© Copyright Istorima

Istorima Archive

Story Title

Απ' τα ερτζιανά στο ίντερνετ, απ' τις μουσικές «φυλές» στην ομογενοποίηση: ένας Θεσσαλονικιός βετεράνος του ραδιοφώνου θυμάται

Istorima Code
11484
Story URL
Speaker
Ιωσήφ Καλλόπουλος (Ι.Κ.)
Interview Date
18/02/2020
Researcher
Κωνσταντίνος-Χρυσοβαλάντης Κοτσώνης (Κ.Κ.)
Κ.Κ.:

[00:00:00]Καλησπέρα.

Ι.Κ.:

Καλησπέρα κι από μένα. Λοιπόν, το όνομά μου είναι Ιωσήφ Καλλόπουλος, αν και οι περισσότεροι φίλοι και γνωστοί με ξέρουν ως Άκη.

Κ.Κ.:

Γεια σου, Άκη. Εγώ είμαι ο Κωνσταντίνος Κοτσώνης, Ερευνητής στο Istorima. Σήμερα έχουμε Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2020 και ξεκινάμε τη συνέντευξή μας.

Ι.Κ.:

Ωραία.

Κ.Κ.:

Λοιπόν, έτσι, για να έχουμε μια εισαγωγή, θα ήθελες να μου πεις πού γεννήθηκες, πού μεγάλωσες;

Ι.Κ.:

Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη και όλα αυτά τα χρόνια δεν έχω αλλάξει τόπο κατοικίας.

Κ.Κ.:

Και με τι ασχολείσαι;

Ι.Κ.:

Βιοποριστικά δουλεύω σε μια μεγάλη εταιρεία του δημοσίου. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο βιοπορίζομαι εδώ και 28 περίπου χρόνια.

Κ.Κ.:

Πολλά χρόνια.

Ι.Κ.:

Πολλά, ναι. Και υπάρχουν βέβαια και κάποιες άλλες δουλειές, μικρότερα διαστήματα. Τώρα που συζητάμε, βέβαια, αν τα βάλουμε αυτά όλα μαζί, μιλάμε για πάνω από 28 χρόνια εργασίας.

Κ.Κ.:

Και πότε ανάμεσα σε αυτά τα χρονικά διαστήματα, ήταν η πρώτη σου επαφή με τη μουσική; Ως παιδί, ως έφηβος;

Ι.Κ.:

Όχι -με τη μουσική είπες. Η μουσική ξεκίνησε ναι, τουλάχιστον 3 με 4 χρόνια πριν την εφηβεία, γύρω στα 13, 14 χρονών. Από όσο μπορεί, έτσι, να φέρνω πράγματα πίσω στη μνήμη μου, ήταν η πρώτη φορά που πήγα και αγόρασα από μόνος, τότε βέβαια μιλάμε για δίσκους βινυλίου. Έτσι; Γιατί μιλάμε γύρω στο '83-84 αυτό.

Κ.Κ.:

Θυμάσαι ποιο ήταν το άλμπουμ;

Ι.Κ.:

Θυμάμαι ότι από τα πρώτα πράγματα που είχα αγοράσει ήταν το συγκρότημα των ABC. Βρετανοί αυτοί, με το Lexicon of Love, ένας δίσκος που είχε γνωρίσει μεγάλη επιτυχία. Θυμάμαι ότι είχα πάρει ένα, Hooked On Classics λεγότανε; Έτσι, σε πιο μοντέρνα κλασικά πράγματα, αλλά σε πιο μοντέρνες εκδοχές. Και σίγουρα πολύ αγαπημένα από εκείνα τα χρόνια ήταν τα πρώτα μου επτάιντσα που ήτανε οι Tears For Fears. Είχε απ' τη μία πλευρά το Mad World, απ' την άλλη το Change. Οι Dexys Midnight Runners με το Come On Eileen. Μεγάλη επιτυχία. Και έτσι ήτανε πολλές έντονες οι μνήμες που -θυμάμαι είχα πάει με τον πατέρα μου σ' ένα δισκοπωλείο που υπήρχε τότε στη Μαρτίου συγκεκριμένα και αγόρασα το Number Of The Beast των Iron Maiden μαζί με έναν δίσκο τώρα που δεν θυμάμαι ποιος ήταν των Scorpions. Και ήταν πολύ χαρακτηριστική η συμπεριφορά του δισκοπώλη που με είδε τόσο μικρούλη και μου λέει «Τώρα εσύ», λέει, «τι δουλειά έχεις ν' αγοράσεις -άντε καλά Scorpions αλλά Iron Maiden, το Number Of The Beast;». Αυτές ήταν οι πρώτες αναμνήσεις, έτσι, που άρχισα συνειδητά πια να ασχολούμαι με τη μουσική. Μεγάλο ρόλο, τώρα, έπαιξε ένας συγκάτοικος στο πατρικό μου, σε παραδιπλανό σπίτι, ο οποίος, όπως καταλαβαίνεις, εγώ πήγαινα πρώτες τάξεις Γυμνασίου, μην σου πω και λίγο πιο, μικρότερος ακόμα, και αυτός ήταν ουσιαστικά Λύκειο. Αυτός ο τύπος, επειδή ήτανε -ως συγκάτοικοι και οι γονείς μας είχαμε πολύ καλές σχέσεις και μπαινόβγαινα στο σπίτι τους συνέχεια. Οπότε τώρα να βλέπεις έναν μεγαλύτερο που φοράει τις κονκάρδες των Iron Maiden, των Rush και όλων αυτών των συγκροτημάτων, να ακούς και τις μουσικές που άκουγε, ήτανε σίγουρα ο πρώτος μεγάλος μου επηρεασμός για να αρχίσω να διαμορφώνω άποψη για το τι μουσική θέλω να ακούσω. Χώρια που πάλι μέσω του φίλου, του Γιάννη -να 'ναι καλά ο άνθρωπος- έπεσαν στα χέρια μου πρώτη φορά περιοδικά όπως το Πόπ Και Ροκ -τώρα μιλάμε Ποπ Και Ροκ τα πρώτα τεύχη, Jimmy Hendrix εξώφυλλο και τόσο πίσω-, Ο Ήχος, αν θυμάμαι καλά. Οπότε, ο Γιάννης, λοιπόν, ήταν ο πρώτος μου μέντορας για τη μουσική.

Κ.Κ.:

Θυμάσαι, για να γυρίσω στους πρώτους δίσκους, τι αισθανόσουν όταν έβαζες τη βελόνα στο πικάπ; Τι είχες αισθανθεί τότε, ας πούμε στο δίσκο των ABC, τον πρώτο δίσκο που είχες αγοράσει;

Ι.Κ.:

Εντάξει, ως ένας άνθρωπος που ουσιαστικά ήτανε η πρώτη του φορά πάνω-κάτω στο να αρχίσει να ασχολείται σοβαρά -τέλος πάντων, σοβαρά, όσο μπορεί να είναι σοβαρά για εκείνη την ηλικία- με τη μουσική, για να συνεχίζω ακόμα, τόσες δεκαετίες μετά να ασχολούμαι τόσο ενεργά, νομίζω με κέρδισε κατευθείαν. Ήταν τόσο έντονα και δυνατά τα συναισθήματα -και τότε, σου λέω και πάλι, μην ξεχνάς ότι εμείς ήμασταν οι γενιές που το βινύλιο υπήρχε μόνο ως μέσο ακρόασης. Και φυσικά και οι κασέτες, έτσι; Οπότε, ήταν πολύ σημαντικό. Για αυτό, για τις δικές μας τις γενιές η επαφή και οι σχέσεις με το βινύλιο εξακολουθεί πάντα, ακόμα και στις μέρες μας, να είναι πολύ πιο ιδιαίτερη από όλα τα υπόλοιπα Μέσα.

Κ.Κ.:

Όταν έσκαγε μια νέα κυκλοφορία, ένα νέο βινύλιο στο δισκάδικο της γειτονιάς, τι κλίμα επικρατούσε μέσα σου ή στον κόσμο που σύχναζε στο -

Ι.Κ.:

Εντάξει, από ένα σημείο και μετά κατέληξα ότι -όπως νομίζω γίνεται, αν όχι με τον περισσότερο, με πάρα πολύ κόσμοι ότι αυτό που με κερδίζει είναι λίγο-πολύ αυτό που είχε ονομαστεί ως heavy metal. Οπότε, οι Iron Maiden, οι Motörhead και βέβαια και άλλα πράγματα που δεν θα τα χαρακτήριζες ως heavy metal, όπως οι Led Zeppelin και όλα αυτά, είχαν αρχίσει πια αυτά να είναι τα αγαπημένα μου είδη και αυτό πήγε περίπου μέχρι και σίγουρα τα 16 μου. Κάπου εκεί άρχισα να διαφοροποιώ το είδος που σιγά-σιγά πλέον άρχισε να με συγκινεί περισσότερο. Αλλά τα πρώτα μου χρόνια το heavy metal ήτανε μεγάλη αγάπη. Βέβαια, έκανα μια μεγάλη πατάτα, θα έλεγα, εντός και εκτός παρένθεσης. Γιατί, όταν αποφάσισα ότι πλέον θέλω να αρχίσω να ακούσω διαφορετικές μουσικές περισσότερο απ' το heavy metal, χάρισα πάρα πολλούς δίσκους που ακόμα και τώρα το σκέφτομαι ότι δεν θα μου 'πεφτε καθόλου άσχημα να πάω να κάνω ένα ντου μέσα στα σπίτια και να ξαναπάρω πίσω. Γιατί, μιλάμε έδωσα πράγμα που αργότερα, όταν το σκεφτόμουν που το 'κανα αυτό, ενώ, βέβαια εντάξει, πήγαν σε αγαπημένους φίλους -χαριστήκαν, δεν ήταν θέμα αγοραπωλησία ή κάτι τέτοιο- αλλά πραγματικά το μετάνιωσα αυτό ως κίνηση. Και μιλάμε τώρα και για δίσκους που θα είχανε και μία -πέραν από τη συναισθηματική- αξία άλλου είδους. Γιατί πλέον και στις μέρες μας είναι και όλα αυτά που ασχολείται ο κόσμος. Βέβαια, ευτυχώς η ζωή δεν τα έφερε έτσι ώστε να φτάσω στο σημείο να δώσω είτε βινύλια, είτε CD, είτε οτιδήποτε. Να τα βγάλω για πώληση. Και ελπίζω να μην χρειαστεί να γίνει ποτέ αυτό, γιατί τα θεωρώ όλα αυτά σαν είναι τρόπον τινά παιδιά μου. Οπότε, θα μου ήτανε πολύ δύσκολο το να τα αποχωριστώ.

Κ.Κ.:

Απλά, αυτό που ρώτησα και πριν και εννοούσα είναι ότι, αν θυμάσαι -γιατί νομίζω έχει αξία αυτό να το πούμε- εκείνα τα χρόνια που το δισκάδικο της γειτονιάς ήταν η μόνη πύλη για τη μουσική, πώς ένιωθες εσύ ή πώς ένιωθε ο κόσμος, οι συνομήλικοί σου, αν θυμάσαι, όταν έβγαινε μια ανακοίνωση. Έλεγε ο ιδιοκτήτης: «Παιδιά, ήρθε ο τάδε δίσκος και είναι καινούργια κυκλοφορία».

