© Copyright Istorima
Istorima Archive
Story Title
Η Χαλάστρα και η συνδρομή των κατοίκων της στην απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης
Istorima Code
12198
Story URL
Speaker
Κωνσταντίνος Μπατσιόλας (Κ.Μ.)
Interview Date
03/09/2020
Researcher
Κωνσταντίνος Χατζηανδρέου (Κ.Χ.)
[00:00:00]Είναι Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου, ονομάζομαι Χατζηανδρέου Κωνσταντίνος, είμαι ερευνητής στο Istorima και ξεκινάμε. Πώς ονομάζεστε;
Κωνσταντίνος Μπατσιόλας.
Θα ήθελα να μου δώσετε μερικά στοιχεία για εσάς, όπως την ημερομηνία γέννησης, τον τόπο καταγωγής, τυχόν σπουδές, τόπο μόνιμης κατοικίας, επάγγελμα.
Λοιπόν, γεννήθηκα στις 6 Σεπτεμβρίου το 1979, καταγωγή μου είναι από τη Χαλάστρα Θεσσαλονίκης, εδώ και πέντε-έξι χρόνια μένω στις Συκιές Θεσσαλονίκης, έχω σπουδάσει Ιστορία-Εθνολογία, Θεολογία, έχω κάνει μεταπτυχιακό στην Εκκλησιαστική Ιστορία και τώρα συνεχίζω σπουδάζω στο τμήμα Βαλκανικών Σπουδών και είμαι και υποψήφιος διδάκτορας Εκκλησιαστικής Ιστορίας στη Θεολογική σχολή του Αριστοτελείου.
Πάρα πολύ ωραία. Σήμερα θα μιλήσουμε για τη Χαλάστρα, πριν ξεκινήσουμε θα ήθελα να μου πείτε μερικές, έτσι, αναμνήσεις που έχετε από την παιδική σας ηλικία, ίσως τι επάγγελμα κάναν οι γονείς σας. Πώς ζούσατε εδώ;
Η Χαλάστρα είναι ένα αγροτικό μέρος, ένας αγροτικός τόπος. Όταν εγώ ήμουν πιτσιρικάς, δεκαετία του ’80, ήταν ακόμη ένα κανονικό χωριό με ό,τι αυτό σημαίνει, είχαμε τις περίφημες αλάνες, όπου παίζαμε συνήθως ποδόσφαιρο ασταμάτητα, βγαίναμε, φεύγαμε το πρωί και γυρίζαμε το βράδυ στο σπίτι, μέχρι να μας φωνάξει η μητέρα, είχαμε τις παρέες στις γειτονιές, χωριζόμασταν ομάδες και παίζαμε ποδόσφαιρο. Η Χαλάστρα τότε ήταν χωριό, ας πούμε θυμάμαι, θυμάμαι να υπάρχουν ζώα σε κάποιες αυλές σπιτιών, παίζαμε ποδόσφαιρο στην αυλή από έναν ξάδερφό μου, ήμασταν πιτσιρίκια και δίπλα ακριβώς, εμείς παίζαμε, είχαμε για το τέρμα τον αχυρώνα και δίπλα ακριβώς ήταν ο στάβλος με τις αγελάδες και, όταν έφευγε η μπάλα στις αγελάδες, βάζαμε κλήρο ποιος θα πάει να πάρει μπάλα. Έχω, δηλαδή, κάποιες τέτοιες μνήμες, που οι τελευταίες περίπου γενιές στην ηλικία μου που πρόλαβαν τη Χαλάστρα να είναι καθαρά χωριό. Από τη δεκαετία του ‘90 και μετά η Χαλάστρα φαίνεται ότι άρχισε να αλλάζει. Αυξήθηκε ο πλούτος, αυξήθηκαν τα γεωργικά μηχανήματα. Η δόμηση στο χωριό έγινε πιο πυκνή, θυμάμαι την παλιά την πλατεία της Χαλάστρας, είχε πανηγύρι το Δεκαπενταύγουστο και θυμάμαι δεκαπέντε μέρες καλοκαίρια ήμασταν στο πανηγύρι, ήμασταν διακοπές και γυρίζαμε αρχές Αυγούστου, γιατί θα άρχιζε το πανηγύρι. Ήταν, δηλαδή, συνήθειες μιας πιο παραδοσιακής κοινωνίας, τα ήθη και τα έθιμα ήταν, δεν είχαν πάρει μια φολκλορική διάσταση, αλλά ήταν περισσότερο καθημερινή συνήθεια.
