© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

Η πρώτη περίπτωση εμφάνισης μυασθένειας gravis σε ασθενή με COVID-19

Κωδικός Ιστορίας
17758
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Γεωργία Μήτση (Γ.Μ.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
21/01/2021
Ερευνητής/τρια
Μαριτίνα Βλαχάκη (Μ.Β.)
Μ.Β.:

[00:00:00]Και θέλω και να σε ρωτήσω για τον κορονοϊό στη Γερμανία, γιατί όταν πρωτοξεκίνησε ήσουνα ήδη εκεί. Ας πούμε πώς άρχισαν να αντιλαμβάνονται οι άνθρωποι στη Γερμανία ότι ο κορονοϊός θα τους επηρεάσει, δηλαδή τα πρώτα κρούσματα. Πώς ήτανε σαν ατμόσφαιρα στις πόλεις και στα χωριά της Γερμανίας;

Γ.Μ.:

Όπως και στην Ελλάδα. Άρχιζαν να αδειάζουν τα σουπερμάρκετ, άρχιζαν να λείπουνε τα χαρτιά τουαλέτας, τα μακαρόνια και σιγά-σιγά να λείπουνε σημαντικά προϊόντα, τα οποία θα σε κρατήσουνε σε περίπτωση lockdown. Και εμείς στην αρχή δεν είχαμε καταλάβει τόσο τη σοβαρότητα της κατάστασης, δηλαδή ξέραμε, εννοείται υπάρχει ένας ιός, ο οποίος είναι θανατηφόρος, δεν ξέραμε ακόμα ότι έχει, ότι είναι τόσο σοβαρό, που θα υπάρξει lockdown. Οπότε βλέπαμε τα σουπερμάρκετ, τα οποία ήταν άδεια και λέγαμε «τι γίνεται τώρα;», ξέρω ‘γω.

Μ.Β.:

Ποιο μήνα ξεκίνησε;

Γ.Μ.:

Σιγά-σιγά… Ποιο μήνα ξεκίνησε; Ε, ναι, σιγά-σιγά μετά, τον Φεβρουάριο νομίζω πρέπει να είχε ξεκινήσει. Ναι, Φεβρουάριο πρέπει να είχε ξεκινήσει, τέλη Ιανουαρίου-Φεβρουάριο, που έτσι είχε, είχαν αρχίσει τα πρώτα κρούσματα. Δεν, θα σου πω την αλήθεια, δεν το πήρανε τόσο στα σοβαρά, γιατί δεν το είχε πάρει και η κυβέρνηση, πιστεύω, τόσο σοβαρά. Δηλαδή η Γερμανία άργησε πάρα πολύ να πάρει μέτρα σε σύγκριση με την Ελλάδα, ας πούμε, που πήρε κατευθείαν. Τώρα δεν έχει σημασία αν τα μέτρα ήταν τα κατάλληλα, αν ήταν καλά ή όχι, το θέμα είναι ότι κάποια πήρε τέλος πάντων, έκανε κάτι για αυτό. Η Γερμανία άργησε πάρα πολύ. Δηλαδή έπρεπε να φτάσουνε τα κρούσματα αρκετά για να πάρει δράση. Ο κόσμος ήτανε αρκετά φοβισμένος στα πρώτα, στα πρώτα κρούσματα και στις πρώτες, στους πρώτους κανόνες, ας πούμε, που επέβαλε η κυβέρνηση. Οι περισσότεροι δεν βγαίναν έξω. Μετά μπήκε και το μέτρο της απόστασης, ο κόσμος το τήρησε κατευθείαν, δηλαδή τους έβλεπες στο σουπερμάρκετ σε κοιτούσαν περίεργα, άμα δεν κρατούσες απόσταση. Να σου δώσω και ένα παράδειγμα. Είχαμε πάει με τη μαμά μου στο σουπερμάρκετ και καθόμουνα μπροστά σε, σε κάποια προϊόντα, και είχα δει με το μάτι μου ότι μία κυρία ερχότανε με το καρότσι της. Όμως εγώ ήμουν στα προϊόντα που ήθελα να κοιτάξω για να αγοράσω και καθόμουνα εκεί πέρα. Και η μαμά μου ήτανε ακριβώς στο δίπλα διάδρομο, κοιτούσε και εκεί κάποια άλλα… κι εκείνη άλλα προϊόντα. Και η κυρία ερχότανε προς το μέρος μας, δηλαδή εγώ με τη μαμά μου ήμασταν δίπλα-δίπλα, δύο δρόμους, και μας κοιτάει περίεργα και μας λέει: «Ναι, να τηρούμε τις αποστάσεις». Λέει: «Εγώ τώρα από πού θα περάσω;» Εντωμεταξύ, υπήρχε ακριβώς κενό ανάμεσα σε μένα και στη μαμά μου, αλλά εκείνη ήθελε να πάει ευθεία. Και της λέμε πολύ απλά ότι: «Εμείς ήμασταν πρώτες εδώ και βλέπουμε τα προϊόντα, πέρνα απ’ το κενό». Και τους είδες, τους έβλεπες κατευθείαν ότι κάποιες φορές ένιωθα ότι, είχα την αίσθηση ότι δεν το κάνουν, γιατί όντως φοβούνται και θέλουν και πρέπει να τηρήσουνε τα μέτρα, απλά και μόνο για να σου επιβάλλουν εσένα να τα τηρήσεις, να δείξουνε ότι αυτοί τα τηρούνε. Κάπως έτσι, ας πούμε, εγώ το έπαιρνα.

Μ.Β.:

Πολύ ενδιαφέρον αυτό. Λοιπόν, είχα κι άλλο να σε ρωτήσω, αλλά αυτό το τελευταίο μου ‘μεινε, μ’ άρεσε. Λοιπόν, δηλαδή ποια ήταν τα πρώτα μέτρα... Ναι, γκολ! Ποια ήταν τα πρώτα μέτρα που πήρε η κυβέρνηση;

Γ.Μ.:

Να σου πω την αλήθεια, δεν θυμάμαι πολύ καλά, αλλά θυμάμαι ότι ήτανε η μάσκα, ήταν η απόσταση, αν θυμάμαι καλά, και εννοείται όσο περισσότερο μπορείς να μην μετακινείσαι. Δεν είχαν επιβάλει κάτι, όπως για παράδειγμα στην Ελλάδα να στείλεις μήνυμα, είτε όριο πόσα άτομα θα κυκλοφορούν έξω κλπ., είχανε κάνει απλά ένα, μία πρόταση: «Όσο περισσότερο μπορείτε, μην κυκλοφορείτε».

Μ.Β.:

Δεν έκλεισαν τα καταστήματα δηλαδή; Τουλάχιστον στην πρώτη φάση.

Γ.Μ.:

Όχι, όχι, στην πρώτη φάση δεν είχανε κλείσει, αν θυμάμαι καλά. Γιατί δεν θυμάμαι, εντάξει, δε θυμάμαι πάρα πολύ καλά, έχουν περάσει, έχει περάσει και ένας χρόνος.

Μ.Β.:

Αλλά θέλω να πω, πήγαινες κανονικά, συνεχιζόταν η ζωή σου, πήγαινες πανεπιστήμιο, ας πούμε;

Γ.Μ.:

Κανονικά.

Μ.Β.:

Απλά αποστάσεις;

Γ.Μ.:

Πανεπιστήμιο όχι, δεν πήγαινα τώρα που το λες, νομίζω. Όπως σου λέω, δεν θυμά[00:05:00]μαι. Α, ξέρεις τι; Ήτανε ότι εμείς δίναμε εξετάσεις και μετά έχουμε κενό, κάνεις διάλειμμα, δεν είναι όπως την Ελλάδα που ξεκινάς κατευθείαν. Οπότε εγώ τις έδωσα τις εξετάσεις μου κανονικά, το θυμάμαι, δεν είχε κλείσει το πανεπιστήμιο. Φεβρουάριο δίναμε τις εξετάσεις, τις έδωσα κανονικά και μετά είχα το κενό, οπότε δεν υπήρχε θέμα να το κλείσουν ή όχι, γιατί δεν πήγαινε κανένας πανεπιστήμιο, υπήρχε το διάλειμμα εκείνη τη περίοδο.

Μ.Β.:

Οκέι, ναι. Ναι, εντωμεταξύ καταλαβαίνω ότι έχουν επιβληθεί πολλά μέτρα, έχουν έρθει πολλά κύματα του ιού.

Γ.Μ.:

Ναι.

Μ.Β.:

Οπότε είναι δύσκολο να το προσδιορίσεις, αλλά ξέρεις, σαν αίσθηση, πώς… Εσύ δηλαδή πώς αντέδρασες στα πρώτα κρούσματα και στα πρώτα μέτρα;

Γ.Μ.:

Εγώ, για να είμαι ειλικρινής, στην αρχή το ‘χα πάρει και εγώ λιγάκι πιο αψήφιστα. Όχι ότι δεν πίστευα ότι είναι θανατηφόρος ή ότι πίστευα ότι δεν υπάρχει, απλά πίστευα ότι επηρεάζει καθαρά μόνο τις ευπαθείς ομάδες, δηλαδή άτομα ηλικιωμένα και άτομα, τα οποία έχουνε κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας. Απ’ τη μία θα μου πεις δεν το ‘χα πάρει αψήφιστα, γιατί αυτά, αυτά μας είχανε πει, αυτά ξέρανε και οι γιατροί. Δηλαδή άκουγα καθαρά τι λένε οι επιστήμονες. Αν και έχει αποδειχτεί το αντίθετο, τώρα πλέον.

