Age Restricted Interview
This interview is only available to users who are eighteen years old or over.
«Γενικά εκεί κάτω πάντα νιώθω πολύ μόνη μου...»: Εργαζόμενη σε parking στον Πειραιά
Segment 1
Εργασία ως babysitter
00:00:00 - 00:08:35
Partial Transcript
Καλησπέρα! Καλησπέρα! Πώς ονομάζεσαι; Με λένε Βασιλική Πηρούνια. Είναι Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου του 2020, είμαι με τη Βασιλική Πηρούνια… μου, αυτού του παιδιού είναι η οικογένειά του. Οπότε, καλό είναι να κατεβάσω λίγο το εγώ μου, για να βρεθεί μια λύση κάπως. Μιλάω γρήγορα;
Lead to transcriptSegment 2
Εργασία σε parking – Διακρίσεις λόγω φύλου
00:08:35 - 00:18:46
Partial Transcript
Οπότε, εν τέλει σταματάς όπως μου ‘πες απ’ αυτήν τη δουλειά και μετέπειτα για λόγους αυτονόμησης απ’ ό,τι κατάλαβα, που μου ‘πες ότι ήθελες…θελα να πιώ μια μπύρα. Γενικά ήθελα χρόνο, για να χαλαρώσω. Δηλαδή, νιώθεις μία τρομερή πίεση από το τι συμβαίνει γύρω σου και το τι ακούς.
Lead to transcriptSegment 3
Περιστατικά βίας και μοναξιά
00:18:46 - 00:27:42
Partial Transcript
Μήπως θα ‘θελες να μου πεις κάποιο πράγμα που να σου ‘χει κάνει ιδιαίτερη εντύπωση; Ναι. Γενικά είναι μόνιμα σχόλια. Υπάρχει μία νοοτροπία…ερώματα που ο άλλος μπορεί να ‘χει κατεβάσει δυο μπουκάλια, μπορεί να ‘χει πάρει και κάτι. Αυτό. Οπότε, μπορεί να μπλέξεις και πολύ άσχημα.
Lead to transcriptSegment 4
Η επιρροή της δουλειάς και τα συναισθήματα που γεννά στην αφηγήτρια
00:27:42 - 00:42:11
Partial Transcript
Μου έχεις περιγράψει τόσην ώρα ένα εργασιακό περιβάλλον που έχει μέσα σε μεγάλο βαθμό το στοιχείο της έντασης, της βίας. Αυτή η συνθήκη σε …ελευταίο… Δεν μου ‘ρχεται κάτι η αλήθεια είναι. Ωραία! Σ’ ευχαριστώ πολύ, Βασιλική, που μου μίλησες! Κι εγώ! Κι εγώ σ’ ευχαριστώ, Δημήτρη!
Lead to transcript[00:00:00]Καλησπέρα!
Καλησπέρα!
Πώς ονομάζεσαι;
Με λένε Βασιλική Πηρούνια.
Είναι Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου του 2020, είμαι με τη Βασιλική Πηρούνια. Βρισκόμαστε στην Κυψέλη Αττικής, εγώ ονομάζομαι Παναγόπουλος Δημήτρης, είμαι ερευνητής στο Istorima και ξεκινάμε. Βασιλική, θέλεις να μου πεις πότε ξεκίνησες να σπουδάζεις και τι σκεφτόσουν τότε; Ποιες ήταν οι προσδοκίες σου για τα φοιτητικά χρόνια;
Λοιπόν, εγώ είμαι κατ’ αρχάς 27 χρονών. Μπήκα στη σχολή το 2011 —ήταν επιλογή μου— και αποφοίτησα το ‘19. Όταν μπήκα στη σχολή… Ναι, όταν μπήκα στη σχολή δεν ήταν ακριβώς, δεν ήταν ακριβώς στις προσδοκίες μου. Δεν ήταν ακριβώς αυτό που ‘χα φανταστεί, οπότε μου πήρε λίγο καιρό να εγκλιματιστώ και παράλληλα το πρώτο έτος δεν είχα κάνει κάποια δουλειά και σπούδαζα. Στο δεύτερο έτος είχα πιάσει μία δουλειά που σχετιζότανε μ’ ένα παιδάκι —το φύλαγα και το διάβαζα— και αυτό κράτησε ενάμιση χρόνο, μέχρι το τρίτο. Έως τότε με είχε, μου καθυστερούσε λίγο τον χρόνο μου από το διάβασμα σε σχέση με τις εξεταστικές, αλλά ουσιαστικό πρόβλημα σε σχέση με την εργασία και τις σπουδές μου άρχισε να γίνεται από τη στιγμή που ήθελα να φύγω από το σπίτι μου. Οπότε, οι δουλειές που άρχισα να κάνω έπρεπε να ‘ναι λίγο πιο σταθερές, για να μπορώ να έχω ένα μηνιαίο εισόδημα. Αυτό άρχισε το 2016, που άρχισα να φύγω, και άρχισα να δουλεύω σε μία οικογενειακή επιχείρηση που έχουμε στον Πειραιά. Είναι ένα parking και παράλληλα με αυτό από το ‘16 μού προέκυπταν κι άλλες δουλειές οι οποίες σχετιζόντουσαν πιο πολύ με το αντικείμενό μου και με ψηφιοποίηση αρχείων ιστορίας. Εκείνα τα χρόνια, τα τελευταία τρία δηλαδή, ήταν αρκετά πιεσμένα, γιατί είχα και το άγχος του βιοπορισμού και του ενοικίου και, και, και, αλλά ήτανε και τα τελευταία τρία χρόνια που είχα, ήταν αρκετά εντατική η παρακολούθηση στη σχολή, γιατί είχαμε και τα σεμινάρια, τις πτυχιακές εργασίες και όλα, όλα αυτά.
Θα μπορούσες να μου αναφέρεις η σχολή ποιο τμήμα ήτανε;
Η σχολή είναι το Ιστορικό - Αρχαιολογικό στη Φιλοσοφική… Ναι.
Όσον αφορά την πρώτη δουλειά που μου ανέφερες σε σχέση με το παιδάκι, μπορείς να μου περιγράψεις λίγο πώς ήτανε;
Γενικώς ήταν η πρώτη δουλειά που είχα κάνει, γιατί ήμουνα και 18-19 χρονών, οπότε δεν ήμουνα και πάρα πολύ έντονη στις διεκδικήσεις μου. Ήτανε, εντάξει ήτανε, αλλά η συνεννόηση που ‘χα κάνει ήτανε για μία δουλειά που θα ήτανε part-time ας πούμε —αυτό που λέμε— και το είχα υπολογίσει έτσι ώστε να μη μένω και πίσω σε θέματα σχολής και αφού ήταν και part-time θεωρούσα ότι θα προλαβαίνω. Τέλος πάντων, εν τέλει δεν ήτανε ποτέ αυτό. Ήτανε μία δουλειά full-time, πάρα πολύ απαιτητική με πολλές υποχρεώσεις που πήρα πάνω μου, ακριβώς γιατί δεν, δεν ήξερα ακόμα να διεκδικώ πάρα πολύ καλά τα εργασιακά μου. Και επειδή είχα μπλεχτεί και συναισθηματικά με το παιδί αυτό δεν ήθελα να φύγω στη μέση της χρονιάς κι αυτά και ήθελα να μείνω ένα εύλογο χρονικό διάστημα, να εξαντλήσω όλα τα περιθώρια διαπραγμάτευσης που μπορούσα και μετά αν είναι να αποχωρήσω. Εξάντλησα όλα τα περιθώρια διαπραγμάτευσης, έχασα πάρα πολλά λεφτά, δούλεψα πάρα πολύ παραπάνω και δεν τα πληρώθηκα ποτέ και σε κάποια φάση που έφτασα στο αμήν, ας πούμε, έφυγα.
