© Copyright Istorima
Istorima Archive
Story Title
«Α, είστε ο κύριος στη "Στρέλλα"»: O Γιάννης Κοκιασμένος αφηγείται σταθμούς της ζωής του
Istorima Code
12905
Story URL
Speaker
Γιάννης Κοκιασμένος (Γ.Κ.)
Interview Date
05/06/2022
Researcher
Φώτης Κοροσιάδης (Φ.Κ.)
[00:00:00]Είναι 6 Ιουνίου 2022, είμαστε στα Εξάρχεια, με τον Γιάννη Κοκιασμένο, είμαι ο Κοροσιάδης Φώτης, είμαι ερευνητής στο Istorima και, ξεκινάμε. Γιάννη, θες να μας πεις λίγα λόγια για σένα, για τη ζωή σου...
Είμαι 61 ετών, είμαι προπονητής ιππασίας και ηθοποιός και δεν έχω κάτι παραπάνω να πω. Είμαι πρόσφατα χωρισμένος, έζησα παντρεμένος 32 χρόνια και τα υπόλοιπα θα βγούνε στη συνέχεια.
Γιάννη, πώς προέκυψε η ενασχόλησή σου με την υποκριτική; Είσαι αυτοδίδακτος...
Ναι, εντελώς, και τελείως τυχαία προέκυψε. Όταν αποφάσισε η Ελισάβετ, να γίνει σκηνοθέτις, διότι μέχρι τότε ήταν μοντέζ, έκανε την πρώτη της μικρού μήκους το '95 και μάλιστα στα βραβεία στη Δράμα, γιατί βραβεύτηκε, ήταν έγκυος σχεδόν 8 μηνών, δηλαδή ήταν μία κοιλιά τεράστια. Και εκεί, επειδή ήτανε πολύ low budget η ταινία, έπρεπε να κάνουμε όλοι τα πάντα. Οπότε εγώ οδηγούσα το φορτηγό της παραγωγής, ήμουνα και βοηθός παραγωγής και χρειάστηκε να κάνω και μια σκηνή, που χόρευα ροκ εντ ρολ την Αλεξάνδρα Παυλίδου. Και το ένα έφερε το άλλο, μετά έκανα τη δεύτερη μικρού μήκους της Ελισάβετ, που μου έδωσε έναν μεγαλύτερο ρόλο, ήτανε ρόλος δηλαδή, ήτανε ένας χαρακτήρας, ας πούμε, και πήγε πολύ καλά και αυτή στην Δράμα και μάλιστα σχολιάστηκε ο ρόλος μου. Οπότε μετά άρχισα να κάνω μικρού μήκους, δηλαδή έκανα μετά του Αχιλλέα του Κυριακίδη, το Μπαρόκ, και της Κατερίνας της Φιλιώτου, αυτήν την πολύ βραβευμένη ταινία, το Έλα να σου πω. Όλα αυτά γινόντουσαν προφανώς χωρίς χρήματα και χωρίς τίποτα, γιατί ήμασταν μια παρέα μεγάλη, και της Στρατούλας της Θεοδωράτου, το Χάρτινοι Αετοί, και ήταν, ξέρεις, ένα πράγμα «δωρεάν λάβατε δωρεάν δότε». Αυτό ίσως το θίξουμε αργότερα, έχει μεγάλο ενδιαφέρον, ότι με έναν τρόπο, η μία ταινία έφερνε την επόμενη και κάπως είχα μια ανοδική πορεία και εγκαθιδρυόμουν, κατά μία έννοια. Σε όλη αυτή την ανοδική πορεία, δεν πληρώθηκα ποτέ, τώρα που βρίσκομαι σε μία στασιμότητα, θέλω να πληρώνομαι, γιατί τώρα το έχω ανάγκη. Τότε ήτανε μόνο για την τέχνη.
Από όλες αυτές τις μικρού μήκους, το Έλα να σου πω είναι απ' τις πιο πολυβραβευμένες ταινίες μικρού μήκους που έχει βγάλει χώρα, βραβευμένη στο Clermond-Ferrand. Πώς ήταν για σένα μια τόσο σημαντική ταινία στον παγκόσμιο χώρο;
Δεν το πήρα καν χαμπάρι. Δεν το πήρα καν χαμπάρι, γιατί ήμασταν φίλοι με την Κατερίνα τη Φιλιώτου, κάναμε τα γυρίσματα. Νομίζω τα γυρίσματα κρατήσανε, δεν θυμάμαι καλά, αλλά νομίζω... Τέσσερις μέρες ήτανε; Γιατί ήτανε και μεγάλη, ήταν τριαντάλεπτη ταινία και είχε πρόζα, είχε... Την κόρη μου την έκανε η κόρη του Αχιλλέα του Κυριακίδη... Και μετά, ενώ πήγαινα κάθε χρόνο στη Δράμα απ' το '92, δηλαδή πριν καν η Ελισάβετ κάνει την πρώτη της μικρού μήκους ταινία, αλλά ανεβαίναμε, γιατί είχε πάντα ταινίες που είχε μοντάρει εκείνη. Οπότε απ' το '92 ως το '99 πήγαινα κάθε χρόνο. Το 2000 που ήταν ταινία της Κατερίνας της Φιλιώτου, έπρεπε να δουλέψω στο στάβλο, κάτι είχε προκύψει εν πάση περιπτώσει, και δεν πήγα. Το οποίο, ξέρεις, η χρονιά που υποτίθεται... Και μετά άρχισα να μαθαίνω για τα βραβεία, αλλά δεν παίζανε ρόλο, δεν καταλάβαινα κιόλας τι γινότανε, η αλήθεια είναι. Θυμάμαι, βέβαια, ότι επειδή παιζότανε η ταινία και δεν θυμάμαι ακριβώς σε τι πλαίσιο παιζότανε, αλλά θυμάμαι, ας πούμε, ο πατέρας μου και η μητέρα μου πήγανε και την είδανε στο σινεμά. Πού την είδανε στο σινεμά; Μια καλή ερώτηση, ακόμα δεν το έχω καταλάβει. Πώς παιζότανε; Γιατί, συνήθως, οι μικρού μήκους, όταν είναι πραγματικά μικρές, δηλαδή δεκαπεντάλεπτες, παιζόντουσαν τότε μπροστά από μία μεγάλου μήκους, συνήθως ελληνική, αλλά όχι απαραίτητα. Αλλά μία ταινία τριαντάλεπτη, όπως ήτανε της Κατερίνας, μου φαίνεται δύσκολο να είχε παιχτεί μπροστά σε... Εν πάση περιπτώσει, αυτό δε θα το μάθουμε τώρα...
Και στη συνέχεια...
Στη συνέχεια ήταν... Α, περίμενε, ξεχνάω το πολύ βα[00:05:00]σικό. Επίσης, το '97 ήτανε και η Επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά. Με παίρνει τηλέφωνο ο Πάνος και μου λέει: «Θα μου κάνεις ένα ρόλο;». Εκεί έχει ένα κομμάτι της ταινίας, της Επίθεσης του γιγαντιαίου μουσακά, είναι παράθυρα τηλεοπτικά, τα οποία ήταν και πρωτοεμφανιζόμενα εκείνη την εποχή, δηλαδή, η έννοια του παραθύρου στην τηλεόραση τότε σιγά-σιγά είχε αρχίσει να εμφανίζεται. Οπότε σε αυτό το μεγάλο κακό που είχε συμβεί στην Αθήνα, ότι υπήρχε, δηλαδή, ένας τεράστιος μουσακάς, ο οποίος σερνότανε στους δρόμους της Αθήνας και πέταγε καυστικούς και τοξικούς κιμάδες και σάλτσες και σκότωνε κόσμο, σχολιαζότανε στην τηλεόραση. Οπότε έβγαιναν διάφοροι στα παράθυρα. Ε, ένας από αυτούς που έβγαιναν στο παράθυρο ήταν και ο καθηγητής κύριος Μπρεδήμας, ο οποίος, δεν ξέρω, μου αρέσει εμένα αυτός ο ρόλος, ίσως μου άρεσε πάρα πολύ. Νομίζω πως ένας πάρα πολύ σημαντικός ρόλος στην ταινία του Πάνου, η Επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά. Και έλεγα λοιπόν. Α, και σχεδόν κολλητά μετά, λοιπόν, γιατί η ταινία της Κατερίνας έγινε το 2000, της Στρατούλας νομίζω το 2001, τέλος πάντων, δεν έχει σημασία αυτό, σημασία έχει ότι η Ελισάβετ έγραψε τότε το σενάριο για την πρώτη της μεγάλου μήκους, το Ένα τραγούδι δεν φτάνει. Έκλεισε τη Γωγώ Μπρέμπου, έκλεισε την... Για να δούμε... Τη Φένια την Παπαδοδημα, μα πώς στο διάολο... Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει, τέλος πάντων, έκανε κάστινγκ, τώρα της έλειπε ο Μανώλης, δηλαδή...
Ο βασικός...