Μ.Β.:

Τα μέσα ενημέρωσης πώς προβάλλανε την κατάσταση;

Γ.Μ.:

Να σου πω την αλήθεια γερμανική τηλεόραση δεν βλέπω, οπότε δεν ξέρω πώς την προβάλλανε, αλλά εν μέρει πιστεύω, όπως και στην Ελλάδα, δηλαδή αρκετά, τρομοκρατούσαν αρκετά τον κόσμο, όχι ότι δεν υπήρχε λόγος, απλά πιστεύω ότι κάποιες φορές υπερβάλανε αρκετά. Ίσως απλά και μόνο για να δώσουν να καταλάβουνε πόσο σημαντική είναι η κατάσταση, αλλά γενικά, όπως είπα, δεν βλέπω γερμανική τηλεόραση, αλλά αυτή την αίσθηση είχα, ότι ο κόσμος είχε τρομοκρατηθεί.

Μ.Β.:

Άκουγες κιόλας συζητήσεις από ανθρώπους, κάνανε προβλέψεις, έδειχναν τα συναισθήματά τους, συζητιόταν κάτι στο Αννόβερο, ας πούμε;

Γ.Μ.:

Είχα ακούσει πολλές φορές, πολλούς να λένε ότι δεν πιστεύουν ότι υπάρχει και ότι είναι απλά μία, ένας, ένας τρόπος να μας ελέγξουνε, ή διάφορες συνωμοσίες, θεωρίες συνωμοσίας, είτε ότι τον βγάλανε επίτηδες για να πεθάνει κόσμος. Διάφορα. Είχα, είχα ακούσει αρκετά.

Μ.Β.:

Η ελληνική κοινότητα αντέδρασε κάπως σύσσωμη στον κορονοϊό; Δηλαδή πήρε κάποια μέτρα, έδωσε κάποιες οδηγίες, κάτι; Κάποια κοινή θέση;

Γ.Μ.:

Θα σου πω. Δεν με θεωρώ μέλος της Ελληνικής Κοινότητας για να είμαι ειλικρινής. Αλλά δεν είχα ακούσει, δεν είχα δει κάτι από άτομα που είναι μέλη, που θεωρούνται μέλη, κάτι συγκεκριμένο, κάποια συγκεκριμένη αντιμετώπιση προς το θέμα.

Μ.Β.:

Εντωμεταξύ δεν σε έχω ρωτήσει για, δεν σε ενδιαφέρει ας πούμε να είσαι μέλος της Ελληνικής Κοινότητας;

Γ.Μ.:

Εν μέρει. Για να ‘μαι ειλικρινής, όχι.

Μ.Β.:

Δεν είναι κακό.

Γ.Μ.:

Ναι, εντάξει, όπως το δει κανένας. Εν μέρει, όπως είπα, όχι, δηλαδή είναι αρκετά τα άτομα που έχω γνωρίσει, που μου έχουν κάνει να μην θέλω να είμαι μέρος. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι δεν υποστηρίζω να υπάρχει μία κοινότητα, ούτε επίσης βρίσκω, για παράδειγμα, τα πάρτι, που γίνονται κάθε μήνα, ότι τα βρίσκω γελοία ή ότι δεν τα θεωρώ σημαντικά. Πιστεύω ότι είναι σημαντικά, γιατί είναι αρκετά τα άτομα για παράδειγμα που δεν έχουν άλλο τρόπο να διασκεδάσουνε και είναι ένα πολύ, είναι ένα πολύ καλό… ένας πολύ καλός τρόπος διασκέδασης και συναναστροφής με άλλους Έλληνες. Απλά δεν είναι τόσο για μένα.

Μ.Β.:

Χμ, οκ. Και επανερχόμαστε στον κορονοϊό, στην πορεία, παρόλο που είχανε παρθεί τα μέτρα, άρχισαν να αυξάνονται τα κρούσματα, έτσι δεν είναι;

Γ.Μ.:

Ναι, εννοείται, ναι.

Μ.Β.:

Και τι συνέβη δηλαδή στην πορεία;

Γ.Μ.:

Στην πορεία, σιγά-σιγά, άρχιζαν να κλείνουν και κάποια μαγαζιά.

Γ.Μ.:

Όταν [00:10:00]γύρω στον Μάρτιο κόλλησα και εγώ με την οικογένειά μου-

Μ.Β.:

Γνωρίζεις πώς το κόλλησες;

Γ.Μ.:

Το πιο πιθανό είναι να το κόλλησα μέσα από τον φίλο μου. Είχε και αυτός, αυτός κόλλησε πρώτος, είχε αυτός δηλαδή τα πρώτα συμπτώματα, έτσι ήξερα και εγώ ότι έχω κολλήσει. Αλλά στην αρχή, να σου πω την αλήθεια, δεν ξέραμε τι είναι, δεν, ήτανε, ήτανε πολύ αρχή ακόμα για να ξέρουμε ότι αυτό είναι κορονοϊός. Ότι τώρα αυτό είναι Corona, που έχουμε. Είχα, είχα έρθει σε επικοινωνία με τον γιατρό μου… με την γιατρό μου, της είπα ότι έχω κάποια συμπτώματα, της ανέφερα τα συμπτώματά μου. Εγώ το πέρασα πολύ διαφορετικά από ό,τι η οικογένειά μου και ο φίλος μου.

Μ.Β.:

Τι ένιωθες;

Γ.Μ.:

Για παράδειγμα η οικογένειά μου και ο φίλος μου είχανε πυρετό, εγώ δεν είχα πυρετό. Αυτά τα συμπτώματα που είχα εγώ ήταν κυρίως πόνος στα μάτια, πονούσε το σώμα μου, δεν είχα όσφρηση και γεύση. Τα οποία όλα αυτά, που ανέφερα, είχανε και οι συγγενείς μου, αλλά δεν είχανε τον πόνο στα μάτια και είχαν επιπλέον πυρετό. Και κάτι επιπλέον, που είχα εγώ, ήτανε μία περίεργη, μία, ένα περίεργο αίσθημα την, καθώς ανάσαινα. Ήταν, ένιωθα, αντί να την ένιωθα κλειστή τη μύτη μου, όπως οι περισσότεροι, την ένιωθα υπερβολικά ανοιχτή, σε τέτοιο βαθμό που έπαιρνα ανάσα και ένιωθα ότι παγώνει ο εγκέφαλός μου, σε τέτοιο σημείο. Γι’ αυτό και επικοινώνησα περισσότερο με το, με τη γιατρό μου. Της είπα τα συμπτώματα μου και μου είπε ότι δεν θα μπορούσε να μου κάνει τεστ, επειδή δεν υπήρχε, δεν υπήρχαν αρκετά, και επειδή τα κρατούσανε για τις ευπαθείς ομάδες, και εγώ δεν ήμουν. Το μόνο που με έκανε να μου γράψει ένα σπρέι, το οποίο να με βοηθήσει στην αναπνοή. Γενικά, εν μέρει το πέρασα, πέρασα τον ιό πιο ελαφρά από τους δικούς μου. Εντάξει, ίσως και λόγω ηλικίας, επειδή είμαι πιο νέα, αλλά δεν μπορώ να πω ότι, δηλαδή το ένιωθα ότι είναι κάτι διαφορετικό από έναν απλό ιό, δηλαδή μπορούσες να το νιώσεις, φαινότανε.

Μ.Β.:

Πάνω στα συμπτώματα θέλω να σε ρωτήσω, πώς είναι να μην μπορείς να γευτείς και να μυρίσεις; Σαν αίσθηση.

Γ.Μ.:

Να τονίσω ξανά ότι είναι προσωπική, δική μου εμπειρία, κάποιος άλλος μπορεί να το αισθανόταν αλλιώς. Εγώ προσωπικά δεν είναι ότι δεν νιώθεις ότι αυτό τώρα είναι πικρό, ότι αυτό τώρα είναι αλμυρό. Τα ένιωθες, αυτές τις έντονες γεύσεις, απλά δεν ήξερες τι τρως. Για παράδειγμα αν μου έδινες λεμόνι, θα καταλάβαινα ότι αυτό τώρα είναι πικρό, αλλά δεν θα μπορούσα να σου πω ότι: «Τώρα τρώω λεμόνι». Ήτανε σαν να μην τρώω τίποτα, απλά μία πικρίλα. Εγώ προσωπικά έτσι το ένιωσα. Ή σαν να μην τρώω τίποτα, απλά αλμύρα. Και τότε μάλιστα, όταν ξεκίνησα να μην έχω γεύση και όσφρηση τότε, τότε είχαν βγει άρθρα, τα οποία είχανε υποδείξει ότι ο κορονοϊός, είναι ένα σύμπτωμα το να μην έχεις όσφρηση και γεύση, και το θυμάμαι, γιατί ο θείος μου που σπουδάζει Ιατρική, τον είχαμε πάρει κατευθείαν τηλέφωνο του είχαμε πει τα συμπτώματα και είχε πει: «Διάβασα μόλις ένα άρθρο, το οποίο λέει ότι είναι ένα σύμπτωμα κορονοϊού». Και κάναμε διάφορα τεστ να δούμε τι ακριβώς γεύση έχω και τι, πώς το αισθάνομαι και έτσι κατάλαβα κιόλας ότι… Μου έδωσε ο μπαμπάς μου να φάω κολόνια, για να καταλάβω. Ναι, μου έριξε, μου έριξε κολόνια για να καταλάβω αν, τι ακριβώς αισθάνομαι. Και μου έδωσε να τη μυρίσω και μετά να την, να τη γευτώ και μπορούσα, μου ερχότανε κάτι πολύ έντονο του στυλ αλκοόλ από την κολόνια στην όσφρηση, αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω, ας πούμε, τι ακριβώς μυρωδιά είχε η κολόνια. Ή γεύτηκα ότι είχε αυτή την, το πικρό της κολόνιας, αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τώρα ότι μου έδωσε κολόνια. Ήτανε, ήταν πολύ περίεργο το συναίσθημα.

