώνεις τα όργανα, που είναι μια άλλη τέχνη αυτή, μια άλλη σχολή, ας το πούμε έτσι. Και γενικά, αφού το ξεκίνησα και στα τέσσερα χρόνια είχα, ας πούμε, φτάσει σε ένα καλό σημείο, τότε ακούστηκα ότι φτιάχνω κάποια αξιοπρεπέστατα όργανα και ήρθαν οι πρώτοι πελάτες. Και ήταν και πολύ μεγάλα ονόματα, ας το πούμε έτσι, και με στηρίξανε και απ' το 2004 με '05 ξεκίνησα επαγγελματικά αυτή τη δουλειά, παρόλο που σπούδασα και γεωπονία, το 'κανα παράλληλα. Και το 2006 με ‘07 ασχολήθηκα[00:15:00] επαγγελματικά με το όργανο. Και το ΄10 άνοιξα το οργανοποιείο που είχε κλείσει απ' το ΄95.
Πώς ήταν αυτή η μέρα που πρωτοάνοιξε το οργανοποιείο μετά από τόσα χρόνια; Θυμάστε;
Ήτανε πολύ δύσκολα για μένα, γιατί δεν ήξερα πώς λειτουργεί ένα..., τέτοια γκαλερί, επιχείρηση ας το πούμε έτσι. Ότι ήθελε να ξέρω πώς να συμπεριφερθώ στον κόσμο, γιατί ο μουσικός είναι ένας ιδιαίτερος άνθρωπος, δεν είναι κάτι όπως πας εσύ, ας πούμε, και ψωνίζεις κάποια ρούχα. Εδώ μπαίνει ο άλλος και πρέπει να τον ικανοποιήσεις και αισθητικά στο όργανο, αλλά και ηχητικά. Ήταν δύσκολα τα πρώτα χρόνια, αλλά στη συνέχεια με τόσο κόσμο που έχω συναναστραφεί έχω πάρει την... Πώς να σ' το πω; Ότι πλέον για μένα είναι καθημερινότητα και δεν με κουράζει, έχω συνηθίσει. Αυτό.
Ωραία, θα ξαναρωτήσω κάπως μια ερώτηση, μήπως υπάρχει κάποια μνήμη. Όταν σας μάθαινε ο παππούς σας ξανά, μετά τον θάνατο του πατέρα σας, για το πώς να φτιάξετε μια λύρα-
Ναι.
Πώς θυμάστε αυτή τη διαδικασία μαζί;
Κοίταξε, εγώ τον παππού μου τον λάτρευα, όχι σαν κατασκευαστή, σαν άνθρωπο. Ήτανε πολύ ωραίος άνθρωπος, ιδιαίτερος και κάθε κουβέντα που μου έλεγε εγώ την έπαιρνα πολύ στα σοβαρά. Και μία μου 'λεγε, δέκα καταλάβαινα εγώ, γιατί τόσο πολύ τον εκτιμούσα και σαν άνθρωπο αλλά και σαν κατασκευαστή. Και είχα ακούσει πάρα πολλά γι' αυτόν. Και παρόλο που ήτανε 87-88 χρονών τότε, είχε το κουράγιο και μου έκανε εκμάθηση της κρητικής λύρας. Γιατί το να φτιάχνεις ένα όργανο πρέπει να σε βοηθάει και το σώμα σου! Δεν είναι ότι σε όλες σου τις ηλικίες μπορείς να κατασκευάσεις ένα όργανο. Είναι και σωματική κούραση. Δεν είναι μόνο εγκεφαλική, δηλαδή να σκεφτείς πως θα το φτιάξεις ή πως θα το βερνικώσεις, πρέπει να το κάνεις και πράξη. Οπότε το να πάρεις έναν κορμό ξύλου και να το κάνεις να μιλάει είναι υπόθεση, είναι κάτι δύσκολο. Και αυτός είχε το κουράγιο και σιγά σιγά είχε την υπομονή και τη θέληση και με βοήθησε και έμαθα αυτήν την τέχνη. Και πιστεύω ότι -δεν το λέω εγώ, το λέει ο κόσμος- ότι είμαι άξιος συνεχιστής, ας πούμε, της παράδοσης που μου άφησε ο παππούς μου και ο πατέρας μου, για τον λόγο ότι οι πελάτες είναι αυτοί που θα αντέξεις στον χρόνο. Δηλαδή αν δεν έχεις μεγάλους πελάτες, μεγάλα ονόματα, τρομερούς καλλιτέχνες, δυνατούς καλλιτέχνες ή εμπορικούς καλλιτέχνες, τότε σαν όνομα κι εγώ, σαν οργανοποιείο, δεν θα μπορώ να κρατηθώ. Έτσι είναι η δουλειά αυτή.