Ε ναι, τι θα γινότανε με το Μανώλη. Μου λέει: «Ρε Γιάννη, δεν το κάνεις εσύ;». Νομίζω είχε δοκιμάσει και κάποιους άλλους, αλλά δεν το θυμάμαι, να πω την αλήθεια τώρα. Ε, τέλος πάντων, κάναμε κάτι δοκιμαστικά εκεί πέρα και καλός ήμουνα, δηλαδή τον ήξερα και το ρόλο, δηλαδή τον ήξερα τον χαρακτήρα, αυτόν... Που ήτανε ροκ εντ ρόλερ και λίγο, έτσι, τα έκανε όλα πουτάνα, αλλά καλό παιδί ήτανε. Και τελικά το έκανα εγώ, το οποίο ήτανε πολύ μεγάλο στοίχημα, για την Ελισάβετ, όχι για μένα. Δηλαδή, εμένα, ποιος με ήξερε. Αλλά τώρα σκέψου να αποτυγχάναμε τρελά... Ήτανε πολύ μεγάλο ρίσκο για την Ελισάβετ, όχι για μένα, γιατί για σκέψου, ας πούμε, τι ρεζίλι των σκυλιών θα ήτανε αυτό, να γίνουν όλα πουτάνα και να... Ξέρεις, να πάει κατά διαόλου, δηλαδή να ήτανε ένα... Να ήμουνα χάλια και να μην πετύχαινε αυτό το πράγμα και τι θα έλεγε ο κόσμος: «Μωρέ, έβαλε τον άντρα της να παίξει». Δηλαδή, ξέρεις, «έβαλε τον άντρα της να παίξει;». Δεν υπάρχει μεγαλύτερο ρεζίλι από αυτό. Όμως δεν έγιναν έτσι τα πράγματα, δηλαδή δεν έγινε ρεζίλι. Ο Ακτσόγλου του Αθηνοράματος και το Αθηνόραμα, ήμουνα ο ηθοποιός του μήνα, τέλος πάντων. Και, κολλητά, μου ζήτησε ο... Δηλαδή με το που πήγαμε στη Θεσσαλονίκη στο φεστιβάλ, μου ζήτησε ο Αντώνης ο Κόκκινος να κάνουμε τον Μαραθώνιο. Οπότε πια, όσο και να προσπαθούσα να σφυρίζω αδιάφορα, πολύ γρήγορα, ήμουν ένας ηθοποιός, ο οποίος έκανε πάρα πολλούς πρωταγωνιστικούς ρόλους, όχι μόνο σε μικρού μήκους, αλλά και σε μεγάλου μήκους. Οπότε άρχισα να πιστεύω και εγώ τον εαυτό μου ότι είναι ηθοποιός. Ναι...
Και μετά ήρθε η Στρέλλα...
Και μετά ήρθε η Στρέλλα, ναι. Και μετά ήρθε η Στρέλλα και εκεί πια, ναι. Ήτανε, θυμάμαι, μόλις πρωτοπαίχτηκε η Στρέλλα στην Αθήνα, ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου και εγώ που περπάταγα στο δρόμο και μου λέγανε: «Α, είστε ο κύριος στη Στρέλλα». Μου άρεσε αυτό, πρέπει να ομολογήσω, το έβρισκα πάρα πο[00:10:00]λύ αστείο, αλλά ότι μου άρεσε, μου άρεσε, τώρα να μην το κρύβουμε.
Πώς ξεκίνησε η συνεργασία αυτή, πώς πήρες το ρόλο;
Α, ωραία, ωραία. Αυτή την ιστορία, βέβαια, εντάξει, δεν τη λέω πρώτη φορά, είναι τρομερά αστεία, αλλά την έχω ξαναπεί πολλές φορές. Ήμουνα ο πρώτος ή ο δεύτερος που διάβασε το σενάριο της Στρέλλας, γιατί είναι οικογενειακός φίλος ο Πάνος, με την Ελισάβετ μεγαλώσανε μαζί, οπότε μας έδωσε το σενάριο, μόλις που το είχε γράψει. Και μάλιστα, το διάβασα πριν το διαβάσει η Ελισάβετ. Κάθισα μία μέρα, νύχτα ήτανε, το διάβασα, και παθαίνω την πλάκα μου, λέω δεν... Εκείνο που... Δεν έχει την ίδια άποψη ο Πάνος. Εγώ πιστεύω ότι είναι η πιο σπαρακτική, ας πούμε, ερωτική ιστορία, ακριβώς διότι– Ρομαντικό είναι αυτό που λέω, ο έρωτας είναι τυφλός, μας έχουν μάθει ότι ο έρωτας έτσι αποτυπώνεται κιόλας, όπως και η δικαιοσύνη, έτσι και ο έρωτας, είναι μια τυφλή δύναμη. Δηλαδή, μπορεί να προχωράς στη ζωή σου και να λες: «Εγώ είμαι γκέι, εγώ είμαι στρέιτ, εγώ είμαι... Αγαπάω τις γάτες μόνο, εγώ θα πηγαίνω μόνο με πολυθρόνες, όπως ο Βουτσάς, αγάπησα μία πολυθρόνα». Αλλά έλα που όλα αυτά τα λες, αλλά κάποιος κοροϊδεύει, ο Έρως, διότι επειδή είναι τυφλός, μπορεί, ενώ έχεις δηλώσει, ας πούμε, εσύ τι είσαι και ποιος είναι ο προσανατολισμός σου ο ερωτικός, σου πετάει κάποιον μπροστά σου, που δεν έχει καμία σχέση με όλα αυτά που πίστευες ότι εσύ είσαι. Διότι αυτό είναι ο έρωτας, αλλιώς δεν θα ήταν μεγάλος, δηλαδή αν εσύ προχωρούσες στη ζωή και έλεγες: «Εμένα μου αρέσουνε οι ψηλές, οι ξανθές, με αδύνατους αστραγάλους και, ξέρω 'γω, μακριά άκρα» και μπούρου-μπούρου, μπούρου-μπούρου, και σου τύχαινε μια τέτοια και ερωτευόσουνα, ε, ωραία, δεν είναι και κάνα σπουδαίο, είναι αναμενόμενο. Αν όμως τα λες όλα αυτά και σου τύχει η κοντή, η χοντρή και είναι και άντρας από πάνω, δηλαδή, ε τότε... Και έχει και ουρά γάτας και έχει και ένα πόδι, διότι είναι ανάπηρη... Εκεί γίνεται ο έρωτας σπουδαίος, δηλαδή είναι αναπόδραστος ο έρωτας. Ο Πάνος, η άποψη του Πάνου ήτανε ότι ήτανε και οι δύο outcasts, αυτός απ' τη φυλακή και εκείνη με τη ζωή που έκανε και τα λοιπά και τα λοιπά, οπότε, ούτως ή άλλως, έχοντας ανάγκη να αγαπήσουν και να αγαπηθούνε, τούς έφερε τυχαία η ζωή μπροστά, για αυτό πάλι αναπόδραστα, αλλά για άλλους λόγους, όχι αυτό που λέω εγώ, αυτό το μαγικό πράγμα που είναι έξω από όλα, έτσι εγώ σκέφτομαι. Τέλος πάντων, εν πάση περιπτώσει, και ήξερα να τον κάνω, ήξερα από την πρώτη μέρα ποιος είναι ο Γιώργος. Παίρνω τηλέφωνο τον Πάνο, λοιπόν, και του λέω: «Λοιπόν, τον έχω, δεν υπάρχει περίπτωση, τον ξέρω από πάνω ως κάτω και από μέσα ως έξω» και τα λοιπά και τα λοιπά. Μου λέει: «Χαχαχα, σιγά ρε μαλάκα, που θα τον κάνεις εσύ». Τέλος πάντων. Τους δοκίμασε όλους. Πρώτον, του λέγανε όλοι όχι, διότι φοβήθηκαν να κάνουνε κάτι ομοφυλοφιλικό ή δεν ξέρω. Οπότε ένα χρόνο μετά, μου λέει: «Βρε παιδί μου, δεν το δοκιμάζουμε, ξέρω 'γω». Ε, του λέω, «Naturalement». Και έτσι έγινε, και έτσι έγινε.
Πώς ήταν η διαδικασία χρηματοδότησης της ταινίας; Δυσκολευτήκατε...