Ο πληθυσμός εδώ πέρα συνήθως τι δουλειά είχε; Δηλαδή, ήτανε αγρότες; Ασχολούντουσαν με–
Οι Χαλαστριανοί από τη δεκαετία του ‘50 και μετά κυρίως είναι αγροτικός πληθυσμός, είναι αγρότες, κομβικό σημείο σε αυτό, για να περάσουμε στο πιο ιστορικό είναι και η αποξήρανση της λίμνης των Γιαννιτσών πριν από το ‘40. Η κατασκευή του αναχώματος κάτω, στη θάλασσα, που έδωσε και καινούριες αγροτικές εκτάσεις, ενώ η Χαλάστρα στις αρχές, ας πούμε, του αιώνα ήταν περισσότερο, ο πληθυσμός ήταν αλιείς και αγρότες, αλλά περισσότερο αλιείς. Πλέον οι περισσότεροι είναι αγρότες, βέβαια υπάρχουν και πάρα πολλές οικογένειες ψαράδων, κυρίως μυδοκαλλιεργητών. Η Χαλάστρα φημίζεται για τις μυδοκαλλιέργειες και είναι, εξάγουν και τα μύδια, όπως επίσης πλέον η Χαλάστρα είναι ορυζοπαραγωγός περιοχή, παράγονται ρύζια, παράγονται δε ξέρω τα ποσοστά ακριβώς, αλλά ένα [00:05:00]μεγάλο ποσοστό της παραγωγής του ρυζιού της Ελλάδας γίνεται από τους αγρότες της Χαλάστρας και των γύρω χωριών.
Μάλιστα. Οι δικοί σας γονείς τι δουλειά κάνανε;
Εγώ δεν είμαι ο μέσος όρος Χαλαστριανού, δεν είμαι ο τυπικός Χαλαστριανός, χωράφια δεν έχω πολλά, δεν έχω καλλιεργήσει χωράφι. Ο πατέρας μου, η μητέρα μου ήταν κλασικά νοικοκυρά και ήξερε να κεντάει σε μηχανή, ενώ ο πατέρας μου ήταν, ασχολιόταν με το εμπόριο ποδηλάτων και μοτοσυκλετών και είχε και συνεργείο, όπου έκανε επισκευές. Εγώ δεν είμαι ο κλασικός τύπος Χαλαστριανού, γιατί σπούδαζα, δεν έχω καμία σχέση με τα χωράφια, εργάζομαι ως καθηγητής στην ιδιωτική εκπαίδευση, κάνω ιδιαίτερα μαθήματα, αλλά οι περισσότεροι ασχολούνται, στη Χαλάστρα, και σήμερα με τα χωράφια, ενώ πολύ συχνό είναι το, να το πω το μοτίβο, κάποιος να δουλεύει σε κάποια εταιρεία, παλαιότερα μεγαλύτερης ηλικίας εργοστάσια και συγχρόνως να καλλιεργεί ή να ενοικιάζει κάποια χωράφια, και αν θα δει κάποιος, και τα περισσότερα σπίτια στη Χαλάστρα είναι φτιαγμένα με έναν παρόμοιο τρόπο. Έχουν μία μεγάλη αποθήκη κάτω, όπου την αξιοποιούν για τα αγροτικά μηχανήματα και ψηλά μετά είναι η κατοικία τους. Είναι, δηλαδή, προσαρμοσμένη στις ανάγκες και τις επαγγελματικές.
Μάλιστα. Θα μπορούσατε να μας δώσετε ορισμένα στοιχεία ίσως για την ονομασία της Χαλάστρας, γιατί ανά τα διαστήματα το όνομά της έχει πάρει διαφορετικές μορφές.
Βεβαίως. Λοιπόν, το όνομα Χαλάστρα προέρχεται από αρχαία Νύμφη της μυθολογίας, η Χαλαίστρη, αναφέρεται ήδη από τον Ηρόδοτο κάποιος οικισμός, Χαλαίστρα, όταν κατέβηκε ο Ξέρξης, αναφέρεται το όνομα της Χαλάστρας. Μετά, έχουμε πληροφορίες ότι όταν, το 315 π.Χ. ο Κάσσανδρος ίδρυση τη Θεσσαλονίκη, ένας από τους, τη Θεσσαλονίκη την ίδρυσε παίρνοντας πληθυσμούς από διάφορους συνοικισμούς γύρω από τη σημερινή πόλη. Ένας από τους οικισμούς αυτούς ήταν και η αρχαία Χαλάστρα. Ξέρουμε για την ύπαρξη της Χαλάστρας στα αρχαία χρόνια. Οι πληροφορίες χάνονται περίπου στη Βυζαντινή περίοδο, εκεί γνωρίζουμε μόνο για μία επισκοπή Καστρίου, που τείνουμε να την ταυτίσουμε με τη Χαλάστρα, δεν είναι απόλυτα σαφές και ξεκαθαρισμένο, μιλάμε, δηλαδή, για επισκοπή δε μιλάμε ντε και καλά για κάποιο, κάποια πόλη ή κάποιο πόλισμα, υποθέτουμε όμως θα υπάρχει κάποια συνέχεια στον πληθυσμό, ότι αυτή ήταν η λεγόμενη Χαλάστρα και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας μετά βρίσκουμε το όνομα Κουλιακιά. Το Κουλιακιά μπορεί να θεωρηθεί και ως συνέχεια του, ως απόδοση στα τούρκικα της λέξης κάστριον, τώρα τα λέω αυτά λίγο αρκετά περιληπτικά. Το Κουλιακιά σαν όνομα σημαίνει πύργος, κουλές είναι ο πύργος, köy είναι το χωριό στα τούρκικα. Λοιπόν, μένει ως Κουλιακιά. Τον 20ο αιώνα μετονομάστηκε Χαλάστρα, μετά δεν τους άρεσε στους Χαλαστριανούς της εποχής το Χαλάστρα και για κάποιες δεκαετίες μετονόμασαν το χωριό Πύργο, σε Πύργο και μετά το ξανά ονόμασαν σε Χαλάστρα. Ήταν μάλλον μία άστοχη επιλογή, γιατί θεώρησαν ότι το Χαλάστρα προέρχεται από το χαλώ-καταστρέφω, γιατί στις δεκαετίες του, πριν το ‘40 συχνά πλημμύριζε ο Αξιός και τα νερά του κατέκλυζαν τη Χαλάστρα, μετατρέποντάς την σε μια μικρή Βενετία. Υπάρχουν και φωτογραφίες που δείχνουν οι περιοχές σήμερα που είναι κατοικήσιμες στη Χαλάστρα να έχουν μετατραπεί σε λίμνες και οι Χαλαστριανοί να είναι πάνω στις [00:10:00]πλάβες. Πλάβες ήταν σαν βάρκες, που είχαν, χωρίς καρίνα, για να μπορούν να κινούνται στα ρηχά νερά. Όμως, τα τελευταία σαράντα περίπου χρόνια το όνομα του χωριού είναι Χαλάστρα με αναφορά κατευθείαν στο αρχαίο πόλισμα της Χαλάστρας. Η αλήθεια είναι ότι και θέλω αυτό έτσι να το επισημάνω, κάποιες φορές το επισημαίνουν, ότι για τη μακρόχρονη Βυζαντινή περίοδο δεν έχουμε σαφείς και συγκεκριμένες ενδείξεις για τον οικισμό της Χαλάστρας.
