© Copyright Istorima

Istorima Archive

Τίτλος Ιστορίας

«Για εμένα είναι όλα Rock 'n' Roll»: η rock σκηνή των Ιωαννίνων στα '90s, μέσα από τις αφηγήσεις του μουσικού Φάνη Ζαΐμη

Κωδικός Ιστορίας
11051
Σύνδεσμος Ιστορίας
Αφηγητής/τρια
Θεοφάνης Ζαΐμης (Θ.Ζ.)
Ημερομηνία Συνέντευξης
06/08/2022
Ερευνητής/τρια
Κωνσταντίνος Παπαβασιλείου (Κ.Π.)

[00:00:00]

Κ.Π.:

Καλησπέρα, θα ήθελα αρχικά να μου πεις το όνομά σου.

Θ.Ζ.:

Είμαι ο Φάνης ο Ζαΐμης.

Κ.Π.:

Είναι Κυριακή 7 Αυγούστου του 2022. Είμαι με το μουσικό Φάνη Ζαΐμη. Βρισκόμαστε στα Ιωάννινα. Εγώ ονομάζομαι Παπαβασιλείου Κωνσταντίνος, είμαι ερευνητής στο Istorima, και με τον Φάνη Ζαΐμη θα μιλήσουμε για τη μουσική του πορεία και για τη μουσική σκηνή των Ιωαννίνων στα ‘80s και τα ‘90s. Φανή, θα ήθελα αρχικά να μου πεις κάποια πράγματα για σένα.

Θ.Ζ.:

Για μένα, μάλιστα. Εγώ είμαι γέννημα θρέμμα από τα Ιωάννινα. Γεννήθηκα στα Ιωάννινα το 1973, έτσι; Ασχολήθηκα με τη μουσική ως ανάγκη της παρέας στην ουσία. Μου άρεσε πάντα η μουσική, γρατζουνούσα μία κιθάρα, αλλά βρεθήκαμε με άλλους δύο φίλους, που ήμασταν τότε κολλητοί, και παραμένουμε ακόμα σαράντα χρόνια μετά, τον Κώστα τον Γραμμενιάτη και τον Μπάμπη τον Οικονόμου, και είπαμε να φτιάξουμε τους Dirty Saints. Από εκεί και πέρα ακολούθησαν σπουδές, από το ‘94, στο Ωδείο Τέχνης του Γεωργίου Φακανά πάνω στην jazz και συμμετοχή με διάφορα σχήματα, πέραν των Dirty, όταν κάναμε μία παύση με τους Dirty. Αυτά.

Κ.Π.:

Μπορείς να μου πεις ποια ήταν η σχέση σου με τη μουσική στα παιδικά σου χρόνια, πριν ξεκινήσεις δηλαδή να παίζεις κάποιο όργανο;

Θ.Ζ.:

Κοίταξε να δεις, εγώ άκουγα μουσική ευτυχώς, επειδή είχα μεγαλύτερα αδέρφια, και άκουσα από τα 6 μου χρόνια. Άκουγα heavy metal στην ουσία, Iron Maiden, Black Sabbath, επειδή ο αδερφός μου τότε ήταν στην εφηβεία, οπότε άκουγα και εγώ. Και με πήρε αυτό το ρεύμα, έτσι, με συνεπήρε. Γενικά, η μουσική ήταν πάντα, ακουγόταν πολύ και στο σπίτι. Ο μπαμπάς μου με τα παραδοσιακά του τα κλαρίνα που έχουν εδώ στα Γιάννενα. Ε, ως καταγωγή η πεντατονική είναι μέσα στις φλέβες μας όλων των Ιωαννίνων. Αυτά. Και σιγά-σιγά δημιουργήθηκε μία σχέση ερωτική, έτσι;

Κ.Π.:

Άλλοι φίλοι σου άκουγαν heavy metal, rock;

Θ.Ζ.:

Ναι, όλη η παρέα άκουγε παρακλάδια της rock, θα έλεγα, της rock ‘n’ roll: heavy metal ήταν τότε, μετά ήταν το punk, περάσαμε από διάφορα παρακλάδια, ναι. Και δανειζόμασταν κασέτες. Δεν υπήρχαν τότε, σπάνια. Λίγοι είχαν βινύλια, έτσι; Ακούγαμε ραδιοφωνικές εκπομπές μπας και ακούσουμε δηλαδή καινούργια μουσική, η τηλεόραση δειλά-δειλά με το Μουσικόραμα. Μιλάμε για τώρα για αρχές του ‘80, αυτή ήταν η κατάσταση τότε.

Κ.Π.:

Το πρώτο σου μουσικό όργανο πότε το απέκτησες;

Θ.Ζ.:

Το πρώτο μου μουσικό όργανο ήταν μία ηλεκτρική κιθάρα. Πρέπει να την είχα πάρει στο 13, εκεί στα 13 έτη, 13… ναι. Και ψιλογρατζουνάγαμε. Και έτσι φτιάχτηκε και η μπάντα δηλαδή. Όντως, είχα μία κιθάρα.

Κ.Π.:

Η μπάντα δηλαδή πότε ακριβώς φτιάχτηκε; Σε ποια ηλικία ήσουν;

Θ.Ζ.:

Εγώ ήμουν 14. Κάναμε παρέα με τον Κώστα, ο Κώστας έπαιζε και σε άλλες μπάντες νωρίτερα, έπαιζε λίγο μπάσο. Μπάσο έπαιζε ο Κώστας, ναι. Ο Μπάμπης έπαιζε… Είχε κάνει και κάποια μαθήματα πιάνου στα χρόνια του Δημοτικού. Εγώ γρατζούναγα την κιθάρα. Βέβαια, αλλάξαμε τους ρόλους εκεί: Πήρα εγώ το μπάσο, πήρε ο Κώστας κιθάρα, έχει και φωνή, ο Μπάμπης πίσω στα πλήκτρα και ήμασταν σε αναζήτηση ντράμερ για να κάνουμε την μπάντα.

Κ.Π.:

Είχες κάποιον μέντορα να σε διδάξει, πώς έμαθες να παίζεις;

Θ.Ζ.:

Δεν με δίδαξε κανένας. Βέβαια, ο Βαγγέλης Αγγελής με ανέβασε, ήταν ο πρώτος που με ανέβασε στην σκηνή, στα 13. Μη με ρωτήσεις τι έπαιζα, άσ’ το! Αλλά πήρα την πρώτη κρυάδα του stage, έτσι; Και μετά, μέσα από τις πρόβες στην ουσία μάθαμε μουσική, λίγο από εδώ, λίγο από εκεί: «Δείξε μου αυτό το κομμάτι, πώς πάει, παίξιμο». Και πρόβα, επειδή είχαμε τη δυνατότητα, την ευχή και είχαμε δικό μας χώρο, ας πούμε —όχι στούντιο, χώρο θα το πω, γιατί δεν μπορείς να το πεις στούντιο το υπόγειο του Κώστα—, παίζαμε κάθε μέρα. Οπότε, μέσα από τις πρόβες μάθαμε και να παίζουμε μουσική.

Κ.Π.:

Όταν λες κρυάδα στο stage;

Θ.Ζ.:

Ε, να ανέβεις σε ένα stage και να έχει κόσμο, έτσι; Υπάρχει ένα άγχος. Όταν είσαι και 13 χρόνων παιδάκι τα χάνεις, ναι. Δηλαδή έπαιζα ένα ακόρντο και δεν ακουγόταν, από το παίξιμο, έτσι;

Κ.Π.:

Το θυμάσαι, έτσι, το live αυτό; Τι κατάσταση επικρατούσε;

Θ.Ζ.:

Όχι, όχι, δεν το θυμάμαι. Θυμάμαι μόνο την κρυάδα, τίποτα άλλο, και ο Βαγγέλης Αγγελής να χαμογελάει[00:05:00]. Γιατί δεν περίμενα ότι θα το κάνει. Μου το είχε πει για πλάκα έτσι: «Έχω συναυλία μεθαύριο, θα ανεβείς να παίξεις». «Τι θα παίξω;». «Θα σου πω εγώ, ένα Μι Ματζόρε».

Κ.Π.:

Δηλαδή σε ανέβασε εκείνη τη στιγμή;

Θ.Ζ.:

Ναι, ναι.

Κ.Π.:

Δίσκους πού αγόραζες;

Θ.Ζ.:

Δίσκους δεν αγόραζα. Δεν είχα πικάπ, δεν είχαμε την οικονομική δυνατότητα. Υπήρχαν κάποια δισκάδικα τότε που μας τα γράφαν σε κασέτες, έτσι δουλεύαμε. Νομίζω ότι ο Κώστας είχε πικάπ και είχε κάποια βινύλια και αγόραζε βινύλια. Υπήρχαν κάνα δύο δισκάδικα που έφερναν, έτσι, ψιλοεναλλακτική για την τότε εποχή μουσική. Ήταν ο «Ήχος» του Θοδωρή του Γαλανόπουλου, ήταν ο Κώτσης στη Βλαχλείδη, από εκεί. Δηλαδή γράφαμε κασέτες στην ουσία. Και από το ραδιόφωνο επίσης γράφαμε κασέτες και παρακαλούσαμε να μη μιλήσει ο εκφωνητής πάνω στο τραγούδι.