Τίποτα, τίποτα, τίποτα, τίποτα, έβαλε όλη την περιουσία του υποθήκη, δεν... Τίποτα, κανένας... Και αυτό έχει ενδιαφέρον, αλλά το έχω ξαναπεί, οπότε, τώρα αυτό δεν είναι πρωτότυπο. Εκείνη την εποχή, εγώ ήμουνα τυχερός, διότι ο πρόεδρος του ελληνικού κέντρου κινηματογράφου ήταν ο Γιώργος ο Παπαλιός και πρόεδρος του ιππικού ομίλου Αθηνών, στον οποίο δούλευα ως προπονητής ιππασίας, ήταν ο Γιώργος ο Παπαλιός. Άρα ήτανε... Σε κάθε χώρο, είχα ένα αφεντικό, τον Γιώργο τον Παπαλιό. Εν πάση περιπτώσει, για ένα βράδυ ολόκληρο πίναμε ουίσκια στο club house του ομίλου και είχανε φύγει όλοι και εμείς μείναμε, ξέρω 'γω, μέχρι τις 3:00 το πρωί, μεθυσμένοι και τσακωνόμασταν, γιατί την επόμενη μέρα, θα πέρναγε από την επιτροπή έγκρισης του σεναρίου, η πρόταση, τέλος πάντων, η Στρέλλα, του Πάνου. «Ρε, Γιώργο, δωσ' την έγκρισή σου για τον Πάνο, θα γίνει καλή η ταινία». Δεν με είχε πάρει ο Πάνος τότε. Ακόμα δεν είχε... Είχε απλώς καταθέσει το... «Σιγά μην, εγώ σαν...». Και τι είπε τότε και αυτό ήταν πολύ... Σημαίνει κάτι. «Εγώ, σαν ελληνικό κράτος, να χρηματοδοτήσω μια ταινία που, όχι μόνο γαμάει το γιο του, κάνουνε μαζί και Χριστούγεννα». Γιατί αυτό ήτανε, ότι δεν υπήρχε, δηλαδή, στο τέλος αυτό το... Η Νέμεσις και το αυτό και μπούρου-μπούρου, μπούρου-μπούρου, να πεθάνουνε, αυτό, και έτσι να τιμωρηθούν και αυτήν την ύβρη, την οποίαν μπούρου-μπούρου. Ε, όχι. Και δεν είναι αυτός ο κόσμος του Πάνου, έτσι κι αλλιώς. Και μαζί Χριστούγεννα κάναμε και ευτυχώς που κάναμε μαζί Χριστούγεννα, διότι νομίζω ότι είναι ένας από τους κύριους λόγους γιατί η Στέλλα είναι μια τόσο σημαντική ταινία. Και θυμίζω σε όλους ότι και στην Επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά, όταν όλα πια τελειώνουν και σε μια άδεια Συγγρού επιστρέφουν αυτοί με εκείνο το convertible αυτοκίνητο και είναι όλα τα φρικιά μαζί, δηλαδή είναι το παιδάκι αυτό, το οποίο είναι ιδιαίτερα προβληματικό, η δημοσιογράφος, η Τάρα, και λέει η Τάρα: «Μα δεν είναι υπέροχη αυτή η πόλη μας;». Ε,[00:15:00] αυτός είναι ο κόσμος του Πάνου, «δεν υπέροχη αυτή η πόλη μας», δεν είναι υπέροχο να κάνουμε Χριστούγεννα όλοι μαζί, εν πάση περιπτώσει, και να έχουμε πηδηχτεί κιόλας; Ναι. Εν πάση περιπτώσει, δεν πήρε ποτέ χρήματα από πουθενά και έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον ότι όταν εγκρίθηκε από το Βερολίνο και πήγαμε, τέλος πάντων, στο Βερολίνο, ήτανε ο Γιώργος ο Παπαλιός εκεί. Ήταν ο Γιώργος Παπαλιός εκεί και μάλιστα μου λέει: «Α, Κοκιασμένε...», γιατί με είχε συνηθίσει με τα άλογα, κατάλαβες; Και μου λέει: «Ρε παιδί μου, κοίτα κάποιους τους θέλει, ρε παιδί μου, ο φακός, εσύ μεταμορφώνεσαι στο φακό, τι να πω, τι να πω...». «Τι να πεις, ρε Γιώργο», του λέω, «κάνα φράγκο;». Αυτά περί Στρέλλας.
Στο Βερολίνο πώς ήταν η προβολή; Οι κριτικές που πήρατε...
Εντάξει, ήτανε μεγάλη ιστορία. Aλλά, βέβαια, εκείνο το βράδυ έχω τσακώθηκα με τον Πάνο και μάλλον είχα άδικο, μάλλον και οι δύο είχαμε άδικο. Που αυτό είναι το λυπηρό. Γιατί όταν προβλήθηκε η ταινία και σηκωθήκαμε, τέλος πάντων, και πήρε το μικρόφωνο ο Πάνος και είπε... Αλλά ήτανε και τρομερά militant ο Πάνος και με το δίκιο του, βέβαια, γιατί είχε τραβήξει τόσο πολύ το διάολο του, που, εν πάση περιπτώσει, ήταν με υψωμένη τη γροθιά. Και λέει: «Τhis is a queer movie». Και λέω: «Μπορώ να έχω το μικρόφωνο μια στιγμή;». Και λέω: «Δεν νομίζω... Αυτή τη στιγμή, πάνω εκεί είναι γκέι, στρέιτ και οτιδήποτε, είναι ο γιος μου, ο οποίος ήτανε τότε 11 χρονών, η γυναίκα μου και τα λοιπά και τα λοιπά και κλαίνε, γιατί τους άγγιξε τόσο πολύ η ταινία και νομίζω πως, όπως όλος ο καλός κινηματογράφος, δεν έχει γκέι, στρέιτ και τέτοιο. Είναι μία εξαιρετική ταινία που θα πιάσει όλους». Ε, δεν μου το συγχώρεσε ο Πάνος αυτό. Και, φυσικά, ξαναγίναμε φίλοι, και τα λοιπά και τα λοιπά, αλλά περάσαμε μία περίοδο που, ναι, δεν ήθελε να με δει μπροστά του.
Η περίοδος μετά την προβολή της ταινίας, μετά την αναγνωρισιμότητα που πήρε, εσύ πώς τη βίωσες, υπήρχε κάποιος στιγματισμός...
Όχι, όχι τίποτα, γιατί αυτό... Α, αυτό, ναι, πρέπει να το πω, γιατί... Και το οποίο είναι και παρήγορο. Ήτανε τόσο καλή ταινία, που δεν ετέθη ποτέ ζήτημα... Γιατί, επειδή ακριβώς, όπως είπα προηγουμένως, ο Πάνος είναι οικογενειακός φίλος, ένας από τους λόγους που μου έλεγε όχι, για να κάνω το ρόλο... Μου λέει: «Ξέρεις τι σημαίνει, ρε παιδάκι μου, να μην πάει καλά η ταινία και μετά να αρχίσει να το κοροϊδεύει η Τατιάνα Στεφανίδου, ξέρω 'γω τι, ή να πάει ο γιος σου στο σχολείο...». Διότι, σημειωτέον, το 2009 δεν είναι σήμερα, θέλω να πω δηλαδή, μερικά πράγματα, στο κάτω-κάτω της γραφής, βοήθησε και η Στρέλλα για να κερδηθούν. «Και να πηγαίνει ο γιος σου στο σχολείο και να του λένε: “Eεε, ο γκέουλας ο πατέρας σου”» και τα λοιπά και τα λοιπά και τα λοιπά. Οπότε, θέλοντας να προστατεύσει την οικογένεια, έλεγε όχι. Και εγώ τότε, εντάξει, έλεγα, μα πόσο μάλλον, εν πάση περιπτώσει, δεν είμαστε κομμουνιστές τυχαία και μόνο που μου το λες αυτό, θέλω να την κάνω εφτά φορές την ταινία. Ναι, αυτό, αυτό. Κατά τα άλλα, πώς το βίωσα μετά... Ήτανε... Πολύ στεναχωρημένος, γιατί είχα τσακωθεί με τον Πάνο και πάρα πολύ ευτυχισμένος, γιατί με αναγνώριζαν στο δρόμο.
Και μετά απ' αυτό, ο τρόπος που συνδύασες το underground με τον πιο mainstream κινηματογράφο....
Όχι, δεν έκανα mainstream.
Με το Smac...
Όχι δεν ήτανε ποτέ, δεν... Μου ζήτησε μετά ο Ηλίας ο Δημητρίου να κάνουμε το Smac. Εν τω μεταξύ, έκανα μικρού μήκους συνέχεια. Α όχι, έπαιξα και πρώτη φορά στο θέατρο τότε, έκανα έναν Mamet, ήτανε καταπληκτικό, με την Κάτια την Γκουλιώνη, που εκεί τη γνώρισα και χάρηκα και πάρα πολύ και είναι πάρα πολύ καλή μου φίλη. Και ήταν φοβερή εμπειρία, τότε. Ενθουσιάστηκα, ενθουσιάστηκα, ενθουσιάστηκα. Και ήτανε το Reunion του Mamet και το Dark Pony και, εντάξει, οκ, έγινα και ηθοποιός θεάτρου. Το οποίο ήτανε τέλειο, γιατί ήτανε και μικρό, ήτανε αυτό, ένα blackbox, πώς το λένε αυτό, που τους είχα κολλητά, δηλαδή, πώς το λένε, έπαιζα και, επειδή ήταν και πιο χαμηλά από μένα, γιατί καθόντουσαν στην καρέκλα, ήτανε σα να τους δίνω πίπα.
Και μετά, το Smac...
Μετά ήταν το Smac, νομίζω, ή κάναμε πρώτα το Ursa Minor, γιατί το Ursa Minor έχει πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία.
Η Μικρή Άρκτος, ναι, που...