Μ.Β.:

Και εσύ διαβάζεις τα άρθρα και ακούγοντας και τα συμπτώματα, και γενικά με όλο το χαμό που γινότανε για τον κορονοϊό, φοβήθηκες που τόσο νωρίς κόλλησες κι εσύ;

Γ.Μ.:

Να σου πω την αλήθεια όχι, γιατί είχα μείνει, [00:15:00]είχα μείνει στα λόγια ότι αν δεν είσαι ευπαθής ομάδα, δεν, δεν, θα το ξεπεράσεις. Δηλαδή δεν μου είχε μείνει στο μυαλό, δεν μου είχε περάσει από το μυαλό ότι μπορούσε να συμβεί κάτι πιο σοβαρό, παρόλο που συνέβη.

Μ.Β.:

Θα τα πούμε πάρα πολύ αναλυτικά, εννοείται. Θέλω όμως να σε ρωτήσω πάλι πρώτα πώς, αν θέλεις να μας πεις βασικά, πώς το βίωσε ο φίλος σου, οι γονείς σου, οι αδερφές σου; Κόλλησαν και οι αδερφές σου;

Γ.Μ.:

Κόλλησε η μία από τις τρεις, επειδή μέναμε στο ίδιο δωμάτιο. Οι άλλες δύο δεν μένανε στο σπίτι, οπότε ευτυχώς δεν είχαν κολλήσει. Η αδερφή μου το πέρασε πολύ πιο ελαφρά, ίσως επειδή το είχαμε υποψιαστεί και δεν ερχόμασταν τόσο σε επαφή, δεν ξέρω, ίσως ο οργανισμός του κάθε ανθρώπου. Έκανε δέκατα, ένα βράδυ έκανε δέκατα, μετά απλά πονούσε το σώμα της και είχε, δεν μπορούσε κι εκείνη να γευτεί και να μυρίσει, λίγους πονοκεφάλους. Αλλά μετά από κάποιες μέρες πέρασε, δηλαδή δεν κράτησε πολύ και δεν ήταν τόσο έντονο, όσο -για παράδειγμα- στους γονείς μου, που ήτανε πολύ έντονο. Πολύ, πολύ πόνο στα κόκκαλα, η μαμά μου είχε πολλές φορές δυσκολία στην αναπνοή, ζαλάδες πολύ, πυρετό και αοσμία και καθόλου γεύση.

Μ.Β.:

Μόλις, ας πούμε τελείωσαν και τα, όχι, δεν ξέρω αν τελείωσαν τα συμπτώματα ή αν σταμάτησες να είσαι θετική στον ιό... Τέλος πάντων, όταν έκανε τον κύκλο του ίσως, σου πέρασε το σύμπτωμα του να μην μπορείς να γευτείς και να μυρίσεις; Ή παρέμεινε; Γιατί έχω διαβάσει ότι μπορεί να παραμείνει και για μήνες.

Γ.Μ.:

Ναι. Ισχύει. Εγώ προσωπικά δεν, δεν μου έμεινε. Δεν μου έμεινε αυτό το σύμπτωμα, πλέον μπορώ να γευτώ και να μυρίσω κανονικά. Η μαμά μου, για παράδειγμα, όμως, δεν μπορεί ακόμα να μυρίσει και να γευτεί 100%, όπως και ο φίλος μου.

Μ.Β.:

Μετά από πόσο καιρό;

Γ.Μ.:

Κολλήσαμε, φαντάσου, τον Μάρτη και τώρα είναι Ιανουάριος του επόμενου χρόνου και ακόμα δεν.

Μ.Β.:

Και υπάρχει, ξέρει κανείς πώς μπορεί να επανέλθει; Ή από μόνο του, μόνες τους οι αισθήσεις…

Γ.Μ.:

Να σου πω την αλήθεια, δεν το έχουμε ψάξει περαιτέρω, γιατί δεν είναι κάτι, το οποίο ενοχλεί. Θέλω να πω δεν είναι ότι δε γεύονται 100%, απλά είναι λίγο πιο αλλοιωμένες οι γεύσεις. Αλλά, εν μέρει, εγώ πιστεύω ότι δεν θα επανέλθει.

Μ.Β.:

Δεν επηρεάζει πάντως τη ζωή τους-

Γ.Μ.:

Όχι-

Μ.Β.:

Σε δραματικό βαθμό.

Γ.Μ.:

Όχι, όχι, όχι καθόλου.

Μ.Β.:

Και θέλω να σε ρωτήσω επίσης για τα τεστ που ανέφερες πριν, αυτά ήτανε κρατικά ή ιδιωτικά;

Γ.Μ.:

Κρατικά, κρατικά. Η γιατρός είναι, ανήκει στο… ναι, είναι δημόσιος γιατρός, άρα και τα τεστ θα ήταν κρατικά. Εννοείται, εννοείται πληρώνεις όμως για να τα κάνεις, αλλά ναι. Ναι, δεν τα δίνουνε, γιατί δεν ήμασταν ευπαθής ομάδα.

Μ.Β.:

Μίλησέ μου και για το σύστημα υγείας γενικότερα στη Γερμανία, γιατί ξέρω ότι το υποστηρίζεις πάρα πολύ και σ’ αρέσει, και θα μιλήσουμε στη συνέχεια για την προσωπική σου εμπειρία με τον κορονοϊό.

Γ.Μ.:

Ναι, αυτό που βρίσκω πολύ καλό στο σύστημα υγείας είναι ότι είσαι ασφαλισμένος ό,τι και να γίνει. Και ότι για να κάνω, ας πούμε, κάποιες εξετάσεις αίματος για να δω τι βιταμίνες μου λείπει, τι χρειάζομαι, έχω κάποιες ζαλάδες, ας πούμε, δεν χρειάζεται να περάσω από σαράντα κύματα για να τις κάνω. Παίρνω απλά τηλέφωνο στο γιατρό μου, οι οποίοι δεν δουλεύουν σε νοσοκομεία, αλλά σε γραφεία, δηλαδή, όπως εσάς είναι ένας ιδιωτικός γιατρός, εμάς μπορεί να είναι ένας δημόσιος γιατρός, ο οποίος καλύπτεται απ’ την ασφάλεια. Παίρνω απλά τηλέφωνο και κλείνω ένα ραντεβού να μου κάνουν εξετάσεις αίματος, και μου πληρώνονται όλα από την ασφάλειά μου. Δηλαδή δεν χρειάζεται να πάρω κάποιο ειδικό χαρτί, είτε να πάω σε νοσοκομείο, είτε να πληρώσω για τις εξετάσεις, είναι όλα καλυμμένα.

Μ.Β.:

Και αυτή η ασφάλεια παρέχεται από την εργασία σου καθενός.

Γ.Μ.:

Ναι, σωστά. Για παράδειγμα εγώ είμαι τώρα, επειδή ο μπαμπάς μου είναι ελεύθερος επαγγελματίας, έχει το δικό του εστιατόριο, εγώ είμαι ασφαλισμένη μέσω του πατέρα μου. Δηλαδή λειτουργεί [00:20:00]κάπως έτσι. Επειδή σπουδάζω και δεν δουλεύω, στην ουσία δεν έχω κάποια δουλειά, είμαι ασφαλισμένη μέσα από τον μπαμπά μου. Νομίζω μέχρι κάποια ηλικία, μέχρι κάποια ηλικία μπορείς να το κάνεις αυτό, μέχρι τα 25. Οι αδερφές μου για παράδειγμα, που, που έχουν περάσει τα 25, και επίσης κάποιες έχουνε και οι δικές τους δουλειές, είναι ασφαλισμένες μέσα από τη δουλειά τους. Για παράδειγμα για την αδερφή μου, που δουλεύει στον μπαμπά μου είναι στην ουσία ασφαλισμένη από τη δουλειά της. Το ίδιο ισχύει και με την, με την δεύτερη αδερφή μου που και αυτή δουλεύει κάπου, είναι ασφαλισμένη και αυτή μέσα από τη δουλειά της.

Μ.Β.:

Ωραία. Και τώρα μίλησέ μου για την προσωπική σου εμπειρία με τον κορονοϊό.