Ι.Κ.:

Ναι. Θα σου πω όταν -τώρα που το λες ήταν έντονη και ακόμα εξακολουθεί να είναι μια πολύ ευχάριστη ανάμνηση- όταν είχε βγει το The Queen Is Dead των Smiths. Πραγματικά ήταν αυτό που βλέπεις καμιά φορά, που πας έξω από το δισκοπωλείο και περιμένεις να ανοίξει για να το πάρεις. Ήτανε ένας απ' τους δίσκους που θυμάμαι ότι -αυτό το θυμάμαι σίγουρα. Ίσως επίσης κάποιες δουλείες των U2. Γιατί τους παρακολουθούσα τους U2 ακόμα και απ' τα χρόνια που ήταν περισσότερο η heavy metal στο μυαλό μου ως η αγαπημένη μου μουσική. Αλλά θυμάμαι ότι ήτανε το Unforgettable Fire, που το είχα πάρει παράλληλα με όλους τους υπόλοιπους δίσκους που, τους U2 δηλαδή τους εκτιμούσα, μέχρι τουλάχιστον κάποιο σημείο πάρα πολύ. Ήταν σίγουρα πολύ σημαντικό. Γιατί μετά, καθώς το συζητούσες με τους φίλους, έλεγες: «Πήρα αυτόν το δίσκο, πήραν τον άλλο δίσκο». Βέβαια, δεν ήταν μόνο δισκοπωλεία της γειτονιάς, έτσι; Γιατί σιγά-σιγά, αρχίζοντας και λίγο μεγαλώνοντας παραπάνω, αρχίσαμε πια και τις καθόδους στο περίφημο εκείνο «Blow »Up, στο «Stereodisc», που εξακολουθεί να υφίσταται -βέβαια, εκείνων των χρόνων. Σιγά-σιγά, ναι, αρχίσαμε να διαμορφώνουμε άποψη και από πού θα πηγαίνουμε πια να βρίσκουμε τις μουσικές μας.

Κ.Κ.:

Φαντάζομαι σιγά-σιγά άρχισες να πηγαίνεις και σε live, σε συναυλίες.

Ι.Κ.:

Τα live... η πρώτη μεγάλη, έντονη ανάμνηση ήταν από τη μία, θυμάμαι, οι Last Drive, που πρέπει να ήμουν ούτε 16 χρονών, που τότε με τους συμμαθητές που σιγά-σιγά αρχίσαμε να έχουμε ακούσματα. Πήγα και τους είδα. Ήταν τότε ένα liv[00:10:00]eάδικο και πολύ καλό για εκείνα τα χρόνια μπαρ με μουσικές αντίστοιχες που μας άρεσαν και πηγαίναμε, δηλαδή και ως θαμώνες. Και κάποια χρόνια έκανε και live. Τώρα μην διακινδυνεύσω να πω όνομα. Γιατί δεν το θυμάμαι σίγουρα. Ήταν πάνω στην Κορομηλά. Κορομηλά της Ανθέων. Και ήταν η πρώτη φορά που είδα τους Last Drive. Και από τότε δεν ξέρω, δεν θυμάμαι, αν έχω χάσει live των Last Drive στη Θεσσαλονίκη. Και τι άλλο; Και βέβαια μεγάλο ρόλο έπαιξε -γιατί ήταν και στο μεταίχμιο που σιγά-σιγά είχα εγκαταλείψει την heavy metal και άρχισα να ακούω διαφορετικές μουσικές, πολύ new wave, πολύ paisley underground το αμερικάνικο- που είχα τη χαρά να δω τους Dream Syndicate για πρώτη φορά. Που ήταν πραγματικά καταλυτική για μένα εκείνη η συναυλία. Και μάλιστα με support Mushrooms και Τρύπες. Οπότε, αυτά τα δύο τα live είναι πολύ έντονες αναμνήσεις.

Κ.Κ.:

Μου είχες πει ότι τους Dream Syndicate τους είχες δει σε ένα ιδιαίτερο μαγαζί, νομίζω;

Ι.Κ.:

Δεν ήτανε μαγαζί. Πρέπει να ήταν Άνοιξη, όταν είχαν έρθει στη Θεσσαλονίκη. Τότε υπήρχαν ακόμα ντισκοτέκ, έτσι; Ουσιαστικά τους είδαμε σε μία ντισκοτέκ, που επίσης λίγο τώρα το όνομα μου διαφεύγει και δεν θέλω να το ρισκάρω να πω κάτι λάθος. Ήταν ουσιαστικά μια ανοιχτή ντισκοτέκ. Κάτι που συνηθιζόταν πολύ. Θυμάμαι τότε την κλασική «Amnesia», που κατά καιρούς -γιατί ακόμα δεν είχαμε, έτσι, χώρους όπως είναι τώρα το «Eightball» ή το «Principal». Οι χώροι ήταν λίγο περίεργοι. Σου λέω, για όταν οι συνθήκες ήταν, έτσι, πιο ανοιξιάτικες ή καλοκαιρινές, ακόμα και σε ντισκοτέκ. Το χειμώνα βλέπαμε live επίσης σε αντίστοιχα κλειστά μαγαζιά, κατά κύριο λόγο. Πολύ σε κινηματογράφους. Απ' τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις είναι ο «Ελλήσποντος», εκεί τώρα που πλέον περνάμε και καμιά φορά μας έρχονται οι αναμνήσεις στο μυαλό και λέμε: «Πώς άλλαξαν τα πράγματα;». Εκεί που βρίσκονται τώρα οι «Μούσες».

Κ.Κ.:

Στην Αγγελάκη.

Ι.Κ.:

Στην Αγγελάκη. Εκεί ήταν μια απ' τις πιο ιδιαίτερες φάσεις. Είδαμε καταπληκτικά live. Ήταν μια πολύ χαρακτηριστική κατάσταση ο Ελλήσποντος, γιατί ήτανε από τη μία κινηματογράφος -και μάλιστα κινηματογράφος που έπαιζε και ταινίες για ενήλικους, για να το πούμε έτσι κομψά-, μεταμορφωνόταν σε θέατρο και κάποιες φορές και παιδικό θέατρο ακόμα, και πολλές φορές μέσα στην εβδομάδα βλέπαμε live. Και είδαμε και κάποια live που ήτανε συγκλονιστικά εκεί. Και είναι μία πολύ καλή ανάμνηση. Ένας ο «Ελλήσποντος» και το άλλο ήταν ένα μαγαζί το οποίο λεγόταν «Όνειρο». Ήταν στην Κωνσταντινουπόλεως. Ένα πολύ μικρό μαγαζί. Τι να σου πω; Πάνω-κάτω σαν τη Μαύρη Τρύπα; Φαντάσου κάτι τέτοιο. Αλλά εκεί φτάσαμε να δούμε μέχρι και τους Pixies. Δεν ξέρω αν αυτό το ήξερες ή σου το είχε πει, ναι. Την εποχή του Doolittle. Όσο κι αν σου φαίνεται περίεργο, είδαμε τους Pixies έτσι όπως μιλάμε τώρα, στο μισό μέτρο. Γιατί η σκηνή ήταν με τον κόσμο -ήταν καταπληκτική εμπειρία. Χώρια που ήτανε τρόπον τινά σαν ναός και της ελληνικής σκηνής, γιατί έφερνε και όλα τα αθηναϊκά. Θυμάμαι Villa 21, τους No Man's Land. Και κατά καιρούς Τρύπες. Συγκλονιστικά διήμερα. Να γίνεται χαμός μέσα, να μην χωράει ο κόσμος. Οι Mushrooms, οι Last Drive. Ήταν συγκλονιστικό για εκείνο το μέρος. Παίξανε οι Died Pretty απ' την Αυστραλία, οι New Christs είχαν παίξει. Τώρα, αυτά που θυμάμαι. Επίσης, για εκείνα τα χρόνια ήταν ένα πολύ καλό live σ' ένα χώρο που νομίζω σαν κτίριο πρέπει να υφίσταται ακόμα, στη στροφή προς Επανομή, που ήταν επίσης μια ντισκοτέκ τρόπον τινά μ' έναν πολύ ιδιαίτερο διάκοσμο. Και εκεί είχαμε δει πρώτη φορά τους Savage Republic. Είχαν παίξει οι Celibate Rifles. Γενικώς, όπου -κάποια live θυμάμαι αργότερα βέβαια- είχαν γίνει και στο Θέατρο Κήπου στη ΧΑΝΘ. Αλλά γενικώς, όπου βλέπαμε ότι γινόταν live, τρέχαμε. Λίγο πιο μεγάλος, βέβαια, δεν μπορείς να παραλείψεις ότι -που ήταν και μια άλλη ιδιαίτερη κατάσταση εκεί, στο Στέκι της Φιλοσοφικής.

Κ.Κ.:

Πιο αυτόνομη.

Ι.Κ.:

Εκεί ήταν μια κατάσταση -αν και εκείνα τα χρόνια το στηρίξαμε όλοι μας όσο μπορούσαμε περισσότερο.

Κ.Κ.:

Αυτά, φαντάζομαι ήταν τα συναυλιακά πράγματα τη δεκαετία του '80. Τη δεκαετία του '90 πώς εξελίχθηκαν;

Ι.Κ.:

Δεκαετία του '90. Σιγά-σιγά διαφορποιηθήκαν πολύ τα πράγματα, γιατί μπήκε στη ζωή μας και ο Μύλος, έτσι; Που έφερνε πάρα πολλά συγκροτήματα. Είχε πολλούς χώρους που μπορούσες να δεις εκεί συναυλίες. Σιγά-σιγά δημιουργήθηκαν και νέοι συναυλιακοί χώροι, έγιναν καλύτερα τα πράγματα, γενικώς.

Κ.Κ.:

Τι μουσικά είδη μπορούσε να ακούσει κάποιος; Δηλαδή, μου μίλησες κυρίως για rock. Φαντάζομαι υπήρχε ένα δίπολο: απ' τη μία το underground rock, απ' την άλλη είδη πιο «ελληνοποιημένα». Για παράδειγμα: σκυλάδικα, ρεμπέτικα, λαϊκά...

Ι.Κ.:

Δες τώρα. Το τι ήθελες να ακούσεις, αυτό ήταν καθαρά επιλογή δική σου. Εμείς που είχαμε ξεκαθαρίσει πια τα ακούσματά μας παρακολουθούσαμε τις συναυλίες που μας ενδιέφεραν. Ήτανε κάποια αρκετά χρόνια που μπορούσες στην πόλη να δεις ωραία πράγματα. Σου λέω και πάλι, κατά κύριο λόγο τα χρόνια που πρωτοξεκίνησε και πήγε για ένα αρκετό διάστημα ο «Μύλος», έφερνε ό,τι μπορείς να φανταστείς. Και από ξένα ονόματα και, φυσικά, είχε φέρει πάρα πολλά από την αφρόκρεμα της ελληνικής σκηνής. Ήταν μία πολύ καλή περίπτωση γενικά ο Μύλος. Νομίζω ότι είναι και στιγμές που μας λείπει κάτι αντίστοιχο.

