© Copyright Istorima
Istorima Archive
Story Title
Ο ζωγράφος που δημιούργησε τον δικό του παράδεισο στον Βαθύτοπο Δράμας
Istorima Code
11200
Story URL
Speaker
Ιωάννης Νίκου (Ι.Ν.)
Interview Date
23/01/2022
Researcher
Κατερίνα Μανούση (Κ.Μ.)
[00:00:00]Θα θέλατε να μου πείτε το όνομά σας;
Γιάννης Νίκου.
Είναι Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2022. Είμαι με τον κύριο Γιάννη Νίκου και βρισκόμαστε στον Βαθύτοπο Δράμας.
Βίλα Πλειάδες.
Βίλα Πλειάδες. Εγώ είμαι η Κατερίνα Μανούση, είμαι ερευνήτρια στο Istorima και ξεκινάμε. Κύριε Νίκου πού γεννηθήκατε;
Θεσσαλονίκη το 1943 μέσα στη Κατοχή. Θυμάμαι μικρός ότι έτρωγα σοβάδες από τους τοίχους. Ναι δεν υπήρχε ασβέστιο, δεν υπήρχαν τροφές και τα λοιπά. Η μητέρα μου με θήλαζε 3 χρόνια. Δεν υπήρχε φαΐ. Εν πάση περιπτώσει 1954-1955 μεταφερόμαστε στην Αθήνα, όπου ήτανε ζούσε η γιαγιά μου, ήταν Αγγλίδα στην περιοχή Κολωνάκι. Εκείνη την εποχή το Κολωνάκι ήταν χωματόδρομοι, λάσπη και ένας άσφαλτος υπήρχε, μία άσφαλτος ήταν η Πατριάρχου Ιωακείμ, εκεί έμεναν οι μαυραγορίτες και έφτανε μέχρι τη Μαράσλειο Σχολή. Εκεί, λοιπόν, μεγάλωσα σε αυτή την περιοχή, είδα όλη την εξέλιξη και όλα τα συμβαίνοντα εκείνης της εποχής. Σε χρόνο-πώς θα το πούμε-κατάλληλο ξεκινάω, παίρνω την απόφαση ότι θα ακολουθήσω τη ζωγραφική και αρχίζω και πηγαίνω στο φροντιστήριο του Θόδωρου Δρόσου, για να δώσω εξετάσεις στην Καλών Τεχνών. Εκείνη την εποχή βέβαια δεν πρόλαβα να μπω στην Καλών Τεχνών και έπρεπε να παρουσιαστώ στον στρατό. Σαν αναγκαία λύση ήταν να βρω μία σχολή να πάρω αναβολή. Η σχολή που βρήκα ήτανε η Σχολή Θεάτρου και Κινηματογράφου Αθηνών. Καταρχήν, ξεκινάω στο Τμήμα Σκηνογραφίας και εν συνεχεία μεταπηδώ στην Υποκριτική, γιατί είχε λιγότερη δουλειά και ήταν βραδινή η σχολή, όπου φοίτησα 4 χρόνια μέχρι που τελείωσα παράλληλα με την Καλών Τεχνών έχω τελειώσει τη δραματική σχολή, επειδή ήτανε βραδινή. Έτυχε να παίξω και στο θέατρο αντικαθιστώντας έναν ηθοποιό στο Θέατρο Πορεία. Ήταν το έργο «Θάψτε τους νεκρούς» του Ίρβιν Σόου, όπου και έπαιξα τον Λεβί για ενάμιση μήνα στο θέατρο. Είχα μία παρουσία την οποία δεν θα την ξεχάσω ποτέ, μου έχει μείνει αλησμόνητη. Στην Καλών Τεχνών πήγα στο εργαστήριο του Μαυροείδη για μία πενταετία, κανονικά ήταν 4 χρόνια αλλά επειδή ήθελα να ζωγραφίσω κι άλλο δεν έδωσα εξετάσεις την τέταρτη χρονιά για να τελειώνω. Επίτηδες έμεινα στην ίδια χρονιά για να κάνω ορισμένα έργα. Ένα εξ αυτών είναι ο «Ηρακλής στον Άδη», που βρίσκεται στο Μουσείο Βορρέ. Μετά πήγα στο στρατό και απολύθηκα Γενάρη του 1973. Με πιάνει η επιστράτευση, πάω και στην επιστράτευση. Παρολίγο θα βρισκόμουν στον Έβρο αλλά ευτυχώς δεν έγινε η έκρηξη του πολέμου που φοβόμασταν και κρατούσαμε την τελευταία σφαίρα για μας. Και ξαναγυρνάω στη Σαντορίνη όπου ζωγράφιζα μία εκκλησία, κάναμε με τον τρούλο με το φίλο μου τον Χριστόφορο τον Ασιμή, ο οποίος είναι Σαντορινιός, ζωγραφίζαμε παρέα. Μια μέρα μάλιστα είμαστε σε μία σκαλωσιά μέσα τεράστια, άρχισε να τρέμει η σκαλωσιά και του λέω: «Χριστόφορε, μην κουνάς θα σκοτωθούμε», λέει: «Δεν κουνάω εγώ» ήτανε σεισμός. Πεταγόμαστε, λοιπόν, στον τρούλο της εκκλησίας από τα παραθυράκια και είδαμε τον κόσμο να τρέχει σαν τρελός κάτω. Ήταν ένας πολύ ισχυρός σεισμός, ευτυχώς δεν έπεσε η εκκλησία είναι ακόμα εκεί. Γνωρίζω τη σύζυγό μου, παντρευόμαστε το 1980, ’83 όχι ’80, ‘83 και αποφασίζουμε ότι, αφού ζήσαμε 5 χρόνια στην Ιταλία, ήτανε διπλωμάτης καριέρας και ήτανε πρόξενος στη Γένοβα, αποφασίζουμε ότι θα συνεχίσουν τη ζωή μας εδώ όπου βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή. Αφήσαμε μία μεζονέτα που είχαμε στο Μαρούσι, την πουλήσαμε και μετακομίσαμε το 1990 σε αυτό το κτήμα το οποίο ήταν ένα χωράφι με γαϊδουράγκαθα ξερικό. Φυτέψαμε 8.000 δέντρα και αυτή τη στιγμή είναι ένα δάσος απίστευτο, γιατί είναι και σε ένα υψόμετρο που συνήθως δεν φυτρώνουν έλατα αλλά επειδή είχαμε σύστημα με σταγονίδια τα ποτίσαμε και γίνανε όλα θηρία.
Πότε ήρθατε πρώτη φορά σε αυτό τον τόπο;
1985. Ήταν μια εκδρομή, επισκέφτηκα αυτό τον τόπο, μου άρεσε και έκτοτε ήτανε βαθιά μες στο μυαλό μου υπήρχε. Μάλιστα κάποια στιγμή η σύζυγός μου μου είπε για το σπίτι μας που είχαμε στο Μαρούσι μία μεγάλη μεζονέτα ότι: «Δεν είναι αυτό το σπίτι μας, το σπίτι μας- λέει-έχει γύρω βουνά μόνο και δέντρα, δεν υπάρχουν άλλα σπίτια». Επειδή ήξερα ότι όταν έλεγε κάτι έβγαινε, ταράχτηκα, όπως είναι φυσικό. Κι όμως η δικιά της επιθυμία ήταν να έρθουμε εδώ, παραιτήθηκε από το διπλωματικό σώμα, ένα βαθμό πριν. Ήταν η πρώτη γυναίκα που μπήκε στο Διπλωματικό Σώμα στην Ελλάδα, άνοιξε το Σώμα για τις γυναίκες. Παραιτήθηκε ένα βαθμό πριν γίνει πρέσβης και ήρθαμε εδώ. Και αρχίσαμε και το πρώτο πράγμα πριν χτίσουμε, φυτεύαμε, φυτεύαμε δέντρα. Έκτοτε ακολουθεί μία ζωή, η οποία είναι περιπέτεια με την τέχνη, ζωγραφική, εκθέσεις πωλήσεις, ταξίδια, ξανά εκθέσεις κάπου στις 100 σταμάτησα να τις σημειώνω πόσες έχω κάνει. Τι άλλο μπορούμε να πούμε;
Πότε καταλάβατε ότι το κάλεσμά σας είναι προς τη ζωγραφική;
[00:05:00]Την ώρα που γεννήθηκα. 2-3 χρονών ήξερα, έβλεπα και η μητέρα μου ήταν ζωγράφος και τη διόρθωσα σε έναν πίνακα. Μάλιστα σε ένα σημείο που είχε κάνει λάθος στο σχέδιο, είχε κάνει ένα άλογο με κοντά πόδια και της είπα ότι: «Εάν θέλεις να το διορθώσεις, μην το σβήσεις, ζωγράφισε μία πέτρα να πατάει πάνω το άλογο». Έφυγε φρικαρισμένη, είπε στη φίλη της: «Γέννησα ένα τέρας. Δεν είναι παιδί αυτό». Εν πάση περιπτώσει τα διόρθωσε τα πόδια, δεν έκανε την πέτρα. Η ίδια έφυγε στα 93 της μου ζήτησε να της βάλω δίπλα της όταν έφυγε πινέλα, χρώματα και κανένα τελάρο, γιατί τι θα έκανε εκεί κάτω που θα πήγαινε. Φαίνεται ότι η μοίρα μου είναι και μένα να την ακολουθήσω, γιατί ακόμα και σήμερα ζωγραφίζω ανελλιπώς.
