Μάγδα Διαμαντάρα: έθιμα του Πάσχα, θρύλοι, θαύματα και παιδικές αναμνήσεις από το χωριό Μελίκια Λευκίμμης της Κέρκυρας
Segment 1
Τα έθιμα της Μεγάλης Παρασκευής μέσα από οικογενειακές μνήμες
00:00:00 - 00:08:39
Partial Transcript
Είναι Κυριακή 21 Μαρτίου του 2021. Είμαι με τη Μάγδα Διαμαντάρα, η οποία βρίσκεται στη Νέα Σμύρνη Αττικής. Εγώ ονομάζομαι Κατερίνα Σχοινά,…σμο μεγάλου θρήνου, εμένα σηματοδοτούσε τις διακοπές. Εξακολουθεί να είναι η αγαπημένη μου μέρα στις διακοπές του Πάσχα η Μεγάλη Παρασκευή.
Lead to transcriptSegment 2
Τα έθιμα του Μεγάλου Σαββάτου, οι Μπότηδες και η Πρώτη Ανάσταση
00:08:39 - 00:10:43
Partial Transcript
Η επόμενη μέρα, όμως, είναι εξίσου σημαντική και είναι και η πιο γνωστή. Αυτή προβάλλεται πιο πολύ από τα κανάλια. Είναι το Μεγάλο Σάββατο Ε…ωί να έχεις παρκάρει 3, 4 χιλιόμετρα, να παρκάρεις, να περπατήσεις, να μπεις μέσα, να γίνεται ο κακός χαμός, για να δεις αυτό το υπερθέαμα.
Lead to transcriptSegment 3
Συνέχεια των Εθίμων του Μεγάλου Σαββάτου
00:10:43 - 00:14:07
Partial Transcript
Αυτό το υπερθέαμα ήταν φανταστικό! Ομηρικοί καβγάδες για να μας πάνε, μες στον κόσμο και τον πανικό, μες στους τουρίστες! Πηγαίναμε, όχι πολ…ειωνόταν ο χρόνος προσέλευσης στην εκκλησία— και μετά βγαίναμε, τρώγαμε κλασικά οικογενειακώς όλοι μαζί και εμείς τα παιδιά βγαίναμε βόλτα.
Lead to transcriptSegment 4
Τα έθιμα της Κυριακής του Πάσχα και η «Νια Δευτέρα»
00:14:07 - 00:28:02
Partial Transcript
Και φτάνει η Κυριακή του Πάσχα. Είθισται την Κυριακή του Πάσχα να είναι η μέρα του οβελία, που όλοι δηλαδή ψήνουμε τα αρνιά. Όσο θυμάμαι τον…ριακή όλοι να ψήνουν. Όμως, κάποιες οικογένειες στο χωριό ακόμα και σήμερα έχουν κρατήσει αυτό το έθιμο, το να ψήνουν τη Δευτέρα του Πάσχα.
Lead to transcriptSegment 5
Η Παρασκευή της Ζωοδόχου Πηγής
00:28:02 - 00:29:13
Partial Transcript
Εκεί που τελειώνουν τα βασικά έθιμα, άλλη μία μέρα είναι που θυμάμαι πάρα πολύ χαρακτηριστικά το Πάσχα στο χωριό που ήθελα πάντα να είμαι, ε…ει είναι για πολύ λίγους λόγους, οπότε το έχω για κακό όταν δεν πηγαίνω το Πάσχα στην Κέρκυρα. Νιώθω ότι κάτι δεν έχει πάει καθόλου καλά.
Lead to transcriptSegment 6
Ο θρύλος του Αρκουδίλα, ο θρύλος «Τ’ Αγιού» και τα θαύματα του Άγιου Σπυρίδωνα
00:29:13 - 00:36:53
Partial Transcript
Μου μίλησες στη συζήτηση που είχαμε πριν κάνουμε τη συνέντευξή μας για κάποιους θρύλους και ιστορίες σχετικές με το χωριό, σωστά; Βεβαίω…υτό. Συναυλία της φιλαρμονικής μέσα σε εκκλησία. Και ήταν υπέροχο... Κατάνυξη... Νομίζω ότι αυτοί είναι οι θρύλοι οι σημαντικοί που έχουμε.
Lead to transcriptSegment 7
Το σπίτι του Βιάρου, του αδελφού του Ιωάννη Καποδίστρια
00:36:53 - 00:38:24
Partial Transcript
Το μόνο άλλο σημαντικό που μπορώ να σκεφτώ για το χωριό —ανήκει στην τοπική Ιστορία, βέβαια. Υπάρχουνε φήμες που λένε ότι η οικογένεια Καποδ…ογιστούμε ότι ο Βιάρος είναι ο αδερφός του Ιωάννη Καποδίστρια, του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας, του ανεξάρτητου κράτους. Αλλά, απίστευτο!
Lead to transcriptSegment 8
Η περίοδος του covid και ο χορός Καντρίλιες τις Απόκριες
00:38:24 - 00:45:59
Partial Transcript
Τώρα που είναι ο κορωνοϊός και δεν πηγαίνεις στην Κέρκυρα, εδώ και δύο χρόνια νομίζω πλέον, σου λείπουν όλα αυτά; Δεν μου λείπει απλά. Νο…μίζω να φτάσει ποτέ το σημείο που να τα απαρνηθώ! Μάγδα μου, σε ευχαριστώ πάρα πολύ για την όμορφη αφήγησή σου! Κι εγώ ευχαριστώ πολύ!
Lead to transcript[00:00:00]Είναι Κυριακή 21 Μαρτίου του 2021. Είμαι με τη Μάγδα Διαμαντάρα, η οποία βρίσκεται στη Νέα Σμύρνη Αττικής. Εγώ ονομάζομαι Κατερίνα Σχοινά, είμαι Ερευνήτρια στο Istorima και βρίσκομαι στην περιοχή Νεράκι, στη Νέα Πέραμο Αττικής και ξεκινάμε τη συνέντευξή μας. Αρχικά, Μάγδα μου, θέλω να μου πεις λίγα λόγια για εσένα, τι θυμάσαι από τα παιδικά σου χρόνια στα Μελίκια Λευκίμμης στην Κέρκυρα και να μου αφηγηθείς για τα έθιμα του Πάσχα όπως τα έχεις βιώσει.
Ωραία. Ονομάζομαι Μάγδα Διαμαντάρα, είμαι 35 χρονών, είμαι φιλόλογος και διαμένω στη Νέα Σμύρνη στην Αθήνα. Βέβαια, έχω ως τόπο καταγωγής, σύμφωνα όχι με τα πατρογονικά —η μητέρα μου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρκυρα, οπότε θεωρώ ως χωριό μου και ως δεύτερο τόπο τα Μελίκια Λευκίμμης Κέρκυρας. Ευτυχώς ο μπαμπάς μου καταγόταν από την Αθήνα, οπότε δεν είχαμε ποτέ θέμα δεύτερου χωριού. Όλες μου οι παιδικές μνήμες δηλαδή και οι τωρινές όλες έχουν ως βασική έδρα τα Μελίκια Λευκίμμης Κέρκυρας. Σ’ αυτό το μέρος ταξίδευα από τότε που γεννήθηκα. Νόμιζα ότι το πρώτο μου ταξίδι ήταν τριών μηνών. Γεννήθηκα καλοκαίρι και το Σεπτέμβρη πήγαμε στο χωριό. Η Κέρκυρα γενικότερα είναι ένα νησί πάρα πολύ γνωστό. Έχει πάρα πολλά έθιμα. Είναι το νησί της μουσικής. Είναι η πρωτεύουσα των Επτανήσων. Και διαφέρει αρκετά —όλα τα Επτάνησα διαφέρουν— από τα υπόλοιπα νησιά και την ηπειρωτική Ελλάδα ως προς τα έθιμά τους, επειδή είναι δυτικότροπα. Τα Επτάνησα δεν κατακτήθηκαν ποτέ από τους Τούρκους, Τουρκοκρατία δεν είχαν ποτέ, οπότε τα έθιμα βασίζονται σε μία ελευθεριότητα, ως προς τη θρησκεία τουλάχιστον. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου σχεδόν κάθε Πάσχα πηγαίναμε στην Κέρκυρα διακοπές, όχι πάντα, ανάλογα με τις άδειες των γονιών μου προφανώς, γιατί εργάζονταν, αλλά περίμεναν πώς και πώς! Δηλαδή θυμάμαι τον εαυτό μου ότι όταν ξεκινούσε η Μεγάλη Εβδομάδα και ξεκινούσε η νηστεία, νήστευα με την προϋπόθεση —βασικά, είχα ως αποτέλεσμα στο μυαλό μου… Δεν ήταν τόσο θρησκευτικό το θέμα— ότι τελείωνε η νηστεία και θα ήμασταν στο χωριό. Δηλαδή είχε ταυτιστεί μία θρησκευτική τελετουργία με τις διακοπές στο χωριό το Πάσχα. Πηγαίναμε πάντα προς το τέλος της Μεγάλης Εβδομάδας. Όπως είπα και πριν, οι γονείς μου εργάζονταν, οπότε δεν μπορούσαν να έχουν άδεια όλες τις ημέρες των διακοπών. Βέβαια, κι ας μην ήμασταν εκεί ποτέ την Κυριακή των Βαΐων —επειδή στην εκκλησία η γιαγιά μου και ο παππούς μου είχαν επαφή αρκετά μεγάλη με την εκκλησία. Ο παππούς μου ήταν και ψάλτης. Γενικότερα, οι άνθρωποι του χωριού παρακολουθούσαν και την Κυριακή και όλες τις υπόλοιπες εορτές κανονικά το εκκλησίασμα. Η γιαγιά μου πήγαινε, λοιπόν, κάθε Κυριακή των Βαΐων και όταν ο παπάς μοίραζε βάγια, τα έπαιρνε και τα σχημάτιζε να σχηματίζουν το σχήμα σταυρού, με τα οποία μας ξεμάτιαζε ή και μας τα έδινε σε κάθε οικογένεια, ένα σε κάθε σπίτι για να μπαίνει, είτε είχαμε εικονίσματα είτε κοντά εκεί που ανάβαμε το λιβάνι, τέλος πάντων, για να προστατεύει το σπίτι, για το κακό μάτι. Οπότε, κάθε φορά με που φτάναμε στην Κέρκυρα, η γιαγιά μου μας έδινε και ένα βάι, που το βάζαμε πάντα μες στο σπίτι, για να φυλάει το σπίτι. Εμείς καταφτάναμε συνήθως Μεγάλη Πέμπτη ή Μεγάλη Παρασκευή, ανάλογα με την άδεια των γονιών μου. Ήταν οι καλύτερες μέρες! Οι παππούδες μου νηστεύανε πολύ, η γιαγιά μου κυρίως, και θυμάμαι ότι αν πηγαίναμε Μεγάλη Παρασκευή, το μόνο που υπήρχε μαγειρεμένο ήτανε κουκιά! Μόνο ο πατέρας μου τα έτρωγε μαγειρεμένα από τη γιαγιά μου αυτά τα κουκιά. Μας τα είχε κάθε φορά που πηγαίναμε! Εμείς δεν δίναμε και πολλή σημασία, αλλά ήτανε το δεδομένο, γιατί η γιαγιά μου δεν πολυασχολούνταν με τις δουλειές του σπιτιού. Ασχολούνταν πιο πολύ με τον αγρό, οπότε γενικά δεν πολυασχολούνταν μαζί μας ως προς τη φροντίδα της γιαγιάς του χωριού. Ήταν μια γυναίκα πολύ χειραφετημένη για την εποχή της και ο παππούς μου το ίδιο, βέβαια. Φτάναμε Μεγάλη Παρασκευή. Τα έθιμα της Κέρκυρας είναι πάρα πολύ γνωστά και πολύ συχνά είναι και αντικείμενα σε πάρα πολλές εκπομπές, στις ειδήσεις, στην τηλεόραση... Για μένα, όμως, δεν ήταν έτσι πάντα. Τη Μεγάλη Παρασκευή δεν παρακολουθούσα ό,τι είχε σχέση με την εκκλησία, δηλαδή σπανίως πήγαινα το πρωί. Νομίζω ότι δεν έχω πάει ποτέ να στολίσω Επιτάφιο, στην Αποκαθήλωση τη Μεγάλη Παρασκευή. Μεγάλη Πέμπτη άντε καμιά φορά να πάμε να δούμε τα[00:05:00] Δώδεκα Ευαγγέλια, να τα ακούσουμε, που πάντα τα παρακολουθούσαμε από το Έβδομο και μετά, γιατί αν ήμασταν πιο μεγάλοι, πηγαίναμε εκεί κατά το Έβδομο και θα φεύγαμε στο Δωδέκατο να βγούμε για ποτό. Γιατί, επίσης, το άλλο που χαρακτηρίζει το χωριό μου είναι ότι μπορεί σε όλα τα μέρη της Ελλάδας τη Μεγάλη Παρασκευή ο κόσμος να θρηνεί, εμάς ήταν οι καλύτερες μέρες διασκέδασης αυτές! Τίποτα δεν έκλεινε. Έχω ακούσει από άλλα χωριά που δεν έχουνε τη Μεγάλη Παρασκευή, δεν λειτουργεί τίποτα, είναι κλειστά τα μαγαζιά το βράδυ... Εμείς διασκεδάζαμε μέχρι το πρωί πολλές φορές. Ήταν λίγο διαφορετικά, πιο ελεύθερα τα πράγματα, και εξακολουθούν να είναι. Μεγάλη Παρασκευή, λοιπόν, η καλύτερη εποχή ήταν όταν έπεφτε άνοιξη και έβγαινε ο επιτάφιος μέσα από τους δρόμους του χωριού, όχι τους κεντρικούς. Μπαίναμε και απ’ τους κεντρικούς, αλλά πηγαίναμε και από τους υπόλοιπους και υπήρχαν παντού πυγολαμπίδες. Δηλαδή θυμάμαι μες στη μαύρη νύχτα, μέσα σε χωματόδρομο, σε πίσω δρόμους και το μόνο που έβλεπες ήταν το φως από τις πυγολαμπίδες μες στις ελιές, διάσπαρτες. Πηγαίναμε εμείς, ακολουθήσαμε τον Επιτάφιο και πάντα μας συνόδευε η φιλαρμονική. Γενικά στην Κέρκυρα οι φιλαρμονικές είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό τους γνώρισμα. Υπάρχουν πάρα πολλές. Στο δικό μου χωριό, το οποίο… Το χωριό-χωριό μου είναι τα Μελίκια Λευκίμμης, η ευρύτερη περιοχή είναι Λευκίμμη. Έχουμε στην ευρύτερη περιοχή δύο φιλαρμονικές. Η μία είναι ακριβώς μες στο χωριό μου και η άλλη είναι σε ένα χωριό λίγο πιο πέρα Οπότε, ακόμα και στον απλό Επιτάφιο του χωριού εμάς μας συνόδευε η φιλαρμονική. Ακουγόντουσαν άριες —όχι άριες. Δεν το λέω σωστά— τα κομμάτια της φιλαρμονικής τα πιο ορχηστρικά που ταιριάζουν με τα πένθιμα εμβατήρια. Και παντού πυγολαμπίδες. Όλο το χωριό μαζεύονταν. Βλέπαμε ποιοι έχουν φτάσει για τις διακοπές, ποιοι όχι, συναντούσαμε τους φίλους μας τους παιδικούς, τα ξαδέρφια μου που είχαμε πάει όλοι διακοπές ή τα ξαδέρφια μου που μέναν εκεί και γενικότερα ήταν η καλύτερη διαδρομή. Και η φιλαρμονική μάς έπαιρνε από την εκκλησία και μας γύριζε στην εκκλησία. Είναι γενικά γνωστό στην Κέρκυρα ότι υπάρχουν πολλές φιλαρμονικές και στην πόλη της Κέρκυρας, στο κέντρο, υπάρχουν οι Μεγάλοι Επιτάφιο. Οι Μεγάλοι Επιτάφιοι τι είναι; Έχει πάρα πολλές εκκλησίες και από το μεσημέρι μέχρι το βράδυ, που βγαίνει η κεντρική εκκλησία, βγαίνουν όλοι οι Επιτάφιοι στους δρόμους ένας-ένας και όλες οι φιλαρμονικές. Όπου και να καθίσεις, ακόμα και σε μια καφετέρια σε ένα στενό, θα πετύχεις σίγουρα σε ένα σταυροδρόμι έναν δυο Επιταφίους. Είναι πολύ κλασικό, αλλά αυτό δεν γίνεται μόνο στο κέντρο της πόλης. Αυτό δηλαδή θέλω να τονίσω, ότι ακόμα και στα μικρά χωριά οι Επιτάφιοι είναι το ίδιο επιβλητικοί, γιατί και εκεί μας συνοδεύει η φιλαρμονική. Είναι πολύ κατανυκτική η ατμόσφαιρα όταν περπατάς μες στο σκοτάδι, έχεις μόνο πυγολαμπίδες και τα αναμμένα κεριά και τη φιλαρμονική μπροστά να σε συνοδεύει. Η αγαπημένη μου μέρα ήταν η Μεγάλη Παρασκευή πάντα, κυρίως για τους Επιταφίους και κυρίως για τις πυγολαμπίδες, όταν είχε πυγολαμπίδες! Μετά γυρίζαμε σπίτι, ετοιμαζόμασταν και, όταν ήμασταν πιο μεγάλοι σε ηλικία, βγαίναμε να διασκεδάσουμε. Οπότε, η Μεγάλη Παρασκευή είναι μία μέρα για τον υπόλοιπο κόσμο μεγάλου θρήνου, εμένα σηματοδοτούσε τις διακοπές. Εξακολουθεί να είναι η αγαπημένη μου μέρα στις διακοπές του Πάσχα η Μεγάλη Παρασκευή.