Δηλαδή, το ωράριο που ‘χες συμφωνήσει και το ωράριο που εν τέλει δούλευες πώς διαμορφωνόταν;
Το ωράριο που ‘χα συμφωνήσει ήτανε από τις 2 το μεσημέρι μέχρι τις 7 συνήθως, κάπου εκεί. Πέντε-έξι ώρες δηλαδή και κάποιες μετακινήσεις. Δηλαδή, πήγαινα τη μικρή με το αυτοκίνητο —με δικό μου αυτοκίνητο— σε κάποιες δραστηριότητες που είχε. Αλλά όλα αυτά, αυτά τα ‘χαμε συμφωνήσει και όλα αυτά θα τελείωναν γύρω στις 7-8. Υπήρχαν πάρα πολλές φορές, δηλαδή ήτανε… Οι δύο ώρες έξτρα υπερωρία ήτανε σίγουρες, γιατί δεν μπορούσα καν να τη, να βρω, να επικοινωνήσω ότι «Τι γίνεται;». Και υπήρξαν φορές που έχω φύγει και —πολλές φορές κιόλας— 12.00-1.00. Έχω φύγει και 3.00 και 4.00. Αλλά δεν μπορούσα να φύγω, γιατί αν έφευγα άφηνα ένα παιδί μόνο του σ’ ένα σπίτι. Εννοώ ήτανε μονόδρομος. Δεν μπορούσα να κάνω κάτι[00:05:00] και δεν μπορούσα να φερθώ τόσο ψυχρά. Τώρα σήμερα δηλαδή αν με ρωτάς μπορεί να φερόμουνα τελείως διαφορετικά.
Και οι παραπάνω ώρες είχαν κάποιο αντίκρισμα στην πληρωμή που είχες;
Όχι. Δεν είχαν κάποιο αντίκρισμα. Ήτανε μία συνεχόμενη διεκδίκηση και ένας τσακωμός και ένα συναισθηματικό δικό μου ότι ok, επειδή πάντα υπήρχε μια δικαιολογία ότι «Ξέρεις, ήταν αυτή η περίοδος. Δεν… θα φτιάξει και δεν… Και δεν και δεν…». Συνέχεια συνέβαινε αυτό, εγώ συνέχεια έλεγα: «Ναι ok, αλλά να μη φύγω, να τελειώσει η μικρή το τάδε. Να τελειώσει η μικρή το τάδε, να τελειώσει η μικρή το τάδε». Τέλος πάντων, πέρασε αρκετός χρόνος και μετά είπα ότι σε λίγο θα τελειώσει το σχολείο η μικρή κι εγώ θα κάτσω εδώ. Οπότε, μετά από αρκετόν καιρό αποφάσισα να φύγω κι έφυγα. Κράτησα επαφή δηλαδή με την μικρή, αλλά έφυγα από τη δουλειά.
Αυτήν την κατάσταση στο σήμερα πώς την αποτιμάς;
Σκέφτομαι ότι θα ήθελα να, ναι, θα ήθελα να έχω τα μυαλά που έχω σήμερα. Βέβαια από την άλλη, εντάξει, ήταν μια εμπειρία που νομίζω ότι σε θεωρητικό επίπεδο και τότε, αν μιλούσαμε, είχα μία συνείδηση για τα εργασιακά. Θα μπορούσα να σου πω για τις υπερωρίες ότι δεν… Πρέπει να πληρώνονται, δεν είναι σωστά όλα αυτά. Απλά όταν σου συμβαίνει πρώτη φορά και είσαι μικρός δεν είναι πολύ εύκολο να τα διεκδικείς αυτά, να ξέρεις να τα διεκδικήσεις. Οπότε, όπως το σκέφτομαι νομίζω ότι σ’ αυτήν την ηλικία έτσι θα φερόμουν και πάλι αν συνέβαινε. Δηλαδή, νομίζω ότι χρειάζεται και μια εμπειρία με το εργασιακό χάος που επικρατεί, για να μάθεις να διεκδικείς κι είναι και πάρα πολύ δύσκολο. Υπάρχει πάρα πολύς κόσμος που του ‘ναι αρκετά δύσκολο να διεκδικήσει αυτά τα πράγματα, γιατί είναι μία ψυχοφθόρα διαδικασία. Είσαι μ’ έναν άνθρωπο καθημερινά με τον οποίο κατά τ’ άλλα μπορεί να επικοινωνείς, να συνεννοείσαι και σε αναγκάζει να νιώθεις ότι ζητάς κάτι που δεν σου ανήκει ας πούμε, που δεν το ‘χεις δουλέψει. Πρέπει να διαπραγματευτείς για κάτι δεδομένο και πολλές φορές η εργοδοσία, ο κάθε εργοδότης μπορεί να σε κάνει να νιώθεις ενοχικά για αυτό. Αλλά και τότε θυμάμαι ότι μιλούσα πολύ με φίλες μου που περνούσανε ίδια σκηνικά και συζητούσαμε πόσο δύσκολο είναι. Και αρκετές ακόμα, ας πούμε, συζητάμε για το πόσο δύσκολο μπορεί να τους είναι να διεκδικήσουν κάποια πράγματα. Γενικά θεωρώ ότι είναι μία ψυχοφθόρα διαδικασία το να μπαίνεις σε όλο αυτό το κλίμα.
Θυμάσαι να μου πεις κάποιο χαρακτηριστικό περιστατικό που τότε να σε είχε φτάσει στα όριά σου, ας πούμε, σε σχέση με–
Κοίτα–
Κάποια συμπεριφορά της μητέρας του παιδιού;
Το πιο χαρακτηριστικό που θυμάμαι είναι η μέρα που έφυγα 4.00, που έλεγα ότι… Εντάξει, τώρα αυτό βέβαια είναι και λίγο προσωπικά τα, το τι εκθέτουμε, εντάξει… Ναι, είχα φτάσει στα όριά μου, γιατί σκεφτόμουν ότι έχω το παιδί σου, δηλαδή δεν με ξέρεις κι από χθες. Με γνωρίζεις θέλω να πω, αλλά όπως και να ‘χει είμαι σε υπερωρία εφτά ώρες και είμαι σπίτι με το παιδί σου. Μπορώ να φύγω, μπορώ ν’ ανοίξω την πόρτα, μπορώ… Μπορώ να κάνω οτιδήποτε σαν… Εκδικητικά, πώς να στο πω; Και μου ‘χε κάνει τρομερή εντύπωση, αλλά παρ’ όλα αυτά σκεφτόμουνα παράλληλα και ότι εμένα είναι μια δουλειά μου, αυτού του παιδιού είναι η οικογένειά του. Οπότε, καλό είναι να κατεβάσω λίγο το εγώ μου, για να βρεθεί μια λύση κάπως. Μιλάω γρήγορα;
Οπότε, εν τέλει σταματάς όπως μου ‘πες απ’ αυτήν τη δουλειά και μετέπειτα για λόγους αυτονόμησης απ’ ό,τι κατάλαβα, που μου ‘πες ότι ήθελες να φύγεις απ’ το σπίτι, ξεκινάς να δουλεύεις σε μία οικογενειακή επιχείρηση, σε parking. Μια γυναίκα εργαζόμενη σε parking είναι κάπως σπάνιο ως θέση εργασίας. Μπορείς να μου περιγράψεις πώς σου φάνηκε εσένα;
Ναι. Κατ’ αρχάς, αυτό το parking είναι στον Πειραιά. Θεωρώ ότι έχει αξία να αναφέρουμε την περιοχή. Εγώ όταν ξεκίνησα να πηγαίνω δεν είχα νιώσει ακριβώς το θέμα του φύλου, γιατί ξεκίνησα να πηγαίνω μεσημέρια. Που τα μεσημέρια είναι τελείως διαφορετικά, γιατί το σύστημα τέλος πάντων που υπάρχει είναι ότι μπορείς να το παρκάρεις μόνος σου σε μία οριοθετημένη θέση το αυτοκίνητο. Οπότε, ήτανε μόνο το ταμείο κι ήτανε μία εύκολη δουλειά, ειδικά για μεσημέρι που δεν συναντάς κάτι το τρομερό στην περιοχή. Έχει ταβέρνες και κάποια καφέ. Αυτό το θέμα με βάση το φύλο μου το ένιωσα πολύ έντονα όταν ξεκίνησα να δουλεύω βράδυ. Επειδή γενικά είναι πολυσύχναστο μέρος και έχει πολλή δουλειά, μετά από… Από πολύ νωρίς, μετά τις δηλαδή… Όταν δουλεύουμε βράδυ εμείς, η βάρδια που θα πιάσουμε θα είναι στις 7 τ’ απόγευμα, θα ξεκινήσει.