Κ.Κ.:

Αυτό. Για να έρθουμε ίσως και στο σημαντικότερο κομμάτι της ζωής σου όλα αυτά τα 28 χρόνια πέρα από τη δουλειά, το ραδιόφωνο, θέλεις λίγο να μου πεις, εσύ ως έφηβος είχες κάποια ραδιοφωνικά πρότυπα που έλεγες «Θα ανοίξω το ραδιόφωνο για να ακούσω αυτόν», «Θέλω να γίνω σαν αυτόν»;

Ι.Κ.:

Δεν νομίζω ότι είχα κάποιο πρότυπο. Σιγά-σιγά, βέβαια -μην ξεχνάμε ότι ήτανε ακόμα τα χρόνια που το ραδιόφωνο ήταν, αν όχι ακριβώς αυτό που λέγαμε τα πειρατικά ραδιόφωνα, είχε ραδιόφωνα που μπορούσες να ακούσεις και διαφορετικά πράγματα. Βέβαια, πάντα σε μια κατάσταση κυρίως -να μην το πούμε ίσως εντελώς παρανομίας- ημιπαρανομίας. Αλλά σιγά-σιγά μέσα στα χρόνια διαμορφωθήκανε σταθμοί που ήταν ουσιαστικά αργότερα αυτό που γνωρίσαμε ως καθαρά επαγγελματικό ραδιόφωνο. Δεν είχαν να ζηλέψουνε πολλά. Είχαν ένα πολύ σταθερό πρόγραμμα. Από εκεί, βέβαια, 'ντάξει, ξεχώριζαν κάποιοι άνθρωποι. Ειδικά αυτοί που ήταν κοντά και στα δικά σου τα γούστα. Εγώ παρακολουθούσα κάποιους σταθμούς που μάλιστα ήταν και σχετικά γείτονες, απ' ό,τι -γιατί, ξες, δεν ήξερες και πού ακριβώς βρίσκεται ο σταθμός. Από Καλαμαριά κυρίως. Θυμάμαι δύο ραδιόφωνα που οι εκφωνητές ξέραν να το χειριστούνε. Δηλαδή, τώρα δεν θα καθόμουν να σου πω ότι, όπως λέει ο περισσότερος κόσμος -ίσως επειδή και ο Γιάννης ο Πετρίδης είναι για όλο το ραδιοφωνικό κόσμο ένα είδωλο κι όχι άδικα «Ήταν ο μέντοράς μου ο Γιάννης ο Πετρίδης» και όλα αυτά. Αλλά, σίγουρα ήταν κάποια παιδιά που κάνανε εκπομπές εκείνα τα χρόνια, πριν να γίνει το ραδιόφωνο πια που όλοι γνωρίζουμε, που είχανε λόγο να κάθεσαι να τους ακούς. Γιατί δεν ήταν μόνο ότι παρουσίαζαν μουσικές. Είχαν και ένα πολύ καλό λόγο. Ήξεραν να τα υποστηρίξουν. Γιατί να μην ξεχνάμε ακόμα κάποια πράγματα -επαναλαμβάνω και πάλι επειδή έχει να κάνει με τις μουσικές που μας αρέσαν και ψάχναμε και βρίσκαμε ανάλογες εκπομπές- δεν ήταν και εύκολο να τα βρεις. Οπότε, σίγουρα ήταν άνθρωποι που έπρεπε να -είτε απ' τα προσωπικά τους ταξίδια, είτε να τα παραγγέ[00:20:00]λνουν να τους έρχονται. Και δεν ήταν τότε εποχές με το ίντερνετ. Τότε δεν είχαμε ούτε κινητά ακόμα. Οπότε, ήταν άνθρωποι που έλεγες ότι το κάνουν απ' το μεράκι και την αγάπη τους κι αυτοί για τη μουσική. Ήταν κι αυτοί, δηλαδή, ακροατές. Πιθανότατα ήμασταν και στους ίδιους χώρους συναυλιακούς. Και είχανε βάλει μπροστά και στήσανε τα ραδιόφωνά τους και μεταδίδαν και τις μουσικές που αγαπούσαν.

Κ.Κ.:

Επειδή είπες πριν ότι δεν ξέρατε πού είναι το ραδιόφωνο, να πούμε σε αυτό το σημείο-

Ι.Κ.:

Ε ναι. Ούτε οι ίδιοι, φυσικά θα σου δίνανε πληροφόρηση, πέρα από κάποια τηλέφωνα που δίνανε, που μπορούσες ίσως λίγο να καταλάβεις χοντρικά τις περιοχές. 'Ντάξει, εγώ τους ανακάλυψα ίσως γιατί είδα... οι κεραίες δεν μπορούσες να τις κρύψεις. Ήταν... Έπαιρνες τηλέφωνα, ζητούσες τραγούδια, ψιλογνωριζόσουν, έλεγε κάποιες κουβέντες παραπάνω. Οπότε... και δύο απ' τους πιο αγαπημένους που θυμάμαι, που παίζανε τέτοιες μουσικές ήτανε εδώ στην περιοχή.

Κ.Κ.:

Και είχανε και ψευδώνυμα πολλοί απ' αυτούς;

Ι.Κ.:

Οι περισσότεροι χρησιμοποιούσανε μικρά ονόματα. Άγνωστο. Ας πούμε, ο ένας ο σταθμός -κάποιες φορές με εκπλήσσει η μνήμη μου- ήταν ο Άρης και ο Άκης. Τους θυμάμαι ακόμα αυτούς τους δύο και αυτοί ήτανε πολύ κοντά και στο πατρικό μου το σπίτι ο σταθμός, τελικά αποδείχτηκε. Αυτοί, ναι, ήτανε. Και αργότερα, έτσι, που μέσα στα χρόνια έτυχε -τουλάχιστον- ήτανε ακριβώς αυτό. Ήταν ένας new waver της εποχής, όπως ήμασταν πολύ τότε έτσι. Και με το ντύσιμο και με το κούρεμα. Βέβαια, αργότερα αυτά τα πιο οργανωμένα ραδιόφωνα -ο Αντώνης ο Κανάκης, ας πούμε, και κάποιοι που αργότερα γίνανε γνωστά ονόματα και στο χώρο του ραδιόφωνου και κάποιοι περαιτέρω, και κάποιοι από το Ράδιο Θεσσαλονίκη- χρησιμοποιούσαν τα κανονικά τους ονόματα, ναι. Βέβαια, ακόμα, σου επαναλαμβάνω, σε κατάσταση που δεν είχε ξεκαθαρίσει. Δηλαδή, βγαίναν τα ραδιογωνιόμετρα, κυνηγούσαν, κλείνανε εκπομπές. Αλλά, κάποια ραδιόφωνα είχαν αρχίσει πια να διαμορφώνονται. Ήτανε, δηλαδή, μια πραγματικά επαγγελματική δουλειά.

Κ.Κ.:

Πώς μπήκες εσύ σε αυτόν τον κόσμο; Πότε και πώς;

Ι.Κ.:

Εγώ αυτό -θυμάμαι ακριβώς και την... ήταν και κομβική ημερομηνία. Η πρώτη μου φορά ενεργά πλέον σε ραδιόφωνο, η πρώτη μου εκπομπή έγινε στο Ράδιο Κιβωτός. Η Κιβωτός ήταν ένα εγχείρημα που πολύ χαίρομαι. Είναι ένα απ' τα πράγματα που πραγματικά χαίρομαι που συμμετείχα κι εγώ, για τα χρόνια που συμμετείχα σε αυτό. Ήταν ένα ελευθεριακό ραδιόφωνο επάνω στην Άνω Πόλη, πολύ κοντά στο Γεντί Κουλέ, όπου είχαν μαζευτεί ένας σωρός διαφορετικός κόσμος. Ακόμα διαφορετικός και στα μουσικά μας ακούσματα και στις πολιτικές θέσεις του καθένα. Αλλά, βέβαια, τηρούσαμε αυτά που αποφασίζαμε στις συνελεύσεις. Γιατί όλες οι αποφάσεις για το σταθμό -μπροστά στο Γεντί Κουλέ, θυμάμαι, μαζευόμασταν και κάναμε συνελεύσεις. Όλοι στηρίζαμε από την τσέπη μας ό,τι χρειαζόταν. Ο καθένας είχε το ρόλο του μέσα στο ραδιόφωνο. Εγώ θυμάμαι ότι είχα δύο εκπομπές. Και ήταν 25η Μαρτίου του 1991 η πρώτη μου εκπομπή. Εκεί, βέβαια λειτουργούσε το -για να μπεις, επειδή σου λέω ήταν μια ιδιαίτερη κατάσταση το Ράδιο Κιβωτός, για να μπεις μέσα, να γίνεις κι εσύ μέλος της παρέας, έπρεπε να σε προτείνουν δύο παλαιότεροι παραγωγοί. Ότι εγγυούνται για σένα που θα συμμετέχεις κι εσύ πλέον στο όλο εγχείρημα. Οπότε, έτσι δυο καλοί φίλοι, που εξακολουθούμε και είμαστε φίλοι ακόμα -ο ένας, βέβαια, είναι στην Αθήνα τώρα, ο άλλος εξακολουθεί και είναι εδώ και βρισκόμαστε τακτικά-, με πρότειναν και πήγα κι έκανα κι εγώ την πρώτη μου φορά εκπομπή στο ραδιόφωνο. Και ήταν μαγεία, έτσι; Ήταν πραγματικά ένα... και από εκεί μετά δεν είχε γυρισμό. Πλέον σιγά-σιγά εντάχθηκα, άρχισα να αποκτώ την όποια πείρα, πήρα τις δύο εκπομπές τελικά και ήταν μαγευτικό όλο αυτό. Επάνω στα Κάστρα υπήρχε οργασμός. Το αντίπαλο δέος -βέβαια, όλοι φίλοι ήμασταν και λίγο-πολύ είχαμε κοινές καταστάσεις στο μυαλό μας- ήταν, βέβαια, και το Ράδιο Ουτοπία, έτσι; Επίσης ένας σημαντικός, αναλόγου ύφους με την Κιβωτό. Ίσως η Κιβωτός ήτανε λίγο η πιο intellectual της υπόθεσης. Της Ουτοπίας ήταν έτσι λίγο πιο-

Κ.Κ.:

Πανκ.

Ι.Κ.:

-λαϊκοί, ας το πούμε σε παρένθεση. Ήταν πιο... είχε λίγο πιο διαφορετικό ύφος. Αλλά, βέβαια, είχαμε πολλές εκπομπές που λίγο-πολύ παίζαμε αντίστοιχες μουσικές. Υπήρχανε εκπομπές αντιπληροφόρησης. Ήταν, τέλος πάντων, ένα εγχείρημα για την πόλη πολύ ιδιαίτερο. Όπως καταλαβαίνεις, και λόγω της ιδιοσυγκρασίας τους, και οι δύο οι σταθμοί κυνηγήθηκαν μέχρι που, βέβαια, αναγκαστήκαμε και την Κιβωτό -για πολύ χοντρές καταστάσεις- άλλαξε σημείο απ' όπου είχε το σήμα του ο σταθμός. Τέλος πάντων. Αλλά, νομίζω ότι ήταν ένα εγχείρημα που απέδειξε ότι, όταν υπάρχουν άνθρωποι με κοινή ιδεολογία, ας το πούμε έτσι, μπορούν ακόμα και σε εποχές -ακόμα και τώρα στις μέρες μας, που έχουν χειροτερέψει τα πράγματα ακόμα περισσότερο- να κάνεις πράγματα με το δικό σου τρόπο και πράγματα που να 'χουν αξία και να αποδείξεις ότι μπορείς να κατορθώσεις αυτό που μπορεί να μοιάζει λίγο περίεργο ή δύσκολο να πραγματοποιηθεί. Και αυτό και τα δύο αυτά ραδιόφωνα το πετύχανε κι ήταν πολύ σημαντικά. Και νομίζω ότι με το τελείωμα και της Ουτοπίας και του Ράδιο Κιβωτός, κάπου εκεί νομίζω χάθηκε και αυτό το, ξες, ερασιτεχνικό του ραδιοφώνου. Ότι πιο πολύ όλο αυτό συμβαίνει επειδή έχουμε το μεράκι και την αγάπη για τη μουσική και, τέλος πάντων, για τα συγκεκριμένα τα ραδιόφωνα, για τα μηνύματα που ήθελες να περάσεις στην κοινωνία ως ελευθεριακό και κοινωνικό ραδιόφωνο. Αυτά. Βέβαια, πάνω στα Κάστρα, σου λέω και πάλι, γινόταν οργασμός. Ήταν το Ράδιο Ακρόπολις. Επίσης ιστορικό ραδιόφωνο. Με πιο συγκεκριμένες μουσικές. Περάσαν από 'κει πάρα πολύ γνωστά και αργότερα ονόματα της πόλης που κάναν εκπομπές. Βέβαια, εκεί ήτανε πιο rock η κατάσταση, πιο hard rock, heavy metal. Είχε και κάποιες εκπομπές, βέβαια, που ήταν και πιο εξειδικευμένες και με πολύ κόσμο από 'κείνα τα χρόνια βρεθήκαμε -τα 'φερε έτσι η μοίρα που βρεθήκαμε αργότερα και σε άλλα ραδιόφωνα, πλέον επαγγελματικά και-

Κ.Κ.:

Θα έρθουμε και σε αυτά. Απλά επειδή έχεις πει, νομίζω κάποια ωραία σημεία για το Κιβωτός, καταρχήν, θα ήθελες λίγο να μας πεις παραπάνω για τις συνθήκες στις οποίες λειτουργούσε το ραδιόφωνο την ίδια στιγμή που διωκόταν; Μου είπες για κάποιες φάσεις περίεργες.