Είπατε πριν ότι υπήρξαν κάποιες φράσεις που σας έλεγε ο παππούς σας που δεν ξεχνάτε. Θέλετε να μοιραστείτε κάποιες απ' αυτές, αν θυμάστε;
Φράσεις… Όχι φράσεις. Μου έλεγε, ας πούμε, π.χ. ένα παράδειγμα, ότι: «Τους καλλιτέχνες δεν πρέπει να τους παίρνεις πολύ στα σοβαρά, ας πούμε. Είναι άνθρωποι που χειροκροτιούνται. Και οι άνθρωποι που χειροκροτιούνται έχουνε κάποια κόμπλεξ, ας το πούμε έτσι. Εσύ θα κάνεις τη δουλειά σου και το κυριότερο θα κάνεις όργανα που θα αρέσουν σ' εσένα. Δεν θα κάνεις όργανα που αρέσουν στους άλλους. Γιατί αν κάνεις τα γούστα των άλλων δεν θα πετύχεις ποτέ. Πρέπει να κάνεις όργανα που αρέσουν σ' εσένα. Εσύ πρέπει να κρίνεις αν είναι καλό το όργανο ή όχι. Στον έναν μπορεί να μην αρέσει, στον άλλον θα αρέσει. Άμα είναι σωστό το όργανο σε όλες τις συχνότητες, πως θα είναι λίγο πιο μπάσο ή λίγο πιο πρίμο αυτό είναι υποκειμενικό. Δηλαδή κάποιος θέλει ένα λίγο πιο μπάσο όργανο, ο άλλος θέλει λίγο πιο πρίμο όργανο. Αυτό είναι στην ιδιοσυγκρασία ή στα ακούσματα ή στη φωνή του, γιατί ο ένας είναι πιο μπάσος, ο άλλος είναι πιο υψηλόφωνος. Ανάλογα παίρνει και το αντίστοιχο όργανο. Εσύ θα κάνεις όργανα που αρέσουνε σ' εσένα, να 'ναι σωστά και από κει και πέρα ο πελάτης βρίσκεται. Δεν θα ακούς ποτέ τον πελάτη τι λέει. Αν έχεις όργανα σωστά, όλα θα φύγουνε». Όπως κιόλας αυτή η κουβέντα του ήταν η πιο σωστή και τη βλέπω κι εγώ στα μετέπειτα χρόνια μ[00:20:00]ου. Τώρα όλες δεν μου 'ρχονται, αλλά με την κουβέντα μπορεί να μου 'ρθουνε κάποιες.
Ναι. Και μήπως γνωρίζετε...; Το οργανοποιείο αυτό είναι τριών γενιών.