[00:10:00] Γύρω στις 9 συνήθως είναι γεμάτο από τις θέσεις που μπορεί να το παρκάρει ο καθένας οριοθετημένα. Μετά ξεκινάει μία δουλειά —όπως είναι όλα τα parking— που παίρνεις τα κλειδιά κάποιου και το αμάξι και το παρκάρεις εσύ, για να μπορέσει να χωρέσει περισσότερα. Οπότε, έχει πάρα πολλή διαπραγμάτευση. Υπάρχει μία πίεση με το ότι ενώ είσαι κλειστά θέλουν να μπούνε και υπάρχει και μία διαπραγμάτευση περιοχής, γιατί είναι λίγο το… Στον Πειραιά είναι λίγο σαν χωριό, ας πούμε. «Εγώ είμαι ο τάδε που ξέρω τον τάδε. Οπότε, μπορώ να μπω, γιατί έχω έναν ξάδερφο», όλο αυτό. Οπότε, έχεις πάρα πολύ προσωπική διαπραγμάτευση. Συνήθως είμαστε δύο άτομα —όχι συνήθως, πάντα είμαστε δύο άτομα— στις βραδινές βάρδιες και το πιο σύνηθες είναι ότι κλείνουμε γύρω στις 3.00 με 4.00. Ανάλογα, όταν τελειώσει όλη η δουλειά. Εκεί είδα μεγάλη διαφορά σε σχέση με το φύλο μου, γιατί επικρατεί και μία άλλη νοοτροπία. Όχι πολύ διαφορετική από ό,τι επικρατεί γενικότερα, απλώς είναι λίγο πιο άγρια τα πράγματα λόγω νύχτας στη συγκεκριμένη περιοχή και λόγω των μαγαζιών που έχει. Τι να σου πω;
Μπορείς να μου περιγράψεις λίγο για αρχή ποιες είναι οι αρμοδιότητες ενός ανθρώπου που δουλεύει σε ένα parking; Πώς δουλεύει το σύστημα;
Λοιπόν, συνήθως είμαστε δύο άτομα, όπως σου ‘πα, σε μία βάρδια και, και οι δύο… Ανάλογα με ποιον έχεις βάρδια —γιατί είναι κι αυτό πολύ σημαντικό— ή ο ένας κάθεται ταμείο και ο άλλος αναλαμβάνει να παρκάρει τα αυτοκίνητα ή κάνουνε κι οι δύο και τα δύο. Εγώ συνήθως επειδή είμαι μ’ έναν… Είναι και φίλος μου, κάνουμε και τα δύο, γιατί έχουμε πολύ καλή συνεννόηση. Οπότε, είμαστε κι οι δύο ταμείο, κι οι δύο έξω. Οπότε, οι αρμοδιότητές σου είναι ότι θα πάρεις το αμάξι κάποιου, θα το παρκάρεις, θα κρατήσεις τα κλειδιά και θα είσαι και υπεύθυνος για αυτό. Δηλαδή, οτιδήποτε που μπορεί να συσχετιστεί με πράγματα που δεν έχεις πάρει–. Δηλαδή, όταν δεν έχεις πάρει το κλειδί κάποιου, δεν έχεις κάποια ευθύνη για αυτό. Το ‘χει παρκάρει μόνος του, είναι οριοθετημένη θέση. Οk, είσαι χαλαρός. Όταν παίρνεις το κλειδί είσαι υπεύθυνος για το αν θα το τρακάρεις κάπου, αν θα χάσεις τα κλειδιά. Δηλαδή, όταν υπάρχει ένα φόρτο εργασίας τεράστιο που έχεις είκοσι κλειδιά πάνω σου, υπάρχει κι η περίπτωση να χάσεις κάποιο ή να μπεις σ’ ένα αμάξι και να σου φύγει ένα κλειδί από τα άλλα απ’ την τσέπη. Έχουν συμβεί δηλαδή πολλά τέτοια και επειδή στην συγκεκριμένη περιοχή κυκλοφορούν και πολύ καλά αυτοκίνητα είναι λίγο αγχωτικό αυτό. Δηλαδή, όταν παρκάρεις αμάξι που μπορεί να κάνει εκατό χιλιάδες ευρώ και το κλειδί μπορεί να κάνει ενάμισι χιλιάρικο, δεν είναι το ίδιο αν χάσεις ένα κλειδί που κάνει εκατό ευρώ. Αυτό.
Όταν πας να παρκάρεις ένα αμάξι, υπάρχει περίπτωση να προβληματίσει τον κάτοχο του αυτοκινήτου αυτό στη βάση τού ότι είσαι γυναίκα; Έχεις αντιμετωπίσει έτσι συμπεριφορές;
Κατ’ αρχάς, εγώ αντιμετώπισα τέτοιες συμπεριφορές απ’ το ίδιο το προσωπικό. Θέλω να πω ότι… Βέβαια, η διαφορά ήταν ότι, επειδή είναι μία οικογενειακή επιχείρηση, ο λόγος μου δεν θα είχε την ίδια αξία με το να ήμουνα απλά μια εργαζόμενη κοπέλα που ‘χει πιάσει δουλειά σ’ αυτήν την επιχείρηση. Οπότε, όταν υπήρξανε στην αρχή βάρδιες που είχα με κάποιους, ας πούμε, άλλους υπαλλήλους, οι οποίοι, ξέρεις, τους φαινότανε όχι εξωπραγματικό το ότι δεν θα παρκάρουμε και οι δύο ή δεν θα, δεν θα ‘μαι μόνο ταμείο, το οποίο εγώ δεν είναι ότι… Είναι πιο ξεκούραστο να ‘σαι στο ταμείο, απλά εμένα επειδή το διαχειρίζεται ο αδερφός μου, ήθελε και αρκετά να παρκάρω. Εννοώ μου έχει εμπιστοσύνη και πολλή, οπότε ήθελε και να είμαι στο έξω κομμάτι. Αλλά στην αρχή με τους υπόλοιπους εργαζομένους, ξέρεις, υπήρχε ένα σχεδόν «Πλάκα κάνεις;», δηλαδή γελάγαμε ας πούμε, ότι «Δεν το εννοείς;». Εντάξει, όπως καταλαβαίνεις δεν το διαπραγματευτήκαμε πολύ, γιατί είμαι σε μία θέση ισχύος όπως σου εξηγώ και γιατί μετά είδαν στην πράξη ότι και μία γυναίκα μπορεί να παρκάρει λίγο καλύτερα ας πούμε, ή το ίδιο ή και χειρότερα, αλλά τέλος πάντων μπορεί να παρκάρει όπως οποιοσδήποτε. Οπότε, μετά απ’ αυτό με τους συναδέρφους έληξε αυτό το κομμάτι της αρχής. Εντάξει, βέβαια όχι σε σημείο προσβλητικό. Σε σημείο χιούμορ υποτίθεται γινόταν αυτό στην αρχή —που προσβλητικό είναι—, αλλά δεν γελούσα καθόλου οπότε δεν, δεν συνεχίστηκε. Τώρα με πελάτες ναι, μου ‘χει συμβεί πάρα, πάρα… Πάρα πάρα πολλές. Νομίζω σε κάθε[00:15:00] βάρδια μού συμβαίνει. Δε μου ‘χει συμβεί ποτέ το να μου πει βέβαια κάποιος… Θα σου πω, μου ‘χει συμβεί να μου πει όχι, αλλά επειδή είναι οι φορές… Υπάρχει πολύς κόσμος που έρχεται κι έχει ένα πολύ ακριβό αμάξι ή και όχι —μπορεί να ‘χει ένα πολύ φθηνό αμάξι, αλλά να το έχει λες κι είναι ό,τι πολυτιμότερο έχει—, οπότε μπορεί να μου πει: «Το παρκάρετε εσείς ή εγώ;». Γιατί όντως υπάρχει πολύς κόσμος που δεν θέλει τα parking που τους τα παρκάρεις, γιατί αν γίνει κάτι δεν είναι σίγουροι ότι θα τους αποζημιώσει κλπ. Οπότε, μου ‘χει συμβεί αυτό, αλλά δεν μπορώ να σου πω αν εγώ ξέρω ότι στο μυαλό του είχε το ότι του απεύθυνα εγώ τον λόγο ή αν του το ‘χε πει ο συνάδελφός μου, που ‘ναι άντρας, θα είχε πράξει διαφορετικά. Οπότε, σε αυτό δεν ξέρω. Στο κομμάτι του να μου το αφήσουν, για να το παρκάρω και να αντιδράσουν περίεργα επειδή είμαι κοπέλα, το βλέπω σε κάθε βάρδια. Βέβαια, δεν… Δεν μου ‘χουνε πει κάτι παραπάνω απ’ αυτό. Δηλαδή, θα μου κάνουν απλά την ερώτηση: «Και ποιος το παρκάρει;», «Εγώ!» «Εσύ; Παρκάρεις;». Και λέω: «Ναι!», «Α!». Μία τρομερή έκπληξη! Τρομερή έκπληξη! Αλλά μέχρι εκεί.
