© Copyright Istorima
Istorima Archive
Story Title
Ο παπα-Κώστας της Σύρου και η εικόνα του Ελ Γκρέκο
Istorima Code
10032
Story URL
Speaker
Κωνσταντίνος Κοντός (Κ.Κ.)
Interview Date
17/02/2021
Researcher
Ζουστίν Αρβανίτη (Ζ.Α.)
[00:00:00]
Είναι 17 Φεβρουαρίου του 2021, βρισκόμαστε στον Ιερό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Ερμούπολη της Σύρου και βρισκόμαστε εδώ με τον παπά Κώστα, τον πιο αγαπητό παπά της Σύρου!
Ευχαριστώ πάρα πολύ, ευχαριστώ!
Και εγώ είμαι η Ζουστίν Αρβανίτη, ερευνήτρια στο Ιstorima.
Ωραία. Λοιπόν, βρισκόμαστε στον ιερό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Ο ναός μας είναι αφιερωμένος στην Κοίμηση της Παναγίας μας, εορτάζει 15 Αυγούστου και είναι κτίσμα του 1826-29 από πρόσφυγες Ψαριανούς. Είναι ο δεύτερος, κατά σειρά, ναός κτισμένος εδώ στην Ερμούπολη, με πρώτη τη Μητρόπολή μας, την Μεταμόρφωση του Σωτήρος, που χτίστηκε το 1824 από Χιώτες. Και μετά δύο χρόνια, οι Ψαριανοί έχτισαν το ναό αυτό. Τώρα, ο ναός μας, ο ρυθμός της, είναι τρίκλιτη βασιλική χωρίς τρούλο από πάνω. Αυτό το οποίο βλέπουμε, είναι ψευδοροφή. Από μέσα είναι όλο κούφιο, το οποίο στηρίζεται με ψαλίδια –τα ψαλίδια είναι γερά ξύλα– και η οροφή του ναού μας είναι σαμαρωτή ξύλινη και από πάνω υπάρχει το κεραμίδι. Η δε ψευδοροφή είναι με ένα ειδικό ξύλο φτιαγμένη, μπαγδαντί. Το μπαγδαντί είναι ψιλό-ψιλό πηχάκι, που εκεί βάζανε δέρματα ζώου, για να μπορέσουνε να σοβατίσουν και να αγιογραφήσουνε. Λέγεται μάλιστα, εδώ συγκεκριμένα για το ναό το δικό μας, ότι όταν ήρθαν οι Ψαριανοί από τα Ψαρά, το αντικείμενό τους που γνώριζαν καλά να φτιάχνουν, ήτανε βάρκες, καΐκια και καράβια. Δεν ξέραν ούτε από εκκλησίες ούτε από σπίτια. Γι’ αυτό εάν υπήρχε δυνατότητα να αναποδογυρίσουμε το ναό μέσα απ’ την ψευδοροφή, συμβολίζει ένα καράβι. Και αυτό θα το διαπιστώσουμε και στο γυναικωνίτη μας. Ο οποίος ναι μεν φαίνεται τεχνοτροπία μπαρόκ, στην ουσία όμως, είναι κουπαστή ενός καραβιού, με μια ιδιομορφία ότι στο μέσον εικονίζεται ο Θεός. Πράγμα σπάνιο γιατί όπως γνωρίζουμε ο Θεός είναι πνεύμα και ποτέ κανείς δεν είδε το πρόσωπο του Θεού. Και αριστερά και δεξιά μας, υπάρχουνε παραστάσεις από την Μεταμόρφωση και από την Ανάληψη του Χριστού μας. Μπαίνοντας κανείς στο πρόναο του ναού μας, θα συναντήσει όλο μάρμαρο. Ο κυρίως ναός είναι φτιαγμένος όλος από ξύλο και το τέμπλο μας είναι μαρμάρινο. Αν και η Σύρος δεν έβγαζε μάρμαρο, το φέρνανε από την Πεντέλη -Αθήνα- είτε απ’ την Τήνο ή Πάρο ή Νάξο. Οι κολώνες μας, που βλέπουμε δεξιά και αριστερά, σύνολο 10 τον αριθμό, αφότου εχτίστηκε ο ναός, όλες οι κολώνες ήτανε ξύλινες. Ήτανε κορμός δέντρου απ’ τη βάση μέχρι το κιονόκρανο. Και μάλιστα, τις είχαν δεμένες