Γ.Μ.:

Όπως είπα, νομίζαμε ότι επηρεάζει μόνο τους ανθρώπους με ευπαθείς ομάδες, που είναι ευπαθής ομάδα, δηλαδή οι ηλικιωμένοι ή με κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας. Αυτό που βίωσα εγώ ήταν διαφορετικό. Άρχισε με τον πόνο στα μάτια, όπως είπα, και εξελίχθηκε σε θολή όραση, που στην αρχή απλά νόμιζες ότι είναι απλά ξερά τα μάτια σου λόγω πολλές ώρες στο κινητό, λόγω της αρρώστιας, σου πήγαιναν πολλά απ’ το μυαλό. Και έτσι πήγα στην, πήγα σε μία οφθαλμίατρο, η οποία μου ‘γραψε σταγόνες για το μάτι, οι οποίες δεν βοήθησαν καθόλου. Και εντάξει, ήτανε λογικό, γιατί δεν ήτανε ξήρανση στα μάτια. Άρχισα αργότερα να βλέπω, σιγά-σιγά, διπλά. Τότε ήταν όταν ανησύχησα λίγο περισσότερο. Μετά, αφού βλέπω ότι, άρχισα, κατάλαβα ότι άρχισα να βλέπω διπλά και ότι οι σταγόνες δεν κάνουν τίποτα, το έψαξα λίγο περισσότερο μόνη μου. Βρήκα τι ακριβώς μπορεί να είναι. Μετά, άρχιζαν τα συμπτώματα να επιδεινώνονται, άρχισε να πέφτει το βλέφαρο, άρχισα σιγά-σιγά να αλληθωρίζω. Οπότε σκέφτηκα ότι δεν γίνεται άλλο, πρέπει να πάω οπωσδήποτε σε έναν οφθαλμίατρο, γιατί μπορεί να είναι κάτι σοβαρό, για να αρχίζω να αλληθωρίζω και να πέφτει το βλέφαρο και να έχω τέτοια συμπτώματα. Οπότε πήγα σε έναν άλλον οφθαλμίατρο, γιατί η συγκεκριμένη δεν μου φάνηκε να με παίρνει και πολύ στα σοβαρά.

Μ.Β.:

Πώς ήταν η εξέταση, ας πούμε;

Γ.Μ.:

Για παράδειγμα της έλεγα, είχα ήδη ξεκινήσει να νομίζω ότι βλέπω διπλά, δηλαδή δεν ήμουν και σίγουρη, γιατί ήταν πολύ αχνό, δεν έβλεπα καθαρά.

Μ.Β.:

Αυτό, συγγνώμη, όταν είχες αναρρώσει από τα υπόλοιπα συμπτώματα;

Γ.Μ.:

Ναι, ήμουνα, ήμουν 100% καλά, απλά είχα τα μάτια.

Μ.Β.:

Κατά τη διάρκεια δηλαδή είχες μόνο τον πόνο στα μάτια.

Γ.Μ.:

Και δεν έβλεπα καλά, ήτανε λίγο θολά. Αλλά δεν ήταν τόσο έντονο, δηλαδή άρχισε με μία θολούρα, αλλά δεν το έπαιρνες πολύ στα σοβαρά. Δηλαδή δεν ήταν ότι σε επηρέαζε πάρα πολύ. Ναι, εννοείται, ήτανε δύσκολο, γιατί δεν έβλεπες καλά, αλλά σκεφτόσουν ότι είναι απλά της αρρώστιας. Αλλά όταν φεύγει η αρρώστια και εσύ συνεχίζεις να μη βλέπεις καλά και αρχίζουνε να επιδεινώνονται, μετά σκέφτεσαι ότι δεν είναι η αρρώστια. Οπότε που λες, πήγα στην, όταν πήγα στην πρώτη οφθαλμίατρο έβλεπα ήδη θολά, ήμουν 100% καλά απ’ την corona, να το πούμε και αυτό. Είχανε περάσει παραπάνω από δύο εβδομάδες.

Μ.Β.:

Αφού νόσησες.

Γ.Μ.:

Αφού νόσησα, ναι, είχανε περάσει παραπάνω από δύο εβδομάδες, οπότε το λέω απλά για να επιβεβαιώσω ότι ήμουνα όντως 100% καλά, και δεν γύρναγα στους γιατρούς δεξιά και αριστερά με corona. Λοιπόν, και πήγα τέλος πάντων στην, στην οφθαλμίατρο και η συγκεκριμένη ένιωθα ότι δεν με πήρε πολύ στα σοβαρά, δηλαδή μου έλεγε να σηκώσω τα μάτια μου πάνω, και μου έλεγε: «Πώς βλέπεις -ας πούμε- το στυλό», κρατούσε ένα στυλό, και μου ‘λεγε: «Πώς το βλέπεις;». Έλεγα: «Δεν είμαι σίγουρη, νομίζω το βλέπω δίπλα», και σαν να θύμωνε και να έδειχνε μία επιθετικότητα, σαν να της λέω ψέματα, κάπως έτσι, ας πούμε. Και τέλος πάντων, αποφάσισα να μη δώσω πολλή σημασία, να πάρω απλά ό,τι μου δώσει, ό,τι σταγόνες μου δώσει, να δω τι θα γίνει.

Μ.Β.:

Και τι πόρισμα-

Γ.Μ.:

Και έτσι και αλλιώς-

Μ.Β.:

Έβγαλε;

Γ.Μ.:

Έβγαλε απλά ότι ήτανε ξήρανση στα μάτια. Δηλαδή δεν έδωσε καθόλου σημασία στο ότι της είπα ότι: «Δεν είμαι σίγουρη, νομίζω βλέπω διπλά». Δεν του έδωσε βάση, είχα την εντύπωση ότι νόμιζε ότι [00:25:00]της λέω ψέματα. Και, τέλος πάντων, και εγώ λέω: «Εντάξει, γιατρός είναι, κάτι θα ξέρει παραπάνω από μένα», πήρα απλά τις σταγόνες που μου έδωσε, οι οποίες, όπως είπα, δεν μου έκαναν τίποτα. Μετά έβλεπα 100% διπλά, δηλαδή ήμουν πλέον σίγουρη, δεν έβλεπα. Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι ότι έβλεπα διπλά, μόνο όταν έβλεπα και με τα δύο μάτια. Δηλαδή, αν κάλυπτα το ένα μάτι, έβλεπα μία χαρά. Μετά, όπως είπα, άρχισα να αλληθωρίζω και να πέφτει το βλέφαρο, οπότε πήγα σε έναν δεύτερο οφθαλμίατρο και όχι στην ίδια, γιατί, όπως είπα, μου φάνηκε ότι δεν με πήρε πολύ στα σοβαρά. Έτσι πήγα σε έναν δεύτερο, ο οποίος για να είμαι ειλικρινής και αυτός ήταν λιγάκι στον κόσμο του. Ξεκίνησα να του λέω τα συμπτώματα που έχω, ότι βλέπω διπλά και πώς έγινε κλπ. και με έκοψε, δεν με άφησε να τελειώσω, δηλαδή δεν πρόλαβα να του πω ότι έχει πέσει λιγάκι το βλέφαρό μου και ότι αλληθωρίζω, και ξεκίνησε να με εξετάζει. Μου λέει: «Εντάξει, δεν έχεις τίποτα, είναι απλά ξερά τα μάτια σου». Άρχισε να γράφει μία συνταγή και τον διακόπτω και του λέω: «Είστε σίγουρος; Γιατί εγώ τα βλέπω διπλά». Μου λέει: «Ναι, μην ανησυχείς» λέει «είναι από την ξήρανση στα μάτια». Λέω: «Είστε σίγουρος;» λέω. «Γιατί αλληθωρίζω και έχει πέσει λιγάκι το βλέφαρό μου». Και έτσι όπως γράφει τη συνταγή, σταματάει, και γυρνάει και με κοιτάει και αρχίζει και με ξαναεξετάζει.

Μ.Β.:

Τρόμαξε με-

Γ.Μ.:

Και εξετάζει-

Μ.Β.:

Αυτό που του είπες;

Γ.Μ.:

Ναι. Άμα όμως με είχε αφήσει να τελειώσω, θα το ήξερε. Και άρχισε να εξετάζει τη διαφορά, δηλαδή το πόσο αλληθωρίζουν τα μάτια μου, το βλέφαρο που του είπα ότι πέφτει, και έτσι όπως είναι, μου λέει: «Θα σου γράψω ένα χαρτί και θα πας, όπως είσαι, στο νοσοκομείο. Θα φύγεις από μένα και θα πας στο νοσοκομείο». Μου λέει: «Δεν είναι, δεν έχεις πρόβλημα στα μάτια, είναι τα νεύρα σου από πίσω από τα μάτια, οπότε πήγαινε στο νοσοκομείο». Μου έγραψε να πάω, μου λέει: «Καλύτερα» μου λέει «θα σου γράψω να πας στο νοσοκομείο, γιατί, να σου γράψω να πας σε ένα γιατρό θα πάρει πολύ καιρό, θα σου πάρει περισσότερο καιρό, και είναι επείγον, πρέπει να πας». Οπότε και εγώ, όπως ήμουνα, ξεκινάω με τη μαμά μου και πάμε στο νοσοκομείο.