Η επόμενη μέρα, όμως, είναι εξίσου σημαντική και είναι και η πιο γνωστή. Αυτή προβάλλεται πιο πολύ από τα κανάλια. Είναι το Μεγάλο Σάββατο Είπα, η Κέρκυρα δεν κατακτήθηκε ποτέ από τους Τούρκους, οπότε δεν χρειάστηκαν ποτέ οι κάτοικοι να γιορτάσουν, να κάνουν τις θρησκευτικές τους τελετές μες στο σκοτάδι και κρυφά. Όλα γινόντουσαν φανερά, όλα γινόντουσαν στο φως της μέρας. Στην Κέρκυρα γιορτάζουμε πάρα πολύ έντονα την Πρώτη Ανάσταση. Η πρώτη Ανάσταση γίνεται 11:00 η ώρα το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου. Είναι πολύ γνωστό το έθιμο. Βγαίνουν στα μπαλκόνια και πετάνε κανάτια γεμάτα νερό από τα μπαλκόνια κάτω, σπάνε. Αυτό προσφέρει… Τελετουργικά δεν ξέρω τι ακριβώς προσφέρει, αλλά γενικότερα είναι ένα πολύ θεαματικό έθιμο. Όταν ήμουνα μικρή, θέλαμε πάντα να πηγαίνουμε στην πόλη, γιατί αυτό το έθιμο ήταν πάρα πολύ έντονο στην πόλη της Κέρκυρας, στο κέντρο. Επίσης, ο κόσμος δε το λέει πάντα «χώρα», το λέμε και «πόλη». Ακούγεται λίγο σαν την Κωνσταντινούπολη, δεν είναι. Όταν λέμε «πάμε στην πόλη», εννοούμε το κέντρο της Κέρκυρας. Εκεί, λοιπόν, ήταν θε[00:10:00]αματικό πάντα. Βάφανε και κόκκινες πολλές φορές τους Μπότηδες. Αυτά τα μεγάλα κανάτια λέγονται Μπότηδες και πουλιούνται παντού. Μικροί, μεγάλοι, ανάλογα το μέγεθος. Και βγαίναν όλοι σε πολύ συγκεκριμένα σημεία. Το πιο γνωστό είναι το Λιστόν αλλά και οι πλατείες μέσα της πόλης. Σπάνε τα κανάτια. Θέλαμε πάρα πολύ να πηγαίνουμε μικρά! Θυμάμαι ότι κάναμε ολόκληρους καβγάδες για να μας πάνε, αλλά εμένα το χωριό μου είναι περίπου μία ώρα από την πόλη. Είναι 54 χιλιόμετρα. Πρέπει να έχεις ξυπνήσει από τις 06:00 το πρωί να έχεις παρκάρει 3, 4 χιλιόμετρα, να παρκάρεις, να περπατήσεις, να μπεις μέσα, να γίνεται ο κακός χαμός, για να δεις αυτό το υπερθέαμα.
Αυτό το υπερθέαμα ήταν φανταστικό! Ομηρικοί καβγάδες για να μας πάνε, μες στον κόσμο και τον πανικό, μες στους τουρίστες! Πηγαίναμε, όχι πολύ συχνά. Όταν δεν πηγαίναμε, όμως, και ήμασταν στο χωριό —αυτό δεν ήταν μόνο έθιμο φολκλοριστικό για να τραβήξει την προσοχή και να τραβήξει τους τουρίστες. Το κάνανε σε όλες τις γωνιές του νησιού. Εγώ, θυμάμαι, πηγαίναμε στο σπίτι της γιαγιάς μου και από το μπαλκόνι, από το παράθυρο βασικά στον όροφο, πετάγαμε κάτω κανάτια! Και δεν είναι απαραίτητο να πετάξουνε Μπότηδες. Οτιδήποτε ήταν πήλινο μέσα στο σπίτι, κεραμικό, μπορούσες να το πετάξεις. Έκανε ακριβώς την ίδια δουλειά. Τι συμβολίζει, τώρα. Πιθανόν κάποιοι λένε —έτσι θυμάμαι κι εγώ να το ακούω ως παιδί— ότι συμβόλιζε ο θόρυβος τον κρότο που έκανε η πέτρα όταν αναστήθηκε ο Χριστός. Την Ανάσταση την κατάλαβαν το πρωί, οπότε γι’ αυτό γιορτάζουμε κι εμείς την Πρώτη Ανάσταση —έτσι τη λέμε— στις 11:00 το πρωί και συνοδεύεται αυτό από το σπάσιμο των Μπότηδων, το οποίο συμβολίζει πιθανώς τον κρότο της πέτρας που έσπασε από τον τάφο του Ιησού. Τα τελευταία χρόνια, όμως, αναβιώνει το έθιμο και μέσα στα χωριά. Δηλαδή εμείς συγκεκριμένα στο δικό μου χωριό ντύνονται κοπέλες με τη φορεσιά την παραδοσιακή την Κερκυραϊκή, βγαίνουν στα παράθυρα σε ένα συγκεκριμένο σημείο, πάλι υπάρχει η φιλαρμονική, και αναβιώνει το έθιμο ακριβώς όπως στην Κέρκυρα, εννοώ στην πόλη της Κέρκυρας. Επίσης, η Πρώτη Ανάσταση σηματοδοτούσε και το τέλος της νηστείας. Θυμάμαι ότι από την ώρα που γινόταν αυτό εμείς αυτόματα σταματούσαμε να νηστεύουμε, όχι ότι νηστεύαμε και πολύ αυστηρά, αλλά εκείνη τη μέρα το πρωί μαγείρευαν οι θείες μου, η μαμά μου, όλοι, η γιαγιά μου, χαμός και τσιμπάγαμε πάντα κρέας που είχαν μαγειρέψει! Κεφτεδάκια και τέτοια στην Πρώτη Ανάσταση. Ή όταν μεγαλώναμε ήταν η ώρα που μπορούσαμε να βάλουμε στον καφέ μας γάλα, οπότε από εκεί που πίναμε σκέτο καφέ, πίναμε φρέντο καπουτσίνο. Πολύ ελληνικό... Αλλά, αυτό ήταν δεδομένο. Ήτανε τέλεια! Το Μεγάλο Σάββατο ήτανε φανταστικό. Τώρα, αν με ρωτήσετε, δεν θα πήγαινα στην πόλη, δεν θα πήγαινα ποτέ ξανά να δω Πρώτη Ανάσταση στο κέντρο της πόλης. Έχει ασφυκτικά πολύ κόσμο, πάρα πολλούς τουρίστες, πάρα πολλή φασαρία. Δεν καταφέρνεις να δεις τίποτα, γιατί είσαι κάπως στριμωγμένος. Είναι και επικίνδυνο να περπατάς και να σου ‘ρθει η στάμνα στο κεφάλι! Δεν είναι τόσο ωραίο. Γίνεται πια για το θεαθήναι, έχω την εντύπωση. Οπότε, προτιμώ να αναβιώνω το έθιμο στο χωριό με τους τοπικούς παράγοντες κι εννοείται να βγαίνω από το σπίτι μου και να σπάω κι εγώ τον δικό μου Μπότη κάθε χρόνο στην αυλή του σπιτιού μου, ίσα για να κάνει το θόρυβο. Το Μεγάλο Σάββατο το βράδυ κάναμε κανονικά την Ανάσταση όπως σε όλη την Ελλάδα. Μαζευόμασταν… Πέντε λεπτά, νομίζω, πριν την Ανάσταση, πηγαίναμε —όσο μεγαλώνουμε δηλαδή όλο και μειωνόταν ο χρόνος προσέλευσης στην εκκλησία— και μετά βγαίναμε, τρώγαμε κλασικά οικογενειακώς όλοι μαζί και εμείς τα παιδιά βγαίναμε βόλτα.
Και φτάνει η Κυριακή του Πάσχα. Είθισται την Κυριακή του Πάσχα να είναι η μέρα του οβελία, που όλοι δηλαδή ψήνουμε τα αρνιά. Όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, στην Κέρκυρα υπήρχε ένας κουμπάρος της οικογένειας, ο κουμπάρος ο Σωτήρης, ο οποίος ερχότανε να μας φτιάξει το κατσίκι για να το ψήσουμε. Όλα αυτά συνοδεύονταν από χορούς, πανηγύρια. Ψήναμε δηλαδή μπροστά από το σπίτι της γιαγιάς μου στο δρόμο, που δεν πέρναγαν άσχετοι, γιατί δεν περνάγανε αυτοκίνητα μέσα από όλα τα στενά του χωριού, και χορεύαμε, παίζαμε… Χαμός! Βιντεοσκοπούσαμε κατά καιρούς... Ωραία ήτανε... Και στην ουσία την Κυριακή του Πάσχα τρώγαμε όλη μέρα. Στην Κέρκυρα, όμως[00:15:00], όποιον και να ρωτήσουνε ντόπιο είτε τουρίστα —όχι τόσο τουρίστα, δεν θα έλεγα— είτε άτομα σαν εμένα, που κατάγομαι από εκεί και πηγαίνω από παιδί, η μέρα που σηματοδοτεί τις γιορτές του Πάσχα δεν είναι ούτε η Μεγάλη Παρασκευή με τους Επιταφίους, ούτε με τα κανάτια. Είναι η «Νια Δευτέρα». Η «Νια Δευτέρα» είναι η Δευτέρα του Πάσχα που ξεκινάει η Διακαινήσιμος Εβδομάδα. Τι είναι αυτή η Δευτέρα του Πάσχα! Στο χωριό μου είναι η πιο σημαντική μέρα, γιατί γίνεται κυριολεκτικά το πιο σημαντικό έθιμο. Έχουμε τη Λιτανεία, που καταλήγει στη γέφυρα —θα σας πω ακριβώς τι είναι αυτό— και γίνεται μια μεγάλη δέηση. Τη Δευτέρα του Πάσχα, λοιπόν, είθισται —από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου συμβαίνει αυτό και απ’ ό,τι ξέρω από τις θείες μου και τη μαμά μου συνέβαινε από πάντα— όλες οι εκκλησίες του χωριού, είναι η μόνη μέρα που συνεννοούνται και όλοι οι παπάδες μεταξύ τους, βγαίνουν με τα λάβαρά τους —«φλάμπουρα» τα λένε. Είναι σαν τις σημαίες της