με σχοινιά για τη διαστολή και τη συστολή. Και επί των ημερών μας –λέω «ημερών μας», είμαστε δύο ιερείς, ο πατήρ Αλέξανδρος ιερομόναχος, εγώ ο παπα-Κώστας, έγγαμος κληρικός– Είμαστε περίπου 50 χρόνια εφημέριοι εδώ στο ναό. Πριν περίπου 20 χρόνια… διαπιστώσαμε ότι είχε σαπίσει το ξύλο, το ‘χε φάει το σαράκι. Και λογικό είναι, φοβηθήκαμε για την στατικότητα, να μην πέσει. Αμέσως καλέσαμε την κυρία Παραμάνη Ελένη, μηχανικό της Σύρου. Ερχόμενη αυτή στο ναό μας, βλέποντας την επικινδυνότητα του έργου, κάλεσε κι έναν συνάδελφό της απ’ την Αθήνα, ειδικό μηχανικό. Και μετά από πολλές-πολλές μελέτες που κάνανε, αποφάσισαν και μας είπαν «Πάτερ Αλέξανδρε, παπα-Κώστα, οι κολώνες σας είναι επικίνδυνες. Πρέπει να πέσουν». Αμέσως, σαν εφημέριοι του ναού, πήραμε πρωτοβουλία, καλέσαμε το «Νεώριο», το ναυπηγείο μας, που διαθέτει άριστους τεχνίτες. Και τώρα, έπεσαν όλες οι κολώνες και μέσα απ’ την κολώνα έφυγε τελείως το ξύλο και μέσα από την κολώνα μπήκε μία σωλήνα μεταλλική, ανοξείδωτη, με ειδικό πλέγμα και σοβάς. Και αυτό που βλέπουμε απέξω είναι απομίμηση μαρμάρου. Είναι μπογιά. Αφήσαμε όμως, μία κολώνα –αυτή η οποία είναι εδώ, στον άμβωνα– με το σκεπτικό να μην τον χαλάσομε, επειδή είναι ενσωματωμένη κολώνα με τον άμβωνα και είναι ένα έργο τέχνης. Αποφασίσαμε από κοινού, την κολώνα αυτή να μην την πειράξουμε, να τη συντηρήσουμε, αλλά να μην τη ρίξουμε. Και μάλιστα, έχουμε κάνει και ένα τζαμάκι για την ιστορία. Σήμερα, [00:05:00]παραδείγματος χάρη, είμαι εγώ, μετά από 150 χρόνια που θα φύγω –μεγάλη ιδέα έχω για τον εαυτό μου!– αυτοί που θα μας διαδεχτούνε, να γνωρίζουνε πώς ήταν αρχικά οι κολώνες. Και μάλιστα, όταν είχε έρθει εδώ τον ναυπηγείο, το «Νεώριόν» μας, με τους τεχνίτες, μία ολόκληρη κολώνα την έχουμε δώσει στο βιομηχανικό μας μουσείο, για να τη βλέπει κι εκεί ο επισκέπτης. Οι εικόνες που βλέπουμε δεξιά και αριστερά είναι αναγεννησιακές, η τεχνοτροπία τους, δεν έχουν καμία σχέση με το βυζαντινό. Τα δε πλαίσια των εικόνων είναι βενετσιάνικο στυλ και όλες είναι με φύλλο χρυσού. Και μάλιστα, τα τελευταία χρόνια με τον πατέρα Αλέξανδρο έχουμε κάνει συντήρηση και καθαρισμό όλων των εικόνων. Εκείνο που ίσως πρέπει να τονίσομε και για τη δική μας εκκλησία, την Κοίμηση, αλλά κι όλες οι εκκλησίες του νησιού μας, δεν έχουμε τοιχογραφίες που έχουν άλλες πόλεις της Ελλάδας, η Αθήνα, ο Πειραιάς και η Πάτρα. Αυτό πού οφείλεται; Ότι έχουμε εμείς φορητές εικόνες; Έχει κάποια εξήγηση, δεν είναι τυχαίο. Και ποια είναι η εξήγησή του… Όταν ήρθανε οι πρόσφυγες οι Χιώτες, οι Ψαριανοί, από την Κρήτη, απ’ τα παράλια της Μικρά Ασίας, υπήρχαν διάφορες συντεχνίες. Και η κάθε συντεχνία έκανε και τον προστάτη Άγιό του.