Ναι, είναι το πιο παλιό στην Κρήτη. Δεν υπάρχει πιο παλιό οργανοποιείο στην Κρήτη απ' αυτό το παππού μου. Είναι απ' το 1945 έχει έναρξη και, όπως σου είπα και πριν, πριν τον παππού μου δεν υπήρχανε επαγγελματίες, όλα τα όργανα -είτε λύρες είτε λαούτα είτε μαντολίνα- ήταν αυτοσχέδια. Μαντολίνα, ας πούμε, επειδή είναι το όργανο ιταλικό, ερχόντουσαν από Ιταλία. Αλλά λύρες ή λαούτα που είναι κρητικά καθαυτά όργανα δεν υπήρχε επαγγελματίας κατασκευαστής να τα κατασκευάσει.
Και το πρώτο εργαστήριο, όχι ο χώρος που βρισκόμαστε τώρα-
Ναι.
Το πρώτο πώς έμοιαζε, μπορείτε να το περιγράψετε;
Το πρώτο εργαστήριο είναι στη Δημακοπούλου 6. Αυτό το οργανοποιείο υπάρχει ακόμα σαν οργανοποιείο, το έχει άλλος, και το έχει πάρει για χάρη του ονόματός μας. Δεν είναι στη δικιά μου κυριότητα, στη δικιά μου διεύθυνση. Όταν πέθανε ο πατέρας μου το ‘95, το ‘96 πήγε κάποιος άλλος άνθρωπος και το πήρε για χάρη της έδρας, για χάρη του ονόματος και αυτό δεν άρεσε ούτε στον παππού μου, ούτε σ' εμένα, για τον λόγο ότι εκμεταλλεύτηκε το όνομα χωρίς να έχει τα κότσια να το υποστηρίξει, δηλαδή ούτε σαν κατασκευαστής ούτε σαν μουσικός δεν είχε κανένα τέτοιο. Απλά υπάρχει ακόμα το οργανοποιείο και είναι στη Δημακοπούλου 6, στην μεγάλη πόρτα αριστερά, αλλά ουδεμία σχέση έχουμε εμείς με αυτό το οργανοποιείο.
Και ο χώρος αυτός πώς τον θυμάστε; Στο παρελθόν, όχι στο τώρα.
Ακόμα και τώρα είναι στο ίδιο σημείο με τα ίδια..., δεν το έχει αλλάξει επίτηδες για να θυμίζει ότι είναι το οργανοποιείο του Σταγάκη. Είναι όπως ήταν τότε ήταν και τώρα, δεν έχει αλλάξει καθόλου. Ήταν ένα μικρό μαγαζί, ο χώρος ήταν γύρω στα 25 τετραγωνικά -μην σου πω και λίγο λιγότερο- και ήτανε ένα μαγαζί που από τότε μέχρι και σήμερα είναι οργανοποιείο, απ' το 1945. Αυτό θα μπορούσε να έχει αγοραστεί το μαγαζί, αλλά δεν του πουλούσανε οι ιδιοκτήτες τους. Γιατί είχαμε εκεί τη δυνατότητα να το αγοράσουμε, απλά δεν το πουλούσε ο τότε ιδιοκτήτης. Και αφού το κλείσαμε, θέλησε κάποιος άλλος να πάει να το πάρει με έδρα ότι είναι του Σταγάκη, ότι είναι συνεχιστής. Απλά, ωστόσο, βγήκα εγώ μετά από 4-5 χρόνια, 7 χρόνια, και του χάλασα τα όνειρα.
Υπάρχουνε κόντρες -κόντρες;- υπάρχουν έτσι διαμάχες, ας πούμε, εμπορικές ανάμεσα στους οργανοποιούς στην Κρήτη;
Εγώ τα 'χω καλά με όλους και όλους τους ξέρω και όλους του εκτιμάω και όλοι με εκτιμάνε. Με τον μόνο που έχουμε κάποιες κόντρες είναι με αυτόν τον κύριο που είναι στο παλιό μας μαγαζί, για τον λόγο ότι το έπαιζε συνεχιστής, ενώ δεν ήτανε.