Κ.Π.:

Ανταλλάζατε κιόλας κασέτες μεταξύ σας;

Θ.Ζ.:

Ναι, εννοείται, η γνώση μοιραζόταν.

Κ.Π.:

Τι αίσθηση σού άφηνε το γεγονός ότι ανακάλυπτες συνεχώς νέα μουσικά ρεύματα;

Θ.Ζ.:

Δίψα, δίψα και όρεξη για ψάξιμο ακόμα περισσότερο, έτσι; Και αυτό ισχύει ακόμη μέχρι τώρα. Δηλαδή και ως ακροατής και ως μουσικός: δίψα για μάθηση. Ισχύει το γηράσκω αεί διδασκόμενος, ισχύει, καλό είναι να μαθαίνουμε. Και πάντα θα υπάρχουν πράγματα που θα μαθαίνουμε, ό,τι ηλικία και να φτάσεις, έτσι πιστεύω.

Κ.Π.:

Οι πρώτοι δίσκοι που απέκτησες ποιοι ήταν;

Θ.Ζ.:

Κοίτα, έχω κάποιους δίσκους —ακόμα δεν έχω πικάπ. Δεν θυμάμαι τώρα τι είναι. Πρέπει να ήταν το London Calling των Clash, νομίζω. Έτσι, για να τον έχω, όχι για τίποτα άλλο. Νομίζω ότι ήταν αυτός. Ναι, αυτός πρέπει να ήταν. Δεν ξέρω αν τον έχω ακόμα ή αν τον έδωσα κάπου να τον ακούσουνε και… Ξέρεις, γινόταν αυτά τότε.

Κ.Π.:

Γενικότερα, ποια συγκροτήματα, ας πούμε, σου άρεσαν περισσότερο;

Θ.Ζ.:

Κοίταξε να δεις, εντάξει, υπάρχουν πολλά συγκροτήματα και που με έχουν σημαδέψει και που τους ακούω δηλαδή και από διάφορα μουσικά —πώς να το πω;— ρεύματα. Δηλαδή, εντάξει, οι Clash που προανέφερα για εμένα είναι ένα από τα τοπ συγκροτήματα, έτσι; Με σημάδεψαν πολύ. Οι Rolling Stones, επίσης, πάρα πολύ. Ο Iggy, και με τους Stooges και μόνος του. Ο Bowie, ας πούμε, πάρα πολλά γκρουπ. Τι άλλο; Εντάξει, μπαντάρες υπήρχαν. Οι Zepelin, ας πούμε, ‘70s, που για μένα η ‘70s ήταν πολύ σημαντική δεκαετία για τη μουσική, η δεκαετία του ‘70. Ήταν, πέρα από την έκρηξη του punk, ήταν οι Ramones, υπήρχαν οι T-Rex. Βγήκαν πολλά πράγματα, ‘60 και ‘70 δηλαδή.

Κ.Π.:

Η μετάβασή σου από την κιθάρα στο μπάσο πώς ήταν, πώς προέκυψε;

Θ.Ζ.:

Για τις ανάγκες της μπάντας, έτσι; Και ήταν εύκολη σχετικά. Ευτυχώς είχε ο Κώστας ένα μπάσο. Του το είχε δώσει ο… Ήμασταν τυχεροί, γιατί ο θείος του Κώστα, ο Ανδρέας ο Ευαγγέλου, ήταν μουσικός, μπασίστας και τον είχε εξοπλίσει με έναν ενισχυτή, με μία κιθάρα, με ένα μπάσο, οπότε είχαμε μία βάση. Και εντάξει, γιατί μέχρι τότε και αργότερα δανειζόμασταν όργανα. Δεν είχαμε όργανα, που σημαίνει ότι δεν μπορούσες να φτιάξεις και συγκεκριμένο ήχο.

Κ.Π.:

Στα Ιωάννινα γενικότερα τι κατάσταση επικρατούσε όσον αφορά τη rock μουσική σκηνή, αν θέλεις;

Θ.Ζ.:

Κοίτα, τότε υπήρχαν πολλές μπάντες. Γινόταν το ‘80… Στα μέσα του ‘80, μέχρι εκεί, του ‘90, που άρχισα και εγώ και να θυμάμαι —γιατί ήμουν 12 χρονών το ‘85— υπήρχανε μπάντες. Κατά βάση φτιαχνότανε, κάνανε δυο τρία live, χαλούσαν, σταματούσανε. Υπήρχαν καμιά εικοσαριά τριάντα μουσικοί, ρε παιδί μου, που κάναν μπάντες, έτσι; Βέβαια, δεν υπήρχαν χώροι για live, αλλά υπήρχε —πώς να το πω;— το μικρόβιο της μπάντας τότε, γινόντουσαν, και πριν από να θυμάμαι εγώ, ψάχνοντας εκ των υστέρων. Υπήρχαν οι Gold Fingers, που είναι πιο παλιοί, οι Castle Ghost, έτσι, υπήρχαν μπάντες. Υπήρχε το Kεφάλαιο 24 —παραμένει ακόμη και τώρα—, που κάνουνε δουλειές. Γενικά όμως, ήταν πολύ των διασκευών. Πολλές μπάντες γινόντουσαν, παίζανε διασκευές, αυτό. Εμείς, ας πούμε, ξεκινήσαμε από την πρώτη εμφάνιση[00:10:00] και είχαμε τουλάχιστον δύο τραγούδια δικά μας που παίζαμε, δειλά-δειλά. Είπαμε ότι θα κάνουμε δικιά μας μουσική.

Κ.Π.:

Τα live αυτών των συγκροτημάτων που ανέφερες προσέλκυαν τότε κόσμο; Υπήρχε κοινό δηλαδή;

Θ.Ζ.:

Ναι, κοινό υπήρχε. Όχι πολύ, μη φανταστείς, αλλά υπήρχε, ναι, πήγαινε κόσμος, διψούσε, διψούσε η πόλη. Μην ξεχνάς τώρα ότι ήταν και αποκομμένη. Δεν γινόταν να έρθουν από την Αθήνα να κάνουν live εύκολα, έτσι; Μην ξεχνάς ότι με το λεωφορείο τότε ήταν έξι εφτά ώρες ταξίδι το Αθήνα-Γιάννενα. Ήμασταν λίγο… Από Θεσσαλονίκη ακόμα χειρότερα, που υπήρχε και η φημισμένη Κατάρα. Δηλαδή… Ναι, οπότε γινόταν εδώ, με τοπικούς. Ναι, υπήρχε κόσμος.

Κ.Π.:

Από Αθήνα, Θεσσαλονίκη ερχόντουσαν καθόλου μπάντες, δηλαδή είχες παρακολουθήσει κάποιο live;

Θ.Ζ.:

Κοίτα, στα τέλη του ‘80 προς αρχές του ‘90 άρχισαν δειλά-δειλά ερχότανε, μία φορά το χρόνο δύο, ξέρω εγώ, σε κανένα φεστιβάλ. Ήταν και τα κόστη. Ποιος θα τα διοργάνωνε, αν βγαίνανε. Ήταν πολλά τότε, ναι. Δεν θυμάμαι να… Εκεί το ‘90 ο Γάκης προσπαθούσε κάτι να φέρνει, μπάντες, ο Γιώργος ο Γάκης, και ακόμα το κάνει, πράγματα και ως δημιουργία, δηλαδή φεστιβάλ και τέτοια. Και ως μουσικός ακόμα υπάρχει ο Γιώργος. Ναι, δεν πολυθυμάμαι κάτι άλλο.

Κ.Π.:

Εσύ πήγαινες σε αυτά τα live;

Θ.Ζ.:

Ναι, όπου μπορούσα ναι, όπου μπορούσαμε πηγαίναμε. Επίσης, στην ουσία τα live οι μουσικοί τα στηρίζαν, όπως γίνεται και τώρα, έτσι; Στηρίζαμε και τα live που κάνανε κάποιες άλλες μπάντες.

Κ.Π.:

Και πηγαίνοντας σε αυτά τα live, ήθελες να καλύψεις κάποιες προσωπικές ανάγκες, να δεις πώς παίζουν και άλλοι μουσικοί, να πάρεις ιδέες;

Θ.Ζ.:

Φυσικά, ναι, έτσι, αλλά και να δω και τη μουσική τους, ξέρω εγώ, και να ακούσω και να… Εντάξει, ήταν και μία εναλλακτική μορφή διασκέδασης —διασκέδασης… Κάτι καλύτερο να κάνεις από την καθημερινότητά σου, έτσι; Ήταν κάτι… «Ω! Live, τέρμα». Ήταν… Πώς ήταν στα χωριά το πανηγύρι; Ακριβώς. Αυτό.