Παραδείγματος χάρη, βλέπουμε εδώ απέναντί μας τους Αγίους Αποστόλους, τους 12 μαθητές του Χριστού μας. Τι ήταν οι Άγιοι Απόστολοι πριν ακολουθήσουν τον Χριστό μας; Ήτανε ψαράδες. Οι ψαράδες λοιπόν, οι Ψαριανοί που ήρθανε εδώ, κάνανε την εικόνα αυτή και κάθε χρόνο 30 Ιουνίου στη μνήμη, την κατεβάζουμε, φέρνουνε λουλούδια, τη στολίζουν, φέρνουν άνθη και κάνουν το πανηγύρι τους. Και αυτό ισχύει για τον Άγιο Μόδεστο, ο προστάτης των ζώων, 16 Δεκεμβρίου. Ο Άγιος Τρύφωνας, 1η Φεβρουαρίου, που γιόρταζε προχτές, οι μπαξεβάνηδες εδώ του νησιού και ούτω καθεξής. Επίσης, έχουμε και μια εικόνα, τον Άγιο Αντώνιο, ο οποίος ήτανε, λέει, ένα συνάφι μες στο «Νεώριο» «μπουργουτζήδες» τους λέγανε. Τι είναι οι μπουργουτζήδες; Ήταν σιδεράδες μες στο ναυπηγείο και κάνανε την εικόνα αυτή, την είχαν σαν προστάτη τους. Ο δεσποτικός θρόνος και ο άμβωνας είναι μια άλλη… Τα βημόθυρα της ωραίας πύλης είναι μια άλλη τεχνοτροπία. Ενώ είπαμε, ο γυναικωνίτης είναι μπαρόκ, αυτά είναι ροκοκό. Το ροκοκό τι είναι; Είναι μια τεχνοτροπία με πολλά, όπως βλέπουμε, στολίδια και χρώματα πάνω σε ξύλο φτιαγμένα. Και μάλιστα, ο δεσποτικός θρόνος, έγινε συντήρησή του, το 2014 από ένα ζευγάρι την Αγγελική την Κεχαγιά και τον σύζυγό της, τον Ιωάννη [00:10:00]το Μπέκο, που έχουν σπουδάσει την τέχνη αυτή. Όπως επίσης, πριν τρία-τέσσερα χρόνια μας καθάρισαν και το τέμπλο. Οι εικόνες του τέμπλου είναι όλες από καθαρό ασήμι, ατόφιο, χτυπημένες στο χέρι το 1910 από κάποια οικογένεια Δροσινή, το επίθετο, που η οικογένεια αυτή είχε έρθει από τη Σάμο και ασχολείτο με την τέχνη. Το δε εξωτερικό περίβλημα της εικόνος έχει μια ειδική ονομασία και λέγεται «πουκάμισο». Επίσης, αναφέρει η ιστορία εδώ του ναού μας ότι τον Οκτώβριο του 1943 οι Εγγλέζοι θέλοντας να χτυπήσουν γερμανικά πλοία μέσα στο λιμάνι, έφυγε μία βόμβα τρύπησε τη στέγη του ιερού και έπεσε πάνω στην Αγία Τράπεζα. Και παρόλο που δεν εξερράγη, με τη φόρα και τη δύναμη που έπεσε, ό,τι υπήρχε μέσα το τέμπλο, να το καταστρέψει ολοσχερώς. Και το 1953, μετά από 10 χρόνια περίπου, δύο ιερείς, οι οποίοι και οι δύο καταγόντουσαν από την Τήνο, άρχισαν να το ξαναχτίζουν. Τέτοιες φωτογραφίες έχουμε πάνω στο γραφείο μας. Οι αγιογραφίες που υπάρχουν μέσα στο ιερό βήμα, η πλατυτέρα μας, και οι ιεράρχες, αυτά είναι καθαρά βυζαντινής τεχνοτροπίας, έχουν γίνει το 1974 από κάποιον Νικόλαο Χρήστου, εν αντιθέσει με τις υπόλοιπες εικόνες που βρίσκονται στον κυρίως ναό, οι οποίες είναι αναγεννησιακές. Τα δε πλαίσια των εικόνων είναι βενετσιάνικο στυλ και όλες είναι με φύλλο χρυσού. Έχουμε επίσης, μια άλλη εικόνα τους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες που γιορτάζουν 9 Μαρτίου, την έχουνε κάνει οι αχθοφόροι οι Ψαριανοί που ήρθανε και ούτω καθεξής. Οπότε κάθε εικόνα εκπροσωπεί και ένα σύλλογο και μια συντεχνία.
Και, όπως είπαμε και εχθές, κατά κάποιο τρόπο, μπορούμε να δούμε ένα κομμάτι της ιστορίας της Σύρου μέσα από αυτές τις εικόνες.
