© Copyright Istorima

Istorima Archive

Story Title

Συνάντηση με μια σοπράνο!

Istorima Code
11725
Story URL
Speaker
Ιόλη Σκούρτη (Ι.Σ.)
Interview Date
25/01/2022
Researcher
Κωνσταντίνα Βέτσικα (Κ.Β.)
Κ.Β.:

[00:00:00]Καλημέρα. Ονομάζομαι Κωνσταντίνα Βέτσικα. Εργάζομαι ως ερευνήτρια στο Istorima και είναι 26/1 του 2022. Βρισκόμαστε στο κέντρο του Βόλου μαζί με την αφηγήτριά μας, την κυρία...

Ι.Σ.:

Ιόλη Σκούρτη. Καλησπέρα σας.

Κ.Β.:

Καλημέρα σας κυρία Ιόλη. Ευχαριστούμε πάρα πολύ για τη συνέντευξη.

Ι.Σ.:

Και εγώ. Για τον χρόνο σας και για την πρόσκλησή σας.

Κ.Β.:

Τιμή μας είναι αυτή. Κυρία Ιόλη... Ξεκινώντας θα ήθελα να μας δώσετε συνοπτικά κάποιες αρχικές πληροφορίες γενικά για τη ζωή σας.

Ι.Σ.:

Μάλιστα. Να ξεκινήσω ότι είμαι τέκνο πολύτεκνης οικογένειας. Είμαι το τέταρτο από τα πέντε κορίτσια της οικογένειας. Από μικρή ήθελα να ασχοληθώ με τη μουσική. Ξεκίνησα να σπουδάζω κλασικό τραγούδι. Ταυτόχρονα και πιάνο και ανώτερα θεωρητικά σε τοπικά ωδεία στο Βόλο. Μόλις αποφοίτησα με το δίπλωμά μου πήγα στο εξωτερικό. Έκανα εκεί κάποια ταχύρρυθμα σεμινάρια και επέστρεψα στο Βόλο, όπου και εργάζομαι. Έχω ανοίξει στούντιο φωνητικής για κλασικό και σύγχρονο τραγούδι και απασχολούμαι εδώ.

Κ.Β.:

Πολύ ωραία. Και καλή σας επιτυχία.

Ι.Σ.:

Ευχαριστώ πολύ!

Κ.Β.:

Ξεκινώντας από τα παιδικά σας χρόνια, ποια οικογενειακά βιώματα θεωρείτε ότι σας διαμόρφωσαν ως χαρακτήρα και σας καθόρισαν;

Ι.Σ.:

Όποιοι με γνωρίζουν λένε ότι είμαι ένας δυναμικός άνθρωπος. Εγώ δεν το καταλαβαίνω. Δεν θα μπορούσα δηλαδή να σκεφτώ τον εαυτό μου πιο low profile, πιο χαμηλών τόνων. Σίγουρα έπαιξε ρόλο το ότι υπήρχαν δύο σημαντικές γυναίκες, οι γιαγιάδες μου, στη ζωή μου από πολύ μικρή ηλικία και τις έζησα μέχρι μεγάλη, έφυγαν πρόσφατα από τη ζωή, και ήταν και οι δύο πολύ δυναμικές. Πρέπει να αναφέρω ότι η μία γιαγιά μου χήρεψε σε πολύ νεαρή ηλικία και ανέλαβε τον ρόλο γυναίκας και άντρα. Ήταν από τις πρώτες γυναίκες που οδήγησαν αυτοκίνητο στο Βόλο και μάλιστα η πρώτη γυναίκα που οδήγησε λεωφορείο για να μπορέσει να θρέψει τα παιδιά της. Λεωφορείο εκτός Βόλου. Ανέβαινε στο Πήλιο. Κάτι πάρα, πάρα πολύ δύσκολο για την εποχή. Και η άλλη μου η γιαγιά... Ήταν στο Λαϊκό Δικαστήριο πρόεδρος. Τοπικά, κοντά στην Κόνιτσα, στους Χιονιάδες Ηπείρου. Γιατί ήταν πολύ δημοφιλής γυναίκα, πολύ ηθική και όλοι την εμπιστευόντουσαν, εμπιστευόντουσαν την κρίση της. Όταν λοιπόν έχεις δύο τέτοιους ανθρώπους στην οικογένεια, νομίζω ότι πήρα πάρα πολλά στοιχεία τους και χαίρομαι πάρα πολύ γι’ αυτό. Γιατί με ακολουθεί μέχρι και τώρα στη δουλειά μου.

Κ.Β.:

Σας μετέφεραν εμπειρίες τους; Σας διηγούνταν;

Ι.Σ.:

Ναι, μου διηγούνταν πράγματα. Περισσότερο τα έβλεπα μέσα στη ζωή. Δηλαδή, αυτό που μου πέρασαν δεν ήταν τόσο κάποια... κάποιες ιστορίες, αλλά το πώς λειτουργούσανε από τα πιο απλά πράγματα. Δηλαδή, με αξιοπρέπεια, το πώς μιλούσανε, η παιδεία τους φαινόταν γενικά. Δεν μου είπαν κάποια συγκεκριμένα πράγματα. Σίγουρα μου έχουνε πει κάποιες εμπειρίες αλλά δεν με στιγμάτισε τόσο αυτό. Περισσότερο η αυτοκυριαρχία που είχαν, η αξιοπρέπεια που είχανε, ο λόγος τους, που ενώ οι περισσότερες κυρίες της εποχής δεν ήταν μορφωμένες, πήγαιναν ελάχιστα χρόνια στο σχολείο, μιλούσανε πολύ πιο καλά από ανθρώπους που είναι τώρα πλήρως μορφωμένοι.

Κ.Β.:

Και όσον αφορά το Λαϊκό Δικαστήριο που δεν το γνωρίζουμε ως θεσμό, σήμερα εννοώ, δεν το κατέχουμε τόσο πολύ. Τι σας είχε μεταφέρει η γιαγιά σας; Τι ακριβώς ήταν;

Ι.Σ.:

Να σας εξηγήσω ότι το χωριό της γιαγιάς μου, λοιπόν, ήταν οι Χιονιάδες Ηπείρου, δίπλα στην Κόνιτσα. Είναι τόσο ψηλά που φημολογείται ότι τότε οι Έλληνες έδωσαν πάρα πολλά φλουριά χρυσά στους Αλβανούς, για να περάσουν τα σύνορα... Το χωριό του πατέρα μου να είναι μέσα στα σύνορα της Ελλάδας και όχι της Αλβανίας. Μιλούσαν αρβανίτικα μεταξύ τους. Δηλαδή τη διάλεκτο που έχουνε τώρα οι άνθρωποι που ζουν στην Αλβανία. Και τότε λοιπόν το χιόνι έπεφτε από τον Οκτώβριο μέχρι τον Μάιο. Έπρεπε, λοιπόν, όταν κάτι γινόταν εκεί τοπικά στην κοινωνία και έπρεπε να κριθεί από κάποιον δεν μπορούσαν να μεταφερθούν στα Γιάννενα, που ήταν αρκετά μακριά. Έπρεπε λοιπόν να συντάξουν, να συντονίσουν, να φτιάξουν μία μικρή ομάδα τεσσάρων πέντε ατόμων που το ονόμασαν Λαϊκό Δικαστήριο. Έκριναν, λοιπόν, αυτά τα άτομα ποιος είχε δίκιο, ποιος είχε άδικο, κι αν θα υπήρξε κάποια ποινή φυλάκισης. Και η γιαγιά μου ήταν πρόεδρος.

Κ.Β.:

Εντυπωσιακό! Συνδυάζοντας τη μουσική σας καριέρα...

Ι.Σ.:

Μάλιστα.

Κ.Β.:

Και με την καταγωγή του πατέρα... Ακούσματα και ερεθίσματα από αυτό το είδος της μουσικής, της παραδοσιακής ηπειρώτικης, είχατε τότε;

Ι.Σ.:

Αν και η φωνή μου δεν είναι για παραδοσιακό τραγούδι, δεν μπορώ να ξεχάσω εικόνες του πατέρα μου να κάθεται στην πολυθρόνα του, την αγαπημένη του πολυθρόνα, και να δακρύζει όποτε ακούγαμε κάποια αποσπάσματα από την Ήπειρο. Δηλαδή και με το άκουσμα μόνο των τοπικών οργάνων, κλαρίνο ή την τσαμπούνα που λέγανε, δάκρυζε. Κι αυτό εμένα με συγκλόνιζε, γιατί ένιωθα ότι η μουσική, ενώ ο ίδιος δεν μπορούσε να [00:05:00]τραγουδήσει, δεν ήταν καλλίφωνος, τον άγγιζε. Αυτό μου το πέρασε και μέχρι και τώρα όταν ακούω παραδοσιακή μουσική... συγκλονίζομαι, αυτή είναι η λέξη. Δηλαδή, κάτι μου κάνει... Ενώ η κλασική μουσική αγγίζει αλλιώς την ψυχή μου, το παραδοσιακό είναι κάτι άλλο. Και δυστυχώς δεν μπορώ να το υπηρετήσω. Δεν με βοηθάει η φωνή μου. Αγαπάει περισσότερο το κλασικό η φωνή μου.

Κ.Β.:

Θα μας πείτε στη συνέχεια γι’ αυτό. Ποια ήτανε τα ορόσημα στην παιδική ηλικία που σας έκαναν να κατευθυνθείτε προς το τραγούδι;

Ι.Σ.:

Δεν ξέρω πώς θα ακουστεί αυτό... Ίσως να είναι λίγο παιδικό, λίγο πεζό... Όταν ήμουνα τεσσάρων χρονών... Παραμονή Πρωτοχρονιάς ο άγιος Βασίλης μου έφερε ένα πιανάκι το οποίο είχε μιάμιση οκτάβα έκταση. Για όσους δεν γνωρίζουν μουσική να πω ότι είναι λίγες νοτούλες. Σαν ένα παιχνίδι, παιχνίδι ήταν. Στο πρώτο δεκάλεπτο είχα βγάλει όλα τα χριστουγεννιάτικα τραγούδια που ήξερα. Με ένα δάχτυλο! Κατάλαβαν λοιπόν οι γονείς μου... Αυτό ήταν μία ένδειξη ότι... σίγουρα αγαπάω τη μουσική και ότι αυτό που λέμε εμείς ότι: «Έχει το παιδί μουσικό αυτί». Δηλαδή, κανένας δεν μπορεί να το κάνει αυτό με τόση ευκολία. Μόλις πέρασαν δύο χρόνια και έφτασα στην ηλικία της πρώτης δημοτικού, ήρθε μία κυρία στη χορωδία του σχολείου. Και ζητούσε παιδιά από τρίτης δημοτικού και πάνω. Στο σπίτι μου έγινε σαματάς μεγάλος. Κλάμα κακό, «Θέλω να πάω κι εγώ». Έλεγε η μητέρα μου: «Είναι για πιο μεγάλα παιδιά. Μας μοίρασαν χαρτάκια κι έλεγαν ότι είναι από τετάρτη δημοτικού, τρίτη τετάρτη». «Θέλω να πάω. Να με ακούσει». Και πραγματικά, κατόπιν φοβερής, τρομερής πίεσης της μαμάς μου, με πήγε και με πήρανε. Κι όχι μόνο με πήρανε, στο πρώτο δεκαήμερο έκανα και τον μαέστρο. Επειδή ήμουν κοντούλα και μικρούλα, η πιο μικρή στην τάξη εκεί πέρα, με ανέβαζαν πάνω στην καρέκλα να κάνω τον μαέστρο. Και η δασκάλα έφευγε απ’ την τάξη και έκανα εγώ το μάθημα της χορωδίας. Ένα...