Ναι, ναι, ναι, ακριβώς αυτό, έχει τρομερό ενδιαφέρον, γιατί έγραψε... Α, όχι τι λέω; Πολύ πριν από το Smac και τέτοια, έκανα τον Αννίβα προ των πυλών, που ήτανε τρομερή εμπειρία, γιατί όλο το σενάριο της Ελισάβετ είχε να κάνει με ιππικούς ομίλους και άλογα και προπονητές που κλέβουνε και τέτοια. Και εν πάση περιπτώσει, και ήταν και απολύτως ταξικό, διότι η τελείως πλεμπάγια, λούμπεν προλεταριάτο, πρωταγωνίστρια είναι σούπερ ιππέας, αλλά η κατάσταση είναι τέτοια που της πουλάνε κουτσό άλογο και τα λοιπά και τα λοιπά. Όχι, αυτό το ευχαριστήθηκα πάρα πολύ, γιατί εκεί πέρα μπλέχτηκαν οι δύο ιδιότητες, του ηθοποιού και του προπονητή ιππασίας. Ναι, και είμαι και πολύ ευχαριστημένος για τον Αννίβα. [00:20:00]
Και μετά στην Μικρή Άρκτο, που δεν φαίνεται το πρόσωπό σου...
Στη Μικρή Άρκτο πια, όταν έγραψε το σενάριο της τρίτης μεγάλου μήκους της, δεν ετίθετο θέμα να παίξω εγώ με τίποτα, γιατί αφορούσε σε έναν πολύ νέο άνθρωπο και εγώ ήμουνα μεγάλος, δηλαδή γυρίστηκε η ταινία το '14, νομίζω, παίχτηκε το '15. Τέλος πάντων, παραγωγή '15 είναι. Μπορεί και το '15 να... Δεν θυμάμαι. Αλλά εγώ ήμουνα 54 ετών τότε. Λοιπόν, και από την αρχή έκλεισε την...
Σοφία...
Την Σοφία τη Γεωργοβασίλη και δεν είχε πρωταγωνιστή, επί ένα χρόνο, τους δοκίμασε όλους, δεν θα πω ονόματα, αλλά, εν πάση περιπτώσει, τα μεγάλα ονόματα... Έγινε κάτι αντίστοιχο με τη Στρέλλα, ρε παιδάκι μου, εκεί πέρα. Γιατί είναι σπουδαία ταινία η Μικρή Άρκτος και πάλι με έναν παρόμοιο τρόπο πήρα το ρόλο. Ήτανε μια Δευτέρα θυμάμαι, εγώ είχα ρεπό απ' τον όμιλο και καθόμουνα και κάτι έκανα και έξαλλη η Ελισάβετ και μου λέει: «Δεν γίνεται, θα κηρύξω την έναρξη της ταινίας, γιατί έχω μια παραγωγή που τρέχει». Όλοι, είχε βοηθό σκηνοθέτη, δηλαδή, είχε τα πάντα, τους κρατούσε σε μια αιώρηση, ας πούμε, suspension... Και έπρεπε να κάνει την ταινία, να τους πληρώσει, δηλαδή, τι θα γινότανε; Και μου λέει: «Θα το κάνω χωρίς... Και ας γίνει ό,τι θέλει». Της λέω: «Γιατί θα το κάνεις, ρε παιδάκι μου, χωρίς πρωταγωνιστή;». Μου λέει: «Τι εννοείς;». Λέω: «Έτσι κι αλλιώς δεν είναι, ρε παιδί μου, όλο σου το σενάριο...», το οποίο, παρεμπιπτόντως, είναι από μια ιστορία του πρώτου της βιβλίου, από τις εκδόσεις Πόλις, Φοράει Κοστούμι, «δεν είναι λίγο μία... Δεν είναι λίγο της κλειδαρότρυπας;». Δηλαδή, όλο το σενάριο έχει να κάνει με το stalking που κάνει αυτός ο τύπος σε αυτήν, δηλαδή, που την παρακολουθεί συνέχεια, που... Οπότε γιατί να μην είναι όλο POV, γιατί να μην είναι όλο υποκειμενικό; Και να παίξω εγώ, που στο κάτω-κάτω, το σώμα μου ακόμα κάπως ακόμα ήτανε νεανικό και δεν χρειάζεται να φαίνεται το κεφάλι μου, αφού ούτως ή άλλως όλο θα είναι από τα μάτια μου, δηλαδή θα βλέπει το μάτι μου, ό,τι βλέπει το μάτι μας, από τον εαυτό μας, πόδια, χέρια, ξέρω 'γω, πούτσος παίζει, παίζει πολύ έντονα, αλλά δεν βλέπουμε τον εαυτό μας, άρα αν είναι όλο υποκειμενικό... Και δεν έσπασε ούτε μια στιγμή το υποκειμενικό, γιατί είχανε γίνει κι άλλες ταινίες, που όμως κάποια στιγμή ο σκηνοθέτης το σπάει το υποκειμενικό, εκεί δεν έσπασε καθόλου, για ευνόητους λόγους, γιατί ήθελε μία νέανση, βρε παιδί μου. Ναι.
Ποια ερμηνεία είναι η αγαπημένη σου από όλες...
Το Ένα τραγούδι δεν φτάνει, Ένα τραγούδι δεν φτάνει. Εκεί έκανα και τη μουσική, δεν είμαι μουσικός, δηλαδή είμαι, ξέρω 'γω, εκείνη την εποχή έγραφα τραγούδια... Γιατί είχε χαλάσει το... Την εποχή που έγινε το Ένα τραγούδι δεν φτάνει και λίγο πριν, είχα ένα αυτοκίνητο –νομίζω πως ήτανε το Renault το 5– και είχε χαλάσει το κασετόφωνο και το ραδιόφωνο, οπότε δεν μπορούσα να ακούσω μουσική πηγαίνοντας στο στάβλο, οπότε τραγούδαγα, τραγούδαγα, τραγούδαγα και τραγουδώντας, τραγουδώντας, τραγουδώντας, άρχισα να σκέφτομαι μουσικές και να γράφω τραγούδια. Και μου πήρε... Α, και πήγαινα, τώρα, αυτό για να μην τα ξεχάσω, μετά πήγαινα στη μητέρα μου, που είναι σολίστ πιάνου, και της τα σφύραγα και μου τα 'παιζε στο πιάνο, οπότε ήξερα και ποιες νότες, πού, πώς πάει, ας πούμε, ήξερα ότι δεν θα... Έχει καταγραφεί, τέλος πάντων, και ότι δεν θα το ξεχάσω. Και μετά η Ελισάβετ μού πήρε και ένα δημοσιογραφικό μαγνητοφωνάκι και, όταν μου ερχόταν η έμπνευση, τα ηχογραφούσα. Και έγραψα καμιά σαρανταριά τραγούδια, ξέρω 'γω, και κάτι μουσικές και οπότε, όταν γυρίσαμε το Ένα τραγούδι δεν φτάνει, συμφωνούσαμε στο τι θέλαμε να είναι η μουσική. Οπότε εμένα ο παιδικός μου φίλος είναι ο Μανώλης ο Αγγελάκης, των «Illegal Operation» και των «Appalachian Cobra Worshipers», ο οποίος είναι εξαιρετικός μουσικός, και κάναμε τη μουσική μαζί. Και είχε φοβερή πλάκα γιατί, ξέρω 'γω, ερχόντουσαν και παίξανε και πολύ καλή μουσική, ας πούμε, είναι η τελευταία ηχογράφηση της Μελίνας της Καρακώστα, που πέθανε σε πρόβα στο Μέγαρο από καρδιακή προσβολή και κοντραμπασίστρια. Και, τέλος πάντων, τους σφύραγα τα μέρη τους. Φαντάζομαι ότι αυτό είναι κάτι, κάπως novel. Κάποιος να σφυρίζει τα διαφορετικά μέρη του κάθε οργάνου, αντί να τους έχει δώσει μία παρτιτούρα ή, εν πάση περιπτώσει, να μπορεί να το παίξει με ένα τρόπο, ρε παιδί μου, σε μια κιθάρα και... Ναι. Ναι, γιατί είχε πολύ ενδιαφέρον αυτό, γιατί αυτές οι μουσικές, από τη στιγμή που σφύριζα τη μελωδία στο κασετοφωνάκι αυτό το δημοσιογραφικό, μετά το 'βαζα να παίζει και έκανα τις αρμονικές, οπότε εκεί υπήρχαν και οι αρμονικές, δηλαδή που πολλές φορές ένα... Γιατί ήταν μεγάλη η ορχήστρα, όχι πολύ μεγάλη, αλλά μεγάλη όμως. Για τη μουσική, για το Ένα τραγούδι δε φτάνει. Ναι, είχε, είχε, είχ[00:25:00]ε, είχε ενδιαφέρον, αλλά, νομίζω, στο Ένα τραγούδι δεν φτάνει τα γυρίσματα ήταν απίστευτα, είχα περάσει τέλεια, γιατί ήτανε σαν μουσικοχορευτικό, είχε πάρα πολλά τραγούδια, είχε, είχε, είχε, είχε, είχε. Αλλά όταν πια τελείωσε και ήμασταν πια στο post-production και έμεινα με το Μανώλη, τι να πω, χτυπάγαμε δωδεκάωρα κάθε μέρα για κάνα-δυο μήνες στο στούντιο, που ήταν πληρωμένο το στούντιο, από τον Λαμπρόπουλο, και γράψαμε τη μουσική, που τη γράψαμε πρώτα στο συνθεσάιζερ, δηλαδή, για να γίνει ενορχήστρωση, τέλος πάντων, με ψεύτικα όργανα, και μετά φωνάζαμε έναν-έναν τους μουσικούς και κάνανε το... Παίζανε το δικό τους κομμάτι. Αυτό ήταν μία από τις ωραιότερες εμπειρίες που έχω ζήσει ποτέ.