Ι.Κ.:

Οι συνθήκες, ναι, ήταν... κατά καιρούς αισθανόσουν αρκετά άβολα. Δηλαδή, αισθανόσουν σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα ότι δεν ήξερες τι θα σου συμβεί όταν φύγεις από την εκπομπή και θα βγεις από την πόρτα έξω.

Κ.Κ.:

Γιατί; Τι συνέβαινε;

Ι.Κ.:

Γιατί -συνέβαινε. Ο σταθμός, όπως και η Ουτοπία, είχαν χαρακτηριστεί από αυτούς, που δεν ξέραν ακριβώς για το περί τίνος πρόκειται, είχαν στιγματιστεί πολιτικά πάρα πολύ. Οπότε, όταν συνέβαιναν διάφορα μέσα στην πόλη που αφορούσε, έτσι, το αντίστοιχο κοινωνικό στίγμα που έδιναν αυτοί οι δύο σταθμοί, γινόταν, είχε αντίκρισμα και στο σταθμό. Μπορεί, δηλαδή, να σε παίρνουν τηλέφωνο, να σε απειλούσαν στο ραδιόφωνο και τέτοια πράγματα. Μιλάμε για άγριες καταστάσεις. Και πραγματικά, ναι, ήτανε στιγμές που αισθανόσουνα γενικώς περίεργα για το τι μπορεί να συμβεί. Όπως και στο τέλος έγινε αυτό με τα Κάστρα. Έγινε επέμβαση της αστυνομίας μέσα, συλλάβανε κόσμο, γίνανε ό,τι έγινε, τέλος πάντων, αναγκάστηκε ο σταθμός να φύγει από τα Κάστρα, να πάει σε άλλη περιοχή για κάποια χρόνια, μέχρι που τελείωσε. Αλλά -λέω και πάλι- νομίζω με το τελείωμα αυτών των δύο σταθμών που είχαν αυτό το ύφος, κάπου εκεί νομίζω ότι τελείωσε και το ραδιόφωνο όπως το ξέραμε και το αγαπήσαμε: ερασιτεχνικό, ακόμα και με αυτόν το φόβο. Γιατί σου είπα, και τα άλλα ραδιόφωνα ήταν σε ουσιαστικά παράνομη κατάσταση, έτσι; Μπορεί να μην είχες το πολιτικό το στίγμα -στίγμα; Τέλος πάντων. Στίγμα για αυτούς που θεωρούσαν ότι ήταν στίγμα αυτό που έβ[00:30:00]γαζε προς τα έξω η Κιβωτός και η Ουτοπία- αλλά ήταν ακόμα σε καταστάσεις... δεν υπήρχε νομιμότητα. Οπότε, και αυτοί είχαν αντίστοιχες δυσκολίες άλλου είδους, έτσι; Μπορούσαν να σου κατασχέσουν τα μηχανήματα, να σου πάρουνε τους δίσκους. Δεν είναι λίγο αυτό. Μπορούσε να σου καταστρέψει το σταθμό. Υπήρχαν, όμως -σου είπα και πάλι-, εκπομπές. Ο Μπάμπης ο Αργυρίου, γνωστός πια και συγγραφέας με τρία βιβλία στο ενεργητικό του. Με το περίφημο Mic, που το Mic ήτανε, αν όχι το πρώτο, από τα πρώτα ιντερνετικά φανζίν, έτσι; Αν δεν κάνω λάθος, ίσως να ήταν και το πρώτο στην Ελλάδα. Με φανζίν χάρτινο το Rollin' Under. Είχε έναν πολύ καλό σταθμό, το Radio Free, που έπαιζε καταπληκτικές μουσικές.

Κ.Κ.:

Μιας και ανέφερες τα φανζίν, θα ήθελα να μου πεις λίγα περισσότερα πράγματα και για αυτά. Αλλά πριν απ' αυτό, θυμάσαι πότε έκλεισε η Ουτοπία και η Κιβωτός;

Ι.Κ.:

Η Κιβωτός, αν θυμάμαι καλά, το τελείωμα ήταν όταν πια ο σταθμός είχε μεταφερθεί από τα Κάστρα. Πρέπει να τελείωσε γύρω στο '94-'95; Κάπου εκεί ήταν το τελείωμα. Τώρα, για την Ουτοπία δεν μπορώ να το ρισκάρω, δεν θυμάμαι ακριβώς. Αλλά, πάνω-κάτω ήταν λίγο παράλληλοι οι βίοι και των δύο σταθμών. Να αναφέρω, βέβαια, ότι κάνανε καταπληκτικά φεστιβάλ μαζί και οι δυο οι σταθμοί στο Πάρκο των Σκύλων, στην παραλία, όπου γινόντουσαν τριήμερα απίστευτα. Απίστευτα για διάφορους λόγους! Βέβαια, με καταπληκτικές μουσικές κατά κύριο λόγο. Παίζανε, δηλαδή, τα καλύτερα που υπήρχαν στη χώρα εκείνα τα χρόνια, από διαφορετικά είδη. Δεν ήταν μόνο rock ή punk ή new wave, θα μπορούσες να ακούσεις μέχρι και ρεμπέτικα, έτσι; Με πάμφθηνες τιμές και ως εισιτήριο γιατί -σου λέω και πάλι- και οι δύο σταθμοί υπήρχε ιδεολογία από πίσω. Υπήρχε ένα στοιχειώδες εισιτήριο. Τα φαγητά, τα ποτά όλα ήταν σε πολύ καλές τιμές. Οπότε, μπορούσες να προσελκύσεις νεαρόκοσμο που θα μπορούσε, έτσι, πολύ φτηνά και να διασκεδάσει και να περάσει κάποιες ώρες ευχάριστα. Γινόντουσαν και διάφορα ευτράπελα, όπως καταλαβαίνεις, αλλά ήτανε, ναι, νομίζω για την πόλη ένας διαφορετικός αέρας τότε.

Κ.Κ.:

Ωραία. Πες μου, λοιπόν, και για τα φανζίν. Τι ρόλο είχαν στη μουσική σκηνή της πόλης τότε;

Ι.Κ.:

Τα φανζίν ήτανε -μην ξεχνάς ότι, όπως προ είπα, για αρκετά χρόνια δεν υπήρχε ίντερνετ και όλη αυτή η πληροφόρηση που έχουμε πια στις μέρες μας, που γίνεται πραγματικά χαμός. Οπότε, τα φανζίν ήταν ένας πολύ καλός τρόπος και να ενημερώνεσαι, γιατί είχαν μέσα και στήλες με προτάσεις από δουλείες και πιο πρόσφατες. Είχαν κριτικές για συναυλίες. Είχανε ακόμα φωτογραφίες από τις συναυλίες, πράγματα που ήταν ακόμα πρωτόγνωρα, έτσι; Είχαν επικοινωνία με τα συγκροτήματα. Είχαμε επικοινωνία μεταξύ μας -επικοινωνία, βέβαια, αναγκαστικά είτε τηλεφωνική θα ήταν είτε με γράμματα, όπως όλοι κάναμε τότε επαφές με συγκροτήματα του εξωτερικού, με αλληλογραφία.

Κ.Κ.:

Θυμάσαι μερικούς χαρακτηριστικούς τίτλους φανζίν;

Ι.Κ.:

Σίγουρα ήταν, όπως ο προείπα, ο Μπάμπης ο Αργυρίου, που ήταν από τους πρώτους, με το Rollin' Under, το Merlin's Music Box, Στις Σκιές του Β23. Τώρα ιστορικά φανζίν αυτά. Το Fractal, του καλού του φίλου του Πάνου του Μπάρλα. Τώρα χοντρικά αυτά μου έρχονται απ' τον ελληνικό το χώρο. Ήτανε κι άλλα, πολλά ακόμα, που καταλαβαίνεις ότι είναι λίγο δύσκολο τώρα να τα θυμηθώ.

Κ.Κ.:

Μιας και έθεσες το κομμάτι της επικοινωνίας, ας έρθουμε πάλι στο Ράδιο Κιβωτός και στο να μας πεις, αν θες, πώς γινόταν η επικοινωνία με τον κόσμο. Τι είδους άνθρωποι σάς έστελναν;

Ι.Κ.:

Δες, ο σταθμός, επειδή είχε διαφόρων ειδών -κατά κύριο λόγο είχε μουσικές εκπομπές, έτσι; Που σου λέω και πάλι, ήτανε διάφορα στυλ. Είχαμε μια θαυμάσια εκπομπή, να φανταστείς, μέχρι που είχε μέσα και θεατρικό. Δηλαδή, δεν ήτανε μόνο οι μουσικές που έπαιζε, αλλά ο φίλος τότε που την έκανε με ανοιχτό μικρόφωνο δημιουργούσε, έτσι, ηχητικές καταστάσεις χρησιμοποιώντας οτιδήποτε μπορείς να φανταστείς. Και προσέδιδε, δηλαδή, ακόμα περισσότερο ύφος στην εκπομπή του. Γιατί ουσιαστικά ήταν σαν να έκανε τρόπον τινά και μία θεατρική παράσταση στο ραδιόφωνο, πέρα απ' τις μουσικές που έπαιζε. Οπότε, επικοινωνία είχες με ανθρώπους που τους άρεσε η αντίστοιχη μουσική. Θα σ' έπαιρνε να σου ζητήσουν... Ξες, αυτά που γίνονταν και σ' ένα κανονικό ραδιόφωνο. Να σου ζητήσουν τραγούδια. Συνεντεύξεις κάναμε. Βέβαια, 'ντάξει, οι εκπομπές που ήτανε πιο πολύ λόγου και αντιπληροφόρησης είχανε και αντίστοιχες συνεντεύξεις με παρόμοια άτομα του χώρου, ας πούμε.

Κ.Κ.:

Τι ρόλο πιστεύεις ότι είχατε οι παραγωγοί για τους ακροατές σας;

Ι.Κ.:

Αργότερα που βρέθηκα με κόσμο που εκείνα τα χρόνια ήτανε ακροατές του ραδιοφώνου, δεν είχανε να πούνε παρά τα καλύτερα κι ότι τους έλειψε όλο αυτό το εγχείρημα. Οπότε, νομίζω ότι -μέσα στον όλο ερασιτεχνισμό μας, έτσι; Δεν ήταν κανείς επαγγελματίας του ραδιοφώνου. Το κάναμε και από την αγάπη για το ραδιόφωνο. 'Ντάξει, συνειδητά συμμετείχαμε στην Κιβωτό. Ξέραμε και για το ύφος όσον αφορά και τη στάση της ως πολιτική. Οπότε, νομίζω ότι οι γενικές εντυπώσεις είναι θετικές. Σου λέω, με κουβέντες μετά, που όλα πια είχαν τελειώσει και μιλούσες με κόσμο που ανακάλυπτες ότι ήταν ακροατές. Και το ίδιο νομίζω ότι ισχύει και για την Ουτοπία. Ότι ήταν εγχειρήματα που τελικά νομίζω ότι είχαν μεγάλη αξία λόγου που είχαν δημιουργηθεί.