Ασταμάτητα όλα αυτά τα χρόνια;
Ασταμάτητα. Είναι πάνω από 5.000 έργα μεγάλων διαστάσεων, συνήθως πουλημένα και ανήκουν σε συλλογές, μουσεία, κάτι λίγα έχω και εγώ.
Θυμάστε το πρώτο έργο που ζωγραφίσατε;
Ναι, ήτανε σαν σοβαρό έργο, ήταν ένας πίνακας, γιατί διάβαζα από μικρός, ήταν η αλληγορία του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου με όλα τα πρόσωπα τα σημαντικά που παίξανε ρόλο τότε. Όταν λέω διάβαζα 9 χρονών είχα τελειώσει τον «Βρικόλακα» του Bram Stoker, τον Doctor Dracula. Διάβαζα πάρα πολύ, όλων των ειδών τα βιβλία, κυρίως μου άρεσε ιστορία. Διάβαζα πολλή ιστορία. Τι άλλο να πούμε;
Έρχεται η στιγμή που αποφασίσατε να δώσετε στην Καλών Τεχνών μου είπατε, πόσο εύκολα ήταν εκείνη την περίοδο ένας νέος άνθρωπος να ακολουθήσει τις τέχνες;
Καθόλου εύκολο δεν ήτανε. Ήταν τρομερά δύσκολο. Καταρχήν για να μπεις μέσα ήταν ένας Γολγοθάς. Δίναμε 2000 φοιτητές για 20 θέσεις. Ναι ήταν τρομακτικό. Εγώ μπήκα την τρίτη χρονιά, την πρώτη χρονιά ενώ βγήκε να πει τα αποτελέσματα στην πόρτα το μεσημέρι στη 1:00 τον ξανά φωνάξανε το γραμματέα μέσα και τα είπε στις 4:00. Τότε μάθαμε ότι είχανε αποκλείσει όλους τους καινούργιους που δίνανε, γιατί υπήρχε μία σειρά παιδιών που δίνουνε χρόνια και δεν είχανε μπει. Βάλανε, λοιπόν, αυτούς και μας αφήσανε έξω. Πάει η πρώτη χρονιά.Τη δεύτερη χρονιά είχα σχέση με μία κοπελίτσα, μπήκαμε στην ίδια ομάδα. Δεν μου άρεσε αυτό που έκανε της είπα: «Κάνε στην άκρη», κοίταξα δεξιά αριστερά της το τελείωσα. Περνάει αυτή, μένω εγώ. Με βρίσκει ο καθηγητής που ήξερα και μου λέει: «Την άλλη φορά- λέει-να μην κάνεις ηλιθιότητες», με είχαν καρφώσει. Πάει και αυτή η δεύτερη χρονιά. Και τη τρίτη χρονιά θυμάμαι ότι ήμουνα τόσο σίγουρος, πήρα και υποτροφία, που πήγα για να δώσω εξετάσεις με το σακβουαγιάζ. Ήταν καλοκαίρι με τα βατραχοπέδιλα και τη μάσκα, γιατί θα πήγαινα να κάνω ένα μπάνιο στη Βουλιαγμένη. Πέρασα με υποτροφία, έτσι μπήκα στην Καλών Τεχνών. Τελείωσα και το Τμήμα Ψηφιδωτού με την κυρία Βοΐλα ήμουνα στο εργαστήριο του Μαυροείδη με παράλληλο καθηγητή και τον κύριο Γιάννη Μόραλη, αυτά.
Ποια χρονιά μπήκατε στο πανεπιστήμιο;
Στην Καλών Τεχνών μπήκα στα εργαστήρια το 1965, είναι λίγο προ Χριστού αυτό που λέω.
Όχι, απλώς προσπαθώ να φανταστώ την ιστορική περίοδο τότε στην Ελλάδα και στην Αθήνα, τις δυσκολίες που υπήρχαν.
Ήτανε η εποχή που οι πολιτικοί βγαίνανε στα μπαλκόνια, κάνανε συγκεντρώσεις πλήθους, βγάζανε λόγους, όπως ήτανε τότε ο Καραμανλής, ήταν ο Κανελλόπουλος, ο Μαύρος με την Ένωση Κέντρου και και και. Ήτανε άλλες ωραίες εποχές. Δεν υπάρχει κάτι ανάλογο σήμερα, σήμερα όλα γίνονται με την τηλεόραση και με τα talk show όλα αυτά που συμβαίνουν. Τότε πηγαίναμε στο δρόμο, έχω βγει στο δρόμο και έχω φάει ξύλο, γιατί φώναζα για την Κύπρο για την ένωση από την αστυνομία, μας βρέχανε, μας κάνανε. Θυμάμαι ότι για να πάμε στο συλλαλητήριο για την Κύπρο και για τον Γρίβα πηδάγαμε από το Γυμνάσιο, χτιζότανε μια οικοδομή και υπήρχε ένας λόφος με άμμο, μας κλειδώσανε για να μην πάμε και πηδάγαμε από το παράθυρο στο δρόμο πάνω στην άμμο και μετά τρέχαμε στο συλλαλητήριο. Άλλες εποχές και για την Κύπρο έχω τρέξει πάρα πολύ, έχω κάνει επίσης και αφίσες για την Κύπρο, το σποτ και τα λοιπά. Ήτανε δώρο στην Κυπριακή Ένωση, που ήταν στην Αθήνα.
Πολύ ενδιαφέρον αυτό. Και ένας νέος που ξεκινάει να γίνει ζωγράφος το ’65-’70…
Είχα πει δεν θα παντρευτώ ποτέ, δεν θα παντρευτώ γιατί θέλω να είμαι ελεύθερος και να είμαι κύριος του εαυτού μου και να μην έχω υποχρεώσεις. Βέβαια έκανα δύο γάμους, δεν ακολούθησα τη γραμμή αυτή που είχα καταρχήν στο νου μου. Δύο γάμους και ένα διαζύγιο και μία αποχώρηση. Δεν πιστεύω να τριτώσει το κακό, δεν το βλέπω.
Ποτέ δεν ξέρουμε.
Κανείς δεν ξέρει αλλά δεν το βλέπω. Και δεν έχω και διάθεση, δηλαδή μου αρέσει τώρα όπως είμαι να ζωγραφίζω και να απολαμβάνω ό,τι συμβαίνει. Έχω και ένα εγγονάκι πανέμορφο, ελπίζω μία μέρα να μπορέσω να του δώσω και λίγα φώτα στη ζωγραφική να προλάβω θα δούμε.