Πολύ σωστά, πολύ σωστά. Επίσης, θα σας δείξω μία εικόνα που παρουσιάζει την Κοίμηση της Παναγίας μας. Αυτή η εικόνα δείχνει την ιστορία, τον πολιτισμό που πέρασε εδώ απ’ το νησί μας, η οποία έχει γίνει το 1831 δια χειρός –αναφέρει πάνω– «Ελένης Θεόδωρου». Η εικόνα αυτή είναι φτιαγμένη με χρυσή κλωστή. Πότε; Το 1831, όταν όλη η Ελλάδα μας ήτανε σκλαβωμένη στους Τούρκους και κυκλοφορούσε με φουστανέλα, στη Σύρο έκαναν εικόνες με χρυσή κλωστή. Επίσης, έχουμε μία εικόνα, την πλατυτέρα μας, στο δεξιό κλίτος μπαίνοντας στο ναό, η οποία έχει γίνει στη Σκήτη της Αγίας Άννης στο Άγιο Όρος, το 1829. Και η ιδιομορφία της εικόνας αυτής είναι ότι είναι φτιαγμένη πάνω σε λαμαρίνα. Σε τσίγκο. Έχουν περάσει περίπου 180 χρόνια και όμως, τα χρώματα είναι ανεξίτηλα, δεν τα ‘χει προσβάλει ο χρόνος. Αυτά τώρα, όσο αφορά την εικόνα… Να πούμε και κάτι για τον Επιτάφιό μας, που το ‘χαμε πει και προχτές. Ο Επιτάφιος αυτός χρονολογείται περίπου 200 χρόνων και λέει η ιστορία ότι πρέπει να έχει έρθει απ’ την Αλεξάνδρεια. Ο δικός μας, της Κοιμήσεως, της Μεταμορφώσεως και του Αγίου Νικολάου είναι ίδιοι. Λέει λοιπόν, η ιστορία ότι όταν έπεσε η βόμβα, το ‘43 –που είπαμε προηγουμένως απ’ τους Εγγλέζους– ο Επιτάφιος βρισκόταν μέσα στο ιερό βήμα και καταστράφηκε. Και κάποιος παλιός ενορίτης, τον οποίο πρόλαβα και εγώ, παπα-Νικήτας… μου διαφεύγει τώρα το επίθετό του. Το σπίτι το πατρικό είναι εδώ λίγο έξω απ’ το ναό μας, ήρθε ο άνθρωπος αυτός μέσα σε ζεμπίλια, τον πήρε, τον πήγε σπίτι του και τον συναρμολόγησε. Ζυγίζει πάνω από 200 κιλά. Και έχει βάλει μέσα σίδερο, για να μπορεί να σταθεροποιήσει. Πριν 10 χρόνια, περιφέραμε την Μεγάλη Παρασκευή αυτόν τον Επιτάφιο, αλλά φοβηθήκαμε μην μας μείνει στα χέρια και πριν 10 χρόνια επισκευάσαμε, φτιάξαμε από την αρχή στα Ιωάννινα έναν καινούργιο Επιτάφιο, τον οποίο περιφέρουμε τη Μεγάλη Παρασκευή. Αυτό μένει σαν κειμήλιο μέσα στο ναό μας.
Ας έρθουμε όμως τώρα, να πούμε και δυο λόγια για την περίφημη εικόνα του μεγάλου μας ζωγράφου, του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, του γνωστού Ελ Γκρέκο. Την εικόνα αυτή, ο Θεοτοκόπουλος, την ζωγράφισε στην Κρήτη το 1562-64, 16ο αιώνα, πριν φύγει να πάει στην Ιταλία και μετά, μόνιμα εγκαταστάθηκε στην Ισπανία, στο Τολέδο. Διαφέρει από τα μετέπειτά του έργα, γιατί αυτό είναι καθαρά βυζαντινής τεχνοτροπίας και Κρητικής σχολής. Λέει, λοιπόν, η παράδοσις ότι εδώ στο νησί μας την έφεραν οι πρόσφυγες Ψαριανοί που, όπως [00:15:00]είπαμε, έχτισαν τον ναό. Το ερώτημα τώρα όμως είναι «πώς βρέθηκε απ’ την Κρήτη στα Ψαρά;» Λέει, λοιπόν, η ιστορία ότι την εποχή εκείνη υπήρχε το εμπόριο μεταξύ Κρήτης και Ψαρών. Και κάποιος πλούσιος μεγαλοέμπορας Ψαριανός την παρήγγειλε στον Θεοτοκόπουλο. Νεαρός τότε, έπαιρνε παραγγελίες να συγκεντρώσει χρήματα, να πάει στο εξωτερικό. 300 ολόκληρα χρόνια βρίσκεται στο νησί στα Ψαρά, 1500-1800. Και σπάει η Επανάστασις, οι Τούρκοι, απ’ ό,τι γνωρίζουμε, καταστρέφουν τα πάντα στα Ψαρά. Καημένοι Ψαριανοί, ό,τι μπορούσαν να σώσουνε από πλευράς κειμηλίων, το έφεραν εδώ στο νησί, στη Σύρο. Αλλά το σημαντικό και το συγκινητικό είναι και οι ίδιοι οι Ψαριανοί δεν γνώριζαν τι θησαυρό κουβαλούσαν μαζί τους, γιατί λόγω του χρόνου η εικόνα είχε μαυρίσει. Και ήτανε εδώ, μέσα στο ναό μας, έξω στον πρόναο, δεξιά, σε ένα παλιό