Μ.Β.:

Δε σου εξήγησε όμως τι νομίζει ότι μπορεί να είναι; Δεν είχες ιδέα;

Γ.Μ.:

Όχι, γιατί… Όχι γιατί αυτό, δεν είχε, δεν είχε ούτε εκείνος ιδέα, πιστεύω. Ήτανε τόσες πολλές οι πιθανότητες. Εγώ το ήξερα ήδη ότι έχω πρόβλημα με τα νεύρα, γιατί, όπως είπα, το είχα ψάξει και είχα βρει ότι αυτό που έχω λέγεται, δηλαδή το ότι βλέπεις διπλά λέγεται «διπλωπία» και οφείλεται σε κάποιο, σε κάποιο θέμα στα νεύρα. Τι θέμα δεν ήξερα, τι ακριβώς ήτανε. Απλά ήξερα ότι, το ήξερα ότι είχα θέμα με τα νεύρα μου, αλλά δεν μπορούσα να πάω κατευθείαν σε κάποιο νευρολόγο, γιατί χρειάζεσαι πρώτα ένα χαρτί από γιατρό οφθαλμίατρο και να πας. Οπότε γι’ αυτό πήγα στον οφθαλμίατρο και εκείνος με έστειλε κατευθείαν στο νοσοκομείο. Και καλά έκανε. Πήγα στο νοσοκομείο, το οποίο ήτανε… είναι, κατά τη γνώμη μου, το, ένα από τα καλύτερα του Αννοβέρου... Το οποίο, κατά τη γνώμη μου, λέω, το νοσοκομείο είναι το καλύτερο, ένα από τα καλύτερα, αν όχι το καλύτερο, του Αννοβέρου, MHH [Medizinische Hochschule Hannover], να το πούμε και αυτό, και ξεκίνησαν να μου κάνουνε, να με κοιτάνε και εκείνοι στα μάτια, να βεβαιωθούνε ότι δεν υπάρχει πρόβλημα στα μάτια, γιατί είχανε, εννοείται, πιο εξελιγμένα εργαλεία και μηχανήματα, για να δουν καλά το μάτι από έναν απλό οφθαλμίατρο. Με ρωτήσανε πολλές φορές αν έχω χτυπήσει το κεφάλι μου, αν με χτύπησε κάποιος, δηλαδή με ρωτήσανε τουλάχιστον πέντε φορές, αν είχα κάποιο ατύχημα, στο οποίο δεν είχα, τους απάντησα και εγώ ότι δεν είχα. Αφού βεβαιώθηκαν 100% ότι δεν έχω πρόβλημα στα μάτια, με κρατήσαν εκεί ένα βράδυ, και μου λένε: «Αύριο θα πας σπίτι και θα σε ξαναπάρουμε τηλέφωνο να έρθεις την μεθεπόμενη μέρα και θα μπεις στο νευρολογικό τμήμα, γιατί όντως έχεις πρόβλημα με τα νεύρα πίσω από το μάτι». Κι έτσι έγινε. Έκατσα εκεί ένα βράδυ λόγω εξετάσεων κλπ., είχαν ακόμα εξετάσεις να μου κάνουνε, αποτελέσματα κλπ., οπότε με κράτησαν μέσα για ένα βράδυ. Την επόμενη μέρα βγήκα, και όντως τη μεθεπόμενη μέρα ξαναμπήκα. Μου κάνανε άπειρες εξετάσεις, πάρα πολλές εξετάσεις. Δηλαδή κάθε μία ώρα έμπαινε και [00:30:00]μία νοσοκόμα και με φώναζαν να πάω στην επόμενη εξέταση.

Μ.Β.:

Τι είδους εξετάσεις, μπορείς να μας πεις κάποιες;

Γ.Μ.:

Ναι, ναι, ναι ευχαρίστως. Μου κάνανε αξονική στο κεφάλι, για να βεβαιωθούν ότι δεν υπάρχει κάποιος όγκος, και γι’ αυτό… ή κάποιο τραύμα, και γι’ αυτό προκλήθηκε η διπλωπία, δηλαδή το ότι έβλεπα διπλά. Μου έκαναν… μου έκαναν αξονική στο θώρακα –και θα σας εξηγήσω αργότερα γιατί–, μου έκαναν διάφορα τεστ με, με... πώς το λένε, ρεύμα για να δουν τα αντανακλαστικά μου πώς, πώς λειτουργούν. Να πω ότι δεν ήταν κάτι, επειδή λέω ρεύμα, δεν ήταν επίπονο, δεν το ένιωθα καθόλου, ήτανε κυριολεκτικά μόνο ένα γαργάλημα. Η εξέταση που μου κάνανε, η οποία με τρόμαξε περισσότερο από όλες, αν και η αλήθεια είναι πως δεν ήτανε κάτι, αλλά και μόνο που το ακούς, τρομάζεις, ήτανε να μου πάρουν υγρό απ’ το κόκκαλο, απ’ τη σπονδυλική στήλη. Δηλαδή μου τραβήξανε από τη σπονδυλική στήλη το υγρό, αλλά στην ουσία το παίρνουν απ’ τον εγκέφαλο. Ναι, η οποία δεν μπορώ να πω ότι δεν πόνεσε καθόλου, αλλά ήταν πολύ χειρότερη απ’ ό,τι ακούγεται. Ήτανε πολύ…Όχι, το αντίθετο. Ήτανε πολύ πιο απλή από ό,τι ακούγεται, πολύ λιγότερο οδυνηρή. Βέβαια, εντάξει, αυτό είναι η προσωπική μου εμπειρία, σε άλλες κοπέλες που επίσης την κάνανε δεν άντεχαν, δεν μπορούσαν να την κάνουνε. Προσωπικά ήτανε απλή, δεν ήταν κάτι τρομερό, όσο νόμιζα.

Μ.Β.:

Γνώρισες εκεί πέρα και τις άλλες κοπέλες που κάνανε και αυτές την εξέταση;

Γ.Μ.:

Ναι, ναι. Την πρώτη φορά που έμεινα, ήταν άλλες δύο κοπέλες, η μία έφυγε νωρίς, δεν τη γνώρισα, την άλλη όμως την ψιλογνώρισα, δηλαδή και αυτή την έκανε την εξέταση. Αυτή φάνηκε να πονέσει λιγάκι περισσότερο από μένα. Μετά, επειδή ξαναμπήκα στο νοσοκομείο, μόλις βγήκα από κείνη την, ήμουνα, έμεινα ένα βράδυ στο οφθαλμολογικό, μία εβδομάδα στο νευρολογικό, και μετά από κάποιο καιρό ξαναμπήκα για ένα βράδυ, και εκεί γνώρισα ξανά άλλες δύο κοπέλες. Η μία, ας πούμε, που το έκανε εκείνη τη στιγμή μπροστά μας, δεν το άντεξε. Δηλαδή πονούσε υπερβολικά πολύ, και δεν μπόρεσε να την κάνει την εξέταση. Τέλος πάντων, όταν είχα μπει στο νευρολογικό για μια εβδομάδα, μου κάναν όλες αυτές τις εξετάσεις, πολύ αίμα, μου πήρανε πολύ αίμα για εξετάσεις.

Μ.Β.:

Για το θώρακα που έλεγες…

Γ.Μ.:

Ναι, ναι, θα το εξηγήσω τώρα. Τέλος πάντων, με τις πολλές εξετάσεις βρήκανε τι έχω. Βρήκανε ότι έχω μία αυτοάνοση ασθένεια, η οποία λέγεται «μυασθένεια Gravis», βαριά μυασθένεια αλλιώς. Είναι σπάνια, και πιστεύω ότι αξίζει να ακουστεί και να τη γνωρίσουν περισσότεροι άνθρωποι, γιατί είναι μία σοβαρή ασθένεια. Ευτυχώς για μένα έμεινε στα μάτια, αλλά μπορεί να εξαπλωθεί σε όλο σου το σώμα. Να εξηγήσω ακριβώς τι είναι, ίσως να καταλάβετε την σοβαρότητα της ασθένειας. Στην ουσία το ίδιο σου το σώμα καταπολεμάει, καταπολεμάει την ουσία, η οποία σου δίνει την ικανότητα να κινήσεις τους μυς σου. Με λίγα λόγια, αν σε χτυπήσει σε κάποιο λάθος μυ, μπορεί να μείνεις ανάπηρη στα χέρια, ανάπηρη στα πόδια. Μπορεί να σε χτυπήσει για παράδειγμα στο μυ του στόματος και να μην μπορείς να καταπιείς ή να πνίγεσαι κάθε φορά, όταν καταπίνεις. Να μην μπορείς να μιλήσεις καθαρά. Αν σε χτυπήσει σε κάποιο μυ κοντά, ή αν σε χτυπήσει για παράδειγμα στους πνεύμονες, μπορείς να πεθάνεις. Τον μόνο μυ, που δεν μπορεί να σου χτυπήσει είναι τον μυ της καρδιάς, δεν, αυτό δεν τον χτυπάει. Αλλά, όπως είπα, μου κάνανε μία εξέταση στο θώρακα, γιατί όλοι οι άνθρωποι έχουμε τον θύμο αδένα ανάμεσα, ανάμεσα απ’ το στήθος. Αυτός ο αδένας για κάποιο λόγο, που δεν ξέρουν ούτε οι γιατροί ακόμη, συσχετίζεται με αυτή την ασθένεια.[00:35:00] Κανονικά, όταν πας 28 χρονών, αυτός ο αδένας μικραίνει και είναι αδρανής, δεν λειτουργεί. Κανονικά όμως, μέχρι να πας στα 28, σε βοηθάει, το ανοσοποιητικό σου σύστημα, τα αντισώματα που δημιουργεί ο οργανισμός σου μετά από κάποια ασθένεια, κάποια αρρώστια. Μέχρι τα 28, και μετά είναι αδρανής. Σε περίπτωση που έχεις μυασθένεια Gravis, νομίζω όμως και άλλες ασθένειες, αυτός αδένας δεν, δεν μένει αδρανής, αλλά συνεχίζει να μεγαλώνει. Για αυτό το λόγο μου κάνανε αξονική στο θώρακα, ώστε να δουν αν έχει μεγαλώσει. Γιατί σε περίπτωση που μεγαλώσει, μπορεί να ακουμπήσει κάποιο νεύρο, το οποίο, το οποίο είναι δίπλα, ας πούμε, και να σε χτυπήσει κάπου λάθος. Να σε χτυπήσει στην καρδιά και να πεθάνεις, να χτυπήσει σε κάποιο νεύρο του μυαλού και να μείνεις παράλυτη, να σε χτυπήσει σε κάποιο άλλο νεύρο και να μείνεις σε κώμα. Δεν ξέρω, είναι, είναι πολλά τα νεύρα, που έχουμε μπροστά στο στήθος και τα οποία μπορεί να πειράξει αυτός ο αδένας. Στη δικιά μου την περίπτωση ευτυχώς δεν ήταν μεγάλος, μου ήταν σε φυσιολογικό μέγεθος. Για αυτό και την κάνανε την αξονική για να δούνε σε τι ακριβώς μέγεθος βρίσκεται. Θα πρέπει να τον κοιτάω κάθε τόσο για να επιβεβαιώνουν ότι δεν έχει μεγαλώσει. Αν και θα τον, θα τον βγάλω, θα κάνω χειρουργείο και θα τον βγάλω, διότι υπάρχουν ενδείξεις ότι αν τον βγάλεις, καταρχάς αποφεύγεις την, την πιθανότητα να μεγαλώσει και να ακουμπήσει κάτι, το οποίο δεν πρέπει, θα είναι επιβλαβές, και μετά έχει και άλλα οφέλη, παρόλο που δεν είναι μεγάλος, όπως για παράδειγμα ότι θα μειώνεις την, τα χάπια, την ποσότητα των χαπιών, ή κάποια συμπτώματα που έχεις για παράδειγμα λόγω της ασθένειας γίνονται πιο, καλυτερεύουν, δεν έχεις τόσα πολλά συμπτώματα άλλο. Αυτά.

Μ.Β.:

Και πώς κατάλαβαν οι γιατροί ότι έχει όντως αυτή τη σπάνια ασθένεια;

Γ.Μ.:

Μέσα, εντάξει, εννοείται μέσα από τις πολλές εξετάσεις το υποψιάστηκαν, αλλά το επιβεβαίωσαν μέσω ενός τεστ, που υπάρχει ένα υγρό, το οποίο μόλις το, μόλις εμβολιάσεις τον ασθενή με αυτό το υγρό, για ένα λεπτό ό,τι συμπτώματα έχει λόγω της, λόγω της ασθένειας, φεύγουν. Για παράδειγμα, όπως εγώ για παράδειγμα, που έβλεπα διπλά, είχε πέσει στο βλέφαρό μου, έβλεπα στραβά, μόλις μου κάνανε ένεση με το υγρό αυτό, άρχισα να βλέπω κανονικά. Και το ένιωθα ότι σιγά-σιγά αρχίζουν να φτιάχνουν τα μάτια μου, άρχισα να βλέπω καθαρά, τα μάτια ξανάρθαν στη θέση τους, το βλέφαρο σηκώθηκε, ξέρω ‘γω, ή ξαναήρθε στη θέση του. Δηλαδή για ένα λεπτό με το ρολόι, έβλεπα, ήταν όλα φυσιολογικά. Ένιωσα, εντάξει, μεγάλη ανακούφιση όταν είδα ότι ξαναβλέπω καλά και ότι με αυτή την ένεση έγιναν όλα καλά. Μόνο, το μόνο που δεν ήξερα είναι ότι είναι, κρατάει μόνο για ένα λεπτό. Εγώ για εκείνη τη στιγμή για ένα δευτερόλεπτο πίστευα, πίστευα ότι αυτό ήτανε, βρήκανε το αντίδοτο και έγινα καλά. Πού να ήξερα! Και μετά αφού το επιβεβαίωσαν, μετά μου είπανε και τι ακριβώς έχω και τι είναι αυτό που έχω, και έμεινα την υπόλοιπη εβδομάδα στο νοσοκομείο με ορό, με ένα συγκεκριμένο ορό, ο οποίος είναι για να σου, να σου δυναμώσει το σύστημα και να επανέλθεις στην, στη φυσική σου κατάσταση πριν ξεκινήσεις να παίρνεις τα χάπια, τα οποία τα παίρνεις για μία ζωή. Ναι. Και μόλις μετά τελείωσα και τις θεραπείες με τον, με τον ορό, ξεκίνησα τα χάπια και τα παίρνω μέχρι και σήμερα.

Μ.Β.:

Οι δικοί σου άνθρωποι σε όλο αυτό το διάστημα, μέχρι να βρουν οι γιατροί τι έχεις και μέχρι σήμερα, πώς, πώς νιώθουν;

Γ.Μ.:

Μπορώ να καταλάβω ότι οι γονείς μου στεναχωριούνται πάρα πολύ.

Μ.Β.:

Εσύ όμως τι είχες κοιτάξει, όταν είχες ψάξει στο ίντερνετ, και τι φοβόσουν ότι θα έχεις;[00:40:00]

Γ.Μ.:

Γενικά, να προσθέσω στην προηγούμενη ερώτηση, ότι με έχουνε στηρίξει-

Μ.Β.:

Α-

Γ.Μ.:

Πάρα πολύ.

Μ.Β.:

Συγνώμη.

Γ.Μ.:

Δεν πειράζει, απλά τώρα μου ήρθε. Με έχουν στηρίξει πάρα πολύ και οι δύο γονείς μου και ο φίλος μου και οι ξαδέρφες μου. Εντάξει, κυρίως το καλοκαίρι, γιατί στον υπόλοιπο χρόνο δεν με βλέπουνε και πολύ, αλλά νιώθω παρ' όλα αυτά τη στήριξή τους ακόμα και από μακριά. Και τώρα να απαντήσω στην ερώτησή σου. Στο ίντερνετ είχα ψάξει ακριβώς τι μπορεί να έχεις, αν βλέπεις διπλά, και μου είχαν, μου είχαν βγει τα αποτελέσματα ότι λέγεται «διπλωπία» και οφείλεται συνήθως σε κάποιο νευρολογικό πρόβλημα και είχε μία λίστα, για παράδειγμα, ξηρότητα στα μάτια ή όγκο στο κεφάλι ή… Και μου είχε, μου είχε εμφανιστεί και αυτή ασθένεια για να ‘μαι ειλικρινής, αλλά δεν έδωσα σημασία, γιατί δεν ξέρω, δεν, δεν πίστευα ότι έχω κάτι τέτοιο. Δεν πίστευα, δεν μου πέρασε από το μυαλό ότι μπορεί να είναι κάτι το σοβαρό, ότι μπορεί να είναι μία τέτοια εξέλιξη. Να σου πω την αλήθεια, εμένα το μυαλό μου και αυτό που φοβήθηκα περισσότερο ήτανε ο όγκος στο κεφάλι, αυτό φοβήθηκα περισσότερο από όλα, αλλά δεν, δεν μου πήγαινε το μυαλό. Δεν ήξερα και τι ήταν τότε, να σου πω την αλήθεια, και γι’ αυτό δεν του έδωσα πολύ σημασία. Πιστεύω ότι αν ήξερα, αν ήξερα τι ασθένεια είναι αυτή, πιστεύω να την, να το κοίταγα περισσότερο και να του έδινα περισσότερη σημασία. Αλλά ναι, αυτό, περισσότερο πίστευα ότι ίσως να είναι όγκος.

