© Copyright Istorima
Istorima Archive
Story Title
Οικοκυρική Σχολή Μυλοποτάμου Κυθήρων: Η διδάσκουσα Μαριέττα Καντιώτου μοιράζεται τις αναμνήσεις της
Istorima Code
12518
Story URL
Speaker
Μαριέττα Καντιώτου (Μ.Κ.)
Interview Date
02/07/2022
Researcher
Ελένη-Ελέσα Κομηνού (Ε.Κ.)
[00:00:00]Καλησπέρα. Θα μας πείτε το όνομά σας;
Ονομάζομαι Μαριέττα Καντιώτου.
Είναι Κυριακή 3 Ιουλίου του 2022. Βρίσκομαι με την κυρία Μαριέττα Καντιώτου στην Χώρα Κυθήρων. Εγώ ονομάζομαι Ελένη-Ελέσα Κομηνού και είμαι ερευνήτρια στο Istorima. Κυρία Μαριέττα, θέλετε να μας πείτε κάποια βασικά στοιχεία για εσάς, για τη ζωή σας;
Πολύ ευχαρίστως. Γεννήθηκα εις την Χώρα Κυθήρων 11/4 του 1938 κι έμεινα και όλη μου τη ζωή, όλη μου η καριέρα έγινε στα Κύθηρα. Δεν εδούλεψα πουθενά αλλού από εδώ. Η οικογένειά μου -είχα έναν αδελφό ακόμα- ήταν καλοί άνθρωποι, όπως ήταν και η πλειοψηφία των ανθρώπων. Και θυμάμαι όμορφα παιδικά χρόνια. Πήγαμε στο… Πήγα εις το Δημοτικό σχολείο των Κυθήρων κι εκεί οι δάσκαλοι προσπαθούσαν ό, τι περισσότερο να δώσουν σε μας τα παιδιά, με αγάπη και ενδιαφέρον. Και μας έπεισαν, μας έκαναν να αγαπήσουμε τα γράμματα. Το ίδιο ήταν και στο Γυμνάσιο στη συνέχεια που επήγα. Είχαμε πολλούς ντόπιους καθηγητάς που μας βλέπανε σαν παιδιά τους πραγματικά. Κι έτσι αγαπήσαμε τα γράμματα και μας ενδιέφερε να προχωρήσομε στην πορεία.
Πώς ήταν τα παιδικά σας χρόνια στα Κύθηρα;
Τα παιδικά μας χρόνια στα Κύθηρα ήταν πολύ όμορφα. Ήμεθα όλοι αθώοι. Όλα τα παιδιά αθώα. Παίζαμε αγόρια και κορίτσια μαζί. Δεν είχαμε κοινωνικές διαφορές, γιατί ήμαστε και μια εποχή που ήτανε μετά τον πόλεμο και αυτό ήτανε... Όλος ο κόσμος δεν είχε άνεση οικονομική, αλλά είχανε μεγάλη καρδιά όλοι οι άνθρωποι και προσπαθούσανε να μασε δώσουνε ό,τι περισσότερο από ιστορίες, από τη συμπεριφορά τους, να μας διδάξουνε ότι πρέπει να αγωνιζόμαστε, να δουλεύομε. Μας παίρνανε σε ελιές, σε θέρο, για να βλέπομε πως βγαίνουνε τα χρήματα. Ήτανε μια ωραία εποχή. Παίζαμε διάφορα παιχνίδια είτε μόνοι μας έτσι με το σχοινάκι, παραδείγματος χάρη, ή ομαδικά με το «Πέρνα-πέρνα, μέλισσα», με την «Πλατάνα». Δεν θυμάμαι τώρα και πολλά. Ήτανε όμορφα χρόνια. Και μέχρι σήμερα, όταν συναντηθούμε, πάντοτε θυμόμαστε όσοι ζούμε... Θυμόμαστε με πολλή έτσι αγάπη τα χρόνια αυτά, που ήτανε μεν δύσκολα, αλλά ήτανε τόσο χαρούμενα κι ευχάριστα για όλους μας.
Καθώς μεγαλώνατε, φαντάζομαι ότι σκεπτόσασταν την επαγγελματική σας αποκατάσταση. Ποια ήταν τα κριτήρια με βάση τα οποία επιλέξατε το επάγγελμά σας;
Ήτανε τότε, για να πας σε πανεπιστήμια γενικά ήταν δύσκολο, διότι αγόραζες και τα βιβλία, δεν ήτανε δωρεάν. Δεν εδίνανε δωρεάν βιβλία και ανάλογα με τις σχολές ήτανε και πανάκριβα τα βιβλία αυτά. Εγώ, μου άρεσε να γίνω δασκάλα του δημοτικού σχολείου, γιατί αυτούς τους ανθρώπους θυμόμουνα με πολλή αγάπη που μας είχανε αγκαλιάσει σαν να είμαστε δικά τους παιδιά. Και ξεκίνησα για αυτό, αλλά στη συνέχεια παρακινήθηκα και πήγα κι έδωσα εξετάσεις στην «Χαροκόπειο Σχολή» όπου κι εκεί… Από εκεί πήρα πάρα πολλά στοιχεία και τελικά ακολούθησα… Έγινα καθηγήτρια οικιακής οικονομίας. Εδούλεψα δεκαπέντε χρόνια σε σχολή επαγγελματική, η οποία είχε δημιουργηθεί στα Κύθηρα το 1945 με την επωνυμία «Αγροτική Μεταβατική Οικοκυρική Σχόλη». ΑΜΟΣ. Έτσι τη λέγανε. Και στη συνέχεια, στα δεκαπέντε χρόνια ήρθε η σειρά μου και διορίστηκα εις το Γυμνάσιο Κυθήρων ως καθηγήτρια οικιακής οικονομίας.
Πείτε μου για τον διορισμό σας.