εικονοστάσι, 150 ολόκληρα χρόνια. Και το μόνο που μπορούσε κάποιος να ξεχωρίσει από όλη την εικόνα ήταν το σώμα της Παναγίας μας, το φωτοστέφανο και του Χριστού, το οποίο είχαν επενδύσει με ασήμι. Και λέγανε ότι η εικόνα παρουσιάζει την Κοίμηση της Παναγίας. Από εκεί και πέρα, δεν γνώριζε απολύτως κανείς τίποτε μέχρι που ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και συγκεκριμένα τον Μάρτιο μήνα του 1983 και αξέχαστη μέρα, Καθαρά Δευτέρα το πρωί, κάνει μία επίσκεψη από τα Ψαρά ο αρχαιολόγος μας κύριος Γεώργιος Μαστορόπουλος με καταγωγή από Νάξο… Και ήταν και παιδί ιερέως. Δεν ήρθε όμως έτσι τυχαία μες στο ναό μας. Ήρθε με έναν σκοπό. Ο σκοπός του ήτανε να κάνει μια έρευνα σε όλες τις εικόνες μας. Να ψάξει και γενικά, ό,τι βρει. Έτυχε λοιπόν, εκείνο το πρωινό, που ήρθε στο ναό, να είμαι δίπλα του. Και εδώ να επισημάνουμε ότι ο κύριος Μαστορόπουλος δεν ήρθε μόνος του, ήρθε με έναν αδελφικό μου φίλο, ιερέα, τον πατέρα Γεώργιο τον Ζάχαρη, ο όποιος κοιμήθηκε πριν μερικά χρόνια – έγγαμος και αυτός με πέντε παιδιά, ήμαστε οικογενειακοί φίλοι, η ευχή του να είναι μαζί μας, με τον οποίο είχε κάνει κουμπαριά – ο πατήρ Γεώργιος με τον κύριο Μαστορόπουλο. Εγώ δεν τον γνώριζα, δεν τον ήξερα τον άνθρωπο. Μπαίνοντας λοιπόν, ο πατήρ Γεώργιος μου λέει «Παπα-Κώστα μου, από ‘δω να σου συστήσω τον κουμπάρο μου, τον κύριο Μαστορόπουλο τον Γιώργο. Είναι αρχαιολόγος στο επάγγελμα, παιδί ιερέως και θέλει να κάνει μια έρευνα στις εικόνες εδώ του ναού. Θα του επιτρέψεις;» «Παπα-Γιώργη μου» λέω «πολύ ευχαρίστως, με μεγάλη χαρά και ευχαρίστηση που τον έφερες εσύ, ό,τι θέλει, θα τον εξυπηρετήσουμε». Πράγματι, έφυγε ο πατήρ Γεώργιος, μείναμε οι δυο μας με τον κύριο Μαστορόπουλο. Αρχίζει σιγά-σιγά, να βλέπει τις εικόνες του ναού. Μόλις φτάνει στην συγκεκριμένη για την οποία μιλάμε, θυμάμαι, έκατσε αρκετή ώρα πάνω της, την κοίταγε, την ξανακοίταγε. Όπου κάποια στιγμή μου λέει: «Παπα-Κώστα μου, σε παρακαλώ, μου βγάζεις την εικόνα αυτή απ’ το πλαίσιο και να τη δω κάπως καλύτερα;» Θυμάμαι, ήταν μέσα σε ένα τζάμι με μια σειρά από τάματα. «Κύριε Μαστορόπουλε, ευχαρίστως». Την πήραμε και την πήγαμε στο κλίτος δεξιά, που είπαμε και προηγουμένως, της πλατυτέρας μας. Εγώ του την ακούμπησα σε κάποια στασίδια και έφυγα από κοντά του. Τον άφησα ελεύθερα να κάνει τη δουλειά του όπως ήξερε εκείνος. Να πούμε και το βασικό, υπήρχε και εμπιστοσύνη στο πρόσωπό του. Θυμάμαι, πέρασαν δυο ώρες. Κάποια στιγμή, έρχεται με αγκαλιάζει, πώς κλαίει ένα μωρό παιδί με αναφιλητά; Λέγοντάς μου «Παπα-Κώστα μου, το ξέρεις ότι μες στο ναό σας έχετε έναν θησαυρό;» Τι είχε συμβεί; Ακριβώς όπως βλέπουμε την εικόνα, στο κάτω μέρος, στο μέσον ακριβώς, ανακάλυψε την υπογραφή του, που λέει «Δομήνικος Θεοτοκόπουλος ο δείξας». Τι σημαίνει «δείξας»; Είναι με έψιλον-γιώτα απ’ το ρήμα «δείκνυμι» φανερώνω. Δηλαδή, είναι ο καλλιτέχνης που μας την παρουσίασε, που μας την φανέρωσε. Υπουργός Πολιτισμού το 1983 ήταν η Μελίνα η Μερκούρη, η οποία στο άκουσμα, όταν πήγε ο κύριος Μαστορόπουλος και της το ανέφερε, θυμάμαι, μέσα σε μία εβδομάδα, μετά από αλλεπάλληλα τηλεφωνήματα, ένα μεσημεράκι, μας