Και τότε ξεκινήσατε αποφασισμένος να μην παντρευτείτε με όνειρο τι; Τι όνειρα είχε ένας νέος ζωγράφος τότε, να φτάσει πού;
[00:10:00]Να ζωγραφίζω, να ζωγραφίζω και να ταξιδεύω σε αυτό τον κόσμο που μου ανοιγόταν μπροστά και επειδή έχω πολύ δηλαδή φαντασία έβλεπα πράγματα που έπρεπε να γίνουν και ακόμα δεν έχουν γίνει. Να πρόσφατα ενώ το μελετούσα 30 χρόνια, πρόσφατα έκανα «τον Χάρο και τον Διγενή στα Μαρμαρένια Αλώνια», για αυτό το σκεφτόμουνα χρόνια και δεν γινότανε για τον άλφα, βήτα λόγο, γιατί κάτι άλλο έμπαινε μπροστά, κάποια παραγγελία ερχόταν, κάποια έκθεση κάποιο. Έχω κάνει πολλές εκθέσεις στο εξωτερικό, την Ιταλία την έχω διατρέξει όλη με εκθέσεις από πάνω μέχρι κάτω χρόνια. Έχω κάνει στις Βρυξέλλες, στο Παρίσι, στη Νέα Υόρκη, στην Ιταλία είπαμε δεν είχε αρχή και τέλος. Στην Κύπρο έχω κάνει 2-3 ωραίες εκθέσεις στην Κύπρο. Δεν σταματάει η ζωή του καλλιτέχνη, δεν είναι δυνατόν να φρενάρεις γιατί βάζεις κάποιες υποχρεώσεις άλλες. Δεν το ήθελα αυτό να έχω, η προτεραιότητα μόνο το να ζωγραφίζω ήθελα όχι να καταναλώνομαι σε πράγματα τα οποία δεν τα αισθάνομαι.
Οπότε είναι το μοναδικό πράγμα που έχετε κάνει στη ζωή σας βιοποριστικά;
Ναι, θα μπορούσα να γίνω γλύπτης αλλά… Στο στρατό ήτανε μία ωραία ιστορία με γλυπτική, είχα κάνει ένα φοβερό γλυπτό, έναν αετό. Ήμασταν το Τάγμα των Αετών, στο Βέρμιο. Υπηρέτησα στο πεζικό και με τις χειρότερες συνθήκες, ήταν επί Χούντας. Εκεί έμαθα ότι τα πάντα τρώγονται, δηλαδή δεν υπάρχει φαγητό που να πω ότι δε μπορώ να το φάω. Έχουμε φάει τέτοιες αηδίες φάγαμε που ήταν απερίγραπτο κι όμως ζήσαμε, έτσι.
Και ένας καλλιτέχνης στη χούντα μέσα στο στρατό πόσο μπορεί να αφήνει τη φαντασία του ελεύθερη και τη δημιουργικότητα του;
Α εδώ ήτανε υπηρέτησα στο 502 στη Νάουσα, από πάνω από τη Νάουσα. Λοιπόν, με βρήκε ο διοικητής από το βιογραφικό μου ότι ήμουνα καλλιτέχνης και άρχισα να κάνω διάφορα. Έκανα ζωγραφική ένα στάβλο τον έκανα πνευματικό κέντρο, ζωγράφισα όλους τους τοίχους τοιχογραφίες, ανέβασα παράσταση τον Αθανάσιο Διάκο. Επίσης, τότε ήταν η πολεμική αρετή των Ελλήνων ότι ήμουνα στην Έδεσσα και έκανα ολόκληρη την παράσταση από την εποχή του Αλέξανδρου μέχρι το 1821 αναπαράσταση, φοβερή. Έχω κάνει πολλά, δηλαδή τι να πω. Παρόλα αυτά για να μην του πούνε του διοικητού ότι καλό περνάει ακολούθησα όλες τις ασκήσεις που κάναμε συνταγματικές, ανταρτοπολέμους, χιόνια, λάσπες τα πάντα δηλαδή δεν γλίτωνα από αυτά, από σκοπιές που λέμε γερμανικά νούμερα τα κανα όλα, παράλληλα ζωγράφιζα. Τέλος πάντων αυτά από το στρατό.
Μου κάνει εντύπωση που και…
27 μήνες χωρίς μια μέρα φυλακή, 27 μήνες ήτανε και σήμερα τα παιδιά πάνε 9 μήνες και κλαίνε, γιατί χάνουν δεν ξέρουν τι χάνουν. 27 μήνες.
Αλλά η ζωγραφική ήταν παρούσα στη ζωή σας.
Και το θέατρο ήτανε.
Και το θέατρο;
Ναι μάλιστα για να παίξουμε τον Αθανάσιο Διάκο μας στείλανε και δύο κορίτσια στο στρατόπεδο από το γυμνάσιο θηλέων αλλά επειδή φοβόντουσαν οι συγγενείς έρχονταν και παρακολουθούσαν και το σόι μαζί από τις δύο κοπέλες και τα σόγια μπας και πάθουν τίποτα εκεί μέσα με τόσους άντρες γύρω-γύρω. Ήταν η μητέρα και η αδελφή του Αθανασίου Διάκου. Εκεί ήταν το Βέρμιο, ο χειμώνας της παγωνιάς ήταν τρομακτικό μέχρι και ο καταρράκτης της Αραπίτσας είχε παγώσει. Εκεί φυλάγαμε σκοπιά και ένα βράδυ ήρθαν και με ζώσανε οι λύκοι γύρω-γύρω και ερχότανε ο δεκανέας αλλαγής και έβαλα τις φωνές για να μην πάθουνε με τον φαντάρο που ερχότανε για σκοπός, 2 ερχόντουσαν. Γυρίσανε πίσω ανάψανε τα φώτα, διώξανε τους λύκους, οι οποίοι φάγανε κάτι μουλάρια έξω από τη Νάουσα. Έτσι είναι η ζωή, έχει διάφορα.
Και μετά από το στρατό ποιος ήταν ο πρώτος σημαντικός σταθμός σας καλλιτεχνικός, ποιον θεωρείτε εσείς;
Καταρχήν ήταν η συνεργασία με το Μουσείο Βορρέ. Έγινε μία πολύ μεγάλη έκθεση εξαιρετική, γιατί μου είπε ο Βορρές ότι ήθελε να κάνει τα εγκαίνια της αίθουσας Αλέξανδρος Βορρές που ήτανε καινούργια αίθουσα στο μουσείο και ο ίδιος τελείωνε σαν μουσειάρχης και ήθελε με έναν αγαπημένο του καλλιτέχνη να κάνει μία μεγάλη έκθεση για εγκαίνια της αίθουσας. Εγώ εκείνη την εποχή είχα ένα τρομακτικό πρόβλημα. Από την πολύ ζωγραφική μου είχε κοπεί ο τένοντας στο χέρι, το χέρι μου κρεμότανε. Όταν λοιπόν μου είπε να κάνουμε την έκθεση λέω: «Πόσο μεγάλη είναι η αίθουσα;», λέει: «1000 τόσα τετραγωνικά». Εγώ, παιδιά, αν είχα έργα ήταν να καλύψω τα 500, τα υπόλοιπα δεν μπορούσα τώρα το χέρι είναι κομμένο, είμαι τραυματίας δεν μπορώ. Λες όχι; Δεν είπα όχι. Ζωγράφισα μέσα το έργο «Ο χορός της Περσεφόνης» έγινε με κομμένο χέρι, ζωγράφισα επίσης του Σοφοκλή το έργο που είδαμε...
Η Αντιγόνη.
«Η Αντιγόνη», «η Αντιγόνη», «η Περσεφόνη». Αυτά τα έργα, μεγάλα έργα γίνανε με χέρι ανύπαρκτο. Δεν μπορούσα να ζωγραφίσω παρά μονάχα σε ένα εύρος σε ύψος 20 εκατοστών πάνω-κάτω. Και μου ανεβοκατεβάζανε το έργο για να ζωγραφίζω. Και όμως έγινε η έκθεση, εξαιρετική και ήρθε ο Νικήτας ο Κακλαμάνης τότε ήταν Δήμαρχος Αθηναίων, βλέπει την έκθεση και μου λέει: «Πρέπει να κάνουμε -λέει- μία έκθεση στο Γκάζι». Πράγματι, ήρθαμε σε επαφή με τον Διευθυντή του Γκαζιού, ήταν ο δημοσιογράφος ο κύριος Ιγνατίου. Μου λέει: [00:15:00]«Ζητάς -λέει- και τις 5 αίθουσες να τις καλύψεις; Είχαμε -λέει- 50 ζωγράφους του ΚΚΕ και δεν το κάνανε. Εσύ -λέει- μπορείς;», λέω: «Να πάω να ρίξω μία ματιά;». Πήγα έριξα μία ματιά, γυρνάω και του λέω θα κάνω και επιλογή έργων φυσικά, δεν θα τα βάλω όλα. Και έγινε πράγματι μία εξαιρετική έκθεση με 2.000 κόσμο στα εγκαίνια. Είναι σταθμός που δεν το ξεχνάω. Ακολούθησαν και άλλες πολλές εκθέσεις και από φορείς έγινε μία μεγάλη έκθεση στο Μαρούσι. Τώρα με τον κορονοϊό δεν είναι σκόπιμο και ωραίο να κάνω έκθεση, διότι είναι πρόβλημα ότι θα πάει φούντο, εάν γίνει, δεν γίνεται. Πρέπει να περάσει αυτή η επιδημία και να ησυχάσουμε όλοι, να δούμε με ένα άλλο μάτι τη ζωή και να γίνουν και εκθέσεις και να γίνουν και όλα τα συμπαρομαρτούντα.