Μ.Β.:

Και πώς είναι δηλαδή να ζεις με τη μυασθένεια Gravis;

Γ.Μ.:

Είναι δύσκολο. Εντάξει, γενικά, να πω την αλήθεια, είναι δύσκολο να ζεις με οποιαδήποτε αυτοάνοση αρρώστια, διότι ο οργανισμός σου απλά δεν λειτουργεί το ίδιο. Σίγουρα είναι πολύ καλύτερα από ό,τι όταν, μόλις είχα πρωτοβγεί από το νοσοκομείο, αλλά ακόμα και τώρα είμαι πολλές φορές αδύναμη, χρειάζομαι πάντα να ξαπλώσω λιγάκι το μεσημέρι, ώστε να συνεχίσω μετά την υπόλοιπη μέρα. Ναι, χρειάζομαι πάντα να ξαπλώσω το μεσημέρι για να μπορέσω να λειτουργήσω κανονικά την υπόλοιπη μέρα μου. Πρέπει να φάω οπωσδήποτε κάτι το πρωί και μετά από κάποια ώρα θα πρέπει σίγουρα να ξανάφαω, γιατί καταναλώνω πολύ γρήγορα ενέργεια, και συνήθως όταν… Αυτό βέβαια μπορεί να οφείλεται και από την κορτιζόνη. Δηλαδή όσους γιατρούς έχω ρωτήσει, μου έχουν πει ότι οφείλεται απ’ την κορτιζόνη. Ότι αν δεν έχω φάει σωστά, ξεκινάει το σώμα μου να κάνει σπασμούς, να το πω έτσι, νιώθω σαν να έχω καρδιές, μικρές καρδιές παντού στο σώμα μου και να χτυπάνε δυνατά. Μία αίσθηση της γλώσσας μου ότι είναι πολύ βαριά και δεν μπορώ να μιλήσω, μία αίσθηση ότι σαν να, σαν να θέλω να κάνω εμετό, αλλά δεν κάνω, δε μου βγαίνει, απλά έχω την αίσθηση ότι. Ναι, αυτό, γενικά είναι ότι, σίγουρα είναι πολύ καλύτερα από ό,τι όταν βγήκα από το νοσοκομείο, απλά είναι το θέμα ότι το ότι είμαι τώρα καλύτερα, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί κάποια στιγμή ή να χειροτερέψω και να χτυπήσει και κάπου αλλού.

Μ.Β.:

Έχοντας αυτό στο μυαλό, πώς αντιμετωπίζεις την όλη κατάσταση;

Γ.Μ.:

Γενικά, γενικά την έχω αντιμετωπίσει με πολλή ψυχραιμία πιστεύω και πολύ θετική σκέψη. Δηλαδή πιστεύω ότι και κάποιος άλλος στη θέση μου θα ήταν πολύ πιο πεσμένος, πολύ πιο, θα το έβλεπε αλλιώς. Εγώ είμαι γενικά χαρούμενη που ήτανε μόνο αυτό το θέμα με τα μάτια και δεν έχει χτυπήσει κάπου αλλού. Και με τα μάτια μου πλέον δεν έχω κανένα πρόβλημα, δεν βλέπω άλλο διπλά, δεν είναι αλλήθωρα, δεν πέφτει, δεν είναι άλλο πεσμένο το βλέφαρο. Δηλαδή δεν έχω κανένα θέμα άλλο με τα μάτια. Τώρα είναι κυρίως πιο σωματικά, του στυλ ότι έχω αδυναμία, τα θέματα. Ότι νιώθω πιο αδύναμη κάποιες φορές, όταν θα εξασκηθώ πολύ, θα περπατήσω πολύ ή δεν θα ‘χω φάει καλά, όπως είπα, και θα νιώθω αδύναμη, γιατί δεν θα ‘χω ενέργεια. Είναι τέτοια τα προβλήματα πλέον, και δεν έχει να κάνει καθόλου [00:45:00]με τα μάτια. Αλλά γενικά δεν ξέρω, είμαι θετική, δεν έχω στο μυαλό μου ότι μπορεί να χειροτερέψει και μπορεί να μείνω ανάπηρη ή μπορεί, χτύπα ξύλο, να πεθάνω, δεν ξέρω ‘γω. Δεν το σκέφτομαι έτσι, πιστεύω, πιστεύω ότι θα, δεν ξέρω, ένα, ένα κομμάτι μέσα μου πιστεύει ότι κάποια στιγμή ίσως και να γίνω καλά.

Μ.Β.:

Και τι σου ‘χουνε πει οι γιατροί-

Γ.Μ.:

Πράγμα δύσκολο, αλλά…

Μ.Β.:

Για το χειρουργείο; Τι σου ‘χουνε πει οι γιατροί;

Γ.Μ.:

Ακριβώς. Για αυτό το πιστεύω ίσως, γιατί οι απόψεις των γιατρών είναι διαφορετικές. Κάποιοι μου λένε ότι μετά το χειρουργείο ίσως και να κόψω τελείως τα χάπια και να είμαι φυσιολογικά, όλα καλά, να μην μπορεί να χειροτερέψει η κατάσταση και τα λοιπά. Ότι ακόμη και αυτό να μη γίνει, σίγουρα δεν θα μπορέσει να χειροτερέψει η κατάστασή μου και σίγουρα θα μειώσω τη δόση που παίρνω, και άλλοι λένε ότι δεν υπάρχει περίπτωση να κόψω τελείως τα χάπια και να γίνω τελείως καλά, γιατί είναι χρόνια ασθένεια, και ότι το μόνο που μπορεί να, το μόνο που θα γίνει σίγουρα είναι να βελτιωθεί η κατάσταση και να μειώσω τα, τη δόση.

Μ.Β.:

Τουλάχιστον θα ‘ναι θετικό το αποτέλεσμα όποιο και, όποια τροπή και να πάρει θα βελτιωθεί η ζωή σου.

Γ.Μ.:

Ναι, ναι. Και εγώ για αυτό θα το κάνω, γιατί αν μου λέγανε ότι: «Ε, ίσως και να γίνεις καλύτερα, ίσως και όχι. Μπορεί να μείνεις ακριβώς τα ίδια ή να χειροτερέψεις και άλλο», δεν υπήρχε περίπτωση να το κάνω. Δηλαδή αν δεν υπήρχε έστω και κάποιο σίγουρο προτέρημα. Αλλά αφού υπάρχει, για αυτό το λόγο θα το κάνω κιόλας.

Μ.Β.:

Επίσης να σημειωθεί, το έχω κοιτάξει ότι, νομίζω οι μεγαλύτερες σε ηλικία γυναίκες παθαίνουνε αυτή την ασθένεια, ισχύει αυτό; Που εσύ τα ξέρεις καλύτερα.

Γ.Μ.:

Ναι, ναι. Ήτανε όλοι σοκαρισμένοι όταν μάθανε τι ακριβώς έχω. Γιατροί, συγγενείς, σε όσοι, όσους, όσοι το μάθανε, ήταν σοκαρισμένοι. Και κάποιοι δεν το πιστεύανε κιόλας, όπως για παράδειγμα ο νευρολόγος, που πηγαίνω τώρα, που με κοιτάει κάθε μήνα και κοιτάει τις δόσεις μου, πως τα πηγαίνω κλπ., στην αρχή φάνηκε σαν να μην το πιστεύει, μετά όμως του δείξαμε και τα αποτελέσματα που βγήκαν από τις εξετάσεις αίματος, που το δείχνανε ξεκάθαρα. Γιατί δεν το πίστευε; Γιατί κυρίως, όπως είπες, το παθαίνουν μεγαλύτερες γυναίκες, δηλαδή πάνω από 28, και εγώ ήμουνα μόνο 21 χρονών. Επίσης, τους έχει, δεν τους κάθεται καλά ότι, ότι αυτά τα χάπια που παίρνω, δεν ταιριάζουνε με την ηλικία μου. Δηλαδή τώρα να παίρνεις κορτιζόνη ή να παίρνεις τόσο μεγάλη δόση απ’ το χάπι που καταστέλλει -να πούμε- την αρρώστια, είναι, είναι πολλά για αυτή την ηλικία, μόνο 21 χρονών. Εντάξει, δεν θέλω να, δεν θέλω να ακούγομαι, δεν θέλω να ακούγεται σαν να λέω ότι η κατάστασή μου είναι η χειρότερη, γιατί -εννοείται- υπάρχουν και πολύ πιο μικρότερα παιδιά που παίρνουνε πολλά περισσότερα χάπια και η κατάστασή τους είναι χειρότερη, απλά λέω ακριβώς ό,τι μου είχανε, μου έχουν πει οι γιατροί και πως το βλέπανε οι γιατροί. Όπως είπα, εγώ το βλέπω πολύ θετικά και πολύ… Όχι, εντάξει, όχι αψήφιστα, απλά δεν... όχι τόσο σοβαρά-

Μ.Β.:

Αισιόδοξα-

Γ.Μ.:

Όπως άλλοι. Ναι.

Μ.Β.:

Και όταν πρωτοβγήκες από το νοσοκομείο, ήταν χειρότερα δηλαδή τα πράγματα; Πώς ήτανε; Γιατί το ανέφερες.

Γ.Μ.:

Ναι, ήταν. Ναι, ήταν πολύ χειρότερα. Ήμουν πάρα πολύ κουρασμένη όλη την ώρα, δεν μπορούσα… Δηλαδή κατέβαινα τις σκάλες από το σπίτι και δεν μπορούσα άλλο, αυτό ήτανε, έπρεπε να ξανανέβω πάνω για να ξαπλώσω. Ήτανε, ήμουν συνεχώς κουρασμένη, δεν μπορούσα να σηκωθώ, ένιωθα, ένιωθα ακόμα πιο συχνά και πιο έντονα τα, τις μικρές καρδιές, όπως αυτούς τους μικρούς σπασμούς, που νιώθω σε όλο μου το σώμα. Ήτανε, ναι, ήταν πολύ χειρότερα, ήμουνα πολύ πιο αδύναμη.