Μάλιστα. Υπάρχει μία ιστορία για τη Χαλάστρα η οποία έχει να κάνει με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και νομίζω ότι αυτή αξίζει να καταγραφεί. Οπότε, αν θέλετε να μας πείτε ορισμένα πράγματα.
Βεβαίως. Καταρχάς, να το πιάσουμε λίγο το νήμα, λίγο πιο πριν. Υπήρχε η επισκοπή Καμπανίας, η οποία αυτήν ξέρουμε ότι υπήρχε αρκετούς αιώνες. Η έδρα της μάλλον ήταν η Κουλιακιά. Περίφημος ήταν, επίσκοπος Καμπανίας, ένας Θεόφιλος, ο οποίος ήταν και συγκαταλέγεται στον, συγκαταλέγεται στους συγγραφείς της περιόδου του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, έγραψε και νομικά κείμενα, ήταν μια αξιόλογη περίπτωση πνευματικού ανθρώπου, που έζησε στον τόπο αυτόν, λοιπόν… Πρέπει να πούμε ότι το 19ο αιώνα που έχουμε σαφείς και συγκεκριμένες πληροφορίες η Κουλιακά, η Χαλάστρα έχει ελληνικούς πληθυσμούς, ελληνόφωνους πληθυσμούς και από ό,τι φαίνεται έχουν ξεκάθαρη εθνική συνείδηση, ξεκάθαρο εθνικό προσανατολισμό, ξεκάθαρο φρόνημα, υπάρχει ένας ποιητής τον 19ο αιώνα, κάποιος Παπουλιάς ποιητής, ο οποίος έγραψε και πατριωτικά ποιήματα, ήταν Χαλαστριανός και βραβεύτηκε και σε κάποιους διαγωνισμούς στην Ελλάδα. Λοιπόν, ξεκάθαρο, υπάρχει ξεκάθαρο φρόνημα εθνικό. Ξεκάθαρος ελληνοκεντρικός προσανατολισμός, γιατί να θυμίσω ότι τον 19ο αιώνα, ειδικά από το 1870 περίπου και μετά, αναπτύσσεται σε όλη τη Μακεδονία ο ανταγωνισμός μεταξύ Βουλγάρων και Ελλήνων για το ποιος θα επικρατήσει. Στη Χαλάστρα υπήρχαν δημοτικά σχολεία, τα οποία πέρα από το έργο το να μάθουν τα παιδιά γράμματα επιτελούσαν και ένα έργο εθνικής αφύπνισης ή ενίσχυσης του φρονήματος. Ενώ σε άλλα χωριά υπήρχαν βουλγαρόφωνες πληθυσμοί. Προσωπικά δε θεωρώ τυχαίο το γεγονός ότι όταν ήρθαν οι πρόσφυγες το 1922, στη Χαλάστρα δεν ήρθαν προσφυγικές οικογένειες. Δεν ήρθαν κάποιες προσφυγικές οικογένειες. Δεν είναι τυχαίο ότι πήγαν πρόσφυγες στη Νέα Μαγνησία, δηλαδή φέρνω τώρα τους γύρω-γύρω οικισμούς, στη Νέα Μαγνησία πήγαν, γιατί, στα Διαβατά, Νέα Μαγνησία πήγαν πρόσφυγες, γιατί ο διπλανός οικισμός στα Διαβατά, είχε και βουλγαρόφωνους. Στα Κύμινα, δίπλα, δίπλα μας, επειδή υπήρχαν πάλι βουλγαρόφωνοι πήγαν τα Νέα Μάλγαρα από διάφορες, ιδρύθηκαν τα Νέα Μάλγαρα από διάφορες περιοχές της Θράκης. Στη Σίνδο, που υπήρχαν και αρκετοί Τούρκοι, πήγαν και εκεί πρόσφυγες από τη Θράκη. Στη Χαλάστρα δε πάτησε ξένος άνθρωπος το πόδι του. Λοιπόν, δεν ήταν, δηλαδή δε πιστεύω ότι αυτό ήταν τυχαίο, ότι δε χρειαζόταν εδώ να έρθουν πρόσφυγες ώστε να ενισχυθεί το ελληνόφωνο ή έστω ή ελληνικό στοιχείο. Δύο σημεία μπορούμε να ξεχωρίσουμε. Το πρώτο σημείο είναι η Χαλάστρα κατά τη διάρκεια της ένοπλης φάσης του Μακεδονικού Αγώνα και το δεύτερο είναι το τι ακριβώς συνέβη στο χωριό κατά την, τις κρίσιμες ημέρες της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης από τον ελληνικό στρατό το 1912. Να ξεκινήσουμε από τον Μακεδονικό Αγώνα, για να τα πάρουμε με μία χρονική σειρά. Στην