Απέναντι σ’ αυτήν την έκπληξη, που μου ‘πες τώρα, ή και στις αρχικές αντιδράσεις των συναδέλφων σου πώς ένιωθες, πώς το εκλάμβανες αυτό; Σε επηρέαζε καθόλου;
Κοίτα, είχα πλήρη συναίσθηση για το τι μπορεί να αντιμετωπίσω, οπότε δεν μπορώ να πω ότι σοκαριζόμουνα ή δεν το περίμενα. Το περίμενα αρκετά. Απλώς νομίζω ότι ήμουν και, νομίζω ότι έχω και ένα πολύ —ειδικά σ’ αυτά, σ’ αυτές τις καταστάσεις ακριβώς επειδή ξέρω τι θα αντιμετωπίσω—, έχω ένα πολύ αυστηρό ύφος από την αρχή, οπότε νομίζω ότι δεν προχωρούσε περαιτέρω η πλάκα ή το σχόλιο ή να χρειαστεί εγώ να αντιδράσω ή να πω παραπάνω πράγματα.
Από κει και πέρα η εργασία σ’ έναν τέτοιον χώρο έχει κάποιες ιδιαίτερες δυσκολίες; Τι αντιμετωπίζεις σε σχέση με το κοινό, με τους πελάτες που έρχεσαι σ’ επαφή;
Κατ’ αρχάς, με τον κόσμο που γενικά κυκλοφορεί στην περιοχή αντιμετωπίζεις όχι προσωπικά, αλλά ακούς επί μία μόνιμη βάση σε όλην τη βάρδια ακραία σεξιστικά σχόλια. Αλλά όταν λέμε ακραία, ακραία. Αλλά δεν θεωρώ ότι… Θεωρώ ότι είναι και λίγο λόγω περιοχής. Δηλαδή, δεν είναι ότι τα ακούω και γενικά. Είναι ένα τσακ παραπάνω απ’ αυτό που θ’ ακούσεις σε μία γενική κλίμακα, ας πούμε. Στα οποία νομίζω ότι υπάρχουνε δύο λύσεις: Η πρώτη είναι να τσακώνεσαι σε μία μόνιμη βάση, το οποίο είναι πολύ ψυχοφθόρο και το άλλο είναι σε ό,τι δεν έχει, δεν υπάρχει… Εννοώ, σε σχόλια εννοώ που μπορεί να κάνουνε δύο που ‘ναι δίπλα σου —όχι να γίνεται κάτι και να μην πάρεις θέση—, σε σχόλια που μπορεί να κάνουν δύο φίλοι, νομίζω ότι το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να κλείσεις τ’ αφτιά σου. Δηλαδή, δεν μπορείς να κάθεσαι να… Βασικά, δεν θα μπεις και στην κουβέντα των άλλων. Εννοώ είναι δύο τύποι δίπλα σου που μιλάνε. Απλά αυτά που ακούς είναι, είναι πάρα πολύ ζόρικα. Δηλαδή, συνήθως όταν γυρνούσα ειδικά τον πρώτο καιρό —βασικά νομίζω όλον τον καιρό, δεν νομίζω ότι σταματάει και πολύ αυτό— από τη βάρδια, σίγουρα ήθελα μία ώρα, για να χαλαρώσω σπίτι μου. Σίγουρα ήθελα να καπνίσω, σίγουρα ήθελα να πιώ μια μπύρα. Γενικά ήθελα χρόνο, για να χαλαρώσω. Δηλαδή, νιώθεις μία τρομερή πίεση από το τι συμβαίνει γύρω σου και το τι ακούς.
Μήπως θα ‘θελες να μου πεις κάποιο πράγμα που να σου ‘χει κάνει ιδιαίτερη εντύπωση;
Ναι. Γενικά είναι μόνιμα σχόλια. Υπάρχει μία νοοτροπία των… Ότι όλες οι γυναίκες —Βρίζω; Οk!—, όλες είναι πουτάνες και το θέμα είναι να βγάλουμε λεφτά, για να μπορούμε και αυτό. Και όλες αυτό θέλουν. Επίσης, η μουσική που παίζει τριγύρω και η μουσική που παίζει και πια είναι έτσι υπέρμαχος νομίζω της κουλτούρας του βιασμού. Δηλαδή, ακούγεται δίπλα το Καριόλα ας πούμε, που είναι ένα χιτάκι που εγώ πρέπει να το ακούω επί εφτά ώρες στη διαπασών και δίπλα είναι ο άλλος που λέει για την καριόλα, ας πούμε… Δηλαδή, δεν… Είναι… Αυτή είναι η κουλτούρα της περιοχής ας πούμε. Οπότε, δεν ξέρεις τι να σε πρωτοπειράξει θέλω να πω. Πέρα από σχόλια τέτοια, έχω, έχω… Έχω δει αρκετά πράγματα, αρκετά σκηνικά.
Δηλαδή;
Κοίτα, έχω δει πολλούς τσακωμούς. Έχω δει πολλούς τσακωμούς από άντρες σε[00:20:00] άντρες. Δηλαδή, ξέρω ‘γώ κάποιος που κάτι του έκανε μία κοπέλα —δεν κατάλαβα προφανώς—, αλλά ξέρεις να σκάει ένας μ’ ένα αμάξι, ξέρω ‘γώ, και να μπαίνει στο μαγαζί και να ουρλιάζει και να τον κρατάνε για να μην πλακώσει αυτήν και να μην πλακώσει και αυτόν. Που δεν κατάλαβα τώρα τι της ήταν αυτός και τι του ήταν αυτή. Αλλά μία νοοτροπία του μου ανήκει η τάδε τύπισσα, του την πήρε κάποιος, οπότε «Θα έρθω και θα σε σκοτώσω» ας πούμε. Τώρα θα… Και ήρθε να διαπραγματευτεί. Δεν ξέρω ποιον να σκοτώσει πρώτον, δεν κατάλαβα η αλήθεια είναι. Κράτησε δηλαδή μισή ώρα όλο αυτό, μετά έφυγε. Άλλο σκηνικό… Που έχω… Ξέρω ένα… Εντάξει, ξέρω ένα σκηνικό που δεν ήμουν εγώ αλλά ήταν ο αδερφός μου, που ήταν ένας τύπος ο οποίος είχε σακατέψει στο ξύλο μία κοπέλα και εν τέλει για να τον σταματήσει μπήκε μπροστά και έγινε χαμός. Δηλαδή, ήτανε–. Απ’ ό,τι κατάλαβα ήτανε επικίνδυνο. Δηλαδή, μέχρι να έρθει η αστυνομία, η οποία ήρθε αρκετά μετά, πρέπει να ήταν πολύ επικίνδυνο. Ήταν πολύ άγριο ξύλο. Εγώ προσωπικά έχω δει ένα σκηνικό που ενώ είχα βάρδια μες σ’ όλον τον χαμό είχα καταλάβει ότι έχει σταματήσει κάπως ο δρόμος και γιατί υπήρχαν κόρνες και, και, και, αλλά δεν καταλάβαινα γιατί έχει σταματήσει η κυκλοφορία. Και κάποια στιγμή καταλαβαίνω και γυρνάω και βλέπω ότι είναι σταματημένο ένα αμάξι έξω απ’ το περίπτερο και βλέπω ένα ζευγάρι —έναν τύπο, έναν τύπο και μια τύπισσα τέλος πάντων, ναι— και βλέπω αυτόν που την τραβάει με το σώμα προς μια κατεύθυνση, οπότε καταλαβαίνω ότι μάλλον είναι δικό τους και το αυτοκίνητο και κάτι τέτοιο συμβαίνει. Τέλος πάντων, μέχρι να προλάβω να καταλάβω βλέπω αυτόν που την τραβάει και την βάζει στο αμάξι την κοπέλα, μπαίνει μέσα. Αυτή προσπαθούσε, δεν φώναζε αλλά προσπαθούσε να φύγει, αλλά αυτός την έβαλε στο αμάξι και μπήκε μέσα και μετά αυτός πήγε να φύγει κι ενώ ξεκινάει βλέπω την κοπέλα που έχει ανοίξει την πόρτα και έχει κρεμαστεί έξω από τα’ αυτοκίνητο. Οπότε, καταλαβαίνω ότι είναι σοβαρό, την έχει βάλει με τη βία και θέλει να φύγει και δεν μπορεί. Και αρχίζει και γκαζώνει, δηλαδή πάει να φύγει και το μισό κορμί είναι εκτός αυτοκινήτου. Δεν ξέρω, αντανακλαστικά και αυθόρμητα έτρεξα ας πούμε, φώναζα προς τη μεριά του και έτρεξα, για να σταματήσει. Είδα ότι ανέβηκε την ανηφόρα και υπήρχε ένα… Πρέπει να την τράβαγε, γιατί έκλεινε την πόρτα και μετά ξανάνοιγε την πόρτα. Με τα χίλια δυο έφυγε αυτός και το μόνο που μπορούσα να κάνω είναι να πάρω την αστυνομία. Εννοείται πως δεν αντέδρασε κανείς. Όταν λέμε κανείς, κανείς. Δηλαδή, ήτανε σαν να συμβαίνει κάτι το απόλυτα φυσιολογικό. Δηλαδή, βγήκα και φώναζα και τριγύρω μου έβλεπα κόσμο που —δεν ξέρω— με κοίταζε σα να είμαι τρελή ας πούμε, γιατί ασχολούμαι, γιατί μπλέκομαι ενώ ήτανε κάτι πολύ επικίνδυνο που συνέβαινε εκείνην τη στιγμή. Τίποτα. Βγήκα εγώ και βγήκε και η κοπέλα απ’ το περίπτερο και μετά το μόνο που μπόρεσα να κάνω ήταν ότι πήρα την αστυνομία και τους είπα το αμάξι, την πινακίδα —είχα προλάβει να τα κρατήσω—, την κατεύθυνση που είδα ότι πάει. Και αυτό που μπορούσα να κάνω. Δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Τώρα αυτοί μου είπανε ότι θα ασχοληθούνε. Ίσως να τους σταματήσουν, δεν ξέρω τι έγινε τέλος πάντων μετά από αυτό το σκηνικό. Εγώ έδωσα το όνομά μου. Με ρώτησαν άμα θέλω να κάνω καταγγελία, είπα ναι και ότι άφησα τα στοιχεία, το τηλέφωνο που πήρα. Αν θέλανε κάτι, μπορούσα να τους βοηθήσω. Δεν με πήρανε ποτέ. Δεν ξέρω τι έγινε. Αυτό. Κατά τ’ άλλα, άλλο σκηνικό με τσακωμό μπροστά μου δεν θυμάμαι αυτήν τη στιγμή να έχω δει. Μπορεί και να ‘χω δει και να μη μου έρχεται. Αυτό. Τα υπόλοιπα είναι προσωπικά που εγώ έχω τσακωθεί με πελάτες.