Κ.Κ.:

Και, όσον αφορά τον εξοπλισμό, θυμάσαι πώς γινόταν η μετάδοση; Πώς βάζατε τη μουσική, πώς γινόταν το στήσιμο των μικροφώνων;

Ι.Κ.:

Δες, ακόμα κατά κύριο λόγο ήτανε πολύ βινύλιο. Παίζαμε κασέτες, θυμάμαι. Και σιγά-σιγά μέσα στα χρόνια και φυσικά CD. Θυμάμαι εγώ να πηγαίνω τώρα, να φεύγω εδώ από τη γειτονιά, να ανεβαίνω πάνω στην Ακρόπολη και να 'μαι ζωσμένος με δυο-τρεις τσάντες βινύλια, ας πούμε, για την εκπομπή.

Κ.Κ.:

Είχες κάποιο ψευδώνυμο στον αέρα;

Ι.Κ.:

Όχι, απλώς χρησιμοποιούσα μόνο το μικρό μου όνομα.

Κ.Κ.:

ΟΚ. Και υπάρχει, μήπως, κάποιο ευτράπελο από τον αέρα που σου έχει χαραχτεί από τα χρόνια σου στην Κιβωτό;

Ι.Κ.:

Ευτράπελο... ε, 'ντάξει. Θυμάμαι ήτανε κάποια στιγμή -έκανα Σαββάτο μεσημέρι εκπομπή κι είχανε δημιουργηθεί καταστάσεις μέσα στην πόλη και με πήρε ένας τηλέφωνο. Τώρα, τι ακριβώς ήταν ο ρόλος του δεν ξέρω. Και με απείλησε γενικώς, ότι μπορεί να έχω ντράβαλα. Απ' τη στιγμή που γίνεται ό,τι γίνεται τώρα μέσα στην πόλη και «Εσύ είσαι εκεί πέρα πάνω και κάνεις εκπομπή», ας πούμε... ήτανε πράγματα που συνέβαιναν.

Κ.Κ.:

Είχα διαβάσει ότι-

Ι.Κ.:

Είπες για τον -sorry τώρα- εξοπλισμό. Ο εξοπλισμός ήτανε -δεν θα έλεγες ότι ήταν και το state of art, έτσι; Αλλά ήταν ένας εξοπλισμός που βόλευε αρκετά καλά. Βέβαια, με τακτικά προβλήματα τεχνικά να υφίστανται. Αλλά είχαμε ανθρώπους που ήτανε της δουλειάς, ξέραν να τα χειριστούν. Οπότε, ήταν μεγάλη η βοήθειά τους και προσπαθούσαμε έτσι να τα λύνουμε. Είχε τα θέματα του. Σου λέω και πάλι, μην ξεχνάς, δεν υπήρχε κάποιος που είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο να είναι έτοιμος να 'ρθει να σου διορθώσει τα τεχνικά θέματα. Ήτανε καταστάσεις ιδιαίτερες. Αλλά, σε γενικές γραμμές, ο σταθμός είχε μια αξιοπρέπεια. Βέβαια, 'ντάξει, καταλαβαίνεις, κατά καιρούς είχε θέματα με τη συχνότητά του. Ήτανε -στον ίδιο χώρο ακριβώς υπήρχε κι ένα ραδιόφωνο που έπαιζε λαϊκά. Απίστευτες καταστάσεις-

Κ.Κ.:

Αυτό ήθελα να σου πω.

Ι.Κ.:

-Ήμασταν ουσιαστικά στον ίδιο χώρο. Και αυτός ήτανε πολύ συχνά στη συχνότητά μας και είχαμε τέτοια θέματα, λίγο μας καπάκωνε τη συχνότητα κι είχαμε έτσι λίγο προστριβές με αυτό το κομμάτι. Αλλά, ναι, 'ντάξει, ήτανε κι αυτό μέσα στο κλίμα της εποχής.

Κ.Κ.:

Αυτό ετοιμαζόμουνα να σε ρωτήσω. Γιατί είχα διαβάσει για αυτό το θέμα με τη συχνότητα και τις παρεμβολές. Και μπράβο, το απάντησες. Και κάποια στιγμή τελειώνει το Ράδιο Κιβωτός, τελειώ[00:40:00]νει η κιβωτός του ονείρου. Και εσύ πού προχώρησες ραδιοφωνικά; Πού συνέχισες;

Ι.Κ.:

Λοιπόν, μετά -ελπίζω ότι τα βάζω σωστά στη σειρά- εξακολουθούμε στα FM και αυτή τη φορά ήτανε για κάποια χρόνια στο Ραδιοχώρο. Ήταν ένα ραδιόφωνο που ήταν στο κέντρο της πόλης. Ουσιαστικά νομίζω ότι ήταν κάτι σαν άλλο ένα Μέσο. Τότε υπήρχε μια εφημερίδα που, αν θυμάμαι καλά, λεγόταν Αγγελιοχώρος. Και ήταν λίγο παράλληλα όλα αυτά. Ήταν, δηλαδή, στο ίδιο κτίριο η εφημερίδα, το ραδιόφωνο. Το ραδιόφωνο γενικώς εκεί μας έδωσε την άνεση -εκεί βρέθηκαν, για παράδειγμα, παιδιά που ήταν στο Ράδιο Ακρόπολις, που ήμασταν απ' τα Κάστρα ακόμα. Τώρα ακριβώς δεν θυμάμαι πώς είχε γίνει αυτό. Μάλλον κάποιος που, έτσι, γνωριζόμασταν και -γιατί, ξες, αναμεταξύ μας μετά ψαχνόμασταν να βρούμε τι μπορούμε να κάνουμε να συνεχίσουμε. Γιατί το αγαπήσαμε το ραδιόφωνο. Και προέκυψε ο Ραδιοχώρος για κάποια χρόνια. Τουλάχιστον εκεί είχαμε την άνεση ότι μπορούσαμε να κάνουμε τις εκπομπές αυτοί που παίζαμε τις πιο ιδιαίτερες μουσικές χωρίς να έχουμε κάποιες παρεμβάσεις από την ιδιοκτησία. Είχαμε, παίρναμε ώρες, βραδινές κατά κύριο λόγο. Πολλές συνεντεύξεις. Εκεί είχα τη χαρά να κάνω συνεντεύξεις -σιγά σιγά είχα αρχίσει να κάνω και στην Κιβωτό, αλλά στο Ραδιοχώρο είχα αρχίσει να είναι πιο συνειδητοποιημένα. Είχαν περάσει από την εκπομπή μου, θυμάμαι, τα Διάφανα Κρίνα. Είχαν έρθει οι Deus Ex Machina. Είχε έρθει ο Stefan απ' τους Big Sleep. Θυμάμαι πρέπει να είχαμε κάνει τηλεφωνική Dead Moon, ίσως και Steve Wynn; Ναι, ήταν πολύ καλά. Πολύ ωραία βραδιά θυμάμαι εκεί στο ραδιόφωνο ήταν το βράδυ που την επόμενη θα παίζανε οι U2 για την Πολιτιστική. Ήταν πολύ έντονα, έτσι, τα πράγματα. Γιατί, μάλιστα, θυμάμαι ότι είχανε σκαλώσει οι U2 στα σύνορα, πάνω στην Πρώην Γιουγκοσλαβία και είχε δημιουργηθεί μια πολύ έντονη κατάσταση εκείνη τη μέρα, πριν το live, ότι «Θα τα καταφέρουν, θα 'ρθουν, δεν θα 'ρθουν;». Κι είχε δημιουργηθεί μια παραφιλολογία τέτοια. Κι ήταν, θυμάμαι, εκείνο το βράδυ πάρα πολύ έντονο. Καλή ανάμνηση ήταν, κι αυτό μέχρι κάποια στιγμή που μας είπαν «Ξέρετε, παιδιά, τελείωσε και αυτό». Οπότε, φύγαμε κι από εκεί και το επόμενο βήμα ήτανε για κάποιους μήνες, ελάχιστους βέβαια -όπου εκεί ένας άλλος καλός φίλος, ο Κυριάκος ο Σκορδάς, ο οποίος τώρα αυτός βρίσκεται στο Ρόδον FM στις Σέρρες. Πολύ καλός φίλος. Γνωριζόμασταν απ' τα ραδιόφωνα, απ' τις συναυλίες. Μου πρότεινε να πάω στον Παρατηρητή, στη γειτονιά σου κοντά. Ήτανε στα τελειώματά του ο Παρατηρητής τότε, που ήταν ένα απ' τα κορυφαία ραδιόφωνα της πόλης στα καλά του τα χρόνια. Έμεινα εκεί για κάποιο μικρό διάστημα. Εντάξει, οργανωμένη κατάσταση, με τη γραμματεία, με αυτά. Ήτανε λίγο διαφορετική φάση ο Παρατηρητής. Αλλά ήταν πολύ λίγο. Από 'κει και μετά, πρώτος έφυγε -και 'κει κάποια στιγμή μας είπανε ότι «Ξέρετε παιδιά, σταματάνε οι εκπομπές». Ναι. Μην ξεχνάς ότι όλα αυτά τα χρόνια οι εκπομπές σαν την δική μου πάντα ήτανε ιδιαίτερες, έτσι; Γιατί και οι μουσικές ήταν ιδιαίτερες και ότι πάντα ήταν -δεν το διαπραγματευόμουν αυτό- ότι, ΟΚ. Δεν είπαμε, βέβαια, ότι ακόμα και στις μέρες μας -που θα φτάσουμε και στις μέρες μας- δεν έχω βγάλει απ' το ραδιόφωνο ποτέ ούτε δραχμές τότε, ούτε σεντς στις μέρες μας. Είναι καθαρά θέμα αγάπης για το ραδιόφωνο, όπου κι αν πέρασα. Οπότε, φεύγει από 'κει ο φίλος ο Κυριάκος και πάει στο City International, ο σταθμός που υφίσταται ακόμα. Πάει πρώτα εκεί ο Κυριάκος, μαθαίνει ότι πλέον έχω φύγει κι εγώ απ' τον Παρατηρητή, "θες να το ρωτήσω στην ιδιοκτησία;". Και, να μην τα πολυλογούμε, πήγαμε, μαζευτήκαμε πόσοι άνθρωποι εκεί, φίλοι από αντίστοιχα ραδιόφωνα και κάναμε στον City International, στον οποίο ήμουν για 17 συνεχόμενα χρόνια. FM μιλάμε και πάλι, έτσι; Βέβαια, παράλληλα πλέον -η τεχνολογία και όλα αυτά- μπορούσες να ακούσεις και ιντερνετικά. Και είχαμε κάνει εκεί στο ξεκίνημα, θυμάμαι, μία ζώνη όλη την εβδομάδα, από Δευτέρα μέχρι Κυριακή -θυμάμαι είχαμε πάρει το 7-9- και παίζαμε, έτσι, μουσικές αντίστοιχες.