ένοπλη φάση του Μακεδονικού Αγώνα, περίπου από το 1904 ως το 1908, ξέρουμε ότι η Χαλάστρα ήταν ένας τόπος ενός, ένα σημείο όπου σταθερά ενίσχυαν τους Μακεδονομάχους [00:15:00]που ήταν μέσα στο βάλτο των Γιαννιτσών. Η λίμνη των Γιαννιτσών αποξηράθηκε τη δεκαετία του ‘30 και έγιναν γόνιμα εδάφη. Το 1904 όμως μέχρι το 1908, που γινόταν η ένοπλη φάση, ήταν ένας βάλτος όπου εκεί μέσα στις καλαμιές, διεξαγόταν μάχες, συγκρούσεις μεταξύ Ελλήνων, Βουλγάρων και ενίοτε και Τούρκων. Όλα αυτά αποτυπώνονται λογοτεχνικά, στα Μυστικά του Βάλτου της Πηνελόπης Δέλτα. Αν δε το έχετε διαβάσει, να το διαβάσετε. Λοιπόν… Από τη Χαλάστρα ξέρουμε συγκεκριμένες πληροφορίες, ότι υπήρξαν Χαλαστριανοί της εποχής όπου πολέμησαν μέσα στη λίμνη των Γιαννιτσών, ένας Τερζής, ένας Αναγνωστόπουλος και κάποια άλλα ονόματα. Αυτοί πολέμησαν ήταν ένοπλοι δηλαδή, υπήρχαν οι Χαλαστριανοί τότε βαρκάρηδες με τις πλάβες τους επιτελούσαν έναν πολύ σημαντικό ρόλο. Ερχόνταν από την Ελλάδα, από τη Νότιο Ελλάδα πολεμοφόδια ή αγωνιστές Μακεδονομάχοι τους παραλάμβαναν οι Χαλαστριανοί κάτω, στον Θερμαϊκό, κάτω στη θάλασσα, στις όχθες του Αξιού, του Λουδία, του Αλιάκμονα και προφανώς και με κίνδυνο της ζωής του, κάτω από τη μύτη των Τούρκων πολλές φορές, τους διαπεραίωναν προς τον βάλτο. Φιλοξενούνταν στα σπίτια τους, ας πούμε, κάποιο βράδυ και πήγαιναν μετά στο βάλτο για να συνεχίσουν, για τις πολεμικές αναμετρήσεις. Υπάρχει μία ιστορία όπου σε κάποια φάση, φορτώθηκαν, δε θυμάμαι εάν ήταν όπλα ή άνθρωποι, όπου τους πήραν χαμπάρι οι Τούρκοι, αντιλάλησαν πυροβολισμοί, αλλά δεν τους έκαμπτε το φρόνημα. Βέβαια, στη Χαλάστρα δεν είχαμε σοβαρές συγκρούσεις, γιατί ήταν ένα χωριό Ελληνόφωνο, ήταν πατριαρχικό, δεν υπήρχαν εσωτερικές διενέξεις με βουλγαρόφωνους ή εξαρχικούς. Η Χαλάστρα, δηλαδή, ήταν ένας τόπος μεταφόρτωσης όπλων, εφοδίων, ανθρώπων σε σύνδεσμο με το προξενείο της Θεσσαλονίκης για τον αγώνα που γινόταν στη μάχη των Γιαννιτσών –στη μάχη, συγνώμη, λάθος–, στο βάλτο των Γιαννιτσών. Υπήρχαν κάποιοι γιατροί, οι οποίοι περιέθαλπαν αγώνες, έχουν καταγραφεί εδώ διαφόρων Μακεδονομάχων, που πήγαιναν ή ερχόνταν σε διάφορες περιοχές. Ιδρύθηκε και μία επιτροπή υποστηρίξεως του αγώνα και αυτό, μάλιστα, δε το ήξερα το ανακάλυψα πρόσφατα, ιδρύθηκε μία επιτροπή υποστηρίξεως του αγώνα: «Τοπική Επιτροπή Αμύνης» και Πρόεδρος, όπως βλέπω εδώ, ήταν κάποιος Γεώργιος Μπατσιόλας, δεν ξέρω, ήταν μάλλον κάποιος μακρινός προπάππους. Στο μεγάλο, λεγόμενο, συναξάρι των Μακεδονομάχων καταγράφονται πάνω από σαράντα Χαλαστριανοί, να συμμετέχουν στον αγώνα, είτε ως πληροφοριοδότες ή ως πράκτορες, είτε ως μαχητές και προφανώς σε διάφορα σπίτια της Χαλάστρας ακόμα και σήμερα είναι κορνιζωμένοι οι έπαινοι που έστειλε το Ελληνικό κράτος για τη συμβολή των Χαλαστριανών στον Μακεδονικό Αγώνα. Υπάρχουν τέτοια. Ο Μακεδονικός Αγώνας περίπου λήγει, όχι περίπου, λήγει με την επανάσταση των Νεοτούρκων το 1908.