Ζήσατε και ένα διάστημα στην Ιταλία.
Υπέροχα.
Υπέροχα.
Έχω ζωγραφίσει πάρα πολύ. Μάλιστα που είχε γίνει πρόταση από τον, ζωγράφιζα τον «Τέταρτο Ιππότη της Αποκάλυψης» και ήτανε δίπλα μου και έβλεπε τη ζωγραφική ο Senior Berigeli, αυτός ήταν ο διευθυντής της Μπιενάλε της Βενετίας. O οποίος μου είπε παρακολουθώντας, γιατί δεν έχω πρόβλημα να ζωγραφίζω και να έχω κοινό να με βλέπει, δεν έχω κανένα πρόβλημα. Γύρισε και μου είπε: «Εάν πάρεις ιταλική υπηκοότητα και μείνεις στην Ιταλία, θα συνεργαστούμε και σε πέντε χρόνια να είσαι πρώτο όνομα στην Ευρώπη. Σαν Έλληνα δεν μπορώ να σου γράψω μία γραμμή». Εγώ τι με έπιασε τότε το εθνικό φιλότιμο και είπα: «Εγώ Έλληνας είμαι. Τι είναι αυτά που μου λέει αυτός» και δεν το δέχτηκα. Εκ των υστέρων μάλλον το μετάνιωσα αλλά εκείνη την ώρα είχα πάρει αυτή την απόφαση. Γίνανε εκθέσεις και στη Γερμανία στο Μόναχο μεγάλη έκθεση με μεγάλη επιτυχία. Επίσης, μου ζητήθηκε συνεργασία σε διεθνές επίπεδο, το οποίο σήμαινε ότι η μία έκθεση ακολουθούσε την άλλη και είπα: «Και πότε θα ζωγραφίσω;». Δεν είναι δηλαδή, το να βρεθώ, γιατί υπήρχε η πρόταση να βρεθώ από το Τόκιο να βρεθώ στο Ρίο ντε Τζανέιρο και να κάνω από μία έκθεση την άλλη εκεί. Πώς; Δεν μπορώ να είμαι εγώ συνέχεια σε εκθέσεις με ένα κύπελλο καφέ στο χέρι και να χαιρετάω και τα λοιπά. Πώς θα γίνει αυτό; Πότε θα ζωγραφίσω; Το άφησα και αυτό ενώ μπορούσα να το ακολουθήσω. Τέλος πάντων, παίρνω αποφάσεις στη ζωή που πολλές φορές είναι παρορμητικές αλλά αυτές είναι και δεν μπορούν να αλλάξουν εκ των υστέρων, όταν έχει περάσει δε χρόνος είναι το ανυπέρβλητο.
Θα ρωτούσα από ποια θέματα αντλείται την έμπνευσή σας αλλά νομίζω ότι είναι παντού.
Διαβάζω, διαβάζω πάρα πολύ. Με ενδιαφέρει η λογοτεχνία, η ποίηση, η μυθολογία, η ιστορία η ελληνική αλλά και παγκόσμια. Δεν σταματάω πουθενά. Τα θέματα έρχονται, θα πω κάτι-το οποίο ίσως φανεί λίγο τρελό-ότι κάθε μέρα πέφτουν εκατοντάδες καρέ στα μάτια μου από εικόνες και κάποιες κρατάω, κάποιες συγκρατώ άλλες χάνονται και έχουνε χαθεί και ωραία θέματα, γιατί δεν πρόλαβα να τα τσεκάρω και να τα συγκρατήσω και να μη μου φύγουνε και μου φύγανε ωραία θέματα, τα οποία κάπως τα θυμάμαι σαν εντυπώσεις που είχαν να κάνουν αυτό και δεν έγινε ποτέ. Αλλά γίνανε άλλα πράγματα εκείνη την ώρα που επίσης δεν θα γινόταν εάν είχα πιάσει τα προηγούμενα θέματα. Λοιπόν, αυτά είναι μοιραία και αναπόφευκτα το τι θα ζωγραφίσεις είναι της ώρας, είναι η έμπνευση, είναι η φαντασία τι δυναμική έχει πόσο μπορούμε να ακολουθήσουν αυτή τη δυναμική, γιατί για να ακολουθήσεις την δυναμική της φαντασίας πρέπει να έχεις μία σωματική δυναμική, δεν γίνεται διαφορετικά. Αυτά.
Ποια είναι τα αγαπημένα σας υλικά;
Το λάδι, μόνο λάδι, μολύβι και μελάνι. Σινική, μολύβι, λάδι. Είναι και τα υλικά που παραμένουν στα μουσεία αναλλοίωτα στο χρόνο, σχεδόν έτσι. Όλα τα άλλα τα ακρυλικά και αυτά μου φαίνονται ψεύτικα και παιδαριώδη, γιατί καλύπτουν ανάγκες πολύ επιφανειακές. Το λάδι για να είσαι μάστορας στο λάδι είναι μεγάλη ιστορία και θέλει προϊστορία να έχεις για να μπορείς να πεις ότι μία μέρα κατέχω αυτό το υλικό και με εκφράζει. Τα άλλα υλικά δεν με εκφράζουν ούτε ακουαρέλα ούτε τα ακρυλικά ούτε ότι άλλο έχει εφευρεθεί αυτή τη στιγμή. Επίσης, θέλω να διαχωρίσω ότι υπάρχει η ζωγραφική υπάρχει και η διακοσμητική ζωγραφική, η οποία είναι υλικά βάζουν σεντόνια, ξύλα, πλαστικά ηλεκτρικά φώτα άλλο είναι το ένα άλλο το άλλο. Όταν μιλάμε για ζωγραφική εγώ ήθελα να κάνω μία γέφυρα από την παράδοση της ζωγραφικής στο σήμερα. Σχεδόν την έχω κλείσει τη γέφυρα, δεν ξέρω μπορεί. Θα δούμε.
Μου αρέσει πολύ που αφήνετε αυτό το παράθυρο, το «θα δούμε» στο νέο.
«Θα δούμε» είναι πάντα.
Σας χαρακτηρίζουν ως εκπρόσωπο του Μαγικού Ρεαλισμού.
Είναι το όνειρο. Βασικά είμαι παραμυθάς, το παραμύθι είναι αυτό το οποίο εξελίσσω και ψάχνω και πειραματίζομαι και βλέπω. Βλέπω εικόνες που εάν ξετυλίξω τη φαντασία μου και ακούσεις τι έχω να πω είναι ότι βλέπω τρομερά πράγματα συγχρόνως την ώρα που μιλάμε βλέπω Εσκιμώους Ινουίτ, βλέπω Εσκιμώους ή μπορεί να είναι το πλασμώδιο του Λαβεράν. Επίσης, ο κρατήρας [00:20:00]Κοπέρνικος στη σελήνη, εντωμεταξύ φεύγω και πάω στη μαντάμ Κιουρί από τη μαντάμ Κιουρί ταξιδεύω και βρίσκω τον Χριστόφορο Κολόμβο, τον έχω ζωγραφίσει που πατάει στην Αμερική. Ναι δηλαδή τόσα πράγματα βλέπω και η φαντασία δεν έχει όρια καλπάζει. Ναι υπάρχουν ασθένειες που είναι καλπάζουσες, εμένα η καλπάζουσα είναι η φαντασία. Αυτή την ασθένεια έχω, έχω καλπάζουσα φαντασία.