εκκλησίας με την κεντρική εικόνα κάθε εκκλησίας και με μια εικόνα του Αγίου Σπυρίδωνα— και κάνουμε περιφορά το χωριό. Ξεκινάει η εκκλησία του δικού μου χωριού, η Παναγία η Λαμποβίτισσα, και ξεκινάει μαζί της την περιφορά και η φιλαρμονική. Η φιλαρμονική είναι παντού στα έθιμα της Κέρκυρας, όλες οι φιλαρμονικές εμφανίζονται παντού στα έθιμα της Κέρκυρας. Εμείς, λοιπόν, έχοντας τη δικιά μας φιλαρμονική μας συνοδεύει παντού. Οπότε ξεκινάει η δικιά μας εκκλησία με τις εικόνες και από τις άλλες ενορίες του συγκεκριμένου χωριού του δικού μου, που είναι τρεις εκκλησίες του χωριού, η Παναγία η Λαμποβίτισσα, ο Άγιος Ίσαυρος και ο Άγιος Σπυρίδωνας, και βγαίνουν με τις μεγάλες εκκλησίες και τα μεγάλα φλάμπουρα και τις μεγάλες εικόνες και ξεκινά η Λιτανεία. Στο διάβα τους, μάλλον μαζί με τη Λιτανεία, από κάθε εκκλησία ξεκινάνε οι εικόνες, τα φλάμπουρα και οι ενορίτες, δηλαδή αυτοί που εκκλησιάζονται στη συγκεκριμένη εκκλησία, στο συγκεκριμένο χωριό. Τα χωριά στην Κέρκυρα δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσεις πού σταματάει το ένα και πού αρχίζει το άλλο. Οι ντόπιοι το ξεχωρίζουν μεταξύ τους. Εμείς έχουμε συγκεκριμένα κομμάτια που ξέρουμε. Αυτό το σπίτι είναι σε αυτό το χωριό, η μεσοτοιχία του είναι στο άλλο χωριό. Οπότε, φεύγοντας από το δικό μου χωριό, από τα Μελίκια, που ξεκινάει η φιλαρμονική η δική μου, η εκκλησία συναντάει στο δρόμο την επόμενη εκκλησία, την εκκλησία του Ποταμιού. Παίρνει από εκεί τα φλάμπουρα, τις εικόνες και διαγράφει έναν κύκλο γύρω από το χωριό. Αυτό το κάναμε, το θυμάμαι, από παιδί. Βέβαια, η μαμά μου και οι θείες μου μού έλεγαν ότι στα παλαιότερα χρόνια αυτό γινόταν στην ακροθαλασσιά και πήγαιναν και από τους αγρούς και τους αγιάζανε. Στην ουσία ήταν ο περίφημος μαγικός κύκλος προστασίας που συμβαίνει σε όλη σχεδόν την αγροτική Ελλάδα. Είναι αυτές οι τελετουργίες, που δεν ανήκουν στις διαβατήριες, ανήκουν όμως σε τελετουργίες προστασίας. Είναι ο μαγικός κύκλος που προστατεύει το χωριό από το εξωτερικό κακό. Παλιά οι άνθρωποι είχαν βοήθεια κυρίως το Θεό, οπότε θεωρούσαν ότι αγιάζοντας τα χωράφια τους έμεναν προστατευμένοι. Δεν ασχολιούνται κανένας σχεδόν με την αγροτική ζωή ή την κτηνοτροφική γενικότερα… Τα νησιά και κυρίως οι Κερκυραίοι εκεί, η οικονομία βασίζεται στον τουρισμό, όχι στην αγροτική παραγωγή. Το έθιμο, λοιπόν, πια γίνεται μέσα στο χωριό. Η φιλαρμονική κάνει όλη την Περιφορά. Όλες οι ενορίες κάνουν όλη την περιφορά. Σταματάνε σε διάφορα σημεία. Αυτό γίνεται και στον Επιτάφιο, που ξέχασα να πω, σταματάνε σε σημεία που είτε υπήρχαν παλιά εκκλησίες που δε λειτουργούν πια είτε γιατί στο σημείο αυτό υπάρχουν ιδιωτικές εκκλησίες. Γενικότερα, σταματάνε σε κομβικά σημεία θρησκευτικού ενδιαφέροντος και κάνουν μια μικρή δέηση. Αφού έχει γίνει η Περιφορά αυτή, λοιπόν, όλες οι εκκλησίες καταλήγουν στο ποτάμι. Τι είναι τώρα το ποτάμι; Το ποτάμι είναι ένα κεντρικό σημείο στη Νότια Κέρκυρα, που καταλήγει στην παραλία της Μπούκας, στη θάλασσα δηλαδή. Είναι ο κεντρικός άξονας του χωριού. Παλιά αυτό είχε μια γέφυρα πέτρινη φανταστική. Δεν την πρόλαβα. Εγώ πρόλαβα τη στρατιωτική. Όταν έπεσε η πέτρινη, έγινε στρατιωτική, η οποία ήταν… Φοβερά επικίνδυνη νομίζαμε ότι είναι, γιατί είχε κάτι ξύλινες τάβλες που κουνιόντουσαν όλα. Γκρεμίστηκε πριν δεν θυμάμαι ούτε κι εγώ πόσα χρόν[00:20:00]ια, καμιά δεκαπενταετία, και έγινε καινούργια πέτρινη ξανά. Είναι το σημείο συνάντησης. Έχει αναβαθμιστεί γενικότερα η περιοχή. Γύρω-γύρω έχει όλο γίνει πλακόστρωτο. Έχουν ανοίξει μαγαζιά. Πάνω στη γέφυρα περνάει ο δρόμος αλλά δεξιά και αριστερά έχει παγκάκια που κάθεται ο κόσμος. Είναι το σημείο συνάντησης και από παλιά μέχρι τώρα είναι το σημείο που βγαίνουμε στο χωριό για καφέ, για φαγητό. Είναι το ιδανικό σημείο. Το ποτάμι είναι τόσο όμορφο! Κοροϊδευτικά, σε εισαγωγικά το λέμε «Βενετία». Έχει και βαρκούλες, αλλά κανείς δεν κάνει βαρκάδα πάνω-κάτω. Είναι απλώς όσοι έχουνε βάρκες και θέλουν να βγουν στη θάλασσα, περνάνε από εκεί. Αλλά, είναι πραγματικά πανέμορφο. Δεν μοιάζει καθόλου με Ελλάδα αυτό το σημείο, μοιάζει λίγο με Ευρώπη. Φτάνουμε, λοιπόν, πάνω στη γέφυρα και σε αυτό το σημείο γίνεται κεντρική δέηση στο ποτάμι. Δεν έχει καμία σχέση με το υγρό στοιχείο, απλά είναι ίσως το κεντρικό σημείο, γι’ αυτό. Και οι παπάδες ψάλλουν το Χριστός Ανέστη. Την ώρα που αυτό συμβαίνει σκάνε γύρω-γύρω τα μάσκουλα. Τι είναι τα μάσκουλα; Τα μάσκουλα είναι αυτοσχέδιοι δυναμίτες που έχουν τοποθετηθεί από την προηγούμενη μέρα σε διάφορα σημεία από όπου περνάει η Περιφορά και σκάνε, και την ώρα της Περιφοράς πιο απομακρυσμένα, αλλά όλα μαζί σκάνε στην ουσία την ώρα που γίνεται η δέηση. Είναι αυτοσχέδιοι δυναμίτες, λοιπόν, μπαρούτι. Απομακρυσμένα, γιατί παλιά είχαμε και περιστατικά που σπάγανε τζάμια από το θόρυβο, γιατί πραγματικά είναι λες και πέφτει βόμβα. Και σκάνε εκείνη την ώρα! Μια φορά που είχανε βάλει και μέσα στο ποτάμι μας πετάχτηκε νερό και ξεπουπουλιάστηκε μια πάπια, γιατί κάποιος είχε φέρει και πάπιες στο χωριό. Έχουμε και πάπιες που βολτάρουν εκεί που πίνουμε καφέ. Ανεβαίνουν από το ποτάμι και κάθονται εκεί μαζί μας στα μαγαζιά. Σκάνε, λοιπόν, και ταυτόχρονα βγαίνουν τις βεράντες κόσμος με καραμπίνες και πυροβολούν. Εγώ διαφωνώ κάθετα με τους πυροβολισμούς, διότι οι καραμπίνες είναι πάνω από το κεφάλι του κόσμου και τα σκάγια σού έρχονται λίγο στο κεφάλι εκεί που κάθεσαι. Και γενικότερα, δεν το θεωρώ και πολύ σωστό να υπάρχουν άνθρωποι με καραμπίνες και να πυροβολούν πάνω από τα κεφάλια του κόσμου, γιατί είναι πάρα πολύ εύκολο να γίνει κάποιο ατύχημα. Δεν έχει γίνει ποτέ μέχρι τώρα, αλλά εντάξει, είναι λίγο επίφοβο, είναι επισφαλής αυτή η επιλογή. Ο κρότος, τώρα, πάλι σηματοδοτεί τον εξορκισμό του κακού, έτσι λένε στο χωριό. Θυμάμαι πάντα να λένε ότι αυτό γίνεται για το κακό, για να ξορκίσουνε το κακό. Γενικότερα και στη Λαογραφία, ο κρότος και