Και οι δυσκολίες αυτού του επαγγέλματος ποιες είναι;
Είναι πάρα πολλές οι δυσκολίες, για τον λόγο ότι κάθε μέρα ένα όργανο που θα φτιάξεις έχεις το άγχος αν θα βγει σωστό. Γιατί υπάρχουν χιλιάδες παράγοντες που μπορεί να μη βγει σωστό, να μην είναι σωστά τα πάχη, να μην είναι σωστά τα νερά του ξύλου, να μην..., να υπάρχουν κάποιοι... -που αυτά είναι του επαγγέλματος που και να σ' τα εξηγήσω εσύ μπορεί να μην τα καταλάβεις λόγω του ότι δεν είσαι μουσικός- να μη βγει μια συχνότητα σωστή. Αυτά είναι τα κατασκευαστικά. Μετά είναι οι ανθρώποι που είναι, σου λέω, περίεργοι απ΄ την πρώτη στιγμή, δηλαδή ότι είναι άνθρωποι που είναι μουσικοί και δεν μπορείς να μπεις στο μυαλό του κάθε καλλιτέχνη, ώστε να του αρέσει το όργανο ή το οτιδήποτε. Γενικά, έχει πολλές δυσκολίες που κι εγώ στην πορεία τις κατάλαβα και, εντάξει, πλέον είμαι πάρα πολλά χρόνια στη δουλειά. Παρόλο που είμαι μικρός σε ηλικία, είμαι 40 χρονών, είμαι 22 χρόνια στη δουλειά, από 18 χρονών είμαι στη δουλειά, αλλά τα είχα ακούσει και απ' τον πατέρα μου και απ' τον παππού όσο ήμουνα μικρός, ας πούμε, τις «παραξενιές», που έχει ο κάθε καλλιτέχνης. Έχει γενικά δυσκολίες, αλλά είναι μία δουλει[00:25:00]ά που δεν τη βαριέσαι. Γιατί η καλλιτεχνία δεν την βαριέσαι, δεν έχει τέλος, κάθε μέρα αναζητάς και βρίσκεις καινούργια πράγματα και αυτό είναι που σε εξιτάρει. Και γενικά είναι μια δουλειά που έχει κάθε μέρα το κάτι διαφορετικό. Και το κάτι διαφορετικό είναι και το ωραίο, το να είναι κάτι μονότονο δεν θα άρεσε σε κανέναν.
Για την τιμητική-
Εκδήλωση.
Εκδήλωση που κάνανε στον παππού σας το 2007, τι αναμνήσεις έχετε απ' αυτό; Πώς συνέβη;
Το 2006 που πέθανε ο παππούς μου, έναν χρόνο μετά του κάνανε μια εκδήλωση στην Επισκοπή, που είναι το διπλανό χωριό απ' την Αρχοντική, που ήτανε ο παππούς μου που καταγότανε, με όλους τους παλιούς Κρητικούς καλλιτέχνες και πελάτες που είχε. Και ήτανε ο Σηφογιωργάκης, ο Ροδάμανθος, ο Ανδρουλάκης, ο Κλάδος, ο Κακλής και άλλοι που δεν θυμάμαι αυτήν τη στιγμή. Και παίξανε όλοι με τις δικές του λίρες και ήταν μία εκδήλωση που είχε φοβερή απήχηση και ήταν τεράστια διοργάνωση, γιατί ήταν απ’ την Περιφέρεια Κρήτης, απ' τη Νομαρχία και απ' τον Δήμο Ρεθύμνου. Είχε πάνω από 2.500 άτομα και ήτανε φοβερή οργάνωση και ήταν και οι καλλιτέχνες που συνεργαζόταν όλα αυτά τα χρόνια και τον τίμησαν όπως έπρεπε.