Κ.Κ.:

Επειδή είπες ότι δεν έβγαλες ποτέ χρήματα απ' το ραδιόφωνο, πρώτον, πώς και έγινε αυτό και δεν έγινε το ραδιόφωνο ποτέ το επάγγελμά σου και, δεύτερον, αν θα ήθελες να μας πεις, πώς ήτανε αυτή η διπλή ταυτότητα; Εγώ έτσι κάπως το βιώνω. Το πρωί να δουλεύεις ως υπάλληλος σε μια εταιρεία και τα λοιπά και το απόγευμα να ζεις μια άλλη ζωή με τις μουσικές, τα live και έναν χώρο πιο-

Ι.Κ.:

Εντάξει, δεν ήταν ποτέ το ραδιόφωνο σε καθημερινή βάση, έτσι; Συνήθως ήταν δύο, ίσως και κάποιες φορές να 'τανε και τρεις φορές μέσα στην εβδομάδα. Ήτανε οικονομικό, γιατί συνήθως και κανένας δεν πλήρωνε ή θα σου ζητούσαν να βρεις δικές σου -πώς το λένε, να συνεργαστείς με -οτιδήποτε, ας πούμε.

Κ.Κ.:

Χορηγίες;

Ι.Κ.:

Χορηγίες, ναι, δεν μου ερχότανε η λέξη. Να βρεις εσύ από μόνος σου χορηγίες και του στυλ «Να πάρω εγώ το 60%, να πάρεις εσύ το 40%», κάτι τέτοια πράγματα. Πλέον, όμως, όπως είπαμε και στο ξεκίνημα της κουβέντας, παράλληλα με το ξεκίνημά μου στο ραδιόφωνο είχα αρχίσει πια να έχω και τις πρώτες μου δουλειές. Οπότε, βιοποριστικά ήμουνα καλά. Δεν είχα κι ανάγκη, δηλαδή. Όχι ότι θα με χαλούσε, φυσικά, αν μπορούσα να βγάλω κάτι έξτρα. Αλλά, το ραδιόφωνο πιο πολύ ήτανε -απ' τη στιγμή που είδα ότι μπορώ να το κάνω και μου άρεσε- αυτό που... 'ντάξει, πήγαινες το πρωί στη δουλειά γιατί έχεις ανάγκη το βιοπορισμό σου και το να έχεις μια δουλειά για την υπόλοιπη ζωή σου, αλλά το ραδιόφωνο ήταν αυτό που πήγαινες και σε ξεκούραζε. Έκανες ένα πράγμα που το αγαπούσες πάρα πολύ. Ερχόσουν σε επικοινωνία -που ήταν πολύ σημαντικό και ακόμα είναι σημαντικό- με πόσο κόσμο. Εγώ απ' αυτό -αν μπορείς να το πεις ως κέρδος απ' τα χρόνια του ραδιοφώνου είναι ότι κάποια χρόνια, και αυτό πολύ πριν, μπορεί κάποιες δισκογραφικές εταιρείες να στέλναν κάποια promo. Και σιγά-σιγά, αποκτώντας κι ένα άλφα όνομα -τέλος πάντων, ας το πούμε ότι γίνεσαι λίγο παραπάνω γνωστός στο ραδιόφωνο- μπόρεσα να εξασφαλίσω για κάποια live, να έχω τις προσκλήσεις μου ας πούμε. Αυτά ήταν τρόπο τινά το δικό μου, ας το πούμε, κέρδος υλικό, τέλος πάντων.

Κ.Κ.:

Πριν έρθουμε στο σήμερα, για το οποίο έχεις να πεις, φαντάζομαι, απ' ό,τι έχω δει σε εκπομπές σου, έχεις κάνει και κάποια ταξίδια στο εξωτερικό για να παρακολουθήσεις συναυλίες. Έχεις ταξιδέψει πολύ. Και νομίζω θα ήταν ωραίο να μοιραστείς και κάποιες εμπειρίες απ' αυτά τα φεστιβάλ στα οποία έχεις πάει, απ' τα ταξίδια σου στη Νέα Υόρκη, όπως είχα δει ότι έχεις πάει.

Ι.Κ.:

Ναι. Τα ταξίδια είναι άλλη μεγάλη αγάπη μετά απ' τη μουσική και το ραδιόφωνο. Οπότε, προσπαθούσα να τα συνδυάσω. Βέβαια, κάποια ταξίδια γίναν αποκλειστικά ή τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος τους είχαν να κάνουν με φεστιβάλ. Έχω πάει τρεις φορές στο Reading, τώρα πια ως Reading-Leeds είναι το όνομά του. Είχα πάει σε ένα διήμερο, επίσης, στο Λονδίνο, το Lost Weekend. Έχω πάει πέντε χρόνια συνεχόμενα, απ' το 2002 μέχρι το 2006, στο Roskilde, στην ομώνυμη πόλη λίγο έξω απ' την Κοπεγχάγη, στη Δανία. Στην Αμερική, έχω πάει στη Νέα Υόρκη τρεις φορές, οπότε δεν υπάρχει περίπτωση να μην έβλεπες και το «CBGB». Και μετάνιωσα πολύ που δεν πήγα και στο «Max's Kansas City», άλλος συναυλιακός χώρος τεράστιος. Το «CBGB», βέβαια, για εμάς που αγαπούσαμε κι αυτές τις μουσικές, ήταν τόπος προσκυνήματος. Δηλαδή, δεν υπήρχε περίπτωση να πας -όσο, βέβαια, ακόμα ήταν εν ενεργεία, έτσι; Γιατί, ως γνωστόν, έχει εδώ και κάποια χρόνια που δεν υφίσταται πια. Οπότε, είχα τη χαρά να πάω δυο φορές εκεί[01:00:00] πέρα, να δω κάποια καλά ονόματα. Γιατί ήταν και το τι θα πετύχεις, έτσι; Δεν σημαίνει ότι θα έβλεπες... Αλλά είχα δει κάποια καλά ονόματα. Θυμάμαι τους Bulldozer. Είχα δει Velocity Girl. Επίσης, κατάφερα να δω εκεί σε συναυλιακούς χώρους τον Jerry Cantrell. Είχα δει τους Gutterball του Steve Wynn. Με είχαν πάει εκεί οι φίλες που με φιλοξενούσαν σ' ένα χώρο το οποίο από τη μία -αυτό συμβαίνει πολύ, βέβαια, στην Αμερική. «Louisiana» το λέγαν αυτό το μέρος απ' όσο θυμάμαι. Δεν ξέρω αν υπάρχει, βέβαια, στη Νέα Υόρκη. Εκεί μέσα είχε καταπληκτικές μουσικές κυρίως από blues. Είχαμε πάει εκείνο το βράδυ κι είχε παππούδες που παίζανε, όμως, blues... προσκυνούσες. Και παράλληλα, καταπληκτικό φαγητό, πέρα απ' τις μουσικές. Ξες, «Louisiana», απ' εκείνη την πλευρά της Αμερικής. Παρόμοια φαγητά. Αυτό που σου λέω για τους Gutterball. Όπως, επίσης, και στο «Hoboken», που είναι η πατρίδα του Φρανκ Σινάτρα, πολύ κοντά στη Νέα Υόρκη. Τι γίνεται με αυτά; Και στους Gutterball και στο «Maxwell's», στο «Hoboken», λες: «Θα πάω να δω συναυλία». ΟΚ. Τώρα -ως ένας άνθρωπος που δεν ξέρεις κιόλας. Ανοίγεις την πόρτα, μπαίνεις μέσα στο χώρο κι αυτό που αντικρίζεις είναι αυτό που λένε οι Αμερικάνοι το diner. Μαγαζί ουσιαστικά για φαγητό βλέπεις μπροστά σου. Και λες: «Τώρα;» Δεν βλέπεις ούτε stage ούτε τίποτα. Δεν υπάρχει τίποτα τέτοιο. Και λες: «Τώρα; Καλά, θα φάμε. ΟΚ. Αλλά, εδώ βασικά ήρθαμε για να δούμε συναυλία». Ε, υπάρχει μια άλλη πόρτα μέσα στο μαγαζί που την ανοίγεις και μπαίνεις ξαφνικά στο συναυλιακό χώρο. Ιδιαιτερότητες, τώρα, σε μια άλλη χώρα που έχει τεράστια παράδοση στη μουσική και τα... αλλά έτσι είναι οι Αμερικάνοι! Τα συνδυάζουν. Από παντού βγάζουνε λεφτά. Ήτανε ωραίες εμπειρίες αυτές. Τώρα να βλέπεις τον Jerry Cantrell σε ένα κλαμπ που χωρούσε μέσα 500 άτομα και στον ίδιο χώρο παράλληλα -α ήτανε και οι Feeder, ήτανε support, ναι- ξαφνικά σηκωνόσουνα, άκουγες στο ραδιόφωνο ότι απόψε θα παίξουνε Red Hot Chili Peppers, «Τρέξτε όσοι προλαβαίνετε να πάρετε εισιτήρια» και το βράδυ πήγαινες σ' ένα τόσο μικρό κλαμπάκι κι έβλεπες τους Peppers.

Κ.Κ.:

Εσύ είχες καταφέρει να τους δεις;

Ι.Κ.:

Εγώ, όχι, γιατί είχε γίνει -αυτό ακόμα το θυμάμαι. Είχα ακούσει όντως στο ραδιόφωνο, πήγα στο συγκεκριμένο venue, μπήκαμε στη σειρά. Έτυχε να γνωριστώ εκεί μ' ένα παιδί που περίμενε κι αυτός για να πάρει εισιτήριο. Τέλος πάντων, πέρασαν αρκετές ώρες. Κάποια στιγμή βγήκαν μέσα απ' το κλαμπ και, ενώ ψιλοκόντευε η δικιά μας η ουρά να φτάσει, μας είπαν ότι είναι sold out πια. Γιατί, σου λέω, 500-600 εισιτήρια για τους Red Hot Chili Peppers στη Νέα Υόρκη... έπρεπε να 'σουνα πολύ τυχερός. Και 'γω αποφάσισα να φύγω. Το παιδί το άλλο έμεινε στην ουρά για να περιμένει. Και για καλή μου, για κακή μου τύχη -δεν ξέρω, δηλαδή να σου συμβεί αυτό στη Νέα Υόρκη!- τον ξαναπέτυχα τον ίδιο τύπο, ώρες μετά, σ' ένα δισκοπωλείο. Έψαχνα εγώ για μουσικές και εμφανίστηκε κι αυτός και ξαναμιλήσαμε και μου 'πε ότι, λίγα λεπτά, λέει, μετά που έφυγες εσύ, είχε εισιτήρια και τελικά δώσανε. 'Ντάξει-

Κ.Κ.:

Κλάμα.

Ι.Κ.:

-Στον Jerry Cantrell το είχα πάρει μαύρη αγορά για να μπω. Είχα δώσει αρκετά λεφτά περισσότερα. Αλλά, άξιζε τον κόπο. Ήταν μια πολύ καλή εμπειρία να δεις έναν τέτοιο καλλιτέχνη. Και μάλιστα είχε κι άλλους απ' τους Alice In Chains μαζί του εκείνο το βράδυ. Είχε το ντράμερ σίγουρα. Ίσως και το μπασίστα. Ναι, η Νέα Υόρκη είναι ατελείωτη. Ατελείωτη. Για μουσικές, δηλαδή, αν θες να ψάξεις, να βγεις έξω σε μαγαζιά, γίνεται... διάθεση να έχεις και χρήματα-

Κ.Κ.:

Πλέον -

Ι.Κ.:

-Α, επίσης, είχα δει σ' έναν άλλον, πιο μεγάλος συναυλιακός χώρος, οι Curve ήταν μια άλλη μπάντα, οι Βρετανοί. Και, τέλος πάντων, τώρα μου διαφεύγει, ίσως να το θυμηθώ στην πορεία το όνομα. Μια άλλη αμερικάνικη μπάντα που εκείνα τα χρόνια ήτανε πολύ μεγάλο όνομα. Εκείνος ο χώρος ήταν ιδιαίτερος, με πολυέλαιους να κρέμονται. Ωραίο. Με τα ταξίδια σίγουρα ήτανε πάντα -προσπαθούσα, έτσι, να βλέπω και συναυλίες, πάντα προσπαθούσα να το ταιριάζω. Ή αν δεν ήτανε ταξίδι καθαρά για μουσικούς λόγους, πάντα θα έψαχνες να δεις τι μπορεί εκείνες τις μέρες που βρίσκεσαι στην πόλη να πετύχεις, να πας να δεις και κάποιο live.