Και η ζωγραφική είναι…όλη τη μέρα σας απασχολεί;
Όχι, σύγχρονα θα πω με μεγάλη ντροπή ότι το διάβασμα έχει εκτοπιστεί από την τηλεόραση. Βλέπω πολλή τηλεόραση, διαλέγω βέβαια το τι θα δω και έχει ενδιαφέροντα πράγματα, όπως είναι το National Geographic, είναι το BBC Earth είναι διάφορα προγράμματα το History Channel, έχει πολλά πράγματα να δεις έχει το Wilde, έχει ζούγκλα. Βλέπω ζώα, ψάρια, βυθούς έχω ζωγραφίσει πολύ βυθό, πολλά ζώα. Έχω κάνει ζωγραφιές και πολλούς πλανήτες, επιφάνειες. Έχω κάνει τον πιανίστα στη σελήνη να παίζει πιάνο με το μακρύ πιάνο με την ουρά, τον είδα εκεί. Τι να κάνω; Έπρεπε να τον αποθανατίσω. Τι να πω τώρα πες μου. Από που παίρνω τα θέματα; Διαβάζοντας, βλέποντας αλλά λέω το διάβασμα δυστυχώς όπως όλος ο κόσμος σιγά-σιγά πήγε στην άκρη και αυτό με στεναχωρεί. Δεν δηλαδή άλλος κόσμος όταν τον διαβάζεις, ο κόσμος του βιβλίου είναι μεγάλη ιστορία. Θα πω ότι έχω ξεσκονίσει 2-3 βιβλιοθήκες βέβαια, δεν πάω πάσο. Αλλά για την ώρα ίσως έχω κουραστεί να διαβάζω και βλέπω περισσότερο, είναι πιο εύπεπτο. Για μένα η εικόνα μιλάει πάρα πολύ. Πιθανώς να βλέπω περισσότερα πράγματα σε μία εικόνα από έναν άνθρωπο, ο οποίος δεν έχει αυτή τη καλπάζουσα φαντασία και την έχω εγώ. Τι να κάνω; Ο Θεός δίνει κουσούρια.
Ή και ταλέντα. Θέλω τώρα να περάσουμε στην ζωή σας εδώ στο Βαθύτοπο που είναι ένας τόπος πολύ μακρινός από…
Έχει δυσκολίες, έχει δυσκολίες πολλές φορές είναι ανυπέρβλητες. Δηλαδή υπήρχε, είχα τηλέφωνο κανονικό δεν συντηρούνταν η γραμμή παράσιτα από δω, παράσιτα από κει το έκοψα. Δηλαδή έχει ωραία πράγματα, είσαι μέσα στη φύση. Θυμάμαι μία βραδιά με πανσέληνο, τα αηδόνια είναι μεταναστευτικά πουλιά κελαηδούν τα μεσάνυχτα τη νύχτα, πανσέληνο κελαηδούν, είχαν έρθει 30-40 αηδόνια στο κτήμα, κελαηδούσανε και είχαν γεννήσει οι πυγολαμπίδες. Λοιπόν, ήτανε μία βραδιά μαγεία. Αυτό το πράγμα δεν μπορείς να το δεις στην πόλη. Πριν ξεκινήσουμε και έρθουμε εδώ έπαιρνα τη γυναίκα μου από την Αθηνά και πηγαίναμε στον Μπογιάτι και καθόμασταν κάτω από ένα δέντρο για να δούμε τη φύση. Στο τέλος ήρθαμε εδώ. Αυτό είχε και ευκολίες αλλά και δυσκολίες ανυπέρβλητες πάρα πολύ δηλαδή καταρχήν έχω φύγει από την πιάτσα 650 χιλιόμετρα, πιάτσα είναι η Αθήνα κακά τα ψέματα. Αλλά δεν το μετάνιωσα. Δηλαδή αν γύρναγε ο χρόνος πίσω και ξαναβρισκόμουνα στο σημείο που μου λεγε ότι: «Δεν είναι αυτό το σπίτι μας, το σπίτι μας έχει γύρω…» δεν θα το άλλαζα, δεν θα το άλλαζα, θα παρέμενα, εδώ θα ήμουνα πάλι. Είναι όπως το βλέπω σαν να ήτανε γραφτό, σαν να ήταν έτσι να γίνει και να μη γίνει τίποτα άλλο.
Μου φαίνεται παράξενο γιατί είστε ένας άνθρωπος πάρα πολύ ζωντανός, πάρα πολύ κοινωνικός, έχετε γυρίσει όλο τον κόσμο και επιλέγετε αυτό το μέρος το απομονωμένο, σχεδόν από όλη την Ελλάδα όχι μόνο την Αθήνα, να ζήσετε κάπως σαν αυτοεξόριστος ή διατηρείτε επαφές με τα κέντρα πολιτισμού και τέχνης; Είναι εύκολο να διατηρηθούν οι επαφές;
Έχω επαφές, έχω δεν είμαι τόσο αυτοεξόριστος αλλά να πω ότι είμαι άποικος. Έχω κάνει αποικία εδώ σίγουρα. Έχει έρθει κοντά μου και ζει και ο γιος μου με τη γυναίκα του και το εγγονάκι. Είμαστε περίεργα. Ο ίδιος ταλαιπωρείται κάθε μέρα ανέβα-κατέβα με το αυτοκίνητο, γιατί πηγαίνει μέχρι τη Δράμα και γυρνάει πήγαινε-έλα είναι 100 χιλιόμετρα κάθε μέρα. Δεν είναι εύκολο αλλά δεν θα γινόταν και αυτό το έργο αν ήμουνα στην Αθήνα με τίποτα μα με τίποτα. Δεν είναι δυνατόν, όταν είσαι σε ένα διαμέρισμα όπως είναι ένα διαμέρισμα στην Αθήνα γύρω-γύρω φασαρία, αυτοκίνητα, κόρνες, ηχορύπανση γινότανε χαμός, δεν ήξερες και ατμοσφαιρική ρύπανση. Δεν ήξερες πού βρίσκεσαι, τι σου γίνεται. Εδώ είναι αλλιώς, είναι ένας παράδεισος. Αλλά ο παράδεισος έχει και αυτός τα κλειδιά του, για να προσαρμοστείς θα πάρει χρόνο αλλά όταν συνηθίσεις αρχίζεις πλέον και είσαι κάτοικος του παραδείσου, είσαι από αυτούς που κάθονται στην πλαγιά και απολαμβάνουν το φεγγάρι και τα άστρα. Καταρχήν, έτσι καθόμασταν όταν ήταν ακόμα το κτήμα χωρίς δέντρα βλέπαμε ξαπλωμένοι ανάσκελα το βράδυ τα άστρα και το φεγγάρι. Αυτά πληρώνονται ακριβά. Αποφάσεις τέτοιες σημαίνει ότι πήρες το ρίσκο να παίξει στη ζωή σου κορώνα-γράμματα βασικά. Σκέψου να είχε αποτύχει όλο αυτό το [00:25:00]επιχείρημα, γιατί πουλήσαμε το διαμέρισμα στην Αθήνα τη μεζονέτα που είχαμε και να ξαναγυρνάγαμε πίσω από την αρχή δεν ήταν εύκολο. Όταν ήρθαμε και καταλήξαμε εδώ ήτανε ως εδώ και μη παρέκει, ήταν ως εδώ μία χαρά είναι εδώ λοιπόν.
Βοήθησε τη πορεία σας καλλιτεχνικά; Σας έδωσε μία ώθηση η τοποθεσία ή δεν παίζει ρόλο;
Δεν ξέρω αν βοήθησε ή δεν βοήθησε δεν ξέρω δηλαδή πως μπορεί αλλιώς να ήτανε, γιατί το δυναμικό που είχα το εξάντλησα ζωγραφίζοντας. Και μάλιστα επειδή εδώ προσφέρεται ο χώρος για περισσότερη ζωγραφική, είσαι σε απομόνωση, έχεις ησυχία, έχεις τα πάντα ζωγραφίζεις περισσότερο, ότι αυτό το πράγμα μάλλον βγήκε καλλιτεχνικά σε καλό παρά σε κακό. Δεν θα μπορούσα στην Αθήνα γιατί εκεί ζούσαμε, δεν θα μπορούσα στην Αθήνα ποτέ να κάνω όλη αυτή τη σειρά των έργων ήταν αδύνατον. Δεν μετανιώνω, λοιπόν, για αυτό το πράγμα. Τώρα το πότε θα δοθεί η ευκαιρία να γίνει καινούργια έκθεση, ένα καινούργιο άνοιγμα και τα λοιπά αυτό θα δείξει ο χρόνος, ο χρόνος. Κανείς μας δεν μπορεί να ξέρει αν θα είναι 2 μήνες, 3 μήνες, 1 χρόνος θα δούμε. Εξαρτάται από αυτόν τον ιό τώρα που μας ταλαιπωρεί.