οι πυροβολισμοί ταυτίζονταν πάντα με την αποτρεπτική μαγεία, με τον εξορκισμό του κακού. Ο μεγάλος κρότος διώχνει τα δαιμόνια, διώχνει το κακό. Την περίοδο του Πάσχα, που είναι μια διαβατήρια περίοδος και εκείνες οι στιγμές έχουμε υποτίθεται και το άνοιγμα του κόσμου των νεκρών που έρχονται σε επαφή με τον κόσμο των ζωντανών, οπότε ο κρότος τούς κρατάει και αυτούς μακριά. Επίσης, ο θόρυβος μπορεί να λειτουργεί και ως… όχι, αυτό, ως αποτρεπτική μαγεία. Δηλαδή στο χωριό μου πάντα λέγανε «Για να ξορκίσουμε το κακό». Αυτή είναι η κλασική ατάκα που θυμάμαι από παιδί. Αφού τελειώνει αυτό, τα τελευταία χρόνια —κανονικά γυρίζαμε στην εκκλησία. Kαι τώρα συμβαίνει αυτό— γυρίζει η κάθε εικόνα στην εκκλησία. Οι εικόνες είναι στολισμένες. Προσκυνάμε ξανά την εικόνα, παίρνουμε ένα λουλούδι πάνω από την εικόνα και το πηγαίνουμε στο σπίτι. Μεταφέρουμε δηλαδή την ιερότητα της εικόνας. Έχει καθαγιαστεί το λουλούδι, το οποίο έχει μείνει πάνω στην εικόνα, και μεταφέρεται στα σπίτια. Kαι το βάζουμε στο εικονοστάσι πάλι. Eίναι ανάλογα με το βάι. Το ίδιο ακριβώς είναι τα λουλούδια του Επιταφίου. Έχουμε αυτήν την κλασική εκκοσμίκευση του ιερού. Μεταφέρουμε δηλαδή κάτι που έχει καθαγιαστεί στον κοσμικό χώρο για να προσφέρει υγεία και να συμβαίνει καθετί καλό στο σπίτι που θα μπει το λουλούδι από την εκκλησία. Τα τελευταία χρόνια, όμως, πάνω στη γέφυρα, μόλις τελειώνει η λειτουργία, μόλις τελειώνει η δέηση, επιστρέφουν οι εικόνες στις εκκλησίες και οι ενορίτες τις ακολουθούν, ξαναγυρίζουν στο ποτάμι, γιατί υπάρχουν εορτασμοί. Έχουμε διάφορους Συλλόγους, κυρίως χορευτικούς, όπου εκείνη τη μέρα [00:25:00]ντύνονται με τις παραδοσιακές ενδυμασίες τις κερκυραϊκές, είτε τη νυφιάτικη φορεσιά είτε την κλασική την κυριακάτικη, την παλιά των γιαγιάδων. Γιατί οι γιαγιάδες ακόμα είναι ντυμένες παραδοσιακά, δεν έχουμε παραδοσιακή φορεσιά φοβερή. Είναι μία συγκεκριμένη φούστα με μια ποδιά αλλά σαν μαντίλι, αλλά βλέπεις πολλές γιαγιάδες να είναι ντυμένες έτσι στο χωριό. Ντύνονται με τα ρούχα τα κερκυραϊκά, τις φορεσιές, και χορεύουν πάνω στη γέφυρα. Μοιράζουνε αυγά και γίνονται τέτοια δρώμενα, τα οποία είναι πάρα πολύ ωραία. Εμένα μου αρέσουν πάρα πολύ. Και τα τελευταία χρόνια, μάλλον μια Κυριακή ή Δευτέρα του Πάσχα, που θυμάμαι πρόσφατα, πριν καμιά πενταετία, εξαετία, επειδή είχε μετακομίσει για λίγα χρόνια η αδερφή μου στην Κέρκυρα, συμμετείχε σε αυτόν το Σύλλογο και είχε ντυθεί και εκείνη με τις παραδοσιακές φορεσιές και χόρευε και εκείνη πάνω στη γέφυρα. Χορεύανε τα κλασικά, τους χορούς τους κλασικούς. Είναι πάρα πολύ ωραία. Και εκεί καθόμαστε μέχρι να πάμε στο οικογενειακό τραπέζι. Στο οικογενειακό τραπέζι τώρα, λοιπόν, είθισται η δική μου οικογένεια να τρώει παστιτσάδα. Η παστιτσάδα είναι ένα παραδοσιακό φαγητό, κόκορας κυρίως κοκκινιστός με κάτι μακαρόνια τρυπητά σαν του παστίτσιου. Ένα πολύ κλασικό με πολλά μπαχάρια. Είναι ένα από τα παραδοσιακά φαγητά της Κέρκυρας. Σε πολλά, όμως, μέρη του χωριού, σε πολλές οικογένειες ακόμα και σήμερα ψήνουν τη «Νια Δευτέρα», του Πάσχα. Γιατί συνέβαινε αυτό. Ακόμα… Θα ξαναπάμε πίσω, από τα ακούσματα και αυτό το ξέρουμε. Στα παλαιότερα χρόνια, λοιπόν, η λειτουργία του Μεγάλου Σαββάτου, που γίνεται μετά τις 00:00 το βράδυ, η Λειτουργία της Ανάστασης, η Αναστάσιμη Λειτουργία, στο χωριό μου γινόταν την Κυριακή το πρωί. Δεν είχανε βραδινές λειτουργίες, πιθανόν και αυτό να έχει απόλυτη σύνδεση με το γεγονός ότι δεν ήταν τουρκοκρατούμενα τα Επτάνησα, οπότε η θρησκεία δεν χρειαζόταν απόκρυψη. Η Αναστάσιμη Λειτουργία γινόταν την Κυριακή το πρωί, οπότε οι άνθρωποι την Κυριακή το πρωί δεν προλάβαιναν να ψήσουν ή τρώγανε σούπα, γιατί από σαράντα μέρες νηστεία το στομάχι τους δεν άντεχε τον οβελία. Απ’ ό,τι μου έχουνε πει η μαμά μου και οι θείες μου, στο δικό μας σπίτι την Κυριακή είχαν έναν άλλο άνθρωπο που έψηνε το κατσίκι, οπότε πάντα ψήναμε Κυριακή. Μετά, με την πάροδο του χρόνου και τα έθιμα που έρχονται και από την υπόλοιπη Ελλάδα, είθισται η λειτουργία να γίνεται το Σάββατο το βράδυ και Κυριακή όλοι να ψήνουν. Όμως, κάποιες οικογένειες στο χωριό ακόμα και σήμερα έχουν κρατήσει αυτό το έθιμο, το να ψήνουν τη Δευτέρα του Πάσχα.
Εκεί που τελειώνουν τα βασικά έθιμα, άλλη μία μέρα είναι που θυμάμαι πάρα πολύ χαρακτηριστικά το Πάσχα στο χωριό που ήθελα πάντα να είμαι, είναι την Παρασκευή που είναι η Παρασκευή της Διακαινησίμου Εβδομάδας, γιατί είχαμε μια ιδιωτική εκκλησία στο χωριό, που ήτανε η Ζωοδόχος Πηγή, που η γιαγιά μου την έλεγε Δοχοπηγή, και είχε λειτουργία την Παρασκευή και μοίραζε άρτους, έκανε αρτοκλασία. Και ήταν κι αυτό συνδεδεμένο. Δηλαδή αν καταφέρναμε να ήμασταν και την Παρασκευή του Πάσχα εκεί, ήταν ιδανικό. Και κάπως έτσι, νομίζω, σταματούν τα έθιμα του Πάσχα έτσι όπως τα ζούμε στο χωριό μου. Η πιο σημαντική μέρα είναι η Δευτέρα του Πάσχα. Ακόμα και σήμερα είναι η πιο σημαντική μέρα. Δηλαδή δεν μπορώ να διανοηθώ να μην πηγαίνω Πάσχα στην Κέρκυρα. Τις μόνες φορές που δεν έχω πάει είναι για πολύ λίγους λόγους, οπότε το έχω για κακό όταν δεν πηγαίνω το Πάσχα στην Κέρκυρα. Νιώθω ότι κάτι δεν έχει πάει καθόλου καλά.
Segment 6
Ο θρύλος του Αρκουδίλα, ο θρύλος «Τ’ Αγιού» και τα θαύματα του Άγιου Σπυρίδωνα
00:29:13 - 00:36:53
Μου μίλησες στη συζήτηση που είχαμε πριν κάνουμε τη συνέντευξή μας για κάποιους θρύλους και ιστορίες σχετικές με το χωριό, σωστά;