Κ.Π.:

Στα τέλη των ‘80s ποιοι άλλοι τρόποι διασκέδασης υπήρχαν για τους νέους;

Θ.Ζ.:

Εντάξει, υπήρχαν τα μπαράκια. Διασκέδασης… Εντάξει. Ή θα πήγαινες να παίξεις μπιλιάρδο, ποδοσφαιράκια και ηλεκτρονικά, video games, στα μπαρ, στις πλατείες. Αυτό ήταν. Αυτή ήταν, δεν ήταν κάτι άλλο. Είχε και δυο τρεις κινηματογράφους η πόλη. Τώρα δεν ξέρω, πρέπει να έχει στο «Odeon», ναι. Εντάξει, ήταν πιο μικρή η πόλη, πιο μαζεμένη.

Κ.Π.:

Κόντρες υπήρχαν μεταξύ των ροκάδων, έτσι να το θέσω γενικά, με αυτούς που άκουγαν disco, για παράδειγμα, που τους αποκαλούσαν και καρεκλάδες;

Θ.Ζ.:

Οι καρεκλάδες; Ναι, υπήρχε μωρέ, αλλά εντάξει, ΟΚ, πάντα υπάρχουν οι κόντρες, ακόμα και στις μέρες μας.

Κ.Π.:

Είχες δει, έτσι, κάποιο περιστατικό, κάτι, ή όχι;

Θ.Ζ.:

Όχι, όχι. Οι καρεκλάδες δεν… Ας πούμε, οι disco… Υπήρχαν οι disco τότε, ναι, σωστό, υπήρχε ένας τρόπος. Οι άνθρωποι που πήγαιναν στην disco δεν θα πήγαιναν σε μία rock συναυλία, έτσι; Εκτός αν υπήρχε κάποιος γνωστός, κάποιος φίλος, κάποιο γκομενάκι, ξέρω εγώ, να δούμε. Μπορεί, μπορεί να παίζαν αυτά. Υπήρχαν και τα φλερτ τότε, ναι. Και δεν ήταν και τόσο open, ήταν πιο δύσκολοι οι καιροί.

Κ.Π.:

Μεταξύ των συγκροτημάτων κόντρες;

Θ.Ζ.:

Όχι ιδιαίτερα. Ίσα-ίσα, και δανειζόμασταν και μοιραζόμασταν πράγματα, ξέρω εγώ: «Έχω συναυλία. Θα μου δώσεις μια κιθάρα, έναν ενισχυτή;». Ναι. Όχι, δεν θα το έλεγα ότι υπήρχαν κόντρες, έτσι;

Κ.Π.:

Τον πρώτο σας δίσκο πότε τον βγάλατε;

Θ.Ζ.:

Ο πρώτος μας δίσκος βγήκε το Μάρτιο του ‘90. Ήταν ένα σινγκλάκι 7-ιντσο με τέσσερις συνθέσεις δικές μας. Είχε προηγηθεί μία συναυλία το ‘89 περίπου στο «An» και μας είδαν κάτι παιδιά από μία ανεξάρτητη δισκογραφική τότε, την Fifth Dimension, που και αυτή έκανε την παρθενική της δουλειά με έδρα το Κιάτο, ας πούμε, τα παιδιά, και μας πρότεινε να κάνουμε αυτό. Περιορισμένοι —πώς να το πω;— χρόνοι στούντιο και μην ξεχνάς ότι και εμείς τότε ήμασταν 17 χρονών, έτσι; Και μπήκαμε μέσα, γράψαμε live τέσσερα κομμάτια μέσα σε εφτά οχτώ ώρες και βγήκε. Και κυκλοφόρησε σε χίλια αντίτυπα. Τότε δεν υπήρχαν ούτε CD, ευτυχώς. Ναι, τον Μάρτιο του ‘90 και μετά άρχισαν κριτικές, από τον τύπο της Αθήνας κυρίως, fanzines αλλά και άλλα, το Ήχος, τ[00:15:00]ο Ποπ και Ροκ που υπήρχε, το New Musical Express. Είχε φτάσει το σινγκλάκι στην Αγγλία, στο Λονδίνο, και μας είχε γράψει κριτική, και πολύ καλή κριτική. Αυτά. Και εντάξει, μας έδωσε ώθηση και να δουλέψουμε για καινούργιο υλικό και για συναυλίες περισσότερες, και Θεσσαλονίκη και όπου μπορούσαμε εκτός Ιωαννίνων, χωρίς να είναι εύκολο, επαναλαμβάνω, έτσι; Οι αποστάσεις ήταν αποστάσεις. Δεν υπήρχαν αυτοκίνητα. Δεν είχαμε. Με τα λεωφορεία και με όλα αυτά, έτσι, με συγκοινωνίες. Και μετά ακολούθησε το Elf, το μεγάλο μας LP, το δεύτερο, το ‘92, το οποίο ήταν λίγο πιο αυξημένο το budget, έγινε λίγο πιο πολλή δουλειά. Αυτές ήταν οι δουλειές μας μέχρι τότε.

Κ.Π.:

Στην Αθήνα πώς βρεθήκατε;

Θ.Ζ.:

Στην Αθήνα… Το ‘93 είχαμε αποφασίσει να φύγουμε από την πόλη ως μπάντα, τέλος πάντων, μετά από διάφορα που συνέβησαν. Βρεθήκαμε να πάμε στην Αθήνα. Δεν μπορούσαμε να πάμε πουθενά αλλού, δεν γινότανε και πήγαμε στην Αθήνα επειδή εκεί ήταν το κέντρο, ρε παιδί μου. Η αλήθεια είναι αυτή. Εκεί ήταν να παίζεις συνέχεια, έτσι, να έχεις πιο πολλές εναλλακτικές. Δεν μπορείς να πηγαινοέρχεσαι από τα Γιάννενα στην Αθήνα συχνά, έτσι; Και είπαμε να δοκιμάσουμε τη μητρόπολη.

Κ.Π.:

Οι βλέψεις σας ποιες ήταν δηλαδή πηγαίνοντας στην Αθήνα; Τι σκοπούς είχατε;

Θ.Ζ.:

Ο σκοπός ήταν ένας: να βιοποριστούμε από τη μουσική, να παίζουμε μουσική. Αλλά ναι, νομίζω ότι ούτε και τότε ούτε και τώρα μπορείς καθαρά να βιοποριστείς από το rock n’ roll. Οπότε, εντάξει, όπως σε όλα τα πράγματα στη ζωή, κάτι χάνεις, κάτι κερδίζεις. Κερδίσαμε εύκολη πρόσβαση σε live, σε όλα αυτά, αλλά χάσαμε αυτό που είχαμε το κάθε απόγευμα πρόβα, ας πούμε, εδώ. Εκεί δεν γινόταν. Ή πας σε πρόβα και όσο κρατήσει. Εκεί δεν γινότανε. Έπρεπε να νοικιάζουμε στούντιο. Δεν είχαμε δικό μας χώρο. Ήταν με τις ώρες. Έπρεπε να βγεις να μπει άλλος. Οι αποστάσεις. Οι αποστάσεις μάς τρώγαν πολύ χρόνο. Δεν γινόταν πρόβα κάθε μέρα, ας πούμε. Ήταν άλλες οι δυσκολίες που δεν τις φανταζόμασταν και τις βρήκαμε μπροστά μας.

Κ.Π.:

Εκεί αποκτήσατε κοινό; Στην Αθήνα;

Θ.Ζ.:

Είχαμε ήδη κοινό στην Αθήνα, είχαμε ήδη κοινό, δηλαδή από τις συναυλίες. Όσο ήμασταν στα Γιάννενα είχαμε παίξει αρκετές φορές στην Αθήνα, και με αφορμή το σινγκλάκι και με αφορμή τον δίσκο, έτσι; Ναι, παίζαμε και είχαμε κόσμο, είχαμε κόσμο.

Κ.Π.:

Παίζετε μαζί με άλλα συγκροτήματα ή…

Θ.Ζ.:

Κοίτα, συνήθως παίζαμε και με μία άλλη μπάντα, δηλαδή για να υπάρχει ένα σετ των τριών ωρών, να είναι μία συναυλία, από όσο θυμάμαι. Υπήρχαν και στιγμές που παίξαμε μόνοι μας σε μία συναυλία, και στην Αθήνα, σε clubs σκέψου. Αλλά συνήθως ναι, πάντα υπήρχαν μια δυο μπάντες σε κάθε live.