Για εσάς αυτή η εμπειρία πώς ήτανε να βρίσκεστε εκεί;
Κοίταξε, εγώ για τον παππού μου έχουν κάνει στην Αυστραλία και στην Αμερική και στη Γερμανία. Και κατά καιρούς μού στέλνουν και τιμητικές, σε άλλους μπορούσα να πάω -στην Αμερική είχα πάει- σε άλλες πολιτείες δεν μπορούσα να πάω, στη Γερμανία και στην Αυστραλία. Και γενικά βλέπω ότι ο κόσμος τον εκτιμούσε και τον εκτιμάει και παρόλο που είναι πολλά τα χρόνια το όνομα Σταγάκη δεν σβήνει ποτέ. Ειδικά στην κρητική μουσική.
Τέλεια. Εγώ έχω καλυφθεί, υπάρχει κάτι το οποίο θα θέλετε εσείς να προσθέσετε κλείνοντας;
Δεν θυμάμαι. Τι να σου πω; Μακάρι να μπορώ να αφήσω κι εγώ το όνομα που άφησε ο παππούς μου και ο πατέρας μου. Τι άλλο να προσδοκώ;
Το εύχομαι.
Ναι. Να 'σαι καλά.
Το εύχομαι.
Μακάρι να μπορέσω κι εγώ να φανώ συνεχιστής του ονόματος, όπως αφήσαν αυτοί να συνεχίσω κι εγώ να το κρατάω σε κάποιο υψηλό επίπεδο και σαν άνθρωπος και σαν καλλιτέχνης. Αυτό. Τι άλλο να προσδοκώ; Κι αν μπορέσει ο γιος μου, επειδή έχω έναν γιο που είναι 5 χρονών, να γίνει κι αυτός συνεχιστής. Αν μπορέσει, που το θεωρώ λίγο απίθανο, γιατί η συγκεκριμένη δουλειά στον νέο της εποχής μας θεωρώ ότι είναι μία πολύ δύσκολη δουλειά. Δεν είναι δουλειά που μπορεί εύκολα ένας νέος να συνεχίσει, για τον λόγο ότι τώρα γίνονται όλα αυτοματοποιημένα, είναι όλες οι περισσότερες δουλειές γραφείου, αυτά που βλέπεις εδώ πέρα που βλέπεις έναν χώρο, μια γκαλερί τέλος πάντων, βλέπεις το ρομαντικό μέρος της δουλειάς. Αν σε πάω στο άλλο μου εργαστήριο, θα δεις ότι δεν είναι τόσο ρομαντικό. Είναι τα μηχανήματα εκεί πέρα, οι κορδέλες, οι πλάνιες που υπάρχει πολλή σκόνη, βαρέα αντικείμενα, χτυπήματα, μπορεί να χτυπήσεις ένα χέρι, ένα πόδι, είναι βαριές δουλειές δεν είναι για τον νέο της εποχής μας. Είναι μία δουλειά που, εντάξει, εγώ είμαι πιο παλιός, είμαι 40 χρονών, εντάξει, στην εποχή μας υπήρχαν και πολλοί που ασχολούντουσαν με την τέχνη. Τώρα οι περισσότεροι ασχολούνται με την επιστήμη ή την τεχνολογία. Αυτή η δουλειά θέλει και εν μέρει λίγο τεχνολογία, αλλά πιο πολύ θέλει χειρωνακτική δουλειά και είναι μία δύσκολη δουλειά.
Τον παίρνετε στο εργαστήριο ποτέ τον γιο σας;
Τον παίρνω, ναι, του αρέσει κιόλας. Τώρα αυτό είναι το να το βλέπεις και να σ’ αρέσει, οκέι, καλό είναι. Το θέμα είναι αν θα μπορεί να πιάσει ένα εργαλείο και σιγά σιγά να του αρέσει και να ασχοληθεί. Αυτό είναι το δύσκολο. Θα προσπαθήσω να τον μυήσω στη δουλειά, τώρα αν τα [00:30:00]καταφέρω έχει καλώς, αλλά δεν μπορώ να πιέσω το παιδί μου να κάνει αυτό που θέλω εγώ. Θα κάνει αυτό που θέλει αυτός. Έτσι δεν είναι το σωστό;
Έτσι είναι.