Βεβαίως! Δεν έχουμε τόσους, τόσους θρύλους, με την έννοια που μπορεί να υπάρχουν πιο πολλοί στην ηπειρωτική Ελλάδα, γιατί τα νησιά έχουν διαφορετική επαφή με τον έξω κόσμο. Έχουμε θρύλους. Ο πιο βασικός θρύλος που έχουμε είναι σε ένα μοναστήρι στον Αρκουδίλα. Τι είναι ο Αρκουδίλας; Τον λέμε Αρκουδίλα… Λογικά είναι παράφρα[00:30:00]ση του «ακρόδελον», γιατί είναι στο πιο ακραίο σημείο. Είναι στην άκρη-άκρη, στο τέλος του νησιού, στον Ασπρόκαβο. Είναι το πιο νότιο κομμάτι του νησιού. Μετά θάλασσα, πνίγεσαι! Εκεί, λοιπόν, στον Αρκουδίλα, έτσι όπως το λέμε, υπήρχε ένα μοναστήρι της Παναγίας, το οποίο είναι μισογκρεμισμένο πια. Δεν είναι παρά πολύ εύκολη η πρόσβαση. Αλλά, λέγανε πάντα —εγώ δεν το έχω δει ποτέ, το έχουνε δει όμως γνωστοί μου και φίλοι μου και ξαδέρφια μου— ότι σε εκείνο το μοναστήρι μπορείς το βράδυ να δεις την εικόνα της Παναγίας. Ξαφνικά βλέπεις μια φιγούρα, λέει, η οποία φαίνεται σα να κρατά το βρέφος, τον Ιησού. Όσοι το έχουνε δει έχουνε πει ότι η αίσθηση που έχουνε εκείνη τη στιγμή δεν είναι αίσθηση φόβου, είναι μια απόλυτη ηρεμία. Και αυτή η φιγούρα μοιάζει —δεν φαίνονται χαρακτηριστικά, δεν φαίνεται πρόσωπο, είναι φιγούρα, αλλά θεωρούν ότι είναι η εικόνα της Παναγίας, γιατί ταιριάζει απόλυτα με την εικονογράφηση της Παναγίας που κρατάει το βρέφος. Αυτό ενώ ο πιο σημαντικός θρύλος που έχουμε εκεί στο νότο και ο πιο ονομαστός. Ο άλλος θρύλος που σχετίζεται με τα πάντα στην Κέρκυρα είναι ο θρύλος «Τ’ Αγιού». Όταν λέμε «Άγιος», ένας είναι ο Άγιος για τους Κερκυραίους, είναι ο Άγιος Σπυρίδωνας. Ο Αϊ-Σπυρίδωνας δεν είναι Κερκυραίος. Ο Άγιος Σπυρίδωνας, νομίζω, είναι Κύπριος, όμως γιορτάζεται 12 Δεκέμβρη, που είναι πολύ μεγάλη γιορτή, γιατί στην Κέρκυρα γενικότερα υπάρχει το Σκήνωμα του Αγίου. Έχει διατηρηθεί το κορμί του. Είναι φοβερό. Τον έχουνε μέσα σε ένα φέρετρο που είναι γυάλινα κάποια σημεία. Εγώ την πρώτη φορά που το είδα όταν ήμουν μικρή τρόμαξα πάρα πολύ. Είναι λίγο τρομακτικό το θέαμα, γιατί είναι σκήνωμα διατηρημένο. Είναι λίγο τρομακτικό. Είναι διάφοροι θρύλοι γι’ αυτό. Υπάρχει ο κλασικός θρύλος ότι κάθε χρόνο αλλάζουνε τα πασουμάκια του. Φοράει κάτι βελούδινα πασουμάκια, γιατί λιώνουν οι πάτοι, γιατί βγαίνει το βράδυ και προστατεύει το νησί. Εμφανίζεται πάντα με τη μορφή καλόγερου. Η γιαγιά μας έφτιαχνε από αυτά τα πασουμάκια φυλαχτά. Έχουμε όλοι ένα φυλαχτό από τα πασουμάκια του Άγιου, αλλά το πιο γνωστό θαύμα του, που ανήκει στους θρησκευτικούς θρύλους, θα λέγαμε, κάποτε πριν από πολλά χρόνια, όταν ήταν να πολιορκηθεί η Κέρκυρα από τους Άραβες και τους Τούρκους, γενικότερα τους Μωαμεθανούς, εμφανίστηκε το βράδυ στο καράβι ένας καλόγερος. Είχε ξαστεριά το νησί. Είχε ξαστεριά ο ουρανός εκείνη την περίοδο, εκείνη τη νύχτα. Και εμφανίστηκε ένας καλόγερος και είπε στον καπετάνιο, ότι επειδή το αμπάρι έχει πλημμυρίσει, που φυλάνε το μπαρούτι, να το ανεβάσουνε πάνω στο κατάστρωμα να στεγνώσει, αφού έχει ξαστεριά. Ανεβάζουνε, λοιπόν, το μπαρούτι, το απλώνουν στο κατάστρωμα και ξαφνικά ανοίγουν οι ουρανοί και βρέχει. Βρέχεται το μπαρούτι και η Κέρκυρα δεν πολιορκήθηκε ποτέ από τους αλλόθρησκους. Κι αυτό το γιορτάζουμε στην Κέρκυρα στις 11 Αυγούστου, που εκείνη η μέρα είναι ανήμερα η μέρα «Τ’ Αγιού». Έτσι τη λέμε. Του Αγίου, τ’ Αγιού. Ο Άγιος Σπυρίδωνας είναι ο προστάτης της Κέρκυρας. Και κάθε καλοκαίρι κάναμε ένα φανταστικό —και κει φαντασμαγορικό, υπέροχο θέαμα ήτανε— τη Βαρκαρόλα. Ακούγεται πάρα πολύ ιταλικό, πιθανόν και να είναι. Μπαίναν στις βαρκούλες που έχουνε εκεί στο ποτάμι, που είπα και πριν, που έχουνε οι ψαράδες και τις δένουν στο ποτάμι. Αυτές τις βαρκούλες τις στολίζανε και είχαμε μέσα οργανοπαίκτες και τραγουδούσαν καντάδες από τη γέφυρα μέχρι τη θάλασσα. Και όλοι οι υπόλοιποι ακολουθούσαμε παραποτάμια στο δρόμο τη Λιτανεία. Κάναμε μια Λιτανεία, πρώτα είχε και εκεί αρτοκλασία και μετά ακολουθούσαμε τις βάρκες. Είναι περίπου 1.5 χιλιόμετρο δρόμος αυτό; Περίπου, δεν είμαι και σίγουρη. Και περπατάμε μες στο σκοτάδι και εκεί, γιατί δεν έχει φώτα ο δρόμος σε εκείνο το σημείο. Καταλήγει μόνο στη θάλασσα, έτσι κι αλλιώς, που έχει ένα δημοτικό αναψυκτήριο —τώρα είναι κανονικό αναψυκτήριο. [00:35:00]Και ακολουθούσαμε τις βάρκες, οι οποίες ήταν φωτισμένες και ήταν πάνω Κερκυραίοι και Κερκυραίες ντυμένοι με τις παραδοσιακές φορεσιές και κιθάρες και έπαιζαν καντάδες και ήταν ένα φανταστικό θέαμα! Σταμάτησε τα τελευταία χρόνια. Όταν ήμασταν μικρά, και αυτό το περιμέναμε πώς και πώς. Βέβαια, περιμέναμε κι εκείνη τη μέρα γιατί στην πόλη έβγαινε η Περιφορά «Τ’ Αγιού». Πάλι έβγαζαν το φέρετρο το γυάλινο και έκαναν περιφορά στην πόλη. Και εμείς θέλαμε πάντα πάρα πολύ να πηγαίνουμε. Και θυμάμαι ένα καλοκαίρι —να ‘μουνα 10 χρόνων, δηλαδή να ήταν εκεί, τη δεκαετία του ‘90— όλες οι μαμάδες, δηλαδή η μαμά μου και οι αδερφές της, αποφάσισαν να μας πάνε όλα τα παιδιά με το ΚΤΕΛ, γιατί είχαμε λυσσάξει, θέλαμε πάρα πολύ να πάμε. Και ήταν πάρα πολύ κλασικές αυτές ημέρες. Όταν το κάναμε αυτό, μας πήγαιναν χωρίς τους μπαμπάδες μας. Μας πήγαιναν μόνο οι γυναίκες. Και θυμάμαι ότι στο γυρισμό πάντα γκρινιάζουμε να μας βάλει ο οδηγός να δούμε στην τηλεόραση επανάληψη από το Καρουζέλ, ένα σίριαλ που έδειχνε η ΕΡΤ2, μπας και κάτσουμε ήσυχα στη διαδρομή στην επιστροφή. Ήταν πάρα πολύ ωραία. Και εκείνη η μέρα ήτανε φανταστική. Γενικότερα, αυτά τα έθιμα είναι πάρα πολύ όμορφα, γιατί είναι και φαντασμαγορικά, δηλαδή ένα παιδί βλέποντάς τα εντυπωσιάζεται. Και γενικότερα, το καλοκαίρι [Δ.Α.] οι οποίες είναι όλες υπέροχες [Δ.Α.] της φιλαρμονικής, τη Μεγάλη Εβδομάδα ήταν αυτό. Συναυλία της φιλαρμονικής μέσα σε εκκλησία. Και ήταν υπέροχο... Κατάνυξη... Νομίζω ότι αυτοί είναι οι θρύλοι οι σημαντικοί που έχουμε.
Το μόνο άλλο σημαντικό που μπορώ να σκεφτώ για το χωριό —ανήκει στην τοπική Ιστορία, βέβαια. Υπάρχουνε φήμες που λένε ότι η οικογένεια Καποδίστρια, του Καποδίστρια του πρώτου κυβερνήτη, κατάγεται από τη Λευκίμμη. Υπάρχει ένα σπίτι στο χωριό, μέσα στα Μελίκια. Είναι δυστυχώς γκρεμισμένο. Δεν ξέρω γιατί κανένας δεν έχει αναλάβει να το αναστηλώσει και να το χρησιμοποιήσει με κάποιον τρόπο. Είναι «το σπίτι του Βιάρου». Ο Βιάρος είναι ο αδερφός του Καποδίστρια, ο οποίος, όταν ο Καποδίστριας ήταν κυβερνήτης, είχε αναθέσει στον Βιάρο, σ’ αυτόν τον αδελφό του δηλαδή, να ασχοληθεί και με τα της παιδείας. Κι έχουμε εμείς αυτό [Δ.Α.] Είναι πάρα πολύ όμορφο. Μισογκρεμισμένο, αλλά έχει τα βόλτα. Βόλτα είναι οι καμάρες που κάνουν οι σκάλες για να ανέβουν, από κάτω ο χώρος είναι οι καμάρες. Είναι ένα πάρα πολύ όμορφο σπίτι, αλλά δεν ξέρω γιατί είναι ανεκμετάλλευτο αυτό. Θα μπορούσε να είναι ένα ιστορικό, που δεν ανήκει μόνο στην τοπική Ιστορία, αν αναλογιστούμε ότι ο Βιάρος είναι ο αδερφός του Ιωάννη Καποδίστρια, του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας, του ανεξάρτητου κράτους. Αλλά, απίστευτο!