Κ.Π.:

Ήταν εύκολο να μπείτε στα πράγματα;

Θ.Ζ.:

Εύκολο… Δεν ξέρω τι είναι εύκολο. Εντάξει, δύσκολο δεν ήταν, εύκολο από την άλλη πάλι δεν ήταν, δηλαδή είχε τον τρόπο του, δηλαδή ναι, έπρεπε να… Ήμασταν ήδη, δηλαδή συζητιόταν το όνομά μας από όσο βρισκόμασταν στα Γιάννενα. Δηλαδή με το που βγάλαμε το σινγκλάκι και μετά μεταγενέστερα και το μεγάλο, το Elf, το LP, ήδη ήμασταν, δηλαδή δεν συστηθήκαμε εκεί, οπότε ήταν λίγο εύκολο. Εύκολο… Ήμασταν ήδη κάτι, δεν το φτιάξαμε από την αρχή.

Κ.Π.:

Και πριν φύγετε είχατε συμφωνήσει δηλαδή με κάποιο μαγαζί ότι θα εμφανιζόσασταν εκεί πέρα ή πηγαίνοντας;

Θ.Ζ.:

Όχι, όχι, δεν είχαμε. Δεν υπήρχαν καταστήματα, μπαρ που θα έπαιζες συνέχεια, είτε έστω με τη μορφή δύο φορές το μήνα. Όχι, πηγαίνοντας και βρίσκοντας. Και πήγαμε και ψάχναμε να βρούμε. Και ψάχναμε και κιθαρίστα, γιατί ο κιθαρίστας δεν ακολούθησε. Ήμασταν μόνο οι τέσσερις: ο ντράμερ, ο μπασίστας, ο Κώστας ο Γραμμενιάτης, δηλαδή ο τραγουδιστής, εγώ, ο Μπάμπης Οικονόμου, που φτιάξαμε και την μπάντα, πλήκτρα, και ο Σταύρος ο Μπίλης, που ήταν στα τύμπανα. Και εκεί βρήκαμε. Ψάξαμε, βρήκαμε κιθαρίστα. Ξέρεις πώς είναι αυτά. Βγαίνει, δεν βγαίνει; Αλλάζεις, βρίσκεις και άλλον; Ναι, αλλάξαμε δύο τρεις κιθαρίστες στην Αθήνα, η αλήθεια είναι αυτή. Α, στο δίσκο στο μεγάλο για λόγους στρατού αντικατέστησε ο Δημήτρης ο Παπαδημητρίου τον Σταύρο. Ήταν στο στρατό. Υπήρχε και αυτό το πράγμα. Να τον αναφέρουμε τον Δημήτρη. Και μετά ξαναεπέστρεψε ο Σταύρος κανονικά, έτσι, μας βοήθησε στην ηχογράφηση.

Κ.Π.:

Θυμάσαι πιο αναλυτικά να μου πεις, ρε παιδάκι μου, με ποιον τρόπο εδραιωθήκατε; Δηλαδή πώς κανονίσατε τα live, πώς κάνατε τις συμφωνίες;

Θ.Ζ.:

Κοίτα, τα live κανονιζόντουσαν τώρα αναλόγως την περίσταση, έτσι; Είτε φεστιβάλ με κάποιον διοργανωτή είτ[00:20:00]ε στα club με τον ιδιοκτήτη. Δεν υπήρχαν ούτε —πώς να το πούμε;— managers, ούτε ατζέντηδες, ούτε τίποτα, τίποτα. Ήταν τελείως ανεξάρτητο. Πήγαινες: «Αυτή είναι η μπάντα». «Ναι, σας ξέρω, παιδιά. Παίξτε» ή αυτό… Εντάξει, οι απολαβές δεν υπήρχαν, ήταν πολύ… Ίσα-ίσα να βγάζουμε τις πρόβες μας, τις χορδές μας κι αν, έτσι; Πολλές φορές τα βάζαμε και από την τσέπη μας.

Κ.Π.:

Παράλληλα δηλαδή εργαζόσουν;

Θ.Ζ.:

Παράλληλα κάναμε διάφορες άλλες δουλειές για να βιοποριζόμαστε. Δεν μπορούσες να ζήσεις από τη μουσική μόνο.

Κ.Π.:

Παρόλα αυτά, χρόνο έβρισκες δηλαδή.

Θ.Ζ.:

Ναι. Προσπαθούσες να ταιριάξεις να ταιριάξουν πέντε άνθρωποι τους χρόνους για να παίξουμε live, να κάνουμε πρόβες. Και εντάξει, αυτό ήταν το δύσκολο κομμάτι στην ουσία.

Κ.Π.:

Η ανάγκη να συνθέσετε δικά σας τραγούδια πώς προέκυψε και, θέλω να πω, γιατί δεν μείνατε στις διασκευές, για παράδειγμα;

Θ.Ζ.:

Από την αρχή δεν θέλαμε να κάνουμε διασκευές, όχι. Από την αρχή, σου είπα. Δηλαδή και το πρώτο live, που παίξαμε τέσσερα κομμάτια, έτσι, αναγνωριστικά, τα δύο ήταν δικά μας. Ήμασταν τυχεροί γιατί ο Κώστας ο Γραμμενιάτης έχει όντως… Πώς ανοίγουν οι ουρανοί στα Γιάννενα και πέφτει η βροχή; Έτσι ανοίγει και το κεφάλι του και πέφτουν οι ιδέες, τις οποίες τις δουλεύουμε στο στούντιο μετά όλη η μπάντα. Αλλά ναι, πάντα δικά μας κομμάτια. Σίγουρα παίζαμε διασκευές και πολλές ήταν διασκευασμένες, δηλαδή διασκευές-διασκευές, όχι αντιγραφές, αλλά είναι κομμάτια που για κάποιον λόγο μάς έχουν ριζώσει μέσα μας και θα θέλαμε να τα παίξουμε και εμείς, οπότε τα παίξαμε, αλλά είναι ένα δύο στο σετ πάντα. Και στους δίσκους μας έχουμε διασκευές, 1-2.

Κ.Π.:

Η διαδικασία της σύνθεσης των κομματιών αυτών ποια ήταν, αν θυμάσαι, δηλαδή…

Θ.Ζ.:

Συνήθως ο Κώστας έφερνε μία ιδέα, μια μελωδία με στίχους, με τη φωνή και με όλα αυτά, το είχε στο μυαλό του, το είχε φτάσει μέχρι ενός σημείου και μετά πηγαίναμε στο στούντιο όλοι και το δουλεύαμε, το φτιάχναμε, το ρυθμό, το groove. Κάναμε την ενορχήστρωση, το πηγαίναμε παρακάτω, τις αλλαγές. Αυτή ήταν η διαδικασία πάντα, δηλαδή δεν υπήρχε κάποιος να έχει ένα τελειωμένο κομμάτι, «Αυτό θα παίξεις εσύ, αυτό», ποτέ. Ήταν ομαδική δουλειά. Η ιδέα πάντα, συνήθως πάντα από τον Κώστα, μπαίναμε μέσα, είτε ήταν μία μελωδία φωνής είτε ήταν ένα riff και το φτιάχναμε.

Κ.Π.:

Πειραματιζόσασταν δηλαδή αρκετά.

Θ.Ζ.:

Ναι, ναι. Και αυτό μας βοήθησε πάρα πολύ στο… όσο ήμασταν στα Γιάννενα, που είχαμε χρόνο και πηγαίναμε στο στούντιο και καθόμασταν, ήταν δικός μας ο χώρος και περνάγαμε πολύ χρόνο εκεί δημιουργικό.

Κ.Π.:

Εσύ έγραφες τραγούδια ή στίχους;

Θ.Ζ.:

Όχι, όχι. Νομίζω ότι σπάνια. Αν έγραφα τραγούδια, ναι… Μελωδία δηλαδή εννοείς. Γιατί τραγούδι-τραγούδι δεν έγραφε κανένας. Όχι, συνήθως η μελωδία ήταν του Κώστα.

Κ.Π.:

Και κυρίως ποια ήταν η θεματολογία σας;

Θ.Ζ.:

Κοίτα, στους στίχους εννοείς, έτσι;

Κ.Π.:

Ναι, ναι.

Θ.Ζ.:

Για την καθημερινότητα, αλλά δεν ήμασταν πολιτικοποιημένοι. Δεν είχαμε ποτέ πολιτικοποιημένο στίχο. Ήμασταν πολιτικοποιημένοι σαν άνθρωποι, αλλά νομίζω μιλούσαμε για την καθημερινότητα στην ουσία, για την αγάπη, για τον έρωτα, τέτοια πράγματα, ως έφηβοι, έτσι; Θέλαμε να αφήσουμε λίγο έξω την οργή για τους κυβερνώντες που μπορεί να νιώθαμε, τους εκάστοτε κυβερνώντες, και την εξουσία από τη μουσική μας. Δηλαδή παρόλο που έχουμε ακούσει πολύ punk όλοι μας, δεν το είχαμε βάλει στους στίχους.