Το οποίο με φέρνει στη μουσική honky tonk και όλη την κουλτούρα του γουέστερν, που εσύ έχεις μια πολύ μεγάλη σχέση με όλο αυτό.
Ναι.
Πώς δημιουργήθηκε αυτή η...
Τίποτα, αυτό, από πολύ μικρός, πολλά, πολλά, πολλά καουμπόικα, βρε παιδάκι μου, πολλά καουμπόικα και μάλιστα καουμπόικα ως απωθημένο, διότι ήταν όλα ακατάλληλα δια ανηλίκους. Οπότε εγώ είδα καουμπόικο πολύ αργότερα, διότι για κάποιο περίεργο λόγο, τα καουμπόικα θεωρούνταν... Παίρνανε πάντα rating 18 και άνω. Και, ίσως, τι να πω, άμα ήταν αμερικάνικα καουμπόικα να μην το... Αλλά επειδή τότε ήταν και πάρα πολύ έντονο το σπαγγέτι γουέστερν που έχει τρομερή βία και έναν κυνισμό, ίσως για αυτό οι λογοκριτές να αποφασίζανε ότι είναι άνω των 18 να το δει. Οπότε θυμάμαι, ας πούμε, ότι... Γιατί το μόνο που μπορούσα να δω, και δεν είχαμε και τηλεόραση όταν ήμουν παιδί, αλλά πήγαινα στον παππού μου, ας πούμε, και έβλεπα. Και θυμάμαι την Bonanza, το Lone Ranger, το High Saparal, όλα αυτά τα σίριαλ, τα αμερικάνικα. Αυτοί ήτανε το μόνο που είχα ζήσει σε σχέση με γουέστερν, αλλά ήτανε ένας μεγάλος μύθος μέσα στο μυαλό μου. Έπαιρνα το ποδήλατό μου, ας πούμε, και πήγαινα σε όλα τα καλοκαιρινά, για να δω απέξω... Γιατί εκείνη την εποχή τώρα, τέλη του '60 και αρχές του '70, ήταν πολύ έντονο πράγμα, δεν είναι σαν τώρα που βγαίνει ένα γουέστερν κάθε δεκαετία ή κάθε πέντε χρόνια. Τότε ήταν ένα από τα κύρια είδη, οπότε, ας πούμε, ξέρω 'γω, στα δέκα θερινά σινεμά, τα τρία μπορεί να παίζανε γουέστερν, οπότε πήγαινα απέξω, και το θυμάμαι πάρα πολύ έντονα αυτό, ότι από τις εικόνες, τέλος πάντων, απέξω απ' το σινεμά, έφτιαχνα απίστευτες ιστορίες, γιατί αυτά ήτανε μεμονωμένα pics, οπότε η ιστορία μπορούσε να είναι τα πάντα, τα πάντα. Δηλαδή δεν ήτανε φυλακισμένη μέσα σε μία ιστορία, δηλαδή, το τι... Η εικόνα του Clint Eastwood, ας πούμε, με το serape του, ξέρω 'γω, δεν ήταν απαραίτητο να ανήκει στο συγκεκριμένο στόρι του Καλός, κακός και άσχημος ή του Για μια χούφτα δολάρια ή δεν ξέρω εγώ τι. Θα μπορούσε να είναι τα πάντα, ήτανε, με ένα τρόπο, η έννοια του Ουέστ, για αυτό ήταν μεγάλη απογοήτευση για μένα, όταν πήγα πρώτη φορά και είδα ταινία, γιατί ξαφνικά αυτό το άπειρο, οι άπειρες δυνατότητες, περιορίστηκαν σε μία, στην ιστορία που εκείνη τη στιγμή αποτυπωνόταν στο πανί.
Το πρώτο σου άλογο πότε το... Σε ποια ηλικία...
Το πρώτο άλογο, νομίζω 16 χρονών.
Πώς ήταν;
Δεν ήμουνα καλός ιππέας τότε θυμάμαι ότι δεν μπορούσα να το σταματήσω με τίποτα, ήταν ένας Άραβας επιβήτορας, είχανε βγει τότε τα αραβικά απ' τον ιππόδρομο, γιατί τα αραβικά άλογα εμείς τα εισάγαμε, ενώ τότε είχαν αρχίσει να φτιάχνουνε τα πρώτα εγγλέζικα καθαρόαιμα εδώ, σε κέντρα ιπποπαραγωγής, τέλος πάντων, γιατί... Θυμάμαι, δηλαδή τα αραβικά, ας πούμε τις φοράδες, τις στέλνανε στειρωμένες. Οπότε ο ιππόδρομος έκοψε τα αραβικά, τα οποία πουλήθηκαν στους στάβλους και στα κέντρα ιππασίας και τα λοιπά και τα λοιπά. Εκεί, λοιπόν, αγόρασα τον Σεΐχη. Και όταν ξεκίναγε να καλπάζει, έκανε ένα, δύο, τρία καλπαστικά και μετά ήξερα, είχε φύγει, είχε δαγκώσει το χαλινάρι και άντε γεια. Δεν μπορούσα, δηλαδή, δεν είχα την τεχνική να τον σταματήσω, απλώς προσπαθούσα να κρατιέμαι. Και θυμάμαι, επειδή τον είχα τότε σε ένα στάβλο στη Δροσιά, που ένας μεγάλος, μακρύς διάδρομος έφτανε στη λεωφόρο και ξεκίναγε ο Σεΐχης και κροσάραμε τη λεωφόρο και περνάγαμε απέναντι και συνεχίζει να καλπάζει, απλώς έκανα το σταυρό μου να μην περνάει φορτηγό εκείνη την ώρα. Βέβαια, μετά, αγόρασα το δεύτερο άλογο, τον επόμενο χρόνο και για κάποιο λόγο, που δεν έχει σημασία, είχα αφήσει τον Σεΐχη, είχα αγοράσει μια φοράδα και μετά ξαναπήρα τον Σεΐχη και μετά, ξαναπαίρνοντας τον Σεΐχη, πλέον τον ήλεγχα, δηλαδή ξεκινήσαμε ένα καλπασμό και παπ! Εκεί που τον ήθελα, μπορούσα να τον κρατήσω και να σταματήσει. Και λέω: «Κοίτα...». Γιατί όλο... [00:30:00]Η γνώση είναι ένα μαγικό πράγμα, δεν παίρνεις χαμπάρι πώς με έναν υποδόριο τρόπο μπαίνει μέσα σου, δηλαδή δεν είναι ότι ξυπνάς ένα πρωί και λες: «Α εγώ τώρα ξέρω μαθηματικά», ή εγώ ξέρω το τάδε. Με ένα τρόπο αυτό το πράγμα δουλεύεται, δεν το παίρνεις χαμπάρι, είναι πάρα πολύ μυστήριο. Δεν ξέρω, δεν ξέρω, αυτό το πράγμα, γιατί το βλέπω τώρα που είμαι και δάσκαλος κιόλας πώς γίνεται, αλλά το βλέπω και απ' τα παιδιά μου, ότι δεν βλέπεις τη διαδικασία που ακολουθεί η γνώση για να εγκατασταθεί μέσα σου, απλώς κάποια στιγμή εμφανίζεται. Ε, τι να πω.
Τι απέγινε ο Σεΐχης;
'Ντάξει, τώρα μιλάμε για το '70κάτι... Πέθανε. Όπως και η άλλη, η Αφροδίτη, η φοράδα πέθανε, μετά πήγα στην Αμερική... Όχι, τη φοράδα την πούλησα, oh yeah, ναι, την πούλησα τη φοράδα.