Κ.Β.:

Η μουσικότητα έπαιξε μεγάλο ρόλο.

Ι.Σ.:

Ακριβώς. Οι γονείς μου δεν ήτανε οι άνθρωποι που θα καθίσουν να ακούσουν κλασική μουσική και να πω ότι με άγγιξε και με τράβηξε. Όμως την σεβόντουσαν. Υπήρχαν πάρα πολλές φορές που έβλεπα στην τηλεόραση ότι παρακολουθούσαν γιατί αυτό τους γοήτευε, αλλά δεν μπορούσαν οι ίδιοι να το ακολουθήσουν. Αλλά τους μάγευε, ήταν κάτι που το ήθελαν, αλλά δεν μπορούσαν να το κάνουνε. Και ήτανε... Τα παλιά χρόνια να εξηγήσω ότι η μουσική ήταν κάτι έξτρα, που δεν μπορούσαν να το κάνουν πάρα πολλά άτομα. Δηλαδή, αφορούσε οικογένειες... Τα παιδιά των καλών οικογενειών πήγαιναν στα ωδεία. Δεν υπήρχε οικονομική δυνατότητα. Δηλαδή να... να σας πω ότι εγώ στο ωδείο πλήρωνα πάρα, πάρα πολλά χρήματα, που άλλες οικογένειες δεν μπορούσαν να τα δώσουν αυτά.

Κ.Β.:

Αυτό σημαίνει ότι η στάση των γονιών προς την πιθανότητα μιας μουσικής καριέρας...

Ι.Σ.:

Ακριβώς.

Κ.Β.:

Ήταν θετική;

Ι.Σ.:

Ήταν θετική. Δηλαδή να σας πω ότι ο πατέρας μου, επειδή ήμασταν πολλά παιδιά, δούλευε τρεις δουλειές, εργαζόταν σε τρεις διαφορετικές δουλειές. Και δεν μου το στέρησε αυτό. Κάναμε μία πολύ σοβαρή συζήτηση όταν ήταν να γραφτώ στο ωδείο. Μου λέει... Τότε ήμουνα δωδεκάμισι χρονών για το κλασικό τραγούδι. Που ήμουνα πάρα πολύ ώριμο παιδί. Μου λέει: «Ξέρεις πόσα χρήματα είναι αυτά; Εγώ θα σου τα δώσω. Το αγαπάς; Θέλεις να το ακολουθήσεις;». Κι εγώ του είπα: «Ναι» και το... το πήγα μέχρι το τέλος. Μέχρι τις σπουδές μου, μέχρι τη σταδιοδρομία μου. Δεν είναι ότι σεβάστηκα τα χρήματα και τον κόπο, ήταν αυτό που πραγματικά το ήθελα. Το είχα συνειδητοποιήσει από πάρα πολύ μικρή. Δηλαδή από το υστέρημά του ο άνθρωπος κατάλαβε ότι εγώ το αγαπούσα πάρα πολύ και εγώ το ίδιο. Και με υποστήριξε.

Κ.Β.:

Θυμάστε... Φαντάζομαι για δραχμές μιλάμε τότε. Θυμάστε πόσο ήταν το ποσό μηνιαία που απαιτούνταν;

Ι.Σ.:

Να σας πω ότι, πολύ περισσότερα χρήματα απ’ ό,τι ήταν τώρα. Νομίζω 40.000 δραχμές το μήνα. Μιλάμε για εξαιρετικό ποσό. Δηλαδή, ήταν ποσά που δεν τα έδιναν εύκολα οι άνθρωποι. Δηλαδή έκανα ιδιαίτερα μαθήματα με δασκάλα για να προχωρήσω γιατί το ήθελα πάρα πολύ και πλήρωνα 25.000 δραχμές την ώρα. Δεν... Δηλαδή δεν ξέρω αν ζούσατε με την δραχμή, αλλά... Και πρώτα απ’ όλα δεν έχει καμία σχέση η δραχμή με το ευρώ τώρα. Δηλαδή ήτανε πολύ περισσότερα τα χρήματα.

Κ.Β.:

Η αξία, ναι, φυσικά. Είναι μεγαλύτερη.

Ι.Σ.:

Η αξία, ναι, ναι, ναι. Το αντίτιμο ήταν εντελώς διαφορετικό.

Κ.Β.:

Στις πρώτες αναμνήσεις. Θυμάστε το πρώτο τραγούδι που σιγοτραγουδήσατε ως παιδί; Και τι σήμαινε για σας;

Ι.Σ.:

Το πρώτο τραγούδι που τραγούδησα εγώ ήταν Του Μικρού Βοριά. Δεν ξέρω γιατί. Όταν το άκουσα από τη δασκάλα μου την κυρία Μόρφη, η οποία είχε πάρει και υποτροφία Κάλλας, απ’ ό,τι είχαμε ακούσει εδώ στο Βόλο και ήτανε απ’ τις καλύτερες μεσόφωνους που είχαν περάσει από την Ελλάδα. Την είχαμε τότε στη χορωδία που σας ανέφερα. Με συγκλόνισε ο τρόπος που το είπε. Με συγκλόνισαν τα λόγια του τραγουδιού και η μουσική. Το πρώτο τραγούδι που θυμάμαι πάντως εν ζωή ήτανε τα νανουρίσματα που μου έλεγε η μαμά μου και μιλάμε για [00:10:00]Χατζιδάκι. Το συγκεκριμένο τραγούδι Ο κυρ-Αντώνης. Ήταν ένα θλιβερό τραγούδι αλλά... επειδή το έλεγε η μητέρα μου και με τον τρόπο που μου το τραγουδούσε, με ηρεμούσε. Και... με κοίμιζε.

Κ.Β.:

Πολύ ωραίο τραγούδι, το... το έχω κι εγώ κατά νου. Η πρώτη φορά που ανεβήκατε στη σκηνή;

Ι.Σ.:

Επειδή έχω πάρα πολλά χρόνια στη σκηνή ήταν... ήμουνα εξίμισι χρονών... Πήγαμε στις φυλακές Κασσαβετείας, ανηλίκων. Δεν ήξερα καν τι είναι αυτό. Δεν ήξερα ότι μπορεί κάποιος να φυλακίσει παιδιά. Και μας πήγανε με την χορωδία σ’ ένα σωφρονιστικό ίδρυμα... Δεν μου αρέσει αυτή η λέξη. Γιατί δεν νομίζω ότι σωφρονίζονται τα παιδιά, όταν φυλακίζονται. Και αντίκρισα κάποια παιδιά, τα οποία δεν τους ενδιέφερε καν να μας δουν επί σκηνής να τραγουδάμε. Ήτανε απλά μία στιγμή γι’ αυτούς που ήταν έξω από τα κελιά τους. Ήρθαν στο αμφιθέατρο, λοιπόν, των φυλακών Κασσαβετείας, τραγουδήσαμε... Τραγούδησα σόλο πάλιΤου Μικρού Βοριά, γιατί όπως είπα είναι το αγαπημένο μου... Και φύγαμε. Και ήταν ανάμεικτα τα συναισθήματα. Δηλαδή, από τη μία αισθανόμουνα υπέροχα που είχα τραγουδήσει καλά και η δασκάλα μου ήταν ικανοποιημένη και από την άλλη... Νομίζω ότι ήτανε λίγο περίεργο το ακροατήριο. Είναι μπερδεμένη η πρώτη μου συναυλία σαν συναισθήματα μέσα μου.

Κ.Β.:

Δύσκολη εμπειρία.

Ι.Σ.:

Ακριβώς.

Κ.Β.:

Σε ίδρυμα, ναι, σωφρονιστικό. Όντως. Η επιλογή της όπερας, γιατί ακολουθήσατε και αντίστοιχες σπουδές μετά, πώς προέκυψε από όλη την γκάμα του τραγουδιού;

Ι.Σ.:

Με επέλεξε, δεν την επέλεξα, αρχικά. Αλλά μετά δεν μπορούσα χωρίς αυτήν. Δηλαδή όταν πήγαμε στο ωδείο... γράφτηκα στη χορωδία. Τις πρώτες δύο πρόβες έβλεπα μία κυρία που καθότανε μπροστά, στα πρώτα καθίσματα. Ήταν η κυρία Ιουλία Τρούσσα. Η Ιουλία Τρούσσα είναι μέχρι και τώρα, πρόσφατα, πρωταγωνίστρια της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Έχει κάνει τρομερή καριέρα και στο εξωτερικό, διαπρέπει. Έχει κάνει δίσκους, δισκογραφίες. Έχει αναλάβει ρόλους, δηλαδή, πάρα πολύ δύσκολους. Και εκείνη η κυρία ήθελε να διαλέξει παιδιά να κάνουν κλασικό τραγούδι. Ερχόταν από Αθήνα, κάθε Δευτέρα, έκανε σε δέκα επιλεγμένα παιδιά μάθημα και επέστρεφε στην Αθήνα. Και... έρχεται και... η ώρα τέλος πάντων να με ακούσει εμένα... Μου λέει: «Ξέρεις τι κάνουμε εμείς εδώ;». Λέω: «Δεν γνωρίζω». «Ξέρεις τι είναι το κλασικό τραγούδι;». Έτσι όπως μου το είπε δεν μπορούσα να καταλάβω. Μου λέει: «Όπερα». «Α, όπερα», λέω, «ξέρω τι είναι!». Η λέξη κλασικό τραγούδι δεν πήγαινε στο μυαλό μου. Ήμουν τότε δωδεκάμισι ετών. Μου λέει: «Θα κάνουμε όπερα. Σου αρέσει;». Λέω: «Δεν ξέρω. Νομίζω ναι». Λέει: «Θέλεις να ξεκινήσουμε;». Ξεκινήσαμε και μέσα σε λίγους μήνες κατάφερα να περάσω πέντε χρόνια, να δώσω κατατακτήριες εξετάσεις και να περάσω τα πέντε πρώτα έτη. Πάρα πολύ δύσκολο αυτό και εμένα... Ήμουνα δωδεκάμισι ετών και δεν ήξερα ούτε γερμανικά, ούτε αγγλικά, ούτε γαλλικά, ούτε ισπανικά κι όμως τραγούδησα αυτές τις γλώσσες την ώρα των εξετάσεων και έκριναν ότι μπορούσα να περάσω τα πέντε πρώτα έτη.

Κ.Β.:

Οι εξετάσεις, αυτό θα σας ρωτούσα τώρα, τι περιελάμβαναν;

Ι.Σ.:

Ρεπερτόριο από όλα τα χρόνια του κλασικού τραγουδιού. Δηλαδή, από εποχή Baroque, προκλασική εποχή, μέχρι και σύγχρονα. Μέχρι... Όταν λέμε σύγχρονο στο κλασικό τραγούδι εννοούμε μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα. Μέχρι 1930... 1940. Αυτούς τους συνθέτες. Μετά γράφτηκαν περισσότερο σύγχρονα, δεν έχουν γραφτεί όπερες απ’ ό,τι γνωρίζω.