στέλνει δυο υπαλλήλους της, τους περιμένει το περιπολικό στην παραλία μας και με μεγάλη μυστικότητα την παίρνουν και την πάνε στην Αθήνα, στο βυζαντινό μουσείο. Και εκεί πλέον, ειδικός συντηρητής, συγκεκριμένα ο κύριος Σταύρος Μπαλτογιάννης, ο οποίος κοιμήθηκε και αυτός πριν δυο χρόνια, την καθάριζε δυόμισι χρόνια. Κάθε μέρα ένα κομματάκι, χιλιοστό-χιλιοστό, για [00:20:00]να μην την καταστρέψει. Και όχι μόνο αυτό, είχαν φέρει και ειδικό μηχάνημα απ’ το εξωτερικό για εδώ τις επιφάνειες που είναι με φύλλο χρυσού. Καταλαβαίνουμε, μιλάμε για ένα έργο αμυθήτου αξίας. Τα έργα αυτά δεν κοστολογούνται. Οι ειδικοί λένε ότι την έκανε μεταξύ 19 και 22 ετών και μάλιστα, το έργο αυτό αποδεικνύει ότι όταν έφυγε απ’ την Κρήτη, να πάει Ιταλία, Ισπανία ήδη ήτανε μαΐστορας της βυζαντινής τέχνης. Δηλαδή, ολοκληρωμένος ζωγράφος. Και άτομο θρησκευόμενο, παρόλο το νεαρό της ηλικίας του, γιατί; Μέσα σε αυτή την εικόνα μας παρουσιάζει όλη τη θεολογία της πίστεώς μας. Και για να γίνω πιο σαφής, βλέπουμε να μας παρουσιάζει την Κοίμηση της Παναγίας μας. Το βρέφος αυτό συμβολίζει την ψυχή που παίρνει ο Χριστός και εδώ, συμβολικά, ο Θεοτοκόπουλος θέλει να μας δείξει τη σχέση υιού και μητέρας. Και μέσω των αγγέλων, του άυλου πνευματικού κόσμου, παρουσία του τρίτου προσώπου της Αγίας Τριάδος το περιστέρι, που τη μεταφέρουν στον ουρανό. Και εδώ να πούμε χαρακτηριστικά, όταν έφυγε απ’ την Κρήτη να πάει έξω, συνήθιζε όλα του τα έργα να έχουνε δύο επίπεδα. Το γήινο και το ουράνιο. Χαρακτηριστικό του έργο είναι η «Ταφή του Κόμητος Οργκάθ» που βρίσκεται στο Τολέδο στην Ισπανία. Δεξιά και αριστερά, μέσα σε σύννεφο βλέπουμε τους Αποστόλους οι οποίοι ήρθαν με θαυματουργικό τρόπο, να παραβρεθούνε την ημέρα που κοιμήθηκε η Παναγία μας, όπως ψάλλουμε και ένα ωραίο τροπάριο –μεγαλυνάριο λέγεται– τον Δεκαπενταύγουστο. «Ἀπόστολοι ἐκ περάτων, συναθροισθέντες ἐνθάδε, Γεθσημανῆ τῷ χωρίῳ, καὶ σύ, Υἱὲ καὶ Θεέ μου, παράλαβέ μου τὸ πνεῦμα». Τα τείχη της Ιερουσαλήμ. Ο Απόστολος Θωμάς, ο Δύσπιστος, στον οποίο η Παναγία μας δίνει τη ζώνη της, η οποία φυλάσσεσαι στο Άγιο Όρος στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου και κάθε χρόνο, 31 Αυγούστου, έχουμε και την κατάθεση της Αγίας Ζώνης. Γιατί όμως την έδωσε στον Απόστολο Θωμά και δεν την έδωσε στον Ιωάννη, που είναι και ο αγαπημένος της μαθητής; Λέει λοιπόν, η ιστορία, η παράδοση της εκκλησίας μας, ότι κατ’ οικονομίαν Θεού, ο μόνος Απόστολος που δεν παραβρέθηκε στη Κοίμησή της, ήταν ο Απόστολος Θωμάς. Και όταν μετά από μερικές μέρες πήγε να προσκυνήσει τον τάφο της, του είπαν οι υπόλοιποι μαθηταί, οι Απόστολοι, «Θωμά, η Παναγία δεν βρίσκεται στο τάφο, αλλά ο Χριστός την πήρε ολόσωμη στον ουρανό, μετέστην». Για δεύτερη φορά δυσπίστησε, όπως γνωρίζουμε και στην Ανάσταση του Χριστού μας, τότε εκείνος γονάτισε, προσευχήθηκε στην Παναγία μας, για να του δείξει κάποιο σημάδι και για αυτό το λόγο του πέταξε τη ζώνη, για να πιστέψει ότι όντως δεν είναι στη γη, αλλά στον ουρανό. Και να συνεχίσουμε και να πούμε ότι ακριβώς κάτω απ’ το νεκροκρέβατο της Παναγίας μας, ο Θεοτοκόπουλος μας παρουσιάζει δύο Καρυάτιδες με τα κηροπήγια. Δηλαδή, να το πούμε έτσι απλά, στο έργο αυτό, μας έκανε το πάντρεμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού με τον χριστιανισμό. Και γιατί τα έκανε αυτά; Γιατί την εποχή που έζησε στην Κρήτη, 16ο αιώνα, η Κρήτη ήτανε ενετοκρατούμενη. Και επηρεασμένος απ’ τους Ενετούς και από την αναγέννηση της εποχής εκείνης, έκανε το πάντρεμα αυτό. Και αφότου… Θες να με ρωτήσεις κάτι;