Στην Αμερική;
Στην Αμερική πήγα γιατί... Εγώ κατέβηκα τη σκάλα της επιτυχίας. Λοιπόν... Έλεγα λοιπόν, στην ερώτηση πώς βρέθηκα στην Αμερική, ότι άλλα όνειρα είχε για μένα η μαμά μου. Αλλιώς τα 'φερε η ζωή. Γιατί εγώ κατέβαινα τη σκάλα της επιτυχίας. Ας πούμε, ήμουνα στο κολλέγιο και έδωσα εξετάσεις, εκείνη την εποχή το κολλέγιο που ήτανε «άνδρας τρέφον», ήτανε αρρένων, δεν είχανε μπει κορίτσια και τέτοια. Και δεν υπήρχε πρώτη, δευτέρα και τρίτη δημοτικού, έδινες εξετάσεις το καλοκαίρι, μεταξύ τρίτης δημοτικού και τετάρτης, και έμπαινες... Η πρώτη τάξη στο κολλέγιο ήταν η τετάρτη δημοτικού. Και πέρασα τέλος πάντων, μπήκα. Και μετά τα 'κανα πουτάνα όλα, οπότε, στο λύκειο, πήγα στον Παναγιωτόπουλο. Στον Παναγιωτόπουλο, βέβαια, ήτανε που μπήκα στο «Ρήγα Φεραίο» και μετά είχα αρχίσει να βγάζω και κάτι see-through γένια και τέτοια, αλλά τα θεωρούσα μεγάλη επαναστατική, πώς-το-λένε, δήλωση, ας πούμε, κάπως, της αριστεροσύνης μου. Και, όταν μου είπανε ότι έπρεπε, αν θέλω να επιστρέψω στο σχολείο μεταξύ δευτέρας λυκείου και τρίτης, πρέπει να ξυριστώ, εγώ είπα: «Όχι». Οπότε με διώξανε και από κει. Α, με διώξαν απ' το κολλέγιο, λοιπόν, με διώχνουνε και απ' τον Παναγιωτόπουλο, πάω στο λύκειο Βάσκα. Στο λύκειο Βάσκα, λοιπόν, ήταν η τελευταία τάξη η τρίτη λυκείου που, τότε, στην τρίτη λυκείου, οι των ιδιωτικών σχολείων, έδιναν σε επιτροπή του δημοσίου για να πάρουνε... Εκεί τους έγραψα ένα ποίημα στις εξετάσεις, στο τέλος, και σηκώθηκα και έφυγα. Και έγινα φρίκουλας και ροκ εντ ρολ και ναρκωτικά και τέτοια. Και λέω: «Τι να το κάνω εγώ το σχολείο, τι σχολείο τώρα και... Αυτά τα καταπιεστικά, τα έτσι». Και, τέλος πάντων, επείσθην να πάω να δώσω. Ένα από αυτά τα ιδιωτικά σχολεία, τέλος πάντων, που πλήρωνες κάτι και σου δίναν ένα απολυτήριο, οπότε έχω απολυτήριο. Έχω απολυτήριο λυκείου! Με 11 και 11/13, νομίζω είναι ο βαθμός μου του απολυτηρίου. Οπότε μετά είχα μία περιπέτεια, η οποία κράτησε... Μετά το 'ριξα στην πρέζα. Οπότε όταν έκοψα την πρέζα, προσωρινά, και είχα πάθει ηπατίτιδες και διάφορα τέτοια πράγματα, μετά άρχισα να ξαναστρέφομαι λίγο στα πιο ακαδημαϊκά πράγματα και ήθελα να σπουδάσω. Οπότε έδωσα Τoefl και πήρα πολύ υψηλή βαθμολογία, απλώς το μόνο πράγμα που είχα πει στους γονείς μου είναι ότι: «Οκ, εγώ θέλω να σπουδάσω και θα πάω στην Αμερική να σπουδάσω», υπό την προϋπόθεση ότι αυτή η Αμερική θα είναι η καουμπόικη η Αμερική, δηλαδή θα 'ναι η Arizona ή το New Mexico ή το Τέξας. Εκείνη την εποχή, τόσα ήξερα, τόσα... Τι να πει κανείς; Εν πάση περιπτώσει... Η νεότης... Λοιπόν, τέλος πάντων, έτσι βρέθηκα στο πανεπιστήμιο στο Phoenix και, εν τω μεταξύ, ακριβώς επειδή, ξέρεις, το παιδί το απολωλός, το πρόβατο, και το αυτό και τα λοιπά και τα λοιπά... Οπότε θέλανε να μου κάνουνε και τα χατίρια, σου λέει: «Δεν πειράζει, μπήκε στο πανεπιστήμιο, έχει μια διαδρομή τώρα με πρέζες» και με έτσι και τα λοιπά και τα λοιπά και τα λοιπά και τα λοιπά και τα λοιπά. Και εφόσον μπήκε στο πανεπιστήμιο, ας του κάνουμε το χατίρι, θα τον βοηθήσει και στα αγγλικά του, να πάει να κάνει ένα course στην Αγγλία για προπονητές ιππασίας. Και έτσι επισημοποιήθηκε λίγο το ιππικό κομμάτι, στο Βritish Horse Society. Οπότε, πριν πάω στην Αμερική, θέλω να πω, πήγα στην Αγγλία και έκανα αυτό το course για προπονητές. Και μετά πήγα στο Phoenix της Arizona, το οποίο ήταν εμπειρία, εντάξει. Βέβαια, εκείνη την εποχή, γιατί, ξέρεις, όταν είσαι τέτοιο πράγμα, αντιδραστικό στοιχείο... Όλη μου τη ζωή, στο σχολείο, με φωνάζαν «Αριζόνα», είχα φτιάξει και ένα... Σε μια εκδρομή με άλογο, τέλος πάντων, πάνω στην Πάρνηθα, είχε έρθει και ένας φίλος μου με ωτοστόπ και μου έκανε έναν κάκτο, που τον έχω ακόμα και με ορίζει με έναν τρόπο, ένα tattoo. Τattoo κανονικό, όχι από πάνε στα αυτά, εκεί, τα tattoo places... Είχε αυτός κάτι βελόνες και μελάνια και, τέλος πάντων, το έκανε εκείνη την ώρα, μεταξύ[00:35:00] ουισκιού και της φωτιάς που έκαιγε και το άλογο να βόσκει τριγύρω. Έκανε έναν κάκτο, ο οποίος είχε και ένα κόκκινο ήλιο, που ήταν όμως πολύ αραιό το μελάνι που είχε, το κόκκινο, και έτσι αυτό σβήστηκε. Είχε ένα περίγραμμα ενός ήλιου, πίσω απ' τον κάκτο, το οποίο έφυγε και έχει μείνει ο κάκτος μόνο, ιδιαίτερα καλοσχεδιασμένος, θέλω να πω. Δεν μετάνιωσα ποτέ που τον έχω, για αυτό, ας πούμε, έλεγα στον γιο μου και σε όλα τα παιδιά που τους κάνω μάθημα ότι: «Κάντε όσα tattoo θέλετε, αρκεί, με έναν τρόπο να σας ορίζει, να μην είναι η σαχλαμάρα της στιγμής». Αυτό. Τέλος πάντων, πήγα στην Αμερική, εκείνη την εποχή λοιπόν... Για αυτό, the grass is greener on the other side of the fence. Εκείνη την εποχή, ήμουνα και αυτό που λέμε, ρε παιδί μου, εντός εισαγωγικών, κουλτουριάρης, δηλαδή, ήθελα Ευρώπη, ήθελα τον Fellini, στα αρχίδια μου εμένα τότε... Και δεν το 'ξερα κιόλας. Το κακό είναι ότι βεβαίως, ως νέο παιδί, και παιδί και adolescent, τέλος πάντων, έβλεπα... Ήμουνα φανατικός του σινεμά. Λίγο Tarantino έβλεπα, τη μεγαλύτερη πατάτα, ως το μεγαλύτερο αριστούργημα. Έμπαινα, πολλές φορές πήγαινα back-to-back, δηλαδή έμπαινα στο ένα σινεμά και μετά έβγαινα και στην άλλη προβολή πήγαινα στο διπλανό. Οπότε τα έχω δει όλα, έχω δει όλο τον κατάλογο των έργων καράτε, και όχι Bruce Lee τώρα και πράσινα άλογα, κάτι τρελά, άσχετους ο Wang Yu. Ξέρετε ποιος είναι ο Wang Yu; Λοιπόν, Wang Yu. The one-armed boxer and the guillotine of death. Λοιπόν, εν πάση περιπτώσει. Αλλά, παρόλα αυτά, μετά από την ηλικία των 16-17 και τα λοιπά και τα λοιπά και τα λοιπά, μπήκε πολύ έντονα στη ζωή μου όλος ο καινούργιος κινηματογράφος, ο Godard και ο Truffaut και ο Fellini και ο Antonioni και ο Visconti και τα λοιπά και τα λοιπά και τα λοιπά, οπότε για μένα αυτό ήτανε το κέντρο. Οπότε πηγαίνοντας στην Αμερική, έβλεπα μόνο καουμπόηδες, δηλαδή, λίγο πριν, λίγα χρόνια πριν, θα ήταν το μόνο που θα 'θελα να βλέπω, αλλά όταν πήγα εκεί και το μόνο που έβλεπα ήταν Ινδιάνοι και καουμπόηδες, ήθελα να βλέπω τον Visconti, τον Helmut Berger στους Καταραμένους. Ε, αυτά είναι. Ναι.