Τώρα που είναι ο κορωνοϊός και δεν πηγαίνεις στην Κέρκυρα, εδώ και δύο χρόνια νομίζω πλέον, σου λείπουν όλα αυτά;
Δεν μου λείπει απλά. Νομίζω ότι είναι μαύρη κατάθλιψη. Για μένα η Κέρκυρα είναι ειδυλλιακό τόπος... Έχει όλα τα προβλήματα που έχει η μικρή κοινωνία, αλλά επειδή εγώ πήγαινα από πολύ μικρή, από 3 μηνών, και επειδή ο μπαμπάς μου, όπως είπα, δεν είχε άλλο χωριό και αγαπούσε πάρα πολύ την Κέρκυρα κι εκείνος… Κι εκεί το σόι της μαμάς μου είναι πάρα πολύ μεγάλο και είναι πάρα πολύ ωραία, ειδικά που μέναμε όλοι στο σπίτι της γιαγιάς μου και είχε κάθε οικογένεια ένα δωμάτιο. Το σπίτι της γιαγιάς μου είναι σαν λαβύρινθος. Είναι πάρα πολύ αστείο. Τώρα έχουμε ο καθένας τα δικά μας [Δ.Α.] Είναι απόλυτη η ένωση με την Κέρκυρα. Κατάφερα να πάω το καλοκαίρι. Δεν πήγα πέρσι το Πάσχα. Νομίζω ότι απ’ ό,τι περάσαμε με τον κορωνοϊό, καλά να ‘μαστε που είμαστε υγιείς, αλλά το μεγαλύτερο πλήγμα ήταν το περσινό Πάσχα που δεν μπορούσαμε να πάμε. Έχω συνδυάσει το να μην πηγαίνω Πάσχα μόνο για λόγους σοβαρούς υγείας ή για γενικότερα πολύ σοβαρούς κακούς λόγους. Πέρσι το Πάσχα που δεν πήγαμε ήταν μαχαίρι στ[00:40:00]ην καρδιά. Φέτος ελπίζω να καταφέρουμε να πάμε. Όταν δεν πάω για καιρό, με πιάνει μια φοβερή νοσταλγία. Όταν ήμουνα μικρή, όταν φεύγαμε μέχρι τη Γέφυρα του Ρίου-Αντιρρίου —πριν γίνει και γέφυρα, υπήρχε ακόμα ferry boat στη ζεύξη αυτή—, έκλαιγα μέχρι εκείνο το σημείο όταν φεύγαμε. Ήταν φοβερό αυτό που συνέβαινε. Αλλά, γενικότερα μού είναι πάρα πολύ άσχημο όταν δεν μπορώ να πάω. Κι όταν μεγάλωσα και τελείωσα το σχολείο, που ήταν πιο εύκολο να πηγαίνουμε ανά πάσα στιγμή, καθιέρωσα να πηγαίνω και πιο συχνά. Όταν ήμουνα μικρή, που δεν μπορούσα, το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε ήτανε στις Απόκριες. Στην Κέρκυρα, πέρα όλα αυτά, από τη φιλαρμονική και τα έθιμα του Πάσχα, οι Σύλλογοι παρουσιάζουν έναν χορό ο οποίος είναι ισπανικός με γαλλικά παραγγέλματα και λέγεται Καντρίλιες. Είναι περίπου το 14ο αιώνα με 18ο στην Κέρκυρα. Και οι Σύλλογοι τώρα αναβιώνουν αυτόν το χορό. Ντύνονται με τα ρούχα του Μεσαίωνα, αυτές τις φοβερές τουαλέτες, τις υπέροχες, και χορεύουν κάτι φανταστικούς περίεργους χορούς ευρωπαϊκούς. Και όταν ήμασταν μικρά και δεν μπορούσαμε να πάμε ανά πάσα στιγμή, γιατί είχαμε σχολείο ή γιατί οι γονείς μου εργάζονταν, κατέβαιναν πολλές φορές στο καρναβάλι του Μοσχάτου. Πριν έξι χρόνια περίπου κατέβηκαν και στο καρναβάλι του Φαλήρου οι Καντρίλιες και η φιλαρμονική. Κι εγώ όταν ήμουνα μικρή και έβλεπα αυτά τα φορέματα και αυτούς τους χορούς, βαμμένες οι γυναίκες και με τα φουρά τους υπέροχα, ήθελα τόσο πολύ να πάω στις Καντρίλιες! Ήθελα τόσο πολύ να είμαι μέλος της φιλαρμονικής, που πηγαίναμε απλά και μόνο για να τους δούμε και να δούμε και τους φίλους μας που είχαν έρθει, που ήταν είτε μέλη από το χορό αυτό είτε της φιλαρμονικής. Γιατί γενικότερα στην Κέρκυρα δεν υπάρχει άνθρωπος, δεν ξέρω σχεδόν κανέναν δηλαδή, που να μην έχει περάσει έστω και έναν χρόνο της ζωής του από τη φιλαρμονική. Δεν υπάρχει, νομίζω, παιδί και μεγάλος που κάποια στιγμή στη ζωή του δεν έχει υπάρξει μέλος της φιλαρμονικής. Είναι φοβερό το πόσο συνδέεται η μουσική και ο χορός και όλα τα ευρωπαϊκά και οι ευρωπαϊκοί αντίκτυποι, βασικά, στην Κέρκυρα. Είναι φοβερό αυτό το αποτύπωμα. Δεν ξέρω, είναι υπέροχο, είναι υπέροχο. Και αυτό μου άρεσε πολύ, όταν η αδελφή μου πήγε να μείνει για λίγο καιρό στην Κέρκυρα, ήταν μέλος ενός τέτοιου Συλλόγου και επιτέλους έβαλε, αυτή κατάφερε και ντύθηκε και ήταν μέλος απ’ τις Καντρίλιες. Και βγαίνανε και χορεύανε με αυτά τα φανταστικά ρούχα, κυρίως τις Απόκριες πια —βασικά, παλιά μόνο τις Απόκριες, τώρα και σε άλλες περιπτώσεις. Ξεκίνησε από την Πλατεία Δημαρχείου, το Σαν Τζιάκομο στην πόλη, αλλά το κάνουν πια και σε όλο το χωριό. Γενικότερα, όλα τα έθιμα είναι παντού. Σε πάρα πολλά μέρη του κόσμου βλέπουμε το κέντρο της περιοχής που κάνει τα έθιμα, αλλά και όλα τα χωριά τα μικρά, τουλάχιστον στην Κέρκυρα αναβιώνουν όλα τα έθιμα. Δεν χρειάζεται να πας στη Χώρα. Νομίζω πια είναι τουριστική ατραξιόν στην πόλη. Το βιώνουμε πιο έντονα στο χωριό, γιατί είναι πιο δικό μας. Αλλά, οι Καντρίλιες είναι ένα όνειρο ζωής, όπως επίσης και η φορεσιά η κερκυραϊκή που θέλαμε να φοράμε της γιαγιάς μου. Και όταν η αδελφή μου έγινε μέλος αυτού του Συλλόγου του χορευτικού, έφτιαξε από την αρχή τη φορεσιά την Κερκυραϊκή και έκατσαν οι θείες μου και της κέντησαν την ποδιά όπως ήταν και κεντημένη η ποδιά της γιαγιάς μου. Και της φτιάξαν και τις φούστες. Και παρήγγειλε και… Όλα τα μέρη έχουν ειδικές ονομασίες. Φανταστικά. Και επιτέλους έχουμε κι εμείς τη δική μας φορεσιά την παραδοσιακή, η οποία είναι φανταστική! Είναι φανταστική!
Πριν κλείσουμε τη συνέντευξή μας υπάρχει κάτι άλλο που θα ήθελες ενδεχομένως να συμπληρώσεις;
Νομίζω ότι τα είπα σχεδόν όλα, όσα τουλάχιστον μου έρχονται κατευθείαν στη μνήμη μου ως παιδί και πάντα μου θυμίζουν την Κέρκυρα. Νομίζω ότι αυτά είναι τα πιο κλασι[00:45:00]κά από περιστατικά, γεγονότα τα οποία ταιριάζουν με τα έθιμα και με τους θρύλους και με την τοπική Ιστορία και όλα αυτά σε συνδυασμό μέσα από τα μάτια δηλαδή της μνήμης, από την παιδική μου ηλικία μέχρι σήμερα. Και νομίζω ότι είναι τόσο συνταρακτικά δοσμένα μέσα μου, που δεν νομίζω να φτάσει ποτέ το σημείο που να τα απαρνηθώ!
Μάγδα μου, σε ευχαριστώ πάρα πολύ για την όμορφη αφήγησή σου!
Κι εγώ ευχαριστώ πολύ!
Photos