Κ.Κ.:

Σήμερα ταξιδεύεις πλέον;

Ι.Κ.:

Για πολλούς λόγους, και οικονομικούς και οικογενειακούς, πλέον έχει δυσκολέψει πάρα πολύ. Τώρα -παρένθεση που θυμήθηκα-, ένας άλλος συναυλιακός χώρος που χαίρομαι πολύ που κατάφερα να το δω, έστω και σε χρόνια αρκετά μεταγενέστερα, είναι το περίφημο -δεν ξέρω αν το 'χεις ακουστά- το «Rote Fabrik» στη Ζυρίχη. Που κι αυτό είχε ξεκινήσει ως λίγο-πολύ με τη μορφή της Κιβωτού, ως ελευθεριακός χώρος, ένα παλιό εργοστάσιο. Και έχει εξελιχθεί, βέβαια. Είναι ένας όχι μόνο συναυλιακός χώρος, αλλά και με κουζίνα και με βιβλιοθήκη και γίνονται πάρα πολλές εκδηλώσεις. Και μιλάμε τώρα είναι στο μισό μέτρο από τη λίμνη, εκεί που υπάρχει στη Ζυρίχη. Είναι καταπληκτικό. Είχα δει τον Fermin Muguruza εκεί πέρα. Πολύ καλή περίπτωση. Και τους Neurosis, επίσης. Είναι για την Ευρώπη ένας πολύ σημαντικός και γίνονται ατελείωτα live και εκεί συνέχεια. Πολύ καλή περίπτωση να το επισκεφθεί κάποιος να το δει, ακόμα και στις μέρες μας, που έχει γίνει πιο εμπορική κατάσταση πια. Αλλά, ναι, είχε ξεκινήσει με... στη Ζυρίχη υπάρχει, επίσης, ένα αντίστοιχο ραδιόφωνο της Κιβωτού και της Ουτοπίας που το επισκέφθηκα και το είδα. Που δίνουν κι αυτοί πρόσβαση, πέρα απ' τις ιδιαίτερες μουσικές που παίζουν, δίνουν πρόσβαση ακόμα -υπάρχει ανοιχτό μικρόφωνο δηλαδή- για να κάνουν εκπομπή μετανάστες, πρόσφυγες και όλα αυτά. Ναι.

Κ.Κ.:

Και σήμερα ραδιοφωνικά ποια είναι η στέγη σου; Συνεχίζεις ακόμα μας είπες.

Ι.Κ.:

Παράλληλα, στα δεκαεφτά χρόνια του City International, τα τέσσερα με πέντε απ' τα δεκαεφτά τα τελευταία, είχα ξεκινήσει ιντερνετικά στο Rockarolla. Αυτά γινόταν παράλληλα. Ο Rockarolla τότε -και ακόμα, γιατί συνεχίζεται ακόμα κι αυτό το ραδιόφωνο το ιντερνετικό- κάναμε εκπομπές από τα σπίτια μας. Είχαμε αυτή την άνεση. Τα ιντερνετικά είναι άλλη κατάσταση. Για κάποιους λόγους, μετά από τέσσερα χρόνια αν θυμάμαι καλά, νομίζω ότι κορέστηκα εκεί πέρα, οπότε κράτησα τις εκπομπές μου στον City International. Στα δύο χρόνια τα τελευταία ήρθαν έτσι τα πράγματα μέσω γνωριμιών, κυρίως με τον Τάκη το Γιαννακόπουλο από τους Roundlights, ο οποίος ήταν ήδη κάποια αρκετά χρόνια στο Radio Nowhere, ο οποίος είναι εδώ και τέσσερα πλέον χρόνια η τελευταία μου -και μάλλον θα είναι οριστικά η τελευταία μου, θέλω να πιστεύω, γιατί είμαι τόσο πολύ ικανοποιημένος- ιντερνετικά. Μετά από προτροπή, λοιπόν, του Τάκη και γνωριμίας με το αφεντικό του σταθμού, τον Ξενοφώντα το Βασιλειάδη, παρόλο που εκείνο τον καιρό μέχρι να ξεκινήσω είχα ιδρώσει λίγο, γιατί είχα κάποια θέματα υγείας και δυσκολεύτηκα, αλλά πλέον εκεί ιντερνετικά και πλέον μόνο ιντερνετικά μιας και η πορεία μου στο City International για κάποιους, όχι ιδιαίτερα ευχάριστους λόγους, έλαβε τέλος. Οπότε πλέον, ναι, είναι εδώ και δύο χρόνια καθαρά και μόνο ιντερνετικά στον Radio Nowhere, στον οποίο είμαι πάρα πολύ ικανοποιημένος. Διαφοροποιείται, βέβαια, παρόλο που είναι διαφορετικός απ' τον Rockrolla, ότι έχουμε το δικό μας καταπληκτικό στούντιο που κι εκεί μου δίνεται η ευκαιρία και τις μουσικές μου να παίξω και αυτά που θέλω να πω. Να κάνω συνεντεύξεις αξιοπρεπέστατες με πολύ καλές συνθήκες. Προς το παρόν, έχουνε γίνει κάποιες συνεντεύξεις που είχαμε παράλληλα και unplugged ζωντανές μουσικές και ευελπιστώ ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα θα είμαστε πια και σε θέση, πέραν των συνεντεύξεων, να έχουμε και την άνεση να έρθει και μια μπάντα να κάνει και ένα full ηλεκτρικό set, που νομίζω ότι θα είναι κάτι πολύ πρωτοποριακό και για την πόλη και ίσως και για τη χώρα γενικότερα. Οπότε, αυτό. Τώρα πια είναι και λίγο δύσκολο -για να μην πω πολύ δύσκολο- να βρεις να κάνεις εκπομπές σαν την δική μου στα FM. Θα σου ζητήσουν να παίξεις κάποια λίστα, θα σου ζητήσουν κάποια πολύ συγκεκριμένα πράγματα που, όπως σου είχα πει προαπαντήσει, δεν είμαι και πολύ του συμβιβασμού σε αυτόν τον τομέα.

Κ.Κ.:

Πώς σου φαίνεται που πλέον η μουσική, το κάθε κομμάτι που θα παίξεις μπαίνει στον αέρα μόνο μ' ένα κλικ και δεν χρειάζεται να βγάλεις βινύλιο-

Ι.Κ.:

Εντάξει, σου είπα και πριν ότι εμείς ήμασταν μια γενιά που ξέραμε μόνο το βινύλιο, είτε στην κανονική του μορφή, είτε ως επτάιντσα. Εμένα μου ήτανε πολύ περίεργο όταν για πρώτη φορά έπεσε στα χέρια μου ένα CD. Όχι τώρα πια, εδώ που έχουμε φτάσει, που όλα είναι ψηφιακά και είναι τόσο διαφορετικός ο τρόπος του να κάνεις και ραδιόφωνο και να μεταδίδεις τα κομμάτια. Από 'κει που ήσουν ζωσμένος με τις τσάντες, με τις βαλίτσες να πηγαίνεις μνα κάνεις εκπομπές με τα βινύλια, πέρασες στην περισσότερη ευκολία του CD -εμείς είχαμε κι εκείνα, στο Ραδιοχώρο κατά κύριο λόγο και αργότερα και στο City, χρησιμοποιούσαμε... πώς τα λέγανε, ρε συ, εκείνα τα τετραγωνισμένα τα... που έβαζες MP3 μέσα; Δισκέτες! Και φτάσαμε τώρα εδώ, στις μέρες μας, ας πούμε, που κάθομαι εδώ και στέλνω μουσικές για την εκπομπή μέσω του Spotify και θα τις περάσετε εσείς στο ραδιόφωνο και θα πάω να κάνω εκπομπή την Παρασκευή και θα 'ναι όλα περασμένα και θα ανοίγω μια τεράστια οθόνη τηλεόρασης και θα βλέπω από 'κει τις μουσικές. Αλλά, νομίζω ότι πέρα απ' όλα αυτά το ισχυρότερο απ' όλα είναι η επικοινωνία. Εμένα πάντα αυτό μου άρεσε -ίσως και περισσότερο απ' όλα- στο ραδιόφωνο. Ότι έρχεσαι σε επικοινωνία με τον κόσμο. Σε επαφή. 'Ντάξει, το ιντερνετικό έχει λίγο κάπως το μειονέκτημα ότι δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις τηλέφωνο, αλλά, 'ντάξει, μπορείς να το κάνεις μέσω του chat, είτε στο προσωπικό σου Facebook τώρα πια, που 'χουμε όλες αυτές τις ευκολίες. Αλλά, σίγουρα υπάρχει διαφορά από ένα ραδιόφωνο των FM με ένα ιντερνετικό ραδιόφωνο. Και αν με ρωτάς, σαφώς και -ίσως επειδή είναι και τα δικά μου τα βιώματα τέτοια- θα προτιμούσα τα FM από το ιντερνετικό ραδιόφωνο. Όχι ότι περνάω άσχημα εκεί, αλλά, ναι, νομίζω ότι μ' έχει κερδίσει περισσότερο τα FM. Γιατί ίσως εκεί έμαθα να κάνω ραδιόφωνο, εκεί πέρασα τα περισσότερα χρόνια μέχρι στιγμής ραδιοφωνικά. Αλλά λέω και πάλι ότι ήταν σίγουρα μια -ειδικά τα πρώτα χρόνια του Rockarolla που για πρώτη φορά ερχόμουν σ' επαφή με ένα ιντερνετικό ραδιόφωνο. Τώρα, να 'σαι σπίτι σου και να κάνεις εκπομπή απ' το σπίτι σου έχει το δικό του ενδιαφέρον.

Κ.Κ.:

Και για να ολοκληρώσουμε σιγά-σιγά τη συνέντευξη, είχα βρει στο διαδίκτυο ένα σχόλιο κάποιου παλιού παραγωγού, ο οποίος έλεγε ότι «Κάποτε ξεκινούσες να κάνεις ραδιόφωνο με όνειρα. Τώρα;». Εσύ τι πιστεύεις; Γιατί να ξεκινήσει κάποιος να κάνει ραδιόφωνο σήμερα;

Ι.Κ.:

Φαντάζομαι ότι πάλι η κοινή συνισταμένη είναι ότι αγαπάει τη μουσική κατά κύριο λόγο. Αυτό. Τώρα, πιθανώς, δεν ξέρω, ίσως να ήθελε να δοκιμάσει τι μπορεί να πετύχει σ' έναν ραδιοφωνικό σταθμό; Αν μπορεί να το κάνει αυτό; Δεν ξέρω, Ο καθένας, νομίζω, τα κίνητρά του μπορεί να είναι και διαφορετικά. Αλλά εγώ θεωρώ ότι, βλέποντας και τα παιδιά, ας πούμε, που είμαστε τόσος πολύς κόσμος στο Radio Nowhere, νομίζω ότι η αφετηρία τους είναι αυτό. Ότι αγαπάν κυρίως τη μουσική και πιθανότατα θέλουν να την μοιραστούν και με τον υπόλοιπο κόσμο, γιατί θεωρούν ότι έχουν κάτι να μοιραστούν και να 'ρθουν σ' επικοινωνία κι επαφή και με άλλο κόσμο και το ραδιόφωνο είναι καλό Μέσο για να το κάνουν αυτό. Βέβαια, λέω και πάλι, ο καθένας μπορεί να έχει τον δικό του -ίσως και κρυφό- λόγο που να θέλει να ασχοληθεί με κάτι τέτοιο, ας πούμε. Δεν ξέρεις. Μπορεί για άλλον να 'ναι... μπορεί να 'ναι και ματαιοδοξία. Σου λέει: «Μπορεί μέσα στα χρόνια να καταφέρω να γίνω ένας μεγάλος ραδιοφωνικός παραγωγός, γνωστός», ας πούμε. Δεν ξέρω. Εγώ θέλω να πιστεύω -ίσως και ως αθεράπευτα ρομαντικός και για το ραδιόφωνο- ότι από 'κει ξεκινάει. Και νομίζω ότι είναι καλός λόγος αυτός... να είναι η αγάπη σου πρωτίστως για τη μουσική και κατά συνέπεια να θες να την μοιραστείς και με τον υπόλοιπο κόσμο, μ' ένα Μέσο που, όπως και να το κάνεις, τώρα πια, ειδικά με τα ιντερνετικά, έρχεσαι σε επαφή με όλον τον κόσμο, έτσι; Μ' όλον τον πλανήτη. Αυτό.