Κ.Β.:

Θυμάστε τι είχατε επεξεργαστεί για να παρουσιάσετε;

Ι.Σ.:

Σίγουρα είχα πει ένα Lied... Mozart, ένα Lied Schubert... ένα ελληνικό τραγούδι που λεγότανε Το Τριανταφυλλάκι και δυστυχώς, δυστυχώς είχα δανείσει σε μία πρώτη μου μαθήτρια την παρτιτούρα και δεν μου επεστράφη και δεν μπορώ να το βρω αυτό το τραγούδι, δεν υπάρχει πουθενά στα αρχεία. Είναι κρίμα που δεν κρατήθηκε αυτό σαν αρχείο. Δεν ξέρω τίνος συνθέτη ήτανε. Και τραγούδησα και από Mozart μία υπέροχη άρια... Πώς την λέγανε; Mozart... Ποιο είχα πει; Την άρια της Despina λοιπόν. Και σίγουρα υπάρχει και στο YouTube και από μένα, την έχω ανεβάσει πρόσφατα.

Κ.Β.:

Και ποιο φοβόσασταν περισσότερο απ’ τα κομμάτια;

Ι.Σ.:

Φοβόμουνα... μία άρια, δεν θυμάμαι τώρα ποιου συνθέτη ήτανε, γιατί να σας ομολογήσω ότι είμαι και λίγο τρακαρισμένη με τη συνέντευξη! Μία άρια που πήγαινε πάρα, πάρα πολύ ψηλά και είχα τρακ το αν θα φτάσω τη νότα ή όχι... Τελικά την έφτασα και νομίζω ότι ήτανε το διαβατήριο για να περάσω σ’ αυτή τη μεγάλη τάξη που στόχευσα. Την είπα τόσο καλά, τόσο... Πάρα πολύ ωραία. Κι ο κύριος Μαραγκόπουλος, ο Δημήτρης, ο οποίος [00:15:00]είναι αντιπρόεδρος, αν δεν κάνω λάθος, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών είπε ότι αυτή την άρια δεν την έχει ξανακούσει τόσο ωραία ειπωμένη από καμία γνωστή τραγουδίστρια και χάρηκα πάρα, πάρα πολύ. Από καμία αοιδό, ειδικά τόσο μικρής ηλικίας.

Κ.Β.:

Και τι ακολούθησε μετά από αυτό;

Ι.Σ.:

Μετά από αυτό έγιναν πάρα πολλές συναυλίες στις οποίες συμμετείχα. Πήγαμε κατευθείαν για το πτυχίο. Η δασκάλα μου με βοήθησε στο να πάω στο εξωτερικό στη Βιέννη, γιατί ήτανε γνωστό της πανεπιστήμιο να παρακολουθήσω εκεί τα σεμινάρια γιατί πάλι και εκεί σε έπαιρναν μετά από ακρόαση. Δεν ξέρω. Νομίζω ότι ήταν προδιαγεγραμμένη...

Κ.Β.:

Η πορεία.

Ι.Σ.:

Η πορεία. Ναι.

Κ.Β.:

Στη Βιέννη τι ακριβώς κάνατε;

Ι.Σ.:

Στη Βιέννη και μετά τον επόμενο χρόνο στην Στουτγάρδη κάναμε ταχύρρυθμα σεμινάρια. Έκανα πάνω στο κλασικό τραγούδι, σ’ ένα πολύ μεγάλο πανεπιστήμιο που όλο το καλοκαίρι υπήρχανε μαθήματα για όλα τα είδη, όχι μόνο τραγουδιού, αλλά γενικά για όλα τα μουσικά όργανα. Κάναμε μαθήματα καθημερινά, ήτανε σε μορφή σεμιναρίου, από τις εννιάμισι το πρωί μέχρι τις εφτά το βράδυ, συνεχόμενα, μόνο με μισή ώρα για φαγητό... Και κάναμε και ατομικό με την ίδια δασκάλα και κάναμε και ομαδικό μέσα σε όλη την ημέρα, με το ίδιο άτομο. Και στο τέλος παρουσιάζαμε μία πάρα πολύ ωραία συναυλία. Ουσιαστικά, για τα άτομα τα οποία δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να μπορέσουν να σπουδάσουν εκεί ήταν μία συμπυκνωμένη μορφή γνώσεων. Πήγα την πρώτη χρονιά, μου άρεσε πάρα πολύ. Με την ίδια δασκάλα πήγα και τη δεύτερη χρονιά σε άλλη χώρα, γιατί πήγαινα κάθε χρόνο σε διαφορετικό μέρος. Πώς ξεκίνησα στο εξωτερικό... Ο φίλος μου ο Ντίνος ο Μαστρογιάννης, ένας καταπληκτικός πιανίστας, γνωστός και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό για τις παικτικές του ικανότητες, γιατί είναι εξαιρετικός, με σύστησε μαζί με τη δασκάλα μου στη Βιέννη. Μου είπε ότι είναι πάρα πολύ καλό το πανεπιστήμιο. Και όταν πήγα εκεί κατάλαβα ότι το επίπεδό μου για την Ελλάδα ήταν πάρα πολύ καλό. Για το εξωτερικό ήταν μέτριο προς καλό. Έπρεπε, λοιπόν, να βρω μία δασκάλα, να δουλέψω πάρα πολύ την τεχνική μου, να μείνω εκεί να σπουδάσω τουλάχιστον δύο χρόνια. Τόσο διαρκούσε για τα άτομα τα οποία είχαν τελειώσει. Εγώ τότε είχα πάρει το δίπλωμά μου. Έπρεπε λοιπόν να μείνω άλλα δύο χρόνια. Η διαδικασία ήταν λίγο δύσκολη. Έπρεπε να βρεις κάποιο καθηγητή από το πανεπιστήμιο, να έρθεις σε επικοινωνία μαζί του, να σε ακούσει, να σου κάνει ιδιαίτερα μαθήματα, με πληρωμή... Και μετά αν χηρέψει κάποια θέση μαθητών του, αν δηλαδή ένας μαθητής είναι τελειόφοιτος, αποφοιτήσει, τότε σε έχει υπόψιν του για να σε πάρει. Υπήρχαν συνάδελφοι δικοί μου που περίμεναν τρία χρόνια σε λίστα αναμονής για να τους πάρει ο συγκεκριμένος καθηγητής. Αυτό σημαίνει ότι πλήρωναν αδρά τα μαθήματα που έκαναν εκτός πανεπιστημίου... Και μετά τους επέλεγε, αν θα τους επέλεγε. Πήγα εγώ, προσέλκυσα δύο δασκάλες πάρα πολύ καλές. Κάναμε κάποια μαθήματα μαζί τους... Και όταν δώσαμε εξετάσεις μου είπε η μία από τις δύο ότι: «Ενδιαφέρομαι πάρα πολύ σοβαρά για εσένα. Απλά είναι Σεπτέμβριος. Οι εξετάσεις τώρα του Σεπτεμβρίου... Το πρόγραμμά μου είναι γεμάτο. Τον Ιανουάριο στο επόμενο εξάμηνο αποφοιτούν δύο μαθήτριές μου. Θα σου δώσω και τα δύο τα σαραντάλεπτά τους». Όμως, εγώ όπως ανέφερα στην αρχή της συζήτησης, ήμουν παιδί πολύτεκνης οικογένειας. Για μένα, δυστυχώς, δεν υπήρχε οικονομική δυνατότητα να ζήσω έξι μήνες σε μία πάρα πολύ ακριβή πόλη όπως ήταν η Βιέννη. Θα έπρεπε να βρω μία δουλειά να κάνω εκεί. Τη γλώσσα ακόμα δεν την γνώριζα, τότε την μάθαινα. Σκέφτηκα να επιστρέψω, να το σκεφτώ και ίσως να πήγαινα λίγο πριν τα Χριστούγεννα να ξανακάνω κάποια μαθήματα μαζί της για να με ξαναθυμηθεί και να με επιλέξει. Όταν όμως Σεπτέμβριο ήρθα εδώ, ο φίλος μου ο Ντίνος ο Μαστρογιάννης έγινε διευθυντής στο Δημοτικό Ωδείο Αλμυρού και στο Ωδείο Φραντς Λιστ. Και μου είπε ότι θα μπορούσε να με πάρει να διδάξω κλασικό τραγούδι εκεί. Γλυκάθηκα, αυτή είναι η λέξη, με τους μαθητές, γιατί η διδασκαλία τελικά ήταν κάτι που μου άρεσε πάρα πολύ. Όσοι με γνωρίζουν νιώθουνε αυτό που νιώθω κι εγώ, ότι μπορώ να δώσω τις όποιες γνώσεις έχω. Και να σας πω ότι ήταν και θέμα οικονομικό. Ότι αυτά τα χρήματα δεν ξέρω πόσα χρήματα μετά... πόσα χρόνια μετά θα μπορούσα να τα κερδίζω ως μονωδός. Στην όπερα. Και, κακά τα ψέματα, αυτό που βλέπουμε τώρα είναι ότι πολλοί συνάδελφοι, οι οποίοι σπούδασαν και με υποτροφίες και τα λοιπά, επέστρεψαν στο Βόλο και εργάζονται εδώ. Οπότε θεωρώ ότι ουδέν κακόν αμιγές καλού. 

Κ.Β.:

Άρα η επιλογή της στροφής προς τη διδασκαλία προέκυψε φυσικά; Γιατί είναι... Το επάγγελμα της όπερας είναι λίγο πιο ατομικό, κλείνεσαι στον εαυτό σου, δουλεύεις μόνος σου, ενώ το... το άλλο είναι τελείως δώσε-πάρε.

Ι.Σ.:

[00:20:00]Ναι. Στην αρχή δεν μπορούσα να το διαχειριστώ αυτό. Δηλαδή ήθελα κάποιες ώρες να είμαι μόνη μου. Δηλαδή, η διδασκαλία ξεκινούσε απ’ τις δώδεκα το μεσημέρι και τελείωνε στις εφτά-οκτώ το απόγευμα. Τις υπόλοιπες ώρες υπήρχαν στιγμές που δεν ήθελα να μιλήσω ούτε σε άνθρωπο. Ήθελα να μελετήσω το πρωί, να ξυπνήσω, να κάνω τη ρουτίνα μου, τη μελέτη μου, τη φωνητική, να προσπαθώ να διαβάζω ρόλους γιατί οι συναυλίες... συνεχιζόντουσαν. Το ότι έκανα διδασκαλία... Εγώ έχω στο δυναμικό περισσότερο από εκατόν πενήντα συναυλίες. Μπορεί να έχω φτάσει και τις εκατόν ογδόντα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Σε χώρες Ιταλία, Σερβία, Βουλγαρία, Κύπρο... Έχω τραγουδήσει σε πάρα πολλές χώρες. Και ήταν αυτό δίπλα... μέσα μου ήταν κάποια αντικρουόμενα... συναισθήματα. Αλλά με το που έμπαινα στην τάξη γινόμουνα ένα με τον μαθητή. Ήθελα να τα δώσω όλα. Πήγαινα στο σπίτι... ήθελα το χώρο μου. Του καλλιτέχνη αυτή την μοναξιά, την μοναχικότητα, όχι την μοναξιά, την μοναχικότητα την ήθελα, τη ζητούσα.

Κ.Β.:

Πάρα πολύ ωραία. Πηγαίνοντας λίγο πίσω, στη ζωή που έχει μια σοπράνο.

Ι.Σ.:

Μάλιστα.