Πόσα χρόνια έκατσες;
Όχι, όχι, ένα χρόνο, ένα χρόνο, αλλά ήταν ένας χρόνος πολύ γεμάτος, δηλαδή δεν έχει σημασία τόσο πολύ... Ξέρεις, μερικές φορές, έχω την εντύπωση ότι ο μόνος λόγος... Είναι το αντίθετο από αυτό που λένε πολλοί και ίσως έχει ενδιαφέρον ως σκέψη και εγώ την καταθέτω. Μερικές φορές νιώθω ότι το παρόν έχει σημασία μόνο για να γίνει παρελθόν και να εξωραϊστεί. Δηλαδή το παρόν από μόνο του δεν έχει τόσο πολύ μεγάλη σημασία, όμως επειδή ένα απ' τα ισχυρότερα πράγματα και ίσως το μοναδικό πράγμα που μένει στον άνθρωπο είναι η μνήμη, έστω και παραποιημένη, δεν έχει σημασία, η μνήμη, αυτό που ζει κάποιος μες το κεφάλι του για πράγματα που πέρασαν. Ας πούμε, τώρα για μένα, η Αμερική και ό,τι έζησα εκεί, με έχει οπλίσει απίστευτα και έχει πάρει μία διάσταση που κατά πάσα πιθανότατα δεν την ένιωθα τότε, αλλά αυτή έπαιρνε ρίζες μέσα μου, δηλαδή, τα ατελείωτα ταξίδια, γιατί την έκανα κιόλας με Greyhound Bus, δηλαδή όλα αυτά τα πράγματα που βλέπουμε στο σινεμά, ξέρω 'γω, Greyhound Bus, τέσσερις μέρες από το Seattle στη Νέα Υόρκη, με μια γκόμενα που είχα, τη Ρέα, είχα πάει να τη βρω στο... Φύγαμε απ' το πανεπιστήμιο, έκλεισε το πανεπιστήμιο. Πήγαμε να παντρέψουμε έναν φίλο μου, τον Στιβ Ζουκόφσκι στο Βoise του Idaho. Ταξιδέψαμε από το Phoenix στο Βoise του Idaho, δηλαδή περάσαμε όλη τη βόρεια Arizona, περάσαμε στη Utah, περάσαμε τη Utah και μπήκαμε στο Idaho. Λοιπόν, εκεί ταξιδεύαμε με ένα 357 Magnum, Smith & Wesson στο glove compartment και ένα 38 Special, Smith & Wesson και αυτό. Και ζεις μια κουλτούρα που δεν... Ας πούμε τους bikers. Σταματάς σε κάτι diners στη μέση του πουθενά, σε μια απέραντη πεδιάδα που δεν έχει... Που ο ορίζοντας δεν τελειώνει πουθενά, που τελειώνει εκεί που κάνει την κλίση η γη, γιατί είναι στρογγυλή, παρεμπιπτόντως, και έτσι δεν μπορείς να δεις παραπέρα. Λοιπόν, αυτό δεν είχα ποτέ την εμπειρία να τα δω, ξέρω 'γω, στην Ευρώπη ή στην Ελλάδα, δηλαδή αυτό το πράγμα ενός ορίζοντα που περιμένει πότε θα κάνει την κούρμπα η γη για να εξαφανιστεί. Δηλαδή, συνήθως το κόβει κάτι, ρε παιδί μου, δηλαδή συνήθως το κόβει ένας λόφος. Πού; Τίποτα. Εκεί τίποτα. Α, το όποιο κάνει και τον ουρανό τεράστιο, βέβαια, δηλαδή τον κάνει... Είναι ένας θόλος, είναι όπως... Πω πω! Πραγματικά, αν φανταστείς μία πιατέλα, που έχει μέσα ένα κοτόπουλο, ας πούμε, ψητό και, όπως το φέρνουνε στα πολύ καλά εστιατόρια, έχει από πάνω ένα καπάκι, αυτός είναι ο ουρανός στην Αμερική. Γιατί είναι φλατ η πιατέλα, έτσι; Φλατ η πιατέλα και από πάνω μπαπ, το καπάκι. Και εκτείνεται, ξέρεις, [00:40:00] from... Πώς το λέει, «from sea to shining sea America, Αmerica» και τα λοιπά. Τέλος πάντων, αφού παντρέψαμε, λοιπόν, το φίλο μου, τον Στιβ Ζουκόφσκι, ήτανε μία κοπέλα που την ήξερα και είναι ακόμα φίλη μου και είχε φύγει απ' την Ελλάδα, που τα είχαμε, και ζούσε το Seattle. Και έτσι πήρα το Greyhound Bus, πήγα πρώτα στο o Portland του Oregon και από το Portland, στο Seattle. Και εκεί πέρα έμεινα σπίτι της Ρέας και πήραμε μαζί το Greyhound, που είναι coast-to-coast, Seattle, Ειρηνικός, Νέα Υόρκη, Ατλαντικός και το κάναμε, θυμάμαι... Ε, αυτό είναι, ρε παιδί μου, να 'σαι νέος. Σκεφτόμουνα, τώρα θα μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο, τώρα στα 61; Μάλλον όχι. Γιατί υπάρχουν άλλα θέματα. Ας πούμε, θυμάμαι, σταματάγαμε... Δεν θυμάμαι, είχαμε κάνει ντους; Όχι. Τώρα θα 'θελα να κάνω ένα ντους. Πού κάναμε κακά μας; Δεν ξέρω, δεν θυμάμαι, θυμάμαι όμως ότι λογικά θα πρέπει... Δεν μπορεί, τέσσερις μέρες κάνει αυτό το ταξίδι. Λοιπόν. Κοιμόμασταν ο ένας πάνω στον άλλο, στις θεσούλες μας, εκεί στο... Πώς-το-λένε. Ωραίο ήταν. Και μετά μείναμε καμιά βδομάδα στη Νέα Υόρκη και μετά ήρθαμε πίσω στην Ελλάδα. Και πήγαμε στην Αμοργό. Ναι. Λοιπόν όλα αυτά, τέλος πάντων, για να γυρίσω, γιατί ξεφεύγουν οι παραπόταμοι από δω και από κει... Ένα μεγάλο ταξίδι στο Μεξικό που κάναμε, ήμασταν στο αυτοκίνητο, μια Ford Mustang, σημαδιακό, Ford Mustang. Φύγαμε απ' το Phoenix και φτάσαμε στο Acapulco και κάναμε... Θα πρέπει να είναι 3.000 χιλιόμετρα αυτό κάτω. Και κατεβήκαμε πρώτα τη Sonora, όχι, ναι, από την Nogales περάσαμε, κατεβήκαμε τη Sonora, φτάσαμε στο Hermosillo, μπήκαμε στη Sinaloa, αν ήξερα τότε, τι είναι η Sinaloa σήμερα, που λέει ο Pérez-Reverte ότι είναι το κέντρο, παιδάκι μου, των καρτέλ, το κέντρο των καρτέλ, το Culiacán. Και μετά Guadalajara, Mexico City, μείναμε στο Mexico City, και μετά πήραμε το δρόμο, είναι ένας φιδογυριστός δρόμος εκεί, που κατεβαίνει απ' τα βουνά του Μεξικού, για το Acapulco. Ε, όλα αυτά, τέλος πάντων, είναι πράγματα, τα οποία μπορεί τη στιγμή που συνέβαιναν, να μη σήμαιναν πάρα πάρα πάρα πολλά, αλλά κάπως έτσι χτίζεται η προσωπική μυθολογία του καθενός.
Και από κει, στην Άγκυρα...
Αυτό έγινε πολύ αργότερα, πια ήμουνα... Όχι, αυτό έγινε πολύ αργότερα, κάποια στιγμή, λοιπόν, εντάξει, τελείωσα το πανεπιστήμιο, με την Ελισάβετ ήμασταν από το σχολείο μαζί, 16 χρονών, αλλά μετά, είχε εκείνη τη ζωή της, εγώ τη ζωή μου και μπούρου-μπούρου, μπούρου-μπούρου, αλλά ξαναβρεθήκαμε, όταν ήμουνα 27 και εκείνη 27 και είπαμε: «Αυτό είναι». Και παντρευτήκαμε, και τα φτιάξαμε και παντρευτήκαμε. Τότε, με είχε δεχτεί το Ιόνιο στην Τουρκολογία, ο Κονόρτας, ο καθηγητής. Και σε αυτό το πλαίσιο ήθελα να κάνω τότε τον απονομαδισμό της οθωμανικής αυτοκρατορίας και την αντίδραση των τουρκομάνων ομάδων. Ε, και εκεί πέρα πήγα στην Άγκυρα. Και ήταν άλλη εμπειρία και αυτό, δηλαδή, τη λάτρεψα την Τουρκία, ναι. Αλλά αυτό έγινε πολύ αργότερα, δηλαδή ήμουνα ήδη 30κάτι, δηλαδή ήμουνα 32, ξέρω 'γω, νομίζω ή το '93 πήγα στην Άγκυρα ή το '94. Και επειδή τα πράγματα πάντα είναι... Τυχαία γίνονται τα πράγματα σε αυτή τη ζωή. Βεβαίως είχα το δίπλωμα του προπονητή ιππασίας, βεβαίως ίππευα μια ζωή. Και όταν γύρισα από την Αμερική, αγόρασα κι άλλο άλογο, αλλά... Και είχα αρχίσει να δουλεύω στα άλογα, αλλά τελείως περιστασιακά. Το '93, δεν θυμάμαι, γυρνώντας από την Άγκυρα νομίζω, με πήρανε ως αναπληρωτή καθηγητή στο... Ποιο είναι, το πέμπτο είναι; Ποιο είναι, ρε, στον πεζόδρομο, πάνω από την Ασκληπιού; Στον πεζόδρομο, τέλος πάντων, δεν θυμάμαι τώρα. Και δίδασκα αγγλικά, γιατί τελικά τελείωσα εδώ τη φιλοσοφική, την αγγλική φιλολογία. Λοιπόν. Οπότε, δίδαξα τα παιδιά, αλλά δεν μπορούσα να ταυτιστώ με το ρόλο, καθόλου. Ήμουνα με τα παιδιά, δηλαδή. Θυμάμαι, ως επιτηρητής, στις εξετάσεις στο τέλος... Δίνανε, θυμάμαι, αυτό το θυμάμαι πολύ συγκεκριμένα, αυτό, θρησκευτικά, ήμουνα εγώ επιτηρητής, δεν καταλάβαινα γιατί πρέπει κάποιος να διδαχθεί θρησκευτικά, δεν το καταλάβαιναν και εκείνα. Τους λέω: «Λοιπόν, εγώ θα φυλάω τσίλιες τώρα απέξω, εσείς αντιγράψτε». Και αντιγράφουν, λοιπόν, και στο τέλος τους λέω: «Τώρα γράψτε μου και μια έκθεση τώρα για τα αγαθά της συνεργασίας». Τέλος πάντων, αυτό ήταν και όταν μου είπαν να ξαναγυρίσω τους λέω: «Δεν με ενδιαφέρει να ξαναγυρίσω σαν καθηγητής λυκείου», ξέρω 'γω, τι ήταν αυτό, γυμνασίου, λυκείου, δεν θυμάμαι. Οπότε πήγα και έπιασα μόνιμη δουλειά στο στάβλο που είχα το άλογό μου, είχα εν τω μεταξύ... Α, όχι, βέβαια, είχα ξεκινήσει– Τέλος πάντων, δεν έχει σημασία, σημασία έχει όμως ότι, έκτοτε, είμαι πια προπονητής ιππασίας, μόνιμο[00:45:00]ς, και με ένα τρόπο έγινε ως αντίδραση στο να γίνω καθηγητής σχολείου.