Κ.Π.:

Η συμμετοχή σου στο συγκρότημα ήταν και ένας τρόπος να αντιδράσεις απέναντι στις μεγαλύτερες γενιές, στα πιο συντηρητικά μέρη της κοινωνίας, ας πούμε;

Θ.Ζ.:

Κοίτα, η συμμετοχή στο συγκρότημα ήταν ένας τρόπος έκφρασης που συνέπεσε με την παρέα, με τους φίλους, με τον Κώστα και τον Μπάμπη, ένας τρόπος δημιουργίας, πράγματα που είχαμε μέσα μας να τα βγάζουμε. Δεν με ενδιέφερε η αντίδραση στους μεγαλύτερους πότε. Ποτέ δεν κοιτάω. Ακόμα και τώρα δεν με νοιάζει τι κάνει ο άλλος, αρκεί να μην επηρεάζει εμένα, μόνο αυτό.

Κ.Π.:

Από την άλλη πλευρά υπήρχε κοινωνικό στίγμα προς το πρόσωπό σου; Θέλω να πω ότι ίσως ακολουθούσες κάποιον ενδυματολογικό κώδικα, συγκεκριμένο ή και γενικότερα;

Θ.Ζ.:

Εντάξει, τώρα, ναι, εντάξει, υπήρχαν τα σκουλαρίκια τότε. Το ‘88-‘87 δεν φορούσαν πολλοί στα Γιάννενα. Φορούσαμε, δηλαδή… Τα jean τα σκισμένα, τα μαύρα ρούχα, τα μαλλιά που ήταν ψιλό… έτσι. Βάφαμε[00:25:00] μαλλιά, κάναμε… Εντάξει, δεν ήταν κάτι σύνηθες, έτσι; Ναι, αλλά πάντα ξεχωρίζαμε. Ξεχωρίζαμε… Φαινόταν μία διαφορά, δηλαδή υπήρχαν οι μειονότητες, έτσι; Τα παιδιά που παίζανε heavy metal, ξέρω εγώ, οι Spider Kickers ήταν με τα ξεβαμμένα τα jean, με τα μαλλιά τα μακριά και τέτοια, εντάξει, ναι. Κοίτα, η μουσική επηρεάζει και το στυλ, το dress code, ας πούμε, πάντα. Μέχρι και σήμερα, έτσι; Αυτό είναι αλληλένδετο.

Κ.Π.:

Οι δικοί σου γονείς αντιδρούσαν;

Θ.Ζ.:

Όχι, δεν θα πω ότι αντιδρούσαν, όχι, ίσα-ίσα. Εντάξει, δεν ήταν και υποστηρικτικοί, αλλά δεν είχαν κάποιο θέμα. Εντάξει, αυτό που λένε όλοι οι γονείς, «Χάνεις το χρόνο σου με αυτά τα κλαπατσίγκανα», ξέρεις. Απλοί άνθρωποι, ρε παιδάκι μου της καθημερινότητας, δηλαδή αυτό που είναι όλοι οι Έλληνες, οι περισσότεροι. Δεν ήταν υποστηρικτικοί, δηλαδή δεν είχαν και τα μέσα οι άνθρωποι, έτσι; Δηλαδή και οικονομική άνεση τότε δεν υπήρχε για όργανα. Δηλαδή εγώ μπάσο αγόρασα το ‘92, αφού είχα γράψει και τους δύο δίσκους με δανεικά μπάσα, έτσι;

Κ.Π.:

Η αίσθηση του να αποκτάς δικό σου μπάσο ποια ήταν;

Θ.Ζ.:

Εντάξει, άσ’ το, δεν περιγράφεται, δεν περιγράφεται. Βέβαια, είναι πάρα πολύ σημαντικό, γιατί στερείσαι αρκετά πράγματα για να πάρεις κάτι άλλο, για να κερδίσεις κάτι άλλο. Δηλαδή δεν τα είχες όλα απλόχερα, οπότε μπορεί να μη φάνταζε τόσο όμορφο, έτσι; Ενώ όταν στερείσαι κάτι για να αποκτήσεις… Ή ένα ταξίδι, ρε παιδί μου. Όταν ζορίζεσαι με σκοπό, όμως, να κάνεις ένα ταξίδι, το ταξίδι αυτό γίνεται πιο όμορφο αυτόματα. Από αυτήν την άποψη το λέω. Αυτά

Κ.Π.:

Έπαιζες μόνος σου δηλαδή με τις ώρες που λέμε;

Θ.Ζ.:

Κοίταξε να δεις, πριν την πρόβα κάναμε πρόβα ο καθένας στο μέρος του, στο σπίτι, όσο μπορούσες, έτσι; Αργότερα μελετούσα, γιατί μέσω ωδείου έπρεπε να είμαι διαβασμένος, να μελετάω. Αυτό στην ουσία είναι η διαφορά του ωδείου: Σε βάζει να μελετάς. Εκεί επικεντρώνομαι. Το καλό του ωδείου είναι ότι σε βάζει να μελετάς. Ναι, παίζαμε μόνοι μας και παίζουμε ακόμα στο σπίτι.

Κ.Π.:

Σε τεχνικό επίπεδο πώς είδες τη μουσική σου να εξελίσσεται, αφού γράφτηκες σε κάποιο ωδείο;

Θ.Ζ.:

Εντάξει, βοηθάει πάρα πολύ, εντάξει, η τεχνική, όλα. Έμαθα να παίζω με τη σωστή τεχνική, εντάξει, γιατί όσο είσαι αυτοδίδακτος δεν είναι πάντα και όλα τα σωστά και ξεκούραστα και όλα αυτά. Ναι, εντάξει, βοηθάει το ωδείο, να σου πει ο άλλος το σωστό το δρόμο. Από το να τον ψάχνεις να τον βρεις μόνος σου είναι σίγουρα πολύ καλύτερο, εντάξει.

Κ.Π.:

Και σε ό,τι αφορά το δημιουργικό μέρος;

Θ.Ζ.:

Εντάξει, στη διαδικασία της μάθησης ψάχνεις και βρίσκεις και άλλα πράγματα και άλλα πράγματα, οπότε θέλοντας και μη, σε επηρεάζει και στη δημιουργία. Δηλαδή ανοίγεις κι άλλα μονοπάτια.

Κ.Π.:

Συγκριτικά με τα Ιωάννινα, στην Αθήνα τι διαφορές εντόπισες; Πάντοτε σε επίπεδο μουσικής και μουσικών δρώμενων.

Θ.Ζ.:

Κοίτα, καταρχήν, αν γινόταν συναυλίες από ξένους καλλιτέχνες, γίνονταν στην Αθήνα. Δεν θα έρθει κανένας στα Ιωάννινα. Ο Iggy Pop δεν ήρθε ποτέ στα Ιωάννινα, ωραία. Ή ακόμα και μικρότερα ονόματα, έτσι; Αυτό ήταν τεράστια μια διαφορά και μόνο, ότι είχες εύκολη πρόσβαση σε τέτοια γεγονότα. Υπήρχαν μαγαζιά που το βράδυ που μπορεί να άκουγες μουσική περισσότερη και διαφορετική, που εδώ δεν είχες τέτοιες επιλογές. Καταστήματα με μουσικά όργανα, με μεταχειρισμένα μουσικά όργανα. Δηλαδή, εντάξει, άλλο 80.000 κόσμο που ήταν τότε τα Γιάννενα, 70.000, και άλλο 4 εκατομμύρια που ήταν η Αθήνα, έτσι; Όλα ήταν στο πολλαπλάσιο.

Κ.Π.:

Τα πρώτα μεγάλα ονόματα που παρακολούθησες σε live ποια ήταν, θυμάσαι;

Θ.Ζ.:

Ναι, είχαμε πάει το ‘88, η μπάντα δηλαδή στην ουσία, εγώ, ο Κώστας και ο Μπάμπης, είχαμε πάει και είχαμε δει τον Iggy, το ‘88, στο γήπεδο της Ριζούπολης. Ήταν η πρώτη του συναυλία. Και την επόμενη μέρα γινόταν τριήμερο στο Πεδίο του Άρεως, με Triffids, Gun Club —δεν θυμάμαι ποιους άλλους ήταν—, Public Image, ο Rotten, Τρύπες, Σιδηρόπουλος, το οποίο δεν προλάβαμε να δούμε τίποτα, μόνο τους Triffids, γιατί την πρώτη μέρα, που ήταν να ανέβουν στη σκηνή οι Public Image, επειδή είχαν ανέβει στις πυλώνες κόσμος, o Rotten δεν ανέβαινε στη σκηνή. Ζήτησε από τον κόσμο να κατέβει. Eντάξει, και μετά κάηκε[00:30:00] το Πεδίο του Άρεως. Έγιναν τρομερά τώρα, δηλαδή οι μολότοφ… Και ακυρώθηκε το live όλο. Ναι, το θυμάμαι σαν σήμερα, εκεί. Τρέχαμε με τα ΜΑΤ, τρέχανε, γινόταν πανικός.