Κ.Β.:

Εσείς πώς την φανταζόσασταν στην αρχή και πώς είναι στην πραγματικότητα;

Ι.Σ.:

Σκεφτόμουνα ότι θα έχω την αίγλη. Ότι θα ήταν αυτό με τις τουαλέτες, με τα σκουλαρίκια, με τον όμορφο τρόπο ζωής. Δεν έχει καμία σχέση αυτό με την πραγματικότητα. Η πραγματικότητα είναι ότι είναι ένα πολύ σκληρό επάγγελμα κι όπως είπε η δασκάλα μου: «Είναι βαριά η καλογερική». Δηλαδή, δεν μπορείς σ’ ένα δωδεκάμισι χρονών παιδί να στερήσεις το παγωτό του. Δεν μπορείς σ’ ένα δεκαπεντάχρονο κορίτσι που είναι δευτέρα-τρίτη λυκείου και θα πάει στις εκδρομές να μη φωνάζει. Το να μην διανυκτερεύσει εκτός σπιτιού... Στις διακοπές που πηγαίναμε έπρεπε να είμαι πάρα πολύ νωρίς σπίτι. Να προσέχω τα φαγητά που τρώω. Να κάνω αφωνία συγκεκριμένες ώρες, οικονομία φωνής, μες στην ημέρα. Να μην πίνω καθόλου αλκοόλ. Καθόλου αναψυκτικά. Δεν... δηλαδή, είναι πραγματικά για ένα δωδεκάχρονο και δεκαπεντάχρονο παιδί, γιατί τότε ήταν η βάση στη φωνή μου, πολύ δύσκολο.

Κ.Β.:

Το πρόγραμμα μελέτης, εξάσκησης, που ακολουθεί μία σοπράνο στην καθημερινότητά της ποιο είναι;

Ι.Σ.:

Το καθορίζει η φωνή. Το κανονίζει ο καθένας σύμφωνα με το πρόγραμμά του και με τις αντοχές της φωνής. Είχα και έχω μία πολύ δυνατή φωνή, δηλαδή μπορώ να μελετήσω και δύο ώρες την ημέρα. Όχι με διαλείμματα, και συνεχόμενα. Και τώρα πάλι μελετάω σίγουρα μισή ώρα με σαράντα λεπτά την ημέρα το πρωί, διότι η φωνή χρειάζεται ζέσταμα πριν τραγουδήσεις. Δεν μπορώ να έρθω να διδάξω στους μαθητές και να μην έχω κάνει ζέσταμα. Σε πέντε, σε δέκα χρόνια δεν θα έχω φωνή. Οπότε, η διαδικασία η πρωινή μου είναι ότι μετά από τον καφέ μου... θα πιώ πάρα πολύ νεράκι και θα φάω το πρωινό μου και θα ξεκινήσει η μελέτη μου. Μετά θα έρθω στην εργασία μου και μέχρι το βράδυ πρέπει πάλι μέσα στην ώρα του μαθήματος να υπάρχουν κάποια λεπτά ξεκούρασης, να ακούμε λίγο το σώμα μας.

Κ.Β.:

Το πρόγραμμα που ακολουθείτε πριν από μία παράσταση που είναι απαιτητική;

Ι.Σ.:

Αχ, αυτό... Γιατί ξύνετε πληγές; Αχ... ναι. Η παράσταση λέει ότι δύο μέρες μες στο σπίτι τηρείται σιγή ιχθύος. Δεν μιλάει κανείς. Επικοινωνούμε με χαρτάκια. Αλήθεια. Με post-it. Είναι κουραστικό για τους άλλους, όχι για μένα. Για μένα είναι διασκεδαστικό και... μου αρέσει γιατί τους... τους τσιγκλάω, τους πειράζω. Είναι αλήθεια, ότι πρέπει να υπάρχει μία ηρεμία και από τα υπόλοιπα άτομα της οικογένειας. Αλλά και από μένα... πολλή οικονομία φωνής.

Κ.Β.:

Μάλιστα. Το γεγονός ότι ο δρόμος της όπερας στην Ελλάδα δεν είναι τόσο δημοφιλής ως είδος σας προβλημάτισε ποτέ;

Ι.Σ.:

Δεν με προβλημάτισε, γιατί έτσι όπως ήτανε τότε είναι ακριβώς και τώρα. Με λυπεί περισσότερο το γεγονός ότι δεν υπάρχουνε κάποιοι χώροι να στεγάσουμε όλη αυτή την προσπάθεια. Με λυπεί το ότι έχουμε μόνο το Μέγαρο Μουσικής και ότι έχουμε και τη Λυρική Σκηνή, που τώρα απ’ ό,τι έχω ακούσει συστεγάζεται... Και στη Θεσσαλονίκη μόνο το Μέγαρο Μουσικής. Είναι κρίμα να μην έχουμε χώρους που να μπορεί να ευδοκιμεί αυτό. Που είναι τόσο σπάνιο και τόσο όμορφο και τόσο δύσκολο. Να το πετύχεις και να το ολοκληρώσεις. Στην Ελλάδα ήμασταν και είμαστε πολύ πίσω όσον αφορά το κλασικό τραγούδι. Όσοι το ακούνε... Τι να σας πω; Ότι υπάρχουνε συγγενείς παιδιών που κάνουν εδώ πέρα κλασικό τραγούδι και τους λένε: «Γιατί τσιρίζεις;». Δυστυχώς αυτή είναι η παιδεία. Δεν το καταλαβαίνουνε. Και στο εξωτερικό θα δεις ότι ακόμα και στο σχολείο θα ακούσουν... Θα ακουστεί στο... στο διάδρομο κλασική μουσική στα διαλείμματα, ή θα [00:25:00]κάνουν κάποιες βραδιές εγχόρδων. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει αυτό. Μόνο στο Μουσικό Σχολείο του Βόλου. Γενικά στα Μουσικά Σχολεία, σε κανένα άλλο. Δεν έχουνε βάλει την κλασική μουσική μες στη ζωή των παιδιών τους. Και αυτό είναι λυπηρό γιατί οι μαμάδες θα πρέπει να γνωρίζουνε ότι ο Mozart και γενικότερα η κλασική μουσική βοηθάει πάρα πολύ το έμβρυο για να αναπτυχθεί και εγκεφαλικά και σωματικά. Ο Mozart έγραφε την μουσική του σε ρυθμό τέτοιο, ώστε να συντονίζονται με τους παλμούς της καρδιάς ενός μωρού. Και γι’ αυτό μετά από έρευνες έχει αποδειχτεί ότι τα παιδιά τα οποία άκουγαν οι μαμάδες στην εγκυμοσύνη, ή τα παιδιά σαν νεογνά, κλασική μουσική και ειδικά Mozart έχουνε βγει πάρα πολύ ευφυέστατα και πάρα πολύ υγιέστατα παιδιά. Σε αντίθεση, κάνοντας σε ψυχιατρείο κάποια μελέτη τα άτομα τα οποία άκουγαν Wagner ή γενικά μία πιο σκληρή γερμανική σχολή ήταν αυτοί που είχαν τις περισσότερες παρακρούσεις. Οπότε η μουσική η κλασική έχει πολλά οφέλη και πρέπει να την βάλουμε στη ζωή μας.

Κ.Β.:

Σ’ ένα παιδί το οποίο μπορεί να ενδιαφέρεται να ακολουθήσει αυτά τα μονοπάτια και έρχεται σ’ εσάς...

Ι.Σ.:

Μάλιστα.

Κ.Β.:

Ως μαθητής, τι του λέτε;

Ι.Σ.:

Να ξεκινήσουμε από το γεγονός ότι θα πρέπει η μουσική να είναι μία πόρτα ανοιχτή για όλους. Όχι μόνο το κλασικό τραγούδι, γιατί σε μένα δεν έρχονται μόνο τα παιδιά που θέλουν να κάνουν κλασικό, μπορεί να θέλουν να κάνουν σύγχρονο. Ή μπορεί να θέλουν να κάνουν, αλλά να μην μπορούν. Εγώ λοιπόν θα τους πω ότι: «Αν αγαπάτε την μουσική, η μουσική είναι απεριόριστη». Μπορείτε να ασχοληθείτε μ’ ένα μουσικό όργανο. Μπορείτε να κάνετε πιάνο, μία κιθάρα, που είναι ένα πάρα πολύ όμορφο όργανο και μεταφέρεται παντού. Τα παιδιά τα οποία έρχονται και επιλέγουν να κάνουν τραγούδι θα τους δώσω ό,τι γνώσεις έχω και τους παρακινώ να ακούνε πάρα πολλή μουσική, να ασχοληθούν μέχρι το τέλος, γιατί το κλασικό τραγούδι κάνει καλό και στο λαιμό μας. Τα άτομα τα οποία τραγουδάνε χειρίζονται σωστά τη φωνή τους με το διάφραγμα... Και έτσι έχουμε μία υγιή φωνή μέχρι τα βαθιά μας γεράματα. 

Κ.Β.:

Έχει τύχει ποτέ να αποθαρρύνετε μαθητή, συγκεκριμένα για την επιλογή της όπερας, λόγω της δυσκολίας του χώρου;

Ι.Σ.:

Όχι. Μάλιστα κάποιοι αποθαρρύνονται πηγαίνοντας και δίνοντας εξετάσεις είτε για υποτροφίες και δεν τα πηγαίνουν καλά και εγώ τους βοηθάω και τους λέω: «Προσπάθησε ξανά». Δεν πρέπει να αφήσουμε το κλασικό τραγούδι, δεν πρέπει να είναι κάτι που να μας πηγαίνει στο μυαλό σε κάτι παλιακό. Υπάρχει και ο σύγχρονος τρόπος. Στο εξωτερικό ανεβαίνουν πάρα πολλές παραγωγές όχι με τα κοστούμια όπως έχουμε συνηθίσει τις όπερες με τα φουσκωτά μανίκια. Σύγχρονοι καναπέδες δερμάτινοι. Η σοπράνο... Έχω δει πρόσφατα, γιατί μιλήσαμε για τον Mozart, μία πάρα πολύ ωραία παράσταση, του Don Giovanni, με ένα κόκκινο καναπέ και ένα πολύ μικρό παράθυρο πίσω σαν σκηνικό και τίποτα άλλο. Και ήταν εκπληκτικό. Οι φωνές ήτανε υπέροχες και η πρωταγωνίστρια φορούσε κι εκείνη ένα κόκκινο ταγέρ. Πρέπει, λοιπόν, να προσαρμόζουμε... το... να φύγουμε λίγο απ’ αυτό που έχουμε στο μυαλό μας ως παλιακό και να πάμε λιγάκι να δούμε το τι μας παρέχει η μουσική, τι μας προσφέρει στην ψυχή μας η μουσική.

Κ.Β.:

Μιλήστε μου για τις παραστάσεις που έχετε κάνει μέχρι τώρα, που είναι και χορόδραμα, μελόδραμα, έχει διάφορα μέσα.