Εις την Οικοκυρική Σχολή, τα παιδιά ήτανε εσωτερικά, δηλαδή ήτανε και από τα Κύθηρα μαθήτριες… Πρώτα πρώτα, η ηλικία τους ήταν από δώδεκα ως δεκαπέντε ετών. Και ή[00:05:00]τανε και από τα Κύθηρα, από τα Αντικύθηρα και από την Νεάπολη, όπου εκεί δεν είχαν σχολή. Ούτε ήτανε εύκολο. Είχανε μεγαλύτερη δυσκολία, δεν είχαν ούτε γυμνάσιο κι ερχόντουσαν και τα παιδιά του γυμνασίου εις το Γυμνάσιο Κυθήρων. Και εδούλεψα με αυτά τα παιδιά, τα οποία ήταν όλα πρόθυμα, ενθουσιασμένα. Τους άρεσε, γενικά, το περιβάλλον. Είχανε χαρά, γιατί μαθαίνανε πάρα πολλά πράγματα, τα οποία δεν ξέρανε. Ήτανε… Έκαναν όλες τις δουλειές, τις οποίες κάνει μια γυναίκα στο σπίτι. Τότε που έκανε. Μαγείρεμα, σερβίρισμα, καθάρισμα ρούχων, πιάτων. Είχαμε ζώα διάφορα, κότες, χοιρινά, τα οποία μεγαλώναμε και, στη συνέχεια, τα δίναμε εις τον χασάπη, τα έσφαζε και τα… Είχαμε φαγητό από αυτό εις τη σχολή. Επίσης, ζυμώνανε, φουρνίζανε μόνα τους, δηλαδή ανάβανε φούρνο με ξύλα και ζυμώνανε ψωμί και το ψήνανε με αποτέλεσμα, όταν φεύγανε ύστερα από τρία χρόνια, εις τις δουλειές του νοικοκυριού ήτανε πάρα πολύ καλές. Εκτός, όμως, από αυτό, εδιδάσκοντο και χειροτεχνίες. Δηλαδή μαθαίνανε να πλέκουνε, να κεντάνε, μαθαίνανε βελονιές διάφορες, ανεβατό… Ανεβατό, πεταχτή βελονιά, αζούρ. Ό,τι θα χρειαζόντουσαν, για να κάνουνε τα προικιά τους. Επίσης, εμάθαιναν και άλλες βελονιές, τις οποίες δεν ξέρανε, όπως φριβολιτέ. Κάνανε εργόχειρα με τη βελόνα του ραψίματος που ήτανε εξαιρετικά και λεπτά και πάρα πολύ όμορφα με το βελονάκι και… αυτό.
Πότε πρωτοδιοριστήκατε;
Εδιορίστηκα, κανονικά διορίστηκα στις 2 Μαρτίου του ‘61, αλλά επειδή είχε δημιουργηθεί κάποιο πρόβλημα και η προηγούμενη διευθύντρια της Οικοκυρικής Σχόλης έπρεπε να φύγει από τη σχόλη, με πήρε το συμβούλιο της σχολής, όπου ήταν πρόεδρος ο Μητροπολίτης Κυθήρων -τότε ήτανε ο κυρος Μελέτιος Γαλανόπουλος ήτανε υπεύθυνος- και είχε και μέλη, όπως ήταν ο… με μέλη και λοιπά. Και με διορίσανε, αλλά όχι επίσημα, να έχω την εποπτεία των παιδιών αυτών μέχρι να πάρω σειρά να διοριστώ που διορίστηκα στις 2 Μαρτίου. Δηλαδή, από το Σεπτέμβριο του ‘60 που άνοιξε η σχολή μέχρι τις 2 Μαρτίου του ’61, ήμουνα χωρίς διορισμό εκεί. Και δουλεύαμε όλοι σαν να υπάρχει, βέβαια, και διευθύντρια. Ήτανε και δυο άλλες δασκάλες εκεί, η οποία η μια εδίδασκε υφαντική και η άλλη εδίδασκε ραπτική και κέντημα. Και ύστερα από χρόνια, το ‘72, αλλάξανε το όνομα της Οικοκυρικής Σχόλης, το κάμανε «Κέντρο Επιμορφώσεως Νεανίδων Κυθήρων». Και τότε εβάλανε ακόμα και άλλες ειδικότητες. Δηλαδή, είχαμε μια κομμώτρια, η οποία δίδασκε κομμωτική. ‘Ήτανε κάποια κυρία, η οποία ήξερε πλεκτική με τις μηχανές και μαθαίνανε τα κορίτσια αυτά και πολλά νομίζω ότι το εξασκήσανε και στη συνέχεια. Και ως βραβείο, όταν τελειώνανε τα παιδιά, έδιναν διάφοροι, οι οποίοι έκαναν δωρεές να δίνουμε μια μηχανή εις τα παιδιά, για να έχουνε να δουλέψουνε μετά. Και πολλά παιδιά πήρανε μηχανές, χωρίς να κάνουμε επιλογή. Όλες όσες φεύγανε από τη σχολή, παίρνανε και μια μηχανή δώρο. Αλλά δεν κράτησε έτσι για πολλά χρόνια, δυστυχώς, γιατί το 1980 έγινε υποχρεωτική η φοίτησις εις τα γυμνάσια. Εννεαετής. Και τα παιδιά αυτά που ήρχοντο στη σχολή που ήταν από δώδεκα μέχρι δεκαπέντε υποχρεωτικά τα κορίτσια εφύγ[00:10:00]ανε, γιατί έπρεπε να είναι στο Γυμνάσιο με αποτέλεσμα να κλείσει η σχολή το 1980.
Εσείς ποια μαθήματα διδάσκατε στα κορίτσια;
Εγώ εδίδασκα μαθήματα σχετικά με την οικιακή οικονομία. Την αξία των τροφών, το πώς θα διατηρηθούνε, πώς θα γίνει η επιλογή των φρέσκων. Ανέφερα διάφορα κόλπα που κάνουνε οι μανάβηδες. Λέω: «Δεν παίρνουμε ποτέ χόρτα να είναι βρεγμένα, γιατί αυτά δεν μπορούνε να διατηρηθούνε. Το ψαρί που αγοράζουμε», γιατί τότε δεν ήταν τόσο πολύ συνηθισμένα τα κατεψυγμένα, δεν υπήρχανε μάλλον «πώς θα δούμε το ψάρι να είναι το μάτι του καθαρό, εάν το πιέσομε να μην κάνει βούλα. Το κρέας να έχει το χρώμα του, να είναι ζωντανό, να μην είναι σκούρο, γιατί τότε υπήρχε η περίπτωση να μην είναι καλό, φρέσκο και λοιπά». Επίσης, το κάνουμε και θεωρία αυτό το πράμα. Δεν ήτανε μόνο να το πούμε, αλλά το διαβάζανε κιόλα πως πρέπει. Ποια έχουνε αξία. Τα ψάρια επί παραδείγματι. Λέμε: «Τα μεγάλα ψάρια που είναι και πιο ακριβά, δεν έχουνε την ίδια θρεπτική αξία που έχουνε τα μικρά που τα τρώμε ολόκληρα και είναι πιο ωφέλημα για τον οργανισμόν μας». Διάφορα τέτοια, ούτως ώστε να μπορούνε τα παιδιά να κάνουνε συνδυασμούς χωρίς να είναι υποχρεωμένα να ξοδεύουνε πάρα πολλά χρήματα, επειδή εθεωρούντο τα πολυτελείας ψάρια, τα φαγκριά, ότι ήτανε καλυτέρα, αλλά όμως με το να ξέρουνε την αξία των ψαριών κάνανε εναλλαγές με αποτέλεσμα να τρέφονται έτσι. Αυτά τα μηνύματα παίρναμε από τα σπίτια τους, ότι τα παιδιά αυτά που πηγαίνανε, τα κορίτσια, ξεχωρίζανε. Εις τη Νεάπολη ξεχωρίζανε τα σπίτια των κοριτσιών που είχανε έρθει στη σχολή από τα σπίτια αυτών που δεν είχανε έρθει. Εμαθαίνανε να σερβίρουνε όμορφα το φαγητό, να κάνουνε αυτό να τα σερβίρουνε, να τρώνε σωστά με το πιρούνι, με το μαχαίρι. Πολλά ξέρανε, αλλά και πολλά δεν ξέρανε. Να τρώνε όλα τα φαγητά, γιατί υπήρχανε και τέτοιες περιπτώσεις που λέγανε: «Δεν μας αρέσουνε η ντομάτα, δεν μας αρέσουν τα γιουβαρελάκια». Ναι, αλλά εδώ δεν μπορούσαμε να κάνουμε επιλογή και να λέμε μαγειρεύω ένα φαγητό για τον ένα, ένα… Φτάσαμε μέχρι πενήντα τέσσερις μαθήτριες… Είχαμε. Εγώ δηλαδή είχα μέχρι πενήντα τέσσερις μαθήτριες κι έτσι, δυστυχώς, πολλές φορές και δια της βίας το τρώγανε. Αλλά έπρεπε να μάθουνε ότι όλες οι τροφές είναι απαραίτητες. Δεν υπάρχουν καλές και κακές τροφές.