Αυτή η συγκυρία τώρα με τον ιό αυτό σας επηρέασε ως καλλιτέχνη; Με δεδομένο ότι είστε τόσο μακριά.
Να πω κάτι με την πρώτη καραντίνα που μπήκαμε ζωγράφισα, δεν ξέρω γιατί σαν τρελός, έβγαλα μία σειρά έργων τα οποία δεν είχα κάνει ποτέ χιουμοριστικά, σατιρικά, gothic έργα κι ήταν έργα του κορονοϊού, έτσι τα έχω ονομάσει. Είναι μία σειρά έργων, ήταν 30-40 έργα τα οποία δεν θα είχανε γίνει ποτέ υπό άλλες συνθήκες. Εδώ λειτούργησε σαν μαγικό ραβδί. Ταπ μου έδωσε μία και ξεκίνησα να ζωγραφίζω διασκεδάζοντας. Άκουγα ειδήσεις τι συμβαίνει και έλεγα: «Δεν βαριέσαι μια χαρά είμαι εδώ, πάμε παρακάτω» να και το επόμενο έργο μέχρι ζωγράφισα και τον κορονοϊό, τον έχω κάνει και αυτόν.
Θα έχει πολύ ενδιαφέρον να τα δούμε αυτά τα έργα σας κάποια στιγμή. Και ιστορικό ενδιαφέρον θα αποκτήσουν νομίζω.
Ναι κάποια στιγμή ναι βέβαια. Όχι, ο χώρος με εμπνέει, αυτό είναι το ρεζουμέ της ιστορίας, με εμπνέει ο χώρος, το περιβάλλον, η ησυχία, τα πουλιά που κελαηδάνε. Ξέρω κάθε φορά τι μήνας είναι από ποιο πουλί κελαηδάει και τι μας λέει βέβαια.
Έχετε γίνει ένα με τη φύση εδώ. Οι άνθρωποι;
Οι άνθρωποι είναι σκληρό αυτό που θα πω αλλά είναι στενόμυαλοι και με παρωπίδες, ποτέ δεν με αποδέχτηκαν ανάμεσά τους βασικά. Μια φορά είχα έναν μάστορα, το φέρνω σαν παράδειγμα, ο οποίος δούλευε στο κτήμα και είδε μία γυναίκα στο χωριό εδώ δίπλα που έβγαζε κάτι λουλούδια για να τα πετάξει, λέει: «Να τα πάρω;», «Να τα κάνεις τι;», «Να μεταφυτεύσω», «Πού-λέει- στο ζωγράφο;», λέει αυτός «Ναι», «Όχι δεν θα τα πάρεις για το ζωγράφο. Άστα». Δεν θέλανε κι όμως δούλεψαν από το χωριό εδώ όταν έγινε όλος αυτός ο χώρος, το σπίτι, το εργαστήριο πάρα πολύς κόσμος με ικανοποιητικότατα χρήματα. Κανένας δεν ήτανε παραπονεμένος και όμως ποτέ δεν σε αποδέχονται σαν όμοιο τους, όχι ίσο τους, σαν όμοιό τους. Όμοιος δεν θα μπορούσα ποτέ να είμαι. Ναι δεν πήγα ποτέ στο καφενείο του χωριού, τι να πάω να κάνω, τι να πω, με ποιον. Να μιλήσω για πατάτες, για κρεμμύδια τι να πω; Πόσο έχει το καλαμπόκι; Δεν μου πάει, έτσι είναι. Δεν με είδανε ποτέ σαν μέρος του συνόλου, ήμουνα πάντα εκεί εκείνος ο περίεργος. Εντάξει εκείνος ο περίεργος είμαι.
Η ιστορία του τόπου σας άγγιξε;
Η ιστορία του τόπου δεν τη ξέρουνε. Υπάρχουν, βρίσκω κάθε τόσο σπασμένα κομμάτια από αρχαία μάρμαρα και δεν ξέρει κανένας εδώ τι υπήρχε, ποια εποχή ήτανε, τι ήτανε. Αρχαία μάρμαρα σκαλισμένα και τα λοιπά. Βλέπεις πράγματα τα οποία δείχνουν ότι ο τόπος είχε ιστορία. Μιλάμε για την ιστορία δηλαδή την χρονολογική που χρονολογικά να πάμε πίσω έχει ιστορία το μέρος. Και ποιο μέρος στην Ελλάδα δεν είχε ιστορία μεταξύ μας αλλά είναι άγνωστη, δεν την ξέρουνε και δεν φροντίζουν. Δεν έχω δει εδώ να έρθει η αρχαιολογική υπηρεσία και να αρχίζει να ψάχνει να βρει πράγματα. Ποτέ δεν το είδα. Κλειστό το κύκλωμα.
Στο δικό σας έργο έχει υπεισέλθει η μυθολογία του τόπου και ιστορία του τόπου;
Να πούμε κάτι, εδώ ήταν περισσότερο αρχαία Ελλάδα και Βυζάντιο δεν ξέρω τι έγινε το 1821 εδώ. Παλιότερα ξέρω ότι και επί εποχής εδώ ήταν εποχής Βουλγαροκτόνου και τα λοιπά ήτανε μέρη τα οποία κατοικούνταν και υπήρχαν οι βέροι Μακεδόνες, όχι τώρα οι άλλοι οι γείτονες που ονομάστηκαν Σλαβομακεδόνες, άστο τώρα αυτό. Υπάρχουν μονοπάτια, υπάρχουν πλακόστρωτα, τα οποία πρέπει να ήταν οι δρόμοι που συνδέαν την περιοχή με άλλα κέντρα. Εντάξει τώρα στους Φιλίππους στην Καβάλα και από δω και από κει υπήρχαν εντάξει τα ξέρουμε αυτά αρχίζουν και ανακαλύπτονται αλλά εδώ τι [00:30:00]υπήρχε εδώ είναι άγνωστο. Και να πούμε και κάτι πώς είναι δυνατόν να ψαχτεί όλη η Ελλάδα από αρχής μέχρι τέλους και να ξέρουν τα πάντα. Πάντα θα υπάρχει το μυστήριο και η γοητεία του αγνώστου. Ναι είναι άγνωστη η ιστορία του μέρους. Τώρα το τι έγινε στον Εμφύλιο και τι έγινε επί Γερμανών εδώ και τα λοιπά έχουμε την ιστορία του Οχυρού τα ξέρουμε, η Μάχη του Οχυρού, η περίφημη ανταπόδοση των τιμών από τους Γερμανούς όταν βγήκαν οι πολεμιστές από μέσα και λέει: «Πού είναι οι πεθαμένοι σας;» και λέει: «Δεν έχουμε», «Πού είναι οι τραυματίες σας;» «Δεν έχουμε». Τότε παρουσίασαν όπλα οι Γερμανοί, ήταν το τελευταίο μέρος στην Ελλάδα που συνθηκολόγησε, ας το πούμε έτσι. Αυτή είναι η ιστορία. Τώρα υπάρχει και προοπτική ίσως να ζωγραφίσω κάτι για το Οχυρό, κάπου το συζητούσαμε. Τώρα κανείς δεν είναι αιώνιος, έτσι. Δηλαδή όταν σου λέει: «Θα κάνουμε κάτι» δεν είναι από Δευτέρα, κάντο τώρα. Γιατί από Δευτέρα πάει από Δευτέρα σε Δευτέρα σε Δευτέρα, ουου Δευτέρες. Αυτά.