Ι.Σ.:

Ναι. Δυστυχώς επειδή εγώ δεν μπόρεσα να μπω, όπως είπα, λόγω σπουδών στην όπερα-όπερα, κατάφερα να κάνω οπερέτες. Ή κατάφερα να κάνω κάποιες παραστάσεις, όπως το Φως Αέναο που μου άρεσε πάρα πολύ. Βρήκα έναν μουσικό, ο οποίος έπαιζε λύρα. Η μία παράσταση, λοιπόν, που μου έχει μείνει χαραγμένη στο μυαλό μου είναι το Φως Αέναο, γιατί βρήκαμε από αποσπάσματα από βιβλίο στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης πώς ήτανε η γραφή της μουσικής της αρχαίας Ελλάδας. Και προσπαθούσαμε να αποδώσουμε κάποιες ψαλμωδίες. Ήτανε ανατριχιαστικό, ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Μας πήρε... Νομίζω ότι περισσότερες πρόβες έχω κάνει για αυτή την παράσταση παρά για κλασικό τραγούδι. Η οπερέτα, Ο Βαπτιστικός, που έχουμε ανεβάσει κατ’ αποσπάσματα και το Πώς Περνούν οι Παντρεμένοι ήταν υπέροχη εμπειρία. Γιατί συνδύαζε αυτό που είπατε και... το θεατρικό κομμάτι, δηλαδή τον ηθοποιό, που να σας πω την αλήθεια δεν το πολυείχα μέσα μου και ντρεπόμουν και δουλέψαμε πάρα πολύ με τον σκηνοθέτη. Το αποτέλεσμα ήταν πάρα πολύ όμορφο. Οι συναυλίες. Οι συναυλίες έγιναν σε πάρα πολλούς χώρους. Από το 2000, 2002 μέχρι το 2006... Δεν μπορώ να σας κρύψω ότι υπήρχαν μέρες που δεν ήξερα πού ξυπνούσα. Υπήρχαν δευτερόλεπτα όταν ξυπνούσα το πρωί κι έλεγα: «Σε ποια πόλη είμαι; Τι έχω να κάνω; Τι μέρα είναι;». Μπορεί... Είχε τύχει να έχω [00:30:00]και δύο συναυλίες πρωί και βράδυ την ίδια μέρα. Και ήτανε λίγο τρομακτικό αυτό. Γιατί... πανικοβαλλόσουν. Έλεγες: «Εντάξει, τώρα είμαι στα Τρίκαλα, έχω να κάνω την τάδε συναυλία. Τώρα είμαι στην Ιταλία». Ήταν περίεργο. Όμορφο, αλλά τρομακτικό.

Κ.Β.:

Οι συνεργασίες σας;

Ι.Σ.:

Δεν είχα ποτέ κανένα πρόβλημα και αυτό μπορεί να ακουστεί λίγο τετριμμένο... Δεν είχα πέσει ποτέ σε κακό μουσικό ή σε στρυφνό... Όλοι είχαμε ένα κοινό σκοπό. Μία αγάπη για τη μουσική και μία αγάπη να βγει ένα αποτέλεσμα άρτιο και να περάσουμε εμείς που είμαστε πάνω στη σκηνή όμορφα. Και να αποκομίσουμε μόνο όμορφες στιγμές, όχι στην παράσταση, απ’ αυτό που έχουμε ερμηνεύσει οι ίδιοι.

Κ.Β.:

Με ποιους καλλιτέχνες ή... μουσικά σύνολα έχετε συνεργαστεί;

Ι.Σ.:

Ναι. Θα τα πάρω στο μυαλό μου με σειρά έτσι όπως τα φέρνω από το 1999 που ξεκίνησα να ασχολούμαι... Με την Εστουδιαντίνα, με μαέστρο τον Ανδρέα Κατσιγιάννη, έχουμε κάνει αρκετές συναυλίες, που έχουμε συμπράξει με τη Βιτάλη, με τον Μπάμπη τον Τσέρτο, με τον Παντελή τον Θαλασσινό, με τον Γιώργο Νταλάρα, με τον Κότσιρα, με τον Λέκκα, με τη Γλυκερία. Και άλλους πολλούς καλλιτέχνες που ούτε καν τους θυμάμαι. Μετά με το μουσικό σύνολο «Ίαμβος». Ήταν επίσης εξαιρετικοί καλλιτέχνες και πήγα και σε άλλα μονοπάτια. Τραγουδήσαμε και λίγο τζαζ που δεν είχα ασχοληθεί ποτέ, γιατί είναι μία εντελώς διαφορετική σπουδή. Τα συγκεκριμένα άτομα είχαν επίσης αγάπη για τον Χατζιδάκι, στον «Ίαμβο», οπότε κάναμε πολλές συναυλίες. Νομίζω ότι με αγγίζει πάρα πολύ. Η μουσική του. Νομίζω οι νότες που έγραφε περισσότερο παρά ο στίχος. Και με τη φιλαρμονική, με τον κύριο Καρυδάκη. Είχαμε κάνει οπερέτες, καντσονέτες... Εξαιρετικός κύριος και αυτός. Άλλο στυλ αυτό. Αυτό ήταν περισσότερο όπως λέμε εμείς «κοντσέρτο». Δηλαδή, πηγαίναμε όμορφα ντυμένες, είχαμε κάνει πάρα πολύ ωραίες πρόβες και παρουσιάζαμε στο κοινό ελληνικό της παλιάς Αθήνας τραγούδια, Μουζάκης, Μωράκης, Γιαννίδης και οπερέτες. Και γεμίζαμε το θέατρο. Ο κόσμος διψούσε για να ακούσει αυτά τα τραγούδια τα οποία είχανε σβήσει.

Κ.Β.:

Ποια... αν υπάρχει κάποια συνεργασία ή κάποια στιγμή από τις συναυλίες που σας έρχεται πάρα πολύ έντονα στο μυαλό. Για τον οποιοδήποτε λόγο.

Ι.Σ.:

Να πω κάτι... μια που λέγαμε για το κλασικό τραγούδι. Στο Πήλιο, λοιπόν, μας είχανε καλέσει πριν από κάποια χρόνια να κάνουμε μια συναυλία. Σε ένα μοναστήρι. Υπήρχε λοιπόν ένα δέος ότι θα πάμε να τραγουδήσουμε στο μοναστήρι, είχαμε προετοιμαστεί, είχαμε βάλει την ψυχή μας και το μυαλό μας σε μία κατάσταση να φανταστούμε πόσο πομπώδες είναι αυτό και πόσο σοβαρό... Και πηγαίνουμε μία ώρα πριν την συναυλία και μπροστά από το μοναστήρι βοσκούσαν κάποια προβατάκια, τα οποία είχαν αφήσει και τις ακαθαρσίες τους. Και εμείς, λοιπόν, οι καλλιτέχνες, επειδή έπρεπε να στήσουμε τον χώρο εκεί και να έρθουν οι καρέκλες από το catering... που θα καθόταν ο κόσμος, έπρεπε να καθαρίσουμε τον τόπο. Και σκεφτόμουν: «Πω πω, αν είναι δυνατόν... μετά από λίγο θα μπω στη διαδικασία το να προσφέρω στον κόσμο όλο αυτό», γιατί είχαμε θρησκευτική μουσική να παρουσιάσουμε, και ήταν λίγο κόντρα ρόλος, αλλά τελικά ήταν και αυτό... Αυτό ήταν το αστείο λοιπόν! Αλλά... Ναι. Περισσότερο εμένα επειδή είμαι άνθρωπος πρόσχαρος και χαρούμενος μου μένουν αυτά. Ή ότι στην οπερέτα που είχαμε κάνει, το Πώς Περνούν οι Παντρεμένοι, είχα ξεχάσει το καπέλο μου σε ένα άλλο σκηνικό το οποίο βγήκε και βγήκε το σκηνικό μαζί με το καπέλο μου. Και έπρεπε εγώ να φορέσω το καπέλο μου στην επόμενη σκηνή και ξαφνικά βλέπεις ένα χέρι στη σκηνή να βγαίνει πίσω από την κουρτίνα να πάρει το καπέλο! Ναι. Κάποια τέτοια αστεία περισσότερο.

Κ.Β.:

Πω πω, ναι. Αν έχετε άλλες τέτοιες εμπειρίες να μοιραστείτε, παράδοξες και τα λοιπά...

Ι.Σ.:

Αυτό που με γοήτευσε περισσότερο ήτανε το ότι πήγαμε στην Νότια Ιταλία, στα ελληνόφωνα χωριά... και συγκλονίστηκα. Άκουγα τους προπαππούδες και τους παππούδες των ανθρώπων εκεί να μιλάνε ελληνικά και να καταλαβαινόμαστε. Μπήκαμε σε μία εκκλησία που έγραφε αρχαία ελληνικά. Και ψάλαμε... και έψαλα μία θρησκευτική άρια και νομίζω ότι πολλές φορές πήγε να σπάσει η φωνή μου, είχα ένα κόμπο στο λαιμό, γιατί σκέφτηκα ότι η Ελλάδα είναι τόσο μεγάλη και οι ρίζες είναι τόσο βαθιές και υπάρχουν παντού.

Κ.Β.:

Συγκλονιστική εμπειρία θα πρέπει να ήταν αυτή. Πολύ ωραία. Ποιο τραγούδι σας... ή ποια μελωδία... αν και φαντάζομαι την [00:35:00]απάντηση, σας συγκινεί ιδιαίτερα; Και με τι το έχετε συνδέσει;

Ι.Σ.:

Να πω πάλι κάτι... δυστυχώς τετριμμένο. Η μία άρια που μου αρέσει είναι το O mio babbino caro, το Ω αγαπημένε μου πατερούλη... γιατί πριν από έξι εφτά χρόνια έχασα τον μπαμπά μου από καρκίνο, οπότε... Εκείνος όπως σας είπα... ήταν ένας απ’ τους ανθρώπους που με έσπρωξε να το κάνω αυτό και κάθε φορά που το ακούω από την Κάλλας, γιατί νομίζω ότι είναι η πιο όμορφη ερμηνεία, θα ήθελα να είχα τη φωνή της Κάλλας για να μπορέσω να το αποδώσω όπως εκείνη. Αλλά με συγκλονίζει. Ο στίχος και μόνο.

Κ.Β.:

Είναι...

Ι.Σ.:

Και είναι πολύ γνωστή μελωδία σε όλους.

Κ.Β.:

Ναι, το γνωρίζω. Αυτή τη στιγμή έχετε ξεκινήσει κάτι δικό σας. Ένα δικό σας εγχείρημα. Τι σας οδήγησε σ’ αυτή την απόφαση;

Ι.Σ.:

Φέτος είναι ο εικοστός δεύτερος χρόνος που διδάσκω. Όταν ενηλικιώθηκα στα δεκαοχτώ χρόνια εργασίας σκέφτηκα ότι... ήτανε πια καιρός να κάνω κάτι μόνη μου. Για ποιο λόγο δεν το έκανα πιο νωρίς; Διότι ήρθε η οικογένεια... στη ζωή μου, ήρθαν τα παιδάκια μου, οπότε έπρεπε να εργάζομαι λιγότερες ώρες. Αν λοιπόν εγώ είχα ένα δικό μου αποκλειστικό χώρο δεν θα μπορούσα να δοθώ ολοκληρωτικά και να δουλέψω όσες ώρες χρειαζόταν για να μπορέσει να συντηρηθεί. Οπότε οι εκάστοτε διευθυντές μου είχαν κατανόηση και έβλεπαν ότι εγώ εκείνα τα χρόνια, τα πρώτα δύσκολα χρόνια των παιδιών, έπρεπε να εργάζομαι λιγότερο. Ήταν, λοιπόν, μία φυσική εξέλιξη το να εργάζομαι κάποιες χρονιές περισσότερο, κάποιες λιγότερο. Τώρα που τα παιδάκια μου είναι σε μία πιο μεγάλη ηλικία, ο γιος μου είναι εννέα και η κόρη μου δώδεκα, έχω τώρα τέσσερα χρόνια που ήρθα στο χώρο αυτό. Ο κύριος λόγος είναι ότι ο Βόλος στερούνταν ενός τέτοιου χώρου. Δεν υπήρχε. Πηγαίναμε στα ωδεία και το ωδείο είναι ένας πολύ μεγάλος τίτλος. Έχει όλα τα όργανα μέσα. Δεν μου άρεσε που την ώρα που τραγουδούσαμε εμείς και προσπαθούσαμε να νιώσουμε το συναίσθημα μιας άριας ή κάποιου τραγουδιού σύγχρονου, δίπλα ακουγόταν η τρομπέτα, πιο δίπλα ακουγόταν το πιάνο. Δεν μπορούσαμε να μπούμε σε όλη αυτή τη διαδικασία το να ταυτιστούμε. Υπήρχανε παράγοντες που μας αποσπούσαν την προσοχή. Μας έριχνε την διάθεση αυτό, πάρα πολύ. Και εμένα ήταν distraction. Δηλαδή, κατευθείαν μου αποσπώνταν η προσοχή και δεν μπορούσα να προσέξω. Κάλυπτε ο ήχος πολλές φορές. Γιατί στο... στην Ελλάδα δεν υπάρχουνε οι υποδομές. Στο εξωτερικό θα μου πείτε δεν γίνεται αυτό; Οι πόρτες είναι διπλές. Τα τζάμια είναι διπλά. Αν πάτε σε πανεπιστήμιο θα δείτε ότι οι τοίχοι είναι διαφορετικοί. Μιλάμε για αναγεννησιακά κτίρια... Ή τα μαθήματα γίνονται σε εκκλησίες, που έχουν ένα φυσικό ήχο και ένα φυσικό vibrato. Όχι σε αίθουσες που είναι δύο επί τρία και πολύ λέω. Αν πάτε σε τοπικά ωδεία εδώ να δείτε. Ήθελα, λοιπόν, να φτιάξω κάτι πρωτότυπο, κάτι πρότυπο. Ένα χώρο αποκλειστικά για τραγούδι. Ένα χώρο μεγάλο για να είναι η φωνή ελεύθερη και να έχουμε και τα μικρόφωνα που για το σύγχρονο τραγούδι είναι προαπαιτούμενο. Δεν γίνεται ένας καλλιτέχνης να μην ξέρει να μην ξέρει να χειρίζεται το μικρόφωνο.

Κ.Β.:

Τι... τι πρωτοτυπίες μπορεί να έχει ο χώρος σε σχέση με κάτι άλλο;

Ι.Σ.:

Και για αυτό κι ο κόσμος το αγκάλιασε. Γι’ αυτό... Δηλαδή έρχονται... Ήταν αυτό που έλειπε απ’ το χώρο. Τι έλειπε από τον χώρο; Πρώτα απ’ όλα βιβλιοθήκη. Ότι έχουμε βιβλιοθήκη που άλλα ωδεία δεν έχουνε, που μπορούμε να δώσουμε παρτιτούρες στα παιδιά. Έχουμε... Τώρα να μιλήσω για απλά πράγματα; Κλιματισμό. Δεν έχουν όλα τα ωδεία. Αλήθεια σας λέω. Καθαριότητα. Μπορεί να... τώρα να ευτελίσω λίγο τη συζήτησή μου, αλλά δυστυχώς είναι έτσι. Δηλαδή, από απλά πράγματα, στο σύνολο, εγώ ήμουν απογοητευμένη. Ήθελα να έχω ένα χώρο... Κυρίως αυτό που σας είπα, ένα επαγγελματικό μικρόφωνο και ένα χώρο για κλασικό τραγούδι, μία πολύ μεγάλη αίθουσα. Που τα περισσότερα ωδεία, επειδή στεγάζονται σε παλιά σπίτια ή σε παλιά οικήματα, δεν έχουν έναν ενιαίο μεγάλο χώρο που η φωνή χρειάζεται για να ακουστεί με το φυσικό της vibrato. Οπότε αυτό δεν είχαμε.

Κ.Β.:

Έχετε μελλοντικά σχέδια αυτή τη στιγμή σε σχέση και με το εγχείρημα του στούντιο, ή γενικά, και στην καριέρα σας ως...

Ι.Σ.:

Μελλοντικά σχέδια. Θα ήθελα πάρα πολύ να δω να αναλαμβάνει το στούντιο μελλοντικά κάποια μαθήτριά μου ή κάποιες μαθήτριές μου. Να είμαι εγώ εδώ, γιατί ακόμα θεωρούμαι νέα. Να είμαι εγώ εδώ, υπό την επιτήρησή μου των παιδιών να έρχομαι κάποιες ώρες να βλέπω τι δουλειά κάνουνε και να είμαι παρούσα στο ομαδικό μάθημα. Δηλαδή να απασχολούμαι [00:40:00]λιγότερες ώρες και να δίνω περισσότερα πράγματα στα παιδιά.

Κ.Β.:

Επιστροφή στις συναυλίες; Σε πιο εντατικό ρυθμό;

Ι.Σ.:

Εύχομαι το θέατρο που αναγεννάται τώρα λοιπόν, γιατί έμαθα ότι έχει... είναι στη διαδικασία του να φτιάχνεται. Έχουνε κάποια κονδύλια μπει στο Δήμο Βόλου και φτιάχνεται. Να μπορέσουμε να κάνουμε, όπως κάναμε τα εγκαίνια και τραγούδησα στα εγκαίνια, να τραγουδήσω τώρα ξανά και να κάνουμε πάλι συναυλίες, γιατί ένας τραγουδιστής... Δεν με πειράζει η λέξη τραγουδιστής. Δεν θα πω μονωδός, δεν θα πω αοιδός, θα πω τραγουδιστής. Θα πρέπει να είναι ενεργός. Δεν γίνεται να έχεις ένα δίπλωμα πεπαλαιωμένο και να θεωρείσαι καθηγητής. Θα πρέπει να είσαι στις επάλξεις. Να τρίβεσαι με τον κόσμο, να βλέπεις τι καινούριες τεχνικές υπάρχουνε... Συνεχώς, μέχρι και τώρα το καλοκαίρι που μας πέρασε, διάβασα δύο βιβλία όσον αφορά καινούριες τεχνικές στη φωνή. Αλλάζουν τα πράγματα. Αλλάζει ο κόσμος. Οπότε και εμείς πρέπει να παρακολουθούμε τις εξελίξεις. Θα ήθελα, λοιπόν, να επιστρέψω στις συναυλίες με το ίδιο ρεπερτόριο γιατί θέλω ό,τι έχω σπουδάσει να το δούνε και οι νεότεροι και να το αγαπήσουν. Και βλέπετε ότι υπάρχουν συγκροτήματα που παίρνουνε τραγούδια παλιά με άλλο τρόπο, όπως οι Gadjo Dilo ένα παράδειγμα λέω, παίρνουν κάποια τραγούδια όπως σας είπα πριν της παλιάς Αθήνας και τα ξαναζωντανεύουν. Οπότε, αυτό σημαίνει ότι αυτές οι μουσικές δεν πρέπει να χαθούν. Ότι κάπου αγγίζουν τις ψυχές μας, γιατί να μην το ξανακάνουμε;

Κ.Β.:

Αναφέρατε ότι είχατε τραγουδήσει και στα εγκαίνια του...

Ι.Σ.:

Ναι.

Κ.Β.:

Θεάτρου. Τη θυμάστε αυτή την εμπειρία;

Ι.Σ.:

Ήμουν...

Κ.Β.:

Γιατί δυστυχώς είναι υπό πολλά χρόνια σε...

Ι.Σ.:

Ήμουνα πολύ μικρή! Ήμουνα πολύ μικρή. Αλλά θυμάμαι, γιατί μιλήσαμε πριν για τον Χατζιδάκι, την τελευταία συναυλία που έδωσα και μετά έφυγε από τη ζωή. Και είχε έρθει στο Βόλο, με την ορχήστρα του. Με δύο τραγουδιστές, τότε ο Λέκκας ήταν πάρα πάρα πολύ νέος. Είχα συγκλονιστεί. Νομίζω ότι πρέπει και, χωρίς υπερβολή, να του φίλησα το χέρι. Που αυτό δεν το κάνω.

Κ.Β.:

Του Χατζιδάκι.

Ι.Σ.:

Ναι. Ήτανε από τις πρώτες συναυλίες που έγιναν τότε στο θέατρο. Με ένα εκπληκτικό επίπεδο. Ο Βόλος έχει λίγο σκληρό κοινό. Δηλαδή, λίγο παγερό. Δεν χειροκροτούν εύκολα. Και δεν είναι θέμα παιδείας. Είναι... Δεν ξέρω γιατί. Δεν ξέρω γιατί συμβαίνει αυτό. Και στις οπερέτες που κάναμε έπρεπε να υπάρξει ένα τέταρτο, εικοσάλεπτο χειροκρότημα για να ζεσταθεί και να μπει λίγο να νιώσει αυτό. Είναι λίγο... δεν ξέρω πώς να το πω. Λίγο... λίγο σφιχτός. Ο κόσμος είναι λίγο σφιχτός όσον αφορά τις συναυλίες.

Κ.Β.:

Και σ’ εκείνη τη συναυλία με τον Χατζιδάκι;

Ι.Σ.:

Νομίζω ότι ήτανε η συναυλία που έγινε η περισσότερη ησυχία. Η περισσότερη ησυχία. Κι αυτή η ησυχία όχι η άβολη. Η ησυχία... Το να νιώθεις ότι έχεις απέναντί σου έναν γίγαντα. Όχι λοιπόν ήταν άβολο, ήταν ένας σεβασμός. Ήθελαν να ακούσουν. Δεν υπήρχε ψίθυρος.

Κ.Β.:

Εσείς ήσασταν ανάμεσα στους ερμηνευτές.

Ι.Σ.:

Όχι. Εγώ ήμουν στην πρώτη γραμμή με τη μητέρα μου σαν ακροάτρια. Δεν είχα τραγουδήσει τότε, ήμουνα πάρα, πάρα πολύ μικρή. Ήμουνα πολύ μικρή. Αλλά μου έχει μείνει χαραγμένο. Θα ήθελα δηλαδή να έρθω σε επαφή και με άλλους τόσο μεγάλους καλλιτέχνες. Λυπάμαι που δεν μπόρεσα να δω από κοντά τον Θεοδωράκη. Μιλάμε για ονόματα τα οποία έχουν στιγματίσει την Ελλάδα. Θα ήθελα πάρα πολύ να συνεργαστώ μαζί του. Αν είναι κάποιο όνομα που θα μου έλειπε απ’ τους καλλιτέχνες της Ελλάδας ήτανε αυτός. Τον έχω ερμηνεύσει πολλές φορές αλλά ποτέ μπροστά του. Και δεν ξέρω και πώς θα ένιωθα.

Κ.Β.:

Κάνοντας μία συνολική αποτίμηση... Τι θα... αν θα θέλατε φυσικά, τι θα θέλατε να αλλάξετε στη μέχρι τώρα ζωή σας; Κάποιες άλλες επιλογές;

Ι.Σ.:

Όχι. Όχι. Θα ήθελα... Νομίζω ότι ό,τι και να είχα κάνει πάλι θα έφτανα σε αυτό. Αυτό είναι αυτό που θα ήθελα. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή για μένα. Ήτανε... Η λέξη «μονόδρομος» δεν είναι κακή. Ήταν... ήτανε target, ήταν to the point. Ήταν αυτό που πραγματικά ήθελα. Ήταν ο στόχος μου και τον πέτυχα. Δεν έχω... Θα ήθελα να είχα κάνει ίσως λίγο περισσότερες συναυλίες. Θα ήθελα ίσως να είχα κάνει λίγο την οικογένειά μου πιο νωρίς... Αλλά τελικά συνέπεσαν τα πράγματα με τον Covid οπότε μας έδωσε και τον χρόνο να ξεκουραστούμε, να δούμε καθαρότερα τι θέλουμε και τώρα βάζουμε μπρος για πολύ ωραία πράγματα, γιατί ο κόσμος θέλει τον πολιτισμό. Αυτό που είχε στερηθεί ο κόσμος με τον Covid είναι ο πολιτισμός. Και είναι και το μόνο που έχει πληγεί. Έχουμε στερηθεί το θέατρο. Την μουσική. Το να βρισκόμαστε όλοι μαζί και να ακούμε ή να βλέπουμε διάφορες παραστάσεις σε κινηματογράφο. Αυτή είναι η δυσκολία. Νομίζω η καλλιτεχνία είχε πληγεί περισσότερο.