Ναι, για αυτό εδώ το κομμάτι, θέλετε να μου πείτε;
Ναι, αυτό το κομμάτι, Ζουστίν μου, το έχουνε αφήσει, για να βλέπουμε τη διαφορά… πώς ήταν η εικόνα όταν ήρθε ο κύριος Μαστορόπουλος που την ανακάλυψε, έτσι μαύρη. Και απ’ ό,τι έχω ακούσει κι εγώ, πάντα στα μεγάλα έργα που ανακαλύπτουνε, αφήνουν ένα κομματάκι για να βλέπουμε πώς ήταν αρχικά πριν καθαριστεί. Και να πούμε έτσι στη συνέχεια, αφότου ανακαλύφθη το έργο, το ‘83 και τον Οκτώβρη του ‘85 επανήλθε στο ναό μας, έκτοτε το Υπουργείο Πολιτισμού σχεδόν κάθε χρόνο, πάντα με την άδεια φυσικά του Μητροπολίτη μας, θα την πάρει απ’ το ναό σε διάφορες εκθέσεις που γίνονται, με έργα του Θεοτοκόπουλου. Όπως θυμάμαι, την είχε πρωτοπάρει ο Χρήστος ο Λαμπράκης στο Μέγαρο Μουσικής, η κυρία Πλάκα στην Πινακοθήκη, δύο φορές έχει πάει στο βυζαντινό μουσείο, το ‘12 ήτανε στην Κύπρο και το 2014, πριν επτά χρόνια, η εικόνα μας, μεταφέρθηκε στην Ισπανία. Πήγε στο Τολέδο. Εκεί, η βασίλισσα Σοφία, παρουσία του Μητροπολίτη μας, έκανε τα εγκαίνια της εκθέσεως. Δύο φορές έχει πάει στις Ηνωμένες Πολιτείες, έχει γυρίσει όλη την Ευρώπη και μάλιστα, είχε προγραμματιστεί τον Δεκέμβριο του ‘20 να πάει στη Θεσσαλονίκη στο βυζαντινό μουσείο, αλλά λόγω κορωνοϊού δεν πήγε και πιστεύουμε στο μέλλον, αν όλα πάνε καλά, να πάει κι εκεί πέρα, να τη δει και άλλος κόσμος. Και έχω να σας πω δε, ότι όπου και να πάει η εικόνα, το σπίτι της είναι εδώ, στη Σύρο μας, [00:25:00]στην Παναγία των Ψαριανών και ο παπά Κώστας, όσο θέλει ο Θεός και η Παναγία, να είναι εδώ να την προσέχει όχι σαν τα μάτια του και καλύτερα ακόμα. Ευχαριστώ πάρα πολύ.
Πατέρα, να σας ρωτήσω λίγο. Είστε Συριανός;
Όχι, είμαι από το Πειραιά. Είμαι γέννημα θρέμμα Πειραιώτης και εδώ ήρθα 23 χρονών. Κι έχω φτάσει 70.
Και πώς ήρθατε; Για ποιο λόγο ήρθατε;
Ναι. Το 1976 υπηρετούσα στο ναό του Αγίου Σπυρίδωνος στο λιμάνι κάτω. Επειδή για προσωπικούς λόγους δεν ήθελα να μείνω στον Πειραιά… Μες στο ναό εκεί, υπηρετούσε ένας Κυκλαδίτης, ο πατήρ Γεώργιος Καλαμάρης. Απ’ τη Σίφνο η καταγωγή του. Μου λέει «Κωστάκη –λαϊκός τότε εγώ, παιδί– μη στεναχωριέσαι, εγώ θα το πω στον Δεσπότη της Σύρου, τον Δωρόθεο τον Μακαριστό, να πας στη Σύρο». Πράγματι, κάναμε μία συνάντηση –τότε ήμουν αρραβωνιασμένος με την παπαδιά– και γυρίζει και μου λέει: «Παιδί μου, παντρέψου και σε 40 μέρες εγώ θα σε κάνω διάκο και θα σε πάω στη Σύρο, στην Κοίμηση. Θέλεις;» «Πολύ ευχαρίστως». Και έτσι με τη χάρη του Θεού, το ‘76 παντρεύτηκα με την παπαδιά, το ‘76 έγινα διάκος, το ‘76 έγινα παπάς και όλα αυτά, μέσα εδώ στο ναό αυτό. Και έκτοτε, με τη χάρη του Θεού, και όσο θέλει η Παναγία μας, βρίσκομαι εδώ στο ναό μαζί με τον πατήρ Αλέξανδρο.
Και είστε 50 χρόνια εδώ.
50 χρόνια περίπου, περίπου.