Μ.Β.:

Και μέσα σε πόσο καιρό δηλαδή εξελίχθηκε η ασθένεια και έφτασε σε αυτό το σημείο, πόσο διάστημα πέρασε;

Γ.Μ.:

Εννοείς, εννοείς στο σημείο…

Μ.Β.:

Που άρχισες να τα βλέπεις διπλά, μέχρι που άρχισες να παίρνεις τα χάπια.

Γ.Μ.:

Μάλιστα. Μόλις τελείωσα, μόλις ξεπέρασα τον, τον κορονοϊό, [00:50:00]μέχρι να φτάσω στο σημείο που αλληθώριζα, έβλεπα διπλά, έπεσε το βλέφαρο κλπ., είχαν περάσει δύο εβδομάδες, δύο με τρεις βδομάδες ήτανε, ναι. Και μετά, μέσα σε μία εβδομάδα που ήμουν στο νοσοκομείο και βρήκανε τι ακριβώς έχω, ξεκίνησα να παίρνω και τα χάπια.

Μ.Β.:

Και μέσα σε αυτή την εβδομάδα δηλαδή άρχισες να νιώθεις κουρασμένη και εξελίχθηκε τόσο πολύ η ασθένεια; Αυτό θέλω να δω, πόσο γρήγορα εξελίχθηκε.

Γ.Μ.:

Α, ναι. Ήδη απ’ το νοσοκομείο ένιωθα πολύ, πολύ κουρασμένη. Εν μέρει πιστεύω ότι ίσως και μετά το νοσοκομείο να ένιωθα τόσο κουρασμένη κλπ., γιατί είχα ήδη κουραστεί πάρα πολύ μέσα στο νοσοκομείο, γιατί ήτανε πολύ κουραστικό να σου κάνουνε κάθε μέρα όλη μέρα εξετάσεις, και να έχεις και τον ορό 12 ώρες την ημέρα για 5 μέρες. Εν μέρει πιστεύω ότι ίσως και γι’ αυτό να ήμουν τόσο κουρασμένη, ψυχικά και σωματικά, και έβγαινε σωματικά. Αλλά ήτανε, ήτανε, ναι, ήτανε και από την ασθένεια.

Μ.Β.:

Και πώς σχετίζεται δηλαδή ο κορονοϊός με την Gravis; Τι σου έχουν πει οι γιατροί;

Γ.Μ.:

Στην ουσία δεν σχετίζεται. Απλά επειδή ο κορονοϊός έχει μία τάση να χτυπάει τα νευρικά συστήματα, δηλαδή αυτά, υπάρχουν πλέον ενδείξεις που το αποδεικνύουν ότι η corona χτυπάει και το νευρικό σύστημα, πιστεύουν απλά το ότι το σώμα μου προσπαθώντας να καταπολεμήσει, ας πούμε, τον κορονοϊό, ο ιός είχε ήδη καταβάλει το σώμα μου, να το πω έτσι, και έτσι το σώμα μου «μπερδεύτηκε», το εξηγώ όσο πιο απλά γίνεται, το σώμα μου «μπερδεύτηκε» και άρχισε να πολεμάει τον εαυτό του παράλληλα. Και έτσι, έτσι μετά άρχισε να δημιουργεί αντισώματα κατά αυτή την ουσία, που σου είπα, που, που… που κυλάει ανάμεσα στον, στο νεύρο και στον μυ, και σου δίνει τι ακριβώς πληροφορίες, δηλαδή να σηκώσεις το χέρι, να κλωτσήσεις ή δεν ξέρω και ‘γω τι. Και άρχισε να δημιουργεί αντισώματα κατά αυτήν την ουσία, με αποτέλεσμα να μην παίρνει σωστές εντολές, να το πω έτσι, το σώμα.

Μ.Β.:

Ναι και θέλω... Α, δηλαδή, αυτό που θέλω να πω από πριν, ότι χάρη στο γεγονός ότι τόσο γρήγορα πήγες και το έψαξες και επέμεινες, είναι που δεν εξελίχθηκε και ανακόπηκε η πορεία της ασθένειας.

Γ.Μ.:

Ναι, δηλαδή αν αυτό σε αυτόν, τον τελευταίο οφθαλμίατρο που είχα πάει, δεν είχα πει, δεν είχα επιμείνει και να πω ότι: «Ξέρεις κάτι, μα βλέπω διπλά, αλληθωρίζει το μάτι μου και πέφτει το βλέφαρο» και τον άφηνα απλά να μου γράψει ξανά τις σταγόνες και να πάω απλά σπίτι, θα μπορούσε να έχει εξελιχθεί περισσότερο και να είχε χτυπήσει κάπου αλλού, για παράδειγμα στην κατάποση, να μην μπορούσα να καταπιώ, να, δεν ξέρω, χίλια δυο πράγματα άλλα.

Μ.Β.:

Και θέλω να μου πεις και για τη σχέση του, όπως είπαμε για τη σχέση του κορονοϊού με την Gravis, επειδή είναι κάτι το καινούριο και είναι και σπάνια η ασθένεια, έχει αρχίσει να μελετάται δηλαδή, και να βγαίνουνε άρθρα. Και θέλω να μου μιλήσεις λίγο γι’ αυτό, τι ξέρεις.

Γ.Μ.:

Ναι, ήμουνα, ήμουν η πρώτη παγκοσμίως που, που είχε εξελιχθεί κάτι τέτοιο. Δηλαδή μέσα απ’ την corona, να βγει κάποια αυτοάνοση ασθένεια. Οπότε και το νοσοκομείο ζήτησε την άδειά μου να πάρει την υπόθεσή μου και να γράψει κάποιο άρθρο, ανώνυμα βέβαια –φαίνονται όμως τα μάτια– και υπάρχει, υπάρχει άρθρο, ναι, το οποίο αναφέρει την, την υπόθεση μου.

Μ.Β.:

Οκέι, άμα θελήσεις αργότερα να μου το δώσεις να το γράψω και αυτό. Άμα θέλεις. Τέλος πάντων, θα τα πούμε μετά. Και τέλος, εκτός και αν πούμε κάτι άλλο, θα δούμε, θέλω να σε ρωτήσω για το αν γνωρίζεις, αν υπάρχει κοινότητα για την ασθένεια Gravis.

Γ.Μ.:

Δεν είμαι σίγουρη, αλλά έχω την εντύπωση το ‘χα διαβάσει κάπου, ότι υπάρχει μία τέτοια κοινότητα, ένα site, το οποίο μπαίνουνε διάφοροι που έχουν την ασθένεια αυτή, και μοιράζονται τα προβλήματά τους, πως νιώθουν σήμερα και διάφορα τέτοια.[00:55:00] Αλλά δεν πιστεύω ότι θα ήθελα να πάρω μέρος σε κάποια τέτοια κοινότητα. Περισσότερο γιατί πιστεύω ότι θα αισθανόμουνα πιο άσχημα και θα με έριχνε συναισθηματικά το να βλέπω, ας πούμε, κάποιον που έχει «χειρότερη κατάληξη», σε εισαγωγικά, από μένα, δηλαδή έχει προχωρήσει περισσότερο η ασθένεια. Και πιστεύω ότι δεν θα μου έκανε καλό, εν μέρει.

Μ.Β.:

Αυτά εγώ είχα να σε ρωτήσω, τώρα άμα θέλεις να κάνεις κάποιο σχόλιο πάνω στην ασθένεια για τον κόσμο που δεν τη γνωρίζει. Κάτι να αφήσεις, έτσι, στο τέλος.

Γ.Μ.:

Βασικά αυτό που, αυτό που ήθελα εγώ και μέσα την συνέντευξη και την ιστορία μου, ήθελα απλά να κάνω λίγο πιο γνωστή αυτή την ασθένεια, γιατί όπως είπα, δεν την ξέρουνε πολλοί, είναι αρκετά σπάνια. Σε όσους την ανέφερα, δεν την ήξερε κανένας, ούτε ήξερε κάποιον που να την είχε. Και πιστεύω ότι είναι, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε, όχι μόνο αυτή την ασθένεια, αλλά διάφορες ασθένειες, που δεν είναι γνωστές και όμως είναι σημαντικές και επηρεάζουν πολύ τη ζωή σου. Και αφού είχα την ευκαιρία να, να την κάνω λίγο πιο γνωστή μέσα από αυτή την συνέντευξη, ήθελα να την πάρω αυτή την ευκαιρία και να μάθει περισσότερος κόσμος τι ακριβώς είναι και πόσο, πόσο «δύσκολο» είναι, σε εισαγωγικά, να ζει κανένας με αυτή την ασθένεια, και πώς επηρεάζει τη ζωή σου.

Μ.Β.:

Και σε μία τόσο νεαρή ηλικία προσθέτω εγώ.

Γ.Μ.:

Και, ναι. Και σε μία τόσο νεαρή ηλικία, πόσο μάλλον.

Μ.Β.:

Ωραία. Σε ευχαριστώ πάρα πολύ, Γεωργία.

Γ.Μ.:

Κι εγώ.

Μ.Β.:

Εύχομαι να πάνε όλα καλά με την επέμβαση.

Γ.Μ.:

Ευχαριστώ πολύ.

Μ.Β.:

Αυτό. Και θα μάθουμε νέα σου.

Γ.Μ.:

Σίγουρα.