Το 1912 ξεσπάνε οι Βαλκανικοί Πόλεμοι. Εκεί, λοιπόν, έχουμε το ζήτημα της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης. Όπως ξέρουμε, ο ελληνικός στρατός νίκησε τον οθωμανικό στρατό στο Σαραντάπορο, μετά έχουμε τη μάχη των Γιαννιτσών, όπου πάλι ο Ελληνικός στρατός βρέθηκε νικητής και εκεί ήταν, τέθηκε το ζήτημα της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης. Εδώ, από ό,τι φαίνεται, αν και τα ερείσματα είναι κυρίως στη λαϊκή παράδοση, είχαν έναν ξεχωριστό ρόλο και μία ξεχωριστή συμβολή οι Χαλαστριανοί για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης. Να τα [00:20:00]πάρω λίγο με τη σειρά. Λοιπόν, η αποφασιστική μάχη στα Γιαννιτσά γίνεται, λαμβάνει χώρα στις 19-20 Οκτωβρίου, ο ελληνικός στρατός νικάει και στόχος πλέον είναι η Θεσσαλονίκη. Από την άλλη πλευρά, όμως, από την πλευρά, ας πούμε, των Σερρών, καταφθάνει και ο Βουλγάρικος στρατός, οι οποίοι Βούλγαροι και αυτοί εποφθαλμιούν τη Θεσσαλονίκη. Στις 20 Οκτωβρίου απόσπασμα του ελληνικού στρατού, είναι το απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινοπούλου, περνάει το Λουδία ποταμό, μπαίνει στα Κύμινα, εκεί εξουδετερώνει μια μικρή αντίσταση, που συναντά, από Τούρκους. Τότε η Χαλάστρα και τα Κύμινα δεν είναι όπως είναι σήμερα. Σήμερα η Χαλάστρα και τα Κύμινα χωρίζονται από τον Αξιό Ποταμό. Τότε δεν υπήρχε ο Αξιός. Η κοίτη του ποταμού ήταν μεταξύ Χαλάστρας και Σίνδου. Αργότερα έγινε, τη δεκαετία του ‘30 νομίζω, έγινε η εκτροπή της κοίτης του Αξιού και ο Αξιός είναι όπως είναι σήμερα, μεταξύ Χαλάστρας και Κυμίνων. Στις 21 Οκτωβρίου, ο ελληνικός στρατός μπαίνει στην Κουλιακιά, μπαίνει στη Χαλάστρα. Η παράδοση λέει ότι ο Μακεδονομάχος Αναγνωστόπουλος πήγε και κατέβασε τη σημαία, την τούρκικη τη σημαία από το αστυνομικό, από το τούρκικο αστυνομικό τμήμα και ύψωσε την ελληνική. Πού βρέθηκε η ελληνική σημαία; Προφανώς είναι αυτό που τονίζω και λέω ότι υπήρχε ξεκάθαρο εθνικό φρόνημα στους κατοίκους πέρα από τις διάφορες, πέρα από τα διάφορα που λένε σήμερα φαίνεται ότι υπήρχε καθαρό το φρόνημα. Τουλάχιστον εδώ. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο Αθανάσιος Κράββας, ένας δάσκαλος εκείνης της εποχής, κατέγραψε διάφορα γεγονότα που αφοράν τη Χαλάστρα και κατέγραψε και κάποια πράγματα για την ημέρα της απελευθέρωσης. Θα μου επιτρέψεις να σου διαβάσω, γιατί είναι συγκινητικό και είναι αποκαλυπτικό το πώς αισθανόταν οι κάτοικοι που έβλεπαν τον ελληνικό στρατό να μπαίνει μέσα και να τους απελευθερώνει. Γράφει, λοιπόν, ο Αθανάσιος Κράββας: «Τὴν Κυριακή λίαν πρωί ἀνεπετάσθη εἰς τὴν Ἀστυνομίαν ἡ γαλανόλευκος Ἑλληνική σημαία. Ὅλοι μὲ δάκρυα εἰς τοὺς ὀφθαλμούς συνεκεντρώθησαν εἰς τὴν ἀγοράν», δηλαδή λίγο εδώ μπροστά, σε εμάς: «Καὶ προσαγορεύοντες τὸ “Χριστός Ἀνέστη” καὶ ἐναγκαλιζόμενοι ἔβγαζαν τὰ φέσια, τὸ σύμβολον τοῦ ραγιαδισμοῦ, καὶ τὰ ἐξέσχιζον. Γέμισε ἡ ἀγορὰ ἀπό φέσια. Κατόπιν, διευθύνοντας τὴν ἐκκλησία, ἄναβαν ἀπό μία λαμπάδα διά τὴν σωτηρίαν των καί ἐξήρχοντο ὅλοι νά ὑποδεχθῶσι τοὺς ἐλευθερωτὰς Ἓλληνες στρατιῶτες. Ὃλοι, στὴ στιγμή, ἐβρέθησαν ἔξω εἰς τὸν πρός τά Γιαννιτσὰ δρόμον καί μέ τόν ἱερέα Παπακωνσταντίνου, μέ τὰ ἱερά ἄμφια, τά ἑξαπτέρυγα καί τὸ εὐαγγέλιο εἰς τάς χεῖρας περιέμενον τὸ προσκοπικὸν τάγμα». Είναι το τάγμα, είναι το απόσπασμα Ευζώνων Κωνσταντινοπούλου, που είπα πριν. Λοιπόν, ετοιμάζει το χωριό και υποδέχεται τον ελληνικό στρατό, κλαίγοντας και πανηγυρίζοντας και φωνάζοντας: «Χριστός Ανέστη». «Μετά τινα λεπτά ἐνεμφανίσθη ἡ ἐκ Γιουντζηδῶν», τά Κύμινα, «ἐρχόμενο τό σῶμα τῶν προσκόπων ἀνταρτῶν μέ ἀρχηγία τῶν Μαζαράκη καί Μαλαπά. Μέ δάκρυα ὅλοι ἐνηγκαλίσθησαν τούς προσκόπους καί τούς φιλήσαμε στό στόμα. Εἶναι ἀπερίγραπτος ὁ ἐνθουσιασμὸς μας». Και αξίζει αυτό που λέει: «Ό,τι ἐπί αἰῶνας γενεαί γενεῶν ηὔχοντο νὰ ἴδωσι, τὸ εἴδομεν ἡμεῖς». Δηλαδή, οι άνθρωποι ζούσαν και μιλούσαν με τον πόνο της απελευθέρωσης, αυτά δε τα γράφει κάποιος εκ των υστέρων, κάποιος που γράφει λογοτεχνία. Είναι οι εντυπώσεις και η μνήμη του ανθρώπου της εποχής. «Εἰμεθα πλέον ἐλεύθεροι. Μία μεσηβρίαν τῆς Κυριακῆς ἦλθε μία ὕλη ἱππικοῦ. Τὴ δέ πρωίαν τῆς δευτέρας ὁλόκληρος ταξιαρχία ἐκ τοῦ μέρους τήν Γιουντζήδων». Είναι εκπληκτικό αυτό το πράγμα και αξίζει έτσι να αποτυπωθεί η εντύπωση που έμεινε, η εντύπωση που άφηναν, βγήκε όλο το χωριό να υποδεχτεί και [00:25:00]έκλαιγαν από τη χαρά και λέει ό,τι περίμεναν, οι άνθρωποι, λέει, καθόνταν, δηλαδή, και έλεγαν: «Επιτέλους ελευθερωθήκαμε, το είδαμε εμείς». Εδώ, αυτές τις μέρες, μέχρι δηλαδή 26-27 Οκτωβρίου που απελευθερώνεται η Θεσσαλονίκη, εκτυλίσσεται στη Θεσσαλονίκη και ένα διπλωματικό θρίλερ, το οποίο οι κάτοικοι της Χαλάστρας, προφανώς δεν το είχαν υπόψιν τους. Οι Τούρκοι, μετά την ήττα στα Γιαννιτσά, από κάποια μάλλον ολιγωρία του ελληνικού στρατού, που δεν τους καταδίωξαν αμέσως, είχαν καταστρέψει τις γέφυρες, ο ποταμός είχε φουσκώσει και από την περιοχή της Χαλάστρας υπήρχαν δύο βραχίονες του Αξιού ποταμού από τις οποίες έπρεπε να περάσει ο ελληνικός στρατός, για να κατευθυνθεί στη Θεσσαλονίκη. Το μηχανικό του στρατού βρισκόταν πολύ πιο πίσω, νομίζω κάπου στην Κοζάνη, και έπρεπε να περιμένουν μέρες για να έρθει και να κατασκευάσουν τις γέφυρες. Εκεί, λοιπόν, έχουμε την περίφημη συνεισφορά των Χαλαστριανών για την απελευθέρωση. Οι δύο βραχίονες δεν μπορούσαν να ζευχθούν και τότε έχουμε μια ιστορία όπου κάποιος Χαλαστριανός εκείνης της εποχής, ένας αγράμματος χωρικός, ο μπαρμπα-Γιώργης Νταλιγκάρης, πήγε και είπε στους αξιωματικούς του στρατού: «Θέλω να με κάνετε μια μέρα βασιλιά». Δεν τον πήραν στα σοβαρά: «Κάποιος ημίτρελος χωρικός θα είναι». Αυτός επέμενε: «Θέλω να με κάνουν μια μέρα βασιλιά». Με την παρέμβαση και άλλων Χαλαστριανών, τον πήραν στα σοβαρά, συζήτησαν και σύμφωνα με την παράδοση, με επικεφαλής τον μπαρμπα-Γιώργη, άρχισαν, μάζεψαν τις πλάβες, μάζεψαν τα βαρέλια, μάζεψαν και σχοινιά από το χωριό και την υπόλοιπη ξυλεία και έφτιαξαν, με τη βοήθεια μάλλον του μηχανικού, με τη βοήθεια μάλλον του στρατού, φτιάχθηκε η πρώτη γέφυρα. Την άλλη μέρα έπρεπε να γίνει η ζεύξη και του δεύτερου βραχίονος, για να περάσει ο στρατός, το ίδιο ακριβώς, και μάλιστα υπάρχει η λαϊκή παράδοση ότι κάποιοι ξήλωσαν από τα σπίτια τους τα