Κ.Π.:

Θυμάσαι πιο αναλυτικά μήπως να μου πεις;

Θ.Ζ.:

Πιο αναλυτικά τώρα… Εμείς ήμασταν 15 χρόνων τώρα και φεύγανε οι μολότοφ σύννεφο, τα δακρυγόνα, δεν ξέραμε πού να πάμε. Ξέρεις, δεν ήμασταν και από εκεί —ζούσαμε στα Γιάννενα, έτσι;—, για να ξέρουμε τα μέρη. Τα θυμόμαστε και γελάμε, εντάξει. Ωραίος πανικός. Ήταν μία καλή γνωριμία με το hardcore της Αθήνας.

Κ.Π.:

Και η αίσθηση του να βλέπεις κάποια συγκροτήματα που μέχρι τότε απλά τα άκουγες, ποια είναι;

Θ.Ζ.:

Εντάξει, άλλο πράγμα. Βλέπεις τα ινδάλματά σου από κοντά. Εντάξει, ήταν… Και τώρα παραμένει, ρε παιδί μου, εντάξει, έτσι; Αρκεί να γίνονται στο σωστό timing. Δηλαδή δεν θα έβλεπα τους Rolling Stones σήμερα, δεν θα τους έβλεπα. Τους είδα το ‘97 που είχαν έρθει, το ‘98 —δεν θυμάμαι—, ωραία, τέρμα, that’s it. Δηλαδή μετά από τριάντα, από είκοσι τέσσερα χρόνια δεν θα τους έβλεπα.

Κ.Π.:

Από την άποψη ότι έχουν σταματήσει να σε εκφράζουν ή να σε εκφράζει η μουσική τους;

Θ.Ζ.:

Όχι, τους ακούω πάρα πολύ αλλά μέχρι εκεί. Εντάξει, για εμένα καλό είναι να ξέρεις και πού πρέπει να σταματάς. ΟΚ, υπάρχουν μπάντες που μπορείς να πας να δεις.

Κ.Π.:

Την περίοδο που πήγατε στον στρατό —όχι, βασικά αφού γυρίσατε από το στρατό, πώς επανενωθήκατε;

Θ.Ζ.:

Μα ήμασταν… δεν είχαμε σταματήσει. Κάναμε ένα διάλειμμα για το στρατό, τίποτα άλλο. Έτσι κι αλλιώς εγώ με τον Κώστα πήγαμε ταυτόχρονα σχεδόν, οπότε χάσαμε το ίδιο διάστημα. Απλά δεν κάναμε live, δεν κάναμε τέτοια. Αλλά η μουσική υπήρχε στο μυαλό μας και υπήρχε σίγουρα η συνέχεια.

Κ.Π.:

Και αυτή η περίοδος μέχρι πότε διήρκεσε;

Θ.Ζ.:

‘91 μέσα με αρχές του ‘92. Αυτό ήταν το διάστημα.

Κ.Π.:

Το διάστημα του στρατού; Και μετά η περίοδος της επανασύνδεσης; Επανασύνδεσης…

Θ.Ζ.:

Ναι, έγινε ένα διάλειμμα δυστυχώς για τις στρατιωτικές υποχρεώσεις και συνεχίσαμε από εκεί που το είχαμε αφήσει. Γράφτηκε ο δίσκος, βγήκε το βινύλιο, κάναμε live και όλα καλά.

Κ.Π.:

Αργότερα βγάλατε άλλους δίσκους, άλλες δουλειές δικές σας;

Θ.Ζ.:

Είχαμε τη συμμετοχή σε δύο συλλογές. Το στούντιο που κάναμε πρόβες είχε κάνει μία συλλογή, μία απόπειρα να εκδώσει σε βινύλιο μία συλλογή με όλες τις μπάντες που κάνανε πρόβες στο στούντιο τότε ή τουλάχιστον με κάποιες από τις μπάντες. Μιλάμε για Deus ex Machina, Nightstalker, Nonmandol, Cosmic Teds, μιλάμε για τέτοιες μπάντες. το ‘94, νομίζω. Το ‘96 είχαμε συμμετάσχει σε μία συλλογή που βγήκε μόνο με το Ποπ και Ροκ, και σε CD. Είχαμε τρία κομμάτια. Αυτά. Και μια συλλογή που είχε βγει το… Ήταν το ‘91, νομίζω. Η μια πλευρά του δίσκου, του βινυλίου είχε ελληνικές μπάντες και η άλλη βελγικές, έτσι; Double Shot λεγόταν. Ήταν από την Wipeout Records. Αυτές, μέχρι το 2019, να έρθουμε απότομα στο σήμερα, που βγήκε το δεύτερο άλμπουμ, LP, το Aeon.

Κ.Π.:

Σκεφτήκατε ποτέ να δοκιμάσετε την τύχη σας στο εξωτερικό ή κάνατε κάποιο live, βασικά;

Θ.Ζ.:

Ναι. Η αρχική σκέψη ήταν να πάμε στο εξωτερικό πριν πάμε στην Αθήνα, αλλά έγιναν διάφορα πράγματα, για τα οποία δεν θα μιλήσω, δεν θα αναφερθώ, τα οποία μας ανάγκασαν να μην μπορούμε να φύγουμε μάλλον για το εξωτερικό και να μείνουμε Αθήνα. Μη με ρωτάς πώς θα ήταν, δεν ξέρω. Κάθε εμπόδιο για καλό; Όλα για κάποιο λόγο γίνονται; Μπορεί.

Κ.Π.:

Αργότερα δεν το ξανασκεφτήκατε;

Θ.Ζ.:

Αργότερα όχι, επειδή και το ‘97 κάναμε μία μεγάλη παύση. Ο καθένας πήρε τη ζωή του λίγο. Πήραμε διαφορετικούς δρόμους ως μπάντα. Ο Μπάμπης επέστρεψε Γιάννενα, εγώ έμεινα Αθήνα, ο Κώστας πήγε στο Λονδίνο, δηλαδή εντάξει. Περιπλανηθήκαμε γύρω στα δεκαπέντε χρόνια, έτσι, μόνοι μας και ξαναβρεθήκαμε το ‘13 στα Γιάννενα, από κει που ξεκινήσαμε.

Κ.Π.:

Τη δεκαετία του ‘90 είχατε κάνει καθόλου live στα Ιωάννινα;

Θ.Ζ.:

Νομίζω ότι είχαμε παίξει το ‘90 και το… Μέχρι το ‘93, ναι, παίζαμε σίγουρα, που φύγαμε. Νομίζω ότι παίξαμε και το ‘94 στα Ιωάννινα, όντας όμως στην Αθήνα, ζούσαμε στην Αθήνα. Ή ‘94-’95, κάπου εκεί.

Κ.Π.:

Και η υποδοχή που είχατε ήταν έτσι πιο…

Θ.Ζ.:

Αυτή που ήταν πάντα και λίγο πιο… Επειδή δεν ήμασταν και εδώ, δεν παίζαμε τόσο συχνά, οπότε… Ναι.

Κ.Π.:

Το δεύτερο[00:35:00] άλμπουμ, που κυκλοφορήσατε σχετικά πρόσφατα, μπορείς να μου πεις πώς προέκυψε;

Θ.Ζ.:

Το τελευταίο, το Aeon.

Κ.Π.:

Το τελευταίο.

Θ.Ζ.:

Ναι. Κοίταξε να δεις, το ‘13 βρεθήκαμε, όπως σου είπα, ξανά μετά την παύση στη γενέτειρα πόλη και, εφόσον ήμασταν όλοι μαζί το ίδιο διάστημα —όχι πολύ, μη φανταστείς, δέκα μέρες—, λέμε: «Δεν κάνουμε ένα live, έτσι, να θυμηθούμε τα παλιά;». Και παίξαμε στη «Στοά». Η ανταπόκριση, εντάξει, ήταν εξαιρετική. Μας ξαναμπήκε το μικρόβιο. Παρόλο που ο Κώστας ζει στο Λονδίνο μόνιμα εδώ και χρόνια, οι αποστάσεις έχουν μικρύνει. Λέμε: «Δεν κάνουμε και ένα της προκοπής, full-set;». Παίξαμε το ‘15 στον Πολυχώρο «Αγορά». Παίξαμε και το ‘17 σε ένα club στο κέντρο. «Μπορντό» λεγότανε. Και μετά, ωραία, μας άρεσε η διαδικασία του live, γιατί πάντα μας άρεσε το live και αυτή η αλληλεπίδραση με το κοινό, ρε παιδί μου, και το vibe που σου δίνει ο κόσμος και που το επιστρέφεις πίσω, και λέμε: «Ωραία, εντάξει, αλλά για να συνεχίσουμε να κάνουμε live θα πρέπει να υπάρχει και κάτι καινούργιο». Υπήρχαν κάποιες συνθέσεις που τις δουλεύαμε ήδη και λέμε: «Πάμε να γράψουμε έναν δίσκο ακόμα. Μπορούμε;». Λέμε: «Μπορούμε». Ο οποίος γράφτηκε με… Αλλάξαμε κιθαρίστα. Δεν μπορούσε να ακολουθήσει ο Θοδωρής ο Τσουμάνης, ήρθε ο Μιχάλης ο Μπουγάς. Και ερχόταν ο Κώστας από το Λονδίνο. Κάναμε πρόβες στα Γιάννενα. Είχα μετακομίσει και εγώ στα Γιάννενα, βέβαια, άρα είχαμε να παλέψουμε μόνο με μία διαφορετική χώρα, οι αποστάσεις, γιατί μέχρι το ‘15 ζούσα και εγώ στην Αθήνα, οπότε ήμασταν σε τρεις διαφορετικές πόλεις και δύο χώρες. Τώρα είχαμε μόνο το δύο χώρες. Και κάναμε κάποιες πρόβες. Έφευγε ο Κώστας, βρισκόμασταν στη Θεσσαλονίκη, που ήταν το στούντιο ηχογραφήσεως, το «Magnanimus», γράφαμε κάποια κομμάτια, ηχογραφήσαμε, το αφήναμε... Διήρκεσε κάνα χρόνο η ηχογράφηση. Μέσα από το live βγήκε και για να αποτυπώσουμε και τις ιδέες που είχαμε σε ένα ακόμα βινύλιο, αυτό, αν με ρωτάς ποια ήταν η ανάγκη. Ούτε να γίνουμε famous ούτε να βγάλουμε εκατομμύρια!

Κ.Π.:

Και την αίσθηση αυτή του να ξαναμπαίνετε στο στούντιο για ηχογραφήσεις πώς θα την περιέγραφες;

Θ.Ζ.:

Εντάξει, άσ’ το, ηδονή. Εντάξει, οι ώρες του στουντίου ήταν πάρα πολύ κουραστικές, αλλά επειδή είχαμε καιρό να το νιώσουμε, είναι το κάτι άλλο, είναι το κάτι άλλο.

Κ.Π.:

Μπορείς, έτσι, να μου περιγράψεις κάποιο περιστατικό, αν θέλεις;

Θ.Ζ.:

Περιστατικό… Επειδή είχαμε και καιρό να ηχογραφήσουμε, καταρχήν δεν ξέραμε πώς θα γράψουμε! Μπήκαμε δηλαδή σαν πρωτάρηδες στην ουσία, ξανά-ματά. Δεν ξεχωρίζω κάτι, ρε παιδί μου, ήταν αυτή η αίσθηση, και «Κάνω» και «Τα ακούω» και «Παίξε»… Δεν ξέρω, δεν υπάρχουν λόγια να το περιγράψω. Δεν ξέρω, δεν είναι καλό αυτό για σένα αλλά δεν υπάρχει περιγραφή και γνωρίζω καλά την ελληνική γλώσσα. Δεν μπορώ να βρω λέξεις αυτή τη στιγμή. Αλλά ήταν, εντάξει… Μακράν το έκανα και αύριο το πρωί, να μπω στο στούντιο να γράψω.

Κ.Π.:

Διαφορές στα παιξίματα και των υπολοίπων μελών διέκρινες;

Θ.Ζ.:

Εντάξει, ναι. Κοίτα, υπήρχαν σίγουρα διαφορές, έτσι; Όλοι έχουμε εξελιχθεί μουσικά και τεχνικά και όλα. Υπήρχε και ένα καινούργιο μέλος, ο οποίος όσο να ‘ναι αλληλοεπηρεάζει και τους άλλους. Εντάξει, σίγουρα είχαμε βελτιωθεί όλοι μας. Υπήρχαν διάφορες, ναι. Είχαμε όργανα! Αυτό πού το βάζεις; Είχαμε όργανα δικά μας, όλοι είχαμε τα όργανα τα δικά μας, έτσι; Σημαντικό. Αυτά.

Κ.Π.:

Οι συνθέσεις οι καινούργιες, τέλος πάντων, σε σχέση με τις παλιές; Πάλι τι διαφορές είχαν μεταξύ τους;

Θ.Ζ.:

Δεν μπορώ να στο πω εγώ αυτό. Για μένα δεν είχαν καμία διαφορά. Ήταν μία φυσική εξέλιξη. Δηλαδή είτε τον γράφαμε το δίσκο, το Aeon, που βγήκε το ‘19 είτε έβγαινε το 1999, το ίδιο θα ήταν, νομίζω. Α, μπορεί να ήταν λίγο διαφορετικό λόγω του ότι το 1999 ήμασταν είκοσι χρόνια νεότεροι, εντάξει. Αλλά είναι η φυσική εξέλιξη. Δηλαδή ως ακροατής μπορεί να το αντιληφθείς, δεν ξέρω. Όπως και από το Hi! στο Elf υπήρχε μία εξέλιξη. Πάντα εξελισσόμαστε και ως άνθρωποι και μουσικοί και ως ακούσματα και ως επιρροές.

Κ.Π.:

Κατά βάση, όμως, διατηρήθηκε το ύφος της μουσικής σας;

Θ.Ζ.:

Ναι βέβαια, βέβαια. Εντάξει, μην περιμένεις να βάλω ταμπέλες. Rock ‘n’ roll για μένα, τίποτα άλλο. Τα άλλ[00:40:00]α είναι για τους δημοσιογράφους, κριτικούς και οτιδήποτε, αν θέλουν να πούνε rockabilly, rock n’ roll, punk, rock, εντάξει. Για εμένα είναι όλα rock ‘n’ roll.

Κ.Π.:

Η παρουσίαση του άλμπουμ, του δίσκου, ναι, πού έγινε;

Θ.Ζ.:

Η παρουσίαση του δίσκου έγινε —δεν είχε βγει το βινύλιο, βέβαια, σε φυσική μορφή. Ήταν μόνο σε ηλεκτρονική μορφή και σε CD— στο «Stage» εδώ στα Ιωάννινα, στην πόλη μας, τον Απρίλιο του ‘19. Μετά ακολούθησε ένα live σε ένα φεστιβάλ στον Αχέροντα, στο River of Souls, τον Ιούλιο του ‘19, και μετά ήρθε ο Covid. Γενικά, επειδή και ο Κώστας είναι στο Λονδίνο, δεν θέλουμε να κάνουμε πάρα πολλά live, έτσι; Τρία, τέσσερα, δύο στο χρόνο, χωρίς βιασύνη. Αλλά αυτό με τον Covid… Όλα κλειστά, δεν ταξιδεύεις. Εμένα μου έχει ένα κενό μνήμης. Δηλαδή δυόμιση χρόνια, πόσο ήτανε, χαμένα, στην κυριολεξία. Και για πολύ κόσμο φαντάζομαι, έτσι;

Κ.Π.:

Το κοινό πώς σας υποδέχτηκε στα Ιωάννινα, εννοώ στην παρουσίαση;

Θ.Ζ.:

Ντάξει, το κοινό και πριν τον καινούργιο δίσκο, που ξαναπαίξαμε μετά το ‘13, ήταν εξαιρετικό, φανταστικό, και άνθρωποι από τα παλιά. Ήταν μία μάζωξη. Εντάξει, ήταν πάντα θερμό με μας. Έχω μόνο τα καλύτερα να πω για το κοινό των Ιωαννίνων, γιατί το κοινό των Ιωαννίνων υπήρχε και από τη δεκαετία του ‘90 και στην Αθήνα, όταν παίζαμε εκτός πόλεως, γιατί υπήρχαν οι φοιτητές, έτσι; Πάντα ήταν υποστηρικτικότατο. Μόνο τα καλύτερα έχω να πω. Και το ίδιο ήταν και η υποστήριξη στο καινούργιο άλμπουμ.

Κ.Π.:

Δηλαδή στα live στην Αθήνα έβλεπες και γνώριμες φιγούρες;

Θ.Ζ.:

Ναι, υπήρχαν άνθρωποι οι οποίοι ήταν Γιαννιώτες και μπορεί να σπούδαζαν εκεί ή να ζούσαν εκεί. Ναι, βρίσκαμε γνώριμες. Αυτό είναι ωραίο.