Ωραία, έχω 1-2 ερωτήσεις ακόμη. Καλλιτεχνικά νομίζετε ότι υπήρχε κάποια περίοδο στην Ελλάδα που ήτανε η ζωγραφική το στο απόγειο της;
Ναι, υπήρχε βέβαια. Είναι πιστεύω η δεκαετία ή εικοσαετία του ‘50-’70. Τότε ήτανε και η μουσική Μάνος Χατζιδάκις. Τους έχω ζωγραφίσει όλους αυτούς. Ήταν εποχή που γενικά η τέχνη ήτανε, μεγάλοι ηθοποιοί, μεγάλοι καλλιτέχνες, μεγάλοι ζωγράφοι, μεγάλοι γλύπτες ήτανε. Πιο παλιά ήταν ο Χαλεπάς, ήτανε ζωγράφοι μεγάλοι. Για μένα πιο ωραίος ζωγράφος ήταν ο Μαλέας της νεότερης Ελλάδας. Αλλά η δεκαετία του ’50-‘70 ήταν, ίσως το βλέπω και με άλλο μάτι γιατί ήμουνα νεαρούλης τότε και τα βλέπει αλλιώς τα πράγματα. Πηγαίναμε στο Κολωνάκι και καθόμασταν στο «μπιντέ», το περίφημο «μπιντέ», επειδή ήτανε μπροστά στη «Λυκόβρυση» ένα πεζοδρόμιο που είχε ένα σχήμα περίεργο σαν μπιντές ήτανε το λέγανε, εκεί ήταν το στέκι μας. Απέναντι ήταν τα καφενεία που πήγαινε η Μερκούρη και τα λοιπά, γινότανε τα διάφορα γλέντια. Ήτανε ζωντανή η καλλιτεχνική ζωή, κάθε εποχή βέβαια έχει τα δικά της γνωρίσματα. Σήμερα πάλι υπάρχουν και καλλιτέχνες δυνατοί, ζωντανοί και ωραίοι αλλά τότε ίσως να χαρακτηρίζεται σαν μία για μένα μία κλειστή εποχή, η οποία είχε ορισμένα ονόματα πολύ δυνατά, τα οποία σημάδεψαν και την πορεία του τόπου την καλλιτεχνική πορεία. Έτσι το βλέπω.
Η δική σας προσωπική η περίοδος άνθησης που θεωρείται ότι ήταν η πιο σημαντική ή η πιο δημιουργική;
Δεν ξέρω, δεν ξέρω πότε ήτανε, γιατί βγήκανε πολλά έργα και ωραία έργα σε διάφορες χρονολογίες, δεν μπορώ να πω ανάλογα δηλαδή με τη συγκυρία, με τις απαιτήσεις, με τη ζήτηση με τις παραγγελίες. Όταν μου ζήτησαν να κάνω την «Άλωση» η κυρία Κοπελούζου ήταν ξαφνικά μου ανοίχτηκε ένας κόσμος ολόκληρος μπροστά που έπρεπε να ζωγραφίσω. Δίπλα μου στο κομοδίνο υπήρχε μία στοίβα βιβλία. Διάβαζα για να δω ακριβώς τι έγινε, το χρονικό της Άλωσης, τι έγινε, πώς έγινε. Μετά έψαχνα να βρω από το Τοπ Καπί το μουσείο πώς ήταν τα ρούχα, τι φοράγανε, πώς ήτανε. Δεν ήτανε δηλαδή κάτι το οποίο θα γίνονταν τυχαία και στην πλάκα. Δεν γίνονται αυτά. Δηλαδή μία παραγγελία δημιουργεί ένα εξάμηνο τουλάχιστον έντασης για μένα. Είχα μια εποχή άλλη παραγγελία-αυτό είναι παραγγελία εδώ-ο ιππότης με το σπαθί «Η Αποκάλυψη» ήταν η παραγγελία, ο οποίος το πήγε το έργο στην Αθήνα το ανεβάσαμε με σχοινιά, εν πάση περιπτώσει στο τέταρτο πάτωμα δε χώραγε να μπει, μπήκε με το ζόρι. Μετά από δύο χρόνια έρχεται και μου λέει: «Ξέρεις κάτι; Αγόρασα καινούργιο σπίτι και το έργο δεν χωράει. Θα μου δώσεις κάτι άλλο» και έτσι επέστρεψε με τον ίδιο τρόπο με σχοινιά από το μπαλκόνι με αγωνία και άγχος και βρίσκεται εδώ αυτή τη στιγμή. Του έδωσα ένα πάρα πολύ ωραίο έργο που ήτανε από την «Κόλαση» του Δάντη το «Ταξίδι με τη βάρκα» και που προσπαθούνε οι τσαμπουκαλήδες, οι άγριοι οι άρρωστοι να μπούνε μέσα να την αναποδογυρίσουν. Πολύ ωραίο έργο είναι, το οποίο βρίσκεται τώρα στα στη συλλογή του φίλου μας και εγώ έχω το έργο το οποίο είχε παραγγείλει. Ναι εδώ υπάρχει κι άλλο από πίσω είναι έργο που είναι η «Κόλαση» του Δάντη την έχω ζωγραφίσει πάλι «Το δάσος των καταραμένων» θα τον γυρίσουμε τώρα να το δούμε.
Ωραία.
Δηλαδή εκείνη την εποχή που έγραψε ο Δάντης την «Θεία Κωμωδία», ο Δάντης είναι τώρα 700 χρόνια από τη γέννηση του είναι του 1300 ποιητής, αγαπούσε τη Βεατρίκη , τη Βεατρίκη την δάγκωσε ένα φίδι και πέθανε και γράφει τότε τη «Θεία Κωμωδία» που χωρίζεται σε τρία κεφάλαια. Χωρίζεται στην «Κόλαση», στο «Καθαρτήριο» που έχουν οι καθολικοί και στον «Παράδεισο». Με τη βοήθεια του Βιργιλίου τη ψάχνει στην κόλαση και δεν τη βρίσκει, την ψάχνει στον παράδεισο και δεν την βρίσκει, ε στο καθαρτήριο και τη βρίσκει στον παράδεισο. [00:35:00]Εγώ έκανα το δάσος των καταραμένων, εκείνη την εποχή μεγαλύτερη αμαρτία ήταν να αυτοκτονήσεις, δηλαδή τη ζωή που σου χάρισε ο Θεός να τη σκοτώσεις, να την πετάξεις. Αυτοί λοιπόν εγκλωβιζόταν σε ένα δάσος, όπου ο Δάντης περιφερόμενος στο δάσος με τον Βιργίλιο έσπασε ένα κλαδί το οποίο μάτωσε μάλιστα, έβγαλε αίμα και άρχισε το δέντρο να φωνάζει και να χτυπιέται και πήρανε μπρος όλα τα δέντρα και όλοι οι κολασμένοι εκεί. Αυτό το έχω ζωγραφίσει. Θα το δούμε σε λίγο.
Οπωσδήποτε.