παντζούρια, τα παράθυρα και τις πόρτες για να βρεθεί ξυλεία, να βρεθούν τα υλικά, ώστε να φτιαχτεί αυτή η γέφυρα. Όντως, με τη συνεισφορά των Χαλαστριανών φτιάχτηκε, πέρασε ο ελληνικός στρατός, προχώρησε προς τη Σίνδο, κατέλαβε την Σίνδο, τότε λεγόταν Τέκελη, λοιπόν, και ασκήθηκε πίεση για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης. Μέσα στη Θεσσαλονίκη, όμως, παιζόταν ένα τεράστιο διπλωματικό όργιο. Οι μεγάλες δυνάμεις τότε, οι αντιπρόσωποί τους δεν ήθελαν ντε και καλά να μπει ο ελληνικός στρατός μέσα στην πόλη, θα προτιμούσαν μια αιματοχυσία στη Θεσσαλονίκη, από ό,τι φαίνεται, θα προτιμούσαν μια αιματοχυσία, ώστε να παρεμβούν οι μεγάλες δυνάμεις και η πόλη να περάσει σε ένα διεθνές καθεστώς, ώστε να το εκμεταλλευτούν κυρίως οι Αυστριακοί. Ήταν ένα περίεργο διπλωματικό παιχνίδι, οι διαπραγματεύσεις για την απελευθέρωση από τον Χασάν Ταχσίν Πασά και τον Δούσμανη με τον Ιωάννη Μεταξά, τον μετέπειτα δικτάτορα, καθυστερούσαν. Ο ελληνικός στρατός ήταν έξω από τη Θεσσαλονίκη έτοιμος να επιτεθεί, ο τουρκικός στρατός είχε λάβει κάποιες θέσεις άμυνας έξω από τη Θεσσαλονίκη, αλλά υπήρχαν αρκετές λιποταξίες, ενώ ο βουλγάρικος στρατός πλησίαζε περίπου στην περιοχή Δερβένι. Δηλαδή, υπήρχε ο κίνδυνος εκείνες τις μέρες, αν καθυστερούσε η ζεύξη του Αξιού και δε περνούσε εγκαίρως ο ελληνικός στρατός, υπήρχε ο κίνδυνος να έφταναν μαζί οι δύο στρατοί ή να έφτανε πρώτα ο βουλγάρικος, να γινόταν συγκρούσεις, να γινόταν μια αιματοχυσία, να γινόταν σοβαρές συγκρούσεις μέσα στη Θεσσαλονίκη. Στη Θεσσαλονίκη ήταν περίπου πολιορκημένη η πόλη, οπότε είχε, είχαν αρχίσει να εμφανίζονται αυξήσεις στις τιμές των αγαθών. Τελικά, ο Χασάν Ταχσίν Πασάς παρέδωσε τη Θεσσαλονίκη στους Έλληνες, το περίφημο, όπως λένε: «Από τους Έλληνες τους πήρε, από εσάς», λέει, «την πήραν τη Θεσσαλονίκη, σε εσάς», λέει, «θα τη δώσουμε». Και ακριβώς, σε όλο αυτό το διπλωματικό παιχνίδι αναδεικνύεται το γεγονός ότι πέρασε πιο γρήγορα ο ελληνικός στρατός, βρέθηκε πιο κοντά στη Θεσσαλονίκη, η παράδοση υπογράφτηκε 26 προς 27 ξημερώματα στο σημερινό Διοικητήριο, Υπουργείο [00:30:00]Βορείου Ελλάδος, από τον Χασάν Ταχσίν Πασά και τον Μεταξά και τον Δούσμανη. Ο βασιλιάς, ο αρχιστράτηγος τότε, Κωνσταντίνος, διάδοχος ακόμη του θρόνου, δεν ήταν ο βασιλιάς, ήταν διάδοχος του θρόνου, είχε το στρατηγείο του εκεί νομίζω τώρα που σήμερα είναι στο χωριό η γέφυρα στο Τόψιν, το Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων, μάλλον κάποιες, ένα μέρος των διαπραγματεύσεων έλαβε χώρα και στη Σίνδο. Στο σιδηροδρομικό σταθμό της Σίνδου υπογράφτηκε η παράδοση της Θεσσαλονίκης στους Έλληνες και μπήκε ο ελληνικός στρατός. Η Έβδομη Μεραρχία που πέρασε πρώτη από Χαλάστρα, τελικά κινήθηκε σε άλλη κατεύθυνση και δε μπήκε μέσα στη Θεσσαλονίκη. Αλλά το ζήτημα ήταν ότι οι Χαλαστριανοί εκείνες τις μέρες, χωρίς προφανώς να έχουν υπόψιν τους όλα αυτά τα διπλωματικά παιχνίδια, όλα αυτά τα, όλες αυτές τις εξελίξεις, έκαναν ένα απλό πράγμα, αυτό που το έλεγε η καρδιά τους, τον πατριωτισμό: «Να βοηθήσουμε το στρατό να απελευθερώσει τη Θεσσαλονίκη». Και είναι