Όταν διοριστήκατε, πώς νιώσατε;
Στην αρχή είχα αγωνία τρομερή, γιατί δεν ήξερα πώς… Γιατί κι εγώ δεν είχα ξαναδουλέψει άλλη φορά και δεν ήξερα. Αλλά, όμως, τα παιδιά εκτιμούν πράγματα, ας είναι και τόσο μικρά . Όταν είχανε, βλέπανε ότι τα αγαπάμε, ότι προσπαθούσαμε να τα … Όταν είχανε χρόνο να πάμε έναν περίπατο, να τα πάμε… Εκεί ήτανε ένας κύριος, ο οποίος έπαιζε καραγκιόζη που τότε δεν τα ξέρανε αυτά. Δεν υπήρχανε δηλαδή… Και πηγαίναμε να το βλέπουν. Βέβαια, δεν λέω ότι ήταν κάτι πολύ σοβαρό, αλλά παίρνανε εικόνες από όλα αυτά. Ήταν ευχαριστημένα. Και το άλλο που ήτανε λίγο δύσκολο ήταν ότι μένανε εσωτερικά τα παιδιά μέσα και αναζητούσανε τα σπίτια τους, αλλά τα αφήναμε μία φορά τα σαββατοκύριακα, ως επί το πλείστον. Τα ντόπια μπορούσαν να φεύγουν και κάθε εβδομάδα, εκτός εάν είχανε υπηρεσίες. Γιατί αυτό -ξέχασα να πω- ότι όλες τις δουλειές τις κάνανε τα παιδιά. Αλλά υπήρχε μια… Είχανε γίνει ομάδες ανά δύο, μία μεγάλη κοπέλα, η οποία πήγαινε στο τρίτο έτος ήτανε και μία κοπέλα που πήγαινε στο πρώτο έτος και μαζί κάνανε τις δουλειές. Αλλά, τη μία εβδομάδα ήτανε μαγείρισσες, την άλλη εβδομάδα ήτανε τραπεζοκόμες, την άλλη εβδομάδα ζυμώνανε. Εναλλάσσονται οι δουλειές. Ταΐζανε τα ζώα με τη σειρά κι έτσι δεν κάνανε πάντοτε όλοι την ίδια δο[00:15:00]υλειά με αποτέλεσμα να μαθαίνουν από όλα αυτά. Και όταν δεν είχανε τίποτα να κάνουν, τότε πηγαίνανε στα εργαστήρια, για να μάθουνε να ράψουνε να… Όταν τελειώνανε τις δουλειές, σηκωνόντουσαν πιο ενωρίς και κάνανε να ετοιμάσουνε τα κρεβάτια τους, να τα στρώσουνε κι αυτά. Οι μαγείρισσες εμένανε, βέβαια, εις τη σχολή για να μαγειρέψουνε και οι τραπεζοκόμες να ετοιμάσουν το τραπέζι. Αλλά οι άλλες πηγαίνανε και παρακολουθούσανε. Ράψιμο, κέντημα, υφαντήριο… Υφαντική. Και όταν έγινε κέντρον επιμορφώσεως και κομμωτήριο και πλεκτική με τις μηχανές. Επίσης, την υφαντική θεωρώ να πω ότι δεν ήτανε μόνο τα υφαντά αυτά, δηλαδή που κάνουμε με την κουρελού. Είχανε μάθει και κάνανε τα κρητικά. Αυτά έτσι τα λέγανε, κρητικά. Δηλαδή, κεντούσανε, υφαίνανε και κεντούσανε υφάσματα, τα οποία εκάνανε κουρτίνες, εκάνανε φορέματα. Σε φωτογραφίες που θα σας δείξω, τα φορέματα αυτά τα άσπρα είχαν από κάτω μαίανδρο. Ήτανε φορέματα, τα οποία υφάνανε οι κοπέλες και μετά τα ράψανε. Ήτανε η επίσημη στολή αυτή της σχολής. Όταν βγαίναμε να πάμε κάπου, σε μια εκκλησία, σε μια εκδήλωση, μία φορά το χρόνο που παίρνουνε την Παναγία της Ορθοδοξίας πηγαίναμε στο Λιβάδι και συνοδεύανε κι εκείνα, παρόλο που ήτανε μικρά, από την Χώρα μέχρι το Λιβάδι την Παναγία. Ήτανε πολύ όμορφα και ήτανε κι αυτά ενθουσιασμένα. Και τώρα που τις συναντώ, δεν τα ξεχνάνε αυτά τα χρόνια. Πηγαίναμε σε θάλασσα, έτσι, να δουνε, να ευχαριστηθούνε, να τρέξουν, να νιώσουν ελεύθερα, κυρίως, τα παιδιά. Είχαμε και κατοίκους από εκεί, οι οποίοι πάντοτε προσπαθούσανε να μας… να τα… να τα ευχαριστούνε τα παιδιά έτσι, και μας συνοδεύανε κι εκείνοι και πηγαίναμε όλοι μαζί ημερήσιες εκδρομές, βέβαια, όχι περισσότερο. Γυρίζαμε κατενθουσιασμένοι μετά. Βέβαια.