Κ.Β.:

[00:45:00]Ναι, σε αυτό θα συμφωνήσω.

Ι.Σ.:

Και αν θα ήθελα κάτι να αλλάξω στην Ελλάδα όσον αφορά τη μουσική, θα είναι να την είχαμε βάλει περισσότερο στις ζωές μας. Δηλαδή... στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Όταν μιλούσαμε για την Βιέννη πριν, θυμάμαι το ταξίδι που έκανα με το αεροπλάνο μας έδωσαν ακουστικά να βάλουμε και έπαιζε κλασική μουσική. Τα τέσσερα από τα πέντε έξι κανάλια που είχε έπαιζαν κλασική μουσική. Δηλαδή, και σκέφτηκα: «Τι ωραίο!». Να πηγαίνουν τα παιδιά στο σχολείο με το λεωφορείο και να ακούνε κλασική μουσική. Να μπαίνεις στο μάρκετ... και να μην ακούς... ή να μπαίνεις σε κάποια πολυκαταστήματα. Θα ήθελα να είναι περισσότερο στη ζωή μας. Να την εκτιμούμε περισσότερο. Να την αγαπήσουμε. Γιατί όταν... όποιος έρθει σε επαφή μαζί της θα την αγαπήσει. Δεν μπορεί να μην... να του περάσει αδιάφορη.

Κ.Β.:

Πολύ ωραία. Θα θέλατε εσείς κάτι να προσθέσετε που θα θέλατε οπωσδήποτε να αναφερθεί, να ακουστεί;

Ι.Σ.:

Θέλω ο κόσμος να στραφεί πάλι προς την κλασική μουσική, θέλω να αγαπήσουν την όπερα, είναι πάρα πολύ δύσκολο. Όταν έχεις μία συναυλία... εκτός από την αφωνία, γιατί μιλήσαμε για την αφωνία... Υπάρχει μία προετοιμασία, οι πρόβες που γίνονται με τους μουσικούς. Υπάρχει η αφωνία, η επιλεκτική αφωνία. Υπάρχει όλη αυτή η προετοιμασία η ψυχολογική το να βγεις στη σκηνή. Η προετοιμασία η σωματική. Να φτιάξεις τα μαλλάκια σου, να βαφτείς, να ντυθείς, να πας εκεί και να έχεις προβλέψει τα πάντα. Να είναι καλή η υγεία σου η σωματική και η φωνητική σου υγεία. Αυτό λοιπόν... ακούγεται περίεργο αλλά, στο σύνολό του, είναι πάρα πολύ δύσκολο. Νομίζω ότι αξίζει. Στο τέλος σε αποζημιώνει. Όταν τελειώνεις από τη συναυλία το χειροκρότημα είναι η πληρωμή σου.

Κ.Β.:

Πάρα πολύ ωραία. Κυρία Ιόλη, σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

Ι.Σ.:

Και εγώ σας ευχαριστώ.

Κ.Β.:

Εύχομαι το καλύτερο και για το εγχείρημά σας και να είστε πάντα δημιουργική.

Ι.Σ.:

Ευχαριστώ πάρα, πάρα πολύ.

Κ.Β.:

Όπως είστε τόσα χρόνια.

Ι.Σ.:

Ευχαριστώ. Εύχομαι και σε σας τα καλύτερα.

Κ.Β.:

Να είστε καλά.

Κ.Β.:

Κυρία Ιόλη, την γενικότερη σχέση σας με τη μουσική, πέραν της φωνής. της όπερας, πώς θα την περιγράφατε;

Ι.Σ.:

Είναι σχέση ζωής. Αυτή είναι η λέξη. Είναι η ζωή μου όλη από το πρωί μέχρι το βράδυ και γι’ αυτό δεν έχω ασχοληθεί μόνο με το τραγούδι. Να διδάξω σύγχρονο ή κλασικό. Διδάσκω σε παιδιά μουσική που θέλουν να δώσουν εισαγωγικές εξετάσεις, κατατακτήριες, για να μπούνε στο Μουσικό Γυμνάσιο, οπότε... μπορώ... κάνω μαθήματα, δηλαδή μεταλλόφωνο, διδάσκω τραγούδι, κάνουμε ρυθμικά παιχνιδάκια, οπότε πηγαίνει και εκεί η γνώση της μουσικής, δεν είναι... δεν μαθαίνω μόνο τραγούδι στα παιδιά. Άρα, βοηθάω τα παιδιά να μπούνε στο Μουσικό Γυμνάσιο. Γράφω η ίδια μουσική για τοπικούς καλλιτέχνες, βοηθάω μαθητές μου που έχουνε γράψει τραγούδια να τα ολοκληρώσουνε. Ή να τα τραγουδήσουν σωστά ή να πάμε στο στούντιο και να τους παίξω εγώ στο πιάνο ή να τους βάλω εγώ τη μουσική που έχουν φανταστεί. Έχω γράψει η ίδια μουσική για δύο θεατρικά. Για το πρώτο που είναι Η Νύχτα των Θαυμάτων, που θα ανέβει πάρα πολύ σύντομα. Είναι ένα παραμύθι και μελοποίησα κάποια ποιηματάκια, έντεκα ποιήματα που είχε μέσα. Και το άλλο που έχει ήδη μελοποιηθεί και έχει κυκλοφορήσει και σε CD είναι το παραμύθι Μπορώ Χωρίς Αυτά της Έλενας Νταβλαμάνου που έχει γίνει ήδη παράσταση δύο φορές... με σκηνοθέτη και... αυτή είναι η σχέση μου.

Κ.Β.:

Πολύ δημιουργική.

Ι.Σ.:

Ναι, θέλω να ασχολούμαι συνεχώς με τη μουσική σε όλες τις μορφές της.

Κ.Β.:

Από μουσικά όργανα;

Ι.Σ.:

Μουσικά όργανα. Παίζω μεταλλόφωνο, παίζω πιάνο και ξέρω κάποιες συγχορδίες στην κιθάρα, αλλά όχι σε επίπεδο να συνοδεύσω τους μαθητές μου.

Κ.Β.:

Στη διδασκαλία σας χρησιμοποιείτε κατά βάση ποιο όργανο;

Ι.Σ.:

Το πιάνο, γιατί είναι πιο γνωστό στα παιδιά και είναι πιο πλήρες. Επειδή το πιάνο θεωρείται πολυφωνικό όργανο, δηλαδή παίζεις αρκετές νότες μαζί, θεωρώ ότι βοηθά τα παιδιά να πατάνε σωστά στη φωνή.

Κ.Β.:

Στο κομμάτι των διακρίσεων, μέσα σ’ αυτή την καριέρα που έχετε διανύσει, ποιες διακρίσεις έχετε λάβει;

Ι.Σ.:

Γιατί μου το θυμίσατε τώρα και νευρίασα. Λοιπόν, η μία διάκριση την οποία πήρα, που δεν την πήρα ουσιαστικά... Έφτασα σε έναν παγκόσμιο διαγωνισμό στην Αθήνα να πάρω το τέταρτο βραβείο και θύμωσα και δεν το πήρα και έφυγα, γιατί δεν θεώρησα αξιοκρατικό το να πάρω την τέταρτη θέση. Ο διευθυντής, λοιπόν, —δεν θέλω να πω καν το όνομά του γιατί δεν είναι εν ζωή τώρα, έφυγε πέρυσι κιόλας από τη ζωή— που το διοργάνωσε, ήθελε να βοηθήσει τους καλλιτέχνες του εξωτερικού για να έχει και του χρόνου, γιατί αυτός ο διαγωνισμός θα γινόταν κάθε χρόνο... να έρθουνε, να μαζέψει πάρα πολύ κόσμο από όλες τις πλευρές του πλανήτη. Και έδωσε τις θέσεις σε άτομα τα οποία δεν είχανε τα φωνητικά προσόντα. Δεν θα ήθελα να πω ότι θα ήθελα να πάρω την πρώτη θέση, γιατί η κοπέλα πραγματικά άξιζε. [00:50:00]Αλλά δεύτερη, τρίτη θέση θα μπορούσα να είχα πάρει. Και πριν καν αρχίσει να δίνει τα βραβεία κατάλαβα τι είχε γίνει και όντως ο πατέρας μου, που έμεινε να παρακολουθήσει όλη την απονομή, μου είπε ότι πήρα την τέταρτη θέση και δεν πήγα καν να το παραλάβω το βραβείο. Δηλαδή είχε τρεις σε τρία βραβεία και μετά είχε τρεις επαίνους. Δεν πήγα να τον παραλάβω τον έπαινο που πήρα. Αλλά αυτό το βραβείο που έχω πάρει ήταν το βραβείο Θεατρικής Έκφρασης και Σκηνικής Παρουσίας, που το διοργάνωσε το «Σωματείο Ηθοποιών Μελοδράματος Οπερέτας». Αυτό το βραβείο μού άνοιξε πολλές πόρτες. Δηλαδή μετά απ’ αυτό ήρθε η οπερέτα, κάναμε πάρα πολλές συναυλίες και στον «Παρνασσό», μία υπέροχη αίθουσα κάτω στην Αθήνα. Γνώρισα πολλούς αξιόλογους ανθρώπους. Νομίζω αυτό το βραβείο με βοήθησε πολύ περισσότερο.

Κ.Β.:

Το βραβείο αυτό πώς προέκυψε; Μετά από ποια γεγονότα;

Ι.Σ.:

Αυτό, επίσης, ήταν παγκόσμιος διαγωνισμός, δηλαδή το πρώτο βραβείο το πήρε μία κυρία από την Κίνα. Εξαιρετική. Σου Λιν νομίζω την έλεγαν αν θυμάμαι καλά. Και το είδα... Επειδή εγώ μένω στο Βόλο, δεν είχα άμεση επικοινωνία με Αθήνα και Θεσσαλονίκη, δηλαδή το 2004 δεν ήταν ευρέως γνωστό το internet και δεν μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε. Οπότε αναρτούνταν κατά καιρούς σε διάφορα ωδεία κάποια χαρτιά που έστελναν, ενημερωτικά φυλλάδια. Έτσι, λοιπόν, το είδα όταν το έφεραν στο ωδείο που εργαζόμουνα και πήρα μέρος. Έδωσα... δήλωσα συμμετοχή, έστειλα υλικό της φωνής και με επέλεξαν γιατί έγινε πρώτα απ’ όλα ένα ξεκαθάρισμα, δεν έπαιρναν όλες τις φωνές, γιατί ήταν ο χρόνος πολύ περιορισμένος της επιτροπής.