Σ’ αυτό το τελευταίο περιστατικό που περιέγραψες πώς αισθάνθηκες που εσύ αντέδρασες και δεν αντέδρασε κανένας άλλος;
Κοίτα, κατ’ αρχάς έχω στο μυαλό μου, επειδή είμαι εκεί κάτω, στο τι μπορώ ν’ αντιδράσω και σε τι όχι. Δηλαδή… Βασικά όχι σε τι μπορώ να αντιδράσω —σε όλα μπορώ να αντιδράσω—, με ποιον τρόπο. Θέλω να πω ότι γενικά επειδή είναι μία περιοχή λίγο περίεργη και μαζεύει λίγο… Έναν κόσμο λίγο μια νοοτροπία όπλων και τιμής και μαγκιάς και δείχνω ποιος είμαι με το αυτοκίνητό μου και με τα λεφτά μου και όλο αυτό, ξέρω ότι είναι και κόσμος που μπορεί να ξεφύγει πολύ εύκολα. Δηλαδή, θέλω να πω ότι σ’ ένα άλλο σκηνικό, στο σκηνικό ας πούμε που κάποιος θα έδερνε την κοπέλα του μες στο parking, θα προσπαθούσα να το σταματήσω, αλλά θεωρώ ότι η πρώτη δουλειά που πρέπει να κάνει κάποιος[00:25:00] και αυτό που πρέπει να γίνεται είναι να πάρει την αστυνομία. Γιατί στη ουσία, αν μιλάμε για θεσμούς και όλα αυτά τα πράγματα, αυτός που πρέπει να επέμβει είναι η αστυνομία. Δηλαδή, εγώ να κάτσω να τα βάλω με έναν άνθρωπο ο οποίος είναι δύο μέτρα και μια ντουλάπα —γιατί είναι και όλοι φουσκωτοί—, η κατάληξη φαντάζεσαι ποια θα ‘ναι. Δηλαδή, θα είμαι μαζί με την κοπέλα μετά. Δηλαδή, ναι. Εγώ όσες φορές έχω, έχει χρειαστεί να επέμβω είναι ακριβώς επειδή βλέπω κάτι πολύ επικίνδυνο. Δηλαδή, εκεί που δεν μπορείς να περιμένεις την αστυνομία. Εκεί που φεύγει το αμάξι και η άλλη είναι το μισό κορμί της στον δρόμο, ας πούμε. Εκεί πρέπει κάτι να πεις. Όταν γυρνάς και βλέπεις ότι δεν αντιδράει κανείς σε αυτό, αισθάνθηκα μία βαθιά θλίψη, γιατί… Αισθάνθηκα βαθιά θλίψη, γιατί σκέφτηκα το πόσο υπερισχύει ο φόβος. Δεν θεωρώ ότι όλοι αυτοί που ήταν μπροστά είναι υπέρμαχοι αυτής της συμπεριφοράς. Απλώς θεωρώ ότι επειδή εκεί κάτω υπάρχει πολύ το μπραβιλίκι —να στο πω έτσι—, φοβούνται λίγο και στο ξέρεις… Που θα… Ότι δεν θα τσακωθώ με οποιονδήποτε σε μία καφετέρια. Είναι αυτή η νοοτροπία, είναι όλοι γυμναστηριακοί, είναι όλοι έτσι. Μπορεί να κρατάει ένα όπλο πάνω του κάποιος. Μπορεί γενικά, δεν είναι απίστευτο. Και μ’ έπιασε μια βαθιά θλίψη στο αυτό, στο ότι υπερισχύει ο φόβος και μετά από ένα σημείο δεν θα μιλήσω για να μην μπλέξω, για να μην κάνω, για να μην οτιδήποτε και δέχομαι μία κανονικότητα, γιατί εκεί κάτω είναι κανονικότητα αυτό. Κάπου αλλού μπορεί να είναι εξαίρεση και σε κάποια γενικότερα δεν θεωρώ ότι είναι ακριβώς κανονικότητα σε όποιο μαγαζί και αν πας. Πάντως εκεί κάτω είναι μία νόρμα. Μπορεί να συμβεί αυτό ανά πάσα στιγμή, μπορεί ν’ ακούσεις έναν χυδαίο τσακωμό ανά πάσα στιγμή —τσακωμούς ακούω χυδαίους, ρε παιδί μου— και μία επιθετική συμπεριφορά. Μπορεί να μην είναι με σώμα, αλλά πολύ συχνά θα δω έναν τσακωμό ο οποίος είναι πολύ επιθετικός. Αυτό, ένιωσα μια απογοήτευση γενικά. Και γενικά εκεί κάτω πάντα νιώθω πολύ μόνη μου ας πούμε. Δηλαδή, πέρα από τα παιδιά που ‘ναι στο περίπτερο που ξέρω ότι τουλάχιστον κουβαλάμε κάποια ίδια μυαλά, γενικά νιώθω πολύ μόνη μου. Ότι ό,τι κι αν συμβεί, πρέπει να έχω μία απόλυτη ψυχραιμία, έναν πολύ καλό χειρισμό. Και βασικά ψυχραιμία για το μέχρι πού να αντιδράσω, πότε, πώς, τον τρόπο, γιατί είναι λίγο επικίνδυνα. Και γενικά είναι επικίνδυνα. Μιλάμε για νύχτα, για βράδυ, ότι αυτό μπορεί να γίνει 2 η ώρα τα ξημερώματα που ο άλλος μπορεί να ‘χει κατεβάσει δυο μπουκάλια, μπορεί να ‘χει πάρει και κάτι. Αυτό. Οπότε, μπορεί να μπλέξεις και πολύ άσχημα.