Οργανώνατε εκδηλώσεις;
Εκδηλώσεις εκάναμε. Αυτό δεν ήταν μέσα στο πρόγραμμα, αλλά εγώ είχα εικόνες από τα σχολεία που είχα περάσει από το Δημοτικό και από το Γυμνάσιο και κάναμε πολλές. Εκάναμε δυο φορές τον χρόνο απαραιτήτως. Τη μία εκδήλωση γινόταν 25 Μαρτίου που κάναμε διάφορα σκετς, σχέση έχουν με την Επανάσταση. Τα ίδια με την Επανάσταση, τα ίδια, ενώ ήταν όλο κορίτσια εντύνοντο και σαν αγόρια, για να καλύψουν το κενό αυτό και το πετυχαίνανε πολύ ωραία. Ήτανε γεγονός για τα Κύθηρα αυτή η γιορτή. Και μαζευόντουσαν όλοι οι άνθρωποι και τα παρακολουθούσανε, γιατί οι γονείς των παιδιών, αλλά και άλλοι άνθρωποι. Και το καλοκαίρι που γινότανε πολύ μεγάλη συγκέντρωση, γιατί ήρχοντο και οι τουρίστες, βέβαια, ως επί το πλείστον ντόπιοι -τότε δεν ήταν ακόμα όπως γίνεται τώρα- και εις το Μυλοπόταμο εκάναμε πάλι μια γιορτή, όπου είχανε διάφορα σκετς αστεία και λοιπά και παίζανε πάλι τα κορίτσια και ήτανε πολύ όμορφα. Επίσης, τις δύο αυτές φορές κάναμε και έκθεση γλυκισμάτων στολισμένα, τούρτες, διάφορα γλυκά, τα οποία βάζαμε εκεί πέρα, γιατί κάναμε και έκθεση των εργοχείρων των παιδιών. Ό,τι εργόχειρο κάνανε, το βάναμε εις τον τοίχο γύρω γύρω και τα δείχναμε στα παιδιά. Και ερχότανε και ο κόσμος και πολλοί αγοράζανε ό, τι πουλιότανε. Αγοράζανε, για να ενισχύσουνε και τη σχολή. Όλα αυτά.
Πιστεύετε ότι η σχολή συνέβαλε στην ανάπτυξη του χωριού του Μυλοποτάμου;
Οπωσδήποτε. Πρώτα-πρώτα, έπαιξε ρολό εις τη συγκέντρωση τόσων παιδιών καθημερινά. Αγοράζαμε τα τρόφιμα και λοιπά. Εγίνοντο δημοπρασίες, αλλά πολλές φορές είχανε φρούτα οι άνθρωποι -όχι μεγάλες ποσότητες- και παίρναμε από εκεί να τους ενισχύσουμε και οικονομικά. Ξέρω ‘γω, ήτανε [00:20:00]αχλάδια, μήλα, μούσμουλα που ’χανε δικά τους οι άνθρωποι, όχι μεγάλες ποσότητες, αλλά όταν εφτάνανε για ένα, ας πούμε, να φάνε όλα τα παιδιά αγοράζαμε. Ήτανε και η καθημερινή κίνηση. Υπήρχαν άνθρωποι, ‘τρεχαν εκεί πέρα, γέμιζε το χωριό με νέους ανθρώπους. Η εκκλησία που πηγαίναμε και μαθαίνανε πολλά από αυτά. Μαθαίνανε και ψάλανε. Ο παπά-Μανώλης ο Ζερβός, όταν πήγαμε στο Μυλοπόταμο, γιατί δεν είπα ότι η σχολή στην αρχή ήταν Καρβουνάδα, αλλά το 1959 μεταφέρθηκε εις το Μυλοπόταμο και τότε επηγαίναμε και στην εκκλησία. Εγώ ήμουνα… Εγώ ήμουνα εις το Μυλοπόταμο εξ’ ολοκλήρου. Οι άλλες διευθύντριες ήταν στην Καρβουνάδα στην πλειοψηφία τους. Ναι. Ήταν πολύ όμορφα. Είναι ωραίο χωριό το Μυλοπόταμο, βέβαια, πρέπει να το πούμε κι αυτό. Είχε τη «Νεράιδα». Ήταν ο κύριος Μιχάλης που ήτανε ιδιοκτήτης και ονειρευότανε κι έλεγε: «Θα βάνω κοπέλες με σπαλέτα, δηλαδή την τοπική φορεσιά εδώ των Κυθήρων να σερβίρουνε, να…». Βέβαια. Είχε βάλει φώτα, γιατί η Νεράιδα ήτανε μια περιοχή που είχε καταρράκτη και αυτός τα είχε φωτίσει τα φυτά, είχε φοίνικες, είχε διάφορα. Είχε νερό, το οποίον έτρεχε και τα είχε φτιάξει πολύ όμορφα. Αλλά δεν κατάφερε να κάνει αυτά τα όνειρα που έκανε, γιατί ήτανε και μεγάλος εις τα χρόνια. Μετά υπήρχαν και κάτι προβλήματα εκεί με την εγχώριο περιουσία και μείνανε. Επίσης, να σας πω για τον καταρράκτη που είχε και παγαίναμε συχνά εκεί βόλτα. Ήτανε η «Φόνισσα». Έτσι το λέγανε. Και διηγούνται ότι ονομάστηκε έτσι, διότι πήγανε κάτι γυναίκες εκεί στο πάνω μέρος και τσακωθήκανε για κάτι σύκα. Και η μια έσπρωξε την άλλη κι έπεσε κι έμεινε πια η περιοχή «Φόνισσα». Μέχρι σήμερα τρέχει. Όταν βρέχει, πάντα έχει νερό εκεί στην Φόνισσα. Και αυτό το νερό το χρησιμοποιούνε, για να ποτίζουνε τα περιβόλια τους οι άνθρωποι εκεί.
Υπάρχει κάτι, κάποιο γεγονός, που να το θυμάστε έντονα από την περίοδο που διδάξατε στην Οικοκυρική Σχολή;
Ήτανε ήρεμα τα πράγματα μέσα. Όταν δηλαδή είχαμε μάθημα, όλα τα παιδιά ήτανε προσηλωμένα. Ελησμόνησα να πω ότι διδασκόντουσαν τα παιδιά και βασικές γνώσεις λίγο παραπάνω από το Δημοτικό από δασκάλους, όμως, δημοδιδασκάλους, οι οποίοι ερχόντουσαν και διδάσκανε Ιστορία, Μαθηματικά, για να μην τα ξεχάσουνε τα παιδιά εντελώς, Γεωγραφία, Θρησκευτικά. Και όλοι οι δάσκαλοι που ήτανε τότε στο Μυλοπόταμο περνούσανε, τους έδινε το κράτος ένα επίδομα και πληρωνόντουσαν για αυτό το πράγμα που… Δεν έχομε έτσι κάτι άσχημο. Ήταν όλα τόσο όμορφα, ήρεμα. Όπως η ζωή των ανθρώπων ήταν ήρεμη τότε. Δουλεύανε, πηγαίνανε στο σπίτι τους να ξεκουραστούνε, έτσι ήτανε και η ζωή των παιδιών. Δεν είχε