Κ.Β.:

Και ήτανε εκτέλεση κλασικών τραγουδιών, συνδυασμός με θέατρο;

Ι.Σ.:

Ήτανε τρία μέρη. Ήτανε τρεις μέρες στην Αθήνα, μέρα παρά μέρα. Μεγάλο πρόγραμμα. Δηλαδή την πρώτη φορά είχε τρία τραγούδια, τη δεύτερη τέσσερα και την τρίτη φορά που ήτανε ανοιχτό σε κοινό, που έγινε η συναυλία και στον «Παρνασσό» εκεί ήτανε δύο άριες πάρα πολύ δύσκολες ολοκληρωμένες. Και δεν είχε τόσο το θεατρικό κομμάτι, δεν πήγαινες με κοστούμι, αλλά έπρεπε να δείξεις ότι είχες φυσικά μία υπόσταση στο κλασικό τραγούδι, δηλαδή ότι μπορούσες να κινηθείς στη σκηνή με μία... Δεν ήταν σαν κοντσέρτο, ότι κάθισες δίπλα στο πιάνο και στήθηκες. Ήθελαν να δούνε... Γι’ αυτό πήρα και το Θεατρικής Έκφρασης... το βραβείο, ήταν δύο ξεχωριστά βραβεία. Ήταν της Σκηνικής Παρουσίας και Θεατρικής Έκφρασης. Και χρηματικό έπαθλο.

Κ.Β.:

Το οποίο το πήρατε και σας βοήθησε στη συνέχεια;

Ι.Σ.:

Πάρα, πάρα πολύ γιατί μετά από εκείνο ανοίχτηκαν πάρα πολλοί δρόμοι. Και στην Αθήνα έκανα συναυλίες. Δηλαδή με γνώρισαν... Και στην Πινακοθήκη Πειραιά έκανα συναυλία. Σε πάρα, πάρα πολλά μέρη. Ήταν μεγάλο παράθυρο για μένα.

Κ.Β.:

Πολύ ωραία. Αλλά με την υποκριτική να το συνδυάζατε δεν το σκεφτήκατε ποτέ.

Ι.Σ.:

Με την κριτική... με την... συγγνώμη, με την υποκριτική, το σκέφτηκα γιατί... Να σας πω ότι πριν από αυτό δεν είχα δώσει για το δίπλωμα μελοδραματικής. Το οποίο, αν δείτε όλα μου τα πτυχία είναι πριν απ’ το 2006-07 και μετά πήρα το δίπλωμα μελοδραματικής. Τι είναι η σχολή μελοδραματικής; Η σχολή μελοδραματικής αφορά τα άτομα τα οποία κάνουν κλασικό τραγούδι, έχουν τελειώσει τις σπουδές τους και μετά πρέπει να ξέρουν πώς κινούνται πάνω στη σκηνή και το τι κινήσεις πρέπει να κάνουνε σύμφωνα με τον κάθε ρόλο. Ερμηνεύονται οι άριες κυρίως στη γλώσσα τη μητρική για να μην έχει ο καλλιτέχνης να σκεφτεί και το κείμενο. Οπότε, βλέπουμε τις εκφράσεις προσώπου, τη στάση του σώματος, και τις κινήσεις που αρμόζουν στον ρόλο και φυσικά με κοστούμια. Και έχω πάρα πολλά ωραία αποσπάσματα από τις... από τις εξετάσεις τις απολυτήριές μου που έχω κάνει έξι ρόλους καταπληκτικούς. Διαφορετικούς, με διαφορετικά κοστούμια και διαφορετικές κινήσεις.

Κ.Β.:

Θυμάστε τους ρόλους;

Ι.Σ.:

Η Lakmé του Delibes που ήταν εκπληκτική. Μία πάρα πολύ ωραία άρια ήταν του Mozart απ’ τον Μαγικό Αυλό του Schubert... τον Μαγικό Αυλό... που είναι η άρια της Pamina που πάω να μαχαιρωθώ. Έχουν πάρει τα περισσότερα σχόλια αυτές οι δύο άριες, που τις έχω ανεβάσει στο YouTube, ότι ήμουνα πάρα πολύ πειστική. Ότι έχει ανατριχιάσει ο κόσμος όταν τις βλέπει. Και πραγματικά και μένα μου αρέσουν. Ήταν οι δύο καλύτεροι ρόλοι. Και της Lucia, Lucia di Lammermoor, κι αυτή πολύ ωραία άρια. Υπάρχουν, λοιπόν, στο YouTube όλα αυτά, αποσπασματικά. Μπορεί κάποιος να τα δει. «Ψάξτε να βρείτε», λέω στους μαθητές μου, «το τι σημαίνει ο κάθε ρόλος». Όταν λοιπόν ένας μαθητής θα αναλάβει να τραγουδήσει ένα ρόλο, πρέπει να μεταφράσετε το κείμενο. Για να έχετε το ανάλογο συναίσθημα. Πρέπει να σκεφτείτε όλη την πλοκή του έργου. Σε ποια εποχή αναφέρεται; Τι είχε γίνει τότε; Για να έχουμε τα ανάλογα κοστούμια ή να έχουμε την ανάλογη έκφραση. Δεν μπορεί ένας καλλιτέχνης που θα βγει να απαγγείλει μία άρια προκλασικής εποχής, που τότε τα πράγματα ήταν πολύ σφιχτά για τις γυναίκες, να φοράει περίεργες τουαλέτες ή να στέκεται... Πρέπει να είναι πιο βαρύ το ύφος. Και το στυλ. Δεν έχει πάρα πολλές εκφράσεις, δεν κουνάμε πάρα πολύ τα χέρια. Λοιπόν, λέω στον κάθε καλλιτέχνη να... να προσπαθεί να σκεφτεί τι, σε ποια εποχή [00:55:00]αναφέρεται.

Κ.Β.:

Αφορμώμενη από τους ρόλους που αναφέρατε... Ποιους ρόλους δεν έχετε και θα θέλατε πάρα πολύ να ερμηνεύσετε στο μέλλον;

Ι.Σ.:

Πρώτα απ’ όλα να πω ότι κάθε φορά που ερμηνεύεις ένα ρόλο, ταυτίζεσαι. Είχα διαβάσει μία συνέντευξη της Τζένη Δριβάλα, που είναι μία εκπληκτική υψίφωνος, που έλεγε ότι όταν τραγούδησε μία άρια της Μελισσάνθη... Η Μελισσάνθη είχε πάρα πολύ μακριά μαλλιά. «Ένιωθα», λέει, «ότι τα μαλλιά μου είχανε μακρύνει πάρα, πάρα πολύ». Όταν, λοιπόν, είχα ερμηνεύσει τη Lucia... είχα ταυτιστεί τόσο πολύ που... Έχει τη σκηνή που είναι μέσα στο δάσος με την αδερφή της και περπατάει και περιμένει τον αγαπημένο της... Πραγματικά ήταν η χρονιά που ήθελα να βγω περισσότερο και να είμαι μέσα στη φύση. Είχα περπατήσει πάρα πολύ... Ήθελα να βγω, ένιωθα... Παρακολουθούσα τα στοιχεία της φύσης. Δηλαδή ξυπνούσα το πρωί και έβλεπα τον καιρό πώς είναι έξω, πώς φυσούσε, κοιτούσα τα φύλλα. Πράγματα που όταν κάποιος είναι μες στην καθημερινότητα ούτε καν θα τα προσέξει. Θα δούμε τι καιρό έχει, «Εντάξει, θα ντυθώ ανάλογα». Ένιωθα ότι... σαν να κοιτούσα τα σύννεφα στον ουρανό, έφτιαχνα διάφορες εικόνες. Τώρα, για το τι ρόλο θα ήθελα να ερμηνεύσω. Κάτι που είχα προσπαθήσει να κάνω μικρή αλλά δεν μου ταίριαζε τόσο και τώρα που έχει μεστώσει η φωνή μου νομίζω ότι θα τα καταφέρω είναι η Βασίλισσα της Νύχτας. Που είναι πάρα πολύ... όμορφη άρια με πάρα πολλές κολορατούρες, όπως λέμε εμείς, δηλαδή ευκολίες στις ψηλές νότες. Η φωνή μου δεν έχει χάσει καθόλου το τονικό της ύψος, παρόλο το ότι είμαι σαράντα έξι ετών. Δηλαδή δεν έχει πέσει καθόλου. Και ίσως αυτό που σας είπα στην αρχή ότι βοηθάει η καθημερινή εξάσκηση και η τριβή των μαθητών... Θα ήθελα να τραγουδήσω τη Βασίλισσα της Νύχτας.

Κ.Β.:

Και σας το ευχόμαστε!

Ι.Σ.:

Ευχαριστώ πολύ!

Κ.Β.:

Κυρία Ιόλη, ποιους δασκάλους και μέντορες δικούς σας ξεχωρίζετε στην πορεία σας;

Ι.Σ.:

Να αλλάξω λίγο την... όχι ερώτηση, να πω ότι δεν τους ξεχωρίζω, γιατί όλοι έχουνε μία από μόνοι τους ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου. Όσους... με όσους καθηγητές συνεργάστηκα πάντα ολοκλήρωσα τις σπουδές μου και όλοι είχανε ξεχωριστό χώρο στην καρδιά μου μέχρι και τώρα και με τους περισσότερους, νομίζω με όλους, διατηρώ πάρα πολύ καλές σχέσεις και μιλάμε. Και οι περισσότεροι είναι και πάρα πολύ ενεργοί. Δηλαδή, να ξεκινήσω με την κυρία Τουλούδη που κάναμε τα θεωρητικά μας και με τον κύριο Γρηγόρη Σουλτάνη. Η Βούλα η Τουλούδη λοιπόν μου έδωσε το πτυχίο ωδικής. Ο κύριος Σουλτάνης το πτυχίο αρμονίας. Με την κυρία Άννα Βογιατζή πήρα το πτυχίο του αρμονίου. Με την κυρία Τρούσσα το δίπλωμα του κλασικού τραγουδιού. Δεν πρέπει να ξεχάσω την κυρία Αγγέλα Λαλαούνη που ήτανε και αυτή πρωταγωνίστρια στη Λυρική Σκηνή και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό με φοβερές σπουδές, με την οποία πήρα το δίπλωμα της μελοδραματικής. Τώρα κοιτάζω τα πτυχία μου ταυτόχρονα. Την κυρία Φανή Καρκάλα που πήρα το πτυχίο του σύγχρονου τραγουδιού. Κι ο σύζυγός της ο κύριος Γιάννης ο Καρκάλας, ο οποίος... με εκτιμά αφάνταστα και το χρονικό διάστημα που αναφέρθηκα στις εγκυμοσύνες μου ήθελε να μου δώσει την δυνατότητα να συμμετάσχω και να συμμετέχω σε όλες τις συναυλίες του και με κάποιους μικρότερους ρόλους, γιατί ήξερε ότι δεν μπορώ να ανταπεξέλθω και... μέχρι και τώρα συνεργαζόμαστε και τραγουδάω ακόμα με την πολυφωνική του χορωδία. Και στο πιάνο... πρώτες μου βάσεις, τα πρώτα εννέα χρόνια, έκανα με τον Ντίνο τον Μαστρογιάννη που ανέφερα και ευσεβής μου πόθος θα ήτανε κάποια στιγμή, που θα έχω ίσως λιγότερο χρόνο εδώ πέρα στο στούντιο, να μπορέσω να συνεχίσω και το πιάνο, γιατί έχω φτάσει μέχρι την πρώτη ανωτέρα, θέλω δύο χρόνια ακόμα να το ολοκληρώσω, να πάρω και το δίπλωμά μου εκεί.

Κ.Β.:

Πολύ ωραία. Πολύ ωραία. Σας το ευχόμαστε.

Ι.Σ.:

Ευχαριστώ πολύ.