Κ.Π.:

Σήμερα η σχέση σου με τα υπόλοιπα μέλη ποια είναι; Δηλαδή θέλω να πω ότι συνεχίζετε να παίζετε μουσική, πάντα σε μουσικό επίπεδο;

Θ.Ζ.:

Ναι. Καταρχήν, συνεχίζουμε να είμαστε φίλοι και αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ. Και συνεχίζει να κάνουμε πρόβες. Δηλαδή τώρα ξαναξεκινήσαμε λίγο, επειδή είναι και ο Κώστας, τυχαίνει να είναι εδώ, να κάνουμε λίγο πρόβες πάλι για να… Γιατί θα μπορούσες να με ρωτούσες, είναι πιθανόν μάλλον, το διακρίνω ότι θες να με ρωτήσεις γιατί δεν κάναμε πρόβες εν καιρώ Covid, μέσω διαδικτυακά και αυτά που γινόταν. Όχι, εγώ θέλω να είμαι στο στούντιο όλοι φυσικοί. Αυτή είναι η πρόβα για μένα, έτσι; Να κοιτάω τον άλλον, να τον ακούω. Το διαδίκτυο είναι… Τι να σου πω τώρα; Είναι το ίδιο το cyber sex με το original sex; Δεν είναι το ίδιο. Αυτό.

Κ.Π.:

Γενικότερα σήμερα, όπως βλέπεις τα πράγματα, πόσο έχουν αλλάξει οι συνθήκες στα Ιωάννινα σε σχέση με τη δεκαετία του ‘80, σε μουσικό επίπεδο πάντα;

Θ.Ζ.:

Κοίταξε να δεις, υπάρχουν μπάντες ακόμα και το χαίρομαι πάρα πολύ, και νέες μπάντες, και έχει βελτιωθεί πάρα πολύ και ο ήχος. Έχουνε καλά όργανα τα παιδιά, είναι η μουσική καλή. Έχει διαφοροποιηθεί σε αυτό το κομμάτι πάρα πολύ. Υπάρχουν πολλές σχολές, υπάρχουν καλοί μουσικοί που μεταδίδουν τη γνώση τους. Το βλέπω και σε μουσικά σχήματα που κάνουνε οι σχολές μουσικής, κάποια live που παρακολουθώ. Το επίπεδο είναι πολύ καλό, έχουνε ήχο τα παιδιά, οι μπάντες. Έχει διαφοροποιηθεί και έχει εξελιχθεί, αλίμονο. Αλίμονο αν δεν είχε εξελιχθεί. Υπάρχουν, υπάρχουν μπάντες και καλές, έτσι; Μη ξεχνάμε ότι και τα παιδιά, οι VIC δηλαδή, που κάνουν παγκόσμια φήμης πλέον, ναι μεν μπορεί να ζουν στη Θεσσαλονίκη, αλλά είναι Γιαννιώτες.

Κ.Π.:

Το ρομαντικό στοιχείο εκείνων των δεκαετιών σού λείπει στο σήμερα;

Θ.Ζ.:

Ναι. Είχα ξαναρωτηθεί πρόσφατα σε μία ανάλογη περίπτωση αν προτιμώ το τώρα ή τότε. Το τότε, εννοείται. Ήταν και πιο ρομαντικό και πιο δύσκολο και είναι αλλιώς τα πράγματα. Δεν ξέρω, μου αρέσουνε... Εκείνη η εποχή, ναι, την έχω βαθιά μες στην καρδιά μου. Δηλαδή αν μπορούσα να επιλέξω, θα επέλεγα το πριν τριάντα χρόνια.

Κ.Π.:

Και πιστεύεις ότι οι δυσκολίες που υπήρχαν τότε ότι σε βοήθησαν να εξελιχθείς και περισσότερο δηλαδή;

Θ.Ζ.:

Ναι, ναι. Η ευκολία σε κάνει και λίγο τεμπέλη, για να μη χρησιμοποιήσω άλλη λέξη και έχουμε λογοκρισία. Ναι, β[00:45:00]έβαια. Η δυσκολία σε κάνει καλύτερο σε όλα τα πράγματα. Γιατί να μην σε κάνει στη μουσική, έτσι;

Κ.Π.:

Σήμερα συνεχίζεις να αφιερώνεις αρκετό χρόνο στο παίξιμο των μουσικών οργάνων;

Θ.Ζ.:

Λόγω της καθημερινότητας και της δουλειάς όχι, δεν αφιερώνω όσο χρόνο θα ήθελα, όσο χρόνο θα ήθελα, έτσι; Δυστυχώς. Αλλά πάντα βρίσκω χρόνο για τη μουσική. Εντάξει, είναι αυτό που λέγαμε, ρε παιδί μου. Παλιά δεν είχαμε όργανα και είχαμε χρόνο να παίζουμε μουσική, τώρα δεν έχουμε χρόνο να παίζουμε μουσική και έχουμε όργανα. Δηλαδή είναι… ναι, γαμώτο. Η «τουτ» ζωή!

Κ.Π.:

Αν σου ζητούσα να κάνεις έναν απολογισμό για όλη τη μουσική σου πορεία, τι θα μου έλεγες;

Θ.Ζ.:

Εντάξει, απολογισμό δεν μπορώ να κάνω. Τι απολογισμό να κάνω; Δεν ξέρω, δεν είμαι μαγαζί να κάνω ταμείο! Είμαι ευτυχής που το έζησα, ευλογημένος που το έζησα, έτσι; Δηλαδή αυτό. Και που το ζω ακόμα. Τίποτα άλλο. Είμαι τυχερός; Ευτυχισμένος; Όλα μαζί.

Κ.Π.:

Ωραία. Φάνη, πριν κλείσουμε θα ήθελα να σε ρωτήσω και το εξής…

Θ.Ζ.:

Για πες.

Κ.Π.:

Αν αφαιρούσαν με κάποιον τρόπο από τη ζωή σου τη μουσική, τι είναι αυτό το οποίο θα έμενε πίσω;

Θ.Ζ.:

Αν αφαιρούσατε με κάποιον τρόπο;

Κ.Π.:

Τη μουσική από τη ζωή σου.

Θ.Ζ.:

Δεν παίζει, δεν παίζει.

Κ.Π.:

Ας υποθέσουμε.

Θ.Ζ.:

Δεν μπορώ να το υποθέσω αυτό. Άσ’ το. Δεν θα το υποθέσω ποτέ. Όχι, δεν γίνεται. Μπορώ να συζητήσουμε για οποιαδήποτε υποθετικό σενάριο θέλεις εκτός από αυτό! Δεν μπορώ να το φανταστώ, όχι, δεν.

Κ.Π.:

Αρνείσαι.

Θ.Ζ.:

Όχι, δεν.

Κ.Π.:

Να το αλλάξουμε τότε: Τι σημαίνει για σένα μουσική;

Θ.Ζ.:

Κοίτα η μουσική ήταν συνοδοιπόρος όλη μου τη ζωή, από τα 13-14 δηλαδή και νωρίτερα που είπαμε, ως άκουσμα, ως ακροατής, αλλά εντάξει, τα πάντα είναι. Δηλαδή και οι συναυλίες, εντάξει. Η μουσική είναι ταξίδι ολόκληρο, έτσι. Για εμένα, και αυτό λέω και στην κόρη μου, η εκπαίδευση είναι τα ταξίδια, η μουσική, το θέατρο, αν σου αρέσει, αυτά τα πράγματα, η Τέχνη. Και από την κρίση που περνάμε μόνο η Τέχνη θα μας σώσει, έτσι; Είτε η οικονομική κρίση είτε η υγειονομική κρίση. Παπαριές είναι όλα. Η Τέχνη είναι. Μόνο αυτό. Μόνο εκεί πρέπει να βασιζόμαστε, αν θέλουμε να βλέπουμε φως.

Κ.Π.:

Θα ήθελες να προσθέσεις κάτι ακόμα που δεν σου έδωσα την ευκαιρία να πεις;

Θ.Ζ.:

Τι να πω; Τόσα χρόνια… Όχι. Δεν νομίζω ότι μου έρχεται κάτι. Ξέρεις, είναι και τώρα… Μπορεί να μου έρθει σε δύο μέρες τρεις, αλλά ΟΚ. Εντάξει, όχι, τίποτα, τίποτα. Το βιογραφικό της μπάντας θα σου το στείλω να το δεις, να συμπληρώσεις, γιατί μπορεί να παρελήφθησαν ονόματα, ναι, μπορεί να σου χρειαστεί. Όχι. Ωραία είναι η λίμνη που τη χαζεύουμε. Θα ήθελα αυτό το μαγαζί εδώ που είμαστε να το είχα σπίτι, έτσι; ΟΚ, αυτό.

Κ.Π.:

Ωραία, ωραία. Σε ευχαριστώ πάρα πολύ για το χρόνο σου και για την κουβέντα που κάναμε. Να είσαι καλά.

Θ.Ζ.:

Και εγώ, Κωνσταντίνε. Ευχαριστώ πάρα πολύ και που γνωριστήκαμε κιόλας.

Κ.Π.:

Ωραία, και εγώ χάρηκα, έγινε.