σκαμπανεβάσματα, δεν είχε το σημερινό άγχος που έχουνε τα παιδιά για τα διάφορα. Ήτανε πάρα πολύ καλή κατά τα γνώμη μου η σχολή, γιατί μετά τη σχολή, εγώ επήγα στο Γυμνάσιο και πράγματι υπάρχουν τα παιδιά, τα όποια τους αρέσουνε τα γράμματα, αλλά υπάρχουνε και παιδιά που δεν τους αρέσουνε τα γράμματα. Αυτά τα παιδιά, λοιπόν, όπως εις τα αγόρια που πηγαίνανε στις τεχνικές σχολές και μαθαίνανε διάφορες τέχνες. Μηχανικοί, τσαγκάρηδες, μαραγκοί και λοιπά, έτσι και τα κορίτσια αυτά, τα οποία δεν τους άρεσε τα γράμματα πολύ, είχανε, όμως, μάθει κάτι το οποίο μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν. Να κάνουνε φριβολιτέ, να κάνουνε καρέ να πουλήσουνε, να κάνουνε σταυροβελονιά να πουλήσουνε, να υφάνουνε που ήτανε πάρα πολύ ωραία αυτά τα εργόχειρα τα υφαντά να τα δείτε, ας πούμε. Ήταν πολύ ωραία αυτά τα κρητικά τα λένε, αλλά τα κάνανε και στη σχολή. Ήτανε λινομέταξα. Το στημόνι ήτανε κλωστή βαμβακ[00:25:00]ερή και το υφάδι ήτανε σαν μετάξι, αλλά δεν ήτανε φυσικό μετάξι, κι είχανε μια γυαλάδα ιδιαίτερη αυτά τα εργόχειρα. Ήταν πολύ ωραία. Και βάνανε, κάνανε τη σταυροβελονιά εις τον αργαλειό. Ήτανε πολύ ωραία, πάρα πολύ ωραία. Τώρα, λοιπόν, αυτά τα παιδιά, που και μέχρι σήμερα υπάρχουνε που δεν έχουνε διάθεση για γράμματα, εάν υπήρχανε τέτοιες σχολές είμαι σίγουρη ότι θα παγαίνανε και θα μαθαίνανε να ράβουνε. Γιατί τα μικρά μέρη δεν έχουνε τις ευκαιρίες που έχει η Αθήνα. Εδώ πέρα δεν είναι εύκολο ο γονιός να στείλει στην Αθήνα ένα παιδί, ένα κορίτσι δεκαπέντε χρονώ τώρα. Δεν είναι πολύ εύκολο. Ούτε απλό. Αλλά τότε κόστιζε πολύ ακριβά εις το δημόσιο -πρέπει να πω- αυτή η σχολή. Δηλαδή, θυμάμαι ότι έτυχε μέχρι πενήντα χιλιάδες το άτομο να κοστίζει. Γιατί παίρναμε πετρέλαιο μετά για το καλοριφέρ εις τη νέα σχολή που κάνανε. Ήτανε πολυέξοδο και το κλείσανε. Αλλά, κυρίως, έκλεισε, γιατί δεν υπήρχανε παιδιά. Δεν υπήρχανε παιδιά. Μετά τα εννιά χρόνια, δεν επήγαινε εύκολα ένα παιδί δεκαέξι χρονών να κλειστεί μέσα. Κι έκλεισε. Εκλείσανε. Όλες οι σχολές. Ήτανε πάρα πολλές. Ήταν εβδομήντα-ογδόντα σχολές αυτές σε όλη την Ελλάδα. Είχε πάρα πολλές σχολές.
Πώς νιώσατε, όταν μάθατε ότι κλείνουν οι Οικοκυρικές Σχολές στην Ελλάδα;
Πολύ ελυπήθηκα. Πάρα πολύ ελυπήθηκα. Αλλά δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα, διότι δεν… Ξέρετε, το υπουργείο θα μας άκουγε τον καθένα; Δεν… Επίσης, σαββατοκύριακα δεν μέναμε όλοι οι... Ήμουνα εγώ, ως διευθύντρια -η διευθύντρια της σχολής- και ήτανε και δυο δασκάλες. Λοιπόν, σαββατοκύριακα εφεύγανε οι δυο δασκάλες κι έμενε η μία δασκάλα μέσα, γιατί τα παιδιά μένανε εις τη σχολή. Δεν μπορούσαν να μείνουν χωρίς. Κι έτσι εκάναμε κι εμείς, ας πούμε, υπερωρίες να το πω -πώς να το πω- έτσι μέναμε μέσα. Όλοι. Δηλαδή, κάθε είκοσι δύο μέρες ήταν η σειρά του καθενός. Ήμαστε τρεις και εναλλασσότανε και ήτανε, γιατί είχαμε κι εμείς οικογένειες. Έπρεπε να πάμε στο σπίτι να κάνουμε τις διάφορες εργασίες. Πλύσιμο, όπως εκάνανε τα παιδιά κάθε Σάββατο να καθαρίσουνε έτσι περισσότερο προσεχτικά τη σχολή, να αλλάξουνε τα σεντόνια τους. Όλα αυτά τα κάνανε μόνα τους. Μαζευόντουσαν και πιο πολλές. Επίσης, να σας πω, είχαμε ένα θερμοσίφωνο, το οποίον ήτανε με ξύλα από κάτω. Ήτανε πολύ παράξενο. Αλλά μετά το ‘62 με ενέργειες τότε του μητροπολίτη του Γαλανόπουλου του Μελετίου, ήρθε το ρεύμα εκεί κι από τότε αλλάξανε τα δεδομένα. Ήτανε… Είχαμε φως, ενώ άλλη φορά με λάμπες. Δεν είχε καθόλου φως. Δεν είχε ’ρθει το ρεύμα εις το Μυλοπόταμο. Αλλά έκανε ενέργειες ότι είναι και η σχολή και ήρθε πράγματι και άλλαξε και η ζωή εκεί στο Μυλοπόταμο.
Στο Γυμνάσιο, πόσα χρόνια διδάξατε;
Δεκαπέντε χρόνια. Ήτανε κι εκεί μία άλλη έτσι φάση της ζωής μου. Ήτανε εντελώς κάτι εντελώς διαφορετικό από ό, τι ήτανε. Αλλά κι εκεί και με τη συνεργασία καθηγητριών, οι οποίες ήτανε ναι μεν νεότερες από μένα, αλλά είχανε περισσότερη εμπειρία εις το… εις το σχολείο, φιλόλογοι και λοιπά, οργανωθήκαμε. Ξέρανε ότι κι εγώ είχα ασχοληθεί με διάφορα πολιτιστικά έτσι αυτά. Και με τη βοήθεια που τους έδινα κι εκείνες με τη θέλησή τους, εκάναμε κι εκεί γιορτές. Εκάναμε με τα παιδιά κι όλα ήτανε ευχαριστημένα κι εκείνα που παρουσιαζόντουσαν, λέγανε ποιήματα, τραγούδια, διάφορα έργα, πάντοτε σχέση να έχουν με τις εθνικές μας εορτές. Και ήτανε όμορφα κι εκεί.