Ποιο είναι ένα δραματικό πράγμα που έχεις ζήσει στο στάβλο, ας πούμε, έχεις παρευρεθεί σε κάποια σφαγή αλόγου...
Έχω δει άλογα να πεθαίνουνε πολλά, που τα πυροβολάνε κιόλας, θέλω να πω, δηλαδή, ή πολύ γέρικα άλογα και τέτοια, ναι. Κοίτα αγαπάω τα ζώα, γενικά, δεν είναι... Λατρεύω τα άλογα. Εντάξει, δεν το συζητάμε, αλλά, ας πούμε παλιά... Τώρα δεν τρώω κρέας, δεν τρώω κρέας από το '11, νομίζω, γιατί είχε το... Ναι, το '11 ήτανε. Υπήρχε ακόμα η «Ελευθεροτυπία» και στο κυριακάτικο το περιοδικό, το «Έψιλον»... «Έψιλον», έτσι δε λεγότανε; Νομίζω. Είχε ένα καταπληκτικό ρεπορτάζ από τα σφαγεία και ήτανε και πολύ έξυπνος η δημοσιογράφος που το 'κανε ή ο ρεπόρτερ, δεν ξέρω. Και είχε πάρει συνέντευξη από έναν σφαγέα και έλεγε ο σφαγέας: «Ρε παιδιά, δεν είμαι διαφορετικός από σας. Αλλά το αίμα σε μεθάει και, μετά από τόσες σφαγές, σε τρελαίνει το αίμα και άμα με κοιτάξει περίεργα ένα γουρούνι, του κόβω τη μύτη ή του βγάζω το μάτι ή μια αγελάδα...». Εντάξει, δεν θέλω να μπω σε λεπτομέρειες, αλλά ήταν εξαιρετικό το άρθρο, το οποίο... Είπα: «Δεν θέλω να έχω καμία σχέση με αυτό το πράγμα». Και μάλιστα ειδικά με αυτό το μαζικό, δηλαδή... Καταλαβαίνω πως ο θάνατος είναι μέσα στη ζωή, αλλά τουλάχιστον, λέω, να μην υπάρχει αυτό το Άουσβιτς και το Νταχάου, δηλαδή, αυτή η μαζική σφαγή που κάνει το ζώο, το συγκεκριμένο, να πάψει να έχει όνομα. Δηλαδή, σε ένα χωριό, ας πούμε, ίσως, ένα κατσίκι είναι η Ευτέρπη. Και σφάζει, λοιπόν, ο πώς-τον-λένε την Ευτέρπη. Και φαντάζομαι ότι ο κάθε Εβραίος, άνθρωπος, που πέθανε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, είχε κάποτε ένα όνομα, τον λέγανε Μπεν Γκουριόν, δεν ξέρω πώς τον λέγανε. Αυτό το πράγμα, το να σταματήσει κάτι να έχει όνομα, είναι τόσο ναζιστικό και δεν αφορά μόνο τρόφιμους στρατοπέδων συγκέντρωσης, ανθρώπους, αλλά και ζώα. Λοιπόν, λέω: «Εγώ με αυτό δεν θέλω να έχω καμία σχέση». Βέβαια, επειδή το ένα φέρνει το άλλο, τώρα δεν θέλω να φάω κρέας ούτε στο χωριό. Και, εν πάση περιπτώσει, στο κάτω-κάτω της γραφής, ο άνθρωπος φτιάχτηκε κάτ' εικόνα και ομοίωση του Θεού. Του το 'πε ο Θεός, ρε παιδιά, του είπε: «Λοιπόν, εγώ δεν τα 'χω κάνει όλα καλά, αλλά για αυτό σε έβαλα εδώ πέρα, για να τα φτιάξεις εσύ». Οπότε το τι λέει η φύση και αν πρέπει το λιοντάρι να τρώει το κατσίκι, το έχω απολύτως χεσμένο για το τι λέει η φύση. Ο άνθρωπος ήρθε εδώ πέρα για να τα διορθώσει αυτά και ελπίζω κάποια στιγμή, ότι το λιοντάρι δεν θα... Υπάρχει ένα καταπληκτικό... Μέσα στην αφέλεια του, το Hollywood και τα λοιπά και τα λοιπά, αλλά θα μου πεις αυτός ήτανε John Huston κιόλας. Λοιπόν στη Βίβλο, η Βίβλος δεν είναι γυρισμένη από τον John Huston; Που έκανε και το ρόλο του...
Cecil De Mille;
Πάντως ο Huston έκανε το ρόλο του Νώε. Και είναι μες την κιβωτό, τέλος πάντων, αυτή η πατριαρχική φιγούρα του John Huston, Νώε, και έρχεται η κόρη του και ταΐζουν, είναι η ώρα του ταΐσματος, και λέει: «Τι θα ταΐσουμε τις τίγρεις;». Kαι λέει: «Γιατί; Τι είναι οι τίγρεις; Κάτι μεγάλα γατιά είναι!». Και παίρνει, όπως έχει αρμέξει τις αγελάδες, παίρνει το γάλα από τις αγελάδες και το δίνει στις τίγρεις. Και όλοι είναι ευχαριστημένοι. Μα, χόρτα τρώνε οι αγελάδες, παίρνουμε το γάλα τους, τρώνε και οι τίγρεις. Δεν είναι ανάγκη να πεθάνει κανένας, τέλος πάντων.
Και, κάπως έτσι, φτάνουμε στα μέσα '90, όπου έγινε η πρώτη συνεργασία σου με τη Χρονοπούλου.
Α μπράβο, ναι, ναι, ναι, ναι, ναι, ναι, ναι ακριβώς, ακριβώς. Μπράβο, πολύ καλό, πολύ καλή παρατήρηση αυτή, γιατί, με κάποιο τρόπο, η μονιμοποίηση στους ιππικούς ομίλους, έγινε με την αρχή του κινηματογράφου, ή περίπου, τέλος πάντων, κάπου εκεί. Ναι.
Εγώ έχω καλυφθεί, σε ευχαριστώ πάρα πολύ.
Ε, παρακαλώ, αν είσαι ευχαριστημένος...
Αυτό το coast-to-coast, γυρνάμε εκεί στην Αμερική. Γιατί αυτό, μετά, άρχισε να παίρνει διαστάσεις... Και βέβαια, όπως σε όλους του είδους μου, είναι όνειρο. Ποιο; Να έχεις ένα αυτοκίνητο, αμερικάνικο, μεγάλο, μακρύ, όχι σαν τα σημερινά, ένα... Μια παλιά Dodge, ρε παιδί μου, δηλαδή, ένα... Ξέρεις. Και να παίζει κάντρι και να διασχίζεις την Αμερική. Το ραδιόφωνο, ας πούμε, να παίζει ή να αλλάζει σταθμούς από πολιτεία σε πολιτεία. Και το ίδιο το είπε και ο καημένος ο Λουκιανός Κηλαηδόνης και έλεγε: «Αυτό είναι το όνειρό μου». Και το είχε πει μεγάλ[00:50:00]ος. Και βλέπω τώρα, όταν το είπε, γιατί προφανώς είμαι πιο νέος από τον Κηλαηδόνη, είχε πει ότι: «Μάλλον δεν θα το κάνω, αλλά ίσως και να μην έχει σημασία». Και λέω και εγώ ότι αυτό ήταν ένα όνειρο, αλλά εκείνο που έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον με το πώς μεγαλώνουμε είναι ότι μερικές φορές νιώθεις ότι έχεις μετατοπιστεί σε σχέση με τα όνειρα που είχες, δηλαδή, ενώ το έχω στο μυαλό μου, ότι θα ήταν πάρα πολύ ενδιαφέρον ένα coast-to-coast με ένα αυτοκίνητο να παίζει κάντρι και με μια γκόμενα δίπλα, έτσι, ώπα της, και να μπαίνεις σε μια πόλη και να μη σταματάς πουθενά κι όλα αυτά που λέει... Εντάξει, τώρα λέω ότι –και ίσως αυτό είχε πει και ο Κηλαηδόνης τότε, ή τουλάχιστον έτσι το καταλαβαίνω– μπορεί και να βαριόμουνα τώρα.