συγκινητικό, γιατί μιλάμε για ανθρώπους χωρικούς ως επί το πλείστον αγράμματους ή ημιεγγράμματους, για ανθρώπους που είχαν να χάσουν κάτι από την περιουσία τους, για ανθρώπους οι οποίοι σε καμιά περίπτωση δεν είχαν στο μυαλό τους όλο αυτό το θρίλερ της Θεσσαλονίκης και λίγο πιο πριν, που η περίφημη κόντρα Βενιζέλου και Κωνσταντίνου, που ο Κωνσταντίνος ήθελε να πάει να απελευθερώσει, ήθελε να κατευθυνθεί προς το μοναστήρι, ενώ ο Βενιζέλος του έλεγε: «Πάνε προς τη Θεσσαλονίκη». Αυτά παλαιότερα υπήρχαν, τα τηλεγραφήματα Κωνσταντίνου και Βενιζέλου υπήρχαν και στα σχολικά τα βιβλία που έλεγαν: «Πάνε Θεσσαλονίκη», «Όχι, θα πάω στο μοναστήρι». Λοιπόν, το θέμα είναι ότι οι άνθρωποι εδώ που δε τα είχαν υπόψιν τους αυτά, είχαν μικρή αντίληψη αυτού του είδους της πραγματικότητας, από τον αγνό τον πατριωτισμό τους συνέβαλαν, ώστε η Θεσσαλονίκη σήμερα να απελευθερωθεί από τον ελληνικό στρατό.
Ωραία, και για να κλείσουμε να μας πείτε μερικά στοιχεία για τους νεομάρτυρες της Χαλάστρας.
Λοιπόν, έχουμε τον Άγιο Αθανάσιο από την Κουλιακιά. Τον Άγιο Αθανάσιο τον Κουλιακιώτη. Αυτός γεννήθηκε στο Μαχαλά Πολυχρώτικα, το 1750. Ο πατέρας του ήταν Πολύχρους, η μητέρα του Λουλουδά, τελείωσε το Αρρεναγωγείο της Κουλιακιάς, στάλθηκε για σπουδές στην ελληνική σχολή της Θεσσαλονίκης όπου είχε εκεί δάσκαλο τον περίφημο Αθανάσιο Πάριο. Στη συνέχεια, ο Αθανάσιος σπούδασε στην Αθωνιάδα, σχολή στο Άγιο Όρος και μετέβη για κάποια χρόνια στην Κωνσταντινούπολη. Όταν επέστρεψε στο χωριό, στην Κουλιακιά, ενεπλάκη σε θρησκευτική συζήτηση με κάποιο μουσουλμάνο και ανυποψίαστος του είπε λόγια στα οποία στηρίζεται ο μουσουλμανισμός. Τότε ο Μοίρης του απάντησε ότι ομολόγησε τη μουσουλμανική πίστη και ως εκ τούτου έπρεπε να ασπαστεί το Ισλάμ. Ο Αθανάσιος αρνήθηκε σθεναρά, οπότε οι μουσουλμάνοι τον μετέφεραν στη Θεσσαλονίκη και ανέφεραν το περιστατικό στον μολά. Ο ανώτερος δικαστής και ερμηνευτείς του νόμου ζήτησε να δει τον Ιερό Αθανάσιο, συνομίλησε με τον Κουλιακιώτη και είπε στους μουσουλμάνους, τους από εδώ, ότι δε γίνεται κάποιος μουσουλμάνος μόνο με τη γνώση των λόγων της θρησκείας τους. Όμως, οι μουσουλμάνοι, οι από εδώ, επέμεναν και φώναζαν ότι δεν είναι δυνατόν να περιπαίζεται η πίστη τους. Ο μολάς μετά παρακάλεσε και στη συνέχεια εκφόβισε τον Αθανάσιο να γίνει μουσουλμάνος, αλλά αυτός παρέμενε ανένδοτος. Τότε ο μολάς διέταξε να τον φυλακίσουν και μετά από κάποιες μέρες τον κάλεσε πάλι να συζητήσουν και του ζήτησε να εξισλαμιστεί. Οι προσπάθειες αυτές δεν έφεραν αποτέλεσμα, οπότε διέταξε να κρεμάσουν τον εικοσιπεντάχρονο Αθανάσιο. Οι Τούρκοι τον απαγχόνισαν στις 8 Σεπτεμβρίου 1774, στην περιοχή του κοιμητηρίου της Αγίας Παρασκευής, όπου οι χριστιανοί ενταφίασαν το σορό του. Στη Χαλάστρα έχουμε και έναν καινούριο ναό προς τιμήν του Αγίου Αθανασίου.
Μάλιστα.
Να αναφέρω, επίσης, ότι στη Χαλάστρα, το 19ο αιώνα, υπήρχε και μία περίφημη συντεχνία Κουλακιωτών Αγιογράφων και έργα τους έχουμε βρει σε πολλές και διάφορες εκκλησίες σε αρκετά μέρη της Μακεδονίας και της Βορείου Ελλάδος.
Μάλιστα, πολύ ωραία. Ευχαριστώ πολύ.
Εγώ ευχαριστώ.