Μου έχεις περιγράψει τόσην ώρα ένα εργασιακό περιβάλλον που έχει μέσα σε μεγάλο βαθμό το στοιχείο της έντασης, της βίας. Αυτή η συνθήκη σε προσωπικό επίπεδο μπορείς να μου περιγράψεις με ποιον τρόπο σε επηρεάζει;
Λοιπόν, με επηρεάζει πάρα πολύ. Δηλαδή, γενικά θέλω ν’ αλλάξω κάποια δουλειά. Όχι… και είναι και κρίμα, γιατί από τη φάση την εργασιακή ας πούμε γενικά είναι καλά τα πράγματα. Γενικά με τα παιδιά που δουλεύω είμαι πολύ καλά, υπάρχει ωραίο περιβάλλον. Ξέρεις… Δηλαδή, αν κάνω την ίδια βάρδια το μεσημέρι ή αν κάνω την ίδια βάρδια κάπου αλλού τέλος πάντων, με έναν άλλον κόσμο θα ήταν ιδανικά. Δεν θα είχα κανένα πρόβλημα. Θα ήτανε όλα τέλεια. Αλλά με αυτό το συγκεκριμένο περιβάλλον και τον συγκεκριμένο κόσμο που συναναστρέφομαι ναι, θέλω ν’ αλλάξω. Γιατί μ’ επηρεάζει πολύ ψυχολογικά, δηλαδή γυρνάω με απίστευτη ένταση από τη δουλειά. Κάποιοι φίλοι μου μού ‘χανε πει ότι επηρεάζεται ο τρόπος ομιλίας μου, ότι… Και μου ‘χε… Εκεί είχα σοκαριστεί. Εκεί ήταν η πρώτη φορά που είπα ότι: «Οk, εντάξει. Θα φύγω άμεσα!», ότι μάλλον επειδή συνηθίζω ν’ ακούω ένα άλλο στυλ μάγκικου και να προσπαθώ να μπαίνω λίγο και στα δικά τους χωράφια, για να συνεννοούμαι, μάλλον επηρεάζοταν και η ομιλία μου. Οπότε, μου το ‘χαν πει σε «Τι; Δεν το ‘χεις καταλάβει, ας πούμε;» κι έλεγα: «Τι να καταλάβω;». Μου λένε: «Ρε συ, σίγουρα θέλεις δέκα ώρες ή ένα βράδυ ή τρία-τέσσερα, τρεις-τέσσερις ώρες να καθίσουμε, για να επανέλθεις. Δηλαδή, στην αρχή είσαι άλλη, ας πούμε. Δηλαδή, το ‘χουμε παρατηρήσει. Έχεις αρχίσει και αλλάζεις τον τρόπο που μιλάς!». Εκεί σοκαρίστηκα πάρα πολύ, αλλά μου φαίνεται και πολύ λογικό απ’ την άλλη, γιατί είναι και κάτι που το κάνω… Ξέρεις, είναι πολλές ώρες. Είναι, είναι… Υπάρχει πολύ τρέξιμο και ένταση και κρατάει πολλές ώρες όλο αυτό. Δεν είναι εφτά ώρες που περνάνε έτσι. Είναι εφτά ώρες που τις νιώθεις. Αυτό.
Τη γειτονιά στην οποία βρίσκεται το parking μπορείς να μου την περιγράψει λίγο; Τι έχει ο χώρος εκεί;
Κοίτα, γενικά [00:30:00]είναι μία πολύ ήσυχη γειτονιά. Μαγαζιά είναι αυτό που έχει. Δηλαδή, από σπίτια κι από τέτοια πράγματα δεν έχει πολλά. Τα μαγαζιά είναι και τα περισσότερα μαγαζιά δεν έχουνε κάποιο θέμα, δηλαδή είναι ταβέρνες. Υπάρχει ένα πρόβλημα με τα μαγαζιά που κρατιούνται το βράδυ, που είναι club, ρε παιδί μου, να στο πω έτσι με μία, ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, που μετράει για μένα. Είναι δηλαδή σκυλάδικα και trap. Αυτά τα δύο παίζουνε. Κατά τ’ άλλα σαν περιοχή είναι ήσυχη, δηλαδή αν πας πρωί μπορεί να πεις ότι είναι και τέλεια. Είναι όλα ήσυχα, έχει πάρα πολύ τύπους που θα έρθουνε από εταιρείες να πιούν απλά καφέ, οικογένειες για να φάνε. Το όλο τζέρτζελο θα γίνει το βράδυ που σχετίζεται, ξέρεις, με το ποια κλαμπάκια μπορεί να έχεις δίπλα. Τώρα αυτό δεν μπορείς να το αλλάξεις ας πούμε. Οπότε, συμβιβάζεσαι. Δηλαδή, αν δεν κλείσει αυτό το club ας πούμε ή αν δεν αλλάξει την πολιτική του αυτό το club ας πούμε ή το τι κόσμο θέλει να φέρνει, θα συνεχίσεις να δουλεύεις έτσι.
Όταν τελειώνεις τη βάρδια και είναι να φύγεις —να κλείσεις, να κάνεις οτιδήποτε— σου δημιουργείται ένα άγχος απ’ όλο αυτό το περιβάλλον που υπάρχει γύρω σου ή δεν σε επηρεάζει σε τέτοιον βαθμό;
Άγχος τι εννοείς; Αν θα ‘χω τσακωθεί με κάποιον αν θα…–
Μην πάθεις τίποτα εσύ, ναι.
Κοίτα, κατ’ αρχάς φεύγουμε πάντα δύο άτομα μαζί. Κατά δεύτερον δεν έχω τσακωθεί ποτέ στον βαθμό που να θεωρήσω ότι του άλλου του το άφησα, ας πούμε, απωθημένο και θα… Εντάξει, αυτόν που τον είχα καταγγείλει μπορεί να το είχε απωθημένο αν το μάθαινε, αλλά όχι, σε αυτόν τον βαθμό δεν το ‘χω σκεφτεί ποτέ. Εντάξει, μένω και πολύ μακριά. Εννοώ φεύγω από εκεί κάτω, έρχομαι στο κέντρο. Γενικά μόλις μπαίνω στο κέντρο νιώθω πολύ καλύτερα, νιώθω πολύ όμορφα. Οπότε, όχι. Πιο… Όταν τελειώνω βασικά τη δουλειά νιώθω τέτοια ανακούφιση. Ειδικά όταν επιστρέφουμε και τα τελευταία κλειδιά που ‘ναι κι αυτό το άγχος να μην έχεις χάσει τίποτα. Γιατί το πρόβλημα είναι το βράδυ ότι αν έχεις χάσει κανένα κλειδί, αν συμβεί —που εμένα δεν μου ‘χει συμβεί, αλλά μπορεί να ‘χει συμβεί σ’ άλλον—, το θέμα είναι σε τι κατάσταση θα γυρίσει αυτός που θα του πεις ότι του ‘χεις χάσει το κλειδί. Που εμένα ας πούμε —πώς να σου πω; — μου ‘χε τύχει μια φορά μου ‘χε κλείσει κάποιος ένα αυτοκίνητο και είχε σηκωθεί κι είχε φύγει, που έπρεπε να μου δώσει το κλειδί. Μου είπε ότι μου το άφησε στη μηχανή και το ‘χε φανταστεί, το είχε πάρει μαζί του. Και αυτόν που είχε κλείσει τον είχα σταμπάρει, γιατί μου ‘χε κάνει τρομερή εντύπωση. Ήταν σαν να ήτανε από ταινία. Ήτανε μες στις χαρακιές το πρόσωπό του, κάτι, μια ντουλάπα με κάτι μπράτσα ξέρω ‘ γώ έτσι, ξυρισμένο μαλλί. Ξέρεις, φουσκωτός πολύ. Και λέω: «Δεν μπορούσε να γίνει σε χειρότερο. Δηλαδή, γιατί μου ‘χει κλείσει αυτό το αυτοκίνητο;». Δηλαδή, ήμουνα σίγουρη ότι θα γυρίσει και θα είναι: «Α… Και το αμάξι μου και εσείς και…» και άντε τώρα βγάλε άκρη. Και ήταν και μεσημέρι, δηλαδή σκέψου να ‘ταν βράδυ. Εκεί μ’ αυτόν περιέργως ενώ έρχεται και λέω: «Οk. Τώρα αρχίζει το show ας πούμε», περιέργως ήταν ευγενέστατος. Μου ‘πε: «Εντάξει, δεν πειράζει!», του ‘πα «Θα σας το βγάλω απλά θα κάνω πολλές μανούβρες. Δώστε μου το κλειδί!». Και όντως μου ‘δωσε το κλειδί, έκανα μανούβρες, του το ‘βγαλα, δεν… Ήτανε γλυκύτατος δηλαδή. Ενώ άλλη φορά, ας πούμε, μου ‘χει τύχει να μου συμβεί το ίδιο και να ‘χει φύγει κάποιος και να αρχίζω να τον ψάχνω, γιατί έχει έρθει ο άλλος που τον έχει κλείσει και