Οπότε όταν ήρθατε, ήρθατε πρώτη φορά στη Σύρο. Δεν είχατε ξανάρθει παλαιότερα ή είχατε ξανάρθει παλαιότερα;
Για να είμαι ειλικρινής, στην Αθήνα σπούδασα σε μία σχολή, στη Ριζάρειο στο Χαλάνδρι. Μες στη σχολή λοιπόν, ήταν ένα παιδί Συριανό, ο Παναγιώτης ο Μπούμπας. Ναι, μεγάλη οικογένεια εδώ. Επειδή εγώ Πειραιώτης, εκείνος Συριανός, εγώ κάθε Κυριακή είχα το δικαίωμα να φύγω απ’ τη σχολή, να πάω σπίτι μου στον Πειραιά. Και είχαμε γνωριστεί, είχαμε γίνει σαν αδέρφια και του ‘λεγα «Παναγιώτη μου, θα πάω εγώ στο σπίτι, θα ‘ρθεις και εσύ μαζί μου». Και δυο χρόνια τον επήγαινα σπίτι. Όταν τελειώσαμε, το θεώρησε υποχρέωση. Τον Ιούνιο του ‘75 τελειώσαμε. Μου λέει «Κώστα, τώρα θα μου επιτρέψεις να σε φιλοξενήσω κι εγώ μια εβδομάδα στη Σύρο, να ‘ρθεις να γνωρίσεις τους γονείς μου». Και ήρθα, πράγματι, τον Ιούνιο του ‘75 στη Σύρο, έκατσα μια βδομάδα, μην γνωρίζοντας ότι εγώ του χρόνου θα ‘ρθω σαν παπάς! Και έτσι, είχα γνωρίσει ορισμένα πράγματα που μου είχε δείξει ο φίλος μου ο Παναγιώτης ο Μπούμπας, το ‘75. Είχα πάρει μια εικόνα.
Όταν πρωτοήρθατε, αισθανθήκατε ότι -
Μου άρεσε πάρα πολύ το νησί.
Ότι ίσως αυτό το μέρος θα γίνει το σπίτι σας;
Όχι, όχι. Δεν το είχα σκεφτεί καθόλου, για να ‘μαι ειλικρινής. Αλλά έτσι τα ‘φερε η πρόνοια του Θεού και την επόμενη χρονιά, το ‘76, ήρθα εδώ και εγκαταστάθηκα και με τη χάρη του Θεού κοντεύουνε 50 χρόνια. Και ευχαριστώ –όχι ότι δεν αγαπώ, αλίμονο, την παρτίδα μου τον Πειραιά, εκεί που γεννήθηκα– αλλά θεωρώ πλέον πατρίδα μου τη Σύρο, διότι ευχαριστώ το Θεό και την Παναγία που μ’ έφεραν σ’ αυτόν τον ευλογημένο τόπο και ο κόσμος με αγκάλιασε και μ’ αγαπά.
Προτελευταία ερώτηση, που συνδέεται με αυτό που μου λέτε τώρα. Το ξέρετε ότι είστε ο πιο αγαπητός ιερέας που έχουμε στη Σύρο και ενδεχομένως και μακρύτερα.
Ευχαριστώ πάρα πολύ, παιδί μου, όλοι καλοί είμαστε. Όλοι καλοί είμαστε, παιδί μου.
Έχετε καταλάβει για ποιο λόγο όμως;
Γιατί για ποιον λόγο;
Έχετε αντιληφθεί τι είναι αυτό που όλοι εμείς βλέπουμε σε εσάς και που εκτιμούμε πάρα πολύ;
Ναι, καταρχήν να ευχαριστήσω όλη τη Συριανή κοινωνία που με αγαπάει και με έχει αγκαλιάσει και εμένα και την οικογένειά μου. Κι εγώ προσπαθώ, όσο μπορώ, να επιτελώ το καθήκον μου και να υπηρετώ τον Θεό και τον άνθρωπο. Ό,τι μπορώ, στο μέτρο του δυνατού, να προσφέρω για τον συνάνθρωπό μας. Στα μέτρα του δυνατού.
Και τελευταία ερώτηση. Επειδή αυτήν την συνέντευξη τώρα, θα την ακούσουν αύριο, μεθαύριο, σε 50 χρόνια, σε 100 χρόνια μπορεί κάποιος μπορεί να την ακούσει αυτή τη συνέντευξη. Σε 150, σε 200 χρόνια. Όπως μου είπατε χθες, σε 150 χρόνια που θα φύγετε απ’ το σώμα σας!
Μάλιστα!
Κάποιος, όταν θα έχετε φύγει, μπορεί να ακούει αυτή τη συνέντευξη, ο όποιος μπορεί να είναι ερευνητής, ιστορικός, κοινωνικός επιστήμονας ή ο ιερέας που θα είναι εδώ. Τι θα θέλατε να αφήσετε; Να πείτε;
Σαν παρακαταθήκη; Ναι.
Ναι.
Ότι αυτοί που θα μας διαδεχθούνε, να αγαπήσουν με την καρδιά τους το χώρο αυτόν και να πω ότι η ιεροσύνη είναι λειτούργημα, δεν είναι επάγγελμα. Ο Θεός, η πρόνοιά του, μας βοηθάει και θα επιβιώσουμε, δε θα πεινάσουμε. Αλλά να αγαπήσει αυτό που θα κάνει ο ιερέας που θα μας διαδεχθεί –όποτε θέλει ο Θεός– και να υπηρετεί πραγματικά με την καρδιά του τον Θεό και τον άνθρωπο.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ, παπα-Κώστα.
Και εγώ! Και εγώ ευχαριστώ. Να ‘στε καλά.
Για δεύτερη φορά!
Ευχαριστώ και καλή δύναμη στο έργο σας!
Ευχαριστώ!
Ευχαριστώ, κορίτσι μου.