Ποια μαθήματα-
Εκεί-
Διδάξατε;
Έκανα εγώ ήτανε Οικιακή Οικονομία ήτανε. Εις την αρχή ήτανε μόνο για τα κορίτσια, αλλά μετά το υπουργείο αποφάσισε κι έβαλε και τα αγόρια[00:30:00] μέσα. Αλλά κι όταν ήτανε τα αγόρια, ήτανε ένα μάθημα που έδειχνε, δηλαδή ότι πρέπει και τα παιδιά να μάθουν πώς μεγαλώνουμε ένα μωρό, πώς του κάνουμε μπάνιο. Ήτανε κι αυτό χρήσιμο. Και υπάρχουνε και σήμερα παιδιά που μου λένε: «Αυτό το μάθημα έπρεπε να κάνουν όλα τα παιδιά, όχι τα άλλα που τα ξεχνούμε. Αυτά που μένουν εις τη ζωή». Πράγματι, μου το λένε, μου το λένε. Ήτανε μερικά τα παιδιά ξέρετε όσο λιγότερα έχουνε, τόσο καλύτερα είναι. Αλλά προσπαθούσαμε όσο γίνεται πιο εύκολο να τους το παρουσιάσεις, να το αγαπήσουνε το κάθε πράγμα. Ήτανε πάντοτε και το συναίσθημα ότι, αφού κάνανε μόνο τα κορίτσια να κάνουμε… Υπήρχε πάντοτε στα αγόρια μέσα τους, χωρίς να το θέλουνε… Δούλευε ότι «Τώρα μάθημα που κάνανε μόνο τα κορίτσια, θα κάνουμε εμείς;». Υπήρχε κι αυτό, αλλά όχι σε έντονη φάση, ας πούμε. Αλλά πάντως υπήρχε ότι «Εμάς, δεν θα μασε χρειαστεί» λέγανε. Λέω: «Δεν θα σας χρειαστεί, αλλά άμα υπάρχει μία ανάγκη; Άμα αρρωστήσει μέσα εις το σπίτι η μαμά, τι θα κάνετε; Θα αφήσετε το μωρό να πεθάνει; Λοιπόν, πρέπει να μάθετε κι εσείς απάνω στους εμβολιασμούς των παιδιών, όπως είπα, στην τροφογνωσία, τι είναι ωφέλιμο, τι δεν είναι, πώς ελέγχουμε, τι ποσότητες πρέπει να βάζουμε εις τα παιδιά, πώς μπορούμε να κάνομε ένα φαγητό να είναι πιο υγιεινό από άλλο». Ήτανε πολλά παιδιά, τα οποία, ας πούμε, τους άρεσε. Όχι όλα, αλλά ένα μεγάλο ποσοστό. Και για να καλύψω ώρες, γιατί οι ώρες μου εμένα ήτανε πέντε ώρες του μαθήματος, έκανα Γεωγραφία, έκανα Φυσική Ιστορία Α’ τάξη και μία χρονιά ή δύο έκανα Ιστορία σε πέντε τάξεις. Βέβαια. Είχαμε μια διευθύντρια του Γυμνασίου, και… και μ’ έβαλε κι έκανα σε πέντε τάξεις Ιστορία. Εντάξει. Εγώ είπα στα παιδιά. Λέω: «Εγώ, παιδιά, δεν είμαι φιλόλογος. Αλλά ό,τι θέλετε κι έχετε μια απορία εφόσον, γιατί είχα πάρει κι εγώ βοηθητικά βιβλία, βέβαια, ότι νομίζετε ότι μπορώ να σας εδώσω μία λύση, να μου το πείτε κι εγώ θα ρωτήσω τους αρμόδιους, τις αρμόδιες καθηγήτριες και καθηγητές». Πρέπει να ομολογήσω ότι -δεν τα ξεχνώ- ήτανε πάρα πολύ λεπτά εις τη… τα παιδιά. Ποτέ δεν με φέρανε σε δύσκολη θέση. Ποτέ. Ποτέ. Με βλέπανε πάντοτε με αγάπη. Και πράγματι αυτό το εκτιμώ και στα παιδιά αυτά τα μεγάλα, γιατί έκανα Ιστορία στην τελευταία τάξη του Γυμνασίου τότε, Λύκειο τώρα. Δεν ήτανε εύκολο που ήτανε για εξετάσεις, γιατί και τότε δίνανε εξετάσεις. Αλλά διαβάζανε τα ίδια. Κι άμα είχανε μια ερώτηση, πηγαίνανε εις τη δασκάλα εκεί, στις φιλολόγους που ήτανε η αρμοδιότητά τους να το καλύπτουνε. Τα παιδιά των Κυθήρων είναι εξαιρετικά. Το πιστεύω. Το έζησα και είναι ξεχωριστή ράτσα ανθρώπων. Δεν ξέρω τώρα. Τότε ήτανε ευγενέστατα, προσεκτικά. Ούτε φασαρίες, ούτε... και… Υπήρχανε πάντοτε και λίγο πιο ζωηρά παιδιά, αλλά μέσα στο μέτρο. Εξαλλότητες. Να σπούνε τζάμια, να μιλάνε άσχημα στους καθηγητές, να αυτά… ποτέ. Ποτέ. Δεκαπέντε χρόνια που έμεινα εκεί δεν το είδα αυτό το πράγμα. Μακάρι να γυρίσουνε τα πράγματα, να γίνει το σχολείο, σχολείο. Και να μην υπάρχουν αυτά που ακούμε σήμερα, δυστυχώς, όλα αυτά τα μπούλινγκ. Αυτά δεν υπήρχανε τότε. Και να υπάρχει αγάπη, γιατί και τα χρόνια του σχολείου είναι μια περίοδος που δεν την ξαναζούμε. Λοιπόν, να φεύγουμε με όμορφες αναμνήσεις. Και τα παιδιά και οι καθηγητές. Διότι και οι καθηγητές, άμα βρίσκονται σε δύσκολη θέση κι αυτοί, ούτε κι αυτοί είναι ευχαριστημένοι για αυτό. Έχει ο Θεός. Τι να πω κι εγώ;
Πώς αισθανθήκατε με την αλλαγή, που από την Οικοκυρική Σχολή βρεθήκατε στο Γυμνάσιο;