έχει έρθει ένας τύπος λιάρδα. Όταν λέμε λιάρδα, λιάρδα. Και να είναι σε φάση: «Ποιος μου ‘χει κλείσει τ’ αμάξι; Θα τον γαμήσω!». Και ας πούμε ότι τώρα… Ήθελε να τον κρατάμε ας πούμε, για να μην τον δείρει. Βέβαια, δεν μπορούσε να περπατήσει, ας πούμε, απ’ το αλκοόλ. Και όντως άρχισα να μπαίνω στα μαγαζιά για να βρω ποιος από το πρόσωπο ας πούμε, ποιος μπορεί να έχει κάνει τόσο χαζό να στο πω έτσι. Και μετά από πολλή προσπάθεια —όχι την πρώτη φορά, τη δεύτερη που ξαναπήγα μία γύρα στα μαγαζιά— τον εντόπισα. Δηλαδή, κάπως κατάλαβα απ’ το πρόσωπό του ότι ήταν αυτός. Αυτό. Και ήμασταν δύο άτομα μαζί, αλλά ξέρεις. Εκεί ας πούμε ήταν λίγο περίεργο. Δηλαδή, αυτός ήταν λιώμα, μας ψιλοτράβαγε, ξέρεις. «Και ποιος είναι; Και πήγαινέ με να μου τον δείξεις, για να τον κάνω..» και εκεί ας πούμε έχεις μία τρελή ένταση. Δηλαδή, εκείνην τη στιγμή είσαι σε μία πίεση που δουλεύεις, έχεις καθυστερήσει τη δουλειά σου, είναι δέκα άτομα που πρέπει να φύγουνε, ασχολείσαι μ’ όλους αυτούς κι έχεις και τον άλλον να σε τραβάει, για να πας να πλακώσεις τον άλλον. Ναι, εκεί ας πούμε θυμάμαι ότι ήθελα απλά να αντιδράσω, δηλαδή να γυρίσω και να τον πετάξω, ας πούμε, κάπου. Δηλαδή, δεν το πίστευα ότι είναι τόσο λιώμα και πρέπει ν’ ασχοληθώ με αυτόν τον τύπο. Ψυχραιμία όμως. Δεν το έκανα. Του είπα ότι «Είναι εκεί. Άμα θέλεις πήγαινε βρες τον και άσε μας να κάνουμε τη δουλειά μας και πήγαινε σπίτι σου, ρε παιδάκι μου!». Αυτό. Οπότε, όταν φεύγουν όλοι αυτοί και δίνεις όλα τα κλειδιά, αισθάνεσαι μία τρελή ανακούφιση και δεν έχω φύγει ποτέ με κάποιον φόβο, ας πούμε, για το οτιδήποτε.
Μου ‘πες πριν ότι με, μαζί με το parking έκανες παράλληλα και τη σχολή και πήρες και πτυχίο όσο δούλευες–
Ναι.
Στο parking.
Παράλληλα έκανα τη[00:35:00] σχολή και παράλληλα έκανα και δυο άλλες δουλειές εκείνα τα χρόνια. Η μία ήταν σε μια εταιρεία που ‘χε σχέση με το… Ήταν λίγο πιο σχετικά με τις σπουδές μου και την έκανα σαν δουλειά, γιατί ήταν απ’ τα λίγα που μπορείς να βρεις και να σχετίζονται, που ‘τανε, είχε σχέση με αρχεία μιας εταιρείας, στην ψηφιοποίηση και την ταξινόμηση του αρχείου τους για μια εκδήλωση. Και η άλλη πάλι ήτανε μία δουλειά που ‘χε σχέση με τον Καραγκιόζη και πάλι ήθελε μία ψηφιοποίηση και ταξινόμηση του αρχείου, πάλι για ένα μικρό ντοκιμαντέρ, ας πούμε. Οπότε, ναι. Εκείνα τα τρία χρόνια —δυόμιση, σχεδόν τρία ήτανε ακριβώς— ήτανε… Ήταν το parking, ήταν η σχολή, ήταν ότι ήθελα να πάρω πτυχίο, ήταν ότι έκανα πτυχιακές και ήταν ότι έκανα και παράλληλα αυτές τις δουλειές που ήτανε πολύ, πολύ χρονοβόρες. Ήταν πάρα πολύ πιεσμένα σαν χρόνια γενικά.
Και πώς χωρούσε η σχολή μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο; Δηλαδή, πώς το κατάφερνες;
Κοίτα, χωρούσε πολύ δύσκολα. Κοιμόμουνα πάρα πολύ λίγο και ήμουνα σε μία διαρκή υπερένταση. Δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο. Δηλαδή, έπρεπε να δουλέψω, γιατί έχω ένα σπίτι, γιατί έχω έξοδα και παράλληλα δεν μπορούσα να μην κάνω μία δουλειά που να ‘ναι η μόνη που σχετίζεται έστω σε ένα μέρος με αυτό που έχω σπουδάσει και μ’ αυτό που μου αρέσει. Απλώς δεν μπορώ να κάνω μία δουλειά η οποία… Αυτές οι δουλειές κρατάνε–. Ας πούμε, κράτησε η μία τέσσερις μήνες, οι άλλες έξι. Δεν είναι μια δουλειά που θα με εξασφαλίσει. Οπότε, δεν μπορώ να φύγω από τη δουλειά που έχω το σταθερό εισόδημα και θα πληρώσω το νοίκι μου. Αλλά απ’ την άλλη δεν μπορώ ν’ αφήσω και μία δουλειά που σχετίζεται με αυτό που κάνω και με το να βγάλω κάτι έξτρα, γιατί και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Γιατί δεν ζω με κάποια ιδιαίτερη άνεση ας πούμε. Δηλαδή, ζω για να… Να δουλεύω, για να πληρώνω αυτά που κάνω κάθε μέρα. Αυτό.
Εν τέλει όταν πήρες το πτυχίο θυμάσαι πώς, πώς ένιωθες; Τι σου λέγανε οι άνθρωποι γύρω σου;
Κοίτα, δεν αισθάνθηκα τίποτα. Τίποτα απολύτως! Δηλαδή, και που έπρεπε να πάω στην ορκωμοσία, ας πούμε, ήταν κάτι που βαριόμουνα πάρα πολύ να το κάνω. Κατ’ αρχάς, γιατί ‘χα… Δεν ήταν στο μυαλό μου… Ήτανε κάτι διαδικαστικό. Δηλαδή, ήξερα ότι θα ασχοληθώ με αυτό το πτυχίο ή ότι θέλω να κάνω ένα μεταπτυχιακό μετά, οπότε δεν είχα το άγχος τού ξέρεις «Να, να πάρω το πτυχίο να τελειώσω!». Ήταν κάτι που ήξερα ότι θα το συνεχίσω. Οπότε, μετά από ένα σημείο ήτανε διαδικαστικό, απλά να βγούνε τα συγκεκριμένα μαθήματα στις εξεταστικές με τις δουλειές και, και, και, για να καταφέρω να τελειώσω. Όταν το πήρα, είχα πλήρη συνείδηση και έχω πλήρη συνείδηση ότι για να κάνω αυτό που θέλω η δουλειά μου θα είναι κάτι τελείως διαφορετικό και το επάγγελμά μου είναι χόμπι. Είναι τραγικό, αλλά έχω πλήρη συνείδηση και το ‘χω αποδεχτεί για να μην φρικάρω ας πούμε, για να μην… Ξέρεις, γιατί αλλιώς παθαίνεις λίγο κατάθλιψη. Δηλαδή, ψάχνεις συνέχεια δουλειά, στέλνεις συνεντεύξεις ή το βιογραφικό σου. Δεν υπάρχει κάτι σχετικό μ’ αυτό που θες να κάνεις και αυτό σου δημιουργεί και μία απογοήτευση. Και δεν θέλω να μπω σε όλην αυτήν την κατάσταση. Φυσικά αν δω μία αγγελία με κάτι σχετικό που να μ’ ενδιαφέρει θα την κάνω, αλλά θέλω να σου πω ότι δεν θέλω να βάλω στο μυαλό μου την ψευδαίσθηση ότι θα βιοποριστώ απ’ αυτό, γιατί θεωρώ ότι δεν υπάρχει αυτό. Και όπως πάνε τα πράγματα θεωρώ ότι γίνεται όλο και πιο δεδομένο το να μην υπάρχει. Έχω αποδεχτεί ότι θα κάνω άσχετα πράγματα. Θα πιέζομαι πολύ, για να κάνω αυτό που μου αρέσει και όσο αντέξω θα το κάνω. Όταν σταματήσω να το αντέχω, θα σταματήσω και να κάνω αυτό που μου αρέσει και θα έχω μία πολύ μίζερη καθημερινότητα.