Τι άλλο να πούμε;
Μπορούμε να πούμε πάρα πολλά πράγματα. Για σας υπάρχει κάποια αγαπημένη θεματολογία ή είναι όλες αγαπημένες κι όλα;
Όλα είναι αγαπημένα δεν έχω δηλαδή. Ίσως ακριβώς η ιστορία να με στιγματίζει, δηλαδή εάν υπήρχε η δυνατότητα να χρηματοδοτούμε για να κάνω μόνο ιστορία να ζωγραφίσω όλη την ελληνική ιστορία θα ήμουν ευτυχής. Πού’ν’το; Δεν υπάρχει, δηλαδή να πω κάτι ότι οι μάστορες της ζωγραφικής έχουν τελειώσει, ίσως είμαι ο τελευταίος δεινόσαυρος που κυκλοφορεί επί της γης. Δηλαδή καταλαβαίνεις τι θέλω να πω; Μάστορας στη ζωγραφική αυτός που ξέρει τα υλικά, ξέρει να τα χειρίζεται τα θέματα όλα αυτά, δεν τον ενδιαφέρουν οι διαστάσεις του, δεν υπάρχει αυτό έχει το είδος είναι υπό εξαφάνιση. Είναι στο κόκκινο βιβλίο είμαστε, αυτά. Μακάρι να υπήρχε η δυνατότητα να κάνω την ιστορία της Ελλάδας. Το όνειρό μου ήταν να ζωγραφίσω το να το κάνω για τη Βουλή, εν πάση περιπτώσει υπήρξε κάποια πρόθεση από έναν κύκλο, δεν έγινε, ακόμα δεν έχει ολοκληρωθεί. Τι δηλαδή. Δεν είχαν βρεθεί ποτέ όλοι οι ήρωες του ‘21 μαζί, ποτέ. Ήθελα λοιπόν να κάνω έναν πίνακα που να είναι όλοι οι ήρωες του ‘21 μπροστά σε ένα τραπέζι που υπήρξε νεκροκεφαλή, το Ευαγγέλιο και ένα κερί, όπως ορκίστηκε η Φιλική Εταιρεία και να πιάνει ο ένας τον ώμο του αλλουνού και να ορκίζονται όλοι για την Ελλάδα. Αυτό ήθελα να το κάνω για τη Βουλή. Όταν το είπα ο τότε Πρόεδρος της Βουλής-ας μην πούμε ποιος ήταν και ποιοι ήταν τότε στα πράγματα-«Τι λέτε κύριε Νίκου -λέει- να κάνουμε τέτοιο έργο τόσο ακριβό τώρα;» και είχα τα υλικά μου μόνο «Τόσο ακριβό-λέει- που είμαστε για εκλογές;» και έτσι καταρχήν τότε ναυάγησε. Τώρα συζητήθηκε και πάλι αλλά εγώ είμαι εδώ, η ιστορία υπάρχει και είναι ανεκπλήρωτη. Να αυτό εδώ το έργο όπως είναι «Ο Διγενής και ο Χάρος στα Μαρμαρένια Αλώνια» δεν έχει ζωγραφιστεί ποτέ από κανέναν. Έχουνε γίνει κάτι πολύ έτσι μικρά βυζαντινά σκιαγραφήματα θα έλεγα αλλά δεν είναι το έργο αυτό. Έπρεπε να γίνει το αισθανόμουνα ότι υπάρχει ένα κενό, ένα κενό στην τέχνη. Αυτό το θέμα έπρεπε να γίνει και έγινε. Αλλά δεν είμαι εκατομμυριούχος να χρηματοδοτώ τον εαυτό μου, γιατί ένα έργο αυτών των διαστάσεων 4 μέτρα επί 2 τα υλικά που έχει επάνω είναι πάνω από 10-12 χιλιάδες ευρώ για να γίνει. Ε βέβαια, γιατί ζωγραφίζω με πολύ καλά χρώματα, πανάκριβα, πιστεύω στη διαχρονικότητα του έργου. Δεν θέλω το έργο μετά από 30-40 χρόνια να κρακελάρι και να πέσει το χρώμα. Χρησιμοποιώ πολύ ακριβά υλικά, πολύ καλούς μουσαμάδες τους φέρνω παραγγελία από το Βέλγιο έρχονται τα οι μουσαμάδες και τα χρώματα. Δεν μπορώ λοιπόν να είμαι, δεν είμαι ο Καραμουρτζουνης να χρηματοδοτώ τον εαυτό μου και να ζωγραφίζω ατελείωτα για την Ελλάδα. Ε δεν γίνεται αν θέλουνε εδώ είμαι, αν δεν θέλουνε πάλι πάλι εδώ θα είμαι. Όσο θα μαι, είπα δεν είμαστε αιώνιοι.
Η Ελλάδα αγκαλιάζει τους καλλιτέχνες της, τους στηρίζει;
Θα είμαι σκληρός σε αυτό που θα πω αλλά υπάρχουν κλίκες και εδώ κλείνω, δεν συζητάω τίποτα άλλο.
Είδατε όμως άλλη αντιμετώπιση στο εξωτερικό ως Έλληνας;
Ναι, ναι, ναι μου είχανε πει στη Γένοβα που ζούσαμε: «Μαέστρο -λέει- δεν μπορεί να φύγεις εδώ αν δεν κάνουμε μία έκθεση στο μουσείο, στο club -θα το θυμηθώ- όπου αυτό ήταν μάλλον από Στοά ήταν κάτι τέτοιο, δεν είχε κάνει ποτέ ξένος ζωγράφος έκθεση και είχε να κάνει 100 χρόνια Ιταλός και εκεί έκανα έκθεση πριν φύγω από την Ιταλία δεν με άφησαν να φύγω έτσι. « Μαέστρο δεν θα φύγεις αν δεν κάνουμε έκθεση στο Palazzo Spinola», επειδή είπα Palazzo μου ήρθε. Στο Spinola λοιπόν το οποίο ήταν στην αλλά ήταν κλειστό, μάλιστα επειδή είχε τοιχογραφίες γύρω γύρω του του Ρούμπενς βάλαμε αυτά μπροστά-πώς τα λένε ρε παιδιά αυτά;
Παραβάν.
Ας τα πούμε παραβάν που κρεμαστήκαν τα έργα επάνω. Έτσι έφυγα από τη Γένοβα. Ναι οι ξένοι βλέπουν αλλιώς, σε εκτιμάνε αλλιώς. Είχα κάνει έκθεση στη Ρώμη, είχα κάνει στην Πάντοβα, στην Μπολόνια, στο στη Γένοβα -δεν μου έρχονται τώρα- στη Νάπολι, έχει γίνει σε όλη την Ιταλίαμε εκθέσεις. Πάρα πολύ ωραία και αγοράζουν και από ξένους δεν είναι δηλαδή με παρωπίδες.
Ωραία, για να μη πάρω άλλο από τον χρόνο σας πώς θα θέλατε να κλείσουμε τη συνέντευξη; Θέλετε κάτι άλλο να προσθέσετε;
[00:40:00]Θα έλεγα ότι ήταν μία πολύ ωραία διαδρομή που ξαναέκανα, τα ξαναθυμήθηκα αυτά που είπαμε. Γιατί συνήθως ο άνθρωπος έχει κεφάλαια, τα οποία σαν τεφτεράκια τα κλείνει και τα βάζει στην άκρη και όταν, αν θυμηθεί πότε τα ανοίγει. Τώρα ανοίξαμε πολλά τεφτέρια τέτοια και είπαμε πάρα πολλά και είμαι ευτυχής και κλείνουμε.
Κι εγώ σας ευχαριστώ πάρα πολύ που μας ανοίξατε το χώρο σας.
Χαρά μου ήτανε που ήρθατε, ότι κάναμε μία αναδρομή σε ένα κύκλο πραγμάτων και σε μία ζωή, η οποία ήταν καθαρά καλλιτεχνική μέχρι τώρα. Δεν έκανα καμία υποχώρηση να κάνω κάτι άλλο ούτε καν να πάω καθηγητής τεχνικών ποτέ. Πάντα ήθελα να ζωγραφίζω, να είμαι ελεύθερος και ούτε έκανα και μαθήματα ζωγραφικής, γιατί είναι δεσμευτικά.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.
Να στε καλά
Λοιπόν στην πρώτη ατομική έκθεση που έγινε στην γκαλερί Κρυωνίδη το 1975 εξέθεσα 25 έργα. Άδειασαν τα ντουβάρια του σπιτιού μου από έργα. Την βραδιά των εγκαινίων πουλήθηκαν όλα. Ήταν η πρώτη έκθεση με μία τεράστια επιτυχία. Όταν γύρισα πίσω στο σπίτι ήμουνα συγχρόνως ευτυχισμένος και δυστυχισμένος, ήταν άδειοι οι τοίχοι. Και άρχισα να ζωγραφίζω από την αρχή. Ακολούθησε από εκεί η έκθεση των Βρυξελλών μετά στην γκαλερί Λανγκ Λεγκί είναι στο Βέλγιο 1976. Ωραίες εποχές ήταν άστο.
Αλλά πονάει όταν φεύγει ένα έργο.
Στο τέλος πορώνεσαι και δεν το καταλαβαίνεις αλλά στην αρχή πονάει, όταν είσαι καινούργιος πονάει πάρα πολύ, πάρα πολύ πονάει. Σκέψου τώρα ένα σπίτι άδειο. Όταν έγινε η έκθεση στο Γκάζι άδειασε όλο το σπίτι και πήγαν όλα τα έργα κάτω και ήτανε το σπίτι μαυσωλείο. Δηλαδή δεν μου έκανε όρεξη να μπω μέσα στο σπίτι, τριγυρνούσα στο κτήμα γύρω-γύρω. Έμπαινα μέσα και με έπιανε η ψυχή μου, ήταν άδειο. Μέχρι που γύρισαν, ας πούμε, αρκετά έργα, μερικά πουλήθηκαν άλλα γύρισαν και ησύχασα, ησυχάσαμε όλοι όχι μόνο εγώ.
Συμπληρωματικά πουλήθηκαν όλα εκτός από ένα έργο στο Κρυωνίδη, παρίστανε ένα γυναικείο σώμα ένα στήθος που περπατούσε πάνω του μία ιγκουάνα, μία σαύρα «Α! Τι είναι αυτό;» δεν το πήρε κανένας. Το πρώτο που πουλήθηκε στις Βρυξέλλες ήταν αυτό. Άλλη κουλτούρα.