Έτσι είναι. Και εντάξει, όλα καλά. Θα υπάρχει μία ιστορία που αυτή δεν χάνεται. Αυτά.
Ευχαριστώ πάρα πολύ.
Να 'σαι καλά! Καλά τα είπαμε;
Πολύ καλά!
Photos

Μανώλης Σταγάκης
Ο παππούς του αφηγητή.

Μιχάλης Σταγάκης στο πρώ ...
Ο πατέρας του αφηγητή.

Μιχάλης Σταγάκης
Ο πατέρας του αφηγητή.

Μανώλης Σταγάκης
Ο παππούς του αφηγητή.

Ο χώρος της έκθεσης

Το εργαστήριο σήμερα

Ο χώρος της έκθεσης

Μουσικοί από τα παλιά στ ...

Μανώλης Σταγάκης
Ο παππούς του αφηγητή.
Part of the interview has been removed to facilitate its flow.
Summary
Η ιστορία του Μανώλη Σταγάκη ξεκινάει το 1945 στην παλιά πόλη του Ρεθύμνου, όπου ο συνονόματος παππούς του άνοιξε το πρώτο οργανοποιείο κατασκευής κρητικής λύρας. Ο αφηγητής ήταν ο άνθρωπος που τυποποίησε και βελτίωσε ποιοτικά τη λύρα μέσα από τις καινοτομίες που πρόσφερε στην κατασκευή της. Το οργανοποιείο αργότερα πέρασε στον γιο του και πατέρα του αφηγητή, Μιχάλη. Με τον θάνατό του τελευταίου όμως, το οργανοποιείο σταμάτησε τη λειτουργία του ωσότου ο αφηγητής ξεκίνησε να μαθαίνει την τέχνη με την καθοδήγηση του παππού του συνεχίζοντας την ιστορία για τρίτη πλέον γενιά. Το οργανοποιείο κρητικής λύρας Σταγάκη άνοιξε ξανά και ο Μανώλης Σταγάκης, ο νεότερος, μας αφηγείται τις ιδιαιτερότητες και τις δυσκολίες του επαγγέλματος, αλλά και την αγάπη και το μεράκι που έχει γι' αυτό που κάνει.
Narrators
Εμμανουήλ Σταγάκης
Field Reporters
Ελένη Χαρχαρίδου
Tags
Interview Date
18/07/2022
Duration
30'
Part of the interview has been removed to facilitate its flow.
Summary
Η ιστορία του Μανώλη Σταγάκη ξεκινάει το 1945 στην παλιά πόλη του Ρεθύμνου, όπου ο συνονόματος παππούς του άνοιξε το πρώτο οργανοποιείο κατασκευής κρητικής λύρας. Ο αφηγητής ήταν ο άνθρωπος που τυποποίησε και βελτίωσε ποιοτικά τη λύρα μέσα από τις καινοτομίες που πρόσφερε στην κατασκευή της. Το οργανοποιείο αργότερα πέρασε στον γιο του και πατέρα του αφηγητή, Μιχάλη. Με τον θάνατό του τελευταίου όμως, το οργανοποιείο σταμάτησε τη λειτουργία του ωσότου ο αφηγητής ξεκίνησε να μαθαίνει την τέχνη με την καθοδήγηση του παππού του συνεχίζοντας την ιστορία για τρίτη πλέον γενιά. Το οργανοποιείο κρητικής λύρας Σταγάκη άνοιξε ξανά και ο Μανώλης Σταγάκης, ο νεότερος, μας αφηγείται τις ιδιαιτερότητες και τις δυσκολίες του επαγγέλματος, αλλά και την αγάπη και το μεράκι που έχει γι' αυτό που κάνει.
Narrators
Εμμανουήλ Σταγάκης
Field Reporters
Ελένη Χαρχαρίδου
Tags
Interview Date
18/07/2022
Duration
30'