Άμα σου ‘λεγα να μου πεις τι σου ‘χει μείνει από όλην αυτήν την περίοδο που δουλεύεις στο parking είτε ως ένα συμπέρασμα, είτε ως συναίσθημα είτε ως ένα γεγονός —κάτι, ρε παιδί μου— που να αποτιμά όλην αυτήν τη διαδικασία, θα μπορούσες να μου αναφέρεις;
Ναι. Μου ‘χουν μείνει νεύρα πολύ. Δηλαδή, υπάρχει θυμός. Δεν είναι ότι πηγαίνεις εκεί, φεύγεις. Είναι πράγματα που σου μένουνε, είναι ατάκες που σου μένουνε, είναι φράσεις που σου μένουνε. Είναι σκηνικά που δεν μπόρεσες… Ξέρεις, μέχρι και σε μία κουβέντα που θ’ ακούσεις από πίσω σε κάτι πολύ κακό ή σε κάτι εγκληματικό επίσης. Δηλαδή, που μπορεί ν’ ακούσεις κάτι, που να… Μπορεί να μιλάνε κάποιοι ας πούμε μέχρι και για έναν βιασμό πολύ χαλαρά, ας πούμε. Ή το «Τα ‘θελε και αυτή!» ας πούμε. Μπορεί ν’ ακούσεις κάτι τέτοιο από μακριά. Είναι πράγματα, είναι φράσεις και πράγματα που σου μένουνε. Οπότε, νιώθω–. Ναι, έχω έναν μεγάλο θυμό σε αυτό το κομμάτι, μία μεγάλη απογοήτευση. Φτάνεις σε μία απογοήτευση που λες: «Ρε παιδί μου, ξέρεις… Τουλάχιστον ας μη σχετίζομαι εγώ όσο μπορώ μ’ αυτόν τον κόσμο». Βέβαια, αυτό είναι και[00:40:00] τραγικό παράλληλα, γιατί δεν θα, δεν αλλάζει, δεν αλλάζει κάτι. Δεν είναι ότι σου μιλάω για ένα σκηνικό που, ξέρεις, εν τέλει έγινε αυτό και κάποιοι έμαθαν μέσα απ’ αυτό ή κάποιοι προβληματίστηκαν μέσα απ’ αυτό. Είναι απλά μία κατάσταση που συνεχίζει και απλά εσύ λες: «Οk. Τουλάχιστον εγώ με αυτά τα σκηνικά–. Δηλαδή, εγώ τουλάχιστον να μην ξαναβρεθώ μπροστά σε κάποιον που θα δέρνει την κοπέλα του». Παρ’ όλα αυτά, αυτό αποδέχεσαι ότι θα συμβαίνει. Δηλαδή, εκεί κάτω είναι κάτι που μπορεί να συμβεί. Οπότε, είναι ένας θυμός και μία απογοήτευση και —τι να σου πω;— είναι–. Μετά το σκέφτεσαι και λίγο πιο γενικά το πράγμα, «Γιατί συμβαίνει αυτό;»… Ξέρεις, εγώ είχα φρικάρει πάρα πολύ την περίοδο που περάσαμε από τα σκυλάδικα κάτω —που ok, έπαιζε σκυλάδικα— στην trap. Που γενικά δεν, εγώ δεν είχα ιδέα ούτε ότι προϋπάρχει αυτό το είδος, ούτε από πού έρχεται, ούτε τίποτα. Δεν είχα ακούσει. Οπότε, πήρα κατευθείαν —όταν κατάλαβα και άκουγα αυτούς τους στίχους και αυτά— πήρα κατευθείαν τα ξαδέρφια μου που είναι μικροί και γενικά πολύ συχνά μιλάμε, γιατί θέλω να καταλαβαίνω λίγο τι γίνεται στη γενιά τους, γιατί μ’ ενδιαφέρει κιόλας. Και προσπαθούσαν να μου εξηγήσουν όλο αυτό το κλίμα και ότι επικρατεί, ποιοι είναι οι μεν, ποιοι είναι οι δε. Ξέρεις, ότι είναι χωρισμένοι όλοι. Αν ακούς αυτούς, αν ακούς τους άλλους ας πούμε. Οπότε, [Δ.Α.] ήχου, γιατί και τα σκυλάδικα έχουνε χάλια, έναν ακραίο σεξιστικό στίχο. Κάπως απλά και λόγω μουσικής —δεν ξέρω—, μου φαινόταν λίγο πιο άγριο όλο αυτό. Μου βγάζει λίγο μια περισσότερη αγριάδα, που μπορεί να ‘ναι ψευδαίσθηση, έτσι; Μπορεί να μην ισχύει καθόλου, μπορεί να ‘ναι ακριβώς το ίδιο πράγμα. Απλά εμένα κάπως μου χτύπησε παραπάνω όταν είδα, ξέρεις, τόσο έντονα ξέρω ‘γώ να λένε κάποιους στίχους, με τόσο πάθος κάτι παιδάκια που ‘τανε 17 χρονών, που ‘ναι ας πούμε, και λέω: «Εντάξει; Τι; Τι; Δηλαδή, τι περνάς ας πούμε; Τι μίσος είναι αυτό; Από πού προέρχεται όλο αυτό το μίσος; Δηλαδή, ποιος σου έχει τροφοδοτήσει με τόσο μίσος για τις γυναίκες ας πούμε;». Δηλαδή, ok και εγώ μεγάλωσα με όλα αυτά τα στερεότυπα και, και, αλλά δεν έβλεπα αυτό το μίσος. Εγώ αυτό που βλέπω είναι μίσος.
Θα ήθελες να προσθέσεις κάτι άλλο;
Τι να προσθέσω;
Αν έχεις κάτι στο μυαλό σου, κάτι τελευταίο.
Κάτι τελευταίο… Δεν μου ‘ρχεται κάτι η αλήθεια είναι.
Ωραία! Σ’ ευχαριστώ πολύ, Βασιλική, που μου μίλησες!
Κι εγώ! Κι εγώ σ’ ευχαριστώ, Δημήτρη!
Part of the interview has been removed for legal issues.
Content available only for adults (+18)
Summary
Η νυχτερινή εργασία σε ένα parking του Πειραιά το οποίο γειτνιάζει με κέντρα νυχτερινής διασκέδασης έχει σίγουρα τις ιδιαιτερότητές της. Όταν αυτή η θέση εργασίας καταλαμβάνεται από άτομο γυναικείου φύλου, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μία σειρά ιδιαίτερων καταστάσεων, συμπερασμάτων, συναισθημάτων και προσλήψεων. Στην παρούσα συνέντευξη η αφηγήτρια μάς περιγράφει αυτήν την εμπειρία της και παράλληλα μας δίνει μία αίσθηση τού πώς είναι να εργάζεσαι ως γυναίκα σε ένα περιβάλλον που ο σεξισμός και ο μισογυνισμός είναι συστατικά του στοιχεία.
Narrators
Βασιλική Πηρούνια
Field Reporters
Δημήτρης Παναγόπουλος
Tags
Interview Date
03/12/2020
Duration
42'
Part of the interview has been removed for legal issues.
Content available only for adults (+18)
Summary
Η νυχτερινή εργασία σε ένα parking του Πειραιά το οποίο γειτνιάζει με κέντρα νυχτερινής διασκέδασης έχει σίγουρα τις ιδιαιτερότητές της. Όταν αυτή η θέση εργασίας καταλαμβάνεται από άτομο γυναικείου φύλου, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μία σειρά ιδιαίτερων καταστάσεων, συμπερασμάτων, συναισθημάτων και προσλήψεων. Στην παρούσα συνέντευξη η αφηγήτρια μάς περιγράφει αυτήν την εμπειρία της και παράλληλα μας δίνει μία αίσθηση τού πώς είναι να εργάζεσαι ως γυναίκα σε ένα περιβάλλον που ο σεξισμός και ο μισογυνισμός είναι συστατικά του στοιχεία.
Narrators
Βασιλική Πηρούνια
Field Reporters
Δημήτρης Παναγόπουλος
Tags
Interview Date
03/12/2020
Duration
42'