Χορός στη γέφυρα
Χορός πάνω στη γέφυρα μετά τη Λιτανεία τη ...

Χορός στη γέφυρα
Χορός πάνω στη γέφυρα μετά τη Λιτανεία τη ...

Καντρίλιες
Καντρίλιες τις Απόκριες στην Κέρκυρα. Πολι ...

Καντρίλιες
Καντρίλιες τις Απόκριες στην Κέρκυρα. Πολι ...

Καντρίλιες
Καντρίλιες τις Απόκριες στην Κέρκυρα. Πολι ...

Σπίτι Βιάρου Καποδίστρια
Το σπίτι του Βιάρου Καποδίστρια (αδελφός τ ...

Σπίτι Βιάρου Καποδίστρια
Το σπίτι του Βιάρου Καποδίστρια (αδελφός τ ...

Μπότηδες
Αναβίωση Μπότηδων στο χωριό Ριγκλάδες το Μ ...

Μπότηδες
Αναβίωση Μπότηδων στο χωριό Ριγκλάδες το Μ ...

Μπότηδες
Σπασμένα κομμάτια από Μπότηδες.

Δέηση «Νιας Δευτέρας»
Η Λιτανεία φτάνει στη γέφυρα για να γίνει ...

Δέηση «Νιας Δευτέρας»
Η Λιτανεία φτάνει στη γέφυρα για να γίνει ...

Δέηση «Νιας Δευτέρας»
Λιτανεία τη «Νια Δευτέρα», τη Δευτέρα του ...

Δέηση «Νιας Δευτέρας»
Λιτανεία τη «Νια Δευτέρα», τη Δευτέρα του ...

Χορός στη γέφυρα
Χορός πάνω στη γέφυρα μετά τη Λιτανεία τη ...

Μάγδα Διαμαντάρα
Η Αφηγήτρια Μάγδα Διαμαντάρα.

Μάγδα Διαμαντάρα
Η Αφηγήτρια Μάγδα Διαμαντάρα.
Summary
Η Μάγδα Διαμαντάρα ζει στη Νέα Σμύρνη και κατάγεται από το χωριό Μελίκια Λευκίμμης της Κέρκυρας. Από τότε που θυμάται τον εαυτό της έχει περάσει σχεδόν κάθε Πάσχα και καλοκαίρι εκεί. Στην αφήγησή της, μέσα από τις παιδικές της μνήμες και τις εικόνες που έχει με την οικογένειά της, μιλά για τα έθιμα του Πάσχα στα Μελίκια, ξεκινώντας από τη Μεγάλη Παρασκευή, την Πρώτη Ανάσταση, τη «Νια Δευτέρα» μέχρι και την Παρασκευή της Ζωοδόχου Πηγής, περιγράφοντας τα πάντα: από την Περιφορά του Επιταφίου μέσα στις πυγολαμπίδες στο απόλυτο σκοτάδι, τους Μπότηδες, τις φιλαρμονικές που συνοδεύουν όλα τα έθιμα και τη Λιτανεία στο ποτάμι του χωριού. Παράλληλα, αφηγείται θρύλους, θαύματα και τοπικές ιστορίες σχετικά με την Κέρκυρα και το χωριό. Τελειώνει με τον Αποκριάτικο χορό Καντρίλιες, που για την ίδια αποτελεί όνειρο να χορέψει μαζί με τους Χορευτικούς Συλλόγους του νησιού.
Narrators
Μαγδαληνή Διαμαντάρα
Field Reporters
Αικατερίνη Σχοινά
Tags
Interview Date
20/03/2021
Duration
45'
Interview Notes
Η αφηγήτρια είναι φίλη και συμφοιτήτρια της ερευνήτριας.
Summary
Η Μάγδα Διαμαντάρα ζει στη Νέα Σμύρνη και κατάγεται από το χωριό Μελίκια Λευκίμμης της Κέρκυρας. Από τότε που θυμάται τον εαυτό της έχει περάσει σχεδόν κάθε Πάσχα και καλοκαίρι εκεί. Στην αφήγησή της, μέσα από τις παιδικές της μνήμες και τις εικόνες που έχει με την οικογένειά της, μιλά για τα έθιμα του Πάσχα στα Μελίκια, ξεκινώντας από τη Μεγάλη Παρασκευή, την Πρώτη Ανάσταση, τη «Νια Δευτέρα» μέχρι και την Παρασκευή της Ζωοδόχου Πηγής, περιγράφοντας τα πάντα: από την Περιφορά του Επιταφίου μέσα στις πυγολαμπίδες στο απόλυτο σκοτάδι, τους Μπότηδες, τις φιλαρμονικές που συνοδεύουν όλα τα έθιμα και τη Λιτανεία στο ποτάμι του χωριού. Παράλληλα, αφηγείται θρύλους, θαύματα και τοπικές ιστορίες σχετικά με την Κέρκυρα και το χωριό. Τελειώνει με τον Αποκριάτικο χορό Καντρίλιες, που για την ίδια αποτελεί όνειρο να χορέψει μαζί με τους Χορευτικούς Συλλόγους του νησιού.
Narrators
Μαγδαληνή Διαμαντάρα
Field Reporters
Αικατερίνη Σχοινά
Tags
Interview Date
20/03/2021
Duration
45'
Interview Notes
Η αφηγήτρια είναι φίλη και συμφοιτήτρια της ερευνήτριας.