Ήτανε πάρα πολύ… Ήτανε μια στιγμή πολύ δύσκολη. Γιατί είμαι δύσκολη στις αλλαγές. Έτσι, δεν προσ[00:35:00]αρμόζομαι εύκολα. Και όταν επήγα εκεί, είδα παιδιά που είχα εις τη σχολή, που ξέρανε να διοικήσουνε σπίτι, είδα παιδιά που, όπως λέει ο λαός, ούτε τη βελόνα να πιάσουνε δεν ήταν σε θέση. Και για αυτό, λέω ότι η σχολές αυτές προσφέρανε έργο. Ήτανε κάτι καλό. Αλλά οι διοικούντες δεν το αναγνωρίσανε. Μπορούσαν να τις κάμουνε με κάποια άλλη μορφή. Να μη μένουνε μέσα. Να έχουνε την ευκαιρία τα παιδιά να πάνε να… να… Πώς να το πούμε να πάρουνε επιπλέον γνώσεις, χωρίς να είναι, όμως, υποχρεωμένα να φύγουνε. Γιατί δεν ήτανε εύκολο τότε. Οι γονείς δεν είχανε χρήματα να στέλνουνε τα παιδιά στην Αθήνα και, κυρίως, δεν είχανε σπίτια πού να τα μένανε; Πού θα μένανε τα παιδιά; Δεν αφήνανε οι επαρχιώτες τα και τα αγόρια, αλλά κυρίως τα κορίτσια να πηγαίνουνε, όπως τώρα, να πάνε να μένουνε μόνες τους και λοιπά. Ήτανε… Το μελετούσανε πολύ και αν το κάνανε. Το μελετούσανε πάρα πολύ. Αλλά δεν είχανε και την οικονομική άνεση. Τώρα υπάρχουν οι εστίες βέβαια, που άμα θέλεις… Αλλά έτσι που βλέπω κι από τα… από την τηλεόραση, γιατί δεν έχω την τύχη να… δεν είναι ούτε συντηρημένα είναι αυτά. Έβλεπα να είναι σπασμένα τα… Δεν είναι πράγματα αυτά. Δεν είναι πράγματα. Πρέπει και τα παιδιά να τα κάνουμε να αγαπήσουν αυτά τα πράγματα. Κάνουνε διάφορες διαμαρτυρίες, αλλά πρέπει να καταλάβουνε ότι το σχολείο δεν είναι μόνο για αυτούς. Είναι και για όλα τα άλλα παιδιά. Και πρέπει να σέβονται αυτά τα πράγματα. Κάποτε, εις το -όχι επί της εποχής μου, λίγο νωρίτερα- κάποιος μαθητής έγραψε απάνω σ’ ένα θρανίο το όνομά του. Το σκάλισε. Έβαλε ένα μαχαίρι και το… Και το είδε ο διευθύνων τότε και του λέει: «Έλα εδώ. Γιατί το ’γραψες το όνομά σου εκεί πέρα; Σε αυτό το θρανίο, κάθισε και ο πατέρας σου. Εάν όλοι το κάνανε αυτό, δεν θα είχες θρανίο να καθίσεις τώρα. Λοιπόν, παρ’ το, φτιάξε το και ξαναφερ’ το πάλι». Και ο πατέρας του λέει: «Σε ευχαριστώ πολύ που του το ’κανες αυτό. Να μάθει ότι δεν πρέπει να χαλούμε τα πράγματα, δεν… να σπούμε τα θρανία». Τα θρανία τι μασε φταίνε; Τα θρανία είναι τα χρήματα των γονέων, του κόσμου όλου, για να μασε κάμει να έχομε ένα καλύτερο κόσμο, υποτίθεται. Γιατί ο άνθρωπος, όταν μορφώνεται, πρέπει να γίνεται καλύτερος. Τώρα, εκεί έχω ένα ερωτηματικό δεν σου κρύβω, ας πούμε, ότι… Μακάρι να γίνει αυτό το πράγμα, γιατί και από τα παλιά χρόνια οι μορφωμένοι άνθρωποι ήτανε πιο σωστοί, πιο… Υπήρχανε πάντοτε και εξαιρέσεις, αλλά εις την πλειοψηφία μιλάμε. Ήτανε ευγενικοί, δίνανε ένα καλό παράδειγμα και λοιπά. Και σήμερα έτσι πρέπει να ’ναι. Αλλά, ας ελπίσουμε ότι θα γίνει.
Υπάρχει κάποιο περιστατικό, κάποιο απρόοπτο, το οποίο να σας εντυπώθηκε πολύ στο μυαλό;
Απρόοπτο έτσι μέσα στη σχολή δεν είχα ποτέ. Αλλά, μια φορά πήγαμε εκδρομή στην Νεάπολη και για λόγους διαφημίσεως, γιατί ερχόντουσαν πάρα πολλά παιδιά. Πιο πολλά παιδιά μπορώ να πω ήτανε από την Νεάπολη παρά από τα Κύθηρα. Και γιατί στα Κύθηρα ήτανε πολλά χρόνια. Εγώ, όταν επήγα ήτανε προς το τέλος -μπορώ να πω- η σχολή, ενώ ήτανε από το ’45, ας πούμε, μέχρι το ‘59. Ήτανε πολλές γυναίκες και είχανε περάσει από εκεί. Πήγαμε, λοιπόν, στην Νεάπολη την ημέρα που γιορτάζει η εκκλησία της Νεαπόλεως, Αγίας Τριάδος. Πήγαμε με το καράβι από την παραμονή, μείναμε σ’ ένα ξενοδοχείο και την άλλη μέρα πήγαμε στην εκκλησία. Παρακολουθήσαμε την Θεία Λειτουργία, μετά κάνανε και περιφορά του Αγίου Πνεύματος και της Πεντηκοστής που ήτανε και το β[00:40:00]ράδυ να γυρίσουμε πίσω. Αλλά άλλαξε ο καιρός και είχε φουρτούνα. Μας λένε λοιπόν: «Δεν μπορείτε να φύγετε. Πρέπει να μείνετε εδώ να αλλάξει ο καιρός, για να μπείτε με ασφάλεια… να μπείτε εις το πλοίο». Πράγματι λοιπόν, περιμέναμε και κατά τις δώδεκα-μία η ώρα, έδειξε ότι ο καιρός έπεσε. Δεν ήτανε φουρτούνα. Μπαίνουμε μέσα εις το καΐκι του Κάπονα. Έτσι λεγόταν. Μπαίνουμε, λοιπόν, μέσα και, όπως ερχόμεθα στα Κύθηρα, επερνούσε εκείνη την ώρα ένα καράβι μεγάλο κι έκανε απόνερα. Δεν θα ξεχάσω και τον δικό μου φόβο και των παιδιών. Το καράβι επήγαινε απάνω κάτω που έλεγες: «Πάει, θα πνιγούμε». Αλλά με τη δύναμη του Θεού πραγματικά, όταν εμπήκαμε μέσα από το φανάρι, έκοψε αυτό το πράγμα και βγήκαμε στην Αγία Πελαγία. Αλλά είπα: «Δεν ξαναμπαίνω σε καράβι μέσα να πάω». Ήτανε πάρα πολύ τρομακτικό έτσι φοβηθήκαμε πάρα πολύ, πάρα πολύ. Αλλά δόξα σοι ο Θεός, ήρθαμε σώοι κι αβλαβείς. Και ήτανε και η τελευταία φορά, βέβαια, που κάναμε τέτοιο υπερπόντιο ταξίδι. Για μας τότε ήταν υπερπόντιο. Ναι… ήτανε… αλλά είχε καλό τέλος. Τι να κάνουμε; Αυτό. Δεν είχαμε… Ήτανε η ζωή μας ήταν ήρεμη. Δεν είχε εξάρσεις. Και κάτι τα παιδιά να θέλανε, θα το ζητούσανε. Ήτανε άλλη πάστα. Σήμερα, δεν είναι εύκολο να πιστέψεις ότι υπήρχανε τέτοια παιδιά. Αλλά, όμως, υπήρχανε. Είναι γεγονός αυτό. Ναι.