Κ.Κ.:

Ωραία. Σ' ευχαριστώ πάρα πολύ. Να 'σαι καλά.

Ι.Κ.:

Ολοκληρώσαμε κιόλας;

Κ.Κ.:

Ήθελες κάτι άλλο;

Ι.Κ.:

Εγώ νόμιζα ότι θα μας έπαιρνε πολλές περισσότερες ώρες! Όχι. Νομίζω ότι σε γενικές γραμμές είπαμε αρκετά πράγματα. Τώρα, δεν ξέρω. Εγώ νομίζω ότι τις αναμνήσεις μου λίγο-πολύ, όσα μπόρεσα να θυμηθώ τουλάχιστον -γιατί κάποια ονόματα καταλαβαίνεις ότι μέσα στο πέρασμα των χρόνων, είναι και κάποιες δεκαετίες, είναι και δύσκολο να θυμάσαι. Αλλά νομίζω ότι σε γενικές γραμμές τα είπαμε. Δεν ξέρω, ίσως, είχα την αίσθηση ότι θα σ' ενδιέφερε περισσότερο το θέμα της δεκαετίας του '80;

Κ.Κ.:

Σίγουρα με ενδιαφέρει, αλλά ήθελα να το δω μέσα από τα δικά σου μάτια κάνοντας ραδιόφωνο σ' αυτές τις εποχές. Υπάρχει κάτι άλλο-

Α.Κ.: Ναι. Εντάξει. Ραδιόφωνο δεν έκανα τη δεκαετία του '80. Το ραδιόφωνο ξεκίνησε τη δεκαετία του '90, ναι.

Κ.Κ.:

Απλά τα πρώτα μουσικά ακούσματα τα είχες τότε, οπότε-

Ι.Κ.:

Ναι. Ως ακούσματα ναι. Και, 'ντάξει, θα 'ταν καλό, μπορείς να το ταιριάξεις ίσως με τα προγενέστερα που είπαμε ότι από το heavy metal ήτανε... μετά η μετάβαση αφορούσε πάρα πολύ το new wave. Δηλαδή, επικεντρώθηκα πάρα πολύ στο new wave, μια μουσική που εξακολουθεί και μου αρέσει πάρα πολύ και την μεταδίδω ακόμα και στις μέρες μας. Και παράλληλα μετά, σιγά-σιγά, πολύ garage, το paisley underground που σου έλεγα, που εκείνα τα χρόνια ήτανε ένα πολύ... νεο-ψυχεδέλεια, αλλά όχι ψυχεδέλεια των ημερών μας, απ' τα γκρουπάκια της εποχής, αλλά νεο-ψυχεδέλεια με ουσία, το paisley underground. Και βέβαια, αρχές δεκαετίας του '90 έζησα πάρα πολύ έντονα το grunge, έτσι; Που επίσης εξακολουθεί και μου είναι ένα πολύ αγαπημένο μουσικό είδος και πολλά συγκροτήματα -τέλος πάντων, όσα υφίστανται ακόμα- τα παρακολουθώ. Αυτό ίσως θα μπορούσες να το ταιριάξεις, ξες, με το-

Κ.Κ.:

Αυτό.

Ι.Κ.:

-με εκεί που μείναμε, ναι.

Κ.Κ.:

Νομίζω ότι -δηλαδή επειδή μου πριν για τη δεκαετία του '80 - ότι μιλήσαμε για συναυλιακούς χώρους, μιλήσαμε για μαγαζιά-

Ι.Κ.:

Είχε χρώμα, επίσης, και ήταν πολύ σημαντικό αν πάμε για εκείνα τα χρόνια, είχε χρώμα διαφορετικό η πόλη ακόμα. Κατέβαινες, δηλαδή, Κορομηλά, Ντορέ, όλα αυτά, και είχε τις «φυλές», που λέω εγώ. Ήτανε νιου γουεϊβάδες, ήταν οι μεταλάδες, ήταν ροκαμπιλάδες, ήταν γκαραζιέρηδες. Ο καθένας είχε το στέκι του. Πολλές φορές -υπήρχανε μαγαζιά καταπληκτικά: το Λούκι Λουκ, το Berlin, που υπάρχει ακόμα, το Up Tempo. Τώρα, σου λέω και πάλι, ξεχνάω πράγματα. Πολλές φορές υπήρχε ομοιογένεια. Πολλές φορές υπήρχανε κόντρες. Είχανε χοντρές φασαρίες. Εγώ θυμάμαι τότε, που αρχίσαμε σιγά-σιγά να κατεβαίνουμε κάτω ως συνειδητοποιημένοι -τέλος πάντων, συνειδητοποιημένοι- δεκαεξάρηδες, δεκαεφτάρηδες new wavers πια, ας πούμε, με όλα τα παραφερνάλια, κι από ρούχα, κι από μαλλιά, κι απ' όλα αυτά, που τότε υπήρχε το Ντεκρέ Ζερό -τώρα αυτό πάλι πώς το θυμήθηκα; Μπράβο μου- στην Κορομηλά, το οποίο ήτανε στέκι new wave, έτσι; Και, όπως καταλαβαίνεις, ήταν αγαπημένο μέρος να πηγαίνουμε εκεί για ν' ακούμε μουσικές, να πίνουμε τα ποτά μας. Και θυμάμαι -είχε γίνει ακριβώς απέναντι- είχε ένα άλλο μαγαζί. Τότε ήταν ψιλομπάρ, έτσι, με πιο mainstream μουσικές κι αυτά. Και έχει γίνει ένας μεγάλος χαμός με τους ροκαμπιλάδες! Τώρα σου μιλάω για ξύλο. Και μας έχουνε βάλει μες στο μαγαζί εμείς που καθόμασταν απέναντι, μας έχουν κατεβάσει και τα στόρια μέχρι να τελειώσει η φασαρία. Θέλω να πω ότι εκείνα τα χρόνια ακόμα -βέβαια ουσιαστικά στις αρχές των '90s είχε αρχίσει σιγά-σιγά να ψυχορραγεί όλο αυτό το πράμα, αλλά, αν μιλήσεις και μ' ανθρώπους που τα ζήσαν αυτά μες στη δεκαετία του '80, θα σου πούνε πόσο χρώμα είχε και πόσο, έτσι, ήτανε... κατέβαινες, ρε παιδί μου, κι ήταν έντονη η κατάσταση με τα μουσικά, ας πούμε στην πόλη. Απ' τη δεκαετία του '90 και μετά όλα σιγά-σιγά σβήσανε. Κι έγινε η Κορομηλά, δηλαδή ένας, 'ντάξει, ένα μέρος για να πηγαίνεις για διασκέδαση. Αλλά, όσοι ζήσανε τη δεκαετία του '80 περισσότερο και τις γύρω περιοχές απ' την Κορομηλά, είχε χρώμα. Ήταν πολύ έντονο αυτό. Δηλαδή, κατέβαινες κάτω κι έλεγες ότι «Πάω ρε παιδί μου...», έτσι. Ήταν ιδιαίτερη η κατάσταση. Και ήτανε καλό αυτό. Αλλά πλέον, ναι, είναι μόνο αναμνήσεις. Ή απ' το σχολείο, που έβλεπες τώρα και πιο μικρός και άρχισες να επηρεάζεσαι -όταν εσύ ήσουν γυμνάσιο κι έβλεπες τα παιδιά του λυκείου-, σιγά-σιγά να βλέπεις πάνκηδες -έτσι, πραγματικά τώρα, πανκ στη Θεσσαλονίκη- ή new wave, με τα μαλλιά τα περίεργα κι όλα αυτά τα ρούχα, τα παπούτσια τ[01:10:00]ης εποχής. Και σιγά-σιγά άρχισες να διαμορφώνεσαι κι εσύ. Και άνθρωποι που κάποιοι το πιστέψαν πραγματικά κι εξακολουθούν και το κάνουν. Τον Κώστα τον Καπετανάκη, ας πούμε, απ' τους Frantic Five και τους Reverend Beasts και όλα αυτά που έχει ασχοληθεί μέσα στα χρόνια ήμασταν... σχολείο πηγαίναμε παράλληλα. Βέβαια αυτός ήταν -τότε ήμασταν 8ο και 9ο; Καλά θυμάμαι; Ελπίζω ότι θυμάμαι καλά- στο γυμνάσιο. Ο Κώστας ήτανε στο άλλο από εμένα. Είχαμε, έτσι, και τις κόντρες μας, ξες, στα σχολεία. Αλλά, ήταν μια απ' τις πιο χαρακτηριστικές φυσιογνωμίες, ο Κώστας ο Καπετανάκης, που ήταν ο άνθρωπος, δηλαδή, που πάντα τον θυμάμαι ότι ήταν σε ένα συγκρότημα. Ακόμα και στα σχολικά τα χρόνια είχανε μια μπάντα που παίζανε εκείνα -φαντάσου τώρα δεκαετία του '80 να ακούς Stooges, ας πούμε. Και, ναι, όλα αυτά μας διαμόρφωσαν. Και πολύ χαίρομαι που αυτό εξακολουθώ και το έχω με τη μουσική. Γιατί, ξέρω πάρα πολύ κόσμο, που στην πορεία για διάφορους λόγους τα παρατήσανε και ομογενοποιηθήκαν. Δηλαδή, παρατήσαν να αγοράζουνε δίσκους, να ακούν. Τα πετάξαν στα πατάρια τους και τέτοια πράγματα. Εγώ ευτυχώς είναι κάτι που το χαίρομαι, γιατί δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς να υπάρχει μουσική, είτε ως ακροατής στο σπίτι, στο αμάξι, στις συναυλίες, είτε και ως ραδιοφωνικός παραγωγός. Δηλαδή, τα θεωρώ και τα δύο αλληλένδετα. Δηλαδή, αν ήταν να χάσω ένα απ' τα δύο ή και τα δύο θα μου στοίχιζε πάρα πολύ. Αυτά ως συμπλήρωμα.

Κ.Κ.:

Ωραία. Σ' ευχαριστώ πάρα πολύ.

Ι.Κ.:

Κι εγώ σε ευχαριστώ. Ελπίζω να πιάσαν κόπο όλα αυτά.

Κ.Κ.:

Τόπο.

Ι.Κ.:

Τόπο! Και κόπο, τον κόπο που κάναμε, εντάξει.