Αλλά τώρα δεν ξέρω και η τηλεόραση και καλό και κακό κάνει. Καλό, γιατί μασε δίνει πάρα πολλά στοιχεία που δεν θα μπορούσαμε ποτέ να τα δούμε, αλλά δίνει και κακά παραδείγματα. Και αυτά δεν είναι καλά. Τι να κάνουμε; Τώρα προσπαθεί και το Υπουργείο Παιδείας. Θα δούμε… Προσπαθούνε κι αυτοί να κάμουν ό, τι είναι δυνατόν για το καλό, γιατί η νεολαία μας είναι το μέλλον της Ελλάδος. Δεν είναι για τον καθηγητή, για τον καθένα. Πρέπει να τα εμπνεύσουμε με τα… Όπως ήτανε οι παλαιοί άνθρωποι που αγαπούσαν την πατρίδα, που θυσιαζόντουσαν για την πατρίδα. Ελπίζω, ότι έτσι θα είναι και τώρα. Δεν μπορώ να το πω, όμως, με βεβαιότητα αυτό. Και μακάρι να γίνουν όλα αυτά, γιατί αυτά τα ιδανικά μας έγιναν αιτία να είμεθα ελεύθεροι σήμερα. Αν δεν υπήρχαν αυτά, δεν θα είμαστε ελεύθεροι. Και μακάρι και οι καθηγηταί να φροντίσουνε να τα εμπνέουν τα παιδιά αυτά με τις ιδέες αυτές. Γιατί το παιδί έχει φαντασία. Ενθουσιάζεται, όταν βλέπει ότι, όπως διαβάζουμε τώρα για τον Κολοκοτρώνη, για το ένα, για το άλλο και λέμε: «Κοίταξε τι κάμανε. Κοίταξε το ένα». Έτσι κι εμείς, πρέπει μέσα μας να το νιώσομε αυτό το πράμα. Δεν μιλάω για τον εαυτό μου, γιατί εγώ γέρασα. Αλλά μιλάω για τα νέα παιδιά. Να αγαπούνε την πατρίδα τους. Και να αγαπούνε και τους συνανθρώπους τους, τους συμμαθητάς τους, τους φίλους τους. Όχι να κάνουν αυτά τα πράγματα που ακούγονται. Είναι τραγικά αυτά τα πράγματα που ακούγονται. Να χτυπιόνται, να κλέβουνε να… δηλαδή… Είναι δράμα.
Ποια πιστεύετε ότι είναι τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του επαγγέλματός σας;
Δεν νομίζω ότι υπάρχει πολλά… Ότι υπάρχουν πολλά πλεονεκτήματα. Νομίζω ότι πλεονεκτήματα περισσότερο, γιατί ζεις με νέους ανθρώπους, με παιδιά. Σου δίνεται η ευκαιρία να κάνεις ό, τι είναι δυνατό, για να γίνουνε ακόμα καλύτερα. Να τους δώσεις ένα δρόμο, να τους πεις: «Νομίζω εσύ δεν είσαι και πάρα πολύ καλός εις τα γράμματα, αλλά μπορείς να γίνεις ένας πολύ καλός τεχνίτης. Να γίνεις ένας μηχανικός, ένας υδραυλικός, ένας μαραγκός» που δυστυχώς εδώ εις το νησί, τουλάχιστον, έχουνε χαθεί αυτά τα επαγγέλματα. Σε άλλα μέρη υπάρχουνε, αλλά εδώ έχουνε χαθεί. Μπορούσε να γίνουνε πάρα πολλά. Να μαζεύουνε τις ελιές, να μην νιώθουνε… Τ[00:45:00]ώρα, υπάρχει, κατά τη γνώμη μου, ότι υπάρχει μία νοοτροπία. Έβγαλες το Γυμνάσιο, άρα δεν κάνω τίποτα δουλειές που είναι εξωτερικές. Δηλαδή, δεν πάω να μαζέψω ελιά, δεν πάω να καλλιεργήσω τη γη. Αυτό είναι λάθος. Γιατί και τότε οι άνθρωποι αυτοί που πηγαίνανε στα σχολεία και ερχόντουσαν και με τα πόδια στην Χώρα- δεν είχανε αυτοκίνητα- όμως εσπουδάζανε, αλλά δουλεύανε και στις περιουσίες τους. Όπως είπα, διαλέγανε επαγγέλματα, τα οποία μπορεί να μη δίνουνε πολλά χρήματα, αλλά όταν τα μάθει ο κόσμος, θα πηγαίνει, δηλαδή, να φτιάχνει τα παπούτσια του, να …το ένα έπιπλο πρόχειρο, ένα τραπέζι να το κάνει. Τώρα, τα αγοράζουμε όλα έτοιμα. Και βέβαια, η ποιότητα δεν συγκρίνεται με αυτά που υπήρχανε. Καλό θα ήτανε να έτσι να… να φροντίσουνε, να δίνουνε ένα… Δεν γίνεται το μάθημα αυτό του επαγγελματικού προσανατολισμού, το οποίο όμως να γίνεται, αλλά να γίνεται από ειδικούς ανθρώπους. Γιατί μου ’χανε δώσει κι εμένα μια φορά. Αλλά, άμα δεν έχεις διδαχτεί κάτι, δεν είναι εύκολο να το μεταδώσεις. Κι άμα εσύ δεν πιστεύεις κάτι, δεν μεταδίδεται ποτέ. Πρέπει να το πιστεύεις. Για αυτό λέω ότι, όπως παλιά, οι δασκάλοι μας μιλούσανε για τον Κολοκοτρώνη και μας ενθουσιάζανε μέσα. Αλλά το πιστεύανε και μας τον μεταδίδανε αυτό τον ενθουσιασμό. Έτσι, πρέπει να ’ναι ο καθηγητής. Ο καθηγητής δεν πρέπει ποτέ να νιώθει ότι: «Ε μωρέ, ας πω λίγα λόγια και να…» Όχι. Πρέπει να αγωνίζεται να μπει στην ψυχή του παιδιού. Κι άμα μπει στην ψυχή του παιδιού, δεν βγαίνει ποτέ. Ό,τι και να του πει, θα το κάνει μετά. Έτσι νομίζω. Έτσι νομίζω.
Κυρία Μαριέττα, φτάνουμε στο τέλος της συζήτησής μας και θα ήθελα να σας ρωτήσω αν έχετε κάτι άλλο να προσθέσετε.
Όχι, δεν έχω. Δεν ξέρω αν τα είπα και σωστά γιατί… Λοιπόν, δεν έχω τίποτα. Αν θέλετε κάτι συμπληρωματικό, πολύ ευχαρίστως κάτι συγκεκριμένο να σας πω.
Είμαι καλυμμένη και θέλω να σας ευχαριστήσω πάρα πολύ για την πολύ ωραία συζήτηση που είχαμε.
Εγώ σε ευχαριστώ που μου ’δωσες την ευκαιρία να θυμηθώ όλα τα παλιά αυτά. Και να σου δώσω να βγάλεις μερικές φωτογραφίες από τις εκδηλώσεις, τις οποίες εκάναμε στο σχολείο, εις τη σχολή. Επαναλαμβάνω ότι ήτανε όλο κορίτσια και ρόλους αντρικούς παίζανε τα ίδια τα κορίτσια με πολύ μεγάλη επιτυχία. Και αξίζει να υπάρχουνε μέσα στην εργασία σου τέτοιες εικόνες. Είναι η απόδειξις.
Σας ευχαριστώ πολύ και πάλι.
Κι εγώ σε ευχαριστώ. Σου εύχομαι καλή πρόοδο και καλή επιτυχία-
Να